Πίνακας : Ανδρεας Πετουσης
Μελιτοφόρος (Θ)
Έναν Ιούνη με ζέστη καυτή,
είχε δει την Αλκυόνη του να ξεπροβάλλει γελαστή,
ξέπλεκα μαλλιά και ροδαλή,
να τραγουδάει μέσα στου ήλιου την σιωπή.
Πέταλα από τριανταφυλλιές η σάρκα της και τα χείλια της τα γλυκά,
ηλιαχτίδες που σε ζάλιζαν τα μάτια της τα γελαστά,
κόρη της Αφροδίτης στην μορφή,
μια Κλεοπάτρα που τον Μάρκο Αντώνιο ήθελε να σκλαβώσει αιώνια για μια στιγμή.
Θεότρελος και θαυμαστής της μέχρι το τέλος,
σαν ταύρος να χτυπάει το χώμα κάτω με δυσθεώρητο μένος,
άλικος και ζωοφόρος,
τριαντάφυλλα του πάθους στης καρδιάς του τον τελευταίο πόρο...
Έξαψη και κρασί δροσερό,
πορφυρό και μεθυστικό,
αγκάθια να περονιάζουν την καρδιά,
να θέλει να πιει όλους τους χυμούς της μονοκοπανιά...
Ανατριχίλα στο κορμί και στην ματιά...
Σε θέλω, σε θέλω Αλκυόνη μου γλυκιά...
17-5-2020
Πίνακας : Stauroula Andreou.
Μελιτοφόρος (Ι)
Χάδι ηλιόφαντο η ζωή,
τραγούδι, χορός και η ψυχή να ακροβατεί,
υφασμάτινα, πολύχρωμα και δαντελωτά,
οι λέξεις, οι σκέψεις,
πότε νωρίς και πότε αργά.
Πρέπει να βρεις αυτή την κατάλληλη στιγμή,
κιθάρα που παίζει, καλοχορδιστή,
ντέφι, πιάνο, φλογέρα και κομπανία,
να είναι όλα σε μια ταιριαστή αρμονία.
Τι θα τρυγίσεις, τι θα γευτείς??!!
Από την θεωρία , η πρακτική απέχει πολύ...
Και η καρδιά να παίζει το δικό της σκοπό,
όσο και εάν ο μαέστρος το μυαλό, είναι βιρτουόζος πραγματικός.
Αχ να άνοιγε αυτό το παράθυρο της ψυχής!!!
Με φτεροαιθέρινα κεράσματα και γλυκόλογα κρουστά,
να ταξίδευε σε πελάγη του μυαλού αιθέρια και ονειρικά.
Έρωτα, έρωτα που ξορκίζεις τα γήινα και πεζά!!!
Τους δίνεις κάτι από αστερόσκονη και χλιδή,
από πορφύρα και μορφή σαγηνευτική,
από φωτιά πάνω σε ολόγυμνο δροσερό κορμί,
και η θάλασσα να ανταρτεύει και μέσα της να θέλει να σε καταπιεί.
Τι άγκυρα, τι λιμάνι??!!
Τα πανιά αιθέρια να ταξιδεύουν, σεργιάνι...
Ηδονόλουστα και αποθεωτικά,
χυμώδη
και αισθησιακά εξουθενωτικά...
Άπληστα, άπληστα όμως και εθιστικά.
Χάδι φτερωτό του αγέρα,
με πανιά να θερίζουν τον ουρανό οι στιγμές
και τα άστρα με φοβέρα,
να κεντούν νότες και συμφωνίες ευλαβικές.
Ζωές, ψυχές, καρδιές
με του ηλιόλαμπρου και φεγγαρόλουστου έρωτα την κουστωδία,
αέναα διθυραμβικές.
Και εκεί που πνίγεσαι, κρέμεσαι σε ένα γέλιο από μια κλωστή
και η καρδιά να παίζει ταμπούρλο, να φωτοβολεί.
Σπινθήρες και ιδρώτας,
ψυχή και ανυπομονησία υπερβατική.
Γέλα σε μου, γέλα σε μου,
κρουστή σάρκα από σταφύλι να σπάσει, να χυθεί...
Ζαλάδα, ζαλάδα και σκοτοδίνη,
παλμοί άμετροι, δίψα στα χείλη
και να αιωρείσαι απο την άκρη των χειλιών της
και στο βάθος των ματιών της
να είσαι ο θαυμαστής ναυαγός της.
Είτε το ζεις μια φορά, είτε λίγες, είτε πολλές,
μια και μοναδική είναι αυτή που στο τέλος σε έχει σημαδέψει απείρως με χάδια και στιγμές.
Σου έχει υπογράψει στο βαθύτερο εγώ,
με βούλα από μελάνι άσβηστο, άχρονο και τελειωτικό.
Τικ τακ η καρδιά, τικ τακ το μυαλό.
Παίξε κιθάρα σε νότες χαμηλές αλλά μην ξεχνάς και το κρεσέντο από στιγμές σε στιγμές.
Αυτό το κλειδί του σολ ή του φα,
το κλειδί που ένας πιανίστας από τα πυρά του έρωτα,
χάνει τα μυαλά σε μέρη αληθινά και απατηλά.
Τικ τακ, τικ τακ...
Μάλλον το χρονόμετρο είναι
και το πεντάλ...
Αλλά μην κοροδευόμαστε!!
Είναι η καρδιά μέσα στα τείχη που λυσσομανά...
Τικ τακ, τικ τακ....
18-5-2020
Πίνακας : Κωστας Τσιωνης
Μελιτοφόρος Ια
Άκαμπτος ο χρόνος,
με κανόνες και νόμους,
των πράξεων ο κληρονόμος.
Κρόνιος και μολυβδώδης,
με ένα κρυστάλλινο δρεπάνι να σου γνέφει όπως στο τέλος του ζυγώνεις.
Και εκεί πάνω στις εκβολάδες και τα κοιλώματα,
στην τόσο πλούσια και φτωχική γη,
η ειμαρμένη να σου θυμίζει,
του κύρη της την επιβολή.
Δάσκαλος μεγάλος και γητευτής.
Σαν τις καβοκολώνες η καρδιά, όταν τον έρωτα πρωτοσυναντά.
Βραχώδη, απόκρημνα και ολισθηρά,
λόγχες με άκρα αιχμηρά,
που μπορούν να την τρυπήσουν παντοτινά.
Ένα Ακρωτήρι μεταξύ ζωής και θανάτου!
Εκεί που τα χείλη του ουρανού δίνουν αχόρταγο φιλί στο Αιγαίο πέλαγος,
στον οίστρο του αττικού νότου και του γαλάζιου του φωτεινού.
Λατομεία διάσπαρτα η καρδιά,
να δίνει όλους τους θησαυρούς για ένα χαμόγελο, για μια πλάνα ματιά.
Η ασημένια σελήνη να σε χαϊδεύει γλυκά
και να σε προϊδεάζει ότι τελικά ο αγύρτης χρόνος πάει κυκλικά.
Δεν φοβάται τα μαθήματα τα πολλά.
Ψωμί, νερό και Ήλιος,
φρύγανα και φιδαετοί,
κενταύριες, ρείκια και ασπάλαθοι,
αγριελιές και νάρκισσοι,
του φθινοπώρου οι αρωγοί.
Είναι όταν τα μαλλιά έχουν γκριζάρει και έχουν γίνει μνήμες και ιαπετοί.
Και αυτό το κρινάκι της άμμου να ανθίσταται και να τραγουδάει :
"Αυτό είναι ζωή..."
Ο μαρμάρινος ο Ποσειδώνας να σε τυλίγει με τα βρεγμένα του γαλάζια μαλλιά,
να μην κοιτάει διαχωριστικές γραμμές, ούτε γιατί, πρέπει και άλλα πολλά.
Μόνο οι χτύποι της καρδιάς,
σαν το κύμα που χτυπάει ρυθμικά,
πότε σιγά, πότε δυνατά τα βράχια, με υπομονή, στωικά.
Και το μέταλλο πάνω στο ορειχάλκινο δειλινό, να λιώνει...
Να γίνεται ελατό και όλκιμο στης αγάπης τον αρχισιδηρουργό...
Εύπλαστη σάρκα, εύπλαστη καρδιά,
φωτιά και λάβα,
μέταλλο που ρέει η ψυχή,
ανατριχιάζει ο ήλιος,
έξαψη κοσμογονική.
Αλκυόνες και τσαλαπετεινοί,
ορχιδέες πλουμιστές,
του ήλιου και της σελήνης νύμφες και γαμπροί.
Έχει σηκώσει πανιά η καρδιά σε ταξίδια άγνωστα, σε μέρη μακρινά.
Και περιμένεις εάν θα φυσήξει ο βοριάς, ή ο Ζέφυρος, ή ο πουνέντες όπου πας,
έρμαιο σε ένα ταξίδι στο άγνωστο,
χωρίς καπετάνιο, ναύτες και πυξίδες λειτουργικές,
μόνο το φεγγάρι, τα άστρα και δύο καρδιές για πρωταγωνιστές.
Τικ τακ, τικ τακ...
Φύσηξε Ποσειδώνα,
άκου τους χτύπους της καρδιάς!!!!!
19-5-2020
Πίνακας : Moulnti Dimitra
Μελιτοφόρος (Ιβ)
Μέσα σε αυτό το σκηνικό της ζωής,
όλα είναι θέμα συγκυριών και επιλογής.
Παραστάσεις στην Επιδαύρια γη,
δράμα, κωμωδία,
μέσα από την ιστορία αληθινή.
Ψωμί και κρασί,
καρδιά και ψυχή.
Αστράγαλος να προβλέψεις τα μελλούμενα και σαρωτικά,
ρόμβος της λογικής,
τα θεωρήματα και γνωμικά.
Μια σβούρα να υποκινήσεις της τύχης τα ελικοειδή
και τα χρυσά τα μήλα της γνώσης από τα παθήματα - μαθήματα της δικής σου τριβής.
Με τι?? Με ποιούς??
Με αυτό που λέμε ζωή αλλά έχει προεκτάσεις και οιωνούς.
Μαγεία, τόλμη, θάρρος, θράσος,
φίδια και αετούς.
Και ενώ χάνεται ο χρόνος πάνω στις πτυχώσεις και τα υδάτινα δάκρυα της λύπης και της χαράς,
ένα φεγγάρι να αστραποφέγγει πάνω στον καθρέφτη της δικής σου της ματιάς.
Να ζεις, να γελάς, να πονάς,
να μετουσιώνεσαι σε άλλους κόσμους του πριν και του μετά.
Κόσμους αόρατους και ορατούς,
γιατί πολλά είναι εκεί και ας μην τα βλέπεις, δεν τα ακούς.
Και το ύφασμα να σέρνεται στο χώμα,
να κυλά,
να πιάνεται στα χαλίκια, να λερώνεται από την λάσπη,
να βρέχεται από της πληγής τα πορφυρά τα νερά...
Αρκεί αυτά να είναι τρεχούμενα και όχι στάσιμα και ψυχοκαταναγκαστικά.
Γιατί ο πόνος της ψυχής γεννάει χίμαιρες και θεριά...
Όντα που τρώνε τον άνθρωπο και ελευθερώνουν τα άγρια ένστικτα,
λαίλαπα κανονικιά.
Ρουφάνε το μεδούλι και το μυαλό,
γίνονται, γίνεσαι, βορά στο κάθε αρπακτικό...
Φύλλα που πετάνε στον κάθε άσχημο σκοπό...
Δεν είπαμε να σπάσεις,
δέντρο στου τυφώνα την ριπή...
Σαν την ιτιά να χορέψεις,
αγέρινα να ελιχθείς...
Να αγκαλιάσεις τους μαρμάρινους κούρους, τις κόρες τις στητές
και στάχυα να στολίσεις στων Ελευσινίων τις εκστατικές φωνές.
Τι Διόνυσος, τι Ζαγρεύς??!!
Τι Απόλλωνας?!!!
Ο χρόνος είναι σε σπειροειδής μεταλλαγές.
Δέσε στο φεγγάρι μια κλωστή,
οι συνθήκες θα σε κάνουν να σε μαγέψει ή αυτό να μαγευτεί.
Τι γνώση, τι ζωή...
Εάν η ψυχή δεν κλάψει,
δεν θα βγει ο ήλιος το πρωί.
Δεν θα γίνει στάλα,
μελάνι στο χαρτί,
βλέμμα που σε νιώθει,
χάδι στην πληγή.
Ίαση και βελούδο,
χαμόγελο και ηδονή.
Γιατί είναι μεγάλο φάρμακο η ηδονή της ψυχής..
Να πάλλεται, να σαρώνει,
κάθε αόρατο ήχο και κύτταρο να ταλαντώνει...
Να τα κάνει αριθμούς..
Όχι των λογιστάδων αλλά τους αληθινούς...
Αυτούς που γίνονται φθόγγοι για ουράνιους κόσμους και υπερβατικούς...
Γελάς??!! Αλλά δεν ακούς!!!
Ήχος, νότα, μουσική,
κορώνες και σιωπές,
αποχή από του μυαλού τις εξουσιαστικές, υλιστικές ροπές...
Είσαι άνθρωπος μου λες.
Αλλά ο καθρέφτης δείχνει δύο είδωλα,
το αληθινό και το ψευδές...
Ας δούμε λοιπόν το μέλλον από τις επιλογές,
αλλά η ειμαρμένη είναι εκεί και γελάει με υπονοούμενα,
μιλάει με υπεκφυγές...
Σίβυλλα ή Κασσάνδρα το αποτέλεσμα είναι ίδιο και στις δύο εκδοχές.
Καθρέπτη, καθρεπτάκι μου ποιές είναι οι αληθινές??!!!
Ωωω... Άκου...!!
Αρχίζει η παράσταση,
φωνάζουν οι πρωταγωνιστές...
Δούλοι και ελεύθεροι,
επαναστάτες και εκδικητές...
Ο χρόνος στροβιλίζεται στης κερκίδας τις αιχμές και οι ηθοποιοί ετοιμάζονται στου ρόλου τους τις γραμμές...
Άραγε γίνονται μνήμες και διδαχές??
Χαμόγελα, δάκρυα,
φωνές ήπιες και δυνατές??!!
Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου τι λες??
26-5-2020
Πίνακας : Odysseas Anninos
Μελιτοφόρος (Ιγ)
Το 'δεσε το φεγγάρι ο κυρ Γιάννης.
Μέσα στο βλέμμα της Αλκυόνης του μια βραδιά
και σεργιάνιζε με την χρυσή κλωστή αντάμα
και την αγαπημένη του στην αγκαλιά.
Οι Νηρηίδες τους τραγουδούσαν
και ο Ποσειδώνας ποτέ δεν μπορούσε να ψυχολογηθεί,
αλλά μόλις τα χείλη του τα χείλη της ακουμπούσαν,
μέλι ανάβλυζε και άλικο κρασί.
Πανιά, καράβια και πουλιά,
κύματα γλυκοθώριστα πότε άγρια πότε ειρηνικά
και ο ήχος από τις μέλισσες να ταξιδεύει από θάλασσα σε θάλασσα,
στην φασαρία και τη σιγαλιά.
Ένα φιλί δρόμος να χαθεί μέσα στην δική της τη ματιά.
Έπλεαν οι καρδιές, έπλεαν και οι ψυχές.
Ζήσανε πόλεμο, εμφύλιο, δικτατορία και ανατροπές.
Γίνανε σύντροφοι, γίνανε γονείς,
γίνανε παππούδες,
με δισέγγονα και χίλιους δύο συγγενείς...
Και αρμένιζαν κάτω από τον ήλιο και το φεγγάρι,
στο Θριάσιο πεδίο και στης Πάρνηθας το σκληροτράχηλο λίθινο καντάρι.
Και ήταν μαζί, μαζί και αγαπημένοι,
σύντροφοι κλειδαριά και κλειδί,
ο Γιάννης και η Αλκυόνη του στης ζωής το σεργιάνι.
Αλλά ο τόπος άλλαζε,
γοργά και βιομηχανοποιημένα...
Έφυγαν τα δέντρα, οι αμυγδαλιές,
οι ελιές....
Όλα της φύσης τα καλούδια σαν αγέρινες ριπές.
Τα χωράφια στέρεψαν,
γίνανε αναλυκλώσιμες ύλες και εργοστασιακές πηγές
και τα σκουπίδια παγίδες για ανθρώπινες ψυχές.
Εκεί που μύριζε φλισκούνι και θυμάρι,
αναδυόντουσαν οσμές από καμμένα πλαστικά, θειάφι και νταμάρι.
Ένας ταξιδευτής του χρόνου θα είχε χαθεί από το ονειροσκάλιστο με φώτα βράδυ,
αλλά θα νόμιζε ότι είχε κατέβει στον στολισμένο από φλόγες πορφυροκέντητο Άδη.
Φλόγες που φτάνουν μέχρι τον ουρανό
και κάτι μηχανήματα της θάλασσας, απομεινάρια, για να βγάζουν έναν πολύτιμο μαύρο χρυσό.
Οι βαρκούλες είχαν βγάλει τα πανιά,
είχαν μηχανές και αμπάρια με μετάλλα και χημικά.
Και εκεί που αυτές αρμένιζαν στο φως,
κροτάλιζαν αλυσίδες και φορτηγά στης Εθνικής το θορυβώδη δρόμο και την Αττική οδό.
Το είχαν χωρίσει το Θριάσιο στα δυο...
Πού είναι τα νυχτολούλουδα,
οι πλουμιστές γαρυφαλλιές,
οι γαρδένιες, οι μολόχες,
οι ασπρισμένες οι αυλές??!!
Τσιμέντο είχαν γίνει και μεταλλικές κατασκευές.
Αποθήκες με υλικά και του μόχθου πονεμένες δακρυοστόλιστες ψυχές.
Τα διυλιστήρια είχαν την τιμητική τους
και οι χρυσόμυγες και τα αηδόνια είχαν υποχωρήσει στο κλουβί της.
Ήταν όλα συρματοπλεγμένα και από το πόδι σκλαβωμένα.
Ακόμα και τα αστέρια είχαν χάσει την χλιδή τους.
Είχαν θαμπώσει και ξεχαστεί μέσα σε αυτή την άγρια φωτοβοή.
Μόνο οι βαρκούλες του κυρ Γιάννη
από της μνήμης του το αλώβητο βγαίνανε βόλτα για της ψυχής το παραγάδι.
Το είχε δεμένο το φεγγάρι μέσα στης καρδιάς του το γυαλό,
με το χαμόγελο της αγάπης του γραμμένο ανεξίτηλα στο μυαλό.
27-5-2020
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου