https://fytognoseis.blogspot.com/
Σαν το κυκλάμινο στα ροζ ντυμένη,
μες σε μια πέτρα η καρδιά μου αφημένη.....
Στα ροζ ντυμένη στα χαλάσματα γυρνώ,
την πρώτη αγάπη μου με πόνο αναπολώ.
που μου ψιθύριζες με πάθος, μ’ αγαπάς.
Ήτανε Ανοιξη θυμάμαι και σ’ αγάπησα πολύ…
η πλάση μύριζε λεμονανθούς και γιασεμί
κι ένα κυκλάμινο δειλά είχε ανοίξει
μέσ ’ απ’ την πέτρα διάλεξε ν ανθίσει.
Στα ροζ ντυμένη στα χαλάσματα γυρνώ
στις αναμνήσεις μού απόμεινε να ζω.
Μιας Ανοιξης κυκλάμινο που δεν ανθίζει πια
τα χρόνια πέρασαν μα Ανοιξη καμιά.
Σαν το κυκλάμινο στα ροζ ντυμένη,
μες σε μια πέτρα η καρδιά μου αφημένη
*εμπνευσμένο από μια αληθινή ιστορία
απ’ την Τούρκικη εισβολή του 1974
όταν ένα 20χρονο αγόρι ανέβαινε με λεβεντιά
τα βουνά της Κερύνειας να «κατατροπώσει
τον εχθρό» ενώ μια νεαρή κοπέλα απέμεινε
«μιας Ανοιξης κυκλάμινο που δεν ανθίζει πια" μετά που ταυτοποιήθηκαν τα οστά του....
Είδα στον ίσκιο σου γραμμένο
Στον ουρανό τον ματωμένο
Δάκρυ πικρό και συννεφιά
Κι ήρθα και σου ‘βαλα στο χέρι
Σίδερο πέτρα και μαχαίρι
Και του σταυρού σου τα καρφιά
Άγρυπνο κράτησες το βόλι
Μα εγώ στης γης το περιβόλι
Θα κρύβω τη λαβωματιά
Ώσπου στο χώμα να γυρίσει
Το πεύκο και το κυπαρίσσι
Το δυοσμαρίνι κι η μυρτιά
Τώρα με τ’ όνειρο χαρά σου
Μείνε κυκλάμινο του δάσους
Και πριν στον ήλιο αναστηθείς
Πάρ’ την αγάπη για κλειδί σου
Στην αμμουδιά του παραδείσου
Πού πας απόψε να σταθείς;
Εκεί που φύτρωνε φλισκούνι κι άγρια μέντα
κι έβγαζε η γη το πρώτο της κυκλάμινο
τώρα χωριάτες παζαρεύουν τα τσιμέντα
και τα πουλιά πέφτουν νεκρά στην υψικάμινο.
Κοιμήσου Περσεφόνη
στην αγκαλιά της γης
στου κόσμου το μπαλκόνι
ποτέ μην ξαναβγείς.
Εκεί που σμίγανε τα χέρια τους οι μύστες
ευλαβικά πριν μπουν στο θυσιαστήριο
τώρα πετάνε αποτσίγαρα οι τουρίστες
και το καινούργιο πάν να δουν διυλιστήριο.
Κοιμήσου Περσεφόνη
στην αγκαλιά της γης
στου κόσμου το μπαλκόνι
ποτέ μην ξαναβγείς.
Εκεί που η θάλασσα γινόταν ευλογία
κι ήταν ευχή του κάμπου τα βελάσματα
τώρα καμιόνια κουβαλάν στα ναυπηγεία
άδεια κορμιά σιδερικά παιδιά κι ελάσματα.
Κοιμήσου Περσεφόνη
στην αγκαλιά της γης
στου κόσμου το μπαλκόνι
ποτέ μην ξαναβγείς.
Μ.Ν. Περπατώ μες στ’ αγκάθια μες στα σκοτεινά
σ’ αυτά που ‘ναι να γίνουν και στ’ αλλοτινά
κι έχω για μόνο μου όπλο μόνη μου άμυνα
τα νύχια μου τα μωβ σαν τα κυκλάμινα.
ΜΗΤΣΟΣ ΚΑΣΟΛΑΣ - ΚΥΚΛΑΜΙΝΑ ΚΑΙ ΧΑΜΟΜΗΛΙΑ
Αν γινότανε τα εκατομμύρια
των κυττάρων μου να διαχώριζα,
σ' όλη τη γη θα τά'σπερνα
κυκλάμινα και χαμομήλια.
Πάνω σ' αυτά να περπατάς
κι όταν θα μ' αγαπάς
κι όταν θα μ' έχεις ξαγαπήσει.
Μήτσος Κασόλας (Δελτίο Καιρού)
Θα προσπαθήσω να δώσω το σχῆμα μου
ὅπως συντρίβεται σε δυο λιθάρια
θα σκεφτῶ ὑπόχρεος ἀπέναντί σου
θα στήσω τη φοβερή ὀμπρέλα μου
με τις μπαλένες ἀπ᾿ το πρόσωπό μου
μαύρη ὑγρή ἀκατανόητη
ἀπ᾿ τον καιρό που ἤτανε ἀσπίδα
που ἦταν ταπεινό κυκλάμινο
και μια ρομφαία.
Θέλω να μιλήσω ἁπλά για την ἀγάπη
τῶν ἀνθρώπων
και παρεμβαίνουν οἱ θύελλες
παρεμβαίνει το πλῆθος
το στῆθος μου
το τρομερό ἡφαίστειο που λειτουργεῖ
κάτ᾿ ἀπὸ πέτρες.
Τα φριχτά ἐρωτήματα παραμένουν ἐπίμονα
μαῦρα ὑγρὰ ἀκατανόητα
παραμένουν ἐπίσημα
σαν σαρτεβάλια.
Ὅσο ἀπ᾿ τις μικρές καλύβες να γελοῦν
ὅσοι οἱ χωρικοί να μπαίνουν στα ἐργοστάσια
ὁ πύργος μας καίγεται
θ᾿ ἀφήσουν εποχή οἱ ἔνδοξες μέρες
ὅλα τ᾿ ἀπόκρυφα χειρόγραφα θα ἐπιστραφοῦν
ἀπό σοφούς και μάντεις.( απόσπασμα)
Νότα Κυμοθόη - ΚΥΚΛΑΜΙΝΑ
Σιωπηλά στο χάραγμα της μέρας
μες το μουντό ξημέρωμα
στην παγωνιά του χειμώνα
ταπεινοί προσκυνητές της γης
οπού με υπομονή κρατά το σπόρο
αυτόν που θα βλαστήσει την άνοιξη!
Αχ, χλόη καημέ μας
το μαράζι των ανθρώπων...
Θυμηθείτε τα σημάδια της γης
τα χοχλάδια που απόμειναν
εκεί οπού...δέντρα γίνανε στάχτη...
Το χάραμα, ολόγυρα η πλάση
έχει μιαν αχνάδα παγερή
οπού χτενίζει τον ορίζοντα...
Αχ, καρδιά, πήρες σβάρνα τοπία
κι είδες σύγνεφα που έρχονται
καθώς βάφονται βουνά μαβιά
από αντίχριστους που πλάκωσαν
χέρια που κόβουν σύρριζα κεφάλια
μαχαίρια οπού χτυπούν πισώπλατα
γλώσσες οχιάς που ροκανίζουν...
Αχ, καρδιά οπού τα έλατα διαφεντεύεις
εκεί οπού βογκούν των ελαφιών ψυχές
κι ακούγονται ανασεμιές αποθαμένων...
Οι ελιές σκιές στην ανηφόρα
καθώς τσομπαναραίοι ωσάν Απόστολοι
σφίγγουν στον κόρφο τους τ' αρνάκια.
Κι ο άνεμος; Κάτι σαλεύει σιγαλά
κι ύστερα περνάει σιωπηλά ως άγιος.
Τα κυκλάμινα, ομορφιάς σφραγίδα
σαν ένα μήνυμα ελπίδας
μαβιά-βουβά στέκουν χαμηλωμένα
πάνου από το χνότο της γης.
Πως να το πεις;
Κρατούν της στράτας το θυμίαμα
του ήλιου το δεκάλογο
του φεγγαριού το ασήμι.
Μη τους το πεις...
Στη ζυγαριά του κόσμου
το άγιο περιστέρι μες στα λιόδεντρα
ψάχνει ακόμα κλαδάκι...
Μη τους το πεις...
Τις νύχτες κουκολοφόροι
χτυπούν αθώους...
Μη τους το πεις!..
Αχ, καρδιά, μόνη εσύ μέσα στο χάραμα
να κρατάς τον ήλιο στη ράχη
μη στάξει πάνω του σκοτάδι ο καιρός...
Αχ, καρδιά αδράχτι τι θυμίζεις;
Χρυσόμυγα, ουράνιο τόξο;
Ξεφεύγεις μες τη βουή της τρικυμίας
και γίνεσαι κυκλάμινο όλο καημούς
σφίγγοντας χιλιοτρυπημένα λόγια
αφηνιασμένα χειροκροτήματα
βουβή απάνου στο μίσχο σου
κρατώντας μέσα σου υπομονή
και Αη-θυμαριού ανάσα.
Αχ, καρδιά...στόχαστρο οχτρών!
Σφύρα ν' ανθίσουν τα βουνά
σκαλί-σκαλί ως επάνω μαβιά
ταπεινά κυκλάμινα που λάμπουν!
copyright:Nota Kimothoi
Χρίστος Μαρκόπουλος - Κυκλάμινα
Τα χρόνια της μεγάλης ελπίδας
δεν χάθηκαν ποτέ
κι αν εμείς σκορπίσαμε
αναζητώντας ευθείες λεωφόρους,
κι αν εμείς δεν υπολογίσαμε
τα χιλιόμετρα των αποστάσεων,
κι αν εμείς σπαταλήσαμε
τις δυνάμεις μας
στο κυνήγι κινούμενων στόχων,
τα χρόνια της μεγάλης ελπίδας
ανακυκλώνονται ξανά,
με τον σηματοδότη χρόνο
στο πράσινο στο κόκκινο στο πορτοκαλί.
Εμπρός ξεκίνα πάλι,
πάλι και πάλι από την αρχή.
Κι αν αυτά που λέμε δεν είναι έτσι,
κι αν αυτά που νιώθουμε
δεν είναι αυτά που θέλαμε να νιώθουμε,
εσύ, μη μελαγχολήσεις
με την δική μας φτιαχτή αισιοδοξία,
εσύ, μη νιώσεις ίλιγγο
ακροβατώντας στου ορίζοντα
τις κινητές γραμμές
κι εμείς, το υποσχόμαστε
μαζί να τραγουδήσουμε
της συντροφιάς τραγούδια.
-Δεν πειράζει, που δεν έμαθες
να χαϊδεύεις τους κάκτους,
αλλοίμονο σου όμως
αν πατήσεις τα κυκλάμινα.
Τα κυκλάμινα δες
σεμνυνόμενα κεφαλάκια
παραστάτες σε τελετουργία φθίσης
μυρωδάτα φιλιά της βροχής στα φύλλα
μέχρι ...τελικής πτώσης
χρώμα της φθοράς
χρώμα της μελαγχολίας
κίτρινο του κυδωνιού
καφετί του κάστανου
μύρωμα του αγέρα
που ακούσια με ταξιδεύεις σε άλλα πελάγη
που χαράζεις τα κύματα
που εικονίζεις στα έγκατά μου
το θάνατο....
με την ελπίδα σίγουρης ανάστασης
ανοίγει η γη να δεχτεί την Κόρη
κι η Δήμητρα θρηνεί
δάκρυα ποτισμένα ελπίδες
θα ξαναγεννηθούν ήλιοι που μαράθηκαν
θα μυρίσει η γη
''φλισκούνι κι άγρια μέντα''
ερωτιδείς θα τραγουδούν
σε ένα αέναο τραγούδι χαράς
κι εγώ αλλοπαρμένη θα ψιθυρίζω:
όλα ωραία και συγκλονιστικά μεγάλα!
Γιάννης Ρίτσος
1. Κουβέντα μ’ ένα λουλούδι
– Κυκλάμινο, κυκλάμινο
στου βράχου τη σχισμάδα,
πού βρήκες χρώματα κι ανθείς,
πού μίσχο και σαλεύεις;
– Μέσα στο βράχο σύναξα
το γαίμα στάλα-στάλα.
Μαντήλι ρόδινο έπλεξα
κι ήλιο μαζεύω τώρα.
Μικρό πουλί τριανταφυλλί
δεμένο με κλωστίτσα
με τα σγουρά φτεράκια του
στον ήλιο πεταρίζει.
Κι αν το τηράξεις μια φορά
θα σου χαμογελάσει
κι αν το τηράξεις δυο και τρεις
θ’ αρχίσεις το τραγούδι.
«Πανιά στο φύσημα του αγέραο νους δεν κράτησε άλλο από τη μέρα.Άρωμα πεύκου και σιγήεύκολα θ’ απαλύνουν την πληγή65που έκαμαν φεύγοντας ο ναύτηςη σουσουράδα ο κοκωβιός κι ο μυγοχάφτης. *Γυναίκα που έμεινες χωρίς αφή,άκουσε των ανέμων την ταφή.
»Άδειασε το χρυσό βαρέλι70ο γήλιος έγινε κουρέλισε μιας μεσόκοπης λαιμόπου βήχει και δεν έχει τελειωμό·το καλοκαίρι που ταξίδεψε τη θλίβειμε τα μαλάματα στους ώμους και στην ήβη.75Γυναίκα που έχασες το φως,άκουσε, τραγουδά ο τυφλός.
»Σκοτείνιασε· κλείσε τα τζάμια·κάνε σουραύλια με τα χτεσινά καλάμια,και μην ανοίγεις όσο κι α χτυπούν·80φωνάζουν μα δεν έχουν τί να πουν.Πάρε κυκλάμινα, πευκοβελόνες,κρίνα απ’ την άμμο, κι απ’ τη θάλασσα ανεμώνες·γυναίκα που έχασες το νου,άκου, περνά το ξόδι του νερού…»
85«Αθήναι. Ανελίσσονται ραγδαίωςτα γεγονότα που ήκουσε με δέοςη κοινή γνώμη. Ο κύριος υπουργόςεδήλωσεν, Δεν μένει πλέον καιρός…»«…πάρε κυκλάμινα… πευκοβελόνες…90κρίνα απ’ την άμμο… πευκοβελόνες…γυναίκα…»«…υπερτερεί συντριπτικώς.Ο πόλεμος…»ΨΥΧΑΜΟΙΒΟΣ. *
Ωστόσο σκύβουν
κάτω απ’ το βήμα του Θεού
τα κυκλάμινα.
Άγκυρα, 30. 10. 1950
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΙΑΜΠΑΝΗ - Κυκλάμινα ζωγραφιστά
Τόσο μικρά και ταπεινά
γεμάτα πλέρια ομορφιά
ριγμένα
στις κρυφές της γης γωνιές
σε βράχους κι άγονες ρωγμές
θαρρείς από ένα χέρι
μαγικό ,
ζωγράφου .
Στολίδια του Φθινόπωρου
που όλο κινούνται σιωπηλά
στου ανέμου την ανασαιμιά
Κυκλάμινα ζωγραφιστά . ..
el.S~
– Πώς σε λένε, λουλουδάκι;
– Να σ’ το πω: κυκλαμινάκι.
– Και ριζώνεις στο βουνό,
δίχως άνθη άλλα κοντά σου;
– Έχω σύντροφο (στοχάσου!)
το γαλάζιον ουρανό.
– Και τι κάνεις όλη μέρα;
– Τραγουδώ με τον αγέρα·
παίζω με τ’ αγριοπούλια·
με κοιμίζει πάντα η Πούλια·
και στολίζω ταπεινά
τις ραχούλες, τα βουνά…
– Και το χιόνι όταν φτάσει;
– Δε φοβάμαι… Θα περάσει…
Μες στη γη θα κοιμηθώ,
στου Θεού μας την αγκάλη.
Και τον άλλο χρόνο πάλι
με καινούργιο θα ’μαι ανθό!…
– Καληνύχτα, λουλουδάκι…
– Ώρα σου καλή, παιδάκι…
ΝΙΚΟΣ ΤΥΠΑΛΔΟΣ
Σύνθεση : Φρόσω Λάσκαρη
Ενορχήστρωση : Τάσος Καλαιτζής
Ερμηνεία : Φρόσω Λάσκαρη
Σα μια βροχή από ψηλά
έπεσα τόσο χαμηλά
ένα φθινόπωρο και δάκρυσα
μα από το πουθενά εσύ
μ’ αγκάλιασες σα μάνα γη
και μες στον πόνο μου σ’ αγάπησα
Έβγαλα φύλλα στην καρδιά
ψήλωσα όπως τα βουνά
κι όλα στον κόσμο μου υπέροχα
το σώμα άγγιζε τη γη
μα ήταν στα σύννεφα η ψυχή
πλημμυρισμένη από έρωτα
Έρωτας ήσουν ξαφνικός
έρωτας φθινοπωρινός
στη δίψα μου νερό κρυστάλλινο
με μια αγάπη ακριβή
που ανθίζει μέσα στη βροχή
σαν του χειμώνα το κυκλάμινο
Μες στη δική σου αγκαλιά
έμαθα και στην παγωνιά
να περπατώ και στα λασπόνερα
και άφησα πίσω τα παλιά
χρόνια μου πέτρινα , σκληρά
κι έβαλα χρώματα στα όνειρα
Είχες στο βλέμμα σου ένα φως
σαν ήλιος ήσουν λαμπερός
που την ψυχούλα μου τη ζέσταινες
κι ένοιωθα μέσα στην καρδιά
να φεύγει πόνος κι ερημιά
με την αγάπη που μ’ ανέσταινες
Έρωτας ήσουν ξαφνικός
έρωτας φθινοπωρινός
στη δίψα μου νερό κρυστάλλινο
με μια αγάπη ακριβή
που ανθίζει μέσα στη βροχή
σαν του χειμώνα το κυκλάμινο
Στίχοι: Νίκος Καρύδης
Αν είσαι μια μικρή παραπονεμένη πέτρα
σε μια ερημιά
αν είσαι ένα μοναχικό κυκλάμινο
στο βουνό
αν είσαι ένα ξεχασμένο άστρο
στον ουρανό
πού θες να το ξέρω;
Αν είσαι μια βραδινή βροχή
στη θάλασσα
αν είσαι ένας βαπορίσιος καπνός
στο πέλαγος
αν είσαι ένα παλιό εικόνισμα
σε μια εκκλησιά
πού θες να το ξέρω;
Αν είσαι ένα αγκάθι
στην καρδιά μου
εγώ που σ’ αγαπώ
πώς θες να το ξέρω;