ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ - Κριτήριο Αξιολόγησης στη Νεοελληνική Γλώσσα, Γ΄ Λυκείου (Αγωνιστικότητα ή φυγή;)

 ΚΕΙΜΕΝΟ  I

Αγωνιστικότητα και ελευθερία

1.  Ο άνθρωπος από τη στιγμή της γέννησής του και καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του βρίσκεται αντιμέτωπος με πλήθος προβλημάτων τα οποία δημιουργούν – θέτουν εμπόδια στην ομαλή ανάπτυξη και εξέλιξή του. Τα προβλήματα αυτά και τα εμπόδια φαίνεται να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι -  στοιχείο της πορείας του ανθρώπου πάνω στη γη. Δεν υπήρχε άνθρωπος ή κοινωνία χωρίς προβλήματα και αποτυχίες. Απέναντι στα προβλήματα της ζωής ο άνθρωπος διαμορφώνει άλλοτε μία στάση παθητική και συμβιβασμού και άλλοτε μία στάση ενεργητικής παρουσίας και αγωνιστικότητας. Άλλοι παραιτούνται εύκολα από κάθε προσπάθεια μπροστά στο μέγεθος – όγκο  των προβλημάτων. Άλλοι οπλίζονται με θέληση και αποφασιστικότητα για την υπέρβαση των εμποδίων. Οι πρώτοι είναι οι άνθρωποι της αδράνειας και της φυγής που αφήνονται στο ρεύμα της εποχής και στη φορά των πραγμάτων. Οι δεύτεροι είναι οι άνθρωποι της δράσης και της αντιμετώπισης των κινδύνων πρόσωπο με πρόσωπο. 


2.  Όσοι προτιμούν τη λύση του συμβιβασμού και της υποταγής στα προβλήματα που τίθενται συνεχώς από την κοινωνία και την ίδια τη ζωή είναι οι αρνητές της ζωής, της προόδου και οι εκφραστές της δειλίας και της αδυναμίας. Από αυτούς ο κάθε άνθρωπος και από τη στάση και τη συμπεριφορά τους δεν έχει να κρατήσει τίποτα το θετικό ως παρακαταθήκη. Όσοι όμως αντιστέκονται με θάρρος και τόλμη και ανυποχώρητοι προασπίζουν το δικαίωμα στη ζωή και στην πρόοδο είναι οι εκφραστές της ζωής, της δύναμης και της εξέλιξης. Οι δεύτεροι μπορούν να αποτελέσουν πρότυπα μίμησης για τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα της ζωής και τις εκάστοτε προκλήσεις της κοινωνίας. Η αξία και η σπουδαιότητα της αγωνιστικής παρουσίας και διάθεσης λαμβάνει μεγαλύτερη αξία, αν λάβουμε υπόψη τα προβλήματα και τα αδιέξοδα της σύγχρονης κοινωνίας.

3.  Η ρευστότητα της εποχής μας, οι συνεχείς κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές δημιουργούν ένα κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας στο σύγχρονο άνθρωπο και απαιτούν απ’ αυτόν ένα υψηλό επίπεδο προσαρμοστικότητας και υποταγής. Οι τεχνολογικές και επιστημονικές ανακαλύψεις πολλές φορές κραυγάζουν και επισημαίνουν την ασημαντότητα του ανθρώπου – δημιουργού και τον καλούν σε μία παραίτηση και σ’ έναν υποβιβασμό στη θέση του δημιουργήματος. Στα νέα αυτά κοινωνικά δεδομένα που φθείρουν τον εσωτερικό κόσμο του ατόμου δοκιμάζεται η αντοχή του σύγχρονου ανθρώπου και η θέλησή του για αγώνα και αντίσταση. Η αξία της στάσης του κάθε ανθρώπου χωριστά και της κοινωνίας γενικότερα θα κριθεί – κρίνεται από τον τρόπο που θα επιλέξει για την αντιμετώπιση της νέας «βαρβαρότητας» της εποχής μας. Η ισχυρή θέληση, η υπομονή, η προσπάθεια και η αγωνιστική διάθεση προβάλλουν ως μία αναγκαιότητα για την επιβίωση του σύγχρονου ανθρώπου.

 

4.  Το αγωνιστικό πνεύμα αντανακλά το βαθμό εσωτερικής ελευθερίας του ανθρώπου και ταυτόχρονα καλλιεργεί αυτήν. Ο άνθρωπος από τη φύση του είναι μια οντότητα αντιφατική και γεμάτη από αντινομίες. Είναι ένας χώρος που παλεύουν με σκληρότητα αντίρροπες και συγκρουσιακές δυνάμεις. Από τη μια πλευρά υπάρχουν εκείνες οι δυνάμεις που στοχεύουν στην απελευθέρωση του ανθρώπου κι από την άλλη τα πάθη, οι «άλογες» παρορμήσεις και τα ζωώδη ένστικτα που τείνουν να ελέγξουν και να κυριαρχήσουν πάνω στη λογική φύση του. Είναι οι δυνάμεις της ελευθερίας και οι δυνάμεις της δουλείας. Το άτομο που κατορθώνει να εξασφαλίσει ένα ελάχιστο πεδίο για την εξωτερίκευση όλων των δημιουργικών δυνάμεών του και αντίστοιχα να περιορίσει στο ελάχιστο δυνατό πεδίο τις δυνάμεις της δουλείας είναι εκείνο το άτομο που χαρακτηρίζεται από ένα υψηλό επίπεδο αντοχής, αυτοπειθαρχίας και κυρίως αγωνιστικού φρονήματος.

 

ΚΕΙΜΕΝΟ  II

«Φεύγουμε ή παλεύουμε;»

α.«Γιατί βαθιά μου δόξασα και πίστεψα τη γη και στη φυγή

δεν άπλωσα τα μυστικά φτερά μου»

(Α. Σικελιανός)

β.«Κι ολόγυρα απ’ τα τείχη τρέχουμε ζητώντας

να γλυτώσουμε με την φυγή»

(Κ. Καβάφης)

1.  Απέναντι στις πολυποίκιλες κρίσεις, τους κινδύνους, τις απειλές και τα εμπόδια οι άνθρωποι και οι κοινωνίες διαμορφώνουν δύο στάσεις ζωής – αντιδράσεις: Η πρώτη σχετίζεται με τη φυγή ως επιλογή. Αποφεύγουν να συγκρουστούν με τα δύσκολα, φοβούνται τη μάχη, δειλιάζουν μπροστά στον όγκο των προβλημάτων και αναζητούν την ελπίδα σωτηρίας στη φυγή. Μία φυγή άλλοτε με τη μορφή πανικού και απελπισίας και άλλοτε ως μία ομολογία αδυναμίας και παραίτησης.

 


2.  Στην αντίπερα όχθη απέναντι στα αδιέξοδα της ζωής και στις αντικειμενικές δυσκολίες ή απρόοπτα διαμορφώνεται μία άλλη στάση ζωής ως απάντηση. Η μη-φυγή. Ο άνθρωπος – υποκείμενο αυτής της στάσης αντιστέκεται, αγωνίζεται, συγκρούεται. Οι αντιξοότητες τον χαλυβδώνουν και ενδυναμώνουν τη θέλησή του για υπέρβαση όλων εκείνων των παραγόντων που υπονομεύουν την πίστη του στη ζωή και την νίκη. Η μη-φυγή είναι μία ένδειξη και μία ομολογία δύναμης και αυτοπεποίθησης.

3.  Μία περιδιάβαση στα εσώτερα δώματα των ανθρώπων της φυγής και της μη-φυγής ίσως θα μάς αποκάλυπτε πολλά και χρήσιμα για τη δική μας στάση. Εξάλλου η ετερογνωσία και η ανθρωπογνωσία συνιστούν τον αναγκαίο όρο για την αυτογνωσία.

4.  Ωστόσο τις θεωρητικές διαμάχες ανάμεσα στις στάσεις ζωής «τη φυγή» και τη «μη-φυγή» τις συνθέτει και τις υπερβαίνει μία άλλη στάση ζωής που προβάλλεται ως προτροπή με αποδέκτες τόσο τα άτομα, όσο και τις κοινωνίες ή ακόμη και λαούς, η «φυγή προς τα εμπρός».

5.  Η στάση αυτή ως προτροπή και πρόταγμα βρίσκεται στη φαρέτρα τόσο των πολιτικών όσο και των ψυχολόγων. Ως προτροπή υπονοεί τον απεγκλωβισμό μας από μία νοσηρή κατάσταση του παρελθόντος ή και του παρόντος που δρα ανασταλτικά στην ατομική πρόοδο και την κοινωνική ευημερία. Ως πρόταση προβάλλει εμφαντικά την ανάγκη μιας διαφορετικής πορείας με στόχο το μέλλον και τις προοπτικές που αυτό εμπεριέχει. Γι’ αυτό πολλά κόμματα – φιλελεύθερα και δημοκρατικά – θέλοντας να δώσουν όραμα και ελπίδα για μια νέα πορεία στην πολιτική ζωή διακηρύσσουν τη «φυγή προς το μέλλον».

6.  Δεν είναι δε, λίγες οι φορές που οι πολιτικοί – με αρκετή δόση συνθηματολογίας – θέτουν το εκλογικό σώμα μπροστά στο δίλημμα: «Επιστροφή στο παρελθόν» ή «Φυγή στο μέλλον». Εννοείται πως το παρελθόν ή και το παρόν τα διανθίζουν με στοιχεία συντηρητισμού που τρέφει την αναποτελεσματικότητα και διαβρώνει τις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου. Αντίθετα το σύνθημα «φυγή προς τα εμπρός – μέλλον» παραπέμπει στην ελευθερία και στην πραγμάτωση όλων εκείνων των στοιχείων και στόχων ενός λαού που βρίσκονται «εν υπνώσει» λόγω των συντηρητικών ιδεών ή των ξεπερασμένων νόμων, θεσμών ή και αντιλήψεων για τη ζωή και την κοινωνική λειτουργία.


7.  Έτσι το σύνθημα – πρόταση «Φυγή προς τα εμπρός» αποκτά ένα θετικό πρόσημο, δρα απελευθερωτικά και ενεργοποιεί τα υγιή στοιχεία ενός ατόμου, μιας κοινωνίας ή ενός λαού, όπως: τη φαντασία, τη δημιουργικότητα, τη θέληση, την επιμονή και την αποφασιστικότητα. Ένα σύνθημα και μία πρόταση ζωής που χωρίς να αρνείται τα υγιή στοιχεία του παρελθόντος και του παρόντος προτείνει τη διακινδύνευση στις άγνωστες στοές του μέλλοντος αλλά πολύ ελπιδοφόρες.

(Απόσπασμα από το διαδικτυακό άρθρο του Ηλία Γιαννακόπουλου: «Φεύγουμε ή παλεύουμε;»blog  ΙΔΕΟπολις)

 

ΚΕΙΜΕΝΟ  III

Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α

«…Πολέμα!»

 «Η ανώτατη αρετή δεν είναι να ‘σαι ελεύτερος, παρά να μάχεσαι για ελευτερία.

Μην καταδέχεσαι να ρωτάς: «Θα νικήσουμε; Θα νικηθούμε;». Πολέμα!

Να ‘σαι ανήσυχος, αφχαρίστητος, απροσάρμοστος πάντα. Όταν μια συνήθεια καταντήσει βολική, να τη συντρίβεις. Η μεγαλύτερη αμαρτία είναι η ευχαρίστηση.

Ποτέ μην αναγνωρίσεις τα σύνορα του ανθρώπου! Να σπας τα σύνορα. Ν’ αρνιέσαι ό,τι θεωρούν τα μάτια σου! Να πεθαίνεις και να λες: Θάνατος δεν υπάρχει!

Ο κάθε άνθρωπος έχει ένα κύκλο δικό του από πράματα, από δέντρα, ζώα, ανθρώπους, ιδέες – και τον κύκλο τούτον έχει χρέος αυτός να τον σώσει. Αυτός, κανένας άλλος. Αν δεν τον σώσει, δεν μπορεί να σωθεί».

(Ν.Καζαντζάκης, «Ασκητική»)

Π Α Ρ Α Τ Η Ρ Η Σ Ε Ι Σ

ΘΕΜΑ  Α΄

Δώστε τις δύο στάσεις ζωής που διαμορφώνουν οι άνθρωποι απέναντι στα προβλήματα της ζωής και τα βασικά γνωρίσματα της χαρακτηρολογικής δομής τους σε 90λέξεις (Κ.Ι).

/15

ΘΕΜΑ  Β΄

Β1.Βάλτε τη λέξη Σωστό ή Λάθος στο τέλος των προτάσεων με  αναφορές στο Κ.ΙΙ:1.Η φυγή ως στάση ζωής ενέχει και το στοιχείο της παραίτησης (…), 2.Η μη-φυγή ως στάση ζωής χαρακτηρίζει εκείνους που οι αντιξοότητες της ζωής τούς λυγίζουν (…), 3.Η «φυγή προς τα εμπρός» ως στάση ζωής υποδηλώνει το φόβο μας προς το παρόν και το μέλλον (…), 4. Οι πολιτικοί χρησιμοποιούν το σύνθημα «φυγή προς τα εμπρός» ως υπόσχεση ελευθερίας (…), 5.Το σύνθημα «φυγή προς τα εμπρός» αρνείται το παρελθόν και το παρόν και επενδύει μόνο στο μέλλον (…).

/10

Β2α.Να βρείτε και να σχολιάσετε τον τρόπο με τον οποίο στο Κ.ΙΙ οι αναφορές σε στίχους δύο ποιητών συνδέονται με το περιεχόμενο τόσο του τίτλου όσο και του υπόλοιπου κειμένου. Να τις ομαδοποιήσετε καταγράφοντας τα απαραίτητα στοιχεία – γνωρίσματα.

/10

β.Ο συγγραφέας στο Κ.ΙΙ (§1 & 2) χρησιμοποιεί πλήθος ρημάτων για την προβολή της χαρακτηρολογικής δομής των υποκειμένων των δύο στάσεων ζωής. Να επισημάνετε τα ρήματα αυτά και να αναλύσετε την αποτελεσματικότητά τους στην κατανόηση των δύο στάσεων ζωής και χαρακτηρολογικής δομής των υποκειμένων σχολιάζοντας ταυτόχρονα το υφολογικό αποτέλεσμα.

/5

Β3α.Να βρείτε και να αναλύσετε τον τρόπο με τον οποίο τα δύο κείμενα (Κ.Ι & Κ.ΙΙ) επικοινωνούν μεταξύ τους ως προς τον βασικό προβληματισμό και το κυρίαρχο θέμα που διαπραγματεύονται.

/10

β.Να βρείτε στο Κ.ΙΙ πέντε λέξεις που χρησιμοποιούνται μεταφορικά και να τις αντικαταστήσετε με άλλες συνώνυμες στην κυριολεκτική τους σημασία.

/5

ΘΕΜΑ Γ΄- Λ Ο Γ Ο Τ  Ε  Χ  Ν  Ι  Α

Να γράψετε το ερμηνευτικό σας σχόλιο σε μία από τις προτροπές του Ν. Καζαντζάκη. Σε τι αποσκοπεί η γλωσσική επιλογή των προτροπών; Δώσε μία δική σας προτροπή που θα εκφράζει τις ανάγκες της σύγχρονης εποχής.

/15

 

ΘΕΜΑ Δ΄ - Έ Κ Θ Ε Σ Η

Σε μια συζήτηση με συμμαθητές σας – επ’ ευκαιρία της αποφοίτησής σας – τίθεται προς προβληματισμό ο «βηματισμός» και η στάση ζωής του σύγχρονου νέου στις πολυποίκιλες προκλήσεις της εποχής μας. Σε διαδικτυακό άρθρο των 380 λέξεων να αναπτύξετε: α. Την ανάγκη μιας θετικής και αγωνιστικής στάσης ζωής των νέων τόσο για την προσωπική τους ανέλιξη (§1) όσο και για την κοινωνική πρόοδο (§1) και β. Τους παράγοντες που μπορούν να διαμορφώσουν μία τέτοια στάση ζωής (§2).

/30

Εναλλακτικό

Στα πλαίσια μιας φιλοσοφικής συζήτησης στην τάξη σας – και επ’ ευκαιρία της αποφοίτησής σας και των νέων προοπτικών της ζωής σας – τίθεται προς συζήτηση το θέμα: Οι ανάγκες και τα προβλήματα της ζωής ακυρώνουν την ελευθερία μας ή αποτελούν κίνητρο για την κατάκτησή της; Να επιχειρηματολογήσετε υπέρ και των δύο απόψεων. (300 λέξεις)

 

Α Π Α Ν Τ Η Σ Ε Ι Σ

ΘΕΜΑ  Α΄

Ο συγγραφέας πραγματεύεται τις δύο στάσεις ζωής που διαμορφώνουν οι άνθρωποι απέναντι στις δυσκολίες της ζωής τους καθώς και τα κύρια στοιχεία του χαρακτήρα τους. Αρχικά καταγράφεται η ύπαρξη αντιξοοτήτων στη ζωή του ανθρώπου που συνιστούν μία νομοτέλεια. Απέναντι σ’ αυτές οι άνθρωποι άλλοτε οδηγούνται σε μια παθητική συμπεριφορά κι άλλοτε μία ενεργητική. Εκφραστές της πρώτης στάσης είναι οι άνθρωποι της αδράνειας και της δεύτερης της δράσης. Οι πρώτοι εκπροσωπούν την άρνηση της ζωής και συνιστούν αρνητικό πρότυπο ζωής. Οι δεύτεροι είναι οι υπερασπιστές της ζωής και της προόδου και συνιστούν θετικά πρότυπα μίμησης. Επιλογικά τονίζεται η αξία της αγωνιστικότητας ως αναγκαιότητας απέναντι στα αδιέξοδα της κοινωνίας.

 

ΘΕΜΑ  Β΄

Β1.1Σ («Μία φυγή…παραίτησης», §1), («Οι αντιξοότητες…νίκη», §2), («Ως προτροπή…εμπεριέχει», §5),  («Αντίθετα…λειτουργία», §6) («Ένα σύνθημα…ελπιδοφόρες, §7).

Β2α.Η αναφορά στους στίχους των δύο ποιητών σχετίζεται άμεσα τόσο με τον τίτλο του Κ.ΙΙ όσο και με το βασικό περιεχόμενο του κειμένου. Ειδικότερα οι δύο ποιητές προβάλλουν τις δύο στάσεις ζωής απέναντι στα προβλήματα της ζωής. Ο Σικελιανός αποποιείται τη λύση της «φυγής» ως απάντηση, ενώ ο Καβάφης καταγράφει τη λύση της «φυγής» για τη σωτηρία των Τρώων. Τις δύο στάσεις ανιχνεύουμε και στον τίτλο όπου η παρουσία των ρημάτων «φεύγουμε» και «παλεύουμε» τις αναδεικνύει έμμεσα και μάλιστα σε διλημματικό τόνο. Η παρουσία του ερωτηματικού επιτείνει τον διλημματικό χαρακτήρα του τίτλου ως προς την επιλογή της προτιμητέας στάσης ζωής.

Σε ένα δεύτερο επίπεδο η αναφορά των δύο ποιητών προϊδεάζει για την καταγραφή και παρουσίαση των δύο στάσεων ζωής που επιλέγονται από τους ανθρώπους, όταν βρεθούν μπροστά στα προβλήματα της ζωής. Η πρώτη στάση, αυτή της «φυγής» χαρακτηρίζει ανθρώπους που λυγίζουν ή και δειλιάζουν μπροστά στον όγκο των προβλημάτων και παραιτούνται από κάθε προσπάθεια ενεργητικής αντίδρασης. Η δεύτερη στάση, αυτή της «μη-φυγής» χαρακτηρίζει τους τολμηρούς και τους δυνατούς και με θετικό δείκτη αυτοπεποίθησης. (§1 & 2)

Έτσι η αναφορά στους δύο στίχους των ποιητών λειτουργεί ως γέφυρα ανάμεσα στον τίτλο και το υπόλοιπο «σώμα» του κειμένου.

β.Ο συγγραφέας στην προσπάθειά του να χαρτογραφήσει τις δύο στάσεις ζωής, τη «φυγή» και τη «μη-φυγή», όπως και τα δομικά στοιχεία των εκφραστών αυτών χρησιμοποιεί πλήθος ρημάτων που καθιστούν πιο εναργές το περιεχόμενό τους. Ειδικότερα τα ρήματα της πρώτης στάσης, της «φυγής», όπως τα «αποφεύγουν να συγκρουστούν, φοβούνται, δειλιάζουν» αναδεικνύουν με καθαρότητα το αρνητικό πρόσημο αυτής της στάσης, αλλά και των εκφραστών της. Το ίδιο συμβαίνει και με τη δεύτερη στάση, τη «μη-φυγή» όπου τα ρήματα «αντιστέκεται»«αγωνίζεται»«συγκρούεται»«χαλυβδώνουν» σκιαγραφούν το εσωτερικό υπόβαθρο των εκφραστών της. Έτσι τα ρήματα, στο βαθμό που εκφράζουν ενέργεια (θετική ή αρνητική) πλέκουν τον ιστό των δύο στάσεων και του χαρακτήρα των ανθρώπων που τις υιοθετούν. Υφολογικά ο λόγος αποκτά ζωντάνιαπαραστατικότητα και αμεσότητα διευκολύνοντας έτσι την κατανόηση του περιεχομένου της βασικής πρόθεσης του συγγραφέα να περιγράψει τις δύο στάσεις ζωής και των ακολούθων της. Ο Ενεστώτας ως χρόνος συνδράμει συμπληρωματικά στην πρόθεση αυτή αφού δίνει τόσο την παροντικότητα του φαινομένου όσο και την διαχρονικότητά του…

Β3α.Και τα δύο κείμενα συγκλίνουν ως προς την προβολή και καταγραφή της συμπεριφοράς των ανθρώπων απέναντι στα προβλήματα της ζωής. Ειδικότερα ο Κ.Ι σκιαγραφεί την παθητική στάση ζωής που εμπεριέχει την αδράνεια, το φόβο και τη δειλία. Αυτή χαρακτηρίζει τους αρνητές της ζωής που αναζητούν τις λύσεις στη φυγή (§1 & 2, «Απέναντι…συμβιβασμού»«Οι πρώτοι…πραγμάτων»®§1/ «όσοι προτιμούν…παρακαταθήκη» ®§2). Στο ίδιο πλαίσιο κινείται και το Κ.ΙΙ που προβάλλει εμφαντικά στη στάση της «φυγής» που επιλέγουν κάποιοι αδύναμοι κάτω από το βάρος των προβλημάτων (§1). Η φυγή και η μη-αγωνιστική στάση ζωής θεωρούνται ως αρνητική συμπεριφορά και αντιπρότυπο.

Αναλογίες υπάρχουν και στην προβολή της «αγωνιστικής»στάσης ζωής (Κ.Ι) και της «μη-φυγής» (Κ.ΙΙ). Η πρώτη διέπει άτομα ενεργητικά με δύναμη και θέληση και αγάπη για τη ζωή και την πρόοδο (§1 & 2 & 2, Κ.Ι). Η «μη-φυγή» προβάλλεται ως επιλογή θετική και χαρακτηρίζει άτομα που αγωνίζονται και συγκρούονται (§2, Κ.ΙΙ).

Έτσι η «επικοινωνία» των δύο κειμένων είναι εμφανής και διευκολύνει τον αναγνώστη στην βαθύτερη κατανόηση και των δύο κυρίαρχων στάσεων ζωής που επιλέγουν οι άνθρωποι όταν βρίσκονται μπροστά στα προβλήματα και στα αδιέξοδα της ζωής. Η αναλογία είναι εμφανής και αισθητοποιεί τη διαχρονικότητα και καθολικότητα αυτών των στάσεων αλλά και των εκφραστών της.

β.Χαλυβδώνουν = ισχυροποιούν, φαρέτρα = επιχειρήματα, απεγκλωβισμό = αποδέσμευση – απελευθέρωση,διαβρώνει = αδυνατίζει – αλλοιώνει,υγιή = γερά – ομαλά – φρόνιμα – κατάλληλα.

 

ΘΕΜΑ Γ΄- Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α

Ο Ν. Καζαντζάκης στην «Ασκητική» του κατορθώνει να εκφράσει με έναν λυρικό τρόπο το προσωπικό του φιλοσοφικό του Ιδεώδες προκειμένου να οδηγηθεί στην εσωτερική αποκορύφωση της απόλυτης αίσθησης της ελευθερίας. Η προτροπή του «Μην καταδέχεσαι να ρωτάς…Πολέμα!» συνιστά μία εσωτερική κραυγή που εμπεριέχει στοιχεία κοινωνικής διακήρυξης. Μία κραυγή για την ανάγκη του ανθρώπου να «μάχεται» ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα. Η δράση και ο αγώνας είναι η κορύφωση της συνειδητοποίησης του ανώτατου χρέους του ανθρώπου. Η νίκη και η ήττα δεν μπορούν να είναι το τέλος του στόχου, αλλά η αφετηρία για συνεχή επαγρύπνηση και τελείωση. Η αγωνία του ανθρώπου συμπληρώνεται με τον αγώνα που συνιστά και το απόλυτο χρέος του ανθρώπου. Ο προστακτικός τόνος του «πολέμα» εμπεριέχει όλη τη φιλοσοφία του Καζαντζάκη με στόχο την ελευθερία. Μία ελευθερία που δεν είναι ο τελικός στόχος, αλλά η προτροπή για διαρκή αγώνα για ελευθερία.

Η προτροπή του Ν. Καζαντζάκη διατυπωμένη άλλοτε με Προστακτική«Πολέμα» κι άλλοτε με προτρεπτική Υποτακτική«Να μάχεσαι…να ρωτάς» εμπλουτίζει το περιεχόμενο με αμεσότητα και ζωντάνια. Το β΄ ενικό πρόσωπο κυριαρχεί ως γλωσσική επιλογή προσδίδοντας μία θεατρικότητα στο απόσπασμα. Ο καθένας αισθάνεται να είναι το «Εσύ» - ο αποδέκτης των προτροπών κι έτσι βιώνει την προτροπή ως προσωπικό χρέος του.

Ως μία δική μου προτροπή που θα μπορούσε να εκφράσει το «χρέος» του σύγχρονου ανθρώπου είναι:

«Να στοχεύεις το ανέφικτο, όταν όλοι οι άλλοι συμμορφώνονται στο δεδομένο» ή «Μην διαλέγεις το άνετο, το βολικό και την πεπατημένη οδό… Φτιάξε το δικό σου δρόμο με το δικό σου περπάτημα».

 

ΘΕΜΑ Δ΄ -Έ Κ Θ Ε Σ Η

Η ανάλυση του πρώτου θέματος βρίσκεται στο blog του συγγραφέα ΙΔΕΟπολις ,iliasgiannakopoulos.blogspot.com και ειδικότερα στα άρθρα:1.«Φεύγουμε ή παλεύουμε;»2.«Οι “Απροσάρμοστοι”»3.«Συνείδηση και Επανάσταση»,4.«Ουτοπία…Σε κάνει να προχωράς»,5.«Αγωνιστικότητα και Ελευθερία»,6.«Νέος θα πει...».

Για το εναλλακτικό θέμα σχετικό υλικό υπάρχει στα άρθρα: 1.«Η Ελευθερία ως προϊόν αναγκαιότητας»2.«Διαφωνία, Ελευθερία και Αλήθεια».

­Χρήσιμο βοήθημα το βιβλίο του συγγραφέα «ΙΔΕΟπολις»(Εκδόσεις Λιβάνη)

https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/









Μάνος Χατζιδάκις-Ο μεγάλος Έλληνας συνθέτης

 

Στις 23 Οκτωβρίου του 1925 θα γεννηθεί ένας από τους μεγαλύτερους Έλληνες συνθέτες, ο Μάνος Χατζιδάκις.

Ο Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στη Ξάνθη, ενώ ο πατέρας του είχε κρητική καταγωγή. Εκτός από συνθέτης, ήταν ποιητής και διανοούμενος. Από την αρχή της ζωής του, περίπου 4 χρονών, ο Μάνος, θα ασχοληθεί με την μουσική μάθηση, καθώς η αρμένικης καταγωγής, δασκάλα του, Αλτουνιάν, θα τον εντάξει στον μουσικό κόσμο. Παράλληλα εξασκείτο σε βιολί και ακορντεόν. Το 1932, θα εγκατασταθεί για πρώτη φορά στην Αθήνα οριστικά. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1938, ο πατέρας του πεθαίνει σε αεροπορικό δυστύχημα, γεγονός που σε συνδυασμό με την έναρξη του Β' Παγκοσμίου πολέμου επιφέρει μεγάλες οικονομικές δυσχέρειες στην οικογένεια. Ο νεαρός Χατζιδακις για αυτόν τον λόγο εργάστηκε ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ και άλλες δουλειές. Παρ' όλες τις δυσκολίες δεν θα σταματήσει τη μουσική ενασχόληση, αφού παρακολουθούσε μαθήματα με τον Μενέλαο Παλλάντιο, την περίοδο 1940 - 1943, ενώ ξεκινά και σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Η μουσική του καριέρα ήταν πλούσια. Κατά τη διάρκεια της ζωής του συνδέθηκε με πολλούς γνωστούς καλλιτέχνες μεταξύ των οποίων οι ποιητές Νίκος Γκάτσος, Γιώργος Σεφέρης, Οδυσσέας Ελύτης, Άγγελος Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης. Κατά την τελευταία περίοδο της Κατοχής, συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση μέσα από τις γραμμές της ΕΠΟΝ, όπου γνώρισε τον Μίκη Θεοδωράκη, με τον οποίον σύντομα ανέπτυξε ισχυρή φιλία. Η πρώτη εμφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγματοποιείται το 1944, σε ηλικία 19 ετών, με τη συμμετοχή του στο έργο "Τελευταίος Ασπροκόρακας" του Αλέξη Σολομού, στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Από εκεί και έπειτα, από το 1947 μέχρι το 1994 θα δημιουργήσει αμέτρητα έργα. Κάποια πολύ γνωστά έργα του ήταν: Ματωμένος Γάμος, Παραμύθι χωρίς όνομα, Μεγάλος Ερωτικός, Αθανασία, τα Παράλογα, Ρωμαϊκή Αγορά, το Χαμόγελο της Τζοκόντα και America-America. Μεγαλύτερη επιτυχία γνώρισε από το 1957 εως το 1967. Μέσα σε εκείνη την περίοδο, γράφει πάρα πολλά έργα για θέατρο και κινηματογράφο, του απονέμεται βραβείο Όσκαρ για τη μουσική της ταινίας "Τα παιδιά του Πειραιά" δίνοντας του παγκόσμια φήμη(1961), ιδρύει και διευθύνει την Πειραματική Ορχήστρα Αθηνών (1964-67), χρηματοδοτεί τη διοργάνωση απονομής βραβείων με το όνομα του και συνεργάστηκε με τον Μωρίς Μπεζάρ. Οι Όρνιθες ανεβαίνουν με τα Μπαλέτα του 20ού Αιώνα στις Βρυξέλλες. Το βασικότερο στοιχείο του Χατζιδάκι είναι ότι κατάφερε και ένωσε το λόγιο και κλασσικό στοιχείο με το λαϊκό που μέχρι τότε αδικούταν. Πάνω σε αυτή τη διασταύρωση, ενώθηκε ο λαός ο οποίος μέχρι τότε, ακόμη και στην μουσική, επέλεγε να ακούσει με βάση πολιτιστικά, πολιτικά αλλά και κατεξοχήν ταξικά κριτήρια. Ενώ το λόγιο στοιχείο του χαρακτήρα του ήταν ευδιάκριτο, είχε πολλά λαϊκά στοιχεία στη μουσική του. Επίσης ενώ πολλοί τον θεωρούν λαϊκό, αυτός θεωρούσε τον εαυτό του μη λαϊκό αλλά ότι ήταν ένας αστός παρατηρητής. Ο όρος λαϊκός για αυτόν ήταν μια σαφής αλλά παράλληλα και αφαιρετική έννοια και δεν προσδιορίζεται σωστά. Κάποτε είχε δηλώσει:
"… Και για να εξηγηθούμε, όταν λέω κάτι λαϊκό δεν το εννοώ και για τον Λαό. Κατά σύμπτωση, ο Λαός κάθε άλλο παρά λαϊκός είναι. Τα μπουζούκια, οι μπαγλαμάδες και οι ζουρνάδες, είναι η συνήθεια του. Εμένα μ΄ ενδιαφέρουν εκείνες οι λίγες, οι μοναδικές του στιγμές που ζει, χωρίς καλά-καλά να καταλαβαίνει την αλήθεια του. Είναι οι στιγμές που είναι σκέτα άνθρωπος, χωρίς την βία του Χρόνου, χωρίς την αγωνία του Χώρου, χωρίς την φθορά της Τάξης του…"
Εκτός από μουσικά έργα, ο Μάνος Χατζιδάκις ήταν μεγάλος διανοούμενος, ποητής, ανθρωπιστής και ιδεολόγος. Σημεία και μαρτυρίες αποδεικνύουν αυτούς τους χαρακτηρισμούς. Διαβάστε εδώ κομμάτια από ένα άρθρο του που αναφέρεται στο φασισμό και είναι πιο επίκαιρο από ποτέ.
Ο συνθέτης, πέθανε το 1994, αφήνοντας τεράστια μουσική, αλλά και γενικότερα πολιτιστική κληρονομιά. Ήταν ένας άνθρωπος που παρά την αστική του προέλευση, τον γοήτευσε ο απλός λαός, γνωρίστηκε με αυτόν, έγινε μέρος του και βρήκε την πραγματική του ταυτότητα, κοντά του. Σε μια προσπάθεια να "παντρέψει" τις δύο αυτές ταυτότητες, δημιούργησε τη δική του μουσική. Ακόμη, πολλά ερωτήματα δημιουργήθηκαν και δημιουργούνται γύρω από τις ιδέες του, πράγμα το οποίο αποδεικνύει ότι το μυαλό του ήταν και είναι προχωρημένο για την εποχή μας. Άλλος ένας σπουδαίος άνθρωπος γεννήθηκε στην Ελλάδα των χίλιων βασάνων, πράγμα που δίνει κουράγιο και συμπαράσταση στην απογοητευμένη νεολαία του σήμερα.

Επιλεγμένη εργογραφία:

Για μια μικρή λευκή αχιβάδα, (σουίτα για πιάνο) 1947
Γυάλινος κόσμος (Θέατρο Τέχνης) 1947
Ματωμένος Γάμος, (θέατρο) 1948
Λεωφορείον ο πόθος (θέατρο) 1949
Έξι λαϊκές ζωγραφιές, (μπαλέτο) 1950
Καταραμένο Φίδι, (σουίτα μπαλέτου) 1950
Ιονική σουίτα, (έργο για πιάνο) 1952
Ο κύκλος του C.N.S. (κύκλος τραγουδιών για βαρύτονο) 1953
Μαγική πόλις (κινηματογράφος) 1954
Σουίτα για βιολί και πιάνο, 1954
Στέλλα (κινηματογράφος), 1955
Ο κύκλος με την κιμωλία, (θέατρο) 1957
Παραμύθι χωρίς όνομα, (θέατρο) 1959
Όρνιθες, (Αρχαία κωμωδία) 1959
Το νησί των γενναίων (κινηματογράφος) 1959
Ευρυδίκη (θέατρο) 1960
Το ποτάμι (κινηματογράφος) 1960
Ελλάς, η χώρα των ονείρων (ντοκυμαντέρ) 1960
Πασχαλιές μέσα απ’ τη νεκρή γη (διασκευή 12 παλιών λαϊκών για ορχήστρα) 1961
Η κλέφτρα του Λονδίνου (θέατρο) 1961
The 300 Spartans (κινηματογράφος), 1961
Καίσαρ και Κλεοπάτρα, (θέατρο) 1962
Οδός ονείρων, (θέατρο) 1962
Μαγική πόλις (θέατρο) 1963
America – America (κινηματογράφος) 1963
Το χαμόγελο της Τζοκόντα, ερ. 22 (για ορχήστρα) 1964
Δεκαπέντε Εσπερινοί (διασκευή τραγουδιών για ορχήστρα) 1964
Μυθολογία, (κύκλος τραγουδιών) 1965
Καπετάν Μιχάλης, (θέατρο) 1966
Blue (κινηματογράφος) 1967
Reflections, (10 τραγούδια με το New York Rock ‘n’ Roll Ensemble) 1968
Ρυθμολογία, (έργο για πιάνο) 1969
Επιστροφή (κύκλος τραγουδιών) 1970
Ο Μεγάλος Ερωτικός, (κύκλος τραγουδιών) 1972
Ο οδοιπόρος, το μεθυσμένο κορίτσι κι ο Αλκιβιάδης, (κύκλος τραγουδιών σε θεατρική μορφή) 1973
Sweet movie (κινηματογράφος) 1674
Αθανασία (κύκλος τραγουδιών) 1975
Τα παράλογα, (κύκλος τραγουδιών) 1976
A la recherché de l’ Atlantide I & II (ντοκυμαντέρ) 1977
Η Εποχή της Μελισσάνθης, (καντάτα) 1980
Για την Ελένη, (κύκλος τραγουδιών) 1980
Πορνογραφία, (μουσικό θέαμα), 1982
Χειμωνιάτικος Ήλιος, (κύκλος τραγουδιών) 1983
Οι μπαλάντες της οδού Αθηνάς, (κύκλος τραγουδιών) 1983
Τριάντα Νυχτερινά (διασκευή τραγουδιών για ορχήστρα) 1983
Σκοτεινή Μητέρα, (κύκλος τραγουδιών) 1986
Ήσυχες μέρες του Αυγούστου (κινηματογράφος) 1992
Αμοργός, (καντάτα, ανολοκλήρωτο, εκδόθηκε μετά τον θάνατο του συνθέτη) 1992
Τα τραγούδια της αμαρτίας, (κύκλος τραγουδιών) 1994

Κεμάλ


ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΤΟΥ ΤΡΙΤΟΥ-Οι νεολαίοι του σήμερα και το αυγό (μιλάει ο ίδιος) 



Ερωτικό - Καληνύχτα



To άρθρο δημοσιεύτηκε πρώτη φορά για το decay.gr

To άρθρο μπορείτε να το βρείτε και εδώ.
















Μιχαήλ Εμινέσκου - Mihai Eminescu ( 15 Ιανουαρίου 1850 - 15 Ιουνίου 1889 )

 

Portrait of Mihai Eminescu - photograph taken by Jan Tomas in Prague, 1869

Το 1850 στις 15 Ιανουαρίου γεννήθηκε το έβδομο παιδί τού Γκεόργκε Εμίνοβιτς και της Ραλούκα Ράρεσα από τό Ζολντεστι, μιας σχετικά εύπορης αγροτικής οικογένειας, στο Ιποτέστι, χωριό κοντά στο Μποτοσάνι της Μολδαβίας. Ήταν ο Μιχάι Εμίνοβιτς. Από μικρό παιδί είχε μια πανθεϊστική δίψα να μάθει τι είναι ο κόσμος και το σύμπαν. Δεν τον χωράει το σπιτικό του, το σχολείο, το χωριό του. Από δέκα χρονών τον απασχολεί το μυστήριο της ζωής και του θανάτου. Σε περιπλανήσεις στα γύρω χωριά, στις κατασκηνώσεις των γύφτων νομάδων, στις όχθες ποταμών και λιμνών,στις στρούγκες, «αόρατες δυνάμεις» του εμπιστεύτηκαν τα λαϊκά τραγούδια, τους θρύλους, τα παραμύθια. Ακούει τους βιβλικούς γέροντες, ιστορικά γεγονότα μακρινά, νιώθει την ανάγκη της ενότητας των ρουμάνικων λαών πού είναι χωρισμένοι από αυστριακές, τούρκικες και άλλες ηγεμονίες.


Μια από τις αρετές του Εμινέσκου ήταν η παθιασμένη αγάπη του για τον λαό και την πατρίδα του. Με την ποίησή του έπλασε μια γλώσσα ωραία πού την τραγούδησε ο λαός του, πέρασε τα σύνορα της πατρίδας του και έγινε γνωστός σε όλο τον κόσμο. Η αγάπη του για την πατρίδα είναι ίσια με το μίσος πού έτρεφε για τους με κάθε τρόπο εκμεταλλευτές του λαού χωρίς να λογαριάζει συνέπειες και οφέλη. Η πέννα του πού άφησε σε μας εικόνες αξεπέραστες σε ομορφιά για τη φύση και τα συναισθήματα του είναι εξίσου αξεπέραστη στην σκιαγράφηση με σαρκαστικό τρόπο όλων των κακών πού μαστίζανε την κοινωνία του καιρού του. Τη μεγάλη του αγάπη εκφράζει στο ποίημα του 

«Τι σου εύχομαι εγώ γλυκιά μου Ρουμανία»

«Τι σου εύχομαι εγώ γλυκιά μου Ρουμανία,
νεαρή νυφούλα, μάνα αγαπητή!
Πάντα αδερφωμένα ας ζούνε τα παιδιά σου
σαν της νύχτας τ’ άστρα, της μέρας την αυγή!

Σε ζωή αιώνια, δόξες να χαρώ,
όπλα με δυνάμεις, Ρουμάνικη ψυχή
Όνειρο ανδρείας, καύχημα, περηφάνια
Γλυκιά μου Ρουμανία αυτή είναι η ευχή!»


Στην εφηβεία του, οι φυγές έγιναν μεγαλύτερες Κατά την διάρκεια των περιπλανήσεών του ο Εμινέσκου έμαθε τόσα πράγματα όσα δεν ήταν σε θέση να του μάθει κανένα σχολείο. Μέσα στην οργιαστική φύση της Μολδαβίας ακονίζει την ακοή του με ήχους των στοιχείων της φύσης. Ο Εμινέσκου πλούτισε το ρουμάνικο λεξιλόγιο, κατάφερε να εκτοπίσει τις ξένες γλώσσες πού μιλούσαν και έγραφαν οι εύπορες τάξεις και οι διανοούμενοι στις πόλεις και να επιβάλει στην λογοτεχνία την ντόπια γλώσσα.
Στις περιπλανήσεις του στα δάση συμφιλιώνεται με τα ζώα, ήμερα και άγρια, δένεται με τους λατόμους τους νομάδες, τους βοσκούς τους εργάτες. Για τα δάση έγραψε αργότερα:

«Ήμουν αγόρι, τα δάση τριγυρνούσα
και ξάπλωνα συχνά πλάι σε πηγή
έβαζα προσκεφάλι το δεξί
να ακούω το ρυάκι πώς ηχεί
ένα σούσουρο ήρεμο περνούσε από κλώνους
και ένα άρωμα με κοίμιζε γλυκά»

Ο Εμινέσκου χαρακτηριζότανε «αθάνατος με ψύχος» γιατί έτσι ένιωθε. Όπως αθάνατος και αμετάλλακτος θα μείνει για τους αιώνες ο μίσχος, ο βλαστός, το δεντράκι και πιο πέρα το δάσος:

«Ακούς απ’ τα δάση πώς αναποδογυρίζουν πηγές
όταν έρχεται μπόρα
και η ηρεμία πού όλα τα σκεπάζει
όταν η μπόρα τελειώνει»

Λέει αλλού μιλώντας με τα στοιχεία της φύσης:

«Γαλήνεψε κρύο σκοτάδι του χρόνου
Και τ’ αστέρια γι’ αυτόν είναι φίλοι
έτσι που τα βλέπει να πηγάζουν
στου ουρανού την μεγαλοπρέπεια.»

Τον ουρανό τον παρομοιάζει με:

«Κάμπους ουράνιους που ανοίγουν καλοκαιριάτικα
με αστραπές και βροντές και να σταματάνε
λες και κάποιος θεός τους καλεί να σωπάσουν
μέσα από τη σκιά του»


Στα δεκαέξι του έστειλε μια επιστολή με στίχους του στην εφημερίδα του Ιωσήφ Βουλκάν, «ΦΑΜΙΛΙΑ». Ο εκδότης στην απαντητική του επιστολή του δίνει το όνομα Μιχάι Εμινέσκου πολιτογραφώντας έτσι τον εθνικό ποιητή της Ρουμανίας.
Ανάμεσα στα πάθη του ήταν και η βιβλιοφιλία και είχε ζωηρή έλξη για το θέατρο. Συχνά ακολουθεί τσιγγάνικους μικροθιάσους. Ήξερε να ψάχνει και να ανακαλύπτει σπανία βιβλία και ντοκουμέντα. Γνωρίζεται με τον Σλάβος με τον οποίο οργάνωσε στα 1871 την Γιορτή για την Πούντα., γύρω από την ανάμνηση του θανάτου του Πρίγκιπα Στεφάνου του Μεγάλου, μιας θρυλικής μορφής της Ρουμάνικης Ιστορίας. Τόσο στη Βιέννη όσο και στο Βερολίνο ο Εμηνέσκου δεν περιορίστηκε μόνο στην μελέτη των προσφιλών του φιλοσόφων Πλάτωνα, Σπινόζα, Καντ και Σοπενχάουερ στον θεοσοφικό ορφισμό στον Ζωροάστρη στον Βούδα. Διαποτισμένος από τον Γερμανικό ιδεαλισμό και το ρομαντικό πνεύμα της εποχής του, ευσυγκίνητος στην νεοφανέρωτη μαρξιστική φιλοσοφία και στον απελευθερωτικό άνεμο του αιώνα του δεν περιορίζεται στα πανεπιστημονικά προγράμματα
Στό Ιάσιο διευθύνει την εφημερίδα «Ταχυδρόμος» και γίνεται μέλος της φιλολογικής Λέσχης «Ζουνίμεα».
Ο Μαγιορέσκου τόν καλεί στό Βου­κουρέστι στήν σύνταξη τής εφιμερίδας «Τιμπουλ» (ο ΧΡΟΝΟΣ).
Στα 1876 συμβαίνουν δύο σημαντικά γεγονότα γιά τόν Εμινέσκου χάνει τήν λατρευτή του μητέρα Ραλούκα καί γνωρίζεται μέ τήν ποιήτρια τού Ιασίου Βερόνικα Μίκλε.
Στίς 3 Ιουλίου 1883 έπαυσε να συγκαταλέγεται μεταξύ τού συντακτικού προσωπικού της εφημερίδας «Τιμπουλ». Οι αντίπαλοι του τόν πληγώνουν μέ βελη φαρμακερά καί ανέντιμα. Ο μελαγχολικός του χαρακτήρας και η αδύναμη κράση του τον οδηγούν το 1883 για σοβαρή θεραπεία στην Αυστρία, όπου η υγειά του φαινομενικά σταθεροποιήθηκε. Επιστρέφοντας στην Ρουμανία εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στο Ιάσιο μέχρι το 1887, όταν η φρενοβλάβεια του επιδεινώθηκε
Στίς 6 Αυγούστου 1879 πέθανε ο Στέφανος Μίκλε, σύζυγος της αγαπημένης του ποιήτριας και ο έρωτάς τους δοκίμασε να υπερπηδήσει τό πλατωνικό φράγμα.
Από τότε, ο καταπιεσμένος ερωτικός τους πόθος ξέσπασε μιά θεία μέθη ευτυχίας και τρέλας στο λυρικο-δραματικό έργο τού ποιητή. Έργο που καθρεπτίζει όλη του η ζωή. Σαν ανθρώπινος χαρακτήρας ήταν τρυφερός και βίαιος, ευαίσθητος και σαρκαστής λογικός και παράλογος, τυπικός και ασυμβίβαστος.
Το 1889 κατέφυγε σε ένα σανατόριο. Εκεί ένας νοσηλευόμενος έσπασε το κρανίο αυτού του μεγάλου μυαλού, του μεγάλου πνεύματος στις 15 Ιουνίου του 1889 σε ηλικία μόλις 39 ετών.
Ο Μιχάι Εμινέσκου είναι ο Αυγερινός της Ρουμάνικης Λογοτεχνίας. Το αριστούργημά του με τον τίτλο αυτόν κάνει την αρχή όπως στους λαϊκούς μύθους, αλλά μπαίνει αμέσως στην πλοκή που διαδραματίζεται στα πλαίσια της ζωής.
Μια πανωραία κόρη από βασιλική γενιά ζούσε περήφανη. Όταν αντίκρισε τον Αυγερινό ερωτεύτηκε. Αυγερινός είναι η ονομασία του πλανήτη Αφροδίτη, γνωστό το βράδι ως Αποσπερίτης και το πρωί ως Αυγερινό. Στα Καρπάθια, στους γύρω χώρους τους παραδουνάβιους και στο χώρο τους Εύξεινου Πόντου ήταν το άστρο που οδηγούσε τους ποιμένες στα ψηλά βουνά και τους ναυτικούς με τα καράβια τους. Δεν πρόκειται για τον Εωσφόρο –τον έκπτωτο άγγελο που στην λατινογεννή λογοτεχνία ονομάζεται LUCIFER και Μεφίστο –κατά την ελληνική παράδοση Μεφιστοφελής, ονομασία του πνεύματος του κακού και του δαίμονα του έκπτωτου άγγελου –του Σατανά.
Ο Αυγερινός ήταν αγαπητός από τον λαό που τον έβλεπε με κάποια ελπίδα όταν έλαμπε αναβοσβήνοντας σαν τους πλανήτες, όχι σταθερά όπως τ’ άστρα.

ΑΥΓΕΡΙΝΟΣ

Σαν παραμύθι ζούσε εδώ
σαν τα ψηλά τα όρη
από βασιλική γενιά
μια πανωραία κόρη.

Κι ήταν μονάχη στους γονείς
περήφανη, όλο χάρη
μες στους αγίους Παναγιά
μες στ’ άστρα το φεγγάρι.

Μέσα από θόλους σκιερούς
το βήμα της πηγαίνει
στου παραθύρου την γωνιά
ο Αυγερινός προσμένει.

Τον βλέπει στον ορίζοντα
Λαμπρός να ξεκινάει
στους δρόμους τους αεικίνητους
καράβια μαύρα πάει.

Θωρεί τον μια θωρεί τον δυο
με πόθο τον ζητάει
τόσο καιρό πού την θωρεί
την κόρη αγαπάει.

Και μέσα στους αγκώνες της
τους κρόταφούς της βάζει
Ο πόθος της και η καρδιά
και η ψυχή ρεμβάζει.

Πιο δυνατά κάθε βραδιά
το φως του λαμπαδιάζει
Στην σκιά του μαύρου πύργου της
η κόρη τον κοιτάζει.

Στα ίχνη των βημάτων της
στην κάμαρά της μπαίνει
με σπίθες που φεγγοβολούν
φλόγας πλεμάτη υφαίνει.

Όταν στην κλίνη έρχεται
Την νιά για να κοιμήσει
Της δίνει χάδι απαλό
Τα βλέφαρα να κλείσει.

Καθρέπτη αντιφέγγισμα
το σώμα της σκεπάζει
τα μάτια της σαν πάλλονται
η όψη της αλλάζει.

Χαμογελώντας τον κοιτά
πώς τρέμει στο γυαλί της
στο όνειρο την ακολουθεί
να δέσει στην ψυχή της.

Στον ύπνο της μιλώντας του 
στενάζει η κοπέλα
«Της νύχτας γλυκέ αφέντη μου!
γιατί δεν έρχεσαι; Έλα!»


LUCEAFĂRUL

A fost odată ca-n poveşti,
A fost ca niciodată, 
Din rude mari împărăteşti, 
O prea frumoasă fată.Şi era una la părinţi
Şi mîndră-n toate cele, 
Cum e Fecioara între sfinţi
Şi luna între stele. 
Din umbra falnicelor bolţi
Ea pasul şi-l îndreaptă
Lîngă fereastră, unde-n colţ
Luceafărul aşteaptă. 
Privea în zare cum pe mări
Răsare şi străluce, 
Pe mişcătoarele cărări
Corăbii negre duce.
Îl vede azi, îl vede mîni, 
Astfel dorinţa-i gata; 
El iar, privind de săptămîni, 
Îi cade dragă fata. 
Cum ea pe coate-şi răzima
Visînd ale ei tîmple, 
De dorul lui şi inima
Şi sufletu-i se împle. 
Şi cît de viu s-aprinde el
În orişicare sară,
Spre umbra negrului castel
Cînd ea o să-i apară.

Şi pas cu pas pe urma ei
Alunecă-n odaie, 
Ţesînd cu recile-i scîntei
O mreajă de văpaie.

Şi cînd în pat se-ntinde drept
Copila să se culce,
I-atinge mînile pe piept, 
I-nchide geana dulce;Şi din oglindă luminiş
Pe trupu-i se revarsă, 
Pe ochii mari, bătînd închişi
Pe faţa ei întoarsă. 
Ea îl privea cu un surîs,
El tremura-n oglindă,
Căci o urma adînc în vis
De suflet să se prindă. 
Iar ea vorbind cu el în somn,
Oftînd din greu suspină:
- O, dulce-al nopţii mele domn,
De ce nu vii tu ? Vină ! 

Μήτσης Πέτρος

Αναδημοσίευση από http://eminescumihai.blogspot.gr/



Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/









Νικολά Πουσέν ( 15 Ιουνίου 1594 - 19 Νοεμβρίου 1665 )

 

The Empire of Flora, 1631 


Ο Νικολά Πουσέν (Nicolas Poussin, 15 Ιουνίου 1594 - 19 Νοεμβρίου 1665) ήταν Γάλλος ζωγράφος, ο σημαντικότερος του κλασικού γαλλικού μπαρόκ, αν και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της σταδιοδρομίας του στη Ρώμη. Γεννήθηκε κοντά στην πόλη Λεζ Αντελύ της βορειοδυτικής Γαλλίας το 1594 και πέθανε το 1665 στη Ρώμη. Εκτός από τα δύο χρόνια που υπηρέτησε ως αυλικός ζωγράφος του Λουδοβίκου ΙΓ΄ στο Παρίσι, έζησε και εργάστηκε στη Ρώμη.

Ο Πουσσέν, αν και ήταν γιος φτωχών αγροτών, απέκτησε επιμελημένη μόρφωση. Το ενδιαφέρον του για την τέχνη αφυπνίστηκε από τον ζωγράφο Κεντέν Βαρέν (Quentin Varin, 1570 – 1634) το 1612. Έφυγε για τη Ρουέν και μετά για το Παρίσι, όπου γνώρισε την τέχνη της ώριμης ιταλικής Αναγέννησης μέσα από τα χαρακτικά αντίγραφα έργων του Ραφαήλ. Μετά από μια περίοδο μεγάλης φτώχειας, εγκαταστάθηκε το 1624 στη Ρώμη, με τη βοήθεια του Ιταλού αυλικού ποιητή της Μαρίας των Μεδίκων Τζανμπατίστα Μαρίνο, ο οποίος παρήγγειλε στον Πουσσέν να φιλοτεχνήσει μια σειρά μυθολογικών σχεδίων για την εικονογράφηση των «Μεταμορφώσεων» του Οβιδίου.

Κατά το διάστημα της παραμονής του στη Ρώμη (1624 – 1640), ο Πουσσέν γνωρίστηκε με σημαντικές προσωπικότητες της Ρώμης. Μέσω του γραμματέα του καρδιναλίου Μπαρμπερίνι, τον Κασιάνο νταλ Πότσο, ο Πουσσέν έγινε ένθερμος θαυμαστής του αρχαίου ρωμαϊκού πολιτισμού και της κλασικής τέχνης. Το 1630, ο Πουσσέν νυμφεύθηκε με την κόρη ενός Γάλλου ζαχαροπλάστη στη Ρώμη, την Αν-Μαρί Ντυγκέ, με την οποία έζησε μέχρι το θάνατό της, δίχως να κάνουν παιδιά.

Μεταξύ των ετών 1638 και 1639, τα επιτεύγματα και η εκτίμηση της τέχνης του Πουσσέν στους καλλιτεχνικούς κύκλους της Ρώμης τράβηξαν την προσοχή της γαλλικής βασιλικής Αυλής. Ο υπουργός του Λουδοβίκου ΙΓ΄ καρδινάλιος Ρισελιέ προσπάθησε να πείσει τον Πουσσέν Να επιστρέψει στο Παρίσι και να γίνει μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Ζωγραφικής και Γλυπτικής. Παρά τους αρχικούς ενδοιασμούς του, ο Πουσσέν υποχώρησε στις συνεχείς πιέσεις του Ρισελιέ και του βασιλιά Λουδοβίκου ΙΓ΄και στα τέλη του 1640 επέστρεψε στο Παρίσι, όπου έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές και ονομάστηκε «πρώτος ζωγράφος του βασιλιά».

Σύντομα, λόγω της μεγαλομανίας και της αλαζονικής συμπεριφοράς του, ο Πουσσέν άρχισε να αντιμετωπίζει προβλήματα με τους υπουργούς του βασιλιά και τους Γάλλους καλλιτέχνες. Οι δημιουργίες του δεν απέσπασαν τους αναμενόμενους επαίνους και τον Σεπτέμβριο του 1642, απογοητευμένος και ταπεινωμένος, εγκατέλειψε το Παρίσι και για δεύτερη φορά εγκαταστάθηκε στη Ρώμη. Κατά την περίοδο αυτή, ο Πουσσέν έζησε ως «καλλιτέχνης – φιλόσοφος», απέκτησε πολλούς θαυμαστές, προς τους οποίους διατύπωνε τις ιδέες του για τη ζωή και την τέχνη.

Από το 1660 και μετά, αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας και στις αρχές του 1665 έπαψε να ζωγραφίζει. Πέθανε το φθινόπωρο του ίδιου έτους και ενταφιάστηκε στον Σαν Λορέντζο ιν Λουτσίνα, την εκκλησία της ενορίας του στη Ρώμη.

Καλλιτεχνική εξέλιξη

Ο Πουσσέν έζησε σε μιαν εποχή άνθησης της τέχνης του Μπαρόκ, όταν οι καλλιτέχνες ακολουθούσαν το γενικό ρεύμα του ρωμαϊκού μπαρόκ, με σκοπό να διακριθούν στη γενική τάση της εποχής. Αντίθετα, ο Πουσσέν, εμπνεόμενος από το μεγαλείο των έργων του Μαντένια και του Ραφαήλ, επιδίωξε να ξεπεράσει την τεχνοτροπία της μόδας και να ανανεώσει την αισθητική φιλοσοφία της εποχής του.

Τα πρώιμα έργα του Πουσσέν είναι εμπνευσμένα από την παλαιά Διαθήκη, την Καινή Διαθήκη και τη μυθολογία, αντλώντας τη θεματολογία του από τις βιβλικές περιγραφές και την αρχαιότητα. Αργότερα, στράφηκε σε μια τεχνοτροπία, βασισμένη στη σπουδή των ανθρώπινων παθών, όπου κυριαρχεί το γυμνό ανθρώπινο σώμα και επιβεβαιώνει το νέο αισθητικό προσανατολισμό του. Σε ορισμένους πίνακες με θρησκευτικό περιεχόμενο χρησιμοποιεί αρχιτεκτονικά στοιχεία και αστική σκηνογραφία, εμπνευσμένα από τον Πάολο Βερονέζε. Την τελευταία περίοδο της ζωής του, ο Πουσσέν φιλοτέχνησε μια θαυμαστή σειρά πινάκων με τον τίτλο «Οι Τέσσερις Εποχές» (1660 – 1664, Μουσείο του Λούβρου), που αποτελεί ένα είδος πνευματικής διαθήκης του καλλιτέχνη.


Νύμφη που ιππεύει σάτυρο, 1626 

Κέφαλος και Ηώς, 1630 

Άκις και Γαλάτεια, 1628 

Η έμπνευση του ποιητή, 1629 

Παρνασσός, 1632 

Η Αρπαγή των Σαβίνων, 1634 

Η λατρεία του Χρυσού Μόσχου, 1634, 

Θρίαμβος του Βάκχου, 1636 

Et in Arcadia ego (Οι Βοσκοί της Αρκαδίας), 1639 

Δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/