ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ - Αφιέρωμα

 

"Φίλοι κι αδέλφια της ψυχής μου. Εσείς που πέσατε στις φυλακές και στα νησιά της κόλασης, που σας κρατάν αλυσωμένους μες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης γιατί πολεμάτε για την ανεξαρτησία, το ψωμί και τη λευτεριά του ελληνικού λαού, δεχτείτε την αγάπη και τον θαυμασμό μου. Οι λαοί της Τουρκίας και της Ελλάδας έχουνε τους ίδιους θανάσιμα μισητούς εχθρούς: τον αγγλοαμερικανικό ιμπεριαλισμό και τους ντόπιους λακέδες του. Οι λαοί της Τουρκίας και της Ελλάδας, φιλιωμένοι ο ένας με τον άλλο, με τη βοήθεια των φιλειρηνικών λαών όλου του κόσμου, θα τσακίσουνε στο τέλος αυτούς τους εχθρούς τους. Αυτό το πιστεύω. Ο δικός σας ένδοξος αγώνας είναι μια από τις πιο λαμπρές αποδείξεις ότι θα νικήσει η υπόθεση της ειρήνης, του ψωμιού και της λευτεριάς. Σας σφίγγω όλους μ' αγάπη στην αγκαλιά μου. ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ 10/8/1951 Βερολίνο." 
(Το παραπάνω μήνυμα του Χικμέτ προς τον ελληνικό λαό είχε μεταδοθεί ραδιοφωνικά στη διάρκεια της δίκης του Νίκου Μπελογιάννη)



Ο Ναζίμ Χικμέτ (Nâzım Hikmet, Θεσσαλονίκη 15 Ιανουαρίου 1902 - Μόσχα 3 Ιουνίου 1963) ήταν Τούρκος ποιητής και δραματουργός, τα έργα του οποίου μεταφράστηκαν σε πολλές γλώσσες. Υπήρξε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Τουρκίας. Πέθανε στην Μόσχα από καρδιακή προσβολή σε ηλικία 61 ετών.


Ο Ναζίμ Χικμέτ Ράν γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στις 15 Γενάρη 1902. Ο πατέρας του, Χικμέτ Ναζίμ Μπέης, που υπηρετούσε στο Υπουργείο Εξωτερικών, υπήρξε για λίγο διάστημα και Πρόξενος στο Αμβούργο. Όταν απολύθηκε εργάστηκε σαν διαχειριστής σε κινηματογραφικές αίθουσες. Η μητέρα του, Αϊσέ Τζελιέ Χανούμ, ήταν ζωγράφος. Ολοκλήρωσε τη στοιχειώδη εκπαίδευση του στην Κωνσταντινούπολη κι ύστερα γράφτηκε στη Ναυτική Σχολή Χάλκης, το 1918, κάτω από τη διοίκηση του Κεμάλ Πασά. Ο διοικητής του, άκουσε και θαύμασε το ποίημά του " Λόγια Ενός Αξιωματικού Του Ναυτικού", που 'χε γράψει στα 12. Ωστόσο, η σταδιοδρομία του στο Ναυτικό σταμάτησε απότομα, γιατί αρρώστησε από πλευρίτη στη διάρκεια μιας νυχτερινής βάρδιας (1919) και δεδομένου ότι δεν μπόρεσε ν' ανακτήσει την υγεία του, απαλλάχτηκε σαν άτομο μ' ειδικές ανάγκες (1920). Διορίστηκε καθηγητής στην Ανατολία, στο γυμνάσιο Bolu, για σύντομο διάστημα (1921). 


Ενδιαφέρθηκε ζωηρά για τη ρωσική επανάσταση, πήγε στη Μόσχα και μελέτησε οικονομικά και κοινωνικές επιστήμες στο εκεί πανεπιστήμιο (1922-1924). Εκεί συναντά τον Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι από τον οποίο και επηρεάστηκε. Όταν επέστρεψε, δούλεψε σε εφημερίδα της Σμύρνης. Στην Τουρκία, όμως, το κεμαλικό κίνημα ήταν εναντίον της αριστερής παράταξης και οι διώξεις και συλλήψεις καθημερινά πλήθαιναν. Έτσι, αναγκάστηκε να ξαναφύγει κρυφά για την Μόσχα. Ο Μαγιακόφσκι τον ξαναμαγεύει και μην αντέχοντας για πολύ να 'ναι μακριά από τη πατρίδα επιστρέφει χωρίς διαβατήριο. Συλλαμβάνεται κι εισπράττει την πρώτη καταδίκη του για τα επαναστατικά του φρονήματα.





Το 1934 μηνύεται επειδή έκανε δήθεν, προπαγάνδα στους σπουδαστές της Στρατιωτικής Ακαδημίας. Δικάζεται "κεκλεισμένων των θυρών", χωρίς συνήγορο και καταδικάζεται συνολικά, σε 35ετή φυλάκιση, μα κατορθώνει να μειώσει την ποινή του στα 28 χρόνια και 4 μήνες σύμφωνα με τα άρθρα 68 κι 77 τού τουρκικού ποινικού κώδικα (1938). Καταλήγει στα μπουντρούμια της φυλακής στη Προύσα. 
Οι διανοούμενοι ξεκινούν μεγάλη εκστρατεία για να πείσουν την ηγεσία να τον αμνηστεύσει. Αρχίζει απεργία πείνας στη φυλακή (1950).Τελικά, η υπόλοιπη ποινή τού χαρίζεται, μετά 13 χρόνια φυλακής. Δεν μπορούσε να βρει δουλειά ούτε να εκδώσει βιβλία, επειδή είχε διακόψει τη στρατιωτική του θητεία. Ένα διάταγμα που ουσιαστικά είχε τον ίδιο για στόχο. Πενήντα χρονών πια, άρρωστος και σε τρομερά δύσκολη θέση, ζώντας με τον φόβο της απόπειρας εναντίον της ζωής του, αποδέχεται τη συμβουλή του γνωστού, σύγχρονου, θεατρικού συγγραφέα και δημοσιογράφου Refik Erduran κι αυτοεξορίζεται. Με ρουμάνικο σκάφος, διαπλέει τη Μαύρη θάλασσα και περνά στη Ρωσία για να καταλήξει στη Μόσχα. Μετά από αυτό το γεγονός η οικογένεια του παρακολουθείται στενά και χάνει την Τουρκική του υπηκοότητα (1951). Ο Ναζίμ Χικμέτ ταξιδεύει αρκετά, πηγαίνει σε διεθνή συνέδρια και γίνεται γνωστός σε όλο τον κόσμο. Από τη Μόσχα πηγαίνει στο Βερολίνο, όπου μέσα σε μια κατάμεστη αίθουσα με500 ατόμων, δίνει ένα αγωνιστικό ρεσιτάλ και καταχειροκροτούμενος σαν ελεύθερος πλέον αγωνιστής - ποιητής. Χωρίς να σταματήσει να γράφει, περνά την υπόλοιπη ζωή του, στη Μόσχα. Έγραψε ποιήματα ενάντια στον πόλεμο και στα πυρηνικά όπλα και ο κόσμος τον έβλεπε όχι ως κάποιον που έκανε προπαγάνδα αλλά σαν κάποιο που ήταν ειλικρινής στις απόψεις του. Το 1952 έγινε και διοικητικό στέλεχος του συμβουλίου παγκόσμιας ειρήνης. Το 1955 ερωτεύεται την Vera Tulyakova, την οποία περνά κατά πολλά χρόνια. Ο ποιητής νιώθει να ερωτεύεται για “πρώτη φορά”. 

Τι όμορφο που ‘ναι να σε συλλογιέμαι 
Να γράφω όλο για σένα 
Να σε κοιτάζω πλαγιασμένος έτσι ανάσκελα 
Μες στο κελί μου 
Μια λέξη που ‘χες πει την τάδε μέρα 
Στο τάδε μέρος, όχι η λέξη η ίδια 
Μα αυτός ο τρόπος που είχε, 
μέσα της να κλείνει όλο τον κόσμο. 



Μένουν μαζί και τον Νοέμβριο του 1960 παντρεύονται αφού ο Ναζίμ ζηλεύει αυτή την νέα παρουσία και θέλει να νιώθει πιο ασφαλής. Τον Σεπτέμβριο του 1961 γράφει το ποίημα “Αυτοβιογραφία”. Το 1962 του δίνεται διαβατήριο Σοβιετικής υπηκοότητας. Στις 3 Ιουνίου 1963 ο Ναζίμ Χικμέτ πεθαίνει και θάβεται στη Μόσχα, σε ηλικία 61 ετών. Ενώ, μετά το θάνατό του με υπουργικό διάταγμα ανακτά την τουρκική υπηκοότητα που του είχε αφαιρεθεί το 1951 εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων. Έγραφε στη «διαθήκη του»: 
«Θάψτε με στην Ανατολία. Σ' ένα κοιμητήρι χωριού. Κι αν γίνεται ένα πλατάνι να 'ναι πάνω απ' το κεφάλι μου. Αυτό μου φτάνει» 


Αν και τα πρώτα του ποιήματα γράφτηκαν με παραδοσιακό μέτρο, ο Χικμέτ σταδιακά απομακρύνθηκε από τα πλαίσια του μέτρου και της ομοιοκαταληξίας και άρχισε να αναζητεί νέα μορφή για τα ποιήματά του. Κατά τη διάρκεια των πρώτων χρόνων διαμονής του στη Σοβιετική Ένωση (1922-1925), η αναζήτηση αυτή έφτασε στο αποκορύφωμά της. Προτίμησε τον ελεύθερο στίχο, ο οποίος ταίριαζε και με την πλούσια φωνολογία τηςτουρκικής γλώσσας. Επηρεάστηκε κυρίως από το Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι. Πολλά από τα ποιήματά του μελοποιήθηκαν από το γνωστό Τούρκο συνθέτη Ζουλφού Λιβανελί, ενώ αρκετά μελοποιήθηκαν και από το συνθέτη Μάνο Λοΐζο και τον Θάνο Μικρούτσικο. Με υπουργικό διάταγμα ο ποιητής ανέκτησε, μετά θάνατον, την τουρκική υπηκοότητα που του αφαιρέθηκε το 1951 εξαιτίας των πολιτικών του πεποιθήσεων. Το αυτοβιογραφικό του έργο Οι ρομαντικοί μεταφράστηκε στα Ελληνικά από τον Κώστα Κοτζιά ("Θεμέλιο")











ΠΟΙΗΜΑΤΑ 



Γιὰ τὴ ζωή
(ἀπόδοση: Γιάννης Ρίτσος)

Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε
Πρέπει νὰ τήνε πάρεις σοβαρά,
Ὅπως, νὰ ποῦμε, κάνει ὁ σκίουρος,
Δίχως ἀπ᾿ ὄξω ἢ ἀπὸ πέρα νὰ προσμένεις τίποτα.
Δὲ θά ῾χεις ἄλλο πάρεξ μονάχα νὰ ζεῖς.

Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε
Πρέπει νὰ τήνε πάρεις σοβαρὰ
Τόσο μὰ τόσο σοβαρὰ
Ποὺ ἔτσι, νὰ ποῦμε, ἀκουμπισμένος σ᾿ ἕναν τοῖχο
μὲ τὰ χέρια σου δεμένα
Ἢ μέσα στ᾿ ἀργαστήρι
Μὲ λευκὴ μπλούζα καὶ μεγάλα ματογυάλια
Θὲ νὰ πεθάνεις, γιὰ νὰ ζήσουνε οἱ ἄνθρωποι,
Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ποτὲ δὲ θά ῾χεις δεῖ τὸ πρόσωπό τους
καὶ θὰ πεθάνεις ξέροντας καλὰ
Πὼς τίποτα πιὸ ὡραῖο, πὼς τίποτα πιὸ ἀληθινὸ
ἀπ᾿ τὴ ζωὴ δὲν εἶναι.

Πρέπει νὰ τηνε πάρεις σοβαρὰ
Τόσο μὰ τόσο σοβαρὰ
Ποὺ θὰ φυτεύεις, σὰ νὰ ποῦμε,
ἐλιὲς ἀκόμα στὰ ἑβδομῆντα σου
Ὄχι καθόλου γιὰ νὰ μείνουν στὰ παιδιά σου
Μὰ ἔτσι γιατὶ τὸ θάνατο δὲ θὰ τόνε πιστεύεις
Ὅσο κι ἂν τὸν φοβᾶσαι
Μὰ ἔτσι γιατί ἡ ζωὴ θὲ νὰ βαραίνει
πιότερο στὴ ζυγαριά.

Τὰ τραγούδια τῶν ἀνθρώπων 


Τὰ τραγούδια τῶν ἀνθρώπων
εἶναι πιὸ ὄμορφα ἀπ᾿ τοὺς ἴδιους
πιὸ βαριὰ ἀπὸ ἐλπίδα
πιὸ λυπημένα
πιὸ διαρκῆ.

* * *
Πιότερο ἀπ᾿ τοὺς ἀνθρώπους,
τὰ τραγούδια τους ἀγάπησα.
Χωρὶς ἀνθρώπους μπόρεσα νὰ ζήσω,
ὅμως ποτὲ χωρὶς τραγούδια·
μοὔτυχε ν᾿ ἀπιστήσω κάποτε
στὴν πολυαγαπημένη μου,
ὅμως ποτέ μου στὸ τραγούδι
ποὺ τραγούδησα γι᾿ αὐτήν·
οὔτε ποτὲ καὶ τὰ τραγούδια
μ᾿ ἀπατήσανε.

* * *
Ὅποια κι ἂν εἶναι ἡ γλῶσσα τους
πάντοτε τὰ τραγούδια τὰ κατάλαβα.

* * *
Σ᾿ αὐτὸν τὸν κόσμο τίποτα
ἀπ᾿ ὅσα μπόρεσα νὰ πιῶ
καὶ νὰ γευτῶ
ἀπ᾿ ὅσες χῶρες γνώρισα
ἀπ᾿ ὅσα μπόρεσα ν᾿ ἀγγίξω
καὶ νὰ νιώσω
τίποτα, τίποτα
δὲ μ᾿ ἔκανε ἔτσι εὐτυχισμένον
ὅσο τὰ τραγούδια... 


Στοὺς δεκαπέντε συντρόφους
Δὲ χύνουν δάκρυ
μάτια ποὺ συνηθίσαν νὰ βλέπουνε φωτιὲς
δὲ σκύβουν τὸ κεφάλι οἱ μαχητὲς
κρατᾶν ψηλὰ τ᾿ ἀστέρι
μὲ περηφάνεια
δὲν ἔχουμε καιρὸ νὰ κλαῖμε τοὺς συντρόφους
τὸ τρομερό σας ὅμως κάλεσμα
μὲς στὴ ψυχή μας
κι οἱ δεκαπέντε σας καρδιὲς
θὲ νὰ χτυπᾶνε
μαζί μας
τὸ σιγανό σας βόγγισμα
σὰν προσκλητήρι
χτυπᾶ στ᾿ ἀφτιά μας
σὰν τὸν ἀντίλαλο βροντῆς.

Στάχτη θὰ γίνεις κόσμε γερασμένε
σοῦ ῾ναι γραφτὸς ὁ δρόμος
τῆς συντριβῆς
καὶ δὲ μπορεῖς νὰ μᾶς λυγίσεις
σκοτώνοντας τ᾿ ἀδέρφια μας τῆς μάχης
καὶ νὰ τὸ ξέρεις
θὰ βγοῦμε νικητὲς
κι ἂς εἶναι βαριές μας
οἱ θυσίες.

Μαύρη ἐσὺ θάλασσα γαλήνεψε
τὰ κύματά σου
καὶ θά ῾ρθει ἡ μέρα ἡ ποθητὴ
ἡ μέρα της ειρήνης
τῆς λευτεριᾶς σου
ὦ ναὶ θά ῾ρθει
ἡ μέρα ποὺ θ᾿ ἁρπάξουμε τὶς λόγχες
ποὺ μὲς στὸ αἷμα τὸ δικό μας
ἔχουνε βαφτεῖ.

Κλαίουσα Ἰτιά

Κυλοῦσε τὸ νερὸ
καὶ στὸν καθρέφτη του γυαλίζονταν ἰτιὲς
τὰ πλούσια τὰ μαλλιά τους λούζαν λυγερές.
Καὶ τὰ σπαθιὰ τ᾿ ἀστραφτερά τους
χτυπώντας στοὺς κορμοὺς
καλπάζαν κατακόκκινοι μὲς στοὺς δρυμοὺς
καλπάζαν πρὸς τὴ δύση
μεθύσι!...

Καὶ τότε ξάφνου
σὰ τὸ πουλὶ τὸ λαβωμένο
τὸ πληγωμένο
στὸ φτερό του
γκρεμίστηκ᾿ ἕνας καβαλάρης
ἀπ᾿ τ᾿ ἄλογό του.

Δὲ σκλήρισε
τοὺς ἄλλους πού ῾φευγαν δὲ ζήτησε
τὰ βουρκωμένα μάτια του ἐγύρισε
μονάχα γιὰ νὰ δεῖ
τὰ πέταλα ποὺ λάμπαν.
Τὸ ποδοβολητὸ ἐσβοῦσε μὲς στὴ φύση
καὶ τ᾿ ἄλογα ἐχάνονταν στὴ δύση!

Καμαρωτοὶ ἐσεῖς καβαλαρέοι
Ὦ κόκκινοι κι ἀστραφτεροὶ καβαλαρέοι
καβαλαρέοι φτερωτοὶ
καμαρωτοὶ
ὡραῖοι!...
Μ᾿ ἴδιες φτεροῦγες πέταξη ἡ ζωὴ ποὺ ῥέει!
Ὁ φλοῖσβος τοῦ νεροῦ σταμάτησε
ἐχάθη
οἱ ἴσκιοι ἐβυθίστηκαν στοῦ σκοταδιοῦ τὰ βάθη
τὰ χρώματα σβηστῆκαν
στὰ μάτια του τὰ πένθιμα
τὰ πέπλα κατεβῆκαν
καὶ τῆς ἰτιᾶς ἡ φυλλωσιὰ
χαϊδεύει τὰ μαλλιά του!

Μὴ κλαῖς ἰτιά μου θλιβερὰ
καὶ μὴ βαριοστενάζεις
πάν᾿ ἀπ᾿ τὰ σκοτεινὰ νερὰ
τὸ δάκρυ μὴ σταλάζεις
Ὦ μὴ στενάζεις
μὲ σφάζεις.


Ἡ χώρα αὐτὴ εἶναι δική μας 

Ἡ χώρα αὐτὴ π᾿ ὁρμᾶ ἀπ᾿ τὴν Ἀσία μὲ καλπασμὸ
καὶ ποὺ προβάλλει
τ᾿ ὥριο κεφάλι
σὰν τὸ πουλάρι
γεμάτο χάρη
πρὸς τῆς Μεσόγειος τὸ νερὸ
ἡ χώρ᾿ αὐτὴ εἶναι δική μας
μὲ ματωμένους τοὺς καρποὺς
δόντια σφιγμένα
πόδια γυμνά.

Σὰ μεταξένιο τούτη ἡ γῆ μας
εἶναι χαλί μας
τούτη ἡ γῆ μας
ἡ κόλασή μας
τούτ᾿ ἡ παράδεισο
εἶναι δική μας.

Ἡ θέλησή μας
τώρα τρανεύει
νά ῾ναι δική μας
παντοτινὰ
νὰ ζοῦμε λεύτεροι σὰ δέντρα
σὰ τὰ δεντρὰ τοῦ ἴδιου δάσου
ἀδερφωμένα
ἀγκαλιαστά



Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου