ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ - ΔΥΟ ΠΟΙΗΜΑΤΑ (ΚΟΚΚΙΝΑ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑΤΑ & ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ Τ’ ΑΓΕΡΙ)



  ΚΟΚΚΙΝΑ ΗΛΙΟΒΑΣΙΛΕΜΑΤΑ

«Μην αμφισβητείς την ομορφιά,
αν τη βρεις,
θετική ενέργεια είναι
και ποτέ δε λέει ψέματα».

Άκου, τις γαλάζιες θάλασσες,
τις χρωματιστές ακρογιαλιές
με τα κόκκινα ηλιοβασιλέματα.
να φωνάζουν: «Σ’ αγαπώ».
Πες: «Ναι»

Κι αν βρεθείς πληγωμένος,
λυγισμένος απ’ τις κακουχίες,
τις αρρώστιες και τον πόνο.
Πες: «Όχι»

Με το ‘ναι’ και το ‘όχι’,
με αυτές τις πιο μικρές λεξούλες,
παίρνεις τις πιο μεγάλες αποφάσεις
και δίνεις απαντήσεις
στα πιο καθοριστικά διλλήματά σου.

Δεν άκουσες την καρδιά σου
και ξόδεψες τη ζωή σου
γιατί η λογική σου έλεγε
πως έτσι «έπρεπε» να κάνεις.

Άκου,
τις γαλάζιες θάλασσες,
τις χρωματιστές ακρογιαλιές
και τα κόκκινα ηλιοβασιλέματα
να ψιθυρίζουν:
«Σε όποιον αγγίξει την ψυχή σου
χάρισε τη δική σου».

Δες πως απλώνουν
με απαλότητα τα χέρια τους
για να σου σκουπίσουν τα δάκρυα,
μεταδίδοντας τη μαγεία της ομορφιάς
τη θαλπωρή του ονείρου
και την προσμονή της ελπίδας.

Η τρυφερότητα δεν είναι ανημποριά,
δεν είναι αδυναμία,
είναι αγάπη, αθωότητα και σθένος.

Άκου,
«Πάντα θα είμαστε εδώ», σου λένε,
«Υπομονή,
η ζωή σου χρωστά πολλές στιγμές
με τις γαλάζιες θάλασσες,
τις χρωματιστές ακρογιαλιές
και τα κόκκινα ηλιοβασιλέματα».

«Μην αμφισβητείς την ομορφιά,
αν τη βρεις,
θετική ενέργεια είναι
και ποτέ δε λέει ψέματα».

Πάντως είναι και κάτι δάκρυα
που προσπαθώντας να μην τρέξουν από τα μάτια σου
καταλήγουν να κόβουν σαν ξυράφια την ψυχή σου....

Τα βιβλία μου ασχολούνται κυρίως με την ελευθερία, την αγάπη, τον έρωτα, την κοσμογονία, τους αρχαίους πολιτισμούς κ.α


 ΤΟΥ ΝΟΤΟΥ Τ’ ΑΓΕΡΙ

Στην άκρη της πλανερής κοιλάδας της ερημιάς
και δίπλα στην πελαγίσια μοναξιά,
αναβοσβήνοντας τα φανάρια του δρόμου του χρόνου,
μαραίνοντας τις ευωδιές και τα χρώματα των αναμνήσεων,
με σταύρωναν τα τραγούδια σου
με την τρυφερή κατάληξη:
«Είσαι ό,τι πιο πολύτιμο στη ζωή μου».

Στον ουρανό
ρόδα καιγόντουσαν χορεύοντας.

Στο ηλιοβασίλεμά μου
βουβά θρηνούσε ο Έσπερος
στάζοντας πόνο, δάκρυα κι αίμα.

Ατίθαση θύμηση,
ρίζωσες και θέριεψες,
έσκαψες στο στήθος μου πληγές.
Πού πας τέλος πάντων;
Τι αναζητάς εσύ, γεμάτη ρόδινους ίσκιους;
Τι γυρεύεις ανάμεσα στις ευωδιές και στα χρώματα;

Το αηδόνι του ξέφωτου
είχε πλέον σωπάσει.
Τα νεκρά φύλλα
έσπρωχνε πέρα δώθε στην άσφαλτο,
του νότου τ’ αγέρι.

Τα τελευταία σου απελπισμένα λόγια:
απόμακρες ισχνές και ραγισμένες φωνές,
λιοντάρια που ξέσχιζαν τα θύματά τους,
μ’ έριχναν μαζί με το μαγεμένο Φεγγάρι
στα νερά του πηγαδιού
και το αλαφιασμένο φως των αστεριών
κατρακυλούσε κάτω απ’ τα πόδια μου
σβήνοντας μια για πάντα απ’ τον ουρανό μου,
τα μυστικά του Θεού
και το έμβλημα της αιωνιότητας.

Αχ, αβάσταχτο βιολί του πόθου,
όσο δονούν το φως οι συγχορδίες σου,
όσο ανθίζουν οι μουσικές σου,
χαμένος στην άχρωμη ομίχλη
τόσο φθίνουν τα σύμπαντα
απ’ τους άπειρους ήχους
στης νύχτας το άβατο.

Στην άκρη της πλανερής κοιλάδας της ερημιάς
και δίπλα στην πελαγίσια μοναξιά,
αναβοσβήνοντας τα φανάρια του δρόμου του χρόνου
μαραίνοντας τις ευωδιές και τα χρώματα των αναμνήσεων,
με σταύρωναν τα τραγούδια σου
με την τρυφερή κατάληξη:
«Είσαι ό,τι πιο πολύτιμο στη ζωή μου».

Πόσο θα ήθελα να σε ξανανταμώσω
γεμίζοντας τις άδειες αμμουδιές των ονείρων μου,
ανάβοντας φωτιές ζωής
πάνω στα πολύχρωμα βότσαλα;

Πόσο θα ήθελα να ξαναγευτώ με κομμένη την ανάσα
το νάμα απ’ τα φιλιά σου,
το λάμπος απ’ το αντιφέγγισμα των άστρων στα μάτια σου,
το αισθησιακό ταλάντευμα του κορμιού σου
υπό τους ήχους της μουσικής των κυμάτων
και της αύρας της θαλάσσιας κιθάρας;

Πόσο θα ήθελα να ξαναπάρω όλες τις γεύσεις
μία απ’ την κόλαση
και μία απ’ τον παράδεισό σου;

ΡΟΔΙΝΗ ΑΝΟΙΞΗ - ΜΑΝΩΛΗΣ Α. ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ


Η φωτογραφία είναι από https://stringfixer.com/





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου