ΒΙΚΥ ΠΡΑΣΙΝΟΥ - Τέσσερα ποιήματα


 i.Πίσω από ένα γράμμα

Είμαι ένα μικρό παιδί.
Για πρώτη φορά γράφω ένα γράμμα.
Το πιο παλιό στην ιστορία των γραμμάτων.

Σχηματίζω δύο ανάποδα κέρατα ενός ταύρου
που πατούν στέρεα στη γη
κι ένα κεφάλι προς τον ουρανό
να υψώνει ένα στόμα που χάσκει
γκρεμούς και απορίες
κι εκπλήξεις και απειλές
και αυταρέσκειες
και ξαφνικές τρομάρες.

Για πρώτη φορά ζωγραφίζω μια φωνή.
Την πιο παλιά στην ιστορία των φωνών.

Απλή σαν μια εκπνοή που ξεχύνεται
χωρίς να απαιτεί τίποτε περισσότερο
-ούτε καν τον κόπο μιας προσπάθειας.

Σαν κραυγή βγαίνει απ’ τον ουρανίσκο
μιας ορθάνοιχτης κοιλάδας
που γεννά ανέμους κι αντηχεί χελιδονίσματα.

Τεράστιες σάλπιγγες σαν κρίνα την μιλούν
κοιτώντας προς το Άπειρο
και τραγουδώντας τη δίψα τους για ουρανό.

Γράφω ένα γράμμα
κρυμμένο μέσα στον πυρήνα μιας λέξης
που στη διάσπασή της
ακτινοβολεί ήλιο.
Κρυμμένο μέσα στον πυρήνα μιας σκέψης
που γεννάει πάντοτε Αρχές,
ξημερώνει Ανατολές
κι αντέχει τις στερήσεις των Αρνήσεων.

Είμαι ένα παιδί.
Γράφω ένα γράμμα που ταξιδεύει μέσα στα λόγια.
Κι όλη του η ζωή είναι εκατομμύρια μοιραία
συναπαντήματα
που συνωστίζονται στα σοκάκια της γλώσσας
-μοιραία αλλά διόλου τυχαία.

Μπροστά στην ευαισθησία ενός βήτα
γίνεται αβέβαιο βήμα.
Μπροστά στην κινητικότητα ενός έψιλον
γίνεται αέναη επαγρύπνηση.
Μπροστά στη διαίσθηση ενός κάπα
γίνεται ακατέργαστο κεχριμπάρι.

Είμαι ένα παιδί.
Βλέπω στον ουράνιο θόλο κάθε βράδυ
τη Μεγάλη Άρκτο
να με κοιτάζει από ψηλά
να μου φωτίζει τις γραμμές του τετραδίου
για να γράφω γράμματα.

Είμαι ένα παιδί.
Γράφω ένα γράμμα.
Σφηνωμένο μέσα σε μια λέξη.
Στριμωγμένο μέσα σε μια σκέψη.
Το γράμμα άλφα.

                      🌼

ii.Κάτι σπάνιο

Κυνηγώ κάτι σπάνιο.
Ν’ αδράξω μια κατάφαση μέσα στις αρνήσεις.
Ένα μικρό «ναι» πλασμένο από φως
και υλικά αποδοχής.
Πάνω σε τρεις άσημους καλοσυνάτους φθόγγους
να στήσω τη ζωή μου.
Σε μια μικρή μονοσύλλαβη λέξη
-που αντέχει σε καταιγίδες και σεισμούς-
να θεμελιώσω το σπίτι μου.

Να μπαίνει απ’ τα παράθυρα
ένα ελαφρύ βλέμμα συγκατάνευσης
με νεύμα να μοιάζει φεγγαριού
ή με ευχή από πεφταστέρι
που δεν αρνείται τις χαρές
και συμφωνεί στις ευτυχίες.

Με μια ασημένια του συναίνεση,
με μια χρυσή του πτώση,
να βιάζεται ν’ ανεβάσει τις ελπίδες μου
στον ουρανό.

               🌼

iii. Αόρατος

Κουρελιασμένο το νοικοκυριό του
μέσα σε μια χαλασμένη βαλίτσα
που δεν κλείνει ποτέ.
Του κλήρωσε η ζωή για λαχνό
το φωτοβόλο ύπνο των αστεριών.
Μα σαν πέσει το σκοτάδι
τ’ αστέρια ανάποδα γέρνουν,
μπερδεύονται μέσα στα μάτια του.
Λες και προσγειώνονται στην άσφαλτο.
Τα βλέπει σαν λυχνίες αναμμένες
να σκοτώνονται
κάτω από τις ρόδες των αυτοκινήτων.

Είναι που ξεσυνήθισε να κοιτάζει προς τα πάνω.
Είναι που ξέμαθε να ονειρεύεται.

Η λεωφόρος δεν κοιμάται ποτέ.
Συνωστίζονται μέσα της
ήχοι, σιωπές, βίες και άστρα.

Σκεβρώνουν τα γόνατα
πάνω στο χαρτόκουτο.
Πρησμένα από υγρασία.
Τυλιγμένα μέσα στο μαδημένο τρίχωμα
μιας κουβέρτας
που ήταν κάποτε βελούδινη.
Μα τώρα τραχιά σαν γυαλόχαρτο
λιμάρει τις προσδοκίες τους
μέχρι να τις εξαφανίσει.

Καμιά φορά οι γκρίζες σκέψεις του
αδειάζουν από λόγια.
Γεμίζουν μόνο από βροχή.
Τις σκεπάζει όσο μπορεί
με τους λεκέδες ενός μαξιλαριού.

Υπάρχει κάπου πάνω του ένα τρίτο μάτι
ανοιχτό όλη τη νύχτα σαν προβολέας
να περιφρουρεί την ασφάλειά του.

Ξημερώνοντας μετρά μια ακόμη μάχη που κέρδισε.
Είναι σίγουρος ότι αόρατος δεν είναι…
Κάποτε είχε δει τον εαυτό του στον καθρέπτη.
Θα έπαιρνε όρκο ότι υπήρχε είδωλο μέσα στο γυαλί.

Ξεκινάει μια καινούρια μέρα…

Περιχαρής πετάει
την καχυποψία του διαβάτη
στον κάδο των σκουπιδιών.

Και παραδίδεται ολότελα
στην περαστική φιλανθρωπία
των αδέσποτων σκύλων.

(Από την ποιητική συλλογή «Κρύβομαι Κυνηγώ Κουτσαίνω», εκδόσεις Άλφα Πι)

               🌼

iv. Γέννηση

Ψηλαφίζω πάνω μου βαρύ το ανάγλυφο σημάδι
μιας ελπίδας.
Αφουγκράζομαιήχους κι υδάτινες σκιές.
Χτύπους καρδιάς.
Όχι δικούς μου… Όχι ξένους…
Υπόκωφη μια σιωπή θέλει ν’ αντικρίσει το Φως.
Θέλει ν’ αγγίξει τη χειμωνιάτικη λάμψη των αστεριών.
Μετρώ μέσα μου μια κρυμμένη ευτυχία
χωρίς να φοβάμαι
το μοιραίο ξέσπασμα της καταιγίδας
ούτε το αλέτρι του πόνου που με χαράζει.
Ένα ανυπόμονο κλάμα θα ξεπηδήσει
μέσα από τα σπλάχνα
μιας θαρραλέας αγωνίας.
Ένα γέλιο θα γεννηθεί
πάνω σε ιερής συγκομιδής μαχαίρι.

(Ανέκδοτο ποίημα)



Πίνακας : Art: Vladimir Kush ~ "Diary of Discovery"





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου