«Αναστατώνομαι συχνά μου είπε και αισθάνομαι την ανάγκη να μιλήσω με κάποιον άνθρωπο, να ξεχαστώ, δεν ξέρω κι εγώ τι ακριβώς θέλω».
Αυτή ήταν η αρχή μιας τηλεφωνικής συνομιλίας, που κράτησε αρκετά αλλά μου έμαθε πολλά και έμαθε και η φίλη μου, πώς να ζει καλύτερα.
Όταν τα στόματα είναι κλειστά, νομίζεις ότι το πρόβλημα χ το έχεις μόνο εσύ,για τούτο και αποφασίζεις να κλειστείς περίτεχνα στον εαυτό σου, χωρίς να πάρει κανείς μυρωδιά, τι πραγματικά σου συμβαίνει. Ίσως φταίει ο τρόπος ζωής της κοινωνίας,τα μέλη της οποίας εθήτευσαν επί μακρόν στην προσποίηση, τη μυστικοπάθεια και βεβαίως το ψέμα.
«Θυμώνουν όλοι».Θυμώνουμε όλοι, πρόλαβα να της πω, όταν της ξέφυγε το «όλο σχεδόν το 24ωρο νιώθω εκνευρισμένη,περίεργα θυμωμένη και ναι αναρωτιέμαι γιατί;»
Μόλις πήγα να πάρω θέση,μου είπε «άστο, πες ότι δεν το άκουσες, πάμε παρακάτω» και πήγαμε για να γυρίσουμε στα ίδια. Σίγουρα το πρόβλημά της ήταν μεγάλο και δεν άργησα να κατασταλάξω στη σκέψη ότι είναι ηρωίδα που τα βγάζει πέρα μόνη της με τρία παιδιά.
Ειδικά αυτή που είναι τόσο νέα,που άλλες στην ηλικία της, συμπεριφέρονται σαν παιδιά, είναι ελεύθερες από κάθε δέσμευση. Αλλά τώρα αυτή η σκέψη μου,ήρθε προσωρινά,γιατί δεν υπάρχει κανόνας στον έρωτα, έρχεται ξαφνικά και ίσως φεύγει και ξαφνικά.
Η Φανή ,αναγκάστηκε,σα μπήκε στο χορό να χορέψει. Τα παιδιά σχεδόν κοντά το ένα στο άλλο ηλικιακά, ήθελαν και τη μάνα και τον πατέρα. Ο πατέρας άφαντος και η ίδια σε δύο ρόλους,που κάπου-κάπου, μαζί με τα όσα της σέρνανε κλείνονταν στον εαυτό της για να αντιπαλέψει το θηρίο της αρχόμενης κατάθλιψης, που δοκίμαζε να την πολιορκήσει.
Εκείνο που κατάλαβα ήταν ότι ήθελε χρόνο για τον εαυτό της και δεν τον έβρισκε ποτέ. Κι αν αποτολμούσε να βγει μια βόλτα για ένα καφέ, τα σχόλια έπαιρναν και έδιναν. «Γιώργο, πού πήγε η μαμά σου», ακουγόταν η απέναντι που τίποτα δεν ήξερε και όλα ήθελε να τα μάθει.Ακριβώς απέναντι, ένας δρόμος χώριζε τα μπαλκόνια και ποτέ δεν έκλεινε τα παντζούρια για να έχει ίδια αντίληψη, ποιος μπαινοβγαίνει στο σαλόνι της Φανής .
Από το 2019 χειροτέρεψε η κατάσταση σε ένα σπίτι που είχε ίσως τα πάντα αλλά δεν είχε χαρά κι ας φώναζαν,ας έπαιζαν κι ας γελούσαν τα παιδιά.
«Ο γιατρός μου, είπε ότι έχω κατάθλιψη αλλά μπορώ να σωθώ, είναι αρχή για να σώσω και τα παιδιά μου. Φωνάζω μέσα στο σπίτι, τα μαλώνω, μέχρι και τα παιχνίδια που κάνουν θόρυβο τα μαζεύω και τα εξαφανίζω»μου είπε σήμερα, ύστερα από πολύ καιρό δήθεν ευτυχίας.
Πάλι καλά της είπα , που αποφάσισες να πας σε κάποιον που γνωρίζει, πώς να σε συνεφέρει.
«Ναι αλλά χρειάζομαι και μια φίλη ,έναν άνθρωπο να λέω τη στενοχώρια μου, πέρα από τα δεδομένα της επιστήμης ,πέρα από κάθε τι άλλο. Νομίζω ότι για πολύ καιρό έμεινα χωρίς να πω το παραμικρό,χωρίς να σχολιάσω, χωρίς να πω και να μου πει κάποιος τα δικά του …
Ήρθε και ο ιός ,η πανδημία, μας έκλεισε μέσα και ο ένας φοβάται τον άλλον.Ακόμη και αυτή η δέσμευση καταντά ασθένεια ,σε κάνει ακοινώνητο, δεν επικοινωνείς, δεν έχεις το οξυγόνο που χρειάζεσαι κατά κάποιον τρόπο»
Αν δεν τη διέκοπτα θα έλεγε κι άλλα πολλά αλλά σκέφτηκα ότι δεν πρέπει όλα να τα πούμε σήμερα γιατί είναι παρακινδυνευμένο. Ίσως, στον ενθουσιασμό της επικοινωνίας, πει και κάτι που αργότερα θα σκεφτεί ότι δεν έπρεπε να το αναφέρει.
Σε γενικές γραμμές κατάλαβα ή αν θέλετε έμαθα, πως η ζωή έχει τα δικά της κλειδιά,τις διεξόδους, που για να βγεις πέρα ασφαλής, πρέπει να βρεις το σωστό κλειδί. Και η κατάθλιψη έγινε μόδα, καραμέλα στο στόμα πολλών.
Πριν καν καταλήξουμε στην ψυχοπαθολογία ας πάρουμε μια βαθιά ανάσα κι ας σκεφτούμε κάτι που θα μας συνταράξει, ότι αύριο δεν θα βγει ο ήλιος!Έτσι θα καταλάβουμε ότι μπορεί να μας περιμένουν και τα χειρότερα,γι’ αυτό αξίζει να ζούμε τη στιγμή και τη μέρα μας σαν να είναι η τελευταία.
Ένας προβληματισμός, ένας αυτοέλεγχος του τύπου «ποιος είμαι;»,«πού πάω»,«γιατί συμπεριφέρομαι έτσι», με κοινό παρονομαστή όλων, τον θάνατο, αφού η ζωή είναι μικρή για να τη ζήσουμε δυστυχείς. Αυτό που μας βλάπτει είναι η απαισιοδοξία, ο πεσιμισμός, η απραξία. Έτσι υπεισέρχονται τα αρνητικά συναισθήματα στη ροή της σκέψης μας, η οποία σαν αρχίσει τα πισωγυρίσματα, θα βλάψει εμάς και όσους εξαρτώνται από εμάς.
Φανή ,της είπα ,αν εσύ είσαι καλά,θα είναι και τα παιδιά σου.Τα παιδιά καταλαβαίνουν τη διάθεσή μας από μακριά από τις συσπάσεις του προσώπου που δεν χαμογελάει αλλά ρυτιδιάζει ,σουφρώνει.
Τα παιδιά αισθάνονται την κακή σου διάθεση σαν το σταθμό του ραδιοφώνου που δεν πιάνει καλά και κάνει παράσιτα. Μην εξαπατάς τον εαυτό σου. Αν δεν περνάς καλά, δεν περνάς. Φρόντισε να περάσεις καλύτερα, δημιούργησε. Τα μάτια μας και τα χέρια μας πρέπει να συνεργάζονται για να αισθανόμαστε καλύτερα, υπό την εποπτεία της λογικής. Βλέπεις ένα ωραίο βιβλίο, διάβασέ το. Γράψε, ζωγράφισε, κέντησε, κάνε δουλειές όποιες σε αναλογούν, περπάτησε,πάρε ένα τηλέφωνο, όπως τώρα.
Σκέψου, ότι οι άνθρωποι που τα θέλουν όλα ή τίποτα, δεν ζουν καλά.Μόνοι τους λένε «είμαι ένα τίποτα». Όχι, δεν είναι έτσι. Υποφέρουν όσοι είναι άσπρο-μαύρο ,απόλυτοι. Επίσης λες ότι ο άλλος διάκειται αρνητικά απέναντί σου.Γιατί όμως ο άλλος, εσύ, εμείς, ποια συμπεριφορά δείχνουμε και πώς εκτιμάται;Νιώσε επιτέλους, ευγνωμοσύνη για όσα έχεις.
Κάπως έτσι έκλεισε η σημερινή επαφή.
Συμπέρασμα.Ο άνθρωπος ό,τι και να κάνει, χρειάζεται τον συνάνθρωπο! Μην κλείνεσαι στον εαυτό σου και αναμασάς τα προβλήματά σου, γιατί τα χειρότερα δεν τα είδες σε εσένα, ξέρεις όμως ότι υπάρχουν σε άλλους! Αν στέκεσαι με την πλάτη στον ήλιο, το μόνο που θα βλέπεις θα είναι η σκιά σου. Όχι άλλες σκιές,φως,περισσότερο φως,αναζήτησέ το,τώρα.
Άννα Δεληγιάννη-Τσιουλπά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου