ΛΙΑ ΣΙΩΜΟΥ- ΟΚΤΩ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΛΛΟΓΗ "ΜΑΓΙΟΣΤΕΦΑΝΟ"


 


ΜΑΓΙΟΣΤΕΦΑΝΟ

Ω!, το γλυκό το χρώμα
Κι η γαλήνη κάποιου δειλινού
Των κάμπων η ηλιόλουστη
Χρυσή φωτοχυσία, τα κίτρινα,
Τα μοβ της γης και τ᾽ ουρανού
Φωτίστε με μες στη μυσταγωγία

Ω, σαν τ᾽ ανθάκια με τα χρώματα
Της γης και τ᾽ ουρανού
Τα κίτρινα, τα μοβ
Και τα μενεξεδιά των κάμπων
Στεφάνι με μυρτόκλαδα
και χίλια του αγρού
μικρά αγριολούλουδα
στο νου μου θε να πλέξω

Και με τα χρώματα καρδιάς
Το ρόδινο του έρωτα
Το κόκκινο της συμφοράς
Της μοναξιάς το γκρίζο
Θα πλέξω Μαγιοστέφανο
Την πόρτα της αγάπης μου
Μ῾ ελπίδες να στολίζω

Θέλω τ᾽ ανέμου την δροσιά
Τα μύρα τ᾽ άγρια του βουνού
Τις βέργες να τυλίγουν
Ὀνειρα λες , άστρα και φως
Και θύμισες γλυκές του νου
Το Μαγιοστέφανο να ντύνουν

Και να ᾽χει στάχυα και μυρτιές
Και παπαρούνες, πασχαλιές
Άσπρες και μοβ και μυροφόρες
Πνοές ονείρων π᾽ άγγιξαν
Κάποιας καρδιάς πτυχές
Ζωής ελπίδες που ᾽σβησαν
Κάποιου χειμώνα οι μπόρες



ΠΑΛΙΟΖΩΗ

Παλιοζωή, σαν το στεφάνι
Του Μαγιού θα μαραθείς;
Στο λίβα θε να σβήσεις
Κάποιου θέρους;

Τα πέταλα σου, όλα
Σκόρπια μύρα της μικρής αυλής
Ανάσα θε να γίνουνε
στης γης τους πέντε ανέμους;


ΝΗΜΑ ΛΕΠΤΟ

Κρατήθηκα από μια κλωστή
Νήμα λεπτό
Μ᾽ ονείρατα υφασμένο
Σαν την αράχνη στον ιστό
Το βλέμμα μου σ᾽ εσέ στραμμένο


ΠΛΑΤΩΝΙΚΟΣ ΕΡΩΣ


Τι να σου ζήταγα παλιά
Και τι μου ζήτησες;
Το βλέμμα σου
Το γέλιο μου, ένα λόγο;
Τίποτα δεν μας ένωσε
Παρά το αιώνιο



ΜΗ ΠΥΡΟΦΑΝΙ Η ΜΝΗΜΗ

Βήμα το βήμα χάθηκαν
Τα χρόνια απ᾽ την ματιά μου
Βλέμμα το βλέμμα κι η θωριά
Καθρέφτης μου του νου
Τα μυστικά της ζήσης μου
Χαμένα όνειρα μου
Βήμα το βήμα τα ᾽σειρε
Στην άμμο του γιαλού

Κύμα το κύμα κύλισε
Κι η θλίψη σου για μένα
Ανάρια σε εσπερινού το φως
Θαμπή σαν χαραυγή
Δεμένη μ᾽ ένα όνειρο
Που δεν το βλέπει μέρα
Γεννήθηκε παλιά και ζει
Δεν λέει να ξεχασθεί

Μη και με είδες στ᾽ όνειρο
Ανατολής τ᾽ αστέρι;
Μη μέσα στις βραχοτοπιές
Μαζί με τις μυρτιές;
Μη σε κλωνάκι της ελιάς
Κάτασπρο περιστέρι;
Μη πυροφάνι η μνήμη μου
Στις ακροθαλασσιές;

Σε μακρινή οροσειρά
Σ᾽ ανατολής λημέρια
Αντάμα μ᾽ άνεμο αυγής
Και με δροσιά δρυμού
Μια θλίψη κι ένα δάκρυ
Σμίξανε στον αιθέρα
Λες αγκαλιά ζεστή, γλυκιά
Σ᾽ απόγνωση χαμού

Γλαρόπουλο που πέταξε
Στα βράχια και εχάθη
Γλαρόπουλο της ζήσης μας
Με τα χρυσά φτερά
Γέμισ᾽ο άνεμος φιλιά
Απ᾽την χαμένη αγάπη
Θαλασσοπούλια φίλησαν
Τ᾽ ανήσυχα νερά

Κύμα το κύμα κι η χαρά
Στη θάλασσα εξεχάσθη
Σαν τα κοχύλια του γιαλού
Την ήπιε η μοναξιά
Κύμα το κύμα κι ο συρμός
Μέσα στο νου εχάθη
Κύμα το κύμα κι ο καημός
Κι απόμεινε η ερημιά



ΣΑΝ ΜΠΑΛΑΝΤΑ


Ἑφερε ο άνεμος θαρρείς μια γεύση απ᾽αλμύρα
Αερικό απ᾽ την θάλασσα, πνοή αλαργινή
Και γύρισες μέσα στου νου σβησμένα τα φιτίλια
Φλόγα απ᾽ αγάπη κι αίσθηση π᾽ ακόμα λες και ζει

Δεν ήσουνα δα κάποτε σαν ήλιος και σαν πούλια
Σελήνης το γαλήνιο φως, τροχιά κάποιου αστεριού
Που χάθηκε στον ουρανό, και σε γιαλού κοχύλια
Απρόσιτη, ακατάληπτη γραμμή χρυσού;

Δεν ήσουν σαν του κλήδονα, ανείπωτα τα πάθη
Ευχές κι ελπίδες κι όνειρα πλεγμένα στις σκιές
Όλα του νου τα ποθητά και της καρδιάς τα λάθη
Όλα, σφραγίδα που μου καίει ενδότερες πτυχές;

Ω!, δεν θα πάρει ο άνεμος την γεύση απ᾽την αλμύρα
Αερικά και θάλασσα σμίγουν ηδονικά
Χάνονται στον ορίζοντα, στα σύννεφα τα γκρίζα
Χάνεται και το όραμα και μένει η ερημιά

Ξανά και πάλι θε να᾽ρθεί η θύμηση σαν πνεύμα
Ξανά και πάλι η ερημιά μες στη γωνιά θα ᾽ρθεί
Θε να γυρνάς στις γειτονιές σαν βούρκωμα στο βλέμμα
Και σαν μπαλάντα στην καρδιά η αγάπη θε να ζει.





ΣΚΙΑ ΝΑ ΓΙΝΩ

Σκιά να γίνω,
Εκεί που περπατάς
Να σέρνομαι σιγά
Κι αθόρυβα κοντά σου
Αλλιώς πως θα σε βλέπω;

Σκιά του δειλινού,
Σιμά στα δέντρα που διαβαίνεις
Να σε χαρώ προτού η νυχτιά
Σκεπάσει την μορφή σου
Την αγαπημένη απ᾽ την ματιά

Αύρα να γίνω,
Την δίψα σου για μένα να ποτίσω
Αύρα να σ᾽ακουμπώ,
Ν᾽αγγίζω κάπως τα όνειρά σου
Προτού χαθούν
Στης γης τον μάταιο δρόμο

Κανείς τους ίσκιους δεν θα δει
Κανείς τις αύρες δεν θα αφουγκρασθεί
Το μυστικό θα ζήσει, δεν θα χαθεί
Μαζί θα ᾽ρθείστον τάφο μας να σβήσει
Κανείς δεν θα το μάθει το μυστικό
Που κράτησε η καρδιά μας μια ζωή



ΕΞΟΜΟΛΟΓΗΣΗ

¨Ετσι απλά και ταπεινά θα σου δοθώ
Αγάπης όνειρα θα φέρω στην καρδιά σου
Σαν άνθος ταπεινό στις ρίζες που ζητά
Να βρει γλυκό το όπιο του θανάτου

Απλή, αφτιασίδωτη, γυμνή
Η πλάση μου θα᾽ρθεί να σ´ αγκαλιάσει
Μέρα που έσβησε στου ορίζοντα τη γη
Το δειλινό σε χρώμα θ᾽ αποστάξει

Δεν θα στολίζει το φτωχό κορμί μου φως
Και η ματιά μου θα ᾽ναι απλή σαν την αλήθεια
Τι να σου κρύψω, πως να στολισθώ;
Της ζήσης η φθορά μου πότισε τα στήθια

Θα ᾽ρθω απλά και ταπεινά να σβήσω εκεί
Και να σου πω έτσι απλά πως σ᾽αγαπάω
Πως σου ανήκω, όπως το κύμα σπάει στη γη
Σαν το απότιστο το χώμα πως πονάω


ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ : ΛΙΑ ΣΙΩΜΟΥ 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου