ΧΛΟΗ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΕΛΗ - ΤΡΙΠΛΕΤΑ

 


Υπάρχουν τρία είδη μοναξιάς.
Η μοναξιά με τον άλλο,
η μοναξιά χωρίς τον άλλο
και η μοναξιά με ένα φλαμίνγκο.
Όταν εκτελώντας μαζί του πιρουέτες
με αδύνατα ροζιασμένα ροζ πόδια
μπροστά σε ένα τεράστιο ήλιο
που η λίμνη καταπίνει με θόρυβο
αντιλαμβάνεσαι ότι στην πραγματικότητα
δεν υπάρχει στον κόσμο ούτε ένα πτηνό
που να αντέξει το βάρος
της πιο θανατηφόρας και αποτελεσματικής,
της τρίτης και φαρμακερής,
εσύ μόνη με σένα.


Φωτογραφία:Photography by Martin Marcisovsky

Από https://www.dodho.com/








ΣΤΑΜΑΤΙΝΑ ΒΑΘΗ - ΠΕΝΤΕ ΠΟΙΗΜΑΤΑ


i.Θέλω να σε ΞΑΝΑΔΩ 

Τρέμει το φυλλοκάρδι του Θεού, 
τρόμος και πόνος στο βλέμμα ενός παιδιού. 
Πόνος βουβός και καυστικός, 
συρτός ,επίμονος και πνιγηρός. 
Μια μαργαρίτα για τον Μάρτη, 
πέρα στα λιβάδια ,στα σπλάχνα των ηλιανθών, 
εκεί που το χώμα μυρίζει καμμένο ,
εκεί που το αίμα βρυχάται από τη σφαίρα των αδερφών. 

Πατέρα πού είσαι ??!!
Θα φύγω...
Πατέρα δεν θα σε ξεχάσω ποτέ. 
Πατέρα θέλω να σε ξαναδώ μια μέρα, 
να με αγκαλιάσεις μέσα στο φως ενός δίκαιου ουρανού. 
Βρυχάται η γη ...
Βρυχάται η ψυχή. 
Τρέμει η καρδιά. 
Μπαμπά μου μη φύγεις. 
Θέλω να σε δω ξανά. 

Αχ ... Και άλλα παιδιά...
Μαμάδες με παιδιά, 
γιαγιάδες με άσπρα μαλλιά...
Και ένα γιατί, μια ύπουλη πικρή φωνή, 
για ένα δικαστήριο χωρίς λογική. 
Χωρίς μάρτυρες και υπερασπιστές, 
μόνο δικαστές που σκοτώνουν αθώες ψυχές. 

Άραγε με τη βία βρίσκεις το δίκιο εάν είναι αληθινό, 
βρίσκεις φτερά ή καρφιά να σου μπίγονται βαθιά  όταν δεις τον Θεό?!
Ποιός μπορεί να κρίνει όταν το δάκρυ είναι παιδικό??!!
Ποιός??
Μια μαργαρίτα μπαμπά για εσένα ,
δεν σε ξεχνώ , θέλω να σε ΞΑΝΑΔΩ. 

6-3-2022


ii. Αμάραντο και λιβάνι 

Σήκω αγέρι, φύσα δυνατά.
Ψυχές ,φωνές μέσα στου Μάη τα λιβάδια τα χρυσά. 
Αμάραντο και λιβάνι μυρωμένο, 
ελίχρυσος από τα μύρια όσα της ψυχής καθαγιασμένο. 

Βοούν οι φτερωτές καρδιές, 
στενάζουν σε πυρρίχιους χορούς οι φλέβες οι καυτές, 
το αίμα τρέχει σαρωτικό,
γίνεται βροντή, κραυγής ερωτηματικό. 
Πού είσαι σε αναζητώ?!

Κοίτα, κοίτα τη γη...
Κοίτα την θάλασσα που θελκτικά σε καλεί. 
Κοίτα τα βουνά.
Τα μάρμαρα, τους κίονες ,τα ατσάλινα καμπαναριά.

Βελάσματα και λόφοι τορνευτοί, 
φιγούρες που σε καλούν χωρίς χρόνο, 
χωρίς μομφή για τα παλιά. 
Κλαγγίζουν τα μέταλλα πάνω στη γη ,
ελίχρυσοι στα μαλλιά, 
ο ήλιος θα ξαναβγεί να φωτίσει τη ματιά. 

Και είναι αυτό το ροδαλό παιδί, 
που πρέπει να μεγαλώσει, να γελάσει, να ερωτευτεί. 
Να κλάψει από της αγάπης τον σεβντά, 
όχι από τον θάνατο, 
ούτε από τη σφαίρα του πατέρα του στη καρδιά. 

Και αυτή η κόρη να υφαίνει λουλούδια για του Μάη τη γιορτή, 
όχι για την μάνα της που κείτεται κάτω νεκρή. 
Να βάλει χρυσά λουλούδια στα μαλλιά 
και να κοιτάξει με τα μάτια και το χαμόγελο στα χείλη πονηρά. 

Όπως η καρδιά χτυπά...
Όπως η καρδιά χτυπά...
Πού είσαι? Σε αναζητώ...
Έλα να σου πω για της ζωής το σκοπό. 
Αμάραντο και λιβάνι μυρωμένο, 
ελίχρυσος από τα μύρια όσα της ψυχής καθαγιασμένο. 

1-5-2022



iii. Περσέας και Ανδρομέδα 

Πόσο όμορφα γλυκολαλούν οι πλαγιές! 
Ώμοι γυμνοί, 
φωνές μαγικές, 
κόρες όμορφες , 
θεϊκές.
Τέτοια χάρη, 
τέτοια πηγή ζωής, 
τραγούδια για τον Ερμή, 
να τα παρασύρουν οι ποταμοί, 
σε κάθε θάλασσα, σε κάθε ουρανό, 
σε όλη την πλάση.
Ύμνοι παντοτινοί.

Νερό, νερό χρυσή βροχή, 
όπως ο Δίας σταγόνα, σταγόνα μπήκε από την χαραμάδα της φυλακής ,
την ωραία Δανάη για να βρει.
Όπως οι υδρατμοί από το άγιο νερό έγιναν ένα με τον ουρανό.
Και τα τρία φίδια λικνίστηκαν από χαρά γιατί η Πυθία τον χρησμό έδωσε από μακριά.
Θεία, θεία γέννα ήταν κοντά.
Πέρασε από κύματα πολλά.

Σάρκα με σάρκα με την μητέρα του μέσα στην λάρνακα, 
να τον χαϊδεύει το κύμα , 
να τον παίρνει αγκαλιά.
Και ο Δίας εκεί να τους αγναντεύει και να τους προσμονά.
Οι νύμφες ετοίμαζαν εδώ και χρόνια τον σάκο βελονιά βελονιά,
ήταν εντολή του πατέρα τους , 
φτερά στα χέρια τους,
τραγούδια στην λαλιά.

Και η Γοργώ φοβόταν,
φοβόταν τον δικό του ερχομό ,
στη μέση εκεί της θάλασσας,
φοβόταν κάθε πετούμενο, κάθε αερικό.
Χιόνι και κρύο αυτός να πάρει ,
περικεφαλαία και κοφτερό σπαθί,
τις γριές στον Άδη να πάει για να βρει.
Μονόφθαλμες γριές του είπατε κάθε κρυμμένο μυστικό, 
του δώσατε συμβουλές,
όπλο δυνατό στο μυαλό.

Σταλιά, σταλιά, 
σταγόνα αίμα πορφυρό, 
έπεσε πλούσιο και αχόρταγο πάνω στον Ωκεανό.
Φτερά, φτερά γεννήθηκαν , οπλές, καλπασμοί, 
τον πήρανε μακριά, σε ταξίδια από άκρη σε άκρη του κόσμου,
τον φέρανε στης Ανδρομέδας την ξένη γη.

Καταιγίδες , 
βροντές, 
αστραπές ,
αλλά ο Περσέας με την αγαπημένη του στην αγκαλιά,
αστέρια που φωτίζουν από ψηλά.
Λατρευτικές μορφές,
πλάσματα ουράνια, παντοτινά.
Χάδια του σύμπαντος που κρυφογελά.
Χέρια ερωτικά.

12-6-2018

Πίνακας: Πιέρο Ντι Κόζιμο


iv.Ήταν ηλιαχτίδες του ήλιου...

Ήταν ηλιαχτίδες του ήλιου τα μακριά της τα μαλλιά,
έπαιζαν με τις αντανακλάσεις της λίμνης, διάχυτα λαμπυρίσματα, διαμάντια αληθινά.
Μύριζε αμυγδαλιά και ροδιά,
ελιές νύμφες καμαρωτές,
κρίνα του αγρού, πολύχρωμα, λικνιστά.

Έσφυζε η γη απο σιτάρι και κριθάρι.
Σιτάρι για τους πλούσιους, κριθάρι για τους φτωχούς, οίνος να ρέει άφθονος,
γέλιο στα άσπρα σαν μαργαριτάρια σπίτια και τους μαρμαρένιους ναούς.
Και αυτοί καθρεφτίζονταν στα γαλάζια νερά,
κόρες όμορφες μέσα στις μυρωδιές της φύσης μια αγκαλιά. 

Έπαιζε η άρπα, νύφη στα γαλάζια, φωτεινή , λίμνη όλο πλούτο, αληθινή. 
Άσπροι και μαύροι πελαργοί, δάσκαλοι πραγματικοί,
χορευτές με τα τερτίπια των εποχών, μετεωρολόγοι αληθινοί σε κάθε του καιρού επιλογή,
πέταγαν σαν γράμματα σκόρπια
πάνω από τον πριγκίπων το περιβόλι
με τον αγέρα και τα παιχνιδίσματα των εποχών για παρέα.

Γλυκιά μου Καφαρναούμ, Δέσποινα του πύργου των Ιχθύων, που χάθηκες, που κρύφτηκες για να μην σε βρουν??!!
Γαϊδουράγκαθα πνίγουν τα νεαρά φυτά του σιταριού
και τα συντρίμια μέσα στο χρόνο και το χώμα χαμένα αναπολούν.
Οι λαοί της Θάλασσας χαμένοι και αυτοί στην ιστορία ψάχνουν την λύση για να βρουν.

Κοίτα, κοίτα τα μακριά της τα μαλλιά,
την πένα πως γράφει, βιβλία με μόρφωση και ζωή πλουμιστά.
Χρυσή σαν τον ήλιο με άλικη καρδιά.
Άρωμα λεπτό και μεθυστικό,
άμπελος του Αυγούστου που με το φως του ηλιοκράτορα γίνεται πιο έντονα δυνατό.
Κοίτα την πως κάθεται σκεφτικιά...

Άραγε τι σκέφτεται, τι αναζητεί, τι η ιστορία λέει, τι πάει να κρυφτεί??
Γιατί όλα είναι κυκλικά και ενώ ο άνθρωπος ένα βήμα κάνει εμπρός, όλο παραπατά??!!
Ξεχωριστή μου τουλίπα, γλυκομυριστή,
δέσποινα της λίμνης, γυναίκα, ζωή,
τι άραγε αυτή θέλει να μας πει??

Μίσος, μίσος και πόνος,
δάκρυα που σταλάζουν αίμα,
χαμός, έρημος δρόμος.
Μικρά διαμάντια της ζωής είμαστε και εμείς,
που γίνονται όμως σταγόνες και υδρατμοί όταν η κάψα του μίσους γίνει καυτή.
Και μετά τι??
Ερείπια, πισωγύρισμα, ψυχές χαμένες στην κόλαση, κλωθογύρισμα.

Δυο περιστέρια πέταξαν μακριά,
πέρασαν την θάλασσα, γίνανε ένα με τον ουρανό, μια μπουκιά.
Ένα αγκωνάρι ριγμένο, παρατημένο να μιλά,
να αφηγείται για παλιές ιστορίες και μεγαλεία αληθινά.
Πέτρες από εδώ, πέτρες και από εκεί και η γη να έχει γίνει έρημος, λάβα αληθινή.
Ποιος είναι ο νικητής??!!
Σε καμμένη γη τίποτα δεν μπορεί να ζει.

Και όμως... Και όμως...
Βλέπω μια τουλίπα χρυσή...
Με άλικη καρδιά που από τον ήλιο γίνεται όλο και πιο μοσχομυριστή.
Άραγε τα περιστέρια θα έρθουν ξανά??
Ομορφη κόρη τι σκέφτεσαι...
Ένα γιατί??!!
Κάτι στα χείλη κρέμεται...
Σαν προσευχή. 

21-3-2019

Poem: Stamatina Vathi ©

Πίνακας:  Stylianos Papadopoulos


v. Τα κύματα μύριζαν ιώδιο και καταιγίδα 

Τα κύματα μύριζαν ιώδιο και καταιγίδα.
Είχε φυσήξει και τραντάξει όλο το βράδυ με επιμονή, 
δύο πελαργοί τσαλαβουτούσαν μια εδώ και μια εκεί, 
όλο το μπλε από την φύση ασύστολα είχε χυθεί.
Γλυκό και απάνεμο το ταξίδι και με τα κρόταλα να παιανίζουν για τροφή πολλή.

Ο ουρανός την θάλασσα είχε αγκαλιάσει,
κάθε λόγο της είχε εστερνιστεί,
το τραγούδι της είχε θαυμάσει,
σφοδρά και άπειρα την είχε ερωτευτεί.
Ήταν η συνέχεια της γης,
το άλλο το μισό της,
η καρδιά της, η ψυχή.

Μια αμυγδαλιά δώρο της είχε φέρει,
να την μυράνει, να την στολίσει στο φωτεινό της μπλε.
Άνθη και καρπούς να της κάνει,
άσβηστο λυχνάρι να της θυμίζει τον έρωτά του,
την κάθε του σκέψη που απεγνωσμένα την αποζητούσε να την δει. 

Η καταιγίδα την είχε νευριάσει,
άφριζε και χτυπούσε κάθε βράχο,
κάθε καράβι χωρίς ενοχές.
Μαύρη και τρικυμιώδης, ταύρος ανίκητος, παροιμιώδης...
Πόσο πειθήνια σήμερα ήταν!!
Αλλά αυτός από την ηρεμία της δεν γελιόταν.
Καθόταν και την θαύμαζε, την ομορφιά της χαιρόταν.

Η αμυγδαλιά έλαμπε μες τα λευκά της...
Ήταν σύμβολο της αληθινής του αγάπης,
άσπιλη, τρυφερή, ελπίδα πραγματική. 
Ο χειμώνας είχε σκοπό να αποχωρήσει,
το διατυμπάνιζαν οι πελαργοί,
όλη η φύση
και αυτή η άσπρη νύφη του χιονιά, η θεϊκή. 
Τον εξόρκιζε τον γέρο χειμώνα,
του έκανε με τα κλαδιά της τερτίπια πολλά.
Του έλεγε " φύγε, φύγε τι κάθεσαι εδώ ακόμα, κάθε πράγμα έχει τον καιρό του, πήγαινε στο καλό και έλα μετά ξανά".

Ήταν μια οπτασία, ένας προάγγελος μιας νέας αρχής. 
Μια λευκή προσευχή,
ένα γράμμα μέσα στο γαλάζιο, μια υπογραφή.
Μια φλόγα που θα καίει αιώνια με πάθος και επιμονή.
Αχτίδες και λάμψεις έβγαιναν από τα κλαδιά της,
άνθισε και έβγαλε καρπούς στην στιγμή.
Αναπηδούσε η ψυχή. 

Ο χρόνος έτρεχε και τσαλαβουτούσε και έδινε όρκους με όλο το μπλε ότι γλυκά και ήρεμα θα προχωρούσε.
Την αγαπούσε την ζωή,
όλο το μπλε και το λευκό και την κάθε στιγμή.
Γέλασε η αμυγδαλιά και στον χρόνο έδωσε φιλί.
Όλα τα χρώματα έχει η παλέτα,
σταλιά σταλιά,
θάλασσα και ουρανός μια αγκαλιά.

*κρόταλα: μουσικό όργανο, castanets 

22-3-2019








Θεοδώρα Κουφοπούλου Ηλιοπούλου - Μάνα

 


Μετά το Θεό,
Συ , Μάνα.
To Φως της Αυγής.
Το Φως του κόσμου.

Μάνα λέω,και ανθίζω παιδί.
Μάνα.΄
Κι΄ ο ΄Ηλιος χρυσολάμπει.
Κελαίδούνε τα πουλιά.
Μοσχοβολάνε τα λουλούδια.
Γάργαρα κυλάνε τα ποτάμια.

Μουσική αγγέλων
Τ όνομά σου Μάνα.
Τ΄ακούει η βροχή,
Και σταματάει να κλαίει.
Τ΄ακούει το κύμα
Και γίνεται γαλήνη.

Το πήρε ο αγέρας
Τ όνομά σου, Μάνα μου
Και τόκανε τραγούδι.

Κι΄ο ποιητής,
Ποίημα ποιεί,
Αθάνατο να μείνει
Τ΄όνομά σου και άρωμά σου.

Χαρά μου ακριβή.
Μάνα μου και Παναγιά μου.



Χρόνια πολλά στις μανάδες όπου Γης.
Και όσες μανούλες, Άστρα έχουν γενεί
Μνήμη τους πρέπει ιερή.

Χρόνια πολλά και στις γυναίκες
που δεν είχαν την τύχη της μητρότητας
κάνουν όμως χρέη μητέρας.

Θεοδώρα Κουφοπούλου Ηλιοπούλου
Ποιήτρια λαογράφος
B΄μέλος Λογοτεχνικής Καλλιτεχνικής
επιτροπής ΔΕΕΛ.


Η φωτογραφία είναι από https://destanea.com/









ΕΥΑ ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΥ ΛΙΑΝΟΥ - Ενα ποίημα για τη γιορτή της μητέρας..

 

Μητέρα,
Η λέξη ιερή
Παναγία η μάνα όλων
Ευλογημένη η γυναίκα που έγινε μητέρα

Η μαμά μου, η πιο όμορφη
Η πιο γενναιόδωρη
Η πιο θαρραλέα

Μάνα μου
Μαμά
Μητέρα
Αυτή , που με ενέπνευσε
Για κάθε μέρα
Για κάθε νύχτα

Για κάθε μία ρυτίδα
Ήταν ένα ξενύχτι
Για κάθε μια γκρίζα τρίχα
Ήταν ακόμη μια ανησυχία

Για κάθε αϋπνία
Ήταν μια προσευχή

Μάνα
Μητέρα μου
Μάνα ευλογημένη
Από τα χέρια σου μεγάλωσαν τα πιο όμορφα παιδιά στην καρδιά

Από το στήθος σου μας γαλούχησε ς
Μέρα και νύχτα
Μας νανούρισες
Σαν τη πιο δεινή παραμυθοπλέχτρα
Εσύ είσαι η νεράιδα μας
Η νύμφη της τύχης μας

Μαμά μου
Μητερούλα
Χρόνια πολλά
Να σε προσέχει η Παναγία
Στα όνειρα μου σε γεμίζω με φλουριά
Στο ξύπνιο μου
Με φιλιά και Λουλούδια

Μάνα, χιλιοτραγουδισμένη
Λέξη
Μάνα
Μάνα
Φωνάζουν τα παιδιά
Με μια φωνή χαρωπή

Μάνα
Μητέρα
Μαμά
Η πιο ευλογημένη λέξη
Η πιο ιερή λέξη
Η πιο μεγάλη Χάρη που έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο...

Η μάνα όσο βασανισμένη
Όσο πικραμένη
Όσο πληγωμένη κι εάν νιώθει
Την ευχή της θα δώσει στο παιδί τής

Μαμά
Μητέρα
Μάνα

Το στήριγμα της νιότης μας
Το στις δύσκολες στιγμές μας

Χρόνια πολλά παραμυθένια
Χρόνια πολλά ευλογημένα
Μητέρα μου
Καλότυχη
Γιομάτη ενέργεια και Φως
Δύναμη και καλοσύνη

Σε ευχαριστώ για όλα!!!!
Χρόνια πολλά μαμά μου

Εύα Πετρόπουλου Λιανου










Devotion - A poem by Naheed Akhtar

 


Devotion


O' thee
The soul of my body!
I ain't gonna empty
The heart that carries
Love for thee
No matter how long
Thou ignore me

Until the body sinks
And inner forces give up
Repudiating to serve
The breaths
That drag the form
And maintain
Relationship between

Until the body reaches
The home
Under the bosom of Earth
And the body
Lays in mirth
For the attainment
Of still rejoicing the love it ever loved

Naheed Akhtar ©
All rights reserved






Two poems of Shreya G. Iyengar from India ( My Mother & School )

 


My Mother
In the Darkest nights and in the Brightest sunshines You held my hand and stood like a rock, behind You celebrated my success and taught me to deal failure You taught me to be a good friend But you also taught me 'whom to be good friend with' You taught me million things You made my world interesting In my smiles and in my tears There's always been one person who never left me alone, and that's you. You are the most important part of my life. Oh Mother! Oh Mother! School The last benches were something we called our fun spot, Anyone up for a game, why not? Our classroom was our favourite place to be, We had an attachment even with the big old tree, The desks which were places where tiffins hid, In the snacking of the period's mid, The teachers who taught us way too more than just books, And oh, we flaunting our ever so joyful school going look, Shh and silence generally meant the contradictory, We were the ones who triumphed even in library. From every floor to every room, There are strings attached, and memories bloom. Once a heavy bag of books, Now a heavy bag of memories, Yes the word school has the ability to make anyone cry, And that's an amazing wry, We come crying and leave crying, Isn't school a place we call our very first home?

 Bionote

Shreya G. Iyengar is a budding poetess and a bright student of integrated BBA-MBA programme who is doing her graduation from Nirma University, Ahmedabad, India.








Ηλία Γιαννακόπουλου "Σκέψης εγκώμιον": Δοκίμια προβληματισμού - Βιβλιοκριτική από τη Δήμητρα Σμυρνή

  "Η καθαρή σκέψη - η αδογμάτιστη και ελεύθερη -  είναι το "αντίσωμά" μας απέναντι στην γενική ύπνωση και  την κοινωνική απονεύρωση" ( Ηλίας Γιαννακόπουλος).

                                                                                        

Δήμητρα  Σμυρνή*

Μετά από το πρώτο βιβλίο του "ΙΔΕΟπολις", Εκδόσεις Λιβάνη, 2019, ο Ηλίας Γιαννακόπουλος συγκεντρώνει, μετά από τρία χρόνια, σ' έναν τόμο 450 σελίδων, μια δεύτερη σειρά δοκιμίων του, με τον τίτλο "Σκέψης εγκώμιον"εκδόσεις Απόπειρα.

Η σκέψη, το πολυτιμότερο εργαλείο της ανθρώπινης υπόστασης, που ξεχωρίζει τον άνθρωπο ως έμβιο ον μέσα στον κόσμο, είναι το θέμα του βιβλίου, που δίνεται από τον συγγραφέα του  με γνώση - αποτέλεσμα πολύχρονης μελέτης στοχαστών- αλλά και προσωπικών του θέσεων, που καλούν τον αναγνώστη στον προβληματισμό.

Γνωστός ο δοκιμιακός λόγος του Ηλία Γιαννακόπουλου, που πληροί στο έπακρο τον όρο του δοκιμίου ''να κινείται στο μεταίχμιο Επιστήμης και Λογοτεχνίας", όπως λέει ο ίδιος.

Αλλά πέρα απ' αυτό, γνωστός και ο προσωπικός του λόγος -πέρα από τον ορισμό του δοκιμίου-  που τον κάνει έναν συγγραφέα, που επιδιώκει όχι να πείσει τον αναγνώστη του, αλλά να τον προβληματίσει και να τον προκαλέσει να δει"τα αυτονόητα και δεδομένα με μια άλλη ματιά".

Σε μια εποχή αναπόφευκτης, δυστυχώς, παγκοσμιοποίησης, όπου ο λόγος των στοχαστών της Ανθρωπότητας πολύ λίγο μετρά μπροστά στην πολιτική του κέρδους, του ξέφρενου καταναλωτισμού και κυρίως της απόλυτης χειραγώγησης των συνειδήσεων, ο Ηλίας Γιαννακόπουλος έρχεται με το βιβλίο του όχι να οδηγήσει στατικά στο παρελθόν και τη σοφία του, αλλά, μέσα απ' αυτό, στην ανάγκη της ελεύθερης σκέψης.

Το περιεχόμενο του βιβλίου αγγίζει  με σεβασμό τις περιοχές της Φιλοσοφίας, της Ψυχολογίας, της Γλώσσας, της Πολιτικής, της Θρησκείας, αλλά και άλλα θέματα απότοκα της καθημερινότητάς μας, που μας προβληματίζουν ως απλούς παρατηρητές, αλλά δεν μπορούμε  σπάσουμε το εξωτερικό τους κέλυφος και να διεισδύσουμε στις γενεσιουργές αιτίες τους, όπως για παράδειγμα το φαινόμενο της βίας, ταυτόσημης πια με την εποχή μας.

Θέματα εξαιρετικά ενδιαφέροντα, τίτλοι κεφαλαίων ελκυστικοί, όπως: "Λογική και Συναίσθημα: η αέναος πάλη", "Η ζωή μας: μια παρένθεση και μόνο", "Εμφύλιον πάθος: Η Ελλάς εν καμίνω" , "Προπαγάνδα: κατασκευή υπηκόων",  "Κορονοϊός, φόβος και δυστοπία", "Ξενοφοβία: Τα νέα τείχη" και πολλά άλλα, αποδεικνύουν την ικανότητα του συγγραφέα να κερδίζει το ενδιαφέρον ήδη από τον τίτλο.

Ο λόγος του, εναργής, προσιτός σε κάθε αναγνώστη, χρησιμοποιεί τη σκέψη των μεγάλων στοχαστών ως εφαλτήριο, για να ξεδιπλώσει τις δικές του σκέψεις, προκαλώντας τον καθένα, που ανοίγει το βιβλίο του, όχι μόνο να σκεφτεί αλλά και να αισθανθεί. Ξέρει καλά πως ο ορθός λόγος μπορεί να σφράγισε κορυφαίες στιγμές της ανθρώπινης σκέψης, όμως δίπλα του το συναίσθημα, το "θυμικόν", παίζει κι αυτό το δικό του ρόλο, προσελκύοντας και κάνοντας το δρόμο της σκέψης ευκολότερο για τον κοινό νου.

Το βιβλίο του Ηλία Γιαννακόπουλου, με το ευρηματικό σκίτσο του καταξιωμένου διεθνώς καλλιτέχνη Νίκου Τερζή στο εξώφυλλό του και την επιμελημένη του έκδοση, έρχεται για μια ακόμη φορά να θυμίσει τη φράση του Μπέρτραντ Ράσελ:

"Η σκέψη είναι δυνατή, σβέλτη και ελεύθερη, είναι το φως του κόσμου και η δόξα του ανθρώπου"

 * Η Δήμητρα Σμυρνή είναι Φιλόλογος και χρήστης του Site  Faretra (Βέροια).


Από https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/