Miranda from The Tempest by John William Waterhouse
Μία λάμψη θάμπωσε το βλέμμα μου
ένας ήλιος έκαιγε την σάρκα μου
και σαν κοίταζα το απέραντο γαλάζιο
η ματιά μου ξέφευγε
οι μνήμες σαν βαρκούλες περνούσαν μπροστά μου.
Τα παιδικά μου χρόνια
ευτυχισμένα κυλούσαν
θάλασσα με γαλάζια νερά
οι στιγμές από το παρελθόν.
Μα σαν το βλέμμα μου χάθηκε κάπου στον ορίζοντα
ενώθηκε με τα πελώρια βουνά
ήρθαν και τα φαντάσματα του παρελθόντος
εκεί που όλα ήταν ήρεμα
οι εφιάλτες γύρισαν στο σήμερα και ξεδιπλώθηκαν
τώρα έβαλε τρικυμία.
Το καράβι ήταν έτοιμο να σπάσει στα δυο
το νερό σαν πληγή αιμορραγούσε τώρα
ξεχυνόταν στα βαθιά.
Το νερό από μπλε έγινε κόκκινο
μία θάλασσα από καταρρακωμένα όνειρα και κατεστραμμένες ελπίδες
ξέβραζε το κύμα,
Σα ναυαγοί το χαμόγελο κι η αισιοδοξία χάνονται
και το κορμί μου βυθίζεται σε μια άβυσσο
καλυμένη από άμμο για να μην φαίνεται η ασχήμια του χθες
κι όμως η λάμψη του ήλιου θαμπώνει όλα τ' άσχημα
τ΄ αφήνει πίσω.
ΠΟΛΥΞΕΝΗ ΖΑΡΚΑΔΟΥΛΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου