κι αδόξαστα τα σώματα τυλίγονται τις μοίρες.
Όταν με μάτια αδειανά κοιτάμε τα ουράνια
κι απύθμενοι οι λογισμοί με τον Θεό γροικιούνται.
Φορέματα αλαβάστρινα ντύνονται του Άδη οι κόρες
και πετρωμένες οι καρδιές γυρεύουν τη γαλήνη.
Φόρος απλήρωτος,πικρός η δόλια ύπαρξή μας
κι η θλίψη άγρια αντηχεί στο ξέσπασμα του ανέμου.
Και σπάζουνε φριχτά, πνιχτά τ’ αγάλματα εντός μας,
που αιώνια πλάι πλαγιάζουμε μέσα στην ίδια πίκρα
κι οι μέρες όλες δανεικές και λαβωμένες κι άδειες.
Τρέμουνε οι ωκεανοί το οργισμένο κύμα
και οι πύλες όλες άφαντες στου ουρανού το βλέμμα.
Κι αναρωτιούνται τα θεριά γιατί στον κόσμο ήρθαν
και τυραννιούνται άδικα μαζί με τους ανθρώπους.
Κι απάντηση ποτέ καμιά κι η ανάσα μαύρο αίμα
που τους λυγά τα σωθικά και τυραννάει το δάκρυ.
Κι οι μέρες όλες άστατες ξοδεύουνε το φως τους,
διαβαίνουν ύπουλα, κρυφά με κοφτερά μαχαίρια
και δένουνε τα σώματα επάνω στις λεπίδες.
Ιωάννα Αθανασιάδου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου