ΑΝΑΧΩΡΗΣΗ ΔΙΧΩΣ ΑΣΤΕΡΙΑ
Καθώς ή ανάμνηση τό νερό κάτω από τό καράβι καί ή ώρα
των πιό μεγάλων μυστικών
Τό όνομά σου είναι μπλε ένα μπλέ της φωτιάς καί της έλπίδας
Θά ’θελα νά τό αφανίσω
Νά κηλιδώσω τό ζεστό σου αίμα καί νά πνίξω την τόλμη μου
Τό αίμα χάθηκε στά μοιρολόγια
Έχασα τό κλειδί των όνειροπολήσεών σου
Σέ έχασα σά μιά πεντάρα ανάμεσα σέ εκατομμύρια άλλες
Ζήλευα τόν ίδιο μου τόν εαυτό
Καί την απεραντοσύνη των θαλασσών
’Αλλά είναι εσένα πού λυπάμαι
Τά ταξίδια σου χωρίς όνειρα
Τίς άγονές σου νύχτες
Τά μαλλιά σου πού παίζουν μόνα τους
Τά όνειρά σου χωρίς καθρέφτες παγωμένα όπως ή έπιθυμία ένός άλλου
Ίχνη αίματος καταυγάζουν τό πρόσωπο
Είμαι άπείρως περισσότερος από τό πλούσιο καί ηδυπαθές χρώμα
ένός εγκλήματος
Πέρα από ένας καθρέφτης γιά τά μάτια σου
Πέρα από τήν αναχώρησή σου
Πέρα από ένα αβέβαιο μέλλον
Περπατάω χωρίς ηχώ
Ή επιστροφή σου δέ θά προσέθετε τίποτα
Μαζί είμαστε πάρα πολλοί γιά μάς τούς ίδιους
Πάρα πολλοί σάν ένας στρατός σέ άτακτη υποχώρηση ή μιά κακή σοδειά
“Ολα μυρίζουν προδοσία ένα όνειρο πού διακόπτεται μιά σκέψη
πού ξεφεύγει απ’ τόν αέρα
Ή αναμονή έκ γενετής τυφλή
Πριν σέ γνωρίσω ή φωτιά ήτανε ιερή
Τώρα είναι ή γη πού καταρρέει
Θά επινοήσουμε κάτι άλλο
Μιά καρδιά πού νά λειτουργεί σά δαιμόνια μηχανή
Μιά ήμιτονοειδή ή έναν καινούργιο χαρταετό
‘Έναν καινούργιο χώρο ένα καινούργιο επίχρισμα γιά την αύγή
Δεν τά ’κλεψαν δλα ούτε τά καταβρόχθισαν
Ό ουρανός είναι απέραντος καί πέφτοντας τό πιό μικρό αστέρι
θά τρόμαζε τά μάτια σου
(Παρίσι 1939)
Ο ΧΟΡΟΣ ΤΩΝ ΔΙΑΣΩΘΕΝΤΩΝ
’Άς δημιουργήσουμε τό πεπρωμένο
“Ας θυμήσουμε στό άπειρο τό ρυθμό τοΰ θράσους
“Ας ξαναδώσουμε έρεισμα στό ένστικτο καί ζωή στή ζωή
Τό ρολόι δίχως δείκτες σ’ έναν φάρο σβηστό
Τό πλοίο πλέει σέ αργές σελίδες
Ή σκέψη έπεσε
‘Όλα γίνονται ιώδη καί τελετουργικά
Τό πεπρωμένο είναι έλεύθερο ταχύ βίαιο
Όλα αποκτούν τεράστιες διαστάσεις
Ό τοίχος σχίζεται αργά έπειτα βουλιάζει
Τό πεπρωμένο είναι φτιαγμένο άπό απειροελάχιστα στοιχεία
φρικτά διεσπαρμένα ‘
Όλα γίνονται τεράστια τεράστια ένας τεράστιος σβώλος ψωμιού
Καί κατευθύνεται πρός τό παράθυρο μέ θέα τήν τρέλα
Καί μιά πολύ μικρή αυλή όπου σαλεύει τό σαράκι
Κάθε χορός σταματά μετά ξαναρχίζει
Γύρω άπό τό παράθυρο πού τραγουδάει τό σαράκι
(’Αθήνα 1937 – Παρίσι 1938)
*Από το βιβλίο “Νικόλαος Κάλας – Δεκαέξι γαλλικά ποιήματα και Αλληλογραφία με τον Ουίλλιαμ Κάρλος Ουίλλιαμς”, Εκδόσεις “Ύψιλον”, Αθήνα 2002. Μετάφραση: Σπήλιος Αργυρόπουλος, Βασιλική Κολοκοτρώνη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου