«Η ιστορία διαδραματίζει επίσης κεντρικό πολιτικό ρόλο στη σημερινή Ευρώπη. Μπορεί να συμβάλει στη μεγαλύτερη κατανόηση, ανοχή και εμπιστοσύνη, μεταξύ των ατόμων και μεταξύ των λαών της Ευρώπης, μπορεί όμως και να γίνει αιτία διαιρέσεων, βίας και μισαλλοδοξίας», (Συμβούλιο της Ευρώπης, 1996).
Είναι δύσκολο να εικάσει κάποιος, αν ο συντάκτης της παραπάνω οδηγίας του Συμβουλίου της Ευρώπης προειδοποιούσε τους ευρωπαίους για την λανθασμένη χρήση της ιστορικής γνώσης στο μέλλον. Φαίνεται, όμως, πως δικαιώθηκε απόλυτα κατά το δεύτερο σκέλος από τους ποικίλους «αναθεωρητισμούς» που προβάλλονται και προπαγανδίζονται από κάποιους ευρωπαίους ηγέτες. Ο ουκρανικός πόλεμος αναδεικνύει την κορύφωση αυτών των αναθεωρητισμών και ταυτόχρονα αναδεικνύει την ανάγκη επανακαθορισμού της στάσης μας και της χρήσης της ιστορικής γνώσης.
Επικίνδυνος για τις σχέσεις των λαών και την παγκόσμια ειρήνη δεν είναι μόνον ο «ιστορικός αναλφαβητισμός» αλλά και η διαστρέβλωση – συνειδητή και καταχρηστική – της ιστορικής αλήθειας με σκοπό την εξυπηρέτηση προσωπικών φιλοδοξιών και εθνικών συμφερόντων. Αυτός ο στυγνός συμφεροντολογισμός πηγάζει από την αδυναμία του σύγχρονου πολίτη να διακρίνει τα όρια του «υποκειμενικού» χρόνου και του «ιστορικού». Άτομα, λαοί και ηγέτες φαίνεται να είναι εγκλωβισμένοι στο ατομικό και εθνικό τους «σύμπαν» και αδυνατούν να ερμηνεύσουν την σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα.
Η διαπίστωση και η συνειδητοποίηση ότι ζούμε σε έναν κόσμο ταχύτατα μεταβαλλόμενο και με εμφανή τα σημάδια της παγκοσμιοποίησης μάς γεμίζει με αντικρουόμενα συναισθήματα. Κυρίαρχο, όμως, συναίσθημα είναι αυτό που προκαλεί ανησυχία και αβεβαιότητα τόσο για την ατομική μας επιβίωση όσο και για την εθνική μας ακεραιότητα. Ως μηχανισμό, λοιπόν, άμυνας απέναντι στα αρνητικά συναισθήματα που μάς κατακλύζουν ως άτομα και κοινωνία μπορούμε να ενεργοποιήσουμε την ιστορική γνώση. Επειδή μόνον ο άνθρωπος έχει ιστορία συνειδητή και επειδή είναι ο δημιουργός της ιστορίας αποτελεί χρέος να ανιχνεύσουμε την πολυεπίπεδη χρησιμότητα της ιστορικής γνώσης.
Ιστορική γνώση και Ορθολογισμός
Αρχικά σε επίπεδο ατόμου η ιστορία συμβάλλει αποφασιστικά στην καλλιέργεια της κριτικής σκέψης και του ορθολογισμού. Στο βαθμό που η ιστορική γνώση καταγράφει αντικειμενικά τα γεγονότα του παρελθόντος εθίζει το άτομο σε μια κριτική προσέγγιση της πραγματικότητας χωρίς τους μύθους και τις προκαταλήψεις που συνήθως σκιάζουν την αλήθεια. Αναπτύσσεται, δηλαδή, ο ορθολογισμός ως εργαλείο ερμηνείας του παρελθόντος και απαλλάσσεται το άτομο από παραπλανητικά στερεότυπα που αλλοιώνουν την αλήθεια. Μέσα από την ιστορική γνώση το άτομο ανακαλύπτει νομοτέλειες, κανόνες κοινωνικής εξέλιξης και διαχρονικά κίνητρα ανθρώπινης συμπεριφοράς. Ο προσδιορισμός και η κατανόηση όλων αυτών τρέφει την επιστημονική σκέψη και διαμορφώνει ορθολογικούς κώδικες ερμηνείας και αξιολόγησης της συλλογικής και ατομικής δράσης. Έτσι μέσα από την ιστορική γνώση καλλιεργείται η κρίση, η αντίληψη, η φαντασία και γενικότερα το άτομο εθίζεται στην διαλεκτική αντιμετώπιση των γεγονότων και γενικά ωριμάζει πνευματικά.
Η ιστορική γνώση ως προϋπόθεση αυτο(ανθρωπο)γνωσίας
Σημαντική, επίσης, κρίνεται η συνεισφορά της ιστορικής γνώσης στην αυτογνωσία και ανθρωπογνωσία. Η αυτογνωσία ως η ακριβής επισήμανση των ορίων της ατομικής ύπαρξης δομείται υποχρεωτικά και πάνω στη γνώση του παρελθόντος. Αφού ο άνθρωπος δεν είναι μία αυτοφυής ύπαρξη ούτε προϊόν τυχαίων παραγόντων αλλά κοινωνικό και ιστορικό δημιούργημα η γνώση των συλλογικών βιωμάτων, των εμπειριών και των γεγονότων συντελεί στην κατανόηση των βασικών παραμέτρων του Εγώ. Η ιστορική γνώση ως ένα ταξίδι μνήμης στο παρελθόν δεν βοηθά μόνο τη διαδικασία της αυτογνωσίας αλλά και της ανθρωπογνωσίας. Κι αυτό γιατί η ιστορία παρουσιάζει κι αναλύει ανθρώπινες πράξεις που αποκαλύπτουν τα ορατά και μη ορατά κίνητρα και τρόπους σκέψης του ανθρώπου στην ιστορική του πορεία. Η ιστορία, δηλαδή, παρακολουθεί και ερευνά τον άνθρωπο τόσο στην ύψιστη δυνατότητά του όσο και στη ζωώδη έκφρασή του. Μέσα, λοιπόν, από την μελέτη της ιστορίας ο άνθρωπος «διαβάζει» τον εαυτό του, ανακαλύπτει τις βαθύτερες δομές του ανθρώπινου ψυχισμού καθώς και τους κανόνες δράσης και εξέλιξης του ανθρώπου στις μυλόπετρες του ιστορικού χρόνου.
Ο διαπαιδαγωγητικός ρόλος της ιστορικής γνώσης
Επιπρόσθετα η ιστορική γνώση δρα διαπαιδαγωγητικά προβάλλοντας πρότυπα ζωής και συμπεριφοράς. Ο διδακτικός ρόλος της ιστορίας συνίσταται στο γεγονός ότι μεταγγίζει γνώση και πολύτιμη σοφία του παρελθόντος ικανές να διαμορφώσουν την ατομική και κοινωνική συμπεριφορά προς θετικές ατραπούς. Η ιστορική μνήμη διαφυλάττει πράξεις ζωής και δράσεις ανθρώπων που ξεπερνώντας τα όρια του ναρκισσιστικού εγώ υπηρέτησαν με περισσή ανιδιοτέλεια το κοινωνικό καλό. Τέτοια πρότυπα ζωής και ιδανικά δράσης βοηθούν τους μεταγενέστερους να δώσουν σκοπούς στη ζωή τους και να ορθώσουν αυτά τα πρότυπα σε οδηγό ατομικής και εθνικής συμπεριφοράς. Επιπρόσθετα η ιστορική γνώση μάς προφυλάσσει από την επανάληψη λαθών και άστοχων επιλογών που έβλαψαν τόσο τον άνθρωπο όσο και την πατρίδα. Τα ηθικά διδάγματα, όμως, καθώς και τα παραδείγματα δεν αναδύονται μόνο μέσα από τα θετικά πρότυπα αλλά κι από πράξεις (εξουσίας, καθεστώτων) που χρησιμοποίησαν λανθασμένα την δύναμη. Έτσι, λοιπόν, η ιστορία διδάσκει την ανεκτικότητα, τη σωφροσύνη, το μέτρο και το σεβασμό στον δημιουργό της ιστορίας, τον ΆΝΘΡΩΠΟ.
Η ιστορική γνώση και το «συλλογικό υποσυνείδητο»
Αναγκαία, επίσης, θεωρείται και η καταγραφή του θετικού ρόλου της ιστορικής γνώσης στη συνοχή και ισορροπία της κοινωνίας. Η ιστορική γνώση ενισχύει και τροφοδοτεί το «συλλογικό υποσυνείδητο» μιας κοινωνίας και με την έννοια αυτή αποτελεί ενοποιητικό παράγοντα για τα μέλη του κοινωνικού σώματος. Επιπρόσθετα, η ιστορική γνώση δεν συμβάλλει μόνο στον αυτοπροσδιορισμό του μεμονωμένου ατόμου ως κοινωνικής και ιστορικής ύπαρξης αλλά και στην αυτογνωσία του κοινωνικού σώματος ως ενός προϊόντος – ύπαρξης εκείνων των διεργασιών που συνέβησαν στο παρελθόν. Λειτουργεί, δηλαδή, η ιστορική μνήμη ως συνεκτικός κρίκος, ως ένας αόρατος δεσμός μεταξύ των μελών μιας κοινωνίας ώστε να συμμερίζονται και να αγωνίζονται για κοινά οράματα. Επιτυγχάνεται, επίσης, ως ένα βαθμό μία θεμιτή ομοιογενοποίηση που με τη σειρά της ενισχύει το συνεκτικό ιστό της κοινωνίας, πραγματώνεται η ενότητα και καλλιεργείται το πνεύμα συνεργασίας και ομοψυχίας μεταξύ των μελών της κοινωνίας. Όλα τα παραπάνω λειτουργούν κατά θετικό τρόπο στη συνοχή και ισορροπία του κοινωνικού οικοδομήματος.
Ιστορική γνώση και εθνική ταυτότητα
Τέλος, καταλυτική θεωρείται η συμβολή της ιστορικής γνώσης στη διαμόρφωση και διατήρηση της εθνικής ταυτότητας και συνείδησης. Η ιστορική γνώση επικυρώνει τη συνέχεια ενός λαού στο βάθος του χρόνου, στοιχείο απαραίτητο για τον εθνικό αυτοπροσδιορισμό κάθε ατόμου και λαού. Η ιστορική μνήμη επιβεβαιώνει πως η ιστορία είναι το ατομικό και εθνικό «θησαυροφυλάκιο» μέσα στο οποίο βρίσκονται στοιχεία απαραίτητα για την ατομική και εθνική μας συγκρότηση. Η ιστορία είναι η ατομική και εθνική μας μνήμη, υπενθυμίζοντας πως «χωρίς παρελθόν και μνήμη δεν υπάρχει μέλλον και ζωή». Επιπρόσθετα η ιστορική γνώση προβάλλει την εθνική ιδιαιτερότητα που συνιστά τον αναγκαίο όρο για την εθνική αυτογνωσία και συγκρότηση της εθνικής ταυτότητας. Η γνώση της εθνικής ετερότητας ενδυναμώνει την εθνική συνείδηση, καλλιεργεί τον υγιή πατριωτισμό και σφυρηλατεί την ενότητα και τη συνοχή του έθνους. Έτσι η ιστορική γνώση προφυλάσσει το έθνος από φαινόμενα εθνικής αλλοτρίωσης – πολιτιστικής ισοπέδωσης (εθνική αφυδάτωση) που επωάζουν οι σύγχρονες διεθνείς συγκυρίες (οικουμενικός πολιτισμός).
Η ιστορική γνώση ως διάκονος της ειρήνης
Θα αποτελούσε, όμως, σοβαρή παράλειψη αν δεν τονιστεί και η αρωγή της ιστορικής γνώσης στην επικοινωνία και ειρηνική συνύπαρξη των λαών – κρατών. Η βαθύτερη γνώση της ιστορίας καλλιεργεί την πανανθρώπινη συνείδηση μέσα από την προβολή των κοινών αναγκών και προβλημάτων των λαών της οικουμένης. Αναδεικνύει την άποψη πως δεν υπάρχουν «ανώτεροι και κατώτεροι» λαοί αλλά δημιουργικοί άνθρωποι που έδρασαν σε συνθήκες ειρήνης και κοινωνικής γαλήνης. Έτσι καταρρίπτονται παρωχημένα ρατσιστικά στερεότυπα για τους «άλλους» λαούς, καθώς γίνεται κατανοητή η αξία της διαφορετικότητας υπό το πρίσμα της κοινής ιστορικής πορείας και του ανθρωπιστικού πνεύματος. Διαμορφώνεται πνεύμα μετριοπάθειας και σεβασμού απέναντι στο διαφορετικό μέσα από τη μελέτη των επί μέρους πολιτισμών και της συνεισφοράς τους στην ανθρωπότητα. Κατανοείται η πολυπλοκότητα του σύγχρονου κόσμου και διευκολύνεται η συνειδητοποίηση πως η ειρηνική συνύπαρξη πραγματώνεται μέσα από τους εθνικούς συμπλησιασμούς και τον πολιτιστικό συγκρητισμό. Έτσι αποκρούεται η ξενοφοβία και ανθοφορεί η επιθυμία για ανθρώπινη συνύπαρξη.
Η ιστορική γνώση ως ανατρεπτική δύναμη
«Οι άνθρωποι έχουν δικαίωμα στο παρελθόν τους, ακριβώς όπως έχουν δικαίωμα και να το απαρνούνται. Η ιστορία είναι ένας από τους πολλούς τρόπους για την ανάκληση αυτού του παρελθόντος και τη δημιουργία μιας πολιτισμικής ταυτότητας. Είναι, επίσης, ο δρόμος που οδηγεί στις εμπειρίες και τον πλούτο του παρελθόντος άλλων πολιτισμών. Η ιστορία είναι η επιστήμη που ενδιαφέρεται για την ανάπτυξη της κριτικής προσέγγισης στην πληροφόρηση και την ελεγχόμενη φαντασία», (Συμβούλιο Ευρώπης 1996, οδηγία 1283).
Η καταγραφή των θετικών στοιχείων που απορρέουν από τη βαθύτερη γνώση της ιστορίας μάς καθιστά όλους υπεύθυνους για την πορεία της χώρας μας και του κόσμου. Η ιστορική μνήμη και γνώση είναι δυνάμεις ανατρεπτικές γιατί διεγείρουν τη συλλογική συνείδηση και ωθούν άτομα και έθνη σε μια άλλη ερμηνεία και ενατένιση του κόσμου. Ωστόσο όταν η ιστορική γνώση δεν είναι προϊόν αντικειμενικής έρευνας και νηφάλιας κρίσης και χρησιμοποιείται για εξυπηρέτηση σκοπιμοτήτων τότε καθίσταται πρόξενος διαιρέσεων, βίας και μισαλλοδοξίας.
Η ιστορική γνώση τροφός του εθνικισμού
Πρωτίστως η υπερτίμηση της ιστορίας ενός έθνους έναντι των άλλων προκαλεί την εκδήλωση εθνικιστικής συμπεριφοράς με ό,τι αυτή συνεπάγεται. Ειδικότερα η υπερτίμηση της εθνικής ιστορίας καλλιεργεί τη νοσηρή αγάπη για την πατρίδα, την παρελθοντολατρία (ιεροποίηση του παρελθόντος), τον άγονο εθνοκεντρισμό, την ξενοφοβία, την εθνική αλαζονεία και την περιφρονητική αντιμετώπιση των άλλων. Επιπλέον, συντηρούνται οι εθνικιστικοί μεγαλοϊδεατισμοί, οι εθνικιστικές ψυχώσεις και η εθνικιστική παραζάλη. Συνέπεια όλων αυτών είναι η υποβάθμιση των στοιχείων της ιστορικής ταυτότητας των άλλων λαών, οι οποίοι αντιμετωπίζονται υπεροπτικά και ως πολιτιστικά υποδεέστερα. Η ψευδαίσθηση της «ιστορικής υπεροχής» οδηγεί στην ανάπτυξη ρατσιστικών απόψεων καθώς υποδαυλίζονται διαφορές και προκαλείται κλίμα αντιπαλότητας. Έτσι η εθνικιστική υστερία συνοδεύεται από έναν άγονο και τυφλό φανατισμό που τρέφει την διακρατική εχθρότητα και οδηγεί σε πολεμικές συγκρούσεις.
Η ιστορία στο βωμό των σκοπιμοτήτων
Επιπρόσθετα, η ιστορία καθίσταται αιτία διαιρέσεων και μισαλλοδοξίας όταν αυτή χρησιμοποιείται για την εξυπηρέτηση ποικίλων σκοπιμοτήτων. Οι πολιτικές εξουσίες αλλά και επιστημονικοί φορείς πολλές φορές παρακινούμενοι από πνεύμα ιδιοτέλειας και υστεροβουλίας διαστρεβλώνουν την ιστορική αλήθεια και παραποιούν τα γεγονότα. Επειδή τα γεγονότα ως συντελεσμένα δεν αλλάζουν πολλοί επιτήδειοι αλλοιώνουν το νόημα των γεγονότων. Έτσι στην περίπτωση αυτή η ιστορία χρησιμοποιείται επιλεκτικά και προβάλλεται με τρόπο που να εξυπηρετεί μορφές προπαγάνδας. Κάποιοι (ηγέτες, ιστορικοί…) εκμεταλλευόμενοι συγκεκριμένα ιστορικά γεγονότα, τα οποία παρουσιάζονται αποσπασματικά, και αποσιωπώντας καθοριστικές τους πλευρές, οι φορείς της προπαγάνδας παγιώνουν προκαταλήψεις και συντηρούν πάθη. Με τον τρόπο αυτό κατορθώνουν να εξάπτουν μαζικά συναισθήματα, τα οποία καθιστούν εύκολη τη χειραγώγηση των απλών πολιτών. Αυτή, λοιπόν, η παραποίηση της ιστορικής γνώσης – αλήθειας πυρακτώνει την κοινή γνώμη, υποθάλπει το φανατισμό με αποτέλεσμα τη μισαλλοδοξία και την υπονόμευση της ειρήνης μεταξύ ανθρώπων, λαών και κρατών.
Η ιστορία ως επιδερμική γνώση
Τέλος, ένας άλλο παράγοντας που καθιστά την ιστορική γνώση αιτία αρνητικών φαινομένων – συμπεριφορών (μισαλλοδοξία…) είναι και η «επιδερμική»γνώση – ενασχόληση με το ιστορικό παρελθόν. Πολλοί λέγουν – κάτι που επιβεβαιώνεται από την καθημερινότητα των εθνών – πως «οι λαοί έχουν την ιστορία που διάλεξαν να έχουν». Αυτό σημαίνει είτε ασυγχώρητη ημιμάθεια είτε επιλεκτική γνώση. Κρατά, δηλαδή, ο κάθε άνθρωπος ή λαός – συνειδητά ή ασυνείδητα – από τα ιστορικά γεγονότα όσα του προσδίδουν αίγλη και μεγαλείο, ενώ παραδίδει σε ιστορική αμνησία, προσπερνά ή αγνοεί και αποσιωπά ό,τι υποβαθμίζει την ιστορική του πράξη, είτε εξαιτίας των κινήτρων της είτε λόγω των κακών αποτελεσμάτων της. Αυτή, όμως, η επιδερμική και επιλεκτική χρήση της ιστορίας αποδυναμώνει την προσφορά της ως αξίας πολιτισμού, περιορίζει τους ορίζοντες της αυτονομίας του και καθιστά τα άτομα – λαούς – έθνη επιρρεπή και ευάλωτα σε ποικίλες χειραγωγήσεις. Έτσι η ιστορική γνώση αντί να διευρύνει τους ορίζοντες της κριτικής και της ανθρωπιάς οξύνει τις εθνικές προκαταλήψεις, τα ανθρώπινα πάθη και τελικά τρέφει τη μισαλλοδοξία και κάθε συμπεριφορά που διαιρεί αντί να ενώνει ανθρώπους και λαούς.
Επιμύθιον
Σε ένα κόσμο που βασιλεύει και κυριαρχεί η σύγχυση, η αβεβαιότητα και η ανασφάλεια η ιστορική γνώση μπορεί να λειτουργήσει ως αφετηρία για μια εσωτερική αφύπνιση και εθνική ανάταξη. Γιατί διαφορετικά κινδυνεύουμε να επαληθεύσουμε την άποψη πως «όποιος δε γνωρίζει την ιστορία του είναι υποχρεωμένος να την ξαναζήσει», (Santayana).
Πρώτιστο, λοιπόν, χρέος του λαού μας και των νέων ειδικότερα είναι να διαφυλάξει την ιστορική μνήμη έτσι ώστε αυτή να αποτελέσει οδηγό στη δίνη των παγκόσμιων αλλαγών και ανακατατάξεων. Όπως ακριβώς ο άνθρωπος δίχως μνήμη δεν μπορεί να πορευθεί στη ζωή έτσι και οι λαοί χωρίς ιστορική γνώση δεν έχουν μέλλον. Η μνήμη πονάει αλλά και εμψυχώνει – αναζωογονεί. Είναι το έδαφος στο οποίο φύονται τα όνειρα που ζητούν εκδίκηση «Τα θεμέλιά μου στα βουνά/ και τα βουνά σηκώνουν οι λαοί στον ώμο τους/ και πάνω τους η μνήμη καίει άκαυτη βάτος», (Ελύτης).
Όσοι πιστεύουν πως η Ιστορία είναι κατασκεύασμα των ισχυρών και των δυνατών ας έχουν υπόψη τους ένα σύνθημα των αναρχικών, γραμμένο σε κάποιον τοίχο ενός εγκαταλειμμένου σπιτιού.
«Συνήθως την ιστορία την γράφουν οι νικητές. Μερικές φορές, όμως, οι χαμένοι κατακτούν την συνείδηση ότι η μακρόχρονη ήττα τους είναι προσωρινή, και τότε η ιστορία δεν γράφεται, ΓΙΝΕΤΑΙ».
ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/