ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ "ΒΟΥΡΚΩΜΕΝΑ ΑΣΤΕΡΙΑ"

 


Πόσο θα ήθελα έστω για λίγο, να βρεθώ δίπλα στις χλωμές σιωπές, την ώρα της ερημιάς των κόσμων σου, και να φέρω δρόμους στεφανωμένους με τα χρώματα, τις καμπύλες και τις απανεμιές του ουράνιου τόξου κι ακόμα ν’ ανάβω, στο έρεβος της καρδιάς σου, στη σιωπή και το βάθος της νύχτας, όλα τα σβησμένα βουρκωμένα αστέρια που τα έκαψαν τα σκοτάδια των τρομαγμένων ονείρων σου; Πόσο θα ήθελα έστω για λίγο, τα βήματά μας, βήμα με βήμα, τα χέρια μας δεμένα σφικτά, χέρι με χέρι, τα σώματα μας, ώμο με ώμο, να κάνουν τις καρδιές μας να χτυπούν ταχιά; Πόσο θα ήθελα έστω για λίγο, τα μάτια μας, γαληνεμένα, φωλιάζοντας λάμπος φυλακίζοντάς μας, στις σελίδες τους να στάζουν συγχρονισμένα το ένα πάνω στο άλλο, τη μουσική των δακρύων, και να μιλάνε χωρίς φωνή, παρά μόνο με τα βλέμματά τους; Πόσο θα ήθελα έστω για λίγο, η ανάσα μου, αν είναι να κοπεί, να κοπεί, στο ύστερο φιλί των χειλιών σου, των ζεστών, των μελιών και των βελούδινων; Σ’ αγαπώ. Σ’ αγαπώ πολύ. Σ’ αγαπώ τόσο που ακούω το θρόισμα του φλοίσβου των κυμάτων της θάλασσας και το κελάρυσμα των νερών των ποταμων, να τραγουδούν τ’ όνομά σου. Καθώς γελάς, βλέπω τα λουλούδια να φυτρώνουν, στο απάνεμο βαθύ πηγάδι της ηλιοφώτιστης ή κι αστροφώτιστης αγκαλιάς σου, ν’ ανθίζουν χύνοντας τη φωτεινότητά τους, στο θαμπό φως της επιθυμίας σου να ευωδιάζουν καθώς γλυκά ο μπάτης προσκυνάει τη σιωπή σου. Η παρουσία σου ακατάπαυστα χαρά υφαίνει και η απουσία σου την κόλαση στοιχειώνει, με κάνει άτρωτο ή με πεθαίνει, με ντύνει με χαρά ή με σταυρώνει, αναβοσβήνοντας το φως, αναπτερώνει ή καταρρέει τις ελπίδες, σταχυολογεί τις μορφές των ονείρων, ενδυναμώνει ή καταργεί τον σκοπό στη ρόκα της ζωής μου. Σ’ αγαπώ. Σ’ αγαπώ πολύ. Γεννήθηκα για σένα, και συ για μένα, και αυτό το νιώθω, κάνοντάς με μοναδικό κάνοντάς σε μοναδική. Έρχεσαι δίπλα μου όπως πέφτει η δροσιά στο λιβάδι, χαρίζοντας ζωή, στο αίμα, στις φλέβες, στην καρδιά, στην ψυχή, αρμονία στο φως του ουρανού, στον χρόνο, στη Γη, στο Σύμπαν μου. Πόσο θα ήθελα έστω για λίγο, να βρεθώ δίπλα στις χλωμές σιωπές, την ώρα της ερημιάς των κόσμων σου, και να φέρω δρόμους στεφανωμένους με τα χρώματα, τις καμπύλες και τις απανεμιές του ουράνιου τόξου κι ακόμα ν’ ανάβω, στο έρεβος της καρδιάς σου, στο πέπλο και στην αλήθεια της νύχτας, όλα τα σβησμένα βουρκωμένα αστέρια που τα έκαψαν τα σκοτάδια των τρομαγμένων ονείρων σου; ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΤΣΟΥΛΗΣ



Φωτογραφία
A Heaven For Two by Dorina Costras






1 σχόλιο:

  1. Ύμνος για την αληθινή αγάπη, πολύ συγκινητικό,το "σ΄αγαπώ" λέξη κλειδί, η ψυχή του ποιήματος, παραμένει ζωντανή τόσο στο ποίημα όσο και στην ψυχή του αναγνώστη. Όσα κι αν εγραψα και γραφω για σένα όλα πηγαζουν απο τους εξαιρετκούς στίχους των ποιημάτων σου, αν δεν αφουγκραστώ και να κατανοήσω το νοημα των στίχων, συναισθήματα δεν βγαίνουν, πρέπει όμως να καταθέσω δημόσια ότι είναι πολύ δύσκολο να διαβαστεί το μυαλο ενός ποιητή και δει του ΜΑΝΩΛΗ Α. ΚΑΤΣΟΥΛΗ. Κατέχει πολύ καλά το τρίπτυχο "Ιστορία, Μυθολογία, Φιλοσοφία" λογω της οξειδέρκας που τον διακρίνει, δεν έπεσε σε παγίδα, έπιασε τον παλμό του αναγνωστη και τον έκανε συνοδηπόρο του. Προς τιμή του, η πέννα του εχει ψυχή, πνεύμα, συναίσθημα, αγγίζει την ψυχη, ματώνει την καρδιά...
    Συγχαρητήρια!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή