Η "Γέννηση της Αφροδίτης" του Μποτιτσέλι
Αν μελετήσει κανείς το ρόλο που έπαιξε και παίζει το κοχύλι στη ζωή του ανθρώπου, θα διαπιστώσει εύκολα ότι αυτό υπήρξε κοντά του σε κάθε στιγμή της πορείας του, από τη μακρινή αρχαιότητα μέχρι τη σύγχρονη εποχή. Το όστρακο πέρασε κυρίως σαν σύμβολο ομορφιάς στην αρχαία Ελλάδα, σαν υλικό επεξεργασίας στη ρωμαϊκή εποχή, σαν θρησκευτικό σύμβολο στη βυζαντινή αυτοκρατορία, σαν οικονομική μονάδα στην προ-κολομβιανή περίοδο στην Αμερική και την Αφρική, σαν αντικείμενο Τέχνης και Αρχιτεκτονικής στην Αναγέννηση, (συμπεριλαμβανομένων και των εποχών Baroque και Rococo) και τέλος σαν βασιλικό και αριστοκρατικό προνόμιο στη βικτωριανή εποχή. Το κοχύλι βρέθηκε να παίζει ουσιαστικούς ρόλους στην ιστορία, στην οικονομία, στην αρχιτεκτονική, στις καλές τέχνες, στη θρησκεία, στη μουσική και το χορό, στη διακόσμηση, στη διαφήμιση, καθώς και στη μαγειρική.
IΣTOPIA και Κοχύλι
Η επιστημονική μελέτη των οστράκων ξεκινά στην αρχαία Ελλάδα τον 4ο π.X. αιώνα από τις εργασίες του Αριστοτέλη και του Θεόφραστου. O Αριστοτέλης, πρωτοπόρος ζωολόγος, φιλόσοφος και φυσιοδίφης, στην "περί ζώων ιστορία" περιγράφει με εξαιρετική λεπτομέρεια το διαχωρισμό των μαλακίων σε "μαλακόστρακα" και "οστρακόδερμα". Σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, η Αφροδίτη, η θεά του έρωτα και της ομορφιάς, αναδύθηκε από τη θάλασσα μέσα από ένα κτένι κοντά στις ακτές της Κύπρου.
Τον 15ο π.X. αιώνα στην Τύρο και τη Σιδώνα, ένα είδος οστράκου χρησίμευε για την πορφυρή βαφή των ενδυμάτων και αργότερα των χιτώνων των Ρωμαίων και Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Oι Τύριοι το ονόμασαν Murex purpura και η οικογένεια των oστράκων αυτών ονομάσθηκε Muricidae. Κατά τον Πλίνιο Γάιο η διαδικασία αφορούσε το βράσιμο κατακερματισμένων οστράκων και την εκχύλιση του χρώματος, σε συγκεκριμένους χώρους, τα "Πορφυρεία". Για ένα γραμμάριο βαφής χρειάζονταν 10.000 πορφύρες.
OIKONOMIA και Κοχύλι
Σε αρκετά νομίσματα στην αρχαιότητα κάποιο όστρακο, συνήθως κτένι ή μύδι, απει-κονιζόταν στη μία τους όψη. Τέτοια νομίσματα μπορεί να βρει κανείς στο Νομισματικό Μουσείο Αθηνών.
Η ιδιότητα του όστρακου ως μέσου οικονομικής συναλλαγής στην αρχαιότητα και σε διάφορες φυλές της Αφρικής, του έδωσε την ευκαιρία να το αποκαλέ-σουν "Φυσικό Χρήμα" ("Native Money"). Το πρώτο ωοειδές μεταλλικό νόμισμα που κόπηκε στη Λυδία το 670 π.X. είχε σαν σχήμα του το όστρακο του γένους των Κυπραϊίδων (Cypraedae). Η Κυπραϊίδα Cypraea moneta χρησίμευε ως οικονομική μονάδα σε φυλές της Αφρικής. Στην ανατολική Αφρική αναφέρεται ότι "κάποτε μία σύζυγος κόστιζε δύο Κυπραϊίδες". Oι αρχαίοι Αζτέκοι πλήρωναν τον αυτοκράτορα Montesuma με όστρακα. Άραβες έμποροι και φυλές της δυτικής Αφρικής, από το Benin μέχρι το Timbuktu και γύρω από τη λίμνη Chad, χρησιμοποιούσαν όστρακα για τις αγοραπωλησίες τους: "sasipari" στη Νέα Γουινέα, "diwara" και "rongo" στα νησιά της Μαλαισίας και "wampum" στους Ινδιάνους. Το wampum χρησιμοποιήθηκε στη Virginia από Ινδιάνους της Αμερικής την εποχή 1606-1612. Ένας πήχυς wampum μήκους 18 ιντσών αντιστοιχούσε σε έξι πένες. Τα wampum ήταν δίθυρα όστρακα, κομμένα σε κυλινδρικά σχήματα. Τα άσπρου χρώματος ήταν μικρής αξίας, ενώ τα πορφυρά είχαν μεγαλύτερη αξία συναλλαγής. Χρησιμοποιούνταν μέχρι τα μέσα του 18ου αιώνα.
MOYΣIKH - XOPOΣ και Κοχύλι
Πολλοί πρωτόγονοι λαοί της Αφρικής, ακόμη και σήμερα, χρησιμοποιούν μικρά όστρακα σε ζωνοειδείς περιτυλίξεις του σώματός τους για ιεροτελεστίες και χορούς. Μέσα στους αιώνες το όστρακο Τρίτων (Charonia Tritonis), κοινώς "μπουρού", χρησίμευε σαν μουσικό όργανο. Το όνομα προέρχεται από το θεό της θάλασσας Τρίτωνα, γιο του Ποσειδώνα και της Αμφιτρίτης.
Υπάρχει ένα υπέροχο άγαλμα του Τρίτωνα, έργο του Bernini, στην πλατεία Barberini της Ρώμης, το οποίο θεωρείται ένα από τα γλυπτά αριστουργήματα μπαρόκ της εποχής.
ΘPHΣKEIA και Κοχύλι
Το όστρακο Pecten Jacobaeus, το γνωστό μεγάλο κτένι, αποτέλεσε θρησκευτικό σύμβολο εισαχθέν από τον Απόστολο Ιάκωβο, έμβλημα που συναντάται στη γλυπτική, ζωγραφική και αρχιτεκτονική της Αναγέννησης. Το βρίσκει κανείς ως διακοσμητικό στοιχείο εσωτερικών και εξωτερικών χώρων καθολικών εκκλησιών ή στα ξυλόγλυπτα τέμπλα του Ιερού Oρθοδόξων Εκκλησιών.
Κατά τη χριστιανική θρησκεία το Pecten Jacobaeus συμβόλιζε την αγνότητα, την ανάσταση, τη λύτρωση και τη συγχώρεση, ενώ κατά την εποχή Rococo (18ος αιώνας) την αισθητική, την ομορφιά και τη διακόσμηση.
Άγιος Παύλος, Michelangelo Di Lodovico Buonarroti Simoni, 1475
APXITEKTONIKH και Κοχύλι
Συχνά στην εποχή της Αναγέννησης και κατά τη διάρκεια των τελευταίων Ρωμαϊκών χρόνων διάφορα κυρτώματα τοίχων ή αετώματα φέρουν τη μορφή κοχυλιών.
Το "Σπίτι των Κοχυλιών" (Casa de las Conchas) στη Σαλαμάγκα της Ισπανίας κτίσθηκε στις αρχές του 16ου αιώνα και είναι αφιερωμένο στον Απόστολο Ιάκωβο (St. James). Η εξωτερική του επιφάνεια είναι καλυμμένη με εκατοντάδες όστρακα σκαλισμένα σε πέτρα.
Το "Σπίτι των Κοχυλιών" Πρόσοψη του κτιρίου
Το "Σπίτι των Κοχυλιών" Παράθυρο στην πρόσοψη
Φαντιούθ: Το νησί στο οποίο τα πάντα είναι από κοχύλια -Σπίτια, δρόμοι, νεκροταφείο...
Nησί φτιαγμένο εξ ολοκλήρου από κοχύλια. Κι όμως υπάρχει. Ονομάζεται Φαντιούθ βρίσκεται στις ακτές του Πετίτ Κοτ στη Σενεγάλη και είναι αποτέλεσμα δουλειάς αιώνων. Οι κάτοικοι της περιοχής το έφτιαξαν σιγά σιγά από τα κελύφη αχιβάδων ενώ ακόμη και σήμερα οι κάτοικοί του συλλέγουν κοχύλια και συνεχίζουν τη δημιουργία σπιτιών αλλά και πολλών άλλων αντικειμένων είτε χρηστικών είτε διακοσμητικών.
Τα πάντα στο Φαντιούθ, όπως σημειώνει το perierga.gr, είναι φτιαγμένα από κοχύλια: Τα σπίτια, οι τοίχοι, οι αυλές, οι δρόμοι ακόμη και το.... νεκροταφείο.
Οποιος αποφασίσει, πάντως, να το επισκεφθεί πρέπει να είναι προετοιμασμένος να ζήσει μια διαφορετική εμπειρία. Ολα εκεί είναι διαφορετικά ακόμη και οι ήχοι καθώς περπατά κανείς στο νησί καθώς οι δρόμοι αντηχούν στο περπάτημα των ήχο των κοχυλιών.
Les Atlantes de Pierre Puget
Η είσοδος του Δημαρχείου της Toulon, που χτίστηκε το 1656,φέρει στην πρόσοψή της δύο υποστυλώματα, όπου παριστάνεται ο Άτλας να αναδύεται μέσα από ένα σύμπλεγμα κοχυλιών.
ΛOΓOTEXNIA
ΟΜΗΡΟΣ
i.«άορ, κολεόν δε νεοπρίστου ελέφαντος αµφιδεδίκηται».
(Σπαθί µε λαβή ασηµένια που το σφίγγει από καινούργιο φίλντισι.
Μεγάλη η αξία για εκείνον που θα το κρατήσει ).
(Οδύσσεια Οµήρου, Οδυσσέως σύστασις, Ραψωδία θ, στίχος 486-487)
ii.«Ταυτ’ άρ’ αοιδός άειδε περικλυτός. αυτάρ Οδυσσεύς πορφύρεον µέγα φάρος ελών χερσί στιβαρήσι και κεφαλής είρυσσε, κάλυψε δέ καλά πρόσωπα».
( Καθώς τραγούδαγε ο φηµισµένος αοιδός, ο Οδυσσέας µε τα δυο του χέρια πιάνει το πορφυρό του πανωφόρι, το’ φέρε πάνω από το κεφάλι του καλύπτοντας το ωραίο του πρόσωπο). (Οδύσσεια Οµήρου, Οδυσσέως σύστασις, Ραψωδία θ στίχος 102-104)
iii.«κιχήσατο δ’ ένδον εόντας η µεν επ’ εσχάρη ήστο σύν αµφιπόλοισι γυναιξίν,ηλάκατα στρωφώσ’ αλιπόρφυρα».
(Ήταν εκείνη στην εστία καθισµένη µε τις ακόλουθες της, κλώθοντας νήµατα βαµµένα στην πορφύρα της θαλάσσης). (Οδύσσεια Οµήρου, Οδυσσεύς και Ναυσικάς οµιλίας, Ραψωδία ζ στίχος 67-70)
vi.«Αυτάρ ο πυκνόν υπ’ όφρυσι δάκρυον είβε, χλαίναν πορφυρέην αντ’ οφθαλµοίοιν ανασχών». (εδώ ο νέος στο δάκρυ πνίγηκε και σήκωσε την πορφυρή χλαµύδα τα µάτια του να κρύψει).
πηγή ΤΑ ΟΣΤΡΑΚΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ - 30 - (Οδύσσεια Οµήρου, Ραψωδία δ, στίχος 154 -155)
http://eureka.teithe.gr/
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΙΣΑΝΟΓΛΟΥ - [Το θλιμένο τραγούδι της αχιβάδας-ημιτόνιο]
«Υπέρκοσμο ξεμυάλισμα
ευλογεί την βραδινή παλίρροια
-θα το πάρω με το μέρος σου-
Τέτοια φαντασία
κάνει το συναίσθημα να γλιστρά κανονικά
-είναι με το μέρος σου-
Στιγμιαία συσχέτιση αγάπης
ρουφά και θρέφει μια αγέλη ψεύδους
-το μέρος μας είναι αυτό-
Υπερευσυνειδησία συστρέφεται κάτω απ’ το δέρμα-
σύννεφο ραγισμένο
-εκείνου που κάποτε ήταν αγάπη-
Είμαι άσωτος- διεφθαρμένος
και κάθε φορά
που με κοιτάς
ο λόγος μου στομώνει
σαν μαχαίρι
Ξεγλιστράς αργά απ’ την αντίληψή μου
καρδιές- δορυφόροι αγάπης φυτρώνουν στο κεφάλι
ποτέ δεν κατάλαβες την γαλαζότητα του τρόπου να/όπως
σπέρνει – χαρτογραφεί ανθοχώραφα αγάπης_
Πάρε τ’ όνειρό μου- στράγγισέ το κανονικά κι ανάστροφα
φέρε το μέσα έξω / κύλισέ το στο χώμα/ στην λάσπη/ στον ουρανό
σβούριξέ το/ αγάπησέ το/ άπλωσέ το στον πολύ ήλιο –
θα δεις/ στον ουρανό το γράφει:
Me and the dragon can chase all the pain away_
Η κάθε μας τελετουργία μας οδήγησε σε νέες διαδρομές
το βάρος του έρωτα στους ώμους μας/ φύτρωσαν φτερά
ψάρια πεταλούδες/ πεταλουδόψαρα -pantodon buchholzi
η παλίρροια την νύχτα πήρε φόρα- πήρε φόρα για νεροδράσεις
ώσπου μας πέταξε στα αγγεία μιας σπηλιάς ναρκοθετικής αγάπης
-ο άνεμος μιξαρισμένος από συνεχή βοή κόκκινης μέλισσας και
αμφίδρομης κυμάτωσης από/χωρισμού-
[καθώς η απόσπαση ενός αλκοολικού απογεύματος
θεραπεύει προσωρινά την τύφλωση με σάλια πνιγμένης ανε/μόνης
και είναι μόνη
είναι μόνη
ανε-μόνη
ότι κι αν κάνουμε μέσα μας
βουλιάζει η πόλη
είμαστε καμωμένοι από μοναξιά
κι είμαστε όλοι ανεμόνη / εσύ κι εγώ ]
i.«άορ, κολεόν δε νεοπρίστου ελέφαντος αµφιδεδίκηται».
(Σπαθί µε λαβή ασηµένια που το σφίγγει από καινούργιο φίλντισι.
Μεγάλη η αξία για εκείνον που θα το κρατήσει ).
(Οδύσσεια Οµήρου, Οδυσσέως σύστασις, Ραψωδία θ, στίχος 486-487)
ii.«Ταυτ’ άρ’ αοιδός άειδε περικλυτός. αυτάρ Οδυσσεύς πορφύρεον µέγα φάρος ελών χερσί στιβαρήσι και κεφαλής είρυσσε, κάλυψε δέ καλά πρόσωπα».
( Καθώς τραγούδαγε ο φηµισµένος αοιδός, ο Οδυσσέας µε τα δυο του χέρια πιάνει το πορφυρό του πανωφόρι, το’ φέρε πάνω από το κεφάλι του καλύπτοντας το ωραίο του πρόσωπο). (Οδύσσεια Οµήρου, Οδυσσέως σύστασις, Ραψωδία θ στίχος 102-104)
iii.«κιχήσατο δ’ ένδον εόντας η µεν επ’ εσχάρη ήστο σύν αµφιπόλοισι γυναιξίν,ηλάκατα στρωφώσ’ αλιπόρφυρα».
(Ήταν εκείνη στην εστία καθισµένη µε τις ακόλουθες της, κλώθοντας νήµατα βαµµένα στην πορφύρα της θαλάσσης). (Οδύσσεια Οµήρου, Οδυσσεύς και Ναυσικάς οµιλίας, Ραψωδία ζ στίχος 67-70)
vi.«Αυτάρ ο πυκνόν υπ’ όφρυσι δάκρυον είβε, χλαίναν πορφυρέην αντ’ οφθαλµοίοιν ανασχών». (εδώ ο νέος στο δάκρυ πνίγηκε και σήκωσε την πορφυρή χλαµύδα τα µάτια του να κρύψει).
πηγή ΤΑ ΟΣΤΡΑΚΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ - 30 - (Οδύσσεια Οµήρου, Ραψωδία δ, στίχος 154 -155)
http://eureka.teithe.gr/
P. Paul Rubens (1625)
ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΛΙΣΑΝΟΓΛΟΥ - [Το θλιμένο τραγούδι της αχιβάδας-ημιτόνιο]
«Υπέρκοσμο ξεμυάλισμα
ευλογεί την βραδινή παλίρροια
-θα το πάρω με το μέρος σου-
Τέτοια φαντασία
κάνει το συναίσθημα να γλιστρά κανονικά
-είναι με το μέρος σου-
Στιγμιαία συσχέτιση αγάπης
ρουφά και θρέφει μια αγέλη ψεύδους
-το μέρος μας είναι αυτό-
Υπερευσυνειδησία συστρέφεται κάτω απ’ το δέρμα-
σύννεφο ραγισμένο
-εκείνου που κάποτε ήταν αγάπη-
Είμαι άσωτος- διεφθαρμένος
και κάθε φορά
που με κοιτάς
ο λόγος μου στομώνει
σαν μαχαίρι
Ξεγλιστράς αργά απ’ την αντίληψή μου
καρδιές- δορυφόροι αγάπης φυτρώνουν στο κεφάλι
ποτέ δεν κατάλαβες την γαλαζότητα του τρόπου να/όπως
σπέρνει – χαρτογραφεί ανθοχώραφα αγάπης_
Πάρε τ’ όνειρό μου- στράγγισέ το κανονικά κι ανάστροφα
φέρε το μέσα έξω / κύλισέ το στο χώμα/ στην λάσπη/ στον ουρανό
σβούριξέ το/ αγάπησέ το/ άπλωσέ το στον πολύ ήλιο –
θα δεις/ στον ουρανό το γράφει:
Me and the dragon can chase all the pain away_
Η κάθε μας τελετουργία μας οδήγησε σε νέες διαδρομές
το βάρος του έρωτα στους ώμους μας/ φύτρωσαν φτερά
ψάρια πεταλούδες/ πεταλουδόψαρα -pantodon buchholzi
η παλίρροια την νύχτα πήρε φόρα- πήρε φόρα για νεροδράσεις
ώσπου μας πέταξε στα αγγεία μιας σπηλιάς ναρκοθετικής αγάπης
-ο άνεμος μιξαρισμένος από συνεχή βοή κόκκινης μέλισσας και
αμφίδρομης κυμάτωσης από/χωρισμού-
[καθώς η απόσπαση ενός αλκοολικού απογεύματος
θεραπεύει προσωρινά την τύφλωση με σάλια πνιγμένης ανε/μόνης
και είναι μόνη
είναι μόνη
ανε-μόνη
ότι κι αν κάνουμε μέσα μας
βουλιάζει η πόλη
είμαστε καμωμένοι από μοναξιά
κι είμαστε όλοι ανεμόνη / εσύ κι εγώ ]
Balthasar van der Ast
Βαγγέλης Αλεξόπουλος - Τα δάση
Τα δάση είναι κήποι μυστικοί
με μυρωδιές, με λευκά σεντόνια
πύλες που ανοίγουν με ψιθυρισμούς, και
υπόηχους κρότους οπλών
γυμνών νεράιδων
με μυρωδιές, με λευκά σεντόνια
πύλες που ανοίγουν με ψιθυρισμούς, και
υπόηχους κρότους οπλών
γυμνών νεράιδων
Τα δάση έχουν φλέβες,
μνήμη
παλιές πληγές
μνήμη
παλιές πληγές
–κραυγές του Πάνα
στάζει το σιωπητήριο–
στάζει το σιωπητήριο–
Τα δάση αγαπούν τον ουρανό
και τα στοιχειά
Ντύνονται χρώματα
Τις νύχτες, συλλέγουν όστρακα
και τα στοιχειά
Ντύνονται χρώματα
Τις νύχτες, συλλέγουν όστρακα
Τα δάση αναγεννάνε τους νεκρούς τους.
Balthasar van der Ast — Small Sea Shells and Marine Snails
Έκλεισες τα μάτια και αφέθηκες.
Στου κοχυλιού το γύρισμα ερώτων σου κρυμμένα μυστικά.
Λικνίζονται οι ανεμώνες κι αγκαλιασμένες σμίγουν με του ιππόκαμπου την λυγεράδα.
Τα φύκια φθονερά ποθούν να τον πλανέψουν με Σειρήνων γητειές.
Μα κείνος, μαγεμένος από έρωτα,
ορθόκορμος πορεύεται προς των χρωμάτων τους κήπους.
Ο κόσμος του βυθού μέσα από του κοχυλιού το γύρισμα!
Ο κόσμος της αγάπης μέσα από της καρδιάς σου τους κόρφους!
"ΕΣΩ ΙΡΙΔΙΣΜΟΙ"
Νεκρή Φύση Με Όστρακα, Γεώργιος Ιακωβίδης
ii .Οστρακογεννημένη
Σε όστρακο κλεισμένη
άνθισε η ζωή της.
Τ' ωκεανού το τρικύμισμα οι εμβρυϊκοί της ήχοι.
Κοράλλια που χόρευαν κι ανεμώνες
το Πρωτεϊκό της ίδωμα.
Κόσμος ονείρου , με χρώματα και μελωδίες ,παιγνιδίσματα κι ιριδισμούς.
Πετάριζε η καρδιά από το Κάλλος!
Κι ύστερα......,
ύστερα , πεθυμιά Ανάδυσης.
Ειρκτή η ομορφάδα του βυθού της.
Και ανεδύθη
Ανάλγητα ο ήλιος στις ίριδες καρφώθηκε και της ζωής τα αστραπόβροντα την ψυχή την ανθισμένη λάβωσαν.
Του Λευτερώματος το τίμημα!
Και κατεδύθη.
Σπλαγχνικά το όστρακο μέσα του την έκλεισε
Κι οι μητρικές μουσικές γλυκονανούρισμα.
Λύτρωση!
Αρετή Γουργιώτου 9/3/2018.*ΕΣΩ ΙΡΙΔΙΣΜΟΙ*
The Birth Of Venus Painting by William-Adolphe Bouguereau
Νάνσυ Δανέλη - Όνειρο στο κοχύλι.
Κάποτε ανέμελα ξαπλώναμε σ΄ακρογιαλιές
με όνειρα των αστεριών κι ας ήταν μεσημέρι
για έρωτες παντοτινούς μ' άδολες αγκαλιές
έρωτες που βαστούσανε όσο ένα καλοκαίρι.
με όνειρα των αστεριών κι ας ήταν μεσημέρι
για έρωτες παντοτινούς μ' άδολες αγκαλιές
έρωτες που βαστούσανε όσο ένα καλοκαίρι.
Σαν δον-κιχώτες πλάθαμε όνειρα ηρωικά
πάνω στην άμμο τη ζεστή όνειρα ηδονικά
κι ας ξέραμε σε μια στιγμή το κύμα πως διαβαίνει
τα όνειρά μας πως βαθιά στη θάλασσα τα παίρνει.
πάνω στην άμμο τη ζεστή όνειρα ηδονικά
κι ας ξέραμε σε μια στιγμή το κύμα πως διαβαίνει
τα όνειρά μας πως βαθιά στη θάλασσα τα παίρνει.
Σ΄ αμμόλοφους σαν τα παιδιά όνειρα λατρεμένα
που άλλοτε τα χτίζαμε για σένα και για μένα
γινήκαν άμμος τώρα πια όνειρα ξεχασμένα
τα γκρέμισε η θάλασσα και πήγανε χαμένα.
που άλλοτε τα χτίζαμε για σένα και για μένα
γινήκαν άμμος τώρα πια όνειρα ξεχασμένα
τα γκρέμισε η θάλασσα και πήγανε χαμένα.
Τώρα τα χέρια μας γυμνά στην άμμο ψηλαφίζουν
στους κόκκους της ανάμεσα για όνειρα χαμένα
κάτι κοχύλια βρίσκουμε για φυλαχτά σπασμένα
με τη βουή της θάλασσας έρωτα να θυμίζουν.
στους κόκκους της ανάμεσα για όνειρα χαμένα
κάτι κοχύλια βρίσκουμε για φυλαχτά σπασμένα
με τη βουή της θάλασσας έρωτα να θυμίζουν.
i.Σ' ονειρεύομαι θάλασσα
Φθίνει η μέρα
και στων ματιών σου την άκρη
η πεθυμιά ανατέλλει.
Εσύ σε μια κάμαρη στα λευκά
να προσμένεις την αυγή
γιατί τη νύχτα σε χάνω.
Σ' ονειρεύομαι θάλασσα
με δυο χείλη κοχύλια π' αναβλύζουν νερό
κι εγώ να διψώ.
Μα πώς να πιω να ξεδιψάσω;
Κουράστηκα να μετρώ τους αιώνες
κι όμως μισώ τον καιρό που περνώ μακριά σου.
Σ' ονειρεύομαι θάλασσα
να κοινωνώ τον αφρό σου
κι ας ναυαγώ κάθε δειλινό
στη μοναξιά μου.
Σταυρούλα Δεκούλου Παπαδημητρίου
27/5/19
Πίνακας - Σταυρούλα Δεκούλου Παπαδημητρίου
ii.Μετρώντας τα βήματά μου στο χρόνο
σκέφτομαι,
ότι λίγο με νοιάζει,
αν λιώσαν τα παπούτσια μου να σε ψάχνω.
Μετρώ τη γη ξυπόλυτη
και σ' ανταμώνω σε κάθε ακρογιάλια.
Αμμός εγώ
Θάλασσα εσύ
Στα νερά σου να πνίγομαι
να σου γεννώ μαύρα κοχύλια
Σε κάθε στεναγμό των αστεριών.
Σταυρούλα Δεκούλου Παπαδημητρίου
iii Ραγισμένο κοχύλι
Σώπα μην κλαις,
ραγισμένο κοχύλι μου.
Σε κάθε σου δάκρυ αδειάζει πιότερο
ο ωκεανός που κρύβεις μέσα σου.
Σώπα μην κλαίς.
Τη χαραγή της όψης σου με φιλιά θα σκεπάσω.
Έμεινε ακόμα λίγο γάλα σε στήθη από καιρό ξεχασμένα
να πιεις να λησμονήσεις.
Σώπα μην κλαις.
Με μιας αράχνης τον ιστό θα σου σιάξω ένα σεντόνι,
λευκό και αέρινο σαν τα νέφη τ’ ουρανού
για ν’ αφουγκράζεσαι τους ανέμους σαν θα περνούν σιμά σου.
Σώπα μην κλαις.
Άσε το δάκρυ δικό μου να ΄ναι.
Εσύ ν’ ανασταίνεσαι στου ήλιου το γέλιο,
αυτό που ανατέλλει μέσα μου κάθε που δένεις
στο μόλο της δικής μου προσμονής,
στου ονείρου τ’ανεκπλήρωτο.
Σταυρούλα Δεκούλου Παπαδημητρίου
Γ' Βραβείο ποίησης, Βαυρώνια 2016
Ποιητική συλλογή, Στον Αστερισμό του Ιβίσκου, Εκδόσεις Βεργίνα
O. Redon The Shell
iii Ραγισμένο κοχύλι
Σώπα μην κλαις,
ραγισμένο κοχύλι μου.
Σε κάθε σου δάκρυ αδειάζει πιότερο
ο ωκεανός που κρύβεις μέσα σου.
Σώπα μην κλαίς.
Τη χαραγή της όψης σου με φιλιά θα σκεπάσω.
Έμεινε ακόμα λίγο γάλα σε στήθη από καιρό ξεχασμένα
να πιεις να λησμονήσεις.
Σώπα μην κλαις.
Με μιας αράχνης τον ιστό θα σου σιάξω ένα σεντόνι,
λευκό και αέρινο σαν τα νέφη τ’ ουρανού
για ν’ αφουγκράζεσαι τους ανέμους σαν θα περνούν σιμά σου.
Σώπα μην κλαις.
Άσε το δάκρυ δικό μου να ΄ναι.
Εσύ ν’ ανασταίνεσαι στου ήλιου το γέλιο,
αυτό που ανατέλλει μέσα μου κάθε που δένεις
στο μόλο της δικής μου προσμονής,
στου ονείρου τ’ανεκπλήρωτο.
Σταυρούλα Δεκούλου Παπαδημητρίου
Γ' Βραβείο ποίησης, Βαυρώνια 2016
Ποιητική συλλογή, Στον Αστερισμό του Ιβίσκου, Εκδόσεις Βεργίνα
Valeri Tsenov art
Οδυσσέας Ελύτης
i.Ἡλικία τῆς γλαυκῆς θύμησης
Ἐλαιῶνες κι ἀμπέλια μακριά ὣς τη θάλασσα
Κόκκινες ψαρόβαρκες μακριά ὣς τη θύμηση
Ἔλυτρα χρυσά τοῦ Αὐγούστου στον μεσημεριάτικο ὕπνο
Με φύκια ἢ ὄστρακα. Κι ἐκεῖνο το σκάφος
Φρεσκοβγαλμένο, πράσινο, που διαβάζεις ἀκόμη στην εἰρήνη τοῦ κόλπου
τῶν νερῶν -Ἔ χ ε ι -ὁ -Θ ε ό ς.
Περάσανε τα χρόνια φύλλα ἢ βότσαλα
Θυμᾶμαι τα παιδόπουλα τούς ναῦτες που ἔφευγαν
Βάφοντας τα πανιά σαν την καρδιά τους
Τραγουδοῦσαν τα τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντα.
Κι εἶχαν ζωγραφιστούς βοριάδες μες στα στήθια.
Τί γύρευα ὅταν ἔφτασες βαμμένη ἀπ᾿ την ἀνατολή τοῦ ἥλιου
Με την ἡλικία τῆς θάλασσας στα μάτια
Και με την ὑγεία τοῦ ἥλιου στο κορμί – τί γύρευα
Βαθιά στις θαλασσοσπηλιές μέσ’ στα εὐρύχωρα ὄνειρα
Ὅπου ἄφριζε τα αἰσθήματά του ὁ ἄνεμος
Ἄγνωστος και γλαυκός, χαράζοντας στα στήθια μου το πελαγίσιο του ἔμβλημα
Με την ἄμμο στα δάχτυλα ἔκλεινα τα δάχτυλα
Με την ἄμμο στα μάτια ἔσφιγγα τα δάχτυλα
Ἤτανε ἡ ὀδύνη –
Θυμᾶμαι ἦταν Ἀπρίλης ὅταν ἔνιωσα πρώτη φορά το ἀνθρώπινο βάρος σου
Το ἀνθρώπινο σῶμα σου πηλό κι ἁμαρτία
Ὅπως την πρώτη μέρα μας στη γῆ
Γιόρταζαν οἱ ἀμαρυλλίδες – Μα θυμᾶμαι πόνεσες
Ἤτανε μια βαθιά δαγκωματιά στα χείλια
Μια βαθιά νυχιά στο δέρμα κατά κεῖ που χαράζεται παντοτινά ὁ χρόνος.
Σ᾿ ἄφησα τότες
Και μια βουερή πνοή σήκωσε τ᾿ ἄσπρα σπίτια
Τ᾿ ἄσπρα αἰσθήματα φρεσκοπλυμένα ἐπάνω
Σταν οὐρανό που φώτιζε μ᾿ ἕνα μειδίαμα.
Τώρα θά ῾χω σιμά μου ἕνα λαγήνι ἀθάνατο νερό
Θά ῾χω ἕνα σχῆμα λευτεριᾶς ἀνέμου που κλονίζει
Κι ἐκεῖνα τα χέρια σου ὅπου θα τυραννιέται ὁ Ἔρωτας
Κι ἐκεῖνο το κοχύλι σου ὅπου θ᾿ ἀντηχεῖ το Αἰγαῖο.
Σύνθεση - Οδυσσέας Ελύτης
ii.Πώς να χωρέσει ο ουρανός σε μια κοχύλα ρόδινη.... (Ήλιος ο πρώτος).
iii.Καθώς γλυκά φυσά ουρανός μεσ' σ' αδειανό κοχύλι....
(Άσμα Ηρωικό και Πένθιμο για τον Χαμένο Ανθυπολοχαγό της Αλβανίας).
iv.Τρίμματα χοχλιδιών στον ήλιο...
(Έξη και μια τύψεις για τον ουρανό).
v.Bουή από πελαγίσιον κόχυλα...
(Μαρία Νεφέλη).
vi.Εγώ έχω δει παρθένες κι έχω ανοίξει
το χνουδερό τους όστρακο να βρω το μέσα μέρος
το μέρος της καταστροφής και του θανάτου (Μικρός Ναυτίλος).
Μουσική: Μιχάλης Τρανουδάκης
Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης
vii.Το κοχύλι
Έπεσα για να κολυμπήσω
κι άφησα την καρδιά μου πίσω
Άφησα την καρδιά μου χάμω
σαν το κοχύλι μες την άμμο
Πέρασαν όλες οι κοπέλες
με τα μαγιό και τις ομπρέλες
Ύστερα πέρασαν οι φίλοι
κανείς δε βρήκε το κοχύλι
Χρόνους και χρόνους κολυμπάω
που να ν αγάπη για να πάω
Έφαγε η θάλασσα το βράχο
κι έμεινε το νησί μονάχο
vii.Το κοχύλι
Έπεσα για να κολυμπήσω
κι άφησα την καρδιά μου πίσω
Άφησα την καρδιά μου χάμω
σαν το κοχύλι μες την άμμο
Πέρασαν όλες οι κοπέλες
με τα μαγιό και τις ομπρέλες
Ύστερα πέρασαν οι φίλοι
κανείς δε βρήκε το κοχύλι
Χρόνους και χρόνους κολυμπάω
που να ν αγάπη για να πάω
Έφαγε η θάλασσα το βράχο
κι έμεινε το νησί μονάχο
Bruno Di Maio art
Ανδρέας Εμπειρίκος - Το γάλα του αιγιαλού
απόσπασμα
Στην χώρα που ανθούν στις αμμουδιές οι κόρες
Τ' άστρα ξυπνούν και φέγγουν άναυδα τη νύχτα
Στιλπνά σαν μουσαμάδες των ψαράδων
Ενώ τ' αστέρια της θαλάσσης πλησιάζουν
Πρώτα λευκά και σχεδόν άχρωμα
Έπειτα κόκκινα και ζωηρά
Με τα πλοκάμια των σφαδάζοντα
Για το εφήβαιον και για τα στήθη Των νεανίδων.
Οι αμμουδιές είναι διάστικτες από κοχύλια
Μ' ένα φιλί λησμονημένο μες στα βότσαλα
Μ' ένα πουλί που κούρνιασε στα στήθη Κόρης γλυκιάς
που του μιλάει και λέγει
Πουλί καλό πουλί χρυσό πουλί λαμπρό μαντάτο
Χαϊδεύοντας το στα βυζιά της με λαχτάρα
Στην χώρα που ανθούν στις αμμουδιές οι κόρες
Τ' άστρα ξυπνούν και φέγγουν άναυδα τη νύχτα
Στιλπνά σαν μουσαμάδες των ψαράδων
Ενώ τ' αστέρια της θαλάσσης πλησιάζουν
Πρώτα λευκά και σχεδόν άχρωμα
Έπειτα κόκκινα και ζωηρά
Με τα πλοκάμια των σφαδάζοντα
Για το εφήβαιον και για τα στήθη Των νεανίδων.
Οι αμμουδιές είναι διάστικτες από κοχύλια
Μ' ένα φιλί λησμονημένο μες στα βότσαλα
Μ' ένα πουλί που κούρνιασε στα στήθη Κόρης γλυκιάς
που του μιλάει και λέγει
Πουλί καλό πουλί χρυσό πουλί λαμπρό μαντάτο
Χαϊδεύοντας το στα βυζιά της με λαχτάρα
δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου