Γιλμάζ Γκιουνέι ( 1 Απριλίου 1937 - 9 Σεπτεμβρίου 1984 )

 


Ο Γιλμάζ Γκιουνέι (Yılmaz Güney, 1 Απριλίου 1937 - 9 Σεπτεμβρίου 1984) ήταν σημαντικός Τούρκος ηθοποιός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Ήταν κουρδικής καταγωγής και έχει καθιερωθεί ως σύμβολο κοινωνικών αγώνων. Το πραγματικό του όνομα ήταν Γιλμάζ Πουτούν.


Γεννήθηκε στις 1 Απριλίου του 1937, στη νοτιοανατολική Τουρκία, κοντά στα Άδανα, στο χωριό Γκιουνέι (= Νότος), το οποίο στη συνέχεια χρησιμοποίησε ως επώνυμό του. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο της Άγκυρας και οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Αρχικά ασχολήθηκε με την λογοτεχνία και την ποίηση και το 1958 στράφηκε στον κινηματογράφο ως ηθοποιός και σεναριογράφος. Το 1961 εξέδωσε ένα βιβλίο που χαρακτηρίστηκε κομμουνιστικό και συνελήφθη και για 18 μήνες παρέμεινε στη φυλακή. Μετά την αποφυλάκισή του συμμετείχε σε 40 περίπου κινηματογραφικές ταινίες. Το 1968 ίδρυσε δική του εταιρεία κινηματογραφικής παραγωγής στην οποία ανέλαβε και τη σκηνοθεσία.

Το 1972 ο Γκιουνέι συνελήφθη και πάλι με την αιτιολογία ότι υποστήριζε επαναστατικές ομάδες με συνέπεια να οδηγηθεί στη φυλακή για δύο χρόνια μετά από χάρη που του απένειμε η νέα κεντροαριστερή κυβέρνηση του Ετσεβίτ. Ακολούθησε το γύρισμα της επόμενης ταινίας του "Ανησυχία" (Endise). Μία εβδομάδα μετά το γύρισμα και με αφορμή ένα καυγά που σημειώθηκε σε κάποιο καφενείο, όπου σκοτώθηκε ένας δικαστής κατηγορήθηκε ο Γκιουνέι ως αίτιος του φόνου, όπου με συνοπτική διαδικασία καταδικάστηκε σε 24 χρόνια φυλάκιση, που αργότερα μειώθηκαν στα 18. Τελικά κατάφερε και δραπέτευσε και φθάνοντας στη Γαλλία ζήτησε πολιτικό άσυλο, όπου και του δόθηκε. Εκεί ολοκλήρωσε το γύρισμα της ταινίας "ο Δρόμος" που είχε ξεκινήσει ο βοηθός του Σερίφ Γκερέν.

Σημαντικότερες ταινίες του είναι "Το κοπάδι" (1978) - τουρκικά "Suru", που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο, "Ο δρόμος" (1982) -τουρκικά "Yol", που βραβεύτηκε στο Φεστιβάλ των Κανών, καθώς και "Ο τοίχος" - τουρκ. "Duvar" (1983).

Το 1984 ο Γιλμάζ Γκιουνέι ενώ ετοιμαζόταν να γυρίσει νέα ταινία με ελληνικό θέμα, έχοντας προσβληθεί από τον καρκίνο στομάχου πέθανε στο Παρίσι στις 9 Σεπτεμβρίου του 1984 σε ηλικία 47 ετών.



Γιλμάζ Γκιουνέι, ο αληταράς, το κουρδόσπερμα, ο βρωμοανατολίτης ο Κομμουνιστής !!!

Με αυτά τα λόγια ο τουρκικός τύπος υποδέχτηκε το 1982 τη βράβευση με το Χρυσό Φοίνικα των Καννών και την παγκόσμια αναγνώριση του Γιλμάζ Γκιουνέϊ. Ενός μεγάλου Κούρδου σκηνοθέτη ακτιβιστή και επαναστάτη που την προηγούμενη χρονιά είχε δραπετεύσει από τις περιβόητες τουρκικές φυλακές, όπου εξέτιε ποινή 18 ετών.

Γεννημένος το 1937 σε ένα χωριό των Αδάνων, γόνος μιας Κούρδικης φτωχής εργατικής οικογένειας, ο Γιλμάζ από μικρός είχε έφεση στα μαθήματα και κυρίως στις ξένες γλώσσες και τα Αγγλικά. Περίεργο πράγμα για την ηλικία του και την καταγωγή του καθώς δούλευε από πολύ μικρός για να μπορέσει να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες της ζωής.

Προσπαθεί να σπουδάσει οικονομικά πρώτα στο πανεπιστήμιο της Άγκυρας και μετά στην Κωνσταντινούπολη και στα 21 του χρόνια ασχολείται ενεργά με τη σκηνοθεσία. Στα τέλη της δεκαετίας του 50 δικάζεται και φυλακίζεται για 18 μήνες στο Ικόνιο επειδή έκδωσε ένα κομμουνιστικό διήγημα. Από κει και πέρα αρχίζουν οι φυλακίσεις και οι εξορίες που θα τον ακολουθήσουν έως και το τέλος της ζωής του. Ο Γκιουνέι υπήρξε το πιο διάσημο όνομα που αναδύθηκε από τον Τούρκικο κινηματογράφο σαν ηθοποιός και σαν σκηνοθέτης, το σκληρό πρόσωπο του του χαρίζει το ψευδώνυμο άσχημος βασιλιάς και η επιλογή του να απευθύνεται στον λαό και τα προβλήματά του τον κάνει μια από τις πιο λαοφιλής φιγούρες στην Τουρκία, φτάνοντας σε σημείο να συμμετέχει σε 20 ταινίες τον χρόνο. Αρχίζει να σκηνοθετεί τις δικιές του ταινίες το 1965. Οι τίτλοι των ταινιών του καθρεφτίζουν την κατάσταση και τα αισθήματα του Τούρκικου λαού:Umut (Ελπίδα,1970), Ağıt (Ελεγεία, 1972), Acı (Πόνος, 1971), Umutsuzlar (Οι αβοήθητοι, 1971). Μετά το 1972, ωστόσο, ο Γκιουνέι θα περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στη φυλακή. Απελευθερώνεται από τη φυλακή το 1974, από γενική αμνηστία η οποία δόθηκε. Όσο είναι φυλακισμένος εκδίδει το περιοδικό «Γκιουνέι», που αριθμεί 13 τεύχη πριν το κλείσει ο στρατιωτικός νόμος και εξαιτίας των γραπτών του ξεκινήσουν δέκα διαφορετικές δίκες. Οι κατηγορίες ήταν: κομμουνιστική προπαγάνδα, αποδυνάμωση του εθνικού συναισθήματος, παρακίνηση του λαού σε διάπραξη εγκλημάτων, εγκλήματα που κλονίζουν το κύρος του κράτους στο εσωτερικό και το εξωτερικό και πάει λέγοντας.

Τον Αύγουστο του 1974 ανακατεύεται στη δολοφονία ενός εισαγγελέα και καταδικάζεται σε 19 χρόνια. Προσμετρώντας και τις άλλες καταδίκες του, η ποινή του πλησιάζει τα 100 χρόνια φυλάκισης. Στα έργα του ο Γκιουνέι προσπάθησε με τιμιότητα και ειλικρίνεια να κάνει τα βιώματα και τις αντιλήψεις του πράξη. Προσπάθησε να λύσει το πρόβλημα της ισορροπίας ανάμεσα σε μορφή και περιεχόμενο, δίνοντας φυσικά έμφαση στο δεύτερο. Ο φακός του προώθησε τις μέχρι τότε φόρμες του σοσιαλιστικού ρεαλισμού με τη μυθοποίηση πραγματικών κοινωνικοπολιτικών δεδομένων («Ελπίδα»), την με απλή γλώσσα δραματοποίηση των σχέσεων και των αδιεξόδων της τούρκικης καθημερινότητας («Δρόμος») και την έξυπνη, πλατιά και διακριτική μαρξιστική θεώρηση της κοινωνικοοικονομικής εξέλιξης με την «επικολυρική πνοή ενός ποιητή της εικόνας» («Κοπάδι»).

Η αφηγηματική τεχνική του, συχνά σαρκαστικά, χιουμοριστικά και αισιόδοξα, αποδίδει πρωταγωνιστικό ρόλο στις συνθήκες όπως αυτές διαμορφώνονται και διαμορφώνουν πρόσωπα, πράγματα και γεγονότα.
Αξίζει να αναφερθεί ακόμα η πλούσια λαογραφική και ηθογραφική παρουσία που τονίζει τα όποια βιώματα των ηρώων του και τους χαρακτηρίζει γλαφυρά σε τόπο και χρόνο. Το 1981 το σκάει από την φυλακή και το 1982 έρχεται και η παγκόσμια αναγνώριση στις Κάννες για την ταινία του Yol (Ο Δρόμος) που του χαρίζει και τον χρυσό φοίνικα. Η παγκόσμια αναγνώριση του Γκιουνέι αναγκάζει τις εφημερίδες να γράψουν «αυτό το κουρδόσπερμα, αυτός ο τσαμπουκάς βρωμοανατολίτης, ο αληταράς, ο νταβατζής και δολοφόνος, ο κομμουνιστής, εχθρός και διχαστής του έθνους» έγινε ο καλύτερος πρέσβης του ποιοτικού τούρκικου κινηματογράφου. Το 1983 σκηνοθετεί στην Γαλλία την τελευταία του ταινία Duvar (Ο τοίχος) μια βίαιη ιστορία φυλακισμένων παιδιών,μαζί με πολιτικούς κρατούμενους από το φασιστικό Τούρκικο καθεστώς. Το 1984 πεθαίνει από καρκίνο στο στομάχι στη Γαλλία, ακόμα και μετά το θάνατο του, οι ταινίες του είναι απαγορευμένες στην πατρίδα του. Στην Τουρκία φωτογραφίες του διατίθενται στους δρόμους, ενώ στους τοίχους κρεμάστηκαν αφίσες που γράφουν: «Εσένα που για χρόνια πολεμούσαν να σβήσουν το όνομά σου από την ιστορία του τουρκικού κινηματογράφου, κρατώντας σε πίσω απ’ τα σιδερένια κάγκελα, δεν μπόρεσαν να δέσουν τις Ελπίδες σου στις αλυσίδες. Καλώς ήρθες ανάμεσά μας, Γιλμάζ Γκιουνέι».


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/








Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου