«Σεβάσου τους ηλικιωμένους, όταν είσαι νέος. Βοήθησε τους αδύναμους, όταν είσαι δυνατός. Ομολόγησε τα λάθη σου, όταν είσαι λάθος. Γιατί κάποια μέρα θα είσαι κι εσύ ηλικιωμένος, αδύναμος και λάθος»
Αφότου η 1η Οκτωβρίου κάθε έτους καθιερώθηκε ως παγκόσμια ημέρα της Τρίτης Ηλικίας, οι ηλικιωμένοι βρίσκονται – έστω και για μια μέρα – στο προσκήνιο. Ακούγονται λόγια συμπάθειας και σεβασμού σε όσους ο χρόνος βαραίνει τους ώμους τους. Δεν λείπουν, βέβαια, και οι υπερβολές όσον αφορά το θαυμασμό προς τους ξωμάχους της ζωής, άσχετα αν αυτοί το μόνο που πέτυχαν στη ζωή τους ήταν απλά να επιβιώσουν, χωρίς να πετύχουν κάτι ξεχωριστό ή να αφήσουν κάτι δημιουργικό ως παρακαταθήκη στις επερχόμενες γενεές.
Τότε αυτόματα έρχεται στην επιφάνεια το φιλοσοφικό ερώτημα, αν ο σεβασμός και ο θαυμασμός είναι κάτι που οφείλουμε σε κάποια πρόσωπα (γονείς, δάσκαλοι…), θεσμούς (στρατός…) ή σύμβολα (σημαία...) ή αν κερδίζεται και υποβάλλεται από τα αντικείμενα του σεβασμού και του θαυμασμού.
H Τρίτη Ηλικία στην αρχαιότητα
Οι αρχαίοι θεσμοθέτησαν τη Γερουσία ως νομοθετικό σώμα, δηλώνοντας έτσι εξ υπαρχής πως η γνώση, η σοφία και η εμπειρία ενυπάρχουν αξιωματικά στους ηλικιωμένους. Άρα ο σεβασμός στους ηλικιωμένους συνιστούσε ατομική αρετή και κοινωνική αξία. Για τους αρχαίους τα γηρατειά και η φρόνηση βάδιζαν παράλληλα. Κάθε παρέκκλιση από αυτό το σχήμα Γηρατειά = Σοφία προκαλούσε αρνητικά σχόλια
Γνωστή είναι η οργή του Κρέοντα προς τον Χορό, όταν αυτός με τα λεγόμενά του αντιτάσσεται στις πράξεις του («άναξ μη τι και θεήλατον τούργον τόδε»– βασιλιά μήπως το έργο αυτό είναι και θεόσταλτο). Στο υβριστικό ξέσπασμα του Κρέοντα εμπεριέχεται όλη η αρχαία απαίτηση – θέληση οι γέροντες να είναι και φορείς γνώσης, φρόνησης και ορθού λόγου:
«Παύσαι, πριν οργής καμέ μεστώσαι λέγων,/ μη ‘φευρεθής άνους τε και γέρων άμα...» (Πάψε, πριν με γεμίσεις με οργή μιλώντας, και μη φανείς ότι είσαι άμυαλος ενώ είσαι γέροντας) (Σοφοκλέους «Αντιγόνη»).
Η παράδοση, λοιπόν, είναι με το μέρος της Τρίτης Ηλικίας ως προς τον απαιτούμενο σεβασμό. «Γιατί ο σεβασμός δεν είναι κάτι που κερδίζεται λόγω επιδόσεων του προσώπου που σεβόμαστε. Ο σεβασμός πηγάζει από μια ιδιότητα, από κάτι που είναι, όχι από κάτι που κάνει το συγκεκριμένο πρόσωπο»(Γ.Ν. Σιδέρη, «Τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο…Γονείς θέλουν»).
Η ζωή είναι περιπέτεια
Ωστόσο, πολλοί είναι εκείνοι που αμφισβητούν την παραπάνω αντίληψη – την οποία θεωρούν άκρως συντηρητική – και αντιτείνουν το επιχείρημα πως ο καθένας αξιολογείται θετικά όχι από τα πόσα χρόνια έζησε αλλά από το «πώς» τα έζησε και τι πέτυχε. Η απλή, δηλαδή, επιβίωση δεν συνιστά από μόνη της «αξία».
Η ζωή είναι μια πάλη, μια κίνηση, μια περιπέτεια, μια σύγκρουση με το άγνωστο, το ανέλπιστο, το τυχαίο και το «μοιραίο». Το αποτέλεσμα αυτής της πάλης στεφανώνει τους νικητές και όχι όσους συμβιβάστηκαν ή προσαρμόστηκαν στις ποικίλες «αναγκαιότητες» της ζωής.
«Ζω δεν σημαίνει αναπνέω, σημαίνει ενεργώ, σημαίνει χρησιμοποιώ τα όργανά μου, τις αισθήσεις μου, τις ικανότητές μου, όλα τα μέρη του εαυτού μου που μου δίνουν τη συναίσθηση της ύπαρξής μου. Ο άνθρωπος που έζησε περισσότερο δεν είναι εκείνος που μέτρησε περισσότερα χρόνια, αλλά όποιος ένιωσε περισσότερο τη ζωή».(Ρουσσώ)
Ζωή για το Ρουσσώ είναι η δημιουργία και η θέληση να αφήσουμε κάτι σε αυτούς που θα έρθουν. Ζωή είναι η τέχνη να μαθαίνω, να αποκτώ εμπειρίες και να αισθάνομαι ότι αποτελώ ακριβό κομμάτι αυτού του κόσμου.
Βέβαια κάποιοι θα υποστηρίξουν πως η φυσική επιβίωση συνιστά τον απόλυτο νόμο της φύσης και δεν υπακούει στις ηθικές ή κοινωνικές αξιολογήσεις. Γι’ αυτούς ζωή σημαίνει η σιγουριά, η διάσωση, η βεβαιότητα και η αποφυγή του πόνου και του φόβου. Και είναι πολλοί αυτοί που ακολουθούν αυτό το δρόμο: προσαρμόζονται, συμμορφώνονται και επιβιώνουν.
Η ζωή και οι κίνδυνοι
Για πολλούς, όμως, στοχαστές το βαθύτερο νόημα της ζωής του ανθρώπου βρίσκεται όχι στην αναζήτηση κι εξασφάλιση της «βεβαιότητας» αλλά στην πάλη με το άγνωστο και τον κίνδυνο. Μια ζωή, δηλαδή, περιχαρακωμένη στην ασφάλεια και στη σιγουριά της απόλυτης βεβαιότητας περιπίπτει σε τέλμα και χάνει κάθε στοιχείο ελευθερίας. Αντίθετα η διακινδύνευση της βεβαιότητας και η καθημερινή τριβή με τον κίνδυνο χαρίζει στη ζωή εκείνη τη φλόγα που φωτίζει τις μυστικές διαδρομές της ελευθερίας και της αυτοεπιβεβαίωσης.
Η ζωή, επομένως, προσμετράται ή και αποτιμάται ως θετικό στοιχείο μόνο στο βαθμό που συνειδητοποιούμε ότι μπορεί να τη στερηθούμε. Ο κίνδυνος είναι ταυτισμένος με τον πόνο, το φόβο, το μοιραίο, το απρόβλεπτο, την απώλεια και το θάνατο. Όλα αυτά δεν ορίζουν αρνητικά τη ζωή, αλλά συνυφαίνουν το «άλλο» κομμάτι της. Η διακινδύνευση της ζωής αισθητοποιεί την επιβεβαίωση της μοναδικότητάς της.
Μέσα από τον κίνδυνο ο άνθρωπος βιώνει συγκλονιστικά συναισθήματα που τον οδηγούν στη γνώση των απώτατων ορίων ανάμεσα στις δίδυμες δυνάμεις του κόσμου, τη Ζωή και το Θάνατο. Κι αυτό γιατί ο κίνδυνος ενεργοποιεί όλες τις δυνάμεις του ανθρώπου και προετοιμάζει τις προϋποθέσεις για την εξωτερίκευση όλων των θετικών στοιχείων του εσωτερικού του κόσμου. Η επιτυχία, η δράση, η κίνηση και η αλλαγή πολλές φορές εμπεριέχουν το στοιχείο του κινδύνου αλλά ταυτόχρονα νοηματοδοτούν και χρωματίζουν θετικά τη ζωή και τον πρωταγωνιστή της (ο άνθρωπος αγωνιστής).
Στο βαθμό, λοιπόν, που ο κίνδυνος εκφράζει την υπέρβαση του Εγώ και αναδεικνύει τον εσωτερικό πλούτο του ανθρώπου τότε μπορούμε να μιλάμε για τη συνδρομή του στην κατάκτηση ενός βαθύτερου νοήματος ζωής. Εξάλλου «Στην τέχνη του ζην, ο άνθρωπος είναι ταυτόχρονα ο καλλιτέχνης και το αντικείμενο της τέχνης του, είναι ο γλύπτης και το μάρμαρο, ο γιατρός και ο ασθενής», (Φρομ).
Κάθε φορά, λοιπόν, που συναντάς, διαλέγεσαι ή συνυπάρχεις με άτομα της λεγόμενης Τρίτης Ηλικίας, εύκολα οδηγείσαι στις παρακάτω σκέψεις:
Όταν βλέπω…τότε νιώθω…
● Όταν σκέπτομαι πως η ζωή που μας δίνεται ως δώρο δεν ξοδεύεται στη νιότη, ούτε λυγίζει στις κακουχίες του χρόνου, τότε νιώθω νικητής.
● Όταν βλέπω στα πρόσωπα των ηλικιωμένων τη θέληση να αντιπαλέψουν τη φθορά του χρόνου, τότε αισθάνομαι ένοχος για τις δικές μου φοβίες και την παραίτηση.
● Όταν συλλογίζομαι πως η ζωή καταξιώνεται από τα έργα που αφήνουμε και όχι τις μέρες που ξοδέψαμε στο άρμα του χρόνου απλά ζώντας, τότε νιώθω δικαιωμένος για όσα δημιούργησα.
● Όταν αντικρίζω πρόσωπα χαρακωμένα από το λεπίδι του χρόνου που, ωστόσο, δεν σκύβουν, ούτε παραπονιούνται από τη δυσμορφία αλλά στέκονται όρθιοι κι αποφασισμένοι, τότε αισθάνομαι σίγουρος για τις αντοχές μου.
● Όταν ακούω τους ηλικιωμένους να συμβουλεύουν και όχι να καταφεύγουν σε φλύαρες διδαχές, τότε σκέπτομαι πόσο άδικος ήμουνα, όταν τους περιφρονούσα με την αδιαφορία μου.
● Όταν βλέπω κάποιους να θέλουν να μένουν – ή να φαίνονται πάντα νέοι! – και για να το πετύχουν αλλάζουν το πρόσωπό τους, τότε νιώθω λίγο οργισμένος, γιατί διαβλέπω μια ασέβεια στην αναγκαιότητα – δικαίωμα να ζήσουμε και τα τρία στάδια της ηλικίας μας.
● Όταν μιλώ με νέους και διαβλέπω μια περιφρόνηση και απαξίωση στα γηρατειά, τότε συλλογίζομαι πόσο ανέξοδες και φθηνές είναι οι καταγγελίες του ρατσισμού και πόσο ευτυχής νιώθω που φρόντισα τους γονείς μου, όταν αυτοί απόκαμαν από την ασθένεια και το φορτίο του χρόνου.
● Όταν θυμάμαι τα παραμύθια και τις ιστορίες του παππού μου και της γιαγιάς μου, νιώθω ξαφνικά απογοητευμένος από την αδυναμία μου να πω τα ίδια ή άλλα στα δικά μου εγγόνια.
● Όταν συζητώ με άλλους που ερίζουν, αν ο ήλιος είναι ομορφότερος την αυγή ή το βασίλεμα, τότε νιώθω πολύ αδύναμος για να υποστηρίξω το ένα ή το άλλο.
● Όταν μιλώ με ηλικιωμένους και δεν χρησιμοποιούν πολύ τον παρελθόντα χρόνο (αναμνήσεις…) αλλά τον «μέλλοντα», τότε συλλαμβάνω τον εαυτό μου αδαή σχετικά με τη θέληση και τη δύναμη κάποιων να «ζήσουν».
● Όταν παρατηρώ γύρω μου να πληθαίνουν τα γηροκομεία και οι οίκοι ευγηρίας δεν αισθάνομαι περήφανος για την κοινωνική μέριμνα προς τους ηλικιωμένους αλλά νιώθω ανήσυχος για την απουσία της οικογένειας.
● Όταν βλέπω νέους δίπλα σε ηλικιωμένους με όλες τις διαφορές και αντιθέσεις (σώματος, ψυχής, ιδεολογίες…), τότε καταλαβαίνω την αναγκαιότητα της ισορροπίας του σύμπαντος και της ζωής που πηγάζει από τις συγκρούσεις και όχι από την επίπλαστη υποχρέωση σε κάποια εξουσία. Έτσι, νιώθω ικανοποιημένος για την κοσμογονική αρχή που πρόβαλε ο Ηράκλειτος, την «παλίντονον αρμονίην».
● Όταν ακούω τους ξωμάχους της ζωής με περισσή ειλικρίνεια να επαινούν τους νέους για τις ιδέες και τα επιτεύγματά τους, τότε αισθάνομαι χαρούμενος, γιατί αυτό σημαίνει πρόοδος.
● Όταν βλέπω τους νέους να συμβουλεύονται τους ηλικιωμένους αλλά και να βαδίζουν το δικό τους δρόμο, το «απάτητο μονοπάτι», τότε νιώθω υπερήφανος για τη νέα γενιά που γνωρίζει να ακούει το παλιό και πάνω σε αυτό να οικοδομεί το νέο. Η διαλεκτική του Έγελου στην απόλυτη εφαρμογή της.
Όποιες απόψεις, όμως, κι αν εκφράστηκαν για το νόημα της ζωής και τον απαιτούμενο σεβασμό προς τους ηλικιωμένους «Σεβάσου τους ηλικιωμένους, όταν είσαι νέος….», όλοι μας χρειαζόμαστε: Τα χαρακωμένα πρόσωπα των γερόντων, τις ιστορίες τους, τα όνειρά τους που διαψεύστηκαν, τις ατέλειωτες εξομολογήσεις τους για όσα έζησαν, τις υπερβολές τους, τα παραμύθια τους και βέβαια εκείνες τις λέξεις που μας φώτισαν και μας δίδαξαν.
https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/