Χάρολντ Πίντερ (10 Οκτωβρίου 1930 - 24 Δεκεμβρίου 2008)

 

Ο Χάρολντ Πίντερ (Harold Pinter, 10 Οκτωβρίου 1930 - 24 Δεκεμβρίου 2008) ήταν Άγγλος συγγραφέας θεατρικών έργων και θεατρικός σκηνοθέτης. Έγραψε έργα για θέατρο, ραδιόφωνο, τηλεόραση και ταινίες. Το πρώιμο έργο του συνδέεται με το θέατρο του παραλόγου. Το 2005 κέρδισε το Βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας καθώς και το Βραβείο Φραντς Κάφκα.
Ήταν γνωστός επίσης για τον πολιτικό του ακτιβισμό και την αντίθεσή του στην Αμερικανική εισβολή στο Αφγανιστάν και τον Πόλεμο στο Ιράκ. Πέθανε από καρκίνο του ήπατος.
Ο Πίντερ γεννήθηκε το 1930 στο Χάκνεϋ του Λονδίνου από Εβραίους γονείς εργατικής τάξης. Έλαβε την εκπαίδευσή του στο Hackney Downs Grammar School και για σύντομο χρονικό διάστημα, στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης (RADA). Σε νεαρή ηλικία δημοσίευσε ποίηση.

Καριέρα

Ο Πίντερ ξεκίνησε να δουλεύει στο θέατρο ως ηθοποιός, με το ψευδώνυμο Ντέιβιντ Μπάρον. Το πρώτο θεατρικό του έργο, Το Δωμάτιο, πρωτοπαρουσιάστηκε από φοιτητές του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ το 1957.
Το δεύτερο έργο του (το οποίο είναι ένα από τα πλέον γνωστά του), Πάρτι Γενεθλίων (1958), γνώρισε αρχικά παταγώδη αποτυχία, μολονότι απέσπασε θετική κριτική από τον διακεκριμένο θεατρικό κριτικό των Sunday Times Χάρολντ Χόμπσον. Μετά ωστόσο από την επιτυχία του The Caretaker το 1960, το οποίο τον καθιέρωσε, το Πάρτι Γενεθλίων παίχτηκε ξανά και κέρδισε καλή υποδοχή.
Τα έργα αυτά, καθώς και άλλες πρώιμες δουλειές όπως το The Homecoming (1964), έχουν λάβει τον τίτλο από μερικούς ως κωμωδία της απειλής. Συχνά εκκινούν από μία φαινομενικά αθώα κατάσταση, και την αποκαλύπτουν ως απειλητική και παράλογη εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο δρουν οι χαρακτήρες, τρόπο ο οποίος μπορεί να φαίνεται ανεξήγητος και στο κοινό, αλλά και μερικές φορές και στους άλλους χαρακτήρες. Το έργο του Πίντερ έχει σημαδευτεί από την επιρροή που του άσκησε από τα πρώτα έργα ο Σάμιουελ Μπέκετ, και οι δύο άντρες συνδέθηκαν με μακροχρόνια φιλία.
Ο Πίντερ άρχισε να σκηνοθετεί πιο συχνά κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’70, και το 1973 έγινε συνεργάτης σκηνοθέτης στο Εθνικό Θέατρο. Τα μεταγενέστερα έργα του τείνουν να είναι βραχύτερα, συχνά με την εμφάνιση αλληγοριών καταπίεσης. Αρκετές φορές έχει εμφανιστεί ο ίδιος στο θεατρικό σανίδι, με τελευταία το 2001 σε δικό του έργο.
Το 2005 ανακοίνωσε πως αποσύρεται από τη συγγραφή θεατρικών έργων για να αφοσιωθεί στην πολιτική εκστρατεία. 

Πολιτικές εκστρατείες

Το 1985 ο Πίντερ, μαζί με τον Αμερικανό θεατρικό συγγραφέα Άρθουρ Μίλλερ, ταξίδευσε στην Τουρκία, όπου συνάντησε πολλά θύματα πολιτικής καταπίεσης. Σε μια τελετή της Αμερικανικής πρεσβείας που τιμούσε τον Μίλλερ, ο Πίντερ αντί να ανταλλάξει τα συνήθη αστεία, μίλησε για ανθρώπους στους οποίους διοχετεύεται ηλεκτρικό ρεύμα στα γεννητικά τους όργανα, γεγονός που οδήγησε στο να τον εκδιώξουν κακήν κακώς. (Σε υποστήριξή του ο Μίλλερ έφυγε κι αυτός από την πρεσβεία.) Η εμπειρία του Πίντερ για την καταπίεση στην Τουρκία και η καταστολή της Κουρδικής γλώσσας τον ενέπνευσε για το θεατρικό του έργο του 1988 Mountain Language.
Ο Πίντερ αντετάχθη στον βομβαρδισμό της Σερβίας, στην Αμερικανική εισβολή στο Αφγανιστάν και στην εισβολή στο Ιράκ το 2003. Απεκάλεσε τον πρόεδρο Μπους μαζικό δολοφόνο και τον Τόνυ Μπλερ "απατεώνα ηλίθιο". Συχνά, σε Βρετανικές εφημερίδες δημοσιεύονταν επιστολές του με πολιτικό περιεχόμενο. Είχε παρομοιάσει την κυβέρνηση Μπους με την Ναζιστική Γερμανία του Αδόλφου Χίτλερ, λέγοντας πως οι ΗΠΑ επιτίθενται για τη δημιουργία μιας παγκόσμιας κυριαρχίας ενω το Αμερικανικό κοινό και ο "μαζικός δολοφόνος" του Ηνωμένου Βασιλείου κάθονται και παρακολουθούν.
Ο Πίντερ υπήρξε μαχητής της ελευθερίας της έκφρασης για πολλά χρόνια μέσα από την σχέση του με το International PEN. Το 1985, μαζί με τον Αμερικανό συγγραφέα Άρθουρ Μίλλερ πήγε σε μια αποστολή Επιτροπής του International PEN-Παρατηρητηρίου του Ελσίνκι στην Τουρκία για να διερευνήσει και να διαμαρτυρηθεί για τα βασανιστήρια φυλακισμένων συγγραφέων.
Ο Πίντερ ήταν επίσης ενεργός αντιπρόσωπος της Εκστρατείας Αλληλεγγύης για την Κούβα (Cuba Solidarity Campaign), μια οργάνωση για την προάσπιση των δικαιωμάτων της Κούβας που εκστρατεύει εναντίον του Αμερικανικού εμπάργκο κατά της χώρας, και μέλος της Διεθνούς Επιτροπής για την Υπεράσπιση του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς (International Committee to Defend Slobodan Milosevic), μια οργάνωση που έκανε έκκληση για την απελευθέρωση του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς.
Είχε υπάρξει επίσης επικριτής της Μάργκαρετ Θάτσερ και του Ρόναλντ Ρίγκαν. 

Τιμές

Στις 13 Οκτωβρίου 2005 η Σουηδική Ακαδημία ανακοίνωσε πως ο Πίντερ είναι ο αποδέκτης του Βραβείου Νομπέλ Λογοτεχνίας για το 2005, δηλώνοντας πως "στα έργα του αποκαλύπτει τον γκρεμό κάτω από την καθημερινή μωρολογία και σπρώχνει προς τα κλειστά δωμάτια της καταπίεσης".
Όλως περιέργως την ίδια μέρα με την ανακοίνωση της βράβευσης ένα καλωδιακό τηλεοπτικό κανάλι ανακοίνωσε λανθασμένα πως ο Πίντερ είχε πεθάνει.
Ο Πίντερ είχε επίσης τιμηθεί με διάφορους τίτλους στην πατρίδα του (και με το βραβείο Ντέιβιντ Κοέν) ενώ είχε απαρνηθεί τον τίτλο του ιππότη. 

Έργα του στα ελληνικά

Μεταξύ άλλων στα ελληνικά έχουν κυκλοφόρήσει τα:
Πάρτυ Γενεθλίων (εκδόσεις Δωδώνη) (μετάφραση: Παύλος Μάτεσις)
Η Συλλογή – Ο Εραστής (εκδόσεις Δωδώνη) (μτφρ: Παύλος Μάτεσις)
Παλιοί Καιροί – Ένα Ακόμα Και Φύγαμε (εκδόσεις Δωδώνη) (μτφρ: Μάγια Λυμπεροπούλου)
Ο Επιστάτης (εκδόσεις Κακουλίδης) (μτφρ: Κώστας Σταματίου)
Οι Νάνοι (εκδόσεις Καστανιώτης) (μτφρ: Παύλος Μάτεσις)
Προδοσία (εκδόσεις Δωδώνη) (μτφρ: Μάριος Πλωρίτης)
Τέφρα και Σκιά (εκδόσεις Καστανιώτης) (μτφρ: Τζένη Μαστοράκη)
Τοπίο και Σιωπή (εκδόσεις Λαβύρινθος) (μτφρ: Χριστίνα Μπάμπου-Παγκουρέλλη)
Πόλεμος (εκδόσεις Αιώρα) (μτφρ: Τάνια Παπαδοπούλου)
Ποιήματα 1948-2004 (εκδόσεις Κέδρος) (μτφρ: Νίνος Φενέκ Μικελίδης)
https://el.wikipedia.org/

 
Πάρτυ γενεθλίων

Όπως και σε άλλα έργα του, έτσι και στο "Πάρτι γενεθλίων" ο Πίντερ υφαίνει μια υποτυπώδη υπόθεση: μια ομάδα που ζει σε ένα μικροαστικό αγγλικό σπίτι και κάποια στιγμή οργανώνεται ένα πάρτι γενεθλίων για τον ένα τους.

Ιστορικός χρόνος δεν ορίζεται, δηλώνεται όμως των ατόμων μέσα από τη ροή του. Επίσης δεν δηλώνεται το ενδιαφέρον κάθε ατόμου για τα υπόλοιπα, μιας και η διαβρωτική απομάκρυνση του καθενός από τα άλλα έχει ήδη συντελεστεί. Με αυτή την αδιαφορία όλων προς όλους δηλώνεται και ο κύριος στόχος του συγγραφέα: να καταδείξει ότι έχει προϋπάρξει η διάλυση του κοινωνικού ιστού που συνάρμοζε τα άτομα προγενεστέρων εποχών σε ένα φαινομενικά ενιαίο σύνολο, ένα σύνολο που αντιμετώπιζε με αίσθημα συλλογικής ευθύνης κάθε κοινό πρόβλημα. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) https://www.politeianet.gr
Η ιστορία εκτυλίσσεται στη διάρκεια μιας μέρας, σε μία μίζερη παραθαλάσσια πανσιόν, την οποία διατηρεί μια καλοσυνάτη γυναίκα με τον σύζυγό της.
Η ιστορία του εκτυλίσσεται στη διάρκεια μιας μέρας, σε μία μίζερη παραθαλάσσια πανσιόν, την οποία διατηρεί μια καλοσυνάτη γυναίκα με τον σύζυγό της. Εκεί, έχει βρει καταφύγιο ο Στάνλεϋ, ένας πρώην πιανίστας. Είναι ο μοναδικός ένοικος της πανσιόν, μέχρι τη στιγμή που καταφθάνουν δύο μυστηριώδεις τύποι, για να τον πάρουν μαζί τους. Μετά από μια παράλογη και εξουθενωτική ανάκριση, του οργανώνουν ένα «πάρτι γενεθλίων», το οποίο, σταδιακά, μετατρέπεται σε καφκικό εφιάλτη.
Όπως ο Σάμιουελ Μπέκετ, έτσι και ο Πίντερ αρνείται να παράσχει λογικές εξηγήσεις για τις ενέργειες των χαρακτήρων του. Το νόημα του έργου δεν εξαρτάται από το να γνωρίζουμε τι έκανε ο Στάνλεϋ. Αυτό, που πρέπει να ξέρουμε, είναι ότι, σε κάποιο σημείο του παρελθόντος του, αυτός - όπως όλοι µας - έκανε κάτι, είναι ένοχος. Η σωματική κατάρρευση του Στάνλεϋ, µε τη συνακόλουθη απάλειψη της ανθρώπινης συνείδησης και την αχρήστευση του ανθρώπινου μυαλού, βρίσκονται συχνά στην καρδιά του πιντερικού ενδιαφέροντος.

https://www.naftemporiki.gr/



Παλιοί καιροί 
 
Στους Παλιούς Καιρούς πεδίο μάχης είναι το παρελθόν και ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην Άννα και τον Ντήλυ εντοπίζεται στα δύο ανέκδοτα που "θυμούνται": το πρώτο αφορά την ταινία Ο Απόκληρος, και το δεύτερο το μπαρ στο Ουεηφέαρερς "κάπου στην οδό Μπρόμπτον". Ο Ντήλυ "θυμάται" και τα δύο επεισόδια σαν παράξενα άθλιες υποθέσεις που θα ήταν προτιμότερο να ξεχαστούν. Οι αναμνήσεις της Άννα όμως, είναι πιο συμπαθητικές, ταιριάζουν με το εγκώμιο που πλέκει στο παρελθόν, ωσάν να ήταν κάτι σαν απίθανος απωλεσθείς παράδεισος. Και οι δύο καταφεύγουν να παίζουν ένα άγρυπνο παιχνίδι "συμπερασμάτων", και η (άλογη) διαφορά ανάμεσα στις δύο ιστορίες γίνεται πιο ορατή σε μιαν αντιπαράθεση. (Απόσπασμα από την έκδοση)
https://www.politeianet.gr/






δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/











ΣΠΥΡΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ "Ανέλκυση ελπίδων." Ποιητική Συλλογή - Κριτική της Μαντλίν Α.

 


ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΑΝΤΛΙΝ Α.

 Το κλειδί του συναγερμού της αντίληψης, της ευαισθητοποίησης, του ενεργού πνεύματος, στην διάθεση της συναίσθησης του Ποιητή μας.H διαδικασία της καθέλκυσης, της βύθισης του Είναι του, βρίσκεται πάντα σε εξέλιξη...την στιγμή που ο ουρανός χαίρεται την παρουσία του.... 
Καθώς ο χρόνος βουλιάζει σε υπαρξιακά αδιέξοδα / μια αυτοδίδακτη σιωπή, αγωνιά στο βάθος της σκέψης της. Ένας καταιγισμός συναισθημάτων δεν συναρμόζονται ούτε σε λέξεις. 
Η συμβιωτική σχέση με την ίδια την Ζωή ακυρώνεται επ΄ αορίστου χρόνου, προκαλώντας αβούλητη δυσθυμία. Αυθέκαστος ο Ποιητής μας, σε μια ανάκληση βουβών συναισθημάτων που προκαλεί το αόρατο φανέρωμα, εκδιπλώνει τις νοτισμένες του σκέψεις που εξεγείρουν τον εσώτερο εαυτό του. Χωρίς ''τυπικές δεσμεύσεις και συμβατικές ηθικές'' προσφέρει στον εαυτό του, την ευκαιρία της αυτοέκφρασης, με σεβασμό στο αναφιλητό της θλίψης των καιρών που βιώνουμε. 
Περπατά σε μια θολά σχηματοποιημένη κοινωνική διαδρομή, προσπαθώντας ν΄ ανακαλύψει τρόπους ανέλκυσης ελπίδων, ακολουθώντας την ιχνογραμμή της καρδιάς του. Ευθύγνωμος και με πνευματική ευελιξία, ο Ποιητής, παρατηρεί το ολίσθημα του συναισθήματος, την άσπιτη Ανθρωπιά, μιας παγωμένης κοινωνίας που απολαμβάνει ήσυχα την νεκροφάνεια της. Πόνος, αδικίες, τζούφιοι εγωισμοί κι απάτες πιασμένα χέρι - χέρι ακρωτηριάζουν τον Άνθρωπο, με καταρτισμένα συγκαλυμμένο τρόπο. 
Άμετρο το μίσος της κενοδοξίας και της απεριόριστης ανθρωπαρέσκειας, που σαν γεωργοί σπέρνουν στης γης την επιφάνεια τον όλεθρο και τον αφανισμό για να θερίσουν θάνατο. Ο Ποιητής μας, υφίσταται τον ανερμάτιστο φόβο, υπομένει τον κίνδυνο, αντέχει το δυσεξήγητο, υποφέρει όμως από την απουσία της Αγάπης και της Αδελφοσύνης. Ευαίσθητος στον πυρήνα της Ουσίας του, φιλοσοφημένος πιστεύει πως η δύναμη της Αγάπης και του έρωτα καλούν αμιγώς την Ύπαρξη μας, την άφθαρτη ομορφιά της Ζωής που δωρίζει την αιωνιότητα, να γίνουν τα βασικά υλικά με τα οποία θα θεμελιωθεί ο κόσμος εκ νέου. Να λυτρωθεί και να αποκτήσει την χαμένη του πνευματική ταυτότητα. Ζωτικής σημασίας, η ανακάλυψη τρόπων ανέλκυσης ελπίδων, αφού η ηδονή του αγέννητου γοητεύει ακόμα. Αφετηρία κι επιστροφή για τον Ποιητή μας είναι τα πανανθρώπινα αισθήματα. Η Αγάπη ως καταξίωση της ανθρώπινης φύσης μας, είναι η μόνη λύση, η οποία έχει την ικανότητα να ανυψώνει την ''ψίχα'' της καρδιάς. Άρτια καταγραφή γεγονότων της εποχής μας! 
Με Αγάπη κι εκτίμηση Μαντλίν

💜

Σιωπούμε Απίστευτη ανατάραξη αγωνιώδη περιπέτεια, φανταστικές ανατροπές θρυμματίζουν το χρόνο. Άρρυθμες εναλλαγές συμβαίνουν ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι, τη ζωή και το θάνατο. Σ΄ αυτή τη δυσμορφία, υποχωρούν οι αντιστάσεις διαθλάται το βλέμμα χάνεται η ενσυναίσθηση. Έτσι, αδίστακτα αρπακτικά ανθρωπόμορφοι λύκοι αρπάζουν απ' το κοπάδι άκακα προσφυγόπουλα. Προσφορά θανατερή σε εμπόρους ψυχών, ανώμαλους, παιδόφιλους, στυγνούς διακινητές ανθρώπινων οργάνων. Όμως απ΄ την αγκαλιά μας δεν έλειψαν ποτέ, υπήρξαν πάντα παιδιά ενός κατώτερου θεού. Γι' αυτό σιωπούμε.....

💜

Βιογραφικό 

Ο Σπύρος Αυλωνίτης γεννήθηκε και σπούδασε στην Αθήνα. Ο πατέρας του Μηνάς καταγόταν από την Κρήνη Κερκύρας και η μητέρα του Αικατερίνη από το Μούδρο της Λήμνου, με ρίζες από την Κωνσταντινούπολη. Από τα φοιτητικά του χρόνια ασχολήθηκε με τον συνδικαλισμό αλλά και μετέπειτα με τους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων στη γειτονιά του, στους Αγίους Αναργύρους Αττικής. Είναι πολιτικός μηχανικός και έχει δύο παιδιά, την Ιωάννα, πτυχιούχο της Παντείου και τον Μηνά, πτυχιούχο Τ.Ε.Φ.Α. (Γυμναστική Ακαδημία). Πολλά ποιήματά του έχουν βραβευτεί και έχει συμμετάσχει ως μέλος σε πολλές κριτικές επιτροπές, σε διάφορους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς ποίησης. Ποιήματά του έχουν δημοσιευθεί την Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας του Χάρη Πάτση. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.). Έχει γράψει ποιήματα αλλά και μυθιστορήματα: "Σκόρπια φύλλα" (ποιήματα), "Του ανέμου χάρισμα" (ποιήματα), "Της γης στολίδι" (ποιήματα), "Ακροκέραμο" (ποιήματα), "Ένας Έλληνας" (μυθιστόρημα), "Αν ξημερώσει" (μυθιστόρημα), "Απανεμιά" (ποιήματα), "Δίχως ουρανό" (μυθιστόρημα), "Αναμνήσεις από το μέλλον", (μυθιστόρημα), "Αντίθετα" (ποιήματα), "Λίγο πριν την αρχή" (μυθιστόρημα), "Ανάπλους" (ποιήματα), "Ο φάρος" (μυθιστόρημα), "Αντιφεγγίσματα" (ποιήματα). Το μυθιστόρημά του "Ένας Έλληνας", έχει μεταφρασθεί στα αγγλικά. Είναι μέλος της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ.) και της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών (Ε.Ε.Λ.) στην οποία διετέλεσε Πρόεδρος της επιτροπής κρίσης νέων μελών και ταμίας του Διοικητικού Συμβουλίου τους.

Εργογραφία

Σκόρπια φύλλα Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Έψιλον Αθήνα, 2009 Τ' ανέμου χάρισμα Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Έψιλον Αθήνα, 2010 Ένας Έλληνας Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Ποιήματα των Φίλων Αθήνα, 2012 Αν ξημερώσει... Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Ποιήματα των Φίλων Αθήνα, 2013 Απανεμιά Ποιήματα Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Ποιήματα των Φίλων Αθήνα, 2013 Δίχως ουρανό Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Ποιήματα των Φίλων Αθήνα, 2014 Ο φάρος Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Δρόμων Αθήνα, 2017 Αντεφιγγίσματα Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Δρόμων Αθήνα, 2018 Εκλάμψεις ΙΙ Σατυρικά ποιήματα Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Δρόμων Αθήνα, 2019 Εκλάμψεις Ι Ποιήματα Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Δρόμων Αθήνα, 2019 Αποχρώσεις αισθήσεων Ποιήματα Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Δρόμων Αθήνα, 2020 Το μαρτυρικό Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Δρόμων Αθήνα, 2020 Ανέλκυση ελπίδων Συγγραφέας: Σπύρος Αυλωνίτης Δρόμων Αθήνα, 2021









ΧΡΗΣΤΟΣ ΚΟΥΚΟΥΣΟΥΡΗΣ "Σκιρτήματα του νου κρυμμένα στις Σκιές" Ποιητική Συλλογή

 

Χρήστος Ν. Κουκουσούρης : Σκιρτήματα του νου κρυμμένα στις Σκιές
Εκδόσεις:Βεργίνα
Ημερομηνία Έκδοσης:27/7/2018
Είδος : Ελληνική ποίηση
Σελίδες:144
ISBN : 13: 9786185215705

ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ

Κοπιάσαμε πολύ 
να φθάσουμε ώς την αφετηρία 
κι είναι πολλά τα στάδια που πρέπει να διαβούμε. 
Μη φαντασθείς 
στόχος δεν ήτανε ποτέ 
εκείνη του τερματισμού η γραμμή. 
Στόχος είναι τα θαύματα 
που μοιραία θ' απαντήσουμε 
στην αέναη ροή του χρόνου.

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ

Πάντα οι σκιές προδίδουν πηγές φωτός.
Δώσε μου το χέρι σου κι ας περπατήσουμε μαζί
το φωτεινό μονοπάτι των Σκιών.

                           ☀ 〰☀


Ο,ΤΙ ΔΗΛΩΣΕΙΣ.

Γυμνώσανε οι ώρες,
ντυθήκανε χρόνια
πως τάχα μεγάλωσαν,
μα μένουν στιγμές…

Εσύ ένα στιχάκι
που νοιώθεις τραγούδι,
μια λέξη σου λείπει
να γίνεις καημός.

Εγώ της ψυχής σου
λειαίνω την άκρη
σαν πέφτει το δάκρυ
να μην πληγωθείς.

Λιμνούλα στον κάμπο
που θάλασσα νοιώθεις,
τα φύλλα που πέφτουν,
για πλοία περνάς.

Ω! πάθος του κόσμου
ω! φύση οργή,
στα πόδια μου θέλω
να σκύψει όλη η Γη.

Κι εσύ φεγγαράκι
είσαι ήλιος νομίζεις,
τη νύχτα φωτίζεις
και νοιώθεις θεός.
.
Κι εγώ με μια πένα
και λίγες σελίδες,
δηλώνω πως είμαι,
κοτζάμ ποιητής…

                           ☀ 〰☀  

ΣΕ ΓΥΡΕΥΩ. (Ανάπαιστος)

Σε γυρεύω στου κόσμου τ’ ανεξίτηλο χρώμα
σ’ ανοξείδωτα λόγια που η σκουριά τ’ απωθεί
μου ‘χες πει πως αιώνια, (όπως είναι το χώμα,
το λουλούδι του κάμπου και του βράχου η υφή),
μ’ αγαπάς, δυνατά με ψυχή και με σώμα,
που ριγά με την σκέψη κι η καρδιά μου ποθεί.

Μα σωπαίνεις με φόβο μην ταράξει η γαλήνη
χαραγμένη που βλέπεις στου προσώπου ρωγμή
με μαγεύει η μορφή σου με σκλαβώνει η σαγήνη
των ματιών, (αν δεν πνίγουν της ψυχής οι λυγμοί)
σαν σμαράγδια που σμίγουν σε μια εξαίσια δύνη
χορευτή, μπαλαρίνας, σε θεάτρου σκηνή.

Σε γυρεύω τα βράδια που ο ήλιος διπλώνει
κι η σκυτάλη, στα χέρια της νυχτιάς που ακλουθεί,
στο φεγγάρι που λειψό σαν ατίθασο πόνι
σταθερό στην γραμμή του δίχως κάποια στροφή,
να βρεθούμε για λίγο αγάπη μου μόνοι,
να σε νοιώσω, ν’ ακούσω, της ψυχής μου τροφή.

Τόσο χρόνο που ξόδεψες για μια αγάπη, που αλήθεια
δεν την έζησα ως έπρεπε κι η καρδιά μου απαιτεί
ναυτικός σε γκαζάδικα μου ‘χει γίνει συνήθεια

που η ελπίδα ριζωμένη στον αφρό με κρατεί,
ν’ αγναντεύω ορίζοντες κι η λαχτάρα ως τα βύθια
……………………………………..του είναι μου,
να μου γνέφει και βρίζοντας να με λέει κιοτή.


                           ☀ 〰☀ 

Ο ΗΧΟΣ ΤΗΣ ΒΡΟΧΗΣ


Φορούσες το γαλάζιο σου, στο χρώμα του ουρανού,
κορδέλα σκούρα πράσινη δεμένη στα μαλλιά σου,
στο χέρι χάντρα θαλασσιά για το κακό το μάτι,
φαινόσουνα ανήσυχη σαν να ζητούσες κάτι,
κάποιον που πριν από καιρό χάρισες τα φιλιά σου,
κάτω απ’ το φως του δειλινού, στην άκρη του σταθμού.

Τα δειλινά της προσμονής, ατέλειωτοι χειμώνες,
κρατιόσουνα στην κουπαστή το βλέμμα σου αφημένο
στα φώτα, που αργοχάνονταν στου ορίζοντα την άκρη,
στα καστανά ματάκια σου, εχάραξε ένα δάκρυ
κι ένα αμυδρό χαμόγελο αχνό, ζωγραφισμένο,
πληγώθηκες και τα λεπτά σου φαίνονταν αιώνες.

η σκέψη σου ταξίδευε με της βροχής τον ήχο,
σ’ ένα αστεράκι, που συχνά ‘βλεπες τα κρύα βράδια
καρφιτσωμένο στον καμβά της νύχτας που κοιμάται
για όρκους αγάπης που έδωσε και τώρα δεν θυμάται,
για ένα χαμένο έρωτα, κάποια φιλιά και χάδια
και σου ξυπνούσε θύμισες κι ένα θλιμμένο στίχο.

Μην τον κακίζεις, η φυγή ειν’ πλανεύτρα θεατρίνα,
συχνά, νερό της λησμονιάς ποτίζει τους ανθρώπους
και χάνονται, μπερδεύονται και λησμονούν το λόγο,
λευτέρωσε από μέσα σου το βάσανο, το φόβο,
έχει η ζωή την δύναμη, πάντοτε βρίσκει τρόπους,
η αγκαλιά σου θα γευτεί και πάλι αγάπης κρίνα.

                           ☀ 〰☀

Επιλογές 28/02/2015

Εγώ γεννήθηκα για τα απλά,
για τα μικρά, τα ταπεινά και τα φθαρμένα.
για τα μεγάλα, τα άπιαστα τα ακριβά,
τ’ αφήνω για άλλους.

                           ☀ 〰☀

ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΛΟΓΟΥ

Νόμισες πως τα πράγματα ειν’ εύκολα για σένα,
μα φράχτες γύρο σου έστησε η άδεια σου ζωή,
λόγια που δεν ξεστόμισες που ήταν ειπωμένα,
τα σκόρπισε ο άνεμος με μια απαλή πνοή.

Εσύ στο περιθώριο παραπομπή του λόγου,
μοιάζεις βιβλίο ολάκερο στο φως της ιστορίας,
πονούν τα μάτια, θέατρο μοιάζει του παραλόγου
στις πλάτες σου να κουβαλάς το βάρος της απουσίας.

Λίθος μονήρης, γίγαντας, κόντρα στις εξουσίες
που σου άρπαξαν τα όνειρα, σ’ έθαψαν στη σιωπή,
και λόγο είχες και φωνή και ηθικές αξίες,
όμως μια νύχτα χάθηκαν στη λήθη, στη βροχή.

Πολέμαρχοι μηδενιστές με όπλο τους τον λόγο
που η αλήθεια κρύβεται, πίσω από ασπίδες νόμους,
κι αν τους ακούς πλανεύεσαι δεν τους προσάπτεις ψόγο,
φορτώνεσαι τα ψέματα στους πληγωμένους ώμους.

Η τέχνη της πολιτικής, το ψέμα να ‘ν η αλήθεια
τα παραμύθια, όνειρα για μια καλή πορεία
εσύ, αιώνιο σύμβολο βαστάζου, από συνήθεια,
που οι καιροί σε γέμισαν μ’ απάθεια και μωρία.

                           ☀ 〰☀

ΠΑΛΙΑΤΣΟΣ

Ένας παλιάτσος του λόγου είμαι εγώ
κρύβω λέξεις στο ψηλό μου καπέλο
απ’ τις τρίχες γεννάει το τσερβέλο
και την μνείαν του όχλου κυνηγώ.

Υποκλίνομαι σφόδρα στα πλήθη
και τα χέρια κουνάω με πάθος
η σκηνή που ποζάρω είναι λάθος
δεν ποιώ λόγου τέχνη και ήθη.

Κάτι ατάκες σχεδιάζω και λέω
μα το γέλιο που βγαίνει, στυφό
όταν κλαίνε μαζί μου, γελώ,
μα πονάω, που γελούν όταν κλαίω.

Με στιχάκια που κάνουνε ρίμα
ξεφουρνίζω πικαντίκ ιστορίες
δεν γελούν και γεννούν απορίες,
δεν τις πιάνουνε όλες, τι κρίμα…

Το καπέλο μου άδειο και πόνοι…
τα παπούτσια στενά και οι κάλοι
σχοινοβάτη με κάνουν, χαμάλη,
νοιώθω μόνος και σεις τόσο μόνοι.

Στους παλιάτσους που γέννησ’ η χώρα
σαν παλιάτσος την ζωή μου αφήνω
ως παλιάτσους δεν μπορώ να σας κρίνω

πάει κι η τέχνη που είχα ως τα τώρα.

Δεν γελάω κι ας με λέω παλιάτσο,
κριτική στα κουσούρια μου κάνω,
η ζωή μου ολισθαίνει, την χάνω,
‘πο μια χούφτα παλιάτσων, ένα μάτσο.


Ανάπαιστος με σταυρωτή ομοιοκαταληξία.

                           ☀ 〰☀

ΕΡΗΜΟΣ

Δεν είμαι εκεί που η γης φαιά, στενάζει διψασμένη,
σαν μήτρα που καρπό ζητάει μ’ αγάπη να γεννήσει,
που ό άνεμος σαθρή στεγνή φέρνει μια στείρα σκόνη,
πουλιά, ζουζούνια, μέλισσες, δεν βλέπεις να πετάνε.

Δεν είμαι εκεί που ολόλευκη, απέραντη και ξένη
που ούτε βουνά, ούτε ποταμοί, όλα μονάχα πάγος,
κάτι πουλιά ασπρόμαυρα που περπατούν με τάξη
να φθάσουν ως την θάλασσα με ψάρια να θραφούνε

Δεν είμαι εκεί που η υγρασία στην τροπική τη ζώνη
τα δένδρα που πανύψηλα σαν τους ουρανοξύστες
η ζέστη ανυπόφορη σαν έρθουν ξηρασίες
και ζώα που ευπροσάρμοστά αντέχουν στις συνθήκες.

Είμαι εκεί που ευλόγησαν θεοί την κάθε πέτρα
λίμνες, ποτάμια και βουνά κι εύφορες πεδιάδες
που ό ήλιος ανεμπόδιστος ζεσταίνει ότι στο διάβα
κι οι ακρογιαλιές πανέμορφες σε θέλγουν να βουτήξεις.

Είμαι εκεί που οι άνθρωποι δεν έμαθαν να βλέπουν
πίσω απ’ τ’ ασήμαντο δενδρί που υπάρχει ένα δάσος
πίσω από λέξη ταπεινή, πύρινος τρέχει λόγος
πίσω από μιάν υπόσχεση, σέρνεται ατόφιο ψέμα.

Είμαι εκεί που εύκολα παράδεισος λογιέται,
ην όμως κόλαση σωστή σαν πίνακας του Δάντη
που κάτι ασήμαντοί μικροί, της τάξης τυχοδιώκτες
άλωσαν ότι απέμεινε από τους λαοπλάνους.

                          ☀ 〰☀

ΓΙΕ ΜΟΥ ΜΕΙΝΕ

Πως πονάνε οι λέξεις και τα λόγια αφήνουν αμυχές στην ψυχή
το σκοτάδι, της νύχτας μαύρο νυφικό που τον πόνο σου κρύβει
μία βάρκα σε πάει το ποτάμι διαβαίνεις με μια σκέψη ρηχή
τον κόσμο ν’ αφήσεις να παλέψεις δεν θέλεις στη ζωή που σε στύβει.

Πως πονάει η αδιάφορη στάση του κόσμου που ζεις και ματώνεις
πως πονάει ο κόσμος με δικά του προβλήματα που δεν έχουνε λύση
τόσα βλέμματα άδεια στο κενό όπως κοιτάζουν μια κόλαση βιώνεις
τα παιδιά σου ταξίδι ετοιμάζουν με κομμένα φτερά προς τη δύση.

Τόσα όνειρα πλάνα ( σε πατρίδα σκληρή ) με πτυχία σε τοίχους
η δουλειά που ο καθένας θα μπορεί ν’ ακουμπάει πολυτέλεια είναι,
μια θηλιά κι η κραυγή τους που χάνεται με’ στης νύχτας τους ήχους
η κραυγή του γονιού με ένα δάκρυ ικεσία που σου λέει γιέ μου μείνε.

Πόση ευθύνη να κρύβει η φράση ‘’γιέ μου μείνε’’ που ξεστόμισα τώρα
πόση αγάπη κι ελπίδα τόσα ψέματα που είπαν μήπως είναι αλήθεια
ένα όνειρο τάχα, εφιάλτης πως ήταν μια απρόσμενη μπόρα
και ουράνια τόξα το σημάδι να δώσουν όπως είναι η συνήθεια.

Πως ν’ αντέξεις τον πόνο που ανάλγητοι δίνουν με μαστίγια νόμους
στον ορίζοντα πώς να σταθείς ν’ ατενίσεις το μέλλον μ’ ελπίδα
με κουράγιο και χέρια γυμνά να χαράξεις ζωής νέους δρόμους
κάτι τζάκια πληγές να γκρεμίσουν, για να δει πάλι φως η πατρίδα.

Ανάπαιστος 19σύλλαβος στίχος με πλεχτή ομοιοκαταληξία.




ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ


Γεννήθηκα το 1952 στις Σέρρες και αντίκρισα το φως του ήλιου παίρνοντας τις πρώτες ανάσες μου στο Νοσοκομείο Σερρών.
Το 1961 βρέθηκα οικογενειακώς εσωτερικός μετανάστης στην Αθήνα προς αναζήτηση καλύτερης ζωής.. Με ένα πτυχίο Εργοδηγών – Σχεδιαστών και σε ηλικία 26 ετών δημιούργησα μία μικρή επιχείρηση κατασκευής κουφωμάτων αλουμινίου με την οποία πορεύτηκα όλη την επαγγελματική μου ζωή.
Η πρώτη ποιητική συλλογή μου εκδόθηκε το 2018 από τις εκδόσεις ΒΕΡΓΙΝΑ. 
Συμμετοχή στην έκδοση της Ε.Λ.Β.Ε. με τίτλο Πανανθρώπινες Αξίες, στην Γ΄ ομαδική συλλογή των εκδόσεων Διάνυσμα με τρία ποιήματα
Στο ημερολόγιο των εκδόσεων ΒΕΡΓΙΝΑ με τον τίτλο ΑΧ ΕΡΩΤΑ με δύο ποιήματα για το 2020 και δύο για το 2021. 
Συμμετοχή στην εγκυκλοπαίδεια Σύγχρονων Ελλήνων λογοτεχνών το 2020, συμμετοχή σε ομαδική έκδοση Με τίτλο: Ένας δρόμος προς το όνειρο με πέντε ποιήματα. 
Συμμετοχή με ένα Ποίημα στην έκδοση της ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΩΝ ΠΕΙΡΑΙΑ.
Δημοσιεύσεις σε έντυπα λογοτεχνικά περιοδικά όπως το ΚΕΛΑΙΝΩ, ΚΕΦΑΛΟΣ, το Περιοδικό ΕΠΙΚΑΙΡΑ το 1973 όπου δημοσιεύτηκε το πρώτο μου ποίημα,
δημοσιεύσεις σε ηλεκτρονικά περιοδικά και σε πολλά Blogs.



ΚΡΙΤΙΚΗ 

ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΟΥΣΟΣ - "Σκιρτήματα του Νου--Κρυμμένα στις Σκιες " ποίηση-εκδ. Βεργίνα-Αθήνα 2019 του ΧΡΗΣΤΟΥ ΚΟΥΚΟΥΣΟΥΡΗ--

Σύντομη κριτική στην ποιητική του Χρ. Κουκουσούρη

Ένα ξάφνιασμα μετρικής ποίησης, με πολλαπλά σκιρτήματα του νου και της ψυχής, δροσερεύουν την ποίηση του εκλεκτού φίλου -ποιητή Χρήστου Κουκουσούρη.
Ένας πολυθεματικός παλμός-βιωματικής στόχασης και ερωτικής και τολμηρής εξομολόγησης , διακρίνεις άμεσα, να περιπολεί από στροφή σε στροφή, το πονημά του, με αναδιφήσεις -ποιητικής επάρκειας-μετρικής τονικότητας, με κοινωνικές αιχμές, με στοιχεία αφύπνισης, με απλόχερο 15σύλαβο και ακούραστο καρδιοχτύπι, μ' ένα καημό-ποιητικής άνθισης, για τις αμετροέπειες της ζωής, για τις άτυπες ομολογίες των αντιθέσεων και των υποσχέσεων της ζωής.
Ο ποιητής κινείται με σκεπτικό-καλόκαρδης αποδοχής, του "πολύπειρου έρωτα " και της φιλίας. Πορεύεται αυτάρκης και νοηματοφόρος την ατραπό της ποιητικής παρουσίας, πάντα με πνεύμα ψυχικής και σταθερής προσωπικής κοινωνικότητας. Γράφει,

Τα όνειρα της νιότης μας στης θάλασσας τα πλάτη
με ούριο άνεμο στέλναμε για να μας παν’ μακριά
κι όπως η θάλασσα έπαιρνε χρώματα σκούρου αχάτη
βουρκώνανε τα μάτια μας απ’ την ανημποριά.. 

Η μουσική του στίχου γίνεται μια φυσική ενδοεπικοινωνία-βιωματικής σκόπευσης- που αντέχει στο χρόνο και προβάλλεται -πάντα- με ηθική διάσταση και κοινωνικής προέκτασης προβληματισμό και σκέψη. Παντρεύει ταιριαστά και αρμονικά τις ψυχικές του δυνάμεις [ και την ποίησή του ] με τις καλύτερες προθέσεις του, με όλη την λυρική του δυναμική, με κρίση και στοχασμό, στα κοινωνικά μας πράγματα,έντονα προβληματισμένος και δοτικός, με πολλά στοιχεία, ερωτικής διάθεσης και πειθαρχίας-άλλοτε οξύς και μοναχικός και άλλοτε σθεναρός και επιλεκτικός. Γράφει,

Δεν είμαι εκεί που η γης φαιά, στενάζει διψασμένη,
σαν μήτρα που καρπό ζητάει μ’ αγάπη να γεννήσει,
που ό άνεμος σαθρή στεγνή φέρνει μια στείρα σκόνη,
πουλιά, ζουζούνια, μέλισσες, δεν βλέπεις να πετάνε...
Είμαι εκεί που οι άνθρωποι δεν έμαθαν να βλέπουν
πίσω απ’ τ’ ασήμαντο δενδρί που υπάρχει ένα δάσος
πίσω από λέξη ταπεινή, πύρινος τρέχει λόγος
πίσω από μιαν υπόσχεση, σέρνεται ατόφιο ψέμα... 

Εκλεκτέ φίλε -ποιητή Χρήστο Κουκουσούρη--καλοτάξιδο και καλοπόρευτο το βιβλίο σου, και με πολλά-ακόμα-σκιρτήματα του νου και της ψυχής σου.

Κώστας Καρούσος-- πρόεδρος Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών--
Δοκ/φος--Κριτικ.Λογοτ--Εικαστικός---Αθήνα 10 / 12 / 2019.

 ☀ 〰☀


Θεόφιλος Γιαννόπουλος - Βαδίζοντας στις σελίδες της ποιητικής συλλογής
«Σκιρτήματα του νου κρυμμένα στις Σκιές»

{.....}
 Ένα βιβλίο που μέσα του συνάντησα την αγάπη και την μοναξιά, την ξενιτιά και τα όνειρα, το παράπονο και την χαρά. Αλλά και σκέψεις που σε τίποτε δε διαφέρουν από εξομολογήσεις. Όλα τους πλασμένα με λέξεις όμοιες με φάρους, που φωτίζουν τις αλήθειες και τα λάθη της ζωής μας. Φάρους, όπως το ομώνυμο ποίημα της συλλογής. Εκεί που ο δημιουργός μας εξομολογείται πως:

Ζωγράφισα στην άκρη του φάρο μικρό π’ ανθίζει
και οδηγεί ταξιδευτές και πλοία στο λιμάνι
κι όσο κι αν φαίνεται μικρός, καθώς το φως γυρίζει
σκορπάει ελπίδες ως εκεί, όπου το μάτι φτάνει 1

Άλλοτε ο ποιητής μοιράζεται μαζί μας και το παράπονο όσων αναγκάζονται ν’ αγναντεύουν την πατρίδα από μακριά, ως:

...λιμάνι αγαπημένο
παλεύοντας στα κύματα με φθισικούς αγέρες
να χάνομαι στο άγνωστο, μα πάντα εδώ να μένω
σ’ αναπολώ στα ύστερα
την μέρα, την άχραντη του γυρισμού
στον τόπο που μ’ αρνήθηκε και μ’ έδιωξε για αλλού... {...}

Διαβάστε όλο το κείμενο εδώ : https://www.koukidaki.gr/









ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΙ & ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

 

Vincent van Gogh - Portrait of the Postman Joseph Roulin

Άρης Αλεξάνδρου - Ανεπίδοτα γράμματα

1
Επιταγές και δέματα
τα κανονίζεις όπως-όπως.
Τριάντα τα εκατό πενήντα τα εκατό
μα ποιος θα πάρει τη μισή μου ξενητειά
ποιος θα δεχτεί να πάρει
τριάντα τα εκατό απ’ τη μισή μου ξενητειά.

Πλάι στη θάλασσα μαζί σου
είχα μπορέσει να πετάξω
δυο βότσαλα στην άκρη του γιαλού
και μας πιτσίλισαν λιακάδα.

2
Δεν ξέρω αν διαβάζεις ανάμεσα στις δέκα μου αράδες
πόσο πολύ μου λείπει το βορεινό παράθυρο κλειστό
μην τύχει και κρυώσει
ένα φλυτζάνι τσάι που αχνίζει
τα περιστέρια των χεριών σου.

Λέω να κλείσω τα παντζούρια
μήπως και μείνει τίποτα απ’ το σούρσιμο της χτένας στα μαλλιά σου
λέω ν’ ανεβάσω το φυτίλι
μη μου χαθεί η φωνή σου.

[...]

18
Το νερό που πίνουμε
είναι γεμάτο σκόνη και σκουριά του ντενεκέ.
Έχω το μαντήλι σου μα δεν σουρώνω πια τα λόγια
όπως κι ο φίλος Αυγουστής
δεν δίνει διάρα
μην του χαλάσει η τσάκιση
καθώς πασχίζει να λυγίσει το ξύλινο ποδάρι.
Έτσι κι αλλιώς αυτό το αίμα
δεν το πληρώνουν χρόνια λευτεριάς
μήτε κ’ οι άνοιξες που αν κάποτε ξανάρθουν
θα μου σφαντάξουν σαν χρυσές
οδοντοστοιχίες.
Μόνο να φτάσουν γρήγορα οι λέξεις
κι ας φτάσουν οι στιγμές
σαν άμμος μες στα μάτια σου
κι ας φτάσουνε οι παύλες
σα νευριασμένο τικ στο βλέφαρό σου:
Φωτογραφία ελήφθη. Προτιμώ πρωτότυπον.
Έτσι κι αλλιώς τα γράμματά μας
σκοντάφτουν πάντα
στις απεργίες των τριών τα
και στη λογοκρισία.

Μούδρος 1948

Από τη συλλογή Άγονος γραμμή (1952)

[πηγή: Άρης Αλεξάνδρου, Ποιήματα (1941-1971), Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 21981, σ. 30-38]



 Thomas Patterson Portrait Of A Postman

Δημήτρης Βαρβαρήγος - Μονόλογοι

Μονόλογοι των δρόμων
ένορκες βεβαιώσεις ενώνουν τις πόλεις
υπόνομοι τίγκα στη βρώμα
χαρτιά ανάκατα στο τραπέζι
μισή τσίχλα αφημένη πλάι σε ατάραχες λέξεις
στον κόκκινο μανδύα ένα χάδι περιμένει η ξεχαρβαλωμένη κούκλα ο παλιατζής πάντα την ίδια ώρα
πάντα τα ίδια λόγια
σίδερα μαζεύω
ταχυδρόμος δεν υπάρχει
ευτυχώς τίποτα δεν προσμένω

τα βιβλία στο ράφι έρημα
ανοιχτή η σακούλα με τις καραμέλες εκχέουν πίκρα
αφόρτιστο το τηλέφωνο
ανυπόφορα χειμερινά δεσμά αγκάλιασαν το μπαλκόνι
η αλόη θέλει πότισμα
άφαντες οι παντόφλες
γλιστράει το βρεγμένο μπάνιο
να προσέχεις
παγωμένη λίμνη η σκέψη
ξυλιάσαμε
κρέμασε στους ώμους το σάλι π’ αγοράσαμε
αυτό που ζέστανε γοφούς και στήθη
μοιραίος ο ερχομός του σκοταδιού
μα είναι νωρίς ακόμη να πάμε για ύπνο
εμβριθές σχέδιο η κανέλα στον αφρό του χτυπημένου με στοργή καφέ
νήδυμη απαρίθμηση ερωτικών ελιγμών οι γουλιές
να πιω;





The Mailbox is a painting by Randy Edwards 


Γιάννης Βαρβέρης - Το γράμμα

Στην τσέπη του παλτού σου
παλιό σουσάμι
φλούδια φιστικιών
και το τσαλακωμένο γράμμα μου.
Ξύπνησαν λέξεις
φράσεις ανακλαδίστηκαν
έτριξα μήνες εκεί μέσα
μέρες του κρύου
νύχτες απ’ την κρεμάστρα μέσα στη σιωπή
μήπως ακούσεις
άλλαξα στίξη αμβλύνοντας υπαινιγμούς
κόπηκα ράφτηκα εν αγνοία σου
κατά τις πιθανές σου επιθυμίες.
Μα τώρα πια που μπαίνει το καλοκαιράκι
κι είναι σαφείς οι προοπτικές του μέλλοντός μας
αντί να γκρεμοτσακιστώ πηδώντας
ή αντί να με ξεγράψεις
στέλνοντας το παλτό σου στο καθαριστήριο
θα σφίξω θα μαζέψω
σε σουσάμι ή φλούδι
κι απ’ τις ραφές θα γραπωθώ για πάντα.
Κάποτε θα μ’ αγγίξουνε τα δάχτυλά σου.
Γιάννης Βαρβέρης, (από τη συλλογή Αναπήρων πολέμου, Κέδρος 1982)



The Postman - Thomas Liddall Armitage


Νικηφόρος Βρεττάκος - Γράμμα στον Τσάρλι Τσάπλιν


«Ε, Τσάρλι Τσάπλιν, παιδικέ μου φίλε, που ΄μοιαζαν τα παπούτσια μας!

Περάσαν τόσα χρόνια από τότε κι όμως νιώθω μια ζεστασιά παράξενη, ως να με είχες στα χέρια σου ζεστάνει κάποια νύχτα, που νιφάδες χιονιού τρύπωναν μέσα στον κινηματογράφο του χωριού μου και κρύωνα διπλωμένος στο μακρύ σάκο μου, με πεσμένα τα μαλλιά στα μάτια μου, που λάμπαν βλέποντάς σε σαν του αγριμιού, ολοκάθαρα.

Που να΄ξερα πως θα΄ μενες εσύ, Τσάρλι, ως το τέλος ο φίλος μας στον κόσμο, ο καλός θείος, ο γείτονας του Θεού, ο παραστάτης σε όλους μας, και πως εγώ μια μέρα με τη φτωχή αλφαβήτα που εκεί κάτω στο ταπεινό σχολείο μας με μαθαίναν, θα σου’ γραφα ένα γράμμα σαν και τούτο, γιομάτο από φιλία και καρδιοχτύπια για όλο τον κόσμο!
Τσάρλι! Τσάρλι! Γράφω σ’ εσένα για όλους μου τους φίλους.
Τσάρλι Τσάπλιν, καλέ μου ταχυδρόμε, που πας σ΄όλες τις χώρες και χτυπάς με το διακριτικό σου μπαστουνάκι των φτωχών τα παράθυρα κι αφήνεις στο παντζούρι τους πάνω ένα γαρούφαλο, που με το πλάι το βράδυ, ακροπατώντας, μπαίνεις απ΄τις μισάνοιχτες πορτούλες στον ύπνο των παιδιών, με την ψυχή σου φορτωμένη παιχνίδια
Τσάρλι, φίλε των φίλων μου όλων που δεν έχουν φίλους, που τους πήραν τον ήλιο τ΄ ουρανού, που τους πήραν τη χάρη και την πρόνοια, και που σένα έχουν μόνο ανάμεσά τους να πηγαίνεις και να’ ρχεσαι, κουνώντας τα λοξά σου παπούτσια, διάβασέ τους την αγάπη μου Τσάρλι! Ένα λουλούδι μ΄εκατομμύρια φύλλα είναι το γράμμα που σου στέλνω για όλους. Μοίρασέ τους την ελπίδα μου, Τσάρλι.»
(Νικηφόρος Βρεττάκος, Ποιήματα, Τρία φύλλα)


Walter Dendy Sadler - The Village Postman

Νικηφόρος Βρεττάκος - Γράμμα στον άνθρωπο της πατρίδας μου

Απαντώ στη σιωπή σου μ’ ένα φως ήρεμο• όσο και να ‘ναι
σαν τον Ατλαντικό οι στιγμές μου ταραγμένες
όσο κι αν η καρδιά στα βάθη μου χορεύει όπως μια φλόγα
φωτιάς, το αίμα μου καίγεται σαν ένα μακρύ δάσος
σε μιαν απέραντη πλαγιά – όσο κι αν ένας όμορφος
ήλιος βασίλεψε, σου γράφω. Αν όχι τίποτε άλλο,
σ’ ένα μικρό φύλλο χαρτιού σού γράφω και σου στέλνω
το παιδικό μου αλάβωτο χαμόγελο σαν ένα
φεγγάρι μέσα σε μια στέρνα.

Έχεις το έλεος. Πάνω σου το βλέμμα του Θεού.
Έχεις την εύνοια των πρωινών του. Μη με μαρτυρήσεις!
Και προπαντός να μην του ειπείς πως μ’ εγκατέλειψεν η ελπίδα.
Καθώς κοιτάς τον Ταΰγετο σημείωσε τα φαράγγια
που πέρασα, και τις κορφές που πάτησα, και τα άστρα
που είδα. Πες τους από μένα, πες τους απ’ τα δάκρυά μου
ότι επιμένω ακόμα πως ο κόσμος
είναι όμορφος!

Κι αν σκίστηκε
το χώμα μου στα δύο, κι αν χάσκει η ύπαρξή μου
σαν ένας τοίχος ανοιγμένος κάτω απ’ την κοιλιά
μιας φορτωμένης καταιγίδας,
πες τους πως σου στέλνω
το παιδικό μου αλάβωτο χαμόγελο σαν ένα
φεγγάρι μέσα σε μια στέρνα.

Κατά μήκος του ποταμιού
που κατεβαίνει στην κοιλάδα,
δίπλα στις λεύκες που σου νανουρίζουν
τη λύπη, γράψε στο νερό
τ’ όνομά μου: Ελπίδα.
τ’ όνομά μου: Αγάπη.
τ’ όνομά μου: Σιωπή.

Τάραξε πάλι το νερό.
Σβήσε τα ίχνη μου πάλι.
Πες τους πως είμαι ένας ελεύθερος άνεμος που γυρνά
μέσα στο μέλλον. Πως σε κάθε δέντρο έχω δεμένο
κι από ένα χρυσοσέλωτο άλογο. Πες τους πως
εγώ κι ο ήλιος είμαστε πάντοτε σε πορεία.
Πως όταν κάθε Κυριακή ντύνομαι τις ελπίδες μου
γιομίζει καθώς περπατώ ο κόσμος.
Εσύ, έτσι πες τους.
Πως δε σου ‘γραψα τίποτα. Πως σου ‘στειλα μονάχα
το παιδικό μου αλάβωτο χαμόγελο σαν ένα
φεγγάρι μέσα σε μια στέρνα.
Από τη συλλογή Τα θολά ποτάμια (1950) 

Samuel Harry Hancock - A Postman of the City 


Κική Δημουλά - Γράμμα

Ο ταχυδρόμος,
σέρνοντας στα βήματά του την ελπίδα μου
μου ῾φερε και σήμερα ένα φάκελο
με τη σιωπή σου.
Το όνομά μου γραμμένο απ᾿ έξω με λήθη.
Η διεύθυνσή μου ένας ανύπαρκτος δρόμος.
Όμως ο ταχυδρόμος
τον βρήκε αποσυρμένο στη μορφή μου,
κοιτώντας τα παράθυρα που έσκυβαν μαζί μου,
διαβάζοντας τα χέρια μου
που έπλαθαν κιόλας μια απάντηση.
Θα τον ανοίξω με την καρτερία μου
και θα ξεσηκώσω με τη μελαγχολία μου
τ᾿ άγραφά σου.
Κι αύριο θα σου απαντήσω
στέλνοντάς σου μια φωτογραφία μου.
Στο πέτο θα έχω σπασμένα τριφύλλια,
στο στήθος σκαμμένο
το μενταγιὸν της συντριβής.
Και στ᾿ αυτιά μου θα κρεμάσω-συλλογίσου-
τη σιωπή σου.



The Postman by Alonso Perez


Ο. Ελύτης - Ο ταχυδρόμος

Κάθε πρωί οπού ξυπνώ
τρέχω στην πόρτα και κοιτώ

Τρίτη Κυριακή Δευτέρα
κι άλλη μια χαμένη μέρα

Πάνε κι έρχονται ολοένα
τα βαπόρια και τα τρένα

Ταχυδρόμε ανάθεμα σε
μόνο εμένα δε θυμάσαι

Πιάνει ο κόσμος περιστέρια
κι εγώ μένω μ’ άδεια χέρια

– Γράμμα τέτοιο δε λαβαίνεις
άδικα μην περιμένεις

Δεν σου το ‘χουνε γραμμένο
κι αν σου το ‘χουν πάει αλλού

Άλλος μένει εκεί που μένεις
και το δίνουνε αυτουνού

Ίσως να ‘ναι και σταλμένο
σ’ άνθρωπο του φεγγαριού

Ή και παραπεταμένο
σε μιαν άκρη τ’ ουρανού.
(Ο. Ελύτης, Τα ρω του έρωτα, Ίκαρος)


Mailman by Ian Russell

Νίκος Καββαδίας -Γράμμα στον ποιητή Καίσαρ Εμμανουήλ

Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε, Καίσαρ, να σας σώσει. Κάτι που πάντα βρίσκεται σ αιώνια εναλλαγή, κάτι που σχίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων, και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατέλειωτη γη. Κάτι που θα κανε γοργά να φύγει το κοράκι, που του γραφείου σας πάντοτε σκεπάζει τα χαρτιά. να φύγει κρώζοντας βραχνά, χτυπώντας τα φτερά του, προς κάποιαν ακατοίκητη κοιλάδα του Νοτιά. Κάτι που θα κανε τα υγρά, παράδοξά σας μάτια, που αβρές μαθήτριες τ αγαπούν και σιωπηροί ποιηταί, χαρούμενα και προσδοκία γεμάτα να γελάσουν με κάποιο τρόπο που, ως λεν, δε γέλασαν ποτέ. Γνωρίζω κάτι, που μπορούσε, βέβαια, να σας σώσει. Εγώ που δε σας γνώρισα ποτέ Σκεφτήτε Εγώ. Ένα καράβι Να σας πάρει, Καίσαρ Να μας πάρει Ένα καράβι, που πολύ μακριά θα τ οδηγώ. Μιά μέρα χειμωνιάτικη θα φεύγαμε. Τα ρυμουλκά περνώντας θα σφυρίζαν, τα βρωμερά νερά η βροχή θα ράντιζε, κι οι γερανοί στους ντόκους θα γυρίζαν. Οι πολιτείες ξένες θα μας δέχονταν, οι πολιτείες οι πιό απομακρυσμένες κι εγώ σ αυτές αβρά θα σας εσύσταινα σαν σε παλιές, θερμές μου αγαπημένες. Τα βράδια, βάρδια κάνοντας, θα λέγαμε παράξενες στη γέφυρα ιστορίες, γιά τους αστερισμούς ή γιά τα κύματα γιά τους καιρούς, τις άπνοιες, τις πορείες. Όταν πυκνή ομίχλη θα μας σκέπαζε, τους φάρους θε ν ακούγαμε να κλαίνε και τα καράβια αθέατα θα τ ακούγαμε, περνώντας να σφυρίζουν και να πλένε. Μακριά, πολύ μακριά να ταξιδεύουμε, κι ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει. εσείς τσιγάρα «Κάμελ» να καπνίζετε, κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω ουϊσκυ. Και μιά γριά στο Αννάμ, κεντήστρα στίγματος, μιά γριά σ ένα πολύβουο καφενείο μιά αιμάσσουσα καρδιά θα μου στιγμάτιζε, κι ένα γυμνό, στο στήθος σας, κρανίο. Και μιά βραδιά στη Μπούρμα, ή στη Μπατάβια στα μάτια μιάς Ινδής που θα χορέψει γυμνή στα δεκαεφτά στιλέτα ανάμεσα, θα δήτε ίσως τη Γκρέτα να επιστρέψει. Καίσαρ, από ένα θάνατο σε κάμαρα, κι από ένα χωμάτινο πεζό μνήμα, δε θα ναι ποιητικώτερο και πι όμορφο, ο διάφεγγος βυθός και τ άγριο κύμα; Λόγια μεγάλα, ποιητικά, ανεκτέλεστα, λόγια κοινά, κενά, «καπνός κι αθάλη», που ίσως διαβάζοντας τα να με οικτείρετε, γελώντας και κουνώντας το κεφάλι. Η μόνη μου παράκληση όμως θα τανε, τους στίχους μου να μην ειρωνευθήτε. Κι όπως εγώ για έν αδερφό εδεήθηκα, για έναν τρελόν εσείς προσευχηθήτε.



 The Village Postman by Heywood Hardy

ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΡΥΩΤΑΚΗΣ - ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΟΥ

Τα γράμματά σου τα ‘χω, Αγάπη πρώτη,
σε ατίμητο κουτί, μες στην καρδιά μου.
Τα γράμματά σου πνέουνε τη νιότη
κι ανθίζουνε την όψιμη χαρά μου.

Τα γράμματά σου, πόσα μου μιλούνε
με τις στραβές γραμμές και τα λαθάκια!
Τρέμουν, γελάνε, κλαίνε, ανιστορούνε
παιχνίδισμα τη ζούλια και την κάκια…

Το μύρο στους φακέλους που είχες ραντίσει,
του Καιρού δεν το σβήσανε τα χνότα.
Παρόμοια ας ήταν να μην είχε σβήσει
η απονιά σου τα ονείρατα τα πρώτα

Τα γράμματά σου πάνε, Αγάπη μόνη,
βάρκες λευκές, τη σκέψη μου εκεί κάτου.
Τα γράμματά σου τάφοι• δεν τελειώνει
απάνω τους η λέξη του Θανάτου.

The Old Man Reading A Letter by Fyodor Bronnikow



Γιώργος Κόκκινος -  Ο Ταχυδρόμος

Στα χέρια μου κρατώ ένα μικρούλι ραβασάκι
γραμμένο με μελάνι των φιλιών
το βάψανε τα μάτια σου με αίμα αυτό τ’ αντίο
με κόκκινο και ροζ, το πότισαν τα χείλη σου

αντίο λέμε “γεια χαρά” σαν αποχωριζόμαστε
σα φίλοι, σα γνωστοί, σαν ξένοι π’ ανταμώσαμε
τυχαία όπου αφήνουμε ελπίδες
μα η ίδια η ζωή, μας ρίχνει τις ευθύνες
κι απάνω που κοντέψαμε το στόχο μας
με μιας κάποιος εχθρός στήνει παγίδες

αντίο λέμε, σαν χωρίζουν και τα μάτια μας
και πλέον δεν υπάρχει άλλος τρόπος ν’ ανταμώσουν
τί κι αν τις λιγοστές ελπίδες μας ζυγίσαμε
τί λόγια κι αν αλλάξαμε στα χείλη, τί φιλιά
τί όνειρα κι αν κάναμε πριν ακουστεί τ’ αντίο

αυτό αποφασίστηκε, εδώ, σε μια νυχτιά
κι η μέρα κοροϊδεύει τις αιτίες

στα χέρια μου κρατώ ένα μικρούλι γραμματάκι
το φύλαγα σα θησαυρό που ‘χα σκοπό να στείλω
κομμένο και ραμμένο στην καρδιά σου
με ένδειξη “Express” και “συστημένο”

το ξέρω, θα ταξίδευε πιο γλήγορα από μένα
θα έτρεχε, θα κάλπαζε και θ’ άλλαζε στεριά
πιο γρήγορα απ’ τον άνεμο θα έφτανε για σένα
να τρέξει στα ματάκια σου ένα δάκρυ από χαρά

στην τσέπη κάποιου ερωτευμένου ταχυδρόμου
στη θήκη μιας πολυτελούς αποσκευής
σ’ ένα αεροδρόμιο, σ’ ένα πλοίο ή ένα τρένο
- σε ποιον επόμενο σταθμό θες να σε βρω; -

δυο λέξεις είχα γράψει μες στο φάκελο
[ και να ‘μαι, έπιασα πάλι δουλειά, δουλεύω
μοιράζω γράμματα στον κόσμο κι όλο τρέχω
γιατί μ’ αρέσει να πετώ στον ουρανό ]
δυο λέξεις είχα γράψει “ σε αγαπώ”

στο δίπλα απ’ το γραφείο μου δοχείο
υπάρχουν κομματάκια από χαρτί
με αίμα είναι βαμμένα κι απ’ τους δύο
- αγάπη μου να μείνεις δυνατή -

το αντίο δε το γιάτρεψε ο χρόνος
και δρόμο τώρα αλλάζει ο ταχυδρόμος



Late Postman is a painting by Mils Gan 
 Θανάσης Πάνου -  Ο ταχυδρόμος από την χώρα του μέλλοντος

«Η γλώσσα με τις υψηλές έννοιες βρίσκεται ένα ανασασμό πριν τον θάνατο». 
… 

Καλοί μου φίλοι, 

Αυτή την στιγμή που στεκόμαστε εδώ, η κοινωνία αποσυντίθεται, παρόλο που έχει ως βάση το τσιμέντο. 
Άτομα διασπώνται , ακτινοβολίες μας βομβαρδίζουν , άνθρωποι πάνε και έρχονται αφήνοντας πίσω τις σωματικές οσμές τους, η μεσόγειος ροκανίζει τις ακτές , ο αέρας περνάει μέσα από τα κλιματιστικά… και πάει λέγοντας. Εν τω μεταξύ ο πλανήτης μας περιστρέφεται γύρω από τον άξονά του και γύρω από τον ήλιο, ο ήλιος ακολουθεί μια τροχιά γύρω από το κέντρο του γαλαξία και ο γαλαξίας ακολουθεί μια τροχιά γύρω από ένας θεός ξέρει τι. Επιπλέον όπως όλοι ξέρουμε, το σύμπαν διαστέλλεται με διαβολεμένη ταχύτητα. Τα σενάρια όμως που πλέκουν τα όνειρα μας, εκπνέουν επινοήσεις με τέτοιες ευφάνταστες πλοκές , με τέτοιες υποχθόνιες αρχιτεκτονικές επινοήσεις που το υπέρλογο της φαντασίας παραδίδεται μπροστά τους. 

Το όνειρο αυτό , το έφερε ένας καβαλάρης ταχυδρόμος του μέλλοντος , ένας εργάτης μεταφοράς του λόγου , μια συνηθισμένη βραδιά που βυθισμένος στη ονειροφαντασία ήμουν ευάλωτος στην άναρχη επιβολή του. Φυσικά ως όνειρο είναι αληθοφανές, ευτυχώς όμως δεν είναι αληθινό, μιας και το αύριο το πλάθουμε εμείς, όπως ως παιδιά της φύσης, θέλουμε να πιστεύουμε ότι κτίζουμε με τα δικά μας τραχιά σχεδιάσματα το αύριο. Όπως δηλαδή ο σπόρος ανοίγει το δρόμο στη βλάστηση. Βέβαια, πάντα τα ζιζάνια βλαστάνουν και αυτά γύρω – γύρω , κλέβοντας ότι μπορούν, όπως ως ζιζάνια οφείλουν να πράττουν. 

Μια φανταστική κατάσταση σαν αυτή που περιγράφεται από τη επίσκεψη του ταχυδρόμου δεν ισχύει σήμερα αλλά θα μπορούσε να συμβεί το έτος 2031. Έτσι για το μικρό πηδηματάκι στο χρόνο, ας πούμε δέκα λεπτά στο μέλλον, θα πρέπει με κάποιο τρόπο να φύγω από την αίσθηση αλλοτριότητας του σήμερα. Οδηγός, η αίσθηση ότι η γραφή είναι ο αρχιτέκτονας που αποκαλύπτει διάφορες πτυχές μέσα από τα σκόρπια ψίχουλα της ονειροφαντασίας. 

Στην εποχή λοιπόν αυτή, η διαδικασία της κοινωνικής ανάπτυξης σύμφωνα με τους νόμους του ζώντος χάους της ανθρώπινης φύσης επιδεινώθηκε και η ασυμμετρία αναδύθηκε γυμνή μπροστά σε όλους μας. Εδώ πλέον, η γλώσσα δεν είναι όργανο ομιλίας , δεν γονιμοποιεί ιδέες , οι λέξεις δεν κινούν. 

Στο κέντρο της κάθε πόλης ορθώνεται ένα δεκάμετρο άγαλμα , απεικονίζοντας ένα κασμά και στη βάση του μια μεγάλη επιγραφή αναφέρει «Στάσου προς το μέρος που ατενίζει το άγαλμα και θυμήσου το μολύβι». Οι τελευταίες τρείς λέξεις είναι γραμμένες με μεγαλύτερα στοιχεία. 

Οι ομιλίες που ακούω γύρω μου διαμελίζουν με φραστικά ολισθήματα την επικοινωνία. Και ο λόγος, μα γιατί και ο λόγος αναρωτήθηκα… 

“Μα γιατί απελευθερώνει , δίνει υπόσταση στον άνθρωπο” απάντησε ένα γκράφιτι στο τοίχο της τελευταίας βιβλιοθήκης. 

Αναζήτησα την ενημέρωση από τα Μ.Μ.Ε. Οι δύο εκφωνητές με ίδια φωνή διάβαζαν το ίδιο κείμενο ταυτόχρονα: 

«Κατάπληξη έχει προκαλέσει στη διεθνή κοινή γνώμη και ιδιαιτέρως στους ανθρώπους των γραμμάτων η απόφαση της UNESCO σχετικά με την ελληνική γλώσσα. Υπενθυμίζουμε στους ακροατές μας ότι το όλο ζήτημα ξεκίνησε όταν το Ευρωπαϊκό κοινοβούλιο αποτελούμενο από τα 350 παιδιά πού είχαν επισκεφτεί την χώρα μας το 2013 σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα διαπολιτισμικών ανταλλαγών μεταξύ σχολείων, και με εισήγηση του ολλανδού επιτρόπου Βαν ντε Μπρίκι , έκανε δεκτή την έκθεση της επιτροπής Ο.Η.Π (οργανισμού Ηνωμένων πολιτειών-πρώην Ο.Η.Ε). Οι κορυφαίοι γλωσσολόγοι, ο γερμανός Fatauler και ο γάλος Tecnotelier καυτηρίασαν τον Γλωσσικό Φραγκεστάιν της Ελλάδας. Υποστήριξαν ότι τα ρήματα, ΣΕΡΦΑΡΩ, ΡΙΣΚΑΡΩ, ΚΟΠΛΙΜΕΝΤΑΡΩ, ΣΟΥΖΑΡΩ, ΠΑΡΚΑΡΩ, ΣΟΚΑΡΩ, ΦΟΥΛΑΡΩ, ΡΕΓΟΥΛΑΡΩ, ΜΠΛΟΚΑΡΩ, ΚΟΜΛΕΞΑΡΩ, ΠΡΕΣΑΡΩ, ΝΤΑΟΥΝΙΑΖΩ κ.α, οδήγησαν την Ελλάδα στην καταπόντιση του μύθου της” 

Η γλώσσα με τις υψηλές έννοιες βρίσκεται ένα ανασασμό πριν τον θάνατο… 

“Ο έκπτωτος λόγος, οδήγησε σε σκοταδισμό σε μια μαύρη σκηνογραφία, σε ένα δράμα επικοινωνίας, πράγμα ανεπίτρεπτο για την πολιτισμένη Ευρώπη. Οι δύο καθηγητές υποστήριξαν μάλιστα ότι η γλώσσα που μιλιέται είναι μια παραφθαρμένη μίξη από την επικράτηση του γλωσσικού μεταναστευτικού κύματος και της βραχυλογίας που υποχθόνια ρίζωσε σε όλους η επικοινωνία μέσω των κομπιούτερ. Δυσάρεστη τροπή πήρε το όλο ζήτημα όταν το βρετανικό κοινοβούλιο αποφάσισε να επιβάλλει εμπάργκο ώστε οι Έλληνες να ονομάσουν τη γλώσσα τους Αγγλική, όπως σωστά είχε προτείνει πριν πολλά χρόνια στην εποχή της εκποίησης των πάντων, μια ελληνίδα πολιτικός». 

Κλείνω το γράμμα, «αρκετά» λέω, όλοι έχουμε παρόμοια όνειρα και φόβους… 

Το μόνο που θα ήθελα όμως να ξέρω είναι το εξής: 

Αν η εξύψωση της υλικής γραφής υπηρετήσει συμφέροντα μιμούμενη την πολιτική υποτέλεια του σήμερα , τι είναι εκείνο που θα φροντίσει να μείνει ακέραια η μνήμη των προγόνων μας, που έκλεισαν το σύμπαν στο εσωτερικό της ελληνικής γλώσσας, ευαγγελίζοντας την ανάλυση και ανίχνευση με τον λόγο; 

Το ετεροχρονικό συνεχές είναι εκείνο που προσδίδει μια αίσθηση ταυτότητας; 

Αν μου διακόψουν την πολιτιστική μου συνέχεια , η ψευδαίσθηση της ταυτότητας της εξελιγμένης κοινωνίας θα με αφήσει να εξακολουθώ να είμαι εγώ; 

Πολίτης αυτού του τόπου των γραμμάτων , που ως σκαφτιάς θέλω να αναμετράμε , να σημαδεύομαι στη διαμάχη με τις λέξεις και ας χάνω . 

Αυτό είναι το ερώτημα που με βασανίζει συνέχεια… 

Τα μουσεία των πολιτιστικών ιδεών έπεσαν στο κενό. 

Η μόνη απάντηση που δίνει το γράμμα του μέλλοντος είναι η σιωπή, μια οπερέτα της ονειροφαντασίας με ηθοποιό τον λόγο που επίμονα δεν εμφανίζεται, στη σκηνή. 

Ίσως θα έπρεπε να συμφωνήσω με εσένα, ότι δεν είναι ηθικά σωστό να ισχύσει αναδρομικά η απαγόρευση των ονειροσκέψεών μας. 

Τα Απόρρητα των απορρήτων του λόγου κατοικούν στο Ολύμπιο βουνό. 

Εκεί που υπάρχει μια πέτρα κάτω από μια άλλη πέτρα που την δια λόγου λύτρωση καλά κρατά , καλώντας για την εκταφή ή την ανάσταση μας. 

A Letter Finally Arrives is a painting by Danny Lowe


ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ 

Ο Ταχυδρόμος -Il Postino


Ο Ταχυδρόμος (Il Postino) είναι ιταλική κινηματογραφική ταινία παραγωγής 1994, σκηνοθετημένη από το Μάικλ Ράντφορντ.

Η ταινία αφηγείται τη φιλία του νεαρού ταχυδρόμου Μάριο Ρουόπολο (Τροΐζι) με το Χιλιανό κομμουνιστή ποιητή Πάμπλο Νερούδα (Νουαρέ) και τον έρωτα του πρώτου για την όμορφη Μπεατρίτσε Ρούσο (Κουτσινότα). Το σενάριο είναι βασισμένο στο μυθιστόρημα Ardiente Paciencia του Αντόνιο Σκάρμετα (1985) και ακολουθεί αρκετά πιστά την πλοκή του, με τη διαφορά ότι η ιστορία εκτυλίσσεται στην Ιταλία του '50 αντί για τη Χιλή του '60.

Υπόθεση


Ο Μάριο είναι ένας νεαρός που ζει στο απομονωμένο νησί Σαλίνα κατά τα τέλη της δεκαετίας του '50 και ονειρεύεται να μεταναστεύσει στις ΗΠΑ, προσπαθώντας να μη γίνει ψαράς σαν τον πατέρα του. Τελικά του δίνεται μια άλλη ευκαιρία, όταν προσλαμβάνεται στο ταχυδρομείο για να διακινεί την αλληλογραφία του Χιλιανού Πάμπλο Νερούδα, ο οποίος διώκεται από τις αυταρχικές κυβερνήσεις της πατρίδας του κι έχει λάβει πολιτικό άσυλο απ' την Ιταλία, υπό τον όρο ότι θα μένει μόνιμα σε μια ερημική περιοχή της Σαλίνα.

Σύντομα ο Μάριο διαπιστώνει πως το μεγαλύτερο μέρος των επιστολών προέρχεται από θαυμάστριες και μολονότι σχεδόν αγράμματος, ξεκινά να διαβάζει τα ποιήματα του Νερούδα και να συζητά όσο γίνεται περισσότερο μαζί του, ελπίζοντας ότι θα βρει λύση στο μεγάλο του πρόβλημα: ντρέπεται να φλερτάρει. Σιγά-σιγά μυείται στα μυστικά της ποίησης, την οποία χρησιμοποιεί για να γοητεύσει την Μπεατρίτσε που εργάζεται στο καφενείο της θείας της στο λιμάνι. Παράλληλα αναπτύσσει μια πρωτόλεια ταξική συνείδηση και αρχίζει να αμφισβητεί το δεξιό πολιτευτή που κρατά την περιοχή στην καθυστέρηση, ώστε να εκμεταλλεύεται πολιτικά και οικονομικά τους αφελείς νησιώτες.

Κάποια στιγμή η πολιτική κατάσταση στη Χιλή αλλάζει με την εκλογή του προέδρου Σαλβαδόρ Αγιέντε και ο ποιητής διορίζεται πρέσβης στο Παρίσι. Φεύγει με την υπόσχεση ότι θα επιστρέψει - καθώς όμως τα χρόνια περνούν και ο Νερούδα δεν εμφανίζεται, ο Μάριο μένει με την πίκρα ότι ο παλιός του φίλος τον ξέχασε.

Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Νερούδα θα ξαναφτάσει στη Σαλίνα, αυτή τη φορά ως επισκέπτης. Ανακαλύπτει ότι ο Μάριο κι η Μπεατρίτσε απέκτησαν έναν γιο, τον οποίο ονόμασαν Παμπλίτο προς τιμήν του. Δυστυχώς όμως ο Μάριο δεν ζει: δολοφονήθηκε από την αστυνομία στη Νάπολη, καθώς ανέβαινε στο βήμα μιας πολιτικής συγκέντρωσης για να εκφωνήσει ένα ποίημα.

Βραβεύσεις

Αν και ταινία χαμηλών τόνων με «σινεφίλ» χαρακτηριστικά, ο Ταχυδρόμος γνώρισε απροσδόκητα θερμή υποδοχή από το ευρύ κοινό και κέρδισε διεθνείς διακρίσεις.

Έλαβε το Βραβείο Όσκαρ Πρωτότυπης Μουσικής για τη σαιζόν 1995, ενώ ήταν υποψήφιος σε τέσσερις ακόμα κατηγορίες που συνήθως περιλαμβάνουν μόνο αμερικανικές παραγωγές: Καλύτερη Ταινία, Σκηνοθεσία, Α' Ανδρικός Ρόλος, Διασκευασμένο Σενάριο. Η υποψηφιότητά του για Καλύτερη Ταινία του στέρησε το δικαίωμα να διεκδικήσει το Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, για το οποίο θα ήταν το αδιαφιλονίκητο φαβορί.

Επίσης το 1996 έλαβε τρία Βραβεία της Βρετανικής Ακαδημίας Κινηματογράφου (τα λεγόμενα βρετανικά Όσκαρ): Σκηνοθεσίας, Μουσικής, Καλύτερης Μη Αγγλόφωνης Ταινία


ΔΕΊΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ https://homouniversalisgr.blogspot.com/










ΑΝΔΡΕΑΣ ΔΑΒΟΥΡΛΗΣ "Ατιτλο"


Τις νύχτες στις φυλακές
όταν οι κρατούμενοι σιωπούν
όταν κοιμούνται
οι λέξεις τους κλειδώνονται μαζί τους
Τότε τα σιδερένια κάγκελα
διηγούνται τις ιστορίες τους
το παράπονο ξέχυλο
Γερνάνε τα εγκλήματα τους
όπως γερνάει το κορμί
κι οι κουρασμένες ψυχές
αποζητούν συγχώρεση
το δικαίωμα στην άφεση
στην ανάσταση
Τότες τα λόγια των ονείρων
οι προσευχές τους
ακουμπάνε τους τοίχους των κελιών
δραπετεύουν
περιπλανιόνται σε χώρους γνώριμους
κάθε βράδυ
Και τις αυγές
ο ελεήμων ήλιος
σκουπίζει τον ιδρώτα
της μοναξιάς τους
στα κουρασμένα τους πρόσωπα
Τους υπόσχεται
μια γωνιά στην άκρη του κόσμου
στην άκρη του δίκιου

Άνδρεας Δαβουρλής
07 ιουν 2021
υπό έκδοση

Πίνακας : Οι «Φανταστικές Φυλακές» του Πιρανέζι