Σοφία Δ. Νινιού «Θωρηκτό Αβέρωφ»

 

Φωτογραφία -Σοφία Δ. Νινιού


Απόψε κρύφτηκα βαθιά

στο αμπάρι της ιστορίας

κι από το φινιστρίνι

μέτραγα τι έμεινε

να δουν αυτοί που ήρθαν

και όσοι θα’ρθουν

*

Προσπαθούσα να διακρίνω

τη Δόξα, τη Θυσία, κάποιον ήρωα

Το σκοτάδι έπεφτε βαριά

Σαν ομίχλη του χειμώνα

σκέπαζε τα κατάρτια

πλάκωνε τους ανθρώπους

*

Μικρό το κάδρο

και το λιμάνι ήσυχο

αγκάλιαζε στερνά και πρώτα

μνήμες και μελλούμενα

*

Πότε αγναντεύοντας

πότε ψηλαφώντας

αναζητούσα αχνάρια

Σκοτάδια πυκνά

*

Μισόκλεισα τα μάτια

να δω καθαρά

Και πάλι σκοτάδια πυκνά

*

Μακρινές μουσικές φτάσαν

απ’ τη μνήμη στην ψυχή μου·

«Παιδιά, της Ελλάδος παιδιά...»

 

Ξυπνήσαν οι ήρωες

Ταράχτηκαν τ΄ακίνητα νερά του λιμανιού

Χτυπούσαν στις πλευρές του Θωρηκτού

*

Ψίθυροι φτάσαν μυστικά

ως την καρδιά μου·

«Η Πατρίδα αναγεννάται»

*

Αφουγκράστηκα τον παφλασμό

κι ένιωσα τη βαρειά ανάσα της

καθώς γιγαντωνόταν αργά

Φούσκωνε η θάλασσα

που την κυοφορούσε.

*

Στου Θωρηκτού την πλώρη

φάνηκε η Δόξα συλλογισμένη

*

Παλληκάρια μάτωσαν

Παλληκάρια χάθηκαν

Μα ο θάνατος ταπεινώθηκε

κι η όψη του η τρομερή

κανέναν δε τρομάζει

*

Διαπέρασε το μπόι του

το ατρόμητο ξίφος

του Πολεμιστή, του Ήρωα

που έπεσε για την Πατρίδα

που τόλμησε και τον κοίταξε

κατάματα με το χέρι στην καρδιά

*

Ο απόηχος της Θυσίας

έσμιξε με τη θάλασσα

ανέβηκε στους ουρανούς

κατέβηκε στην πλώρη

*

Η Δόξα έλαμψε!

*

Τα φώτα της μεγάλης πόλης

ξύπνησαν δυο γλάρους

έκαναν κύκλους

πάνω απ’ το ιστίο

και γίναν ένα με τη σημαία

Στο φόντο η Καστέλλα

Ο ίσκιος τους εκεί ψηλά

ισορροπούσε στο σταυρό

Θύμιζε τον δικέφαλο

«Με πας στο Βόσπορο;»

ρώτησα τον αητό

κι εκείνος περήφανα

άνοιξε τα φτερά του

κι υψώθηκε στα ουράνια

υπερήφανος και δυνατός

Υψώθηκα κι εγώ

*

Ύμνοι νικητήριοι

ήχησαν στην ψυχή μου

*

Υπέρμαχος Ναύαρχος

στης πατρίδας το τιμόνι

 Σοφία Δ. Νινιού







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου