ΚΡΙΤΩΝ ΑΘΑΝΑΣΟΥΛΗΣ ( 1916 - 24 Οκτωβρίου 1979 )

Μακριά απ' τους ρήτορες
Ακούτε καλύτερα 
των ρυακιών τους ψιθύρους



Ο Κρίτων Αθανασούλης ( 1916 - 24 Οκτωβρίου 1979 ) ήταν Έλληνας ποιητής και δοκιμιογράφος.
Γεννήθηκε στην Τρίπολη. Παρακολούθησε μαθήματα στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου στην Αθήνα (διέκοψε τις σπουδές του στο τρίτο έτος), και εργάστηκε αρχικά κοντά στον Ρήγα Γκόλφη και στη συνέχεια στο Συμβολαιογραφικό Σύλλογο Αθηνών, όπου είχε τη θέση του διευθυντή. Η πρώτη του ποιητική συλλογή εκδόθηκε το 1940 και είχε τίτλο Κάιν και Άβελ. Συνεργάστηκε με το περιοδικό Η Εφημερίδα των Ποιητών, όπου ήταν και μέλος της εκδοτικής ομάδας. Τιμήθηκε με το Βραβείο της Ομάδας των Δώδεκα (1963 για τη συλλογή Αγριόχοιρος), το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης (1969 για τη συλλογή Το μικρό μου σύμπαν) και το βραβείο ποίησης του ιταλικού περιοδικού Bataglia Letteraria (1956 για τη συλλογή Ξενοδοχείον ο κόσμος). Η ποιητική πορεία του Αθανασούλη ξεκίνησε από το χώρο του λυρικού και κοινωνικού λόγου και οδηγήθηκε σταδιακά στην υπαρξιακή αγωνία και τον εσωτερικό λόγο. Ασχολήθηκε επίσης με το κριτικό δοκίμιο και το θέατρο. Έργα του μεταφράστηκαν σε πολλές ξένες γλώσσες. Πέθανε από καρδιακή ανακοπή. 1. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία του Κρίτωνα Αθανασούλη βλ. Αργυρίου Αλεξ., «Κρίτων Αθανασούλης», Η ελληνική ποίηση· Η πρώτη μεταπολεμική γενιά, σ.350-352. Αθήνα, Σοκόλης, 1982, Σταμέλος Δημήτρης, «Αθανασούλης Κρίτων», Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας1. Αθήνα, Χάρη Πάτση, 1968 και χ.σ., «Αθανασούλης Κρίτων», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό1. Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1983.
Εργογραφία
(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)
Ι.Ποίηση

• Κάιν και Άβελ. Αθήνα, 1940.

• Η πολιτεία της νύχτας. Αθήνα, 1943.

• Ω γλυκύ μου έαρ. Αθήνα, 1944.
• Το τραγούδι των πέντε ανέμων· Ηρωική ραψωδία. Αθήνα, 1947.
• Ιχώρ ή Ο πίνακας μιας αγωνίας. Αθήνα, 1948.
• Λεπτομέρειες από τη λυπημένη ιστορία του ανθρώπου. Αθήνα, 1950.
• Αγωνία (και οι Ασκήσεις Ευαισθησίας). Αθήνα, 1952.
• Εσωτερική περιπέτεια. Αθήνα, 1953.
• Με τους ανθρώπους και με κανέναν. Αθήνα, 1954.
• Ξενοδοχείον Ο ΚΟΣΜΟΣ. Αθήνα, 1956.
• Δύο άνθρωποι μέσα μου. Αθήνα, Δαίδαλος, 1957.
• Περιπτώσεις καθημερινότητας. Αθήνα, 1959.
• Η επίσκεψις του Άγγέλου. Αθήνα, Νέστωρ, 1961.
• Ο αγριόχειρος. Αθήνα, Δίφρος, 1963.
• Ποιήματα (1940-1966). Αθήνα, Δίφρος, 1966.
• Το μικρό μου σύμπαν. Αθήνα, Δίφρος, 1969.
• Ο Αγαθάγγελος. 1974.
• Ένας ποιητής στο δρόμο και οι σάτιρές μου για τη Λεωνόρα. Αθήνα, 1974.
• Ο Εφιάλτης και τα συμβάντα. Αθήνα, 1974.
• Το ανθρώπινο ζήτημα. Αθήνα, 1976. 
ΙΙ.Θέατρο
• Ο άλλος της ωραίας μοναξιάς. Αθήνα, 1969.
ΙΙΙ.Δοκίμιο
• Ο ποιητής Ρήγας Γκόλφης· (Ένας πρόδορομος του καθαρού λόγου στην Ελλάδα). Αθήνα, [1957].
• Σελίδες από το προσωπικό μου ημερολόγιο. Αθήνα, 1958.
• Σήμερα η ποίηση... (σελίδες από το προσωπικό μου ημερολόγιο 1957-1967)Α΄· Θεωρία. Αθήνα, Οικονόμου, 1972.
ΙV. Συγκεντρωτικές εκδόσεις
• Τα ποιήματα (1967-1979), τόμος Β΄· Εισαγωγικό σημείωμα Μιχάλη Μερακλή. Αθήνα, 1980.

πηγή φωτογραφίας 


ΠΟΙΗΜΑΤΑ 
Ταξίδι

Κοίταξε πάνω στο κατάστρωμα
τους αδελφούς μας που γέρασαν
σε μια νύχτα.
Μας είπαν πως δεν στοχάστηκαν την παρακμή.
Δεν στοχάστηκαν ένα τέλος
μέσα σε πέλαγος από βάσανα.
Γιατί μέσα στην πολιτεία
είχαν το κρεβάτι της ξεγνοιασιάς,
γιατί μέσα στο φως το πρωινό
έσπερναν τη φθορά και την αγωνία.
Όσοι δεν έχουν κρεβάτι να κοιμηθούν
ξαγρυπνούν και στοχάζονται.
Όσοι δεν έχουν ψωμί
έχουν όνειρα.
Όσοι δεν έχουν φωτιά να ζεσταθούν
έχουν ελπίδες.
Όσοι δεν έχουν ελπίδες και στοχασμούς
πεθαίνουν από έκπληξη
γιατί είναι σκληρό το κακό που σε βρίσκει
απροετοίμαστο
και δυο φορές σκληρός είναι ο θάνατος
που δε βρίσκει αντίσταση
ο ερχομός του.

❃    ❃    ❃    ❃
(Η ποίηση είναι εχθρός του πολέμου) 
Αν σκάψεις βαθιά στην ψυχή μου θ' ανακαλύψεις τον πόλεμο.
Έχει κι αυτός τους εχθρούς του και κρύβεται, αποκοιμιέται περιμένοντας.
Αν δεν ήταν η άνοιξη, τα οπωροφόρα δέντρα, οι λευκοί κρίνοι, της καρδιάς το σκίρτημα, το έκπαγλο φως θα ζούσε πολύ στην επιφάνεια. Η ποίηση είναι εχθρός του πολέμου. Εμάς τους δύο που βαδίζουμε χεροπιασμένοι φοβάται ο πόλεμος. Γι’ αυτό μη λύνετε ποτέ τα χέρια, μη περιφρονείτε τα πουλιά, κάθε μέρα στους κήπους. Να κοιτάτε τον ήλιο στα μάτια. Μακριά απ' τους ρήτορες. Ακούτε καλύτερα των ρυακιών τους ψιθύρους.
❃    ❃    ❃    ❃
Η εκδοχή του Οιδίποδα
Ι.
Τα μίλια φεύγουν
φαντάσματα δέντρα
και της άνοιξης έγχρωμα τραγούδια.
Τοπία διεγερτικά
με βλάστηση ζωγραφισμένη
με χορευτές και βακχεμένες κόρες
με τον έρωτα στα χείλη
όνειρα μπρος από τη μνήμη
μαγεία που χάνεται καθώς κυλάει
ο χρόνος, καθώς
συνεχίζεται η πορεία
στο μέλλον, μπρος
από το άλλο παρελθόν.

ΙΙ.
Στη Θήβα, να πούμε
όλα σβήνουν.
Τα δέντρα καρφωμένα
ακίνητα, τα τραγούδια
αναβοσβήνουν
οι χορευτές σε στάση ακαθόριστη
οι κόρες ρίχνουν το κύπελλο στα νερά,
πράσινο κόκκινο γαλάζιο
καθηλωμένα,
μόνο ο χρόνος αλαφιασμένος
αγορεύει.

ΙΙΙ.
Τί θέλει, σ’ αυτή την πολιτεία
έξω απ’ τους αγρούς
με τα σύννεφα και τις βροχές
με τα ηλεκτρισμένα γερόντια
που τρέχουν στ’ ανάχτορα
να βυθίσουν το μαχαίρι
σε πληγή ανοιχτή;

IV.
Γιατί οι γυναίκες δε γεννοβολούν
γιατί τα σπαρτά δε φυτρώνουν
γιατί τα παιδιά
δεν παίζουν με τα μηχανάκια τους
ποιό χέρι
ξεκρέμασε τον ήλιο
κι άπλωσε μαύρη κουρτίνα
στον ουρανό της Θήβας;

V.
Ο Κρέων κρατεί το δίφυλλο μαχαίρι.

VΙ.
— Βάλτε φωτιές και φωνάχτε:
ο Οιδίπους τις άναψε,
ξεριζώστε τα στάχυα:
πώς τα ξερίζωσε ο Οιδίπους
μαχαιρώστε τους Άγιους:
ο Οιδίπους τους μαχαίρωσε,
στ’ αμπέλια στα δέντρα στις θημωνιές
φωτιές, τις άναψε ο Οιδίπους.

VΙΙ.
Τα γερόντια τρέφονται με τρόμους
πυρώνουν σίδερα για να τυφλώσουν
μάτια που κοίταξαν το μέλλον.
Χτυπιέται ο Οιδίποδας στο Κυβερνείο,
ο Κρέων εκφωνεί επικήδειους.

VΙΙΙ.
— Ιοκάστη
στα χίλια εννιακόσια εβδομήντα έξι
από γραφείο σε γραφείο στον ΟΗΕ
θ’ ακούς: Ο κομμούνας Οιδίπους
έκαψε την απαράμιλλη Θήβα
και καλά που ο Κρέων ξεσήκωσε
τα γερόντια και καλά που ο Τειρεσίας
βομβάρδισε το παλάτι
και Ημείς ο Κρέων, σας στείλαμε
στον Κολωνό να μιάνετε τους Αθηναίους.

ΙΧ.
Άνθρωποι ανεβαίνουν σκοτεινοί
στο πατάρι και γδύνουν τον Οιδίποδα
και δεν υπάρχει το σώμα του
και δεν υπάρχουν τα έργα του,
μαζεύουν την αλουργίδα
και τη ρίχνουν στο άρμα.
Τα γερόντια κλαίνε
τα γυναικόπαιδα απελπίζονται
η βασίλισσα σηκώνει το πελέκι
και ανοίγει τις πύλες του παλατιού.
Από μέσα εξορμούν αγέρηδες
σπρώχνοντας με τους αγκώνες
το πλήθος και βιτσίζουν το άρμα
του άλλου βασιλιά. Τ’ άλογα
έχουν μαρμαρώσει
και τα χτυπούν με πελέκια
οι μπράβοι του βασιλέα
και πέτρες σωριάζονται στο δάπεδο.

Χ.
Η σκηνή είναι του τρόμου,
η κίνηση είναι του φόνου,
αλλά ο Οιδίπους ανεβαίνει
πιο επιβλητικός στο πατάρι
πιο αποφασισμένος
πιο εκδικητικός
αθώος, γενναίος και μαγικός
ανεβαίνει σαν αρχάγγελος με τη ρομφαία.

❃    ❃    ❃    ❃

 δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/






Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου