Ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν (σουηδικά: Ingmar Bergman, 14 Ιουλίου 1918 - 30 Ιουλίου 2007) ήταν Σουηδός σκηνοθέτης και σεναριογράφος
Γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου 1918 στην Ουψάλα, μεγάλωσε όμως στη Στοκχόλμη. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Τμήμα Ιστορίας και Φιλολογίας του πανεπιστημίου της πόλης άρχισε να ασχολείται με τη σκηνοθεσία, πρώτα στο θέατρο και στη συνέχεια στον κινηματογράφο. Εργάστηκε στα σημαντικότερα θέατρα της Σουηδίας ανεβάζοντας έργα των Στρίντμπεργκ, Σαίξπηρ, Λουίτζι Πιραντέλο, Αλμπέρ Καμύ, Τένεσι Ουίλιαμς, Ζαν Ανούιγ, Μπέρτολντ Μπρεχτ, Άντον Τσέχοφ, αλλά και δικά του. Παράλληλα σκηνοθέτησε μεγάλο αριθμό ταινιών με σενάρια που έγραψε ο ίδιος, με τις οποίες αναδείχτηκε διεθνώς ως ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες του κινηματογράφου. Κύρια θέματα των ταινιών του είναι η αδυναμία ουσιαστικής επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων, η αντιπαράθεση του ανθρώπου με τον εαυτό του και με τον Θεό και η αμφισβήτηση του τελευταίου, η ανάλυση των διαπροσωπικών σχέσεων και κυρίως των σχέσεων μεταξύ των δύο φύλων και η αναζήτηση του νοήματος της ζωής. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και μετά εγκαταλείπει τη χρήση συμβολισμών και αλληγοριών που κυριαρχούσαν σε παλαιότερες ταινίες του (Η Έβδομη Σφραγίδα, Άγριες φράουλες, Η τριλογία της Σιωπής) και περνά σε περισσότερο λιτές σκηνοθεσίες, ερευνώντας κυρίως τη γυναικεία ψυχοσύνθεση και την προσπάθεια του ανθρώπου να γνωρίσει του εαυτό του.
Από το 1970 και μετά γύρισε τις ταινίες Η επαφή (1970), Κραυγές και ψίθυροι (1972), Πρόσωπο με πρόσωπο (1976), Το αβγό του φιδιού (1977), Φθινοπωρινή σονάτα (1978) και Οι μαριονέτες (1980). Σε αντίθεση με άλλους μεγάλους σκηνοθέτες που τήρησαν αρνητική στάση απέναντι στην τηλεόραση, σκηνοθέτησε πολλές τηλεοπτικές διασκευές θεατρικών έργων, αλλά και σειρές ή ταινίες για την τηλεόραση που μεταφέρθηκαν και στον κινηματογράφο, συχνά σε συντομότερες εκδοχές, όπως Σκηνές από έναν γάμο(1973), Ο μαγεμένος αυλός (1974), το ντοκιμαντέρ Οι άνθρωποι του Φάρο (1979), το αυτοβιογραφικό Φάνι και Αλέξανδρος (1983), που απέσπασε πολλά βραβεία σε διεθνή φεστιβάλ, μεταξύ των οποίων και Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας το 1984, και το Μετά την πρόβα (1984). Μετά το γύρισμα της τελευταίας του ταινίας, συνέχισε να ασχολείται με τη σκηνοθεσία στο θέατρο και με τη συγγραφή σεναρίων, κάποια από τα οποία γυρίστηκαν ταινίες, όπως Οι καλύτερες προθέσεις (1991) του Μπιλ Άουγκουστ και Το παιδί της Κυριακής (1992) του γιου του Ντάνιελ Μπέργκμαν. Το 1987 εξέδωσε την αυτοβιογραφία του με τον τίτλο Η μαγική κάμερακαι το 1990 μια συλλογή από σκέψεις του με τον τίτλο Εικόνες. Για το συνολικό του έργο έχει τιμηθεί με πολλές διακρίσεις, όπως το Μεγάλο Χρυσό Παράσημο της Σουηδικής Ακαδημίας Γραμμάτων και Τεχνών (1977), το Βραβείο της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου και Τηλεόρασης (1987), το Ειδικό Βραβείο Φελίξ (1988) και το Βραβείο Ζόνινγκ του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης (1989). Επίσης, από το 1978 έχει θεσμοθετηθεί κινηματογραφικό βραβείο με το όνομά του από το Σουηδικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου.
Πέθανε στις 30 Ιουλίου 2007.
Φάνι και Αλέξανδρος
Το Φάνι και Αλέξανδρος (σουηδικά: Fanny och Alexander) είναι δραματική ταινία παραγωγής 1983 σε σκηνοθεσία Ίνγκμαρ Μπέργκμαν. Η ταινία βραβεύτηκε με τέσσερα βραβεία όσκαρ, μεταξύ των οποίων και με Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας. Ο Μπέργκμαν προόριζε το έργο αυτό για την τηλεόραση και γι' αυτό το λόγο σκηνοθέτησε δυο εκδοχές την τηλεοπτική (312 λεπτών) και την κινηματογραφική (189 λεπτών), που προβλήθηκαν αμφότερες στους κινηματογράφους.
Πλοκή
Στην Ουψάλα της Σουηδιας κατά την πρώτη δεκαετία του 20ού αιώνα, την ημέρα της γιορτής των Χριστουγέννων, η Έλενα (Γκουν Βάλγκρεν) μια διάσημη ηθοποιός, που είναι πλέον γιαγιά, καλεί την οικογένειά της να γιορτάσουν μαζί τα Χριστούγεννα. Η οικογένεια αποτελείται από τον γιο της Οσκαρ (Άλαν Έντβαλ), τη γυναίκα του Εμιλι (Εύα Φρόλινγκ) και τα δυο τους παιδιά τη Φάνι (Περνίλα Όλγουιν) και τον Αλέξανδρο (Μπέρτιλ Γκούβε), το δεύτερο γιο της Καρλ (Μπέργελ Άλστεντ) και τη Γερμανίδα γυναίκα του καθώς και τον τρίτο της γιο το μπερμπάντη Γκουστάβ (Γιαρλ Κούλε) με τη σύζυγό του. Τα παιδιά παρακολουθούν με χαρά και ενδιαφέρον τις συζητήσεις και περνούν όμορφα. Οι όμορφες μέρες όμως θα χαθούν, όταν ξαφνικά θα πεθάνει ο Οσκαρ και λίγο αργότερα η μητέρα της Φάνι και του Αλέξανδρου, η Εμιλι, θα παντρευτεί έναν επίσκοπο (Γιαν Μάλμσο) που της ζητά να αποποιηθεί την παλιά της ζωή. Ο επίσκοπος, με το συντηρητικό τρόπο ζωής και τις σκουριασμένες ιδέες, θα φέρεται τυραννικά σχεδόν στα παιδιά, τα οποία αναπολούν τις παλιές ευτυχισμένες μέρες και η ζωή τους θ' αλλάξει ριζικά. Μέσα από τη δυστυχία όμως μπορεί πάντα να γεννηθεί κάτι καλό.
Παραγωγή
Πρόκειται για το κύκνειο άσμα του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, ο οποίος είχε την ιδέα του Φάνι & Αλέξανδρος, όσο βρισκόταν στο Μόναχο όπου έζησε έξι χρόνια καθώς δε μπορούσε να επιστρέψει στη Σουηδία όπου διώκονταν για φοροδιαφυγή. Το 1978 είχε γυρίσει την ταινία Φθινοπωρινή Σονάτα (Höstsonaten), με πρωταγωνίστρια την Ίνγκριντ Μπέργκμαν, η οποία είχε κάνει τεράστια εισπρακτική επιτυχία και τον είχε βοηθήσει να βγει από τη μαύρη αυτή περίοδο της ζωής του. Ο Μπέργκμαν άρχισε τις προετοιμασίες για το οικογενειακό αυτό δράμα που παρουσιάζει πολλούς παραλληλισμούς με την ιστορία του Άμλετ του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Ο σκηνοθέτης σκόπευε να σταματήσει να ασχολείται με τη σκηνοθεσία μετά την ολοκλήρωση του Φάνι και Αλέξανδρος, εντούτοις συνέχισε να συμμετέχει ενεργά στη συγγραφή σεναρίων και να σκηνοθετεί ταινίες για την τηλεόραση. Μετά την ολοκλήρωση των γυρισμάτων ο Μπέργκμαν μπήκε στην αίθουσα του μοντάζ, όπου επεξεργάστηκε δυο εκδοχές του έργου του. Η πρώτη είχε διάρκεια τριών ωρών και επρόκειτο για την κινηματογραφική εκδοχή, ενώ η δεύτερη με διάρκεια που ξεπερνούσε τις πέντε ώρες ήταν η τηλεοπτική εκδοχή που αντικατόπτριζε με καλύτερο τρόπο το όραμα του Μπέργκμαν.
Διανομή Ρόλων
Πρώτη επιλογή του Μπέργκμαν για το ρόλο της Έμιλυ, της μητέρας των δύο παιδιών, ήταν η Λιβ Ούλμαν, που είχε γίνει μούσα του από το 1966 με τη συμμετοχή της στην ταινία Περσόνα (Persona). Η Ούλμαν αλλά αρνήθηκε και ο ρόλος πήγε στην Εύα Φρόλινγκ. Άλλη μια προσπάθεια να δώσει ρόλο σε παλιό συνεργάτη ναυάγησε. Ο ρόλος του Επισκόπου Έντβαρντ Βεργκέρους προοριζόταν για τον Μαξ Φον Σίντοφ χρόνια συνεργάτη του Μπέργκμαν, αλλά μια κακή συνεννόηση με τον αντζέντη του Φον Σίντοφ είχε σαν αποτέλεσμα ο ρόλος να πάει στον Γιαν Μάλμσο. Ο Μπέργκμαν έγραψε το ρόλο της γιαγιάς Έλενα Έκνταλ σκεπτόμενος την Ίνγκριντ Μπέργκμαν για το ρόλο, αλλά τελικά τον έδωσε στην Γκουν Βάλγκρεν.
Διεθνής Αναγνώριση και Βραβεία Όσκαρ
Το Φάνι και Αλέξανδρος έλαβε διθυραμβικές κριτικές και προτάθηκε για 6 βραβεία όσκαρ. Η ταινία κέρδισε τελικά όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας, φωτογραφίας, καλλιτεχνικής διεύθυνσης και κοστουμιών το 1983. Ο Μπέργκμαν έλαβε και μια υποψηφιότητα για τη σκηνοθεσία του. Η τρίτη μετά το "Πρόσωπο με πρόσωπο" (Ansikte mot ansikte) του 1976 και το Κραυγές και ψίθυροι (Viskningar och rop) του 1972. Ο Μπέργκμαν έχασε το βραβείο από τον Τζέιμς Λ. Μπρουκς σκηνοθέτη της ταινίας Σχέσεις Στοργής (Terms Of Endearment, 1983), ενός άλλου οικογενειακού δράματος.
Βραβεία Ακαδημίας Κινηματογράφου (Όσκαρ)
Βράβευση:
Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας – Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Φωτογραφίας – Σβεν Νίκβιστ
Καλλιτεχνικής επιμέλειας (σκηνικών) - Άννα Ασπ, Σουζάν Λίνγκχαϊμ
Κουστουμιών - Μάρικ Βος-Λουντχ
Υποψηφιότητα:
Σκηνοθεσίας – Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Πρωτότυπου Σεναρίου – Ίνγκμαρ Μπέργκμαν
Δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου