Girl in a Basin
Ο Ιπολίτ-Πωλ Ντελαρός (Hippolyte-Paul Delaroche, Παρίσι, 17 Ιουλίου 1797 – 4 Νοεμβρίου 1856) ήταν Γάλλος ζωγράφος, ένας από τους πιο σημαντικούς ακαδημαϊκούς καλλιτέχνες της Γαλλίας των μέσων του 19ου αιώνα. Το 1832 εκλέχθηκε καθηγητής στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού. Επισκέφθηκε την Ιταλία το 1838 και το 1843, όταν ο πεθερός του Οράς Βερνέ (Horace Vernet) ήταν διευθυντής της Γαλλικής Ακαδημίας στη Ρώμη.
|
The Virgin and Child |
Ο Ντελαρός πρωτοπαρουσιάστηκε στο κοινό του Παρισιού με τη μεγάλη σύνθεσή του «Η σωτηρία του Ιωνά» (1822), που ήταν η ευκαιρία να γνωριστεί με τον Τεοντόρ Ζερικώ και τον Ευγένιο Ντελακρουά, με τους οποίους συνδέθηκε με μεγάλη φιλία. Η καλλιτεχνική πορεία του Ντελαρός κυμαινόταν μεταξύ κλασικισμού και ρομαντισμού. Οι πίνακες του είναι κυρίως ρομαντικές και ιστορικές συνθέσεις, εμπνευσμένες από τον Σαίξπηρ, τον Ουώλτερ Σκοτ κ. ά.
Οι ιστορικοί πίνακες του Ντελαρός είχαν τεράστια απήχηση στο κοινό της εποχής του. Έγινε δημοφιλής με μεγάλες ιστορικές συνθέσεις και ιστορικά πρόσωπα, όπως «Ο Ναπολέων στο Φονταινεμπλώ», «Ο Ναπολέων στην Αγία Ελένη», «Η ανάκριση της Ζαν ντ’ Αρκ» (1824, μουσείο καλών τεχνών, Ρουέν), «Η Εκτέλεση της Λαίδης Τζέην Γκρέυ» (1833, Εθνική Πινακοθήκη Λονδίνου), «Ο Κρόμγουελ και η σορός του Καρόλου Α΄» (μουσείο καλών τεχνών, Νιμ), «Η Μαρία Αντουανέτα αποχωρώντας από τη Επαναστατικό Δικαστήριο μετά την καταδίκη της», «Ο Στράφορντ οδηγούμενος στην εκτέλεση», «Η δολοφονία του δούκα Γκιζ στο Μπλουά»), «Ο Μέγας Πέτρος» (1838 ), «Ο Ναπολέων διασχίζοντας τις Άλπεις» (1848) κ. ά.
Ανάμεσα στις πιο δημοφιλείς δημιουργίες του Ντελαρός περιλαμβάνονται «Τα παιδιά του Εδουάρδου στον Πύργο» (1830, Μουσείο του Λούβρου, Παρίσι), όπου απεικονίζει τη φυλάκιση των γιων του βασιλιά Εδουάρδου Δ΄ στον πύργο του Λονδίνου, καθώς και «Ο θάνατος της Ελισάβετ Α΄, βασίλισσας της Αγγλίας» (1827, μουσείο του Λούβρου).
Το ημικύκλιο των καλών τεχνών
Το 1837, ο Ντελαρός έλαβε την παραγγελία για μια μεγάλη σύνθεση, μήκους 27 μέτρων, στο ημικύκλιο του αμφιθεάτρου απονομής διπλωμάτων της εθνικής σχολής καλών τεχνών του Παρισιού. Το «Ημικύκλιο των Καλών Τεχνών» (L’Hémicycle des Beaux – Arts) είναι μια ζωγραφική σύνθεση, που απεικονίζει εβδομήντα πέντε μεγάλους καλλιτέχνες όλων των εποχών σε διαλογική συζήτηση, συγκεντρωμένους σε ομάδες γύρω το κεντρικό με μαρμάρινα σκαλάκια βάθρο, στο επάνω μέρος του οποίου υπάρχουν τρεις θρόνοι με καθισμένους και φορώντας αρχαιοπρεπή λευκά ιμάτια τρεις μεγάλους καλλιτέχνες της αρχαιότητας: τον γλύπτη Φειδία, τον αρχιτέκτονα Ικτίνο και τον ζωγράφο Απελλή, οι οποίοι συμβολίζουν την ενότητα των τεχνών.
Το γυναικείο στοιχείο σ’ αυτή τη μεγάλη σύνθεση εκπροσωπείται από τις Μούσες, προστάτιδες των τεχνών, ακουμπισμένες, κάποιες μισόγυμνες, στο στηθαίο της μαρμάρινης σκάλας. Η όλη σύνθεση έχει εκτελεστεί σε ελαιογραφία και ολοκληρώθηκε από τον Ντελαρός το 1841. Καταστράφηκε όμως σε μεγάλο μέρος της από πυρκαγιά το 1855. Ο Ντελαρός ξεκίνησε αμέσως την αποκατάστασή της, πλην όμως πέθανε, πριν ολοκληρωθεί, στις 4 Νοεμβρίου 1856 και το έργο περατώθηκε τελικά από το Γάλλο ζωγράφο Ζοζέφ–Νικολά Ρομπέρ – Φλερύ
Η Εκτέλεση της Λαίδης Τζέην Γκρέυ, 1833
Η Εκτέλεση της Λαίδης Τζέην Γκρέυ είναι ελαιογραφία που φιλοτέχνησε ο Γάλλος καλλιτέχνης Πωλ Ντελαρός το 1833. Σήμερα φιλοξενείται στην Εθνική Πινακοθήκη του Λονδίνου. Το έργο απεικονίζει τις στιγμές πριν από το θάνατο της Λαίδης Τζέην Γκρέυ, που εκτελέστηκε το 1554. Η Τζέην είναι επίσης γνωστή ως η «Βασίλισσα των Εννέα Ημερών» εξαιτίας της βραχύχρονης παραμονής της στον αγγλικό θρόνο
Υπόβαθρο
Η Τζέην ανακηρύχθηκε Βασίλισσα στις 10 Ιουλίου 1553. Μόλις εννέα ημέρες μετά έχασε τη μοναρχία. Η εξαδέλφη της, Μαρία Τυδώρ, κόρη του Ερρίκου Η', ήταν η δημοφιλέστερη επιλογή για τον αγγλικό λαό. Μπροστά στην καθολική απόρριψη που αντιμετώπισε, η Τζέην αναγκάστηκε να παραχωρήσει το θρόνο, ενώ η Μαρία έκλεισε τη Τζέην, τον σύζυγο και τον πατέρα της στον Πύργο του Λονδίνου με την κατηγορία της εσχάτης προδοσίας. Η δίκη της Τζέην έλαβε χώρα το Νοέμβριο, αλλά η θανατική ποινή προσωρινά αναβλήθηκε. Τελικά, το Φεβρουάριο του 1554, ο πατέρας της Τζέην που έλαβε προσωρινή αναστολή, έπαιξε σημαντικό ρόλο στην Επανάσταση του Γουάιατ, έτσι στις 12 Φεβρουαρίου 1554, η Μαίρη εκτέλεσε δια αποκεφαλισμού την Τζέην σε ηλικία 17 ετών και το σύζυγό της σε ηλικία 19 ετών. Δυο μέρες μετά ακολούθησε ο πατέρας της. Ο άντρας που οδήγησε τη Τζέην στον τόπο της εκτέλεσης είναι η έτερη μοναδική αναγνωρίσιμη φιγούρα στον πίνακα, ο Τζον Μπριτζ, 1ος Βαρόνος του Τσάντος. Ο Μπριτζ ήταν αξιωματικός στον Πύργο την εποχή της εκτέλεσης.
Περιγραφή
Ο Ντελαρός ζωγράφισε τον πίνακα το 1833, περίπου 300 χρόνια μετά την εκτέλεση, έτσι άντλησε πληροφορίες κυρίως από σύγχρονές του πηγές, προκειμένου να αναπαραστήσει με ακρίβεια τις συνθήκες της εκτέλεσης. Ο Ντελαρός βρισκόταν στο στοιχείο του όταν ζωγράφισε έναν τέτοιο πίνακα, καθώς είχε δημιουργήσει τη φήμη του στο Παρίσι με μεγάλες ρεαλιστικές απεικονίσεις ιστορικών γεγονότων των περασμένων αιώνων. Ωστόσο το έργο περιλαμβάνει και ορισμένες ανακρίβειες: η εκτέλεση φαίνεται πως έλαβε χώρα στο ημίφως κάποιου κελιού, ενώ στην πραγματικότητα έγινε στην αυλή του Πύργου. Ο Ντελαρός πιστεύεται πως έδωσε ο ίδιος αυτή την ελευθερία στον εαυτό του ώστε να εντείνει το δραματικό στοιχείο και να περάσει το μήνυμά του όπως ήθελε.
Επίσης υπάρχουν ανακρίβειες στο ρουχισμό της Λαίδης, η οποία στον πίνακα απεικονίζεται να φορά μεσοφόρι γαλλικού τύπου. Τέλος, κατά την εκτέλεση πιστεύεται πως η Λαίδη δεν φορούσε μαντήλι στα μάτια` ωστόσο στον πίνακα το μαντήλι και το λευκό μεσοφόρι, τα λυτά της μαλλιά, καθώς και η ίδια η στάση του σώματός της, την κάνουν να φαίνεται εξαιρετικά ευάλωτη.
Στα αριστερά του πίνακα δύο ακόλουθοι της Λαίδης αποστρέφουν με πόνο το βλέμμα από το αποτρόπαιο γεγονός, ενώ η μία είναι μισολιπόθυμη σε μια κολόνα κρατώντας τα ρούχα της κυρίας της. Στα δεξιά στέκεται όρθιος ο δήμιος, προφανώς όχι χαρούμενος με αυτό που πρόκειται να κάνει, ωστόσο πιστός στο καθήκον του.
Τα συναισθήματα που αποπειράται να δημιουργήσει ο καλλιτέχνης μέσω του πίνακα, αναλύθηκαν από την Επικεφαλής της Εκπαίδευσης της Εθνικής Πινακοθήκης, Γκισλέιν Κένυον, για μια εκπομπή του Channel 4 με τίτλο «National Gallery» το 2008. Η Κένυον σχολίασε το προμήνυμα που υποσυνείδητα δημιουργεί το σκοτάδι στον πίνακα. Επίσης προέβαλε την άποψη ότι το καθαρό άχυρο, που συνήθως τοποθετούταν κοντά στο χώρο εκτέλεσης για να απορροφά το αίμα, και το λευκό ένδυμα, επίτηδες παρέμειναν λευκά ώστε να αφήσουν τον παρατηρητή να πλάσει με τη φαντασία του, το τι θα τους συμβεί ακολούθως.
Ιστορία
Το έργο δημιουργήθηκε μετά την Ιουλιανή Επανάσταση του 1830, η οποία έδιωξε από το θρόνο του το Βασιλιά Κάρολο Ι' της Γαλλίας. Ο αδερφός του Καρόλου ήταν ο Λουδοβίκος ΙΣΤ' της Γαλλίας, ο οποίος έχασε επίσης το θρόνο, αλλά και τη ζωή του, κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης. Το έργο επίσης φέρνει στο νου την εκτέλεση της Μαρίας Αντουανέττας. Χωρίς να αποτελεί έκπληξη, το γεμάτο αυτό συναίσθημα έργο, προκάλεσε αίσθηση στην εποχή του΄. Ήταν δε ιδιαίτερα δημοφιλές στο Παρίσι όταν πρωτοπαρουσιάστηκε το 1834.
Το έργο περιήλθε στην κατοχή του Λόρδου Τσέυλσμορ, που το κληροδότησε στην Πινακοθήκη Τέιτ το 1902.
Ο πίνακας θεωρήθηκε πως χάθηκε ανάμεσα σε άλλα έργα, κατά τη διάρκεια μιας καταστροφικής πλημμύρας στην Πινακοθήκη Τέιτ το 1928. Ανακαλύφθηκε και πάλι το 1973 από τον διευθυντή Κρίστοφερ Τζόνστοουν ο οποίος έγραφε ένα βιβλίο σχετικά με το Βρετανό ζωγράφο Τζον Μάρτιν και φυλλομετρούσε τους κατεστραμμένους καμβάδες της πλημμύρας, αναζητώντας κάποιο χαμένο έργο του καλλιτέχνη. Τελικά βρήκε το Μάρτιν, κατεστραμμένο εντελώς, τυλιγμένο μέσα στον πίνακα του Ντελαρός ο οποίος βρισκόταν σε εξαιρετική κατάσταση. Ο τελευταίος μεταφέρθηκε στην Εθνική Πινακοθήκη σύμφωνα με τη συμφωνία διανομής των έργων στα βρετανικά μουσεία.
Ο θάνατος της βασίλισσας Ελισάβετ, 1828
Η άκατος του Ρισελιέ στον Ροδανό, 1829
Οι τελευταίες ώρες του Μαζαρίνου, 1830
Ο Εδουάρδος Ε΄ και ο δούκας της Υόρκης στον Πύργο του Λονδίνου, 1830