Λουί Αραγκόν ( 3 Οκτωβρίου 1897 - 24 Δεκεμβρίου 1982)

 

Ο Λουί Αραγκόν (Louis Aragon, Παρίσι, 3 Οκτωβρίου 1897 - Παρίσι, 24 Δεκεμβρίου 1982) ήταν Γάλλοςποιητής, μυθιστοριογραφός και δημοσιογράφος και για πολλά χρόνια μέλος του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος. Πήρε μέρος στο κίνημα του ντανταϊσμού ενώ αργότερα αποτέλεσε μαζί με τον Αντρέ Μπρετόνπρωτεργάτη του υπερρεαλισμού. Διετέλεσε εκδότης και τακτικός συνεργάτης των υπερρεαλιστικών περιοδικών Litterature και La Revolution Surrealiste.

Έργα

Εκδόσεις έργων του Αραγκόν στα ελληνικά

Μυθιστορήματα

Anicet ou le Panorama (Ανισέ ή το πανόραμα), 1921
Les Aventures de Télémaque (Οι Περιπέτειες του Τηλέμαχου), 1922
Le Paysan de Paris (Ο Παριζιάνος χωρικός), 1926
Les Cloches de Bâle (Οι καμπάνες της Βασιλείας), 1934 ― ελλην.μετάφρ.Γ.Παπακυριάκης, "ΟΔΥΣΣΕΑΣ"
Les Beaux Quartiers (Οι καλές συνοικίες), 1936 ― ελλην.μετάφρ. Μαν.Κορνήλιος, "ΟΔΥΣΣΕΑΣ"
Les Communistes (Οι Κομμουνιστές) (6 τόμοι), 1949-1951 & 1966-1967
Blanche ou l'oubli (Μπλάνς ή η Λησμονιά), 1967

Ποίηση

Les Yeux d'Elsa (Τα μάτια της Έλσας), 1942 ― ελλην.μετάφρ. Αλέξ. Μπάρας, "ΓΚΟΒΟΣΤΗΣ"

Δοκίμια

Περί του ύφους, 1928


André Breton et Louis Aragon

ΠΟΙΗΜΑΤΑ 



Ύπνος βαρύς σαν μόλυβδος

στον Philippe Soupault

Ο αγουροξυπνημένος κοιμώμενος ατενίζει τη ζωή με μάτια μικρού παιδιού
Κοιμώμενε πιο σύννεφο σκιάζει το γαλάζιο του μετώπου σου
Ο άνθρωπος κουνάει ένα κεφάλι πιο βαρύ κι από την καταιγίδα
Θα ήθελε να παίξει στις τέσσερις γωνιές μα δεν μπορεί Είν’ ολομόναχος
Η σφαίρα του ήλιου ματαίως του δίνεται
Ματαίως τα γείσα των γεφυρών
Ματαίως
Ο Ερρίκος ο Δ΄ τον προσκαλεί σ’ ένα παιχνίδι κυνηγητό
Ο κόσμος κυλά κατ’ απ’ τα πόδια του και δίπλα του οι περαστικοί έχουν πάντα το ίδιο πρόσωπο
Οι πιο βιαστικοί μοιάζουν πιο νέοι κι οι πιο ηλικιωμένοι βαριούνται τη ζωή τους(2)
Βλέποντας την δεν θα πιστεύαμε πως η πόλη δεν είναι από χαρτόνι ούτε πως τα βράδυα
Ψεύτικη σαν τις κόρες των ματιών των γυναικών και των επιστήθιων φίλων
Τι κινδύνους διατρέχω Ακίνητος στο παραπέτο του σύμπαντος
Αν ήταν να χαθώ σ’ αυτή τη δαγεροτυπία η όψη των σπιτιών στις οχτώ η ώρα θερινή
Ο ίλιγγος η διακόσμηση γίνονται το πρόσωπο της ζωής
Το πρόσωπο της κόρης εκείνης που τόσο αγάπησα
Για τις παλάμες της τα μάτια της και την ηλιθιότητα της
Πόσο ψευδόσουν υπέροχα τοπίο του έρωτα
Κι εκείνη η μικρή σπηλιά στο κούφωμα των ώμων σου
Και τ’ ανατριχιάσματα που κυλούσαν σαν τις σταγόνες στο πρόσωπο μου
Οργή οργή μα τραγουδούσες με χαμηλή φωνή σαν να ‘σουν η πιο αθώα στη γη
Και δεν έβρισκες παρά σύμφωνα κουφά
Ήχοι τραβηγμένοι από το αίμα για να ονοματίσουν τα χείλη τα χάδια
Ό,τι χόρευε ανάμεσα σε δυο σώματα η φλόγα της επιθυμίας κερί
Το βούισμα των μυγών στα φρούτα είμαι εγώ
Κι όταν αφηνόμουν ελεύθερος άφηνες με νόημα το μπράτσο σου να κρέμεται ώριμο
Μπορεί δίχως κόπο να νυστάζει
Δεν είναι νεκρό Κινείται σ’ έναν κόσμο πιο ελαστικό
Μη μου μιλάτε για το φως του ήλιου
Προσμένω την κόρη της ανάμνησης να ξαναγεννηθεί
Τρύπα φρικτή στη μνήμη
Μια λίμνη που μπορεί κανείς να δει ανθρώπους να πνίγονται να καταβυθίζονται να κρατούν από την ασφυξία το λαιμό τους αλλά να μην μπορούν να πιουν ούτε μια γουλιά νερό
Καμία μεταμέλεια δεν δύναται να σε ξυπνήσει
Κι αισθάνεσαι το κρεβάτι κάτω από τους νεφρούς σου
Ίσαμε και το έσχατο τούτο στήριγμα να κατακρημνιστεί και να κατρακυλήσεις στο κενό
Σε μια χώρα του ονείρου υπόγεια
Ξαναπέφτω λοιπόν κι εγώ στα παιδικά μου χρόνια
Τα βιβλία είναι ακόμα πορφυρά και επίχρυσα
Δεν υπάρχει παρά μονάχα μία γραμμή για το μέλλον
Εκεί ανάμεσα στ’ αναρριχητικά φυτά δασών οικείων
Ανάβαμε φωτιές με σπασμένα κλαδιά ξερά κι η πυξίδα έδειχνε ακόμα το Βορρά
Αρκεί οι βαστάζοι να μην εξεγείρονταν
Αρκεί οι κοιμώμενοι να μην ξυπνούσαν
Σώμα μου σε φωνάζω μ’ ένα όνομα που τα χείλη έχουνε λησμονήσει από την πρώτη μέρα της δημιουργίας
Το σώμα μου το σώμα μου είν’ ένας κόκκινος χορός είν’ ένα μαυσωλείο μια πιστολιά στα περιστέρια πίδακας πυρετός
Ποτέ ξανά δεν θα τραβήξω τον νέον αυτόν από την αγκαλιά του δάσους.
Από τη συλλογή "Η αέναη κίνηση(1)"
(1925)
Μετάφραση Ζ. Δ. Αϊναλής


https://www.vakxikon.gr/



Οι ποιητές
(Αποσπάσματα)
Λόγια σε πρώτο πρόσωπο
Δεν υπάρχει σπιθαμή
από τη σάρκα μου
ή την ψυχή μου
πού να μη φέρνει
το σημάδι μιας ουλής
τη θύμηση μιας πληγής˙
Η θάλασσα στα μάκρη της
έκανε δίχως οίκτο την καρδιά μου
ένα καρούλι.
Τρίζει μέσα μου αυτή η καρδιά
σαν πόρτα.
Το σώμα μου θυμάται στο πετσί του
όλες τις πληγές των χρόνων.
Κρατώ ό,τι πρέπει ατόφιο
ίσαμε να χαθώ
και με το να κρατάς σφιχτά τον κόσμο
δεν είσαι παρά μια πληγή
το ξεθωριασμένο παλιόδερμα
ενός βρωμοταμπούρλου.
Για να θριαμβεύσω πάνω στη δοκιμασία
βουτηγμένος ζωντανός σε καυτό λάδι
δεν μού χρειάστηκε να περιμένω
τα χρόνια του Διοκλητιανού.
Ρίχτηκα με φυσικότητα στα θηρία,
είναι ένα πανάρχαιο παιχνίδι,
κάτω απʼ τα νύχια τους
άνθρωποι πού τραγουδάνε.
Είμαι ο γέροντας της Πάτμου
την επαύριο των διωγμών
ο πού κουρνιάζει στο βάθος σπηλιάς
έχοντας ο ουρανός μια σχισμή
σαν γυναικείο αιδοίο
και η μέρα του ξεπροβάλει
από τούτη την χοάνη
ο αγέρας από δώ
φυσάει το πάθος του.
Για να ʼρθω δώ
πού βρίσκομαι
τα πόδια γδέρνονται
στις πέτρες του αναχώματος.
Αυτοί πούʼ ναι απέξω
δεν το αποκοτούν
έχουν αλλιώτικες έγνοιες
πάνε κάθε της νύχτας
να σηκώσουν τα δίχτυα τους
βλέπω να γλιστρούν από δω,
μακριά στα νερά
οι βάρκες και οι πυρσοί τους.
Είναι λοιπόν πρωί-πρωί
στις αμμουδιές
πού χτυπούν τα πουλιά
πού ακούω να πέφτουν
χτυπημένα τα φτερά
με το άγγιγμα του βέλους.
Άλλοι πού δε ζουν
με το κυνήγι ή το ψάρεμα
υφαίνουν μαλλί
και πλέκουν καλάμια.
Αθώο αρχιπέλαγος
πώς να ζήσεις και να πεθάνεις
στην ευκρίνεια των σημάτων.
Τοπίο στην λεπτομέρεια
κάτω από τις καρτερικές οπλές
περαστικών κοπαδιών
όπου τίποτα δεν μπορεί να περιμένει
παρά την ώχρα του ουρανού
και την αγρανάπαυση
ενός πελώριου ροδώνα
στα δυτικά.
Από το ανέκδοτο στην Ελλάδα ποιητικό έργο του Λουί Αραγκόν, διάλεξα να μεταφράσω αποσπάσματα από τους «Ποιητές» (Les poètes, 1960) όπως βρίσκεται στην ανθολόγηση με τίτλο ARAGON του Ζορζ Σαντούλ για την σειρά Poètes dʼ aujourdʼ hui των εκδόσεων Seghers (Paris, 1967).Στάθης Λειβαδάς
Πάτρα, Σεπτέμβρης 2014
μτφρ:Στάθης Λειβαδάς

Σεργκέι Γεσένιν (3 Οκτωβρίου 1895 - 28 Δεκεμβρίου 1925)

 

Ο Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Γεσένιν (ρωσικά: Сергей Александрович Есенин, 3 Οκτωβρίου 1895 - 28 Δεκεμβρίου 1925) ήταν Ρώσος λυρικός ποιητής. Υπήρξε από τους πιο δημοφιλείς Ρώσους ποιητές του 20ου αιώνα, με σημαντικό έργο.
Ο Σεργκέι Αλεξάντροβιτς Γεσένιν ήταν γιος Ρώσων χωρικών, που γεννήθηκε στην Κεντρική Ρωσία, στο χωριό Κωνσταντίνοβο
Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στο σπίτι των παππούδων του ,γιατί εγκαταλείφθηκε από τους γονείς του όταν έφυγαν για να ζήσουν στην πόλη.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι αυτό το γεγονός επέδρασε δραματικά στην διαμόρφωση του χαρακτήρα και του ψυχισμού του. Ίσως-ίσως, όπως λέγεται ,οι επαναλαμβανόμενες αποπλανήσεις και απιστίες, αργότερα, προς τις γυναίκες ήταν αποτέλεσμα της εγκατάλειψής του σε πολύ νεαρή ηλικία από τους γονείς του. Είναι αλήθεια ότι οι ταραχώδεις θείοι του, με τους οποίους πέρασε τα παιδικά του χρόνια του φέρθηκαν πολύ σκληρά, και δεν είναι καθόλου απίθανο αυτού του είδους η μεταχείριση –αν και ίσως με καλή πρόθεση-,να επηρέασε αρνητικά το ευαίσθητο παιδί και η ζημιά που του προκλήθηκε να τον οδήγησε σε μια μόνιμη έλλειψη ψυχικής ισορροπίας.
Από μικρός του άρεσε η ποίηση και διάβαζε Πούσκιν και Λερμοντόφ. Έγραψε το πρώτο του ποίημα σε ηλικία 9 χρονών.
Μετά τις γυμνασιακές του σπουδές γράφτηκε στο λαϊκό Πανεπιστήμιο Σανιάβσκι για να για να παρακολουθήσει τα μαθήματα ιστορίας της λογοτεχνίας .Ύστερα, όμως, από ενάμιση χρόνο, διέκοψε τις σπουδές του εξαιτίας οικονομικών λόγων. Στη συνέχεια,δούλεψε ως διορθωτής κειμένων σε μια εκδοτική εταιρία. Τότε έκανε τις πρώτες του επαφές με τους επαναστατικούς σοσιαλο-δημοκρατικούς εργατικούς κύκλους των οποίων διανέμει τις εφημερίδες, και που «φακελώνεται » από την αστυνομία.
Αρχίζει την πολυτάραχη προσωπική ζωή του, το 1914, σε ηλικία 19 ετών, συζώντας με μια νεαρή συνάδελφό του,την Άννα Ιζριάντοβα.

Στην Αγία Πετρούπολη, όπου βρίσκεται το 1915, συναντά τους Γκοροντέτσκι, Μπέλι, Ίβνεφ,την Άννα Αχμάτοβα,τον Βλαντιμίερ Μαγιακόφσκι,τον Νικολάι Γκουμιλιόφ,την Μαρίνα Τσβετάγεβα,που εκτιμούν τους στίχους του. Εκεί, επίσης, δένεται με φιλία με τον Νικολάι Κλιουέφ,μια μορφή ιδιαίτερης σημασίας γιʼ αυτόν, και με τον οποίο έζησε μαζί για δυο χρόνια.
Επιστρέφει στην Μόσχα και αρχίζει και πάλι να εργάζεται σε ένα τυπογραφείο, που εγκαταλείπει πολύ γρήγορα για νʼ αφοσιωθεί στο γράψιμο, αφήνοντας επίσης τη σύντροφό του Άννα Ιζριάντνοβα, η οποία μόλις του είχε δώσει το πρώτο του παιδί, τον γιο του Γιούρι.
Είναι γνωστό ότι οι δεσμοί που δημιούργησε με τις γυναίκες στη ζωή του ποτέ δεν κράτησαν περισσότερο από ένα χρόνο, μετά τον οποίο τις εγκατέλειπε. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Γεσένιν στη σύντομη ζωή του, μια και έφυγε μόλις στα 30 του, παντρεύτηκε 6 ή 8 φορές και έκανε 4 παιδιά!.. Η προτελευταία σύζυγός του ήταν η περίφημη γνωστή Αμερικανίδα χορεύτρια η Ισιδώρα Ντάνκαν, η οποία έμενε στο Παρίσι .Την γνώρισε στο σπίτι ενός φίλου του στη Ρωσία ,όπου ήταν καλεσμένη της σοβιετικής κυβέρνησης. Επρόκειτο για μια γυναίκα 18 χρόνια μεγαλύτερή του, που γνώριζε μόλις δώδεκα λέξεις στα ρωσικά. Εκείνος δεν μίλαγε ξένη γλώσσα.
Παντρεύτηκαν, στις 2 Μαίου του 1922 ,πριν να φύγει μαζί της για την Ευρώπη και Αμερική σε τουρνέ.Ο γάμος τους έγινε ένα φημισμένο ρομάντζο, διαφημιζόμενο ως ο έρωτας του χωριάτη ποιητή και της ντίβας.
Αν και είχαν μια πολύ έντονη κοινωνική ζωή ,ο Γεσένιν νιώθει μια κάποια μοναξιά και γράφει ότι, κατά γενικό τρόπο, ένας λυρικός ποιητής δεν θα έπρεπε να ζει πολύ καιρό.
Ο Γεσένιν έβλεπε με συμπάθεια τους σοσιαλιστές επαναστάτες της αριστεράς, και υποδέχτηκε με ενθουσιασμό την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917,
Είναι γεγονός ότι υποστήριξε για λίγο την Οκτωβριανή Επανάσταση πιστεύοντας ότι θα έδινε μια καλύτερη ζωή στους χωρικούς. Αυτό άλλωστε φαίνεται και στη συλλογή του «Άλλη χώρα»(1918).Αλλά απογοητεύτηκε γρήγορα και άρχισε να κριτικάρει την Κυβέρνηση των Μπολσεβίκων σε κάθε του ποίημα ,όπως, κυρίως, σε αυτό με τον τίτλο «Ο αυστηρός Οκτώβρης με απογοήτευσε».
`
Από το 1919 προσπαθεί να εξηγήσει την τέχνη και το ποιητικό σύμπαν μέσα από μια ολόκληρη θεωρία στο δοκίμιο «Τα κλειδιά της Μαρίας» και στο άρθρο «Τέχνη και εμπειρία» Έτσι, μαζί με τους ποιητές Ανατόλι Μαριένγκοφ,Βαντίμ Τσερτσένεβιτς και τον Ιβνόφ, θέτουν τις βάσεις του Ρωσικού λογοτεχνικού κινήματος του «ιμαζινισμού». Σύμφωνα με αυτούς, όλη η τέχνη είναι βασισμένη σε εικόνες και είναι η πλαστικότητα αυτών των εικόνων η οποία αποτελεί το κλειδί της ρώσικης λαϊκής τέχνης.
Δεν θʼ αργήσει, όμως, να εγκαταλείψει αυτό το κίνημα αναγνωρίζοντας ότι:
«Το σημαντικό δεν είναι η εικόνα ,αλλά το ποιητικό συναίσθημα του κόσμου»
Είναι η στιγμή που ο Γεσένιν συνειδητοποιεί ότι η Επανάσταση δεν θα μπορούσε να απαντήσει στις προσδοκίες των ονείρων του.
Οι ποιητικές συλλογές του ακολουθούν η μια την άλλη, αλλά συγχρόνως τα σκάνδαλα και οι καυγάδες εξαιτίας των οινοποσιών του.
Τα συχνά μεθύσια του, η καταστροφή που έκανε στα δωμάτια των ξενοδοχείων και τα επεισόδια στα εστιατόρια , πήραν μεγάλη έκταση δημοσιότητας και έγιναν το πρώτο θέμα στον παγκόσμιο τύπο.
Κατά τη διαμονή του με την Ντάνκαν στο Παρίσι ,παθαίνει μια σοβαρή κρίση εξαιτίας του αλκοόλ. Εισάγεται στο ψυχιατρικό νοσοκομείο.
Ο γάμος του με την Αμερικανίδα χορεύτρια ήταν σύντομος και τον Μάιο του 1923 επέστρεψε στην πατρίδα του, πολιορκημένος από τον αλκοολισμό και τη νοσταλγία του για την Ρωσία, όπου και σε λίγο χώρισαν.
Ως γνωστόν, ο Γεσένιν με τον ιδιόμορφο χαρακτήρα του ταλαιπώρησε και ταπείνωσε την Ντάνκαν σε όλη τη σύντομη σχέση τους ,που την «παντρεύτηκε»,όπως ισχυριζόταν, «για τα λεφτά της ,καθώς και για την ευκαιρία να ταξιδέψουν.»
Η Ισιδώρα Ντάνκαν, δυο χρόνια, περίπου, μετά από τον θάνατό του Γεσένιν, σκοτώθηκε σε ένα τραγικό ατύχημα ,όταν το κασκόλ γύρω από το λαιμό της πιάστηκε στη ρόδα του αυτοκινήτου στο οποίο επέβαινε.
Το 1923,ο Σεργκέι επιστρέφοντας στην πατρίδα, νιώθει απογοητευμένος από το ταξίδι και υποφέρει από κατάθλιψη και παραισθήσεις. Δυστυχώς αισθάνεται όλο και περισσότερο μιαν ανικανότητα να γράψει σαν ένας πραγματικός ποιητής και έλεγε: «Δεν γράφω πια ποίηση, δεν κάνω παρά μόνο στίχους».
`
Παντρεύεται ,για τελευταία φορά, με την εγγονή του Λέοντα Τολστόι, Σοφία Αντρέγεβνα Τολστάγια. Ο γάμος αυτός κράτησε μερικούς μήνες μόνο.
Κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών η κατάθλιψη του Γεσένιν χειροτερεύει, αλλά ,η περίοδος αυτή είναι συγχρόνως και πολύ δημιουργική. Τα πιο σπουδαία ποιήματα του είναι προϊόντα αυτής της εποχής.
Τα δυο τελευταία χρόνια της ζωής του, είναι γεμάτα από ασταθή συμπεριφορά εξαιτίας της μέθης: ανησυχίες ,ασθένειες, ποτό…
Είναι ακριβώς αυτό που μας επιτρέπει να ισχυρισθούμε ότι μια άλλη πλευρά του Γεσένιν είναι το ζωώδες, σεξουαλικό, λογοτεχνικό του χάρισμα .
Δυο μέρες μετά την έξοδό του από το νοσοκομείο, στις 27 Δεκεμβρίου του 1925 ,λέγεται ότι έκοψε τις φλέβες των καρπών του με ένα μαχαίρι και έγραψε ένα αποχαιρετιστήριο ποίημα με το αίμα του, απευθυνόμενο στον νεαρό εβραίο ποιητή, και φίλο του ,Wolf Erlich.

Το ποίημα του αποχαιρετισμού

Αντίο, φίλε μου, αντίο.
Αγάπη μου, στην καρδιά μου σʼ έχω.
Κι αν χωρίζουμε, της μοίρας μας ήταν γραφτό,
Και πάλι σύντομα στο μέλλον θα ενωθούμε.

Αντίο, φίλε μου ,χωρίς χειραψία ή λέξη να σου πω,
Μη λυπηθείς – ούτε τα φρύδια να ζαρώσεις.
Ο θάνατος τίποτα καινούριο δεν είναι στη ζωή
Και σίγουρα ούτε η ζωή κάτι καινούριο είναι.

`
Την επόμενη μέρα κρεμάστηκε από τις σωλήνες κεντρικής θέρμανσης , με το λουρί της βαλίτσας του(όπως θα κάνει μερικά χρόνια αργότερα η φίλη του-ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγεβα)στην οροφή του δωματίου του, Νο 5,στο Ξενοδοχείο Αγγλία, στην Αγία Πετρούπολη. Ήταν μόλις 30 ετών.
Λέγεται, επίσης, ότι η φιλία του με τον Τρότσκι τον έκανε επικίνδυνο στα μάτια του Στάλιν για την διαδοχή του Λένιν. Γιʼ αυτό, και όπως υποστηρίζεται, τον δολοφόνησαν μεταμφιέζοντας τον φόνο του σε αυτοκτονία από την μυστική λενινιστική αστυνομία ,και ο φίλος του Τρότσκι δεν μπόρεσε αυτή τη φορά να τον προστατεύσει.
Η αλήθεια και για τις δυο εκδοχές ,τόσο για την αυτοκτονία όσο και για τη δολοφονία, ίσως να μη μαθευτεί ποτέ.
Πολλοί υποστηρίζουν ότι ήλπιζε αναμφίβολα αυτόν τον θάνατο, τον περίμενε.

«Σε τούτη την πατρίδα που την αγαπώ όλη,
Αφήστε με ήσυχο να βρω τον θάνατό μου».

`
Δεν αποζητούσε ένα δρόμο μακρύ:

«Ναι, εγώ δεν είμαι φτιαγμένος
για μια ήρεμη ζωή και γέλια.
Και όσο πιο μικρός ο δρόμος μου
τόσο καλύτερες οι πτώσεις μου»

`
Κι όμως ,λάτρευε τη ζωή! Είναι ο ίδιος που έγραφε :

«Όχι, όχι, όχι ! Δεν θέλω να πεθάνω.
…….
Λαχταρώ τον ήλιο ,λαχταρώ το φεγγάρι,
Τη λεύκα που σκεπάζει τον φεγγίτη.
……
Θέλω να ζήσω ,να ζήσω, να ζήσω,
Να ζήσω μέχρι να πονέσω μέχρι να φοβηθώ.»

`
Αν και ένας από τους πιο γνωστούς ποιητές στη Ρωσία , το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς του απαγορεύτηκε από το καθεστώς του Στάλιν και του Νικήτα Χρουτσόφ. Ο Νικολάι Μπουκάριν κατέκρινε φοβερά τον Γεσένιν και συνέβαλε τα μέγιστα στην απαγόρευση του έργου του. Μόνο το 1966 ξαναδημοσιεύθηκε το έργο του.

Ο Γεσένιν ,ο ίδιος γράφει στην αυτοβιογραφία του :

«Οι καλύτεροι θαυμαστές της ποίησής μας ήταν οι πόρνες και οι ληστές. Διατηρούσαμε μεγάλη φιλία μαζί τους. Οι κομμουνιστές δεν μας αγαπούν επειδή δεν μας καταλαβαίνουν».
Ο Γεσένιν υπήρξε κατά γενική ομολογία, ένας γοητευτικός δημιουργός, που παρόλη τη σύντομη ζωή του άφησε ένα διαρκές και πλούσιο έργο. Στη Ρωσία θεωρείται ως ένας από τους πιο αγαπητούς ποιητές. Οι διανοούμενοι συνάδελφοι του (Οσίπ Μαντελστάμ, Ιωσήφ Μπρόνσκι, Βλαδιμίρ Μαγιακόφσκι), τον θαύμαζαν.
Ενδεικτικό είναι και το απόσπασμα της Πράβντα, 19 Γενάρη του 1926 «ζήτω η δημιουργική ζωή που, ως την τελευταία του στιγμή, ο Σεργκέι Γιεσένιν την τύλιξε με τα πολύτιμα νήματα της ποίησης του!»

Ένας από τους τελευταίους της περιόδου της Επανάστασης, ο Γεσένιν είναι από πλέον προικισμένους νεώτερους Ρώσους ποιητές.
Όπως είπε και ο Μπορίς Παστερνάκ:
«Η γη δεν παρήγαγε καμιά καλύτερη ρίζα ,ποιότητα, ταλέντο και δύναμη δημιουργική και βαθειά. Ο Γεσένιν υπήρξε μια ζωντανή και παλλόμενη ψυχή καλλιτέχνη…»
Το έργο του ,όπως πολλών άλλων ανθρώπων των γραμμάτων και των τεχνών, ήταν απαγορευμένο από τον Στάλιν, αλλά καταβροχθισμένο κρυφά από τα πλήθη.
Η ποίηση του θεωρείται βαθιά Ρωσική, και παρόλη τη βίαιη συμπεριφορά του, και τα άλλα ανθρώπινα ελαττώματα, θεωρείται ως ήρωας από τον ρωσικό λαό.

Sergei Alexandrovich Yesenin (1895-1925), «90 χρόνια από τον θάνατό του» (εισαγωγή-μτφρ: Γιάννης Σουλιώτης)  http://www.poiein.gr/





ΠΟΙΗΜΑΤΑ 

Οι σταγόνες
Όμορφες είναι οι μαργαριταρένιες σταγόνες σε μια ηλιόλουστη μέρα
Όταν λάμπουν στα χρυσά τόξα
Ωστόσο, σε θλιμμένο καιρό, σε υγρά παράθυρα,
Τρέμουν σαν σταγόνες μούχλας μαύρου φθινόπωρου.
Οι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι στην λήθη ∙ (Μου είπαν)
Το ανάστημα τους στα μάτια των άλλων
Δεν έχει σημασία, ούτε τα βραβεία αυτού του κόσμου.
(Είναι άνθρωποι που ζουν εδώ, ή εκεί πέρα; Αναρωτιέμαι.)
Οι σταγόνες του φθινόπωρου πλημμυρίζουν τις καρδιές , τις φλέβες,
Και τις ψυχές με θλίψη ∙ περιπλανιούνται
Ενώ ήσυχα γλιστρούν στα τζάμια των παράθυρων,

Ποια διασκέδαση ζητούν, τι χαρά; Αναρωτιέμαι …
Δυστυχισμένοι άνθρωποι, συντριμμένοι από τη ζωή, συχνά γεμάτο
Το μέλλον τους με ψυχικούς πόνους περασμένων χρόνων,
Αν η χαρά ανακουφίζει τη θλίψη και θεραπεύει την ψυχή,
Γιατί θυμούνται τα θλιβερά, και όχι τις ευτυχισμένες στιγμές;

1912
`
Έκλαιγες μιαν ήσυχη νύχτα
Έκλαιγες μιαν ήσυχη νύχτα,
Αυτά τα δάκρυα στα μάτια σου, δεν κρύβονταν,
Ήμουν τόσο λυπημένος και τόσο θλιμμένος μέσα μου,
Και όμως δεν μπορούσαμε να ξεπεράσουμε την παρεξήγηση.
Τώρα έφυγες , είμαι εδώ, μονάχος,
Τα όνειρά μου ξεθώριασαν, χάνοντας χρώμα κι απόχρωση,
Με άφησες ,και είμαι πάλι εντελώς μονάχος,
Χωρίς τρυφερότητα και χάδια , στο σαλόνι μου.
Όταν η νύχτα έρχεται ,συχνά, στεφανωμένος με αρωματικά λουλούδια
Έρχομαι εδώ στο μέρος της συνάντησής μας,
Και στα όνειρά μου βλέπω την όψη σου
Και σʼ ακούω να κλαις πικρά, αγάπη μου.
1912-1913

Πιστεύω στην ευτυχία!

Πιστεύω στην ευτυχία!
Δαχτυλίδι, φοράει η χρυσή Ρωσία,
Ω φύσηξε άνεμε, χωρίς σταματημό!
Ευλογημένος ας είναι αυτός που γιορτάζει
Τη λύπη του βοσκού σου, την μάταιη ελπίδα.
Δαχτυλίδι, φοράει η χρυσή Ρωσία.
Λατρεύω τα άγρια ορμητικά ρεύματα,
Τη λάμψη των αστεριών πάνω από το νερό.
Την ευλογημένη θλίψη, τον τρίμηνο θρήνο,
Τους ευλογημένους ανθρώπους και τους τελευταίους
Βρυχηθμούς από τα άγρια ορμητικά ρεύματα
.
1917
`
Αγαπώ πάρα πολύ τη Ρωσία μου

Αγαπώ πάρα πολύ τη Ρωσία μου.
Αν και σʼ αυτή η σκουριά της θλίψης πέφτει σαν ιτιά.
Μου δίνουν γλύκα, το βρώμικο μούτρο των γουρουνιών
Και στην ηρεμία της νύχτας η ηχηρή φωνή των βατράχων.
Είμαι τρυφερά άρρωστος από τα ενθύμια της παιδικής μου ηλικίας.
Η αποχαύνωση, η υγρασία από τα βράδια του Απρίλη στοιχειώνουν τα όνειρά μου.
Θα έλεγα ότι το σφεντάμι μας για να ζεσταθεί
Σκύβει μπροστά στη φωτιά της αυγής.
Ω πόσες φορές σκαρφαλωμένος στα κλαριά περίμενα
Να ξετρυπώσω ή την καρακάξα ή την μάινα!
Κι η φλούδα του όπως άλλοτε ήταν σκληρή;
Κι εσύ, φίλε μου,
Πιστέ μου φίλε σκύλε με τις βούλες;
Τα γεράματα σʼ έκαναν να ουρλιάζεις, τυφλός,
Και σέρνεσαι στην αυλή, τραβώντας την κρεμασμένη ουρά σου
Και η όσφρηση από τις πόρτες και το στάβλο λησμονημένη.
Ω! πόσο αγαπητά μού είναι τα παιδικά μας παιγνίδια:
Από τη μητέρα μου έκλεβα ένα κομμάτι ψωμί
Που δαγκώναμε κι οι δυο με τη σειρά μας.
Χωρίς ποτέ να σιχαθεί ο ένας τον άλλο!
Δεν άλλαξα.
Σαν καρδιά δεν άλλαξα
Σαν μπλε λουλούδια στα στάρια τα μάτια μου ανθίζουν στο πρόσωπό μου
Απλώνοντας, χρυσή ψάθα ,την πλεξίδα των ποιημάτων μου…
(Από την Εξομολόγηση ενός αλήτη)

1921

Κουράστηκα να ζω…
Κουράστηκα να ζω στη πατρική μου γη,
με τη νοσταλγία των εκτάσεων του μαύρου σταριού ∙
θʼ αφήσω την καλύβα μου,
θα φύγω σαν ένας αλήτης και ένας κλέφτης…
Θα γυρίσω στο πατρικό σπίτι
να χαρώ τη χαρά του άλλου.
Και μια πράσινη νύχτα, κάτω από το παράθυρο,
με το μανίκι του πουκαμίσου μου θα κρεμαστώ.
Ασημένιες ιτιές δίπλα στο φράχτη
θα κατεβάζουν το κεφάλι ακόμη πιο γλυκά.
Και χωρίς να πλυθώ, χωρίς καμιά τελετουργία,
θα θαφτώ κάτω από τα ουρλιαχτά των σκύλων.
Το φεγγάρι θα συνεχίζει να κωπηλατεί στον ουρανό,
χάνοντας τα κουπιά του στα νερά των λιμνών ∙
κι η Ρωσία θα είναι πάντα η ίδια,
χορεύοντας και κλαίγοντας γύρω από τα περιφράγματα.

δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/





ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΡΑΛΛΗΣ

 

Προσευχή πριν την θεία μετάληψη, Μέγαρα (1890),


Ο Θεόδωρος Ιακώβου Ράλλης (Κωνσταντινούπολη 16/2/1852 – Λονδίνο 2/10/1909), γνωστός και ως Théodore Jacques Ralli ή Rallis, ήταν Έλληνας ζωγράφος της «γαλλικής ακαδημαϊκής σχολής» του ύστερου 19ου αιώνα. Σήμερα θεωρείται ο πιο χαρακτηριστικός έλληνας οριενταλιστής ζωγράφος.

προσευχή

  
Γόνος πλούσιας οικογένειας μεγαλεμπόρων από την Κωνσταντινούπολη και με ρίζες χιώτικες, ο Ράλλης άρχισε τις εγκύκλιες σπουδές του στη Χάλκη και τις συνέχισε στο Λονδίνο, όπου για ένα διάστημα εργάστηκε ως υπάλληλος στις επιχειρήσεις Ράλλη-Μαυρογιάνννη.Το 1875 πήγε στο Παρίσι και άρχισε σπουδές ζωγραφικής στη Σχολή Καλν Τεχνών, στο εργαστήριο του Ζαν-Λεόν Ζερόμ Jean-Léon Gérôme, ζωγράφου και γλύπτη ηθογραφικών και ιστορικών θεμάτων κι ακαδημαϊκών τύπων. Έργα του εκτέθηκαν για πρώτη φορά στο Σαλόνι του Παρισιού το 1875. Ήταν μέλος της Εταιρείας Γάλλων Ζωγράφων (Société des artistes français), η οποία τον τίμησε με εύφημο μνεία το 1885 και με αργυρό μετάλλιο το 1889. 



                                             Ελληνική ομορφιά (περίπου 1890)

Έγινε επίσης μέλος της γαλλικής Λεγεώνας της Τιμής, ενώ το 1900 διετέλεσε μέλος της κριτικής επιτροπής της Διεθνούς Εκθέσεως του Παρισιού. Με τη διαθήκη του άφησε ορισμένα έργα στην Εθνική Πινακοθήκη.
Ταξίδεψε πολύ στην Ελλάδα, την Μικρά Ασία, την Παλαιστίνη και την Αίγυπτο, προκειμένου να συγκεντρώσει υλικό για τα έργα του. Μοίρασε την ζωή του ανάμεσα στο Παρίσι και το Κάιρο της Αιγύπτου, όπου διατηρούσε δεύτερο εργαστήριο.
Το 1881 νυμφεύθηκε την Ιουλία Μαυροκορδάτου, με την οποία απέκτησε μία κόρη, την Αικατερίνη (1882–1948), μετέπειτα σύζυγο Νικολάου Πολίτη. Η σύζυγός του πέθανε το 1888, σε ηλικία μόλις 29 ετών, και το 1895 ξαναπαντρεύτηκε με την Μαρία Μαυρομιχάλη, αλλά χώρισε λίγο καιρό αργότερα. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 και μέχρι τον θάνατό του, εξέθεσε κατ' επανάληψη πίνακές του στην Αθήνα, λόγω και της στενής φιλίας του με τον Δημήτριο Βικέλα.

Τυφλός που οδηγεί τυφλόν
Νέα στο παράθυρο


Πίνακες του Θεοδώρου Ράλλη στον Οίκο Δημοπρασιών Sotheby΄s και Bonhams

Αντίδωρο
Περισσότεροι από είκοσι πίνακες του Θεοδώρου Ράλλη δημοπρατήθηκαν στους παγκοσμίου φήμης οίκους δημοπρασιών τέχνης του Λονδίνου σε υψηλές τιμές που δεν είχαν προηγούμενο σε έργα Ελλήνων ζωγράφων. Πρέπει να σημειωθεί, ότι μέχρι τις αρχές της πρώτης δεκαετίας του 21ου αι. ούτε οι εγκυκλοπαίδειες αναφέρονταν γενικά στην βιογραφία του, αλλά ούτε και τα ειδικά λευκώματα στην ζωγραφική του. Ίσως ο οριενταλισμός μερικών έργων του υπολήφθηκε ως κυρίαρχο στοιχείο της ζωγραφικής του και συνετέλεσε στην έλλειψη καθολικού ενδιαφέροντος. Η υψηλότερη τιμή μέχρι σήμερα επιτεύχθηκε με την ελαιογραφία του η αιμάλωτη(υπάγεται στην ομάδα των έργων του οριενταλισμός) που πουλήθηκε στο ποσό των 1.046.232  υπερκεράζοντας τον Κωνσταντίνο Βολανάκη, Νικόλαο Γύζη και Κωνσταντίνο Παρθένη.

Μεγάλη Παρασκευή-επιτάφιος


δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/







Κώστας Γραμματόπουλος ( Σεπτέμβριος 1916 – 1 Οκτωβρίου 2003 )

 

Αιγαίο XXXIX, 1986

Ο Κώστας Γραμματόπουλος (Αθήνα, Σεπτέμβριος 1916 – Αθήνα, 1 Οκτωβρίου 2003) ήταν Έλληνας ζωγράφος και χαράκτης.
Ο Κωνσταντίνος Γραμματόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα τον Σεπτέμβριο του 1916. Οι γονείς του είχαν μετοικήσει πριν λίγα χρόνια από την Κωνσταντινούπολη. Ο πατέρας του Παναγιώτης Γραμματόπουλος, καλλιτέχνης επιπλοποιός, καταγόταν από το Ρύσιο (Αρετσού), ελληνική παραλιακή κωμόπολη στην ανατολική πλευρά της Προποντίδας, 40 χλμ περίπου από την Κωνσταντινούπολη.
Το 1934 αποφοιτά από το Ζ’ Γυμνάσιο Παγκρατίου και εισάγεται στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, όπου σπούδασε ζωγραφική στο εργαστήριο του Ουμβέρτου Αργυρού, και χαρακτική στο εργαστήριο του Γιάννη Κεφαλληνού (1934-1940). Αποφοιτώντας του απονεμήθηκε η ανωτάτη διάκριση του «Χρυσοβεργείου Βραβείου».
Το 1940, φοιτητής ακόμη δημιουργεί μερικές από τις γνωστότερες πατριωτικές αφίσες, με θέμα τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο. Είναι σε όλους γνωστές οι σχετικές αφίσες: «Οι Ηρωίδες του 1940» με τις Ελληνίδες στην Πίνδο, «Έλα να τα πάρης» με τον Έλληνα στρατιώτη με εφ’όπλου λόγχη, «Εμπρός της Ελλάδος παιδιά» κ.α. Επίσης φιλοτέχνησε διάφορα έντυπα και προπαγανδιστικό υλικό του αντιστασιακού αγώνα. Για αυτήν την δραστηριότητά του συνελήφθη και βασανίστηκε επί γερμανικής κατοχής.

Το 1944 ξεκίνησε η επαγγελματική του δραστηριότητα με την δημιουργία σειράς προσωπογραφιών πολλών μεγάλων Ελλήνων λογοτεχνών για το περιοδικό Νέα Εστία (πασίγνωστα είναι τα πορτραίτα του Κωστή Παλαμά, του Άγγελου Τερζάκη, του Ηλία Βενέζη, του Μιλτιάδη Μαλακάση, του Άγγελου Σικελιανού, κ.α.) και με την εικονογράφηση πολλών λογοτεχνικών και εκπαιδευτικών βιβλίων. Μέχρι το 1954 ασχολήθηκε κυρίως με την φιλοτέχνηση και εικονογράφηση βιβλίων, μία σημαντική δραστηριότητά του σε όλη τη διάρκεια της ζωής του. Έχει εικονογραφήσει περισσότερα από 100 βιβλία. Ασχολήθηκε επίσης με την εικονογράφηση πολλών «Κλασικών Εικονογραφημένων» (Κολοκοτρώνης, Θησέας και Μινώταυρος, Περσέας και Ευρυδίκη, κ.ά.)
Ευρέως γνωστά είναι τα δύο αλφαβητάρια της πρώτης Δημοτικού που εικονογράφησε το 1949 και το 1955. Η ανάθεση της εικονογράφησης των δύο αλφαβηταρίων ήταν αποτέλεσμα της πρώτης θέσης που κατέλαβε στους δύο αντίστοιχους πανελλήνιους διαγωνισμούς του Οργανισμού Εκδόσεως Σχολικών Βιβλίων (Ο.Ε.Σ.Β.). Στην Διεθνή Έκθεση Διδακτικού Βιβλίου και στο εκεί Παγκόσμιο Παιδαγωγικό Συμπόσιο στο Laeken του Βελγίου το 1949, του απονεμήθηκε το Πρώτο Βραβείο για το Αλφαβητάριο «Τα καλά παιδιά». Εικονογραφώντας τα αλφαβητάρια δημιούργησε έναν νέο κώδικα επικοινωνίας για όλους τους Έλληνες στα δύσκολα χρόνια της μεταπολεμικής περιόδου. Πρόθεση του ήταν το βιβλίο να «αγγίξει» τα παιδιά, γι’αυτό άλλωστε και η ανάμνηση των εικόνων αυτών προξενεί σε όλους συγκίνηση και χαρά. Το Αλφαβητάριο του 1955 χρησιμοποιήθηκε για τη διδασκαλία της γλώσσας στην Α´ τάξη Δημοτικού για περισσότερα από είκοσι συνεχόμενα έτη.
Το 1953 παντρεύεται την ζωγράφο Αλκμήνη Νικολαΐδου.
Το 1954, μετά από επιτυχία στο διαγωνισμό του Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών, συνεχίζει τις σπουδές του επί τετραετία στο Παρίσι. Σπουδάζει ζωγραφική, χαρακτική, χαλκογραφία και γραφικές τέχνες στις École Supé­rieure des Beaux–Arts, École Estienne και École Mé­tiers d΄Αrt. Η «Παρισινή» του εμπειρία επηρέασε καθοριστικά το εικαστικό του έργο. Η θεματολογία του παρέμεινε ελληνοκεντρική, αλλά το στιλ του πλουτίστηκε με στοιχεία της μοντέρνας τέχνης.
Το 1959 εκλέγεται τακτικός καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας, στην έδρα της χαρακτικής, διαδεχόμενος τον δάσκαλό του Γιάννη Κεφαλληνό. Εκτός από χαρακτική διδάσκει στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και την «τέχνη του βιβλίου», ιδρύοντας το σχετικό εργαστήριο. Καθηγητής διατέλεσε μέχρι το 1985 και για αρκετά χρόνια υπήρξε διευθυντής (1973–1975) και πρύτανης (1978-1980) της Σχολής. Η διδακτική προσφορά του υπήρξε πολύ σημαντική. Στην εικοσιεξάχρονη θητεία του ως καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών διαμόρφωσε και μύησε στα μυστικά της ζωγραφικής και της χαρακτικής, εκατοντάδες νεότερους Έλληνες καλλιτέχνες. Πολλοί σύγχρονοι διακεκριμένοι Έλληνες καλλιτέχνες υπήρξαν μαθητές του.
Η εποχή της εκλογής του Κωνσταντίνου Γραμματόπουλου ως καθηγητή της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών συμπίπτει με την απαρχή μίας νέας περιόδου στο έργο του, κατά την οποία αρχίζει να δημιουργεί έγχρωμα χαρακτικά έργα (ξυλογραφίες) σε ασυνήθιστα μεγάλες διαστάσεις, με μία εντελώς νέα και απολύτως προσωπική τεχνοτροπία και ερμηνεία, με θέματα κυρίως από το Αιγαίο και την Ελληνική Μυθολογία. Η περίοδος αυτή διαρκεί μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Το 1968 εκπροσώπησε την Ελλάδα στην 34η Μπιενάλε της Βενετίας. Την επιτυχία και παγκόσμια προβολή του έργου του στην διεθνή αυτή έκθεση επισκίασε η διεθνής κατακραυγή κατά του δικτατορικού καθεστώτος της Αθήνας, στερώντας του έτσι το πρώτο βραβείο της έκθεσης.
Το 1972 του απονέμεται το Χρυσό Μετάλλιο Χαρακτικής στην Μπιενάλε της Φλω­ρεντίας.
Το 1974 φιλοτεχνεί το σημερινό Εθνόσημο της Ελληνικής Δημοκρα­τίας.
Την τελευταία δημιουργική περίοδο της ζωής του, έως τις αρχές της δεκαετίας 1990, την αφιερώνει στην ζωγραφική και την έγχρωμη λιθογραφία, εισάγοντας και εκεί νέες ευρηματικές τεχνικές και εικαστικές εκφράσεις.
Ήταν μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ).
Από τους τελευταίους κορυφαίους Έλληνες καλλιτέχνες της «γενιάς του ‘30», ο Κωνσταντίνος Γραμματόπουλος έφυγε από την ζωή την 1η Οκτωβρίου του 2003, σε ηλικία 87 ετών, ύστερα από πολύχρονη ασθένεια, η οποία τον κράτησε μακριά από την δημιουργία για περίπου δέκα χρόνια.

 Αιγαίο ΙΙΙ, 1938. Ξυλογραφία

Ακτή του Αιγαίου


Αιγαίο ΧΧV

Αιγαίο XV,1973 


Αιγαίον XVI (Skyros) 1973

Αιγαίο, 1980


 Σαρωνικός Ι, 1970

Σαρωνικός IV

δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/