ΠΑΥΛΟΣ.Δεν γινόταν αλλιώς. Έπρεπε να τελειώσω κάτι που άρχισα εγώ και ο μόνος τρόπος ήταν ο καυτηριασμός του τριπλού τραύματος.
Η Λουΐζα είναι σε έξαψη .Μόλις είπα πως ο Καμαλ θα φύγει τρελάθηκε Είχαν όντως γίνει εραστές ….Κι εγώ, να μην το έχω καν φανταστεί, να μην το έχω καθόλου προβλέψει.
Αλλά κι αυτός ….με κοίταξε σιωπηλός, με συννεφιασμένα μάτια και ύστερα κατέβασε το κεφάλι .Δεν είπε τίποτα ..Του είπα πως τον απολύω και δεν είπε λέξη!
Τρία ολόκληρα χρόνια του χαρίσαμε να σωθεί από την προσφυγιά ,να δουλέψει στο σπίτι μας και στο γραφείο της γυναίκας μου και δεν περίμενα…
ΛΟΥΙΖΑ.Ο Παύλος το αποφάσισε .Τι θα κάνουμε τώρα ?Κι ο καημένος ο μικρός μου Καμαλ, πού θα πάει ,εικοσιπέντε χρονών, Σύριος, στην Ελλάδα της κρίσης.?
Πονάω. Είναι αλήθεια θα μπορούσε να είναι ο γιος που δεν έχω ,που δεν έχουμε, αλλά που να ήξερα ότι επρόκειτο να δεθώ έτσι μαζί του..
ΚΑΜΑΛ,Ο κύριος με διώχνει. Ζήλεψε την γυναίκα του και την αγάπη που μου δίνει.
Η αλήθεια είναι πως αφέθηκα στην αγάπη και των δυο. Ήταν σίγουρα λάθος.
ΠΑΥΛΟΣ.Τα σκούρα υγρά του μάτια…πόσα ψέματα μπορούν να πουν…Μάτια της ανατολής βυθισμένα σε νύχτα.
ΛΟΥΙΖΑ. Είχα την αίσθηση πως τον αγαπούσε .Μάλιστα σε στιγμές όταν καθόντουσαν μαζί και του μάθαινε ο Καμαλ πως να γράφει το όνομα του αραβικά, η, όταν παίζανε μπάσκετ στην αυλή, είχα νοιώσει μια αδήριτη τρυφερότητα στην μεταξύ τους αύρα .Έλεγα πως είναι τα απωθημένα πατρικά συναισθήματα του Παύλου..
ΚΑΜΑΛ.Δεν ξέρω ποιον απ τους δυο προτιμούσα.
ΠΑΥΛΟΣ. Ήταν ένας αέρας φρεσκάδας στο γάμο μας, ήταν το μαξιλάρι μου να χαλαρώσω μετα το ιατρείο μου, ήταν ο μικρός μου φίλος με τον οποίο μοιραζόμουν την παιδική μου πλευρά έξω από ευθύνες. Η Λουΐζα δεν μπορούσε να μου δώσει ότι μου πρόσφερε αυτός..
ΛΟΥΙΖΑ.Με τα χρόνια η σχέση μου με τον άντρα μου πολώθηκε μέσα σε μια εναλλαγή ορισμένων ρόλων. Επιβιώναμε μια χαρά. Δουλειές, χρήματα κοινωνικό στάτους, φίλοι.
Άρχισε να μου λείπει κάτι. Απροσδιόριστο στην αρχή..
ΚΑΜΑΛ. Η κυρία με πλησίασε πρώτη .Ήταν σαν διψασμένος θάμνος. Ξέρω πως είναι οι γυναίκες όταν το κορμί τους γυρεύει αντρικό χάδι.
ΠΑΥΛΟΣ. Μέσα στην ανάγκη μου να μοιραστώ την ζωή μου με τον Καμαλ, δεν σκέφτηκα τι μπορεί να συμβεί στην Λουΐζα .Που πήγαινε ο γάμος μας?
ΛΟΥΙΖΑ. Χαιρόμουν να βλέπω τον Παύλο να χαλαρώνει μαζί με τον μικρό. Όλο το στρες από το ιατρείο του εξαφανιζόταν καθώς παίζανε σαν δυο έφηβοι.
ΚΑΜΑΛ.Δεν γινόταν να μην προσέξω την Λουΐζα. Είναι τόσο όμορφη!
Μου μαγείρευε κάθε Σάββατο ελληνική κουζίνα, για να ξεκουραστώ. Ξεκουραζόταν κι εκείνη. Έτσι έλεγε. Ο κύριος έπαιρνε τον απογευματινό του ύπνο και έτσι εμένα με την κυρία ώρες στο καθιστικό όπου τρώγαμε και της απαντούσα για την ζωή μου στην Συρία. Συχνά έπιανα το βλέμμα της να σταματάει πάνω στο πρόσωπο μου.
ΠΑΥΛΟΣ .Όταν τους έβρισκα μαζί στο καθιστικό πήγαινα κι εγώ και τους χάζευα ήσυχα από μια γωνία. Μου άρεσε που έβλεπα την γυναίκα μου να λάμπει μετά από τόσο καιρό δυσθυμίας που είχαμε περάσει τα τελευταία χρόνια.
Όταν με πρόσεχε κοντά τους να τους κοιτώ χαμογελώντας η Λουΐζα σηκωνόταν και μου έδινε ένα πεταχτό φιλί και έφευγε να τελειώσει κάτι δικόγραφα, έτσι έλεγε, η κάτι άλλο τέλος πάντων .Ποτέ δεν μέναμε για πολλή ώρα και οι τρεις μαζί και άρχισα να υποψιάζομαι το γιατί..
ΛΟΥΙΖΑ. Ότι ένοιωθα μυστικά μέσα μου για τον Καμαλ, φοβόμουν και η ίδια να το παραδεχτώ .Έτσι αποστερούσα τον Παύλο απ το βλέμμα μου σαν είμασταν όλοι στο σαλόνι..
Δεν ξέρω πότε ακριβώς με κατάλαβε ο νεαρός, αλλά μια μέρα..
ΚΑΜΑΛ…Της έπιασα το χέρι όταν με σέρβιρε. Γύρισε απότομα και με κοίταξε. Το βλέμμα της είχε κάτι σαν θυμό .Σηκώθηκε και έφυγε. Αργότερα μπόρεσα να καταλάβω περισσότερα σ εκείνο το βλέμμα.
ΠΑΥΛΟΣ. Ένα βράδυ καθώς πίναμε λίγη μπύρα του πέταξα μισοαστεία ότι καταλαβαίνω πως του αρέσει η Λουΐζα . Ξαφνιάστηκε ,σηκώθηκε επάνω και διαμαρτυρήθηκε..’’όχι κύριε’’.
‘’Γιατί, κακό είναι?’’προσπάθησα να τον ψαρέψω.
‘’Εγώ να κάνω τέτοιο πράγμα κύριε, ποτέ!’’
Γέλασα και τον χαλάρωσα.
ΛΟΥΙΖΑ.Τα κατσαρά μαύρα του μαλλιά κυματίζουν πάνω στο μελαχρινό του πρόσωπο κι αφήνουν τα μάτια του, αυτές τις σκουροκόκκινες σπίθες να λάμπουν. Είναι ήμερος και λυγερόκορμος σαν ελάφι ,και γεμίζει τον χώρο με τις κινήσεις του που έχουν ανεμελιά μα και ακρίβεια αθλητή. Σπάνιο δείγμα ανατολίτικης ομορφιάς από μια κακόπαθη χώρα. Θα περίμενα να είναι βαθιά πληγωμένος μα εκείνος φαντάζει στωικά σιωπηλός και ευπροσήγορος .Μου χαμογελάει πάντα ενώ στο βλέμμα του φωλιάζει κάτι σαν δειλός πόθος.
ΚΑΜΑΛ .Από την μέρα που της έπιασα το χέρι κι εκείνη έφυγε ,ντρεπόμουν να την κοιτάξω. Μέχρι που μου το ζήτησε εκείνη.
Καθόμασταν στο καναπέ και πίναμε καφέ.’’Καμαλ’’μου είπε.
Γύρισα το κεφάλι μου.
‘’Δεν έγινε και τίποτα..’’μου είπε.
‘’όχι κυρία..’’απάντησα εγώ.
ΠΑΥΛΟΣ.Δεν είχα σκοπό να δημιουργήσω παράλληλη σχέση είτε εγώ είτε να δώσω στην γυναίκα μου τέτοια ευκαιρία. Όταν γνωρίσαμε τον Καμαλ ήταν ένα κυνηγημένο 22χρονο παιδί που δεν είχε στον ήλιο μοίρα. Τον συμπονέσαμε και οι δυο και μιας και δεν έχουμε παιδιά είπαμε να τον κρατήσουμε. Του προσφέραμε σπιτικό ,φροντίδα, στοργή, κι εκείνος μας αγκάλιασε με περισσή τρυφερότητα. Ηταν αξιαγάπητος.
Καθώς εξοικειωνόμαστε ο ένας με τον άλλο άρχισαν να δημιουργούνται ιδιαίτερες σχέσεις. Ακόμη και η δική μου σχέση με την Λουΐζα άρχισε να διαφοροποιείται καθώς ανάμεσα μας τώρα στεκόταν ένα άλλο άτομο. Μια τεθλασμένη γραμμή μας συνέδεε η οποία είχε όλη την φρεσκάδα του απρόοπτου που δημιουργούσε η διπλή διάδραση με τον Καμαλ. Αναρωτιόμουν πως εκείνος βίωνε αυτή την σχέση καθώς και ο νέος είχε την δική του υποκειμενικότητα και μια αθέατη εσωτερική πλευρά.
Στο μεταξύ, η Λουΐζα έπαψε να είναι η να μου φαίνεται δεδομένη .Συχνά αναρωτιόμουν αν την ήξερα στ αλήθεια. Στο κρεββάτι είχε γίνει αρκετά αδιάφορη..
ΛΟΥΙΖΑ. Εκείνο το απόγευμα που ζήτησα από τον Καμαλ να χαλαρώσει, ο Παύλος έλειπε. Καθώς γύρισε και με κοίταξε θλιμμένα έλιωσα από τρυφερότητα και έσκυψα προς το μέρος του και του άφησα ένα φιλί στο θυσανωτό του κεφάλι .Εκείνος ταράχτηκε αλλά έμεινε ακίνητος. Τον αγκάλιασα σαν να ήταν η πράξη που θα έσωζε τα Ιεροσόλυμα απ τους κατακτητές. Με αγκάλιασε κι αυτός.
Σβήσαμε πάνω στον καναπέ.
ΚΑΜΑΛ.Η Λουΐζα κι εγώ το κάναμε. Συχνά κοιμόμουν στο κρεββάτι του Παύλου μετά τα παιχνίδια ,πριν εκείνος επιστρέψει από το ιατρείο.
Είχα αρχίσει να νοιώθω ντροπή απέναντι στον κύριο μου. Μια Κυριακή μου ζήτησε να πάμε μαζί να δούμε ένα φιλικό ματς ποδοσφαίρου .Ήταν καλοκαίρι και οδήγησε εκείνος το σπορ αμάξι του έως την Φιλαδέλφεια. Μέσα σε ένα γήπεδο γεμάτο άντρες που φωνάζαν και έβριζαν, έπινα μπύρες μαζί του κι ας ήμουν μουδιασμένος .Βγαίνοντας είμασταν κι οι δυο ζαλισμένοι .Στο αμάξι του είπα ότι μάλλον θα έπρεπε να με αφήσει να οδηγήσω εγώ γιατί αυτός ήταν ντίρλα όπως λένε εδώ.
Αυτός έσκυψε και μου έδωσε ένα φιλί στο στόμα.
ΠΑΥΛΟΣ. Ένοιωθα πως είχα αρχίσει να χάνω την γυναίκα μου. Αλλά επί πλέον έχανα και αυτό που γύρευα από τον Καμαλ.Ο νεαρός είχε κλείσει σαν στρείδι και η όλη κατάσταση με απομόνωνε στο ίδιο μου το σπίτι. Μα τι στ αλήθεια ήθελα απ το αγόρι ,ήταν και σε μένα δυσανάγνωστο. Το μόνο που κατάλαβα το απόγευμα που τον φίλησα ήταν ότι ήθελα να του επιτεθώ, να του ζητήσω πίσω κάτι που μου είχε στερήσει.
ΛΟΥΙΖΑ.Ο Παύλος δεν μου μιλάει. Δεν μου γυρεύει καν εξηγήσεις .Αν έχει υποψιαστεί κάτι δεν θα έπρεπε να με αντιμετωπίσει στα ίσια? Να μου πει, έλα εδώ Λουΐζα, νομίζω ότι κάτι τρέχει με σένα και τον μικρό…Μίλα μου..
Αντί αυτού αρνείται να κοιμηθεί μαζί μου και μου κάνει μούτρα .Μοιάζει φοβερά θλιμμένος, και απόμακρος.
Φοβάμαι πως δεν τον ενδιαφέρω τόσο εγώ όσο ο Καμαλ.
ΚΑΜΑΛ .Εμένα μου αρέσουν οι γυναίκες .Ωστόσο τον καιρό που σαν πρόσφυγας γύριζα σε πλατείες της Αθήνας είχα πάει και με άντρες.. Είχα βγάλει κάποια Ευρώ τότε με τα οποία πέρασα λίγες μέρες στην ανάγκη μου και το αντρικό σώμα και το άγγιγμα του δεν με πάγωναν πια .Όμως ο κύριος μου δεν έμοιαζε τέτοιος και το φιλί του στα χείλη μου με τρόμαξε επειδή τον σεβόμουν και τον αγαπούσα .Τρόμαξα γιατί δίχως να το θέλω ,μου σηκώθηκε.
ΠΑΥΛΟΣ. Πονάω ανάμεσα σε δυο ανθρώπους που έβαλα στην ζωή μου και τώρα με αρνούνται στραμμένοι ο ένας στον άλλο. Ένα βράδυ που έλλειπε η Λουΐζα του έκανα σκηνή.
‘’Πες μου τώρα, πηδάς την γυναίκα μου?Πες μου αμέσως…γαμιέστε ?Μίλα…ΜΙΛΑ ΡΕ!
Εκείνος μουγγάθηκε και ψέλλισε κάτι ακατάληπτο, στην μητρική του γλώσσα ίσως .Στη στιγμή βρεθήκαμε στο πάτωμα να χτυπιόμαστε. Εκείνος κράταγέ άμυνα κυρίως, εγώ του έδινα συνεχώς χαστούκια μέχρι που ξέσπασα σε λυγμούς στην αγκαλιά του.
‘’Κύριε, ζητώ συγνώμη, εγώ σε σέβομαι ,δεν ήθελα…’’και ξέσπασε σε λυγμούς κι εκείνος.
Μείναμε στην αγκαλιά ο ένας του άλλου απροσδιόριστο χρονικό διάστημα. Κάποια στιγμή αρχίσαμε να φιλιόμαστε ,ούτε που ξέρω πως.
ΛΟΥΙΖΑ. Πονάω τον Παύλο, μας δένει ολόκληρη ζωή, αλλά αυτήν τη στιγμή λαχταρώ για αυτό το αγόρι που έφερε χυμούς στην τελματωμένη μας ζωή .Δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω και νοιώθω κομμένη στα δυο.
ΚΑΜΑΛ .Ίσως να είναι καλλίτερα που θα φύγω από αυτό το σπίτι .Τους αγάπησα και τους δυο πολύ και ήθελα να τους προσφέρω ότι χρειάζονταν όπως έκαναν κι αυτοί για μένα. Δεν περίμενα ποτέ όσα έγιναν..
ΠΑΥΛΟΣ.Ο Καμαλ θα φύγει. Θα ξαναμείνουμε οι δυο μας .Σώσαμε τον γάμο μας .Ίσως. Πως όμως θα ζήσουμε η Λουΐζα κι εγώ τώρα πια? Η απουσία και μόνο του νεαρού δεν σβήνει την συνείδηση του ότι και οι δυο ποθήσαμε κάποιον έξω από εμάς ,ένα ζευγάρι ξένα μάτια και μάλιστα του ίδιου ανθρώπου.
Δυο μάτια απ την Ανατολή, μα εμείς σε νύχτα