Photo: Σαμπίνε Βάις | O άντρας που τρέχει, Παρίσι, 1953.
Δρόμος
Ήταν αυτή η ανατριχίλα που περόνιαζε το λαιμό,
πίκρα και λύπη,
λαρύγγι από κάρβουνο καυτό.
Φίδι τεράστιο να παρακολουθεί,
άρχοντας του κόσμου ,
με τη σοφία από τα πρώτα πεταρίσματα στη γη.
Και έβλεπε με την άκρη του ματιού,
κάθε κίνηση ενός εκατοστού ,
με σαγήνη και βλέμμα μια παιδιού,
μια αρπακτικού.
Και έγινε μια χαψιά,
χάθηκε μέσα στο σώμα, έφαγε μέχρι και την ουρά.
Και βγήκε χωρίς μια αμυχή,
έγινε κορώνα στο κεφάλι,
φάρος να φωτίζει μέσα στην ομίχλη και το σκοτάδι.
Τα δέντρα αποζητούσαν τα φύλλα τα θαλερά,
έκαναν μικρές μετάνοιες,
σφύριζαν μια δυνατά, μια σιγά.
Μια μάνα χάιδευε με το βλέμμα το παιδί,
του έλεγε τραγούδια,
του μάθαινε τα πρώτα βήματα, τα λόγια, το φιλί.
Αχ τι αγάπη η μητρική...!
Καρδιά δοσμένη για μια ολάκερη ζωή.
Να υφαίνει η καρδιά,
να τηρά να μην χαθεί το γέλιο,
και η σκέψη να σε ακολουθεί σε κάθε διαδρομή και κακοτοπιά.
Αγκαλιά στη μοναξιά και μπουφάν στη παγωνιά,
δρόμος για να βρεις στο αδιέξοδο μια διαφυγή,
ήλιος να σε ζεστάνει, νερό να σε ξεδιψάσει,
γη να σε ταΐσει ,αέρας να σε δροσίσει,
ανάσα να σε ανδρώσει και αγάπη αληθινή να σε μεστώσει.
Αυτά τα βήματα τρέχουν πολύ γοργά,
δίνουν άσπρα μαλλιά, χαρακιές,
αναμνήσεις,
δάκρυ και γέλιο πλάι πλάι,
δίδυμα από την κοιλιά,
παρεϊστικο σεργιάνι.
Και όσο περνά ο χρόνος πάντα θα αποζητείς
μέσα στο δρόμο ,
της μάνας τη ματιά, το φιλί,
τη στοργή.
Αλίμονο για όσους δεν το έχουν γευτεί.
Μόνο, μόνο μια αγκαλιά μπορώ να τους δώσω και σκέψη θετική.
Είναι άγριος ο κόσμος αλλά και η λύκαινα τάισε με γάλα ένα μωρό, μια αυγή.
Η φύση είναι σοφή,
ο άνθρωπος μόνο ρέπει προς την καταστροφή,
και ο χρόνος είναι συγκεκριμένος και ο δρόμος χωρίς τέλος ,
ίσως και χωρίς αρχή.
Δεν ξέρω...
Μητέρα φυλαχτό,
μια αγκαλιά
μια σκέψη,
καρδιοχτύπι πάνω στο στέρνο,
ζωή.
13-5-2023
Photo: Παύλος Παυλίδης
Ακτή της κολάσεως
Ήταν μια γροθιά στο στομάχι.
Στη γη των καταραμένων ψυχών.
Εκεί που η πέτρα σε πνίγει,
εκεί που κλαίνε στα σπάργανα των παιδιών.
Βουτιά καρφιά στη κόρα ,
κηλίδα αίμα στη ματιά,
ψυχή που μυρίζει καμμένη σάρκα,
δέρμα που κοκκινίζει στην οξειδωμένη σκουριά.
Και ο χρόνος αργά περνά.
Μουράγιο και ανατριχίλα,
καρνάγιο και ψύχρα σιωπηλή.
Πιο βαθιά μπηγμένο το σκαρί,
λάμα στο λαιμό,
πόνο στη ζωή.
Και αυτό το γέλιο το πικρό
όπως η θάλασσα κατασπαράζει την κάθε μνήμη,
σε κάθε κύμα,το κάθε λεπτό,
ένα απροσδιόριστο γέλιο πικρό και από αισθήματα πενιχρό,
να σεργιανίζει εδώ και εκεί.
Οι ψυχές των κατατρεγμένων πονούν,
φωτιά στα αμπάρια,
για λίγο φιλί της ζωής αιμορραγούν,
ζητάνε να πετάξουν στο αγέρι,
από τη κόλαση να ελευθερωθούν.
Και ο χάρος κραδαίνει το δικράνι,
μια ρουφηξιά, μια μαντεψιά,
άλλη μια ουλή στο σκαρί,
γερμένο εκεί με σβησμένη ανάσα,
στο πάτο συντρίμμι την ανάσταση να αποζητεί.
Φόρα και δυναμίτης,
γροθιά και ανάσα εκρηκτική ,
στη γη των καταραμένων ,
να ανταρτέψει η ψυχή που επαναστατεί.
Και η ανάσα γίνεται πιο δυνατή
και το αίμα βράζει,
κηλίδα μεγάλη που εξαπλώνεται σαν ριπή.
Τα φαντάσματα γυρεύουν λύτρωση
από κάθε αδικία, από κάθε πληγή.
ΟΕεεεεε....Η μοίρα σας καλεί...
12-5-2023
Κύκλος
Πάρε, πάρε αγέρα τις σπίθες μακριά,
ανέμισέ της σαστίζοντας τη σάρκα ροδαλά,
πέρα στων Πλειάδων την αγκαλιά
και η καρδιά καρδιοχτυπά.
Μέσα στο λουτρό των καραβίδων,
μέσα στο χώμα των λουλουδιών,
στην ανεξίτηλη μυρωδιά της μνήμης,
πέρα στα κοάσματα των βατραχιών.
Πατούσες και πόδια να πετάνε πάνω από την ομιλούσα την πυρά ,
κύκλος πάνω στου ανέμου τις φλόγες,
νερό στης ημισελήνου την ματιά.
Και σβήνει η ματιά και χοροπηδά η καρδιά.
Κουδουνίσματα και η γη γυρνά,
πέρα στις στήλες του Ηρακλή,
στου λέοντα τον βρυχηθμό,
στην κουκουβάγια τη σοφή.
Και είναι εκεί στη γη του μανδραγόρα
και στων λύκων τη φωνή.
11-5-2023
Σελήνη μου εσύ
Σελήνη μου εσύ,
φίλη και σύντροφος των καλοκαιρινών παιδικών αναμνήσεων.
Μαγευτική, γλυκιά και μυστήρια.
Ένας δορυφόρος ζωής και λατρείας.
Εσύ που ρυθμίζεις την παλίρροια,
αλλά και όλα τα ύδατα.
Αρχόντισσα των συναισθημάτων.
Ετερόφωτη Βασίλισσα της νύχτας,
περιτριγυρισμένη με τα διαμαντένια σου άστρα.
Ένα πάνλαμπρο διάδημα της Γης,
σκήπτρο της και κρυφός εξουσιαστής της ζωής της.
Νεραϊδένια και απόκρυφη.
Λαμπερή, μέσα στο σκότος!
Πραγματικός φάρος,
ειδυλλιακή καρδιοκλέφτρα.
9-5-2016
Photo: Beate Behnke
Βουνοκορφές
Μην με ρωτάτε τι νιώθω εγώ,
αλητεύω στις βουνοκορφές
με το χιόνι τραγουδώ.
Με την παγωνιά αναθαρρεύω,
χέρια γυμνά, ανάσα ψυχρή,
με του βορειά τη δύναμη έχω αθάνατη ψυχή.
Είμαι ο άνεμος μέσα στο ασκί,
με την μπουρού φωνάζω μέσα στην σιωπή.
Του Αστραίου και της Ηούς παιδί,
ουράνια άστρα και καμπάνα με τεράστια βουή.
Κρύσταλλο που αστραποβολίζει,
πάγος διαμαντοστόλιστος που παιανίζει.
Αγνοφόρετο λευκό πάνω στα δέντρα,
ονειρικό.
Τα ζώα έχουν μαζευτεί ,πιο μικρά,
να αντισταθούν στο παγωμένο άγγιγμα,
να βρουν φαγητό μια σταλιά.
Και εγώ κουδουνίζω όλο χαρά.
Που και που καταβαίνω και πιο μακριά,
περνάω από τα μήλα, τα σύκα, τα αχλάδια
και τα χαϊδεύω γλυκά.
Δροσερά και πλουμιστά μέσα στον κήπο του Αλκίνοου,
στα Ηλύσια πεδία τα ηρωικά.
Κάτω από τις μυρτιές είναι των ηρώων οι ψυχές.
Χαιρετώ τον Ζέφυρο και του δροσίζω τη πνοή και μετά ανεβαίνω υπερβόρεια στην πατρίδα μου ,
μέσα στα ολόλευκα που έχει ντυθεί.
Των ηρώων οι ψυχές,
των ηρώων οι ψυχές...
Είναι σταγόνες λαμπερές,
άστρα πάνω στις βουνοκορφές.
31-1-2023
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου