Κίρα Σίνου ( 12 Μαρτίου 1923- 27 Σεπτεμβρίου 2007)


"Πέρασε η εποχή που οι άνθρωποι, ακόμη και οι πιο σοβαροί, θεωρούσαν τη λογοτεχνία για παιδιά αποπαίδι της λογοτεχνίας, δεν τη θεωρούσαν καν λογοτεχνία. Σήμερα, έχουν καταλάβει πως το παιδικό βιβλίο είναι το πρώτο και το πιο σημαντικό σκαλοπάτι που θα πατήσει ο αναγνώστης. "

Χρονολόγιο

1923: γεννιέται στο Ροστόφ της Ρωσίας από Ρωσίδα μητέρα και πατέρα Έλληνα στην καταγωγή, με Ρωσίδα μητέρα.
Η μικρή Κίρα ήταν το μοναδικό παιδί σε μια οικογένεια διανοουμένων και γι' αυτό είχε την προσοχή όλων.
Το σπίτι στο Ροστόφ, όπου μεγάλωσε, ήταν γεμάτο βιβλιοθήκες και η Κίρα είχε από μικρή συντροφιά τους ήρωες της ρωσικής και της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

1932: διάφορες συνθήκες αναγκάζουν την οικογένειά της να εγκαταλείψει την πόλη τους, και να καταφύγουν στην Ελλάδα, μια χώρα για την οποία ό,τι γνώριζαν προερχόταν από τα βιβλία.Η οικογένεια εγκαθίσταται στην Αθήνα, σε δυο δωμάτια ενός ξενοδοχείου για οικογένειες που, όπως όλα τα ξενοδοχεία της εποχής, δεν επέτρεπε τα κατοικίδια ζώα, με τα οποία είχε μεγαλώσει η μικρή Κίρα.

Μόλις μετακομίζουν σε δικό τους σπίτι, η Κίρα ζητάει ένα γατάκι. Τα ζώα έπαιζαν πάντα σημαντικό ρόλο στη ζωή της. Πολλά μάλιστα γλίστρησαν αργότερα και στις σελίδες των βιβλίων της.


Η Κίρα πηγαίνει σε ένα καλό ιδιωτικό ελληνικό δημοτικό. Παρότι δεν υπάρχει οικονομική άνεση στην οικογένεια, οι γονείς της δίνουν μεγάλη σημασία στη μόρφωση της μοναχοκόρης τους. Εκεί όμως αντιμετωπίζει προβλήματα, καθώς δε γνωρίζει την ελληνική γλώσσα. Καταφέρνει όμως σιγά σιγά να αντεπεξέλθει στις ανάγκες του σχολείου.

Τις πολλές ώρες που περνάει μόνη της, τις αφιερώνει στο διάβασμα και στις πρώτες της λογοτεχνικές προσπάθειες. Γράφει στα ρωσικά το δικό της περιοδικό, το οποίο ονομάζει Ρόζα, που σημαίνει τριαντάφυλλο. Λόγω της γλώσσας, μοναδικοί αναγνώστες της είναι οι γονείς της. Εκείνη όμως συνεχίζει να το "εκδίδει" με επιμέλεια κάθε μήνα.


1935: ο πατέρας της παίρνει μετάθεση για τη Θεσσαλονίκη. Το γεγονός αυτό φέρνει μεγάλη χαρά στην Κίρα, αφού η Θεσσαλονίκη ήταν η πρώτη ελληνική πόλη που αντίκρισε η οικογένεια όταν ήρθαν με το πλοίο από τη Ρωσία. Εκεί γράφεται στο Γερμανικό Σχολείο, καθώς τα γερμανικά τα γνωρίζει από μικρή πολύ καλά. Στην πόλη αυτή κάνει καλούς φίλους και φλερτάρει για πρώτη φορά.Εκεί θα γράψει και το πρώτο της διήγημα στα ελληνικά, τρία μόλις χρόνια μετά τον ερχομό της στην Ελλάδα, και θα το δει δημοσιευμένο στο αγαπημένο περιοδικό των παιδιών, Διάπλασις των Παίδων. Η Κίρα Σίνου δεν έπαψε ποτέ να επαναλαμβάνει πως όφειλε πολλά στο Γρηγόρη Ξενόπουλο, παρότι δεν τον γνώρισε ποτέ προσωπικά.

Από το ίδιο περιοδικό κερδίζει το πρώτο της λογοτεχνικό βραβείο με το ψευδώνυμο "Άνθος του Μαΐου".

Παρότι τα ελληνικά δεν είναι η μητρική της γλώσσα και γνωρίζει ήδη καλά άλλες δύο γλώσσες, γερμανικά και ρωσικά, η Κίρα διδάσκεται σε ιδιαίτερα μαθήματα γαλλικά και αγγλικά. Τελικά, είναι η "πολυγλωσσία" της αυτή που θα αποτελέσει την αφορμή να ασχοληθεί και επαγγελματικά, αργότερα, με τη λογοτεχνία, ξεκινώντας από μεταφράσεις.

Στη Θεσσαλονίκη, τελειόφοιτη μαθήτρια, τη βρίσκει η δικτατορία του Μεταξά, ο Β' Παγκόσμιος πόλεμος και η Κατοχή.

Την περίοδο της Κατοχής, προσλαμβάνεται από την υπηρεσία των σιδηροδρόμων, για να μεταφράζει υπηρεσιακά έγγραφα. Χωρίς να ανακατεύεται με την πολιτική και την αντίσταση, δε διστάζει να προσφέρει τη βοήθειά της σε αντιστασιακούς, μέσω των γνωριμιών που αποκτάει λόγω της δουλειάς της.

Λίγο αργότερα, αρρωσταίνει σοβαρά από τύφο και κινδυνεύει να χάσει τη ζωή της, περνώντας πολύ καιρό στο νοσοκομείο. Τελικά, διαφεύγει τον κίνδυνο και σιγά σιγά επιστρέφει στην καθημερινή της ζωή. Η αρρώστια όμως αφήνει μόνιμα σημάδια στην υγεία της.

Μετά την Κατοχή, σκέφτεται να σπουδάσει γεωπονία, αφού αγαπάει πολύ τα λουλούδια και της αρέσει η ιδέα να μάθει να τα φροντίζει. Όταν όμως μαθαίνει ότι στα μαθήματα συμπεριλαμβάνονται και τα μαθηματικά, αλλάζει αμέσως γνώμη, γιατί ποτέ δεν τα συμπάθησε ως μαθήτρια. Η ιατρική είναι μια επιστήμη που την ελκύει επίσης, όμως τα χρόνια εκείνα το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης δε διέθετε Ιατρική Σχολή. Τελικά, αποφασίζει να σπουδάσει ξεναγός, αξιοποιώντας τις γνώσεις της στις ξένες γλώσσες αλλά και την αγάπη της για την Ιστορία.

Στη συνέχεια, αλλάζει διάφορες δουλειές, τελικά όμως το 1948 προσλαμβάνεται και εργάζεται για τη ΔΕΗ στη Θεσσαλονίκη, ενώ παράλληλα ασκεί και το επάγγελμα της ξεναγού. Αρκετά χρόνια αργότερα, δέχεται την πρόταση γάμου από τον Γιώργο Σίνο, με τον οποίο έκανε παρέα τα πρώτα δύσκολα χρόνια στην Αθήνα. Έτσι, ζητάει μετάθεση για την Αθήνα, και από το οικονομικό τμήμα όπου αρχικά την τοποθετούν, σύντομα περνάει στην υπηρεσία εκπαιδεύσεως, όπου μπορεί να προσφέρει πολύ περισσότερα. Στη θέση αυτή, είναι υπεύθυνη για τα παιδιά των τεχνικών σχολών που απορροφώνται στη ΔΕΗ. Η Κίρα Σίνου παραλαμβάνει τις αιτήσεις τους, προσπαθεί να βρει μια θέση για τον καθένα, έχει έναν καλό λόγο για όλους.
1963: Γεννιέται ο μονάκριβος γιος της, Λεωνίδας.Η δικτατορία τη βρίσκει σε αυτή τη δουλειά. Η εμπειρία της από τη συγκεκριμένη θέση αποτυπώνεται στο βιβλίο Μια χαραμάδα φως.

1971: παίρνει μειωμένη σύνταξη από τη ΔΕΗ και αρχίζει, χάρη σε μια φίλη της, να κάνει μεταφράσεις για τα ΒΙΠΕΡ του Πάπυρου και για τις εκδόσεις Άγκυρα. Αυτή είναι και η πρώτη της επαφή με τον κόσμο του βιβλίου, από την πλευρά του δημιουργού πλέον και όχι του αναγνώστη.


Το 1975 ένα διήγημά της, από τις πρώτες της ενήλικες συγγραφικές δοκιμές, βραβεύεται από το Σύλλογο Δελφικών Αμφικτιονιών. Τότε κάποιος εκδότης τής προτείνει να γράψει μια συλλογή. Έτσι, προκύπτει το βιβλίο με διηγήματα-βιώματα από την Κατοχή και τη μετακατοχική περίοδο με τίτλο Πήραμε τη ζωή μας λάθος, από τις εκδόσεις Γλάρος.

Αμέσως μετά γράφει το βιβλίο Στη χώρα των μαμούθ. Αυτό, το πρώτο της μυθιστόρημα, δεν έχει σε τίποτα να κάνει με προσωπικές εμπειρίες. Η συγγραφέας παιδικού βιβλίου και φίλη τής Κίρας Σίνου, Άλκη Γουλιμή, τη συμβούλεψε να δώσει το χειρόγραφο να το διαβάσουν στις εκδόσεις Κέδρος, που τότε δε διέθεταν ακόμα "αναγνώστη" ειδικά για τα παιδικά βιβλία. Έτσι, ανατίθεται στο Λάμπη Ράππα να το διαβάσει. Αυτός παίρνει τη γνώμη της Βίτως Αγγελοπούλου, γνωστής εκπαιδευτικού και κριτικού. Εκείνη αναγνωρίζει την αξία του μυθιστορήματος και παροτρύνει τον εκδοτικό οίκο να το εκδώσει.

1977: Το βιβλίο πήρε το δρόμο για το τυπογραφείο, και έτσι ξεκίνησε η μακρά συνεργασία της Κίρας Σίνου με τις εκδόσεις Κέδρος. Κερδίζει αμέσως την αγάπη των νεαρών αναγνωστών και από τότε μέχρι σήμερα γνωρίζει συνεχείς επανεκδόσεις, ενώ έχει εμπνεύσει και πολλούς νεότερους συγγραφείς να ασχοληθούν με την προϊστορική περίοδο.

Από την έκδοση του έργου της αυτού, άρχισε να γράφει ασταμάτητα. Το ένα της βιβλίο διαδέχεται το άλλο, μέχρι τους Χρυσοφύλακες γρύπες, έργο που ολοκλήρωσε αλλά δεν πρόλαβε να δει τυπωμένο. Μια άλλη λογοτεχνική ιδέα της - τη συγγραφή ενός βιβλίου για τη ναυμαχία της Ναυπάκτου - είχε ξεκινήσει να την υλοποιεί με τη συνεργασία της Έρικας Αθανασίου, η οποία την ολοκλήρωσε (Στο σταυροδρόμι της ημισελήνου, Κέδρος, 2010).

Ήταν, και δικαίως, περήφανη για το έργο της, αφού είχε γράψει όλα τα είδη μυθιστοριογραφίας, κάτι που έχουν πετύχει λίγοι συγγραφείς: ιστορικό μυθιστόρημα, μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας, ταξιδιωτικό, αστυνομικό, κοινωνικό, διηγήματα και παραμύθια.Η απάντηση στην ερώτηση γιατί γράφει για παιδιά, ήταν: "Έχω την τύχη να θυμάμαι ακόμα την παιδική μου ηλικία και γράφοντας αποτείνομαι στο παιδί που είναι μέσα μου και ίσως τα παιδιά να το νιώθουν". Και στην ερώτηση τι προσφέρει το παιδικό βιβλίο, εκείνη, δίπλα σε όλα τα άλλα, πρόσθετε: "φιλία. Ο άνθρωπος της πόλης απομονώνεται όλο και περισσότερο, και το βιβλίο είναι ο πιο πιστός φίλος. Και το πιστεύω αυτό που λέω, γιατί για μένα το βιβλίο στάθηκε ένας μεγάλος φίλος, ίσως και ο καλύτερος που είχα στη ζωή μου".

Επίσης, ποτέ δε σταμάτησε να μεταφράζει λογοτεχνικά κείμενα στα ελληνικά. Μετέφρασε πάνω από 100 βιβλία από τέσσερις γλώσσες (ρωσικά, γερμανικά, αγγλικά, γαλλικά). Μεταξύ αυτών, έργα των Ντοστογιέφσκι, Τολστόι, Γκόγκλο, Σολζενίτσιν, Έντε, Μπάουμαν, Λιχάνοφ, Στάινμπεκ. Τις μεταφραστικές της δραστηριότητες τις έβλεπε ως μια εξίσου δημιουργική εργασία και είχε πει στο παρελθόν ότι, παρ' όλο που το μυαλό της γεννούσε συνεχώς καινούριες ιστορίες, της χρειαζόταν μια ανάπαυλα ανάμεσα στα βιβλία που έγραφε.
Αφού είχε πια καθιερωθεί ως συγγραφέας παιδικής λογοτεχνίας, αποδέχτηκε την πρόταση της προέδρου της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς, Αγγελικής Βαρελλά, να γίνει αντιπρόεδρος αυτού του σπουδαίου και δραστήριου λογοτεχνικού σωματείου, θέση που διατήρησε μέχρι το θάνατό της.
Όχι μόνο τα βιβλία της, αλλά και η ίδια μιλούσε κατευθείαν στις νεανικές καρδιές. Αυτός ήταν και ο λόγος για τον οποίο ήταν συχνά προσκεκλημένη σε σχολεία σε όλη την Ελλάδα, προκειμένου να γνωρίσουν οι νεαροί μαθητές τη συγγραφέα πολλών από τα αγαπημένα τους μυθιστορήματα.

1995: γεννιέται η πολυαγαπημένη της εγγονή, Κίρα Σίνου, που δίνει πολύ μεγάλες χαρές στην περήφανη γιαγιά, που χαίρεται ιδιαίτερα την παρέα της εγγονής της 

27 Σεπτεμβρίου 2007: η Κίρα Σίνου έφυγε από τη ζωή. Έφυγε όπως έζησε. Δούλευε στον υπολογιστή της όταν ένιωσε αδιαθεσία και μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο με αναπνευστικά προβλήματα, αυτά που την είχαν βασανίσει αρκετά στη ζωή της. Είχε πάει και άλλες φορές στο νοσοκομείο για τον ίδιο λόγο, αλλά τις προηγούμενες φορές είχε γυρίσει στο σπίτι της ύστερα από λίγες μέρες. Αυτήν τη φορά δε γύρισε. Ήταν ο γιος της, Λεωνίδας, που έκλεισε τον υπολογιστή.

Για το έργο της έχουν γραφτεί πάρα πολλά άρθρα σε λογοτεχνικά αλλά και σε γενικού ενδιαφέροντος έντυπα. Βιβλία της βρίσκονται στον κατάλογο βιβλίων για τις βιβλιοθήκες των σχολείων, και κείμενά της φιλοξενούνται στα σχολικά βιβλία. Εκπροσώπησε τη χώρα μας σε διεθνείς εκθέσεις βιβλίου, και το έργο της έχει γίνει αντικείμενο μελέτης σε πολλές διπλωματικές εργασίες. Βραβεύτηκε από δεκάδες φορείς, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, για το συγγραφικό και για το μεταφραστικό της έργο.

Τόλμησε να διαπραγματευτεί θέματα σχετικά άγνωστα μέχρι τότε, και να γράψει από επιλογή μυθιστορήματα που ανήκαν σε είδη που θεωρούνταν γενικά "παραλογοτεχνικά" (αστυνομικό μυθιστόρημα, επιστημονική φαντασία), επιβάλλοντας τελικά μια άλλη προσέγγισή τους.

Αγαπήθηκε όσο λίγοι συγγραφείς από το κοινό της, τα παιδιά και τους νέους, αλλά και από τους ανοιχτόμυαλους εκπαιδευτικούς. Αγάπησε και βοήθησε όσο ελάχιστοι το παιδικό βιβλίο και τους ανθρώπους του. 

Για όλους αυτούς, και αναρίθμητους άλλους λόγους, θα βρίσκεται πάντα στο μυαλό και στην καρδιά μας.

Το χρονολόγιο έχει βασιστεί στο βιβλίο της Έρικας Αθανασίου, Κίρα Σίνου - Η αγαπημένη σύντροφος των παιδικών μας χρόνων (Κέδρος, 2008).

ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ https://www.kedros.gr/

ΒΙΒΛΙΑ -ΕΠΙΛΟΓΗ 


ΟΙ ΧΡΥΣΟΦΥΛΑΚΕΣ ΓΡΥΠΕΣ

Σκύθες ονομάζουν οι ιστορικοί τους ιρανόφωνους Άρειους νομάδες που κατά την πρώτη χιλιετία π.Χ. περιφέρονταν μαζί με τα κοπάδια τους στην απέραντη πεδιάδα ανάμεσα στο Δούναβη και στο Σινικό Τείχος. Στο βιβλίο μου επικεντρώνομαι στους Σκύθες που ζούσαν στη στέπα στα βόρεια παράλια της Μαύρης Θάλασσας. Βασική μου πηγή είναι η «Μελπομένη», το τέταρτο βιβλίο της Ιστορίας του Ηρόδοτου.
Οι Σκύθες- η ζωή και οι συνήθειές τους-είναι ένα από τα θέματα που με απασχολούν από παιδί. Κι όχι μόνο εμένα. Είχαν απασχολήσει και τον αγαπημένο μου πατέρα, στον οποίο οφείλω πάρα πολλά. Του είχα υποσχεθεί από τότε να γράψω ένα βιβλίο γι’ αυτόν το λαό. Τόσα χρόνια προσπαθούσα να συγκεντρώσω το υλικό μου• αγόρασα και διάβασα όλα τα βιβλία που κατάφερα να βρω, επισκέφτηκα τη σκυθική συλλογή του μουσείου Ερμιτάζ της Αγίας Πετρούπολης, που την είχε ξεκινήσει ο Πέτρος ο Μέγας, όπως και το Μουσείου του Κιέβου, ρώτησα καθηγητές και διδάκτορες• με άλλα λόγια, έκανα ό,τι μπορούσα. Και να που έφτασε επιτέλους ο καιρός που ένιωσα πως είχα πια στα χέρια μου αρκετό υλικό για να εκπληρώσω την υπόσχεση που είχα δώσει στον πατέρα μου και να γράψω ένα ιστορικό μυθιστόρημα.Κ. Σ.

ΟΙ ΨΑΡΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΑΝΟΙΧΤΟΥ ΠΕΛΑΓΟΥΣ


Η Ναΐνα ζει ειρηνικά στο βυθό της θάλασσας και ανήκει στο λαό των ψαρανθρώπων.
Ξαφνικά, όμως, αρχίζει να βλέπει ανεξήγητα όνειρα: ότι τάχα έχει πόδια και ότι περπατάει αντί να κολυμπάει.
Μια πρωτοφανής τρικυμία θα τη φέρει μακριά από τον τόπο της, όπου θα γνωρίσει τον Αλμάζ, έναν άλλο ψαράνθρωπο. Οι δυο νέοι θα επιχειρήσουν να επιστρέψουν στον τόπο τους.
Κι αν είναι αλήθεια αυτό που λένε μερικοί, ότι δηλαδή ο κόσμος κάποτε δεν ήταν όλος θάλασσα, μα υπήρχε και στεριά; Ή πως ακόμα και σήμερα υπάρχουν μέρη όπου η γη δεν καλύπτεται από νερό;
Τους δύο νέους περιμένουν πολλές περιπέτειες και ακόμη περισσότερες εκπλήξεις.

Ένα μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας από τη σπουδαία συγγραφέα, που έχουν ήδη αγαπήσει γενιές αναγνωστών.




δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/







Αριστίντ Μαγιόλ ( 8 Δεκεμβρίου 1861 – 27 Σεπτεμβρίου 1944 )

 


Portrait of Aristide Maillol 1899 by Jozsef Rippl-Ronai

Ο Αριστίντ Μαγιόλ (Aristide Maillol, 8 Δεκεμβρίου 1861 – 27 Σεπτεμβρίου 1944) ήταν Γάλλος γλύπτης και ζωγράφος, ένας από του σημαντικότερους καλλιτέχνες του 20ού αιώνα. 

Ο Αριστίντ Μαγιόλ ενδιαφέρθηκε αρχικά για τη ζωγραφική και το 1882 μπήκε με υποτροφία στην Εθνική Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού, όπου μαθήτευσε στα εργαστήρια του Ζαν-Λεόν Ζερόμ και Αλεξάντρ Καμπανέλ. Ήταν από τους πρώτους καλλιτέχνες που πήραν μέρος στο Σαλόν των Ανεξαρτήτων, αμέσως μετά την ίδρυσή του το 1884. Συνδέθηκε, μέσω του Πωλ Σερυζιέ (Paul Serusier, 1864 - 1927) και του Μωρίς Ντενί (Maurice Denis, 1870 – 1943), με το πρωτοποριακό κίνημα των Ναμπί (Nabis) και μέχρι το 1904 ζωγράφιζε έργα επηρεασμένα από την τεχνοτροπία τους.

Το 1893 ίδρυσε στην Μπανυύλ-συρ-Μερ (Banyuls-sur-Mer) ένα εργοστάσιο ταπισερί για διακοσμητικούς τάπητες τοίχων. Διάλεγε πάντα εξαιρετικής ποιότητας νήματα και χρησιμοποιούσε φυτικά χρώματα που έφτιαχνε ο ίδιος. Το 1894 συνάντησε τον Πωλ Γκωγκέν στις Βρυξέλλες και ακολουθώντας το παράδειγμά του φιλοτέχνησε ξυλόγλυπτα και αγαλματίδια από τερακότα.

Γύρω στο 1900, όταν ο Μαγιόλ ήταν περίπου σαράντα ετών, είχε αρχίσει να χάνει την όρασή του λόγω κάποιας σοβαρής ασθένειας των ματιών του. Αυτό ήταν αιτία να εγκαταλείψει οριστικά τη ζωγραφική και να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη γλυπτική. Από το 1903 άρχισε να εκθέτει στο Σαλόν του Παρισιού, με εξαιρετική επιτυχία, όπως με τα γλυπτά του «Πομόνα» (1910) και «Φλόρα» (1910). Εγκατέστησε στο Μαρλύ-λε-Ρουά(Marly-le-Roi) το ονομαστό εργαστήριό του, αν και περνούσε τα καλοκαίρια του στην αγροικία του στην Μπανυύλ.

Καλλιτεχνική δημιουργία

Η καλλιτεχνική δεξιοτεχνία του Αριστίντ Μαγιόλ ήταν προϊόν καθημερινής παρατήρησης και γέμιζε το σημειωματάριό του με σκίτσα και σχέδια. Τα αγάλματά του, τα γυναικεία κυρίως γυμνά του, είναι συμβολικές συνθέσεις με δυναμική ενέργεια που συνδυάζουν την προσωπική του αισθαντικότητα με τον ερωτικό ρομαντισμό.

Τα κυριότερα και πιο αξιόλογα γλυπτά του είναι: «Η Μεσόγειος» , 1905, (Παρίσι, Μουσείο Ορσέ), «Η Αλυσοδεμένη δράση» (1905), έργο αφιερωμένο με τη μορφή ενός γυναικείου γυμνού στον Ωγκύστ Μπλανκί (Auguste Blanqui), "Κορμός» (1906), «Ο νεαρός ποδηλάτης» (1907), «Η Νύχτα» (1909), «Πομόνα» (1910), «Φλόρα» (1910), «Χλωρίς» (1911), «Μνημείο στον Σεζάν» (1912 – 1925), «Ιλ ντε Φρανς» (1925), «Το Βουνό» (1925), «Αφροδίτη» (1918 – 1928), «Μνημείο του Κλωντ Ντεμπυσύ» (1930 -1935, Σαιν-Ζερμαίν-αν-Λαι), «Οι τρεις Χάριτες» (1937), «Ο Αέρας» (1938), «Ο Ποταμός» (1938), «Αρμονία» (1944), «Λουομένη» , (Παρίσι, Μουσείο Ορσέ).

Ο Μαγιόλ υπήρξε ακόμη μεγάλος καλλιτέχνης εικονογράφησης βιβλίων. Εικονογράφησε τα «Βουκολικά» του Βιργιλίου (1925), την «Ερωτική Τέχνη» του Οβιδίου (1935), «Δάφνις και Χλόη» (1937), «Τραγούδια για εκείνη» του Βερλαίν (1939), «Το βιβλίο των αστειοτήτων» του Ρονσάρ (1940) κ. ά.

Από το 1964 άρχισε να συγκεντρώνεται ένας σημαντικός αριθμός αγαλμάτων του Μαγιόλ στους Κήπους του Κεραμεικού (Jardin des Tuileries) στο Παρίσι, χάρη στη δωρεά της Ντίνα Βιερνύ (Dina Vierny), που υπήρξε το κυριότερο μοντέλο και σύντροφός του.










 Χορεύτρια, 1896, ξύλο

 
Μεσόγειος, 1902


Λουομένη, 1902


Πόθος, 1907


Αφροδίτη, 1918-28


The Night, 1920

The Three Nymphs, c. 1930

δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/








Αλμπέρτο Μοράβια ( 28 Νοεμβρίου 1907 - 26 Σεπτεμβρίου 1990 )

 

O Αλμπέρτο Μοράβια (Alberto Moravia, ψευδώνυμο του Alberto Pincherle, 28 Νοεμβρίου 1907 - 26 Σεπτεμβρίου 1990) ήταν Ιταλός συγγραφέας, πεζογράφος και δημοσιογράφος
Καταγόταν από εύπορη μεγαλοαστική οικογένεια της Ρώμης. Στα 16 του προσβλήθηκε από φυματίωση και για δυο χρόνια έμεινε σε σανατόριο όπου συμπλήρωσε μόνος του την μόρφωσή του. Εργάστηκε μετά ως δημοσιογράφος στο Τορίνο και στο Λονδίνο.
Στα 22 του δημοσιεύτηκαν Οι Αδιάφοροί του, απεικόνιση της ηθικής κατάπτωσης στην οποία οδηγείται μια μεσοαστική οικογένεια χωρίς αρχές, έργο που προκάλεσε αίσθηση για την ωμή περιγραφή της νεανικής ιδίως διαφθοράς.
Σύζυγός του από το 1941 μέχρι το 1962 ήταν η συγγραφέας Έλσα Μοράντε. Το 1984 εξελέγη ευρωβουλευτής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας.
Τα μυθιστορήματα και τα διηγήματά του εξετάζουν την μοναξιά και την ανθρώπινη αλλοτρίωση, την έλλειψη δημιουργικού ενδιαφέροντος (La noia, 1960) και την προσπάθεια διαφυγής μέσω του γενετήσιου ενστίκτου χωρίς βαθύτερα αισθήματα. Το λιτό και χωρίς εξωραϊσμούς ύφος του και οι χαρακτήρες που είχε δημιουργήσει τον κατατάσσουν ανάμεσα στους σημαντικότερους πεζογράφους της εποχής του.

Θέματα και λογοτεχνικό στυλ

Η ηθική ξηρότητα, η υποκρισία της σύγχρονης ζωής και η αδυναμία των ανθρώπων να βρουν την ευτυχία με τους παραδοσιακούς τρόπους, όπως είναι η αγάπη και ο γάμος, είναι τα βασικά θέματα στα έργα του Αλμπέρτο Μοράβια. Συνήθως αυτές οι καταστάσεις είναι τυπικά παραδείγματα της μεσοαστικής τάξης· ο γάμος είναι ο στόχος σε κάποια έργα όπως στο Disobedience ("Ανυπακοή") και στο L'amore coniugale ("Ο γαμήλιος έρωτας"). Η αλλοτρίωση είναι το θέμα σε άλλα έργα όπως στο Il disprezzo ("Η περιφρόνηση") και στο La noia ("Η πλήξη"), παρά την καταγραφή των γεγονότων από μια λογική και ρεαλιστική οπτική. Τα πολιτικά θέματα είναι συχνά παρόντα: ένα παράδειγμα είναι το έργο La Romana ("Η Γυναίκα της Ρώμης"), όπου περιγράφεται η ιστορία μιας πόρνης η οποία είναι μπλεγμένη στο φασιστικό καθεστώς και σε ένα κύκλωμα συνωμοσίας. Ο ακραίος σεξουαλικός ρεαλισμός στο έργο La noia εισήγαγε τα πειραματικά έργα της δεκαετίας του '70.
Το ύφος γραφής του Μοράβια θεωρήθηκε εξαιρετικά άκαμπτο και αδέσμευτο ενώ χαρακτηριζόταν από στοιχειώδη, συνηθισμένα λόγια μέσα σε μια περίπλοκη σύνταξη. Δημιουργείται μια περίεργη διάθεση μέσω της ανάμειξης προτάσεων που η καθεμιά συνιστά την περιγραφή μιας ενιαίας ψυχολογικής παρατήρησης. Στα μεταγενέστερα μυθιστορήματά του ο εσωτερικός μονόλογος κυριαρχεί.



Εργα 

(2013) Οι δύο φίλοι, Εκδόσεις Πατάκη
(2011) Ιστορίες από την προϊστορία, Μεταίχμιο
(2010) Περιπλάνηση στην Αφρική, Κέδρος
(2004) Ιστορίες από την προϊστορία, Μεταίχμιο
(2003) Διηγήματα που σκόρπισαν στο δρόμο, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2000) Ο κομφορμιστής, Εκδόσεις Πατάκη
(1997) Αυγουστίνος, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1997) Ένας προσεκτικός άνθρωπος, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1995) Οι αδιάφοροι, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1994) Το πράμα, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1992) Η γυναίκα λεοπάρδαλη, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1991) Η βίλα της Παρασκευής, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1991) Η πλήξη, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1991) Ο παράδεισος, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1990) Το ταξίδι στη Ρώμη, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1989) Εγώ κι αυτός, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1988) Ο άνθρωπος που κοιτάζει, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1985) Αγκοστίνο, Οδυσσέας

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα
(2018) Ανθολογία ιταλικού διηγήματος, Οροπέδιο
(1999) Robert Bresson, Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης
(1995) Nanni Moretti, Εκδόσεις Καστανιώτη
(1991) Η ζωή του Μοράβια, Ζαχαρόπουλος Σ. Ι.
(1987) Ο τρελλός χορός της Μαίριλυν, Οδός Πανός


Εγώ κι αυτός

Το "Εγώ" ζητάει την εξύψωση· "Αυτός" -έτσι ονομάζει ο Μοράβια το αντρικό όργανο του σεξ- αντιστέκεται χωρίς χαλινάρι στην εξύψωση, ώσπου να γελοιποιήσει κάθε εξυψωτική προσπάθεια του "Εγώ". Βέβαια μιλάμε για την έξυπνη και κάπως πρωτότυπη δόμηση του μυθιστορήματος "Εγώ κι Αυτός" του Μοράβια, για το οποίο ο ίδιος θα πει: "Προσπάθησα να πω λογοτεχνικά ό,τι συνήθως περιγράφεται στα ψυχολογικά εγχειρίδια". Υπάρχουν κι οι προεκτάσεις και, προπαντός, αυτές που ξεκινάνε απ' τις αντιθέσεις ανάμεσα στην κωμική δυάδα του "Εγώ κι Αυτός", για να φτάσουν στον αφηρημένο παρατηρητή της ζωής, στην ανία κλπ.
Η καυστική κοινωνική και πολιτική σάτιρα, το μαστίγωμα του μικροαστισμού, της υποκρισίας και του φαρισαϊσμού δίνονται με πολλή μαεστρία απ' το συγγραφέα.





Ο άνθρωπος που κοιτάζει

"Ο άνθρωπος που κοιτάζει"... Κάποιος που κοιτάζει, και κάποιος άλλος που παρακολουθεί αυτόν που κοιτάζει. Φυσικά, αν τα πράγματα περιορίζονταν ως εδώ, θα είχαμε να κάνουμε με μιαν απλή περίπτωση ηδονοβλεψία. Εδώ όμως η περίπτωση είναι περίπλοκη, γιατί ο ηδονοβλεψίας ξέρει ή υποψιάζεται ότι τον παρακολουθούν. Χωρίς, άλλωστε, τούτη την περιπλοκή, ένα μυθιστόρημα με ήρωα έναν ηδονοβλεψία θα κατέληγε σε μια σειρά από πικάντικες και σκαμπρόζικες εικόνες - και τίποτα παραπάνω. Κι όμως, ο Αλμπέρτο Μοράβια κατάφερε να δημιουργήσει μιαν από τις πιο συναρπαστικές ιστορίες του, γεμάτη από φινέτσα και εκπλήξεις και με χαρακτήρες σπαρταριστούς όχι μόνο τον διανοούμενο-ηδονοβλεψία, αλλά και τις θελκτικές και διφορούμενες γυναικείες φιγούρες, από τις πιο ζωντανές που έχει πλάσει η δημιουργική φαντασία του.





δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/









Μαρκ Ρόθκο - Mark Rothko ( 25 Σεπτεμβρίου 1903 - 25 Φεβρουαρίου 1970 )

 

 Άτιτλο (βιολετί, μαύρο, πορτοκαλί, κίτρινο σε λευκό και κόκκινο), 1949

Ο Μαρκ Ρόθκο (Mark Rothko, 25 Σεπτεμβρίου 1903 - 25 Φεβρουαρίου 1970) ήταν Λετονός ζωγράφος. Ανήκε στο ρεύμα αφηρημένης εξπρεσιονιστικής ζωγραφικής αν και ο ίδιος πάντοτε αρνήθηκε οποιαδήποτε σχετική κατάταξη.
Ο Marcus Rothkowitz γεννήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου του 1903 στη Λετονία. Δέκα χρόνια αργότερα η οικογένεια θα μετακόμιζε στο Portland της Αμερικής. Λίγα χρόνια αργότερα ο νεαρός Rothko ξεκίνησε να σπουδάζει στο πανεπιστήμιο Yale αλλά ο «ελιτισμός» των συμφοιτητών του τον οδήγησε να εκδόσει ένα σατιρικό περιοδικό με ένα φίλο του ασκώντας κριτική στην περιρρέουσα ιδεολογία. Το 1923 θα μεταφερθεί στη Νέα Υόρκη, όπου παρατηρώντας τους φοιτητές του Art Student’s Leage να ζωγραφίζουν ένα μοντέλο θα αποφασίσει να ασχοληθεί με τη ζωγραφική. Εκεί θα μείνει για τα επόμενα χρόνια δημιουργώντας σε έναν κύκλο καλλιτεχνών όπως ο Milton Avery και ο Adolph Gottlieb και το 1933 θα κάνει την πρώτη του έκθεση στο Portland. Συνεχίζει με ατομικές εκθέσεις στη Νέα Υόρκη και το 1935 δημιουργεί ως μέλος του The Ten, μιας ομάδας καλλιτεχνών που εξερευνούσαν νέες μορφές έκφρασης.

Το έργο του Rothko επηρεάζεται σημαντικά από δύο στοιχεία: τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την μύησή του στα γραπτά του Nietzsche. Φοβούμενος το αντισημιτικό ρεύμα του πολέμου συρρικνώνει το όνομά του σε Rothko (από το αρχικό Rothkowitz) και εντάσσει στη ζωγραφική του το μυθολογικό ιδεώδες, εγκαταλείποντας την παραστατικότητα για το σουρεαλισμό. Σε μια έκθεσή του το 1945 σε γκαλερί της Νέας Υόρκης τα έργα του λαμβάνουν μεικτές κριτικές και ελάχιστες πωλήσεις. Στις αρχές της δεκαετίας του ’50 ο Rothko δημιουργεί τα έργα που θα γίνονταν το σήμα κατατεθέν του και ονομάστηκαν από τους κριτικούς ως πολυμορφικά (ο ίδιος δεν χρησιμοποίησε ποτέ αυτό τον όρο). Για τα επόμενα επτά χρόνια δημιουργεί ογκώδεις κάθετους πίνακες με φαρδιές γραμμές χρωμάτων σε κάθε πιθανό συνδυασμό. Ο ίδιος ονομάζει την περίοδο μια «άγνωστη περιπέτεια σε άγνωστο χώρο» και εκδηλώνει την πρόθεση να «πάρει τον θεατή μαζί του» μέσω του έργου του. 
Καθώς η φήμη του αρχίζει να εξαπλώνεται, ο Rothko ταξιδεύει στην Ευρώπη. Ωστόσο, φαίνεται να δυσανασχετεί από την τάση των κριτικών να κατατάσσουν το έργο του στον αφηρημένο εξπρεσιονισμό, ενώ ο ίδιος αποποιούταν κάθε προσπάθεια κατηγοριοποίησης. Το 1958 αποδέχεται με χαρά την πρόταση να δημιουργήσει κάποιες τοιχογραφίες για το εστιατόριο του Four Seasons σε ένα από τα ιστορικότερα κτήρια της Νέας Υόρκης, το κτίσμα Seagram. Έχοντας δουλέψει πάνω από ένα χρόνο, ο Rothko διακόπτει απότομα τη συμφωνία και προωθεί κάποια από τα έργα του στην Tate Modern. Τη θέση των ζωντανών αντιθετικών χρωμάτων έχουν πάρει σκούρα καφέ και μαύρα, χρώματα παντελώς ακατάλληλα για διακόσμηση ενός εστιατορίου. Δώδεκα χρόνια αργότερα, η χρόνια κατάθλιψη νικά τον Rothko στο εργαστήρι του στη Νέα Υόρκη. Ο βοηθός του βρίσκει το σώμα του στις 25 Φεβρουαρίου 1970 σε μια λίμνη αίματος δίπλα σε ένα ξυράφι. Η φήμη του μεγάλωσε θεαματικά μετά το θάνατό του και από το 2000 θεωρείται από τους πιο ακριβούς καλλιτέχνες στον κόσμο.

Τα έργα του έχουν σημαντική εμπορική αξία. Το 2003 ένα έργο του του 1953, το "Homage to Matisse" (1953) πωλήθηκε προς 2,5 εκ. δολ. Αμερικής, σπάζοντας το ρεκόρ του πιο ακριβού πίνακα που πωλήθηκε σε πλειστηριασμό. Το ρεκόρ καταρρίφθηκε το 2007 με τον πίνακα "White Center (Yellow, Pink and Lavender on Rose)" (1950), επίσης του Ρόθκο, με τιμή $72,8 εκ. δολ. Αμερικής.

πηγές




Slow Swirl at the Edge of the Sea- 1944


Ζωγραφισμένο κατά τη διάρκεια της ερωτοτροπίας του με τη δεύτερη σύζυγό του, είναι πιθανό ότι αυτό το έργο αναπαριστά το Rothko και τη Mell. Το έργο αρχικά εξαγοράστηκε από Μουσείο Καλών Τεχνών του Σαν Φρανσίσκο, αλλά τελικά κατέληξε πάλι στον Rothko και κοσμούσε το οικογενειακό αρχοντικό της οικογένειας, στην οδό East 95th Street, από το 1961 μέχρι το θάνατό της Mell το 1970. Τα γυροσκοπικά, στοιχεία που στροβιλίζονται θυμίζουν τα χαριτωμένα καλλιγραφικά σχέδια του Masson και Matta. http://www.art22.gr/

1954,Homage to Matisse

White Center (Yellow, Pink and Lavender on Rose)




Άτιτλο, 1947

Ματζέντα, Μαύρο, Πράσινο και Πορτοκαλί, 1950 

Μπλε, Πράσινο και Καφέ, 1952 


δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/











Άρθουρ Σοπενχάουερ (22 Φεβρουαρίου 1788 − 21 Σεπτεμβρίου 1860)

 

Ο Άρθουρ Σοπενχάουερ, ή Αρθούρος Σοπενάουερ (Arthur Schopenhauer, Γκντανσκ (Ντάντσιχ), Πρωσία , 22 Φεβρουαρίου 1788 − Φρανκφούρτη, Γερμανία, 21 Σεπτεμβρίου 1860) ήταν Γερμανός φιλόσοφος, ιδεαλιστής, συνεχιστής, κατά τα λεγόμενα του, του Καντ και λάτρης του 'θείου', όπως τον αποκαλούσε, Πλάτωνα. Γνωστός κυρίως από το βιβλίο του "ο κόσμος ως βούληση και ως παράσταση", ο Σοπενχάουερ ίδρυσε μία νέα φιλοσοφία, επίκεντρο της οποίας είναι η βούληση, ως μεταφυσική αρχή κατανόησης του κόσμου αλλά και του ίδιου του ατόμου.

Ο Σοπενχάουερ ήταν γνωστός για τον αθεϊστικό πεσιμισμό του και την φιλοσοφική του διαύγεια. Στην ηλικία των 25 δημοσίευσε τη διδακτορική διατριβή του με τίτλο «Επί της τετραπλής ρίζας του επαρκούς λόγου», η οποία εξέταζε αν η αιτιότητα καθαυτή μπορεί να προσκομίσει απαντήσεις για τον κόσμο μας. Το σημαντικότερο έργο του Σοπενxάουερ, Ο Κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση, τόνιζε τον ρόλο του κύριου κινήτρου δράσης των ανθρώπων, το οποίο ο Σοπενxάουερ ονόμαζε Βούληση. Η ανάλυση της Βούλησης οδήγησε τον Σοπενxάουερ στο συμπέρασμα ότι οι συναισθηματικές, σωματικές και σεξουαλικές επιθυμίες δεν μπορούν ποτέ να εκπληρωθούν ολοκληρωτικά. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο Σοπενxάουερ να κατατείνει προς ένα τρόπο ζωής που απέρριπτε τις ανθρώπινες επιθυμίες, παρόμοιο με αυτόν που διδάσκουν ο Βουδισμός και οι Βέδες.

Η μεταφυσική ανάλυση της Βούλησης από μέρους του Σοπενxάουερ, η άποψή του πάνω στο κίνητρο και την επιθυμία, και ο αφοριστικός τρόπος γραφής του επηρέασαν πολλούς γνωστούς ανθρώπους του πνεύματος όπως ο Φρειδερίκος Νίτσε, ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ο Χόρχε Λουίς Μπόρχες και άλλοι.

Η ζωή του

Ο πατέρας του ήταν ένας πετυχημένος και πλούσιος έμπορος και εφοπλιστής, που τον προόριζε για διάδοχό του στην οικογενειακή επιχείρηση, ενώ η μητέρα του ήταν συγγραφέας. Μορφώθηκε στο Ντάντσιχ (σημερινό Γκντανσκ, Πολωνία) και στο Αμβούργο. Με την πρόθεση να τον εισαγάγει στον κόσμο του εμπορίου, ο πατέρας του τον ώθησε στην εκμάθηση ξένων γλωσσών. Για τον σκοπό αυτό ταξίδεψε στην Ολλανδία, στην Ελβετία, στην Αυστρία και στην Αγγλία, ενώ έμεινε για δύο χρόνια στη Γαλλία. Τα παιδικά του χρόνια ήταν μια περίοδος δυσάρεστη για αυτόν εξαιτίας της πιεστικής συμπεριφοράς του πατέρα του και προβλημάτων στην υγεία του.

Όταν το 1805 πεθαίνει ο πατέρας του, του αφήνει μια κληρονομιά που του επιτρέπει να ζει χωρίς να εργάζεται. Φοίτησε στο γυμνάσιο στην Γκότα και στη Βαϊμάρη και το 1809 γράφεται στην ιατρική σχολή, όπου έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει τα μαθήματα του Schulze. Επηρεασμένος από αυτά αρχίζει να ασχολείται με τη φιλοσοφία και να διαβάζει Πλάτωνα και Καντ. Το 1811 μετακομίζει στο Βερολίνο, όπου παρακολουθεί τα μαθήματα του Σλάιερμαϊερ και του Φίχτε. Παίρνει πτυχίο μετά από 2 χρόνια γράφοντας μια πτυχιακή εργασία την οποία εκτίμησε ιδιαίτερα ο Γκαίτε. Στη συνέχεια απομονώνεται στη Δρέσδη, όπου και ολοκληρώνει τη μελέτη των κλασσικών φιλοσόφων. Το διάστημα 1818-1819 επισκέπτεται τη Ρώμη, τη Νάπολη και τη Βενετία όπου και παραλίγο να νυμφευθεί. Το 1820 γίνεται καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου μετά από μια λεκτική σύγκρουση με τον Χέγκελ. Οι ώρες των μαθημάτων του συμπίπτουν με αυτών του Χέγκελ, με αποτέλεσμα μετά από ένα εξάμηνο να διακοπούν. Έτσι αρχίζει τα ταξίδια στην Ελβετία, στην Ιταλία και στη Γερμανία. Το 1825 επιστρέφει στη Γερμανία με την πρόθεση να ξεκινήσει την πανεπιστημιακή του καριέρα, αλλά φεύγει λόγω της έλλειψης ενδιαφέροντος από την πλευρά του πανεπιστημίου και της επιδημίας της Χολέρας που οδήγησε στον θάνατο και τον Χέγκελ. Το 1833 μετακομίζει στη Φρανκφούρτη, όπου και ζει για το υπόλοιπο της ζωής του. Πεθαίνει το 1860 σε ηλικία 72 χρονών από πνευμονική εμβολή.

Η φιλοσοφία του
 
Η φιλοσοφία της βούλησης

Ένα σημείο εστίασης της φιλοσοφίας του Σοπενχάουερ ήταν η διερεύνηση του πάνω στο ατομικό κίνητρο. Πριν από τον Σοπενχάουερ, ο Γκέοργκ Βίλχελμ Φρήντριχ Χέγκελ είχε εισαγάγει την έννοια του Zeitgeist, την ιδέα ότι η κοινωνία διέπετο από μια συλλογική συνείδηση η οποία κατέτεινε προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση, δίνοντας την κατευθυντήριο γραμμή στα μέλη της. Ο Σοπενχάουερ, γνώστης της φιλοσοφίας του Εμμάνουελ Καντ και του Χέγκελ, άσκησε κριτική στη λογική βελτιοδοξία και την πίστη ότι η ατομική ηθική καθορίζονταν από την κοινωνία και από τον Λόγο. Ο Σοπενχάουερ πίστευε ότι οι άνθρωποι υποκινούνταν από τις ίδιες τους τις βασικές επιθυμίες, ή από τη Wille zum Leben (βούληση του ζην), η οποία κατεύθυνε όλη την ανθρωπότητα. Για τον Σοπενχάουερ, η ανθρώπινη επιθυμία ήταν μάταιη, άλογη, ακαθοδήγητη, και, κατ' επέκταση, αυτό ίσχυε για όλο το σύνολο της ανθρώπινης δράσης. Η Βούληση για τον Σοπενxάουερ είναι μια μεταφυσική οντότητα που ελέγχει όχι μόνο τις πράξεις του ατόμου, αλλά εν τέλει και όλα τα παρατηρήσιμα φαινόμενα. Βούληση, για τον Σοπενxάουερ, είναι ό,τι ο Καντ ονόμαζε «πράγμα καθαυτό».
 
Τέχνη και αισθητική

Για τον Σοπενxάουερ, η ανθρώπινη επιθυμία, η «βούληση» και η θέληση προκαλούν πόνο και ανέχεια. Ένας προσωρινός τρόπος να απαλλαχθεί κανείς από τον πόνο είναι μέσω της αισθητικής περισυλλογής. Αυτός είναι ο αμέσως καλύτερος τρόπος καταστολής της βούλησης, πέρα από την πλήρη εξάλειψη του θέλειν. Η ολική απορρόφηση στον κόσμο νοούμενο ως Παράσταση, μέσω της αναπαραγωγής της πραγματικότητας από το έργο τέχνης, σώζει τον άνθρωπο από τον κόσμο ως Βούληση, που είναι ο καθαυτό κόσμος. Η μουσική κατέχει μείζονα θέση στην αισθητική θεώρηση του Σοπενxάουερ καθώς, λόγω της αφαιρετικότητας της, δεν βασίζεται σ' ένα φαινομενολογικό παραστατικό μέσον. Η μουσική αισθητικά αναπαριστά την Βούληση καθεαυτήν, αδιαμεσολάβητη, και όχι όπως αυτή παρουσιάζεται υπό του ατομικιστικού πρίσματος. Σύμφωνα με τον Daniel Albright «ο Σοπενxάουερ πίστευε ότι η μουσική ήταν η μόνη τέχνη η οποία δεν αντέγραφε απλά ιδέες, αλλά ήταν η ίδια η ενσάρκωση της Βούλησης». 
 
Ηθική

Η ηθική θεωρία του Σοπενχάουερ πρότεινε ότι υπάρχουν τρία κύρια ηθικά ελατήρια: η συμπόνια, η μοχθηρία και ο εγωισμός. Η συμπόνια είναι το κύριο κίνητρο της ηθικής έκφρασης. Η μοχθηρία και ο εγωισμός είναι εκφυλισμένες εναλλακτικές ηθικές εκφράσεις. 
 
Ψυχολογία

Η επιρροή του Σοπενχάουερ ήταν πιθανόν πιο έντονη πάνω στην πραγμάτευσή του για την ψυχολογία του ανθρώπου παρά πάνω στη σφαίρα της φιλοσοφίας.

Οι φιλόσοφοι μέχρι τον Σοπενxάουερ δεν είχαν εντυπωσιαστεί από την πίεση που ασκεί το σεξ πάνω στον ανθρώπινο ψυχισμό, αλλά ο Σοπεάουερ αναφέρθηκε σ' αυτό και σε συναφή θέματα εκτενώς:

...ο καθένας πρέπει να μένει έκπληκτος που ένα πράγμα [σεξ] το οποίο παίζει ένα τόσο σημαντικό ρόλο στην ανθρώπινη ζωή έχει μέχρι τώρα πρακτικά παραμεληθεί από το σύνολο των φιλοσόφων, και στέκει μπροστά μας σαν ανεπεξέργαστο και ακατέργαστο υλικό.

Έδωσε όνομα σε μία δύναμη εντός του ανθρώπου, η οποία, όπως ο Σοπενxάουερ διαισθανόταν, σταθερά επικρατούσε έναντι της λογικής: τη Βούληση του ζην (Wille zum Leben). Την όρισε ως μία εγγενή ώθηση εντός των ανθρώπινων όντων, και των πλασμάτων γενικά, να παραμείνουν ζωντανοί και να αναπαραχθούν. Ο Σοπενxάουερ αρνιόταν να εκλάβει την αγάπη ως κάτι ασήμαντο ή τυχαίο, αλλά αντίθετα την εξέλαβε ως μια αστείρευτη δύναμη που βρισκόταν αθέατη εντός της ανθρώπινης Ψυχής αλλάζοντας δραματικά τη μορφή του κόσμου.

Ο απόλυτος σκοπός όλων των υποθέσεων αγάπης... είναι πιο σημαντικός από κάθε άλλο σκοπό στη ζωή του ανθρώπου και γι' αυτό αξίζει τη μέγιστη σοβαρότητα με την οποία καθένας τον επιδιώκει. Αυτό το οποίο σχεδιάζεται μέσω των υποθέσεων αυτών δεν είναι τίποτε άλλο παρά η σύνθεση της επόμενης γενιάς.

Αυτές οι ιδέες αποτελούσαν προοικονομία της δαρβινικής θεωρίας της εξέλιξης και των φροϋδικών εννοιών πάνω στη λίμπιντο και το ασυνείδητο.

Πολιτική και κοινωνική σκέψη

 
Πολιτική


Η πολιτική σκέψη του Σοπενxάουερ είναι, σε μεγάλο μέρος της, ένας απόηχος του ηθικού του συστήματος (το οποίο αναπτύσσεται στο βιβλίο Die beiden Grundprobleme der Ethik (Στα Θεμέλια της Ηθικής). Η ηθική καταλαμβάνει περίπου ένα τέταρτο του κύριου έργου του Σοπενxάουερ, Ο κόσμος ως Βούληση και ως Παράσταση.

Σε περιστασιακές αναφορές πάνω στην πολιτική στα Πάρεργα και Παραλειπόμενα, ο Σοπενxάουερ περιγράφει τον εαυτό του ως υπέρμαχο ενός φιλελεύθερου κυβερνητικού συστήματος. Το ουσιώδες ήταν, πίστευε, το κράτος «να αφήνει κάθε άνθρωπο ελεύθερο προς την αναζήτηση της προσωπικής λύτρωσης», και θα προτιμούσε «να κυβερνάται από ένα λιοντάρι παρά από τους αρουραίους ακόλουθούς του» — δηλαδή προτιμούσε τη διακυβέρνηση ενός μονάρχη από ένα δημοκράτη. Ο Σοπενxάουερ παρ'όλα αυτά συμμεριζόταν την άποψη του Τόμας Χομπς για την αναγκαιότητα του κράτους, και της κρατικής βίας, με την οποία καταστέλλονται οι καταστροφικές τάσεις που ενυπάρχουν στο ανθρώπινο είδος.

Ο Σοπενxάουερ, σύμφωνα με ομολογία του ίδιου, δεν στοχάστηκε ιδιαίτερα πάνω στα πολιτικά ζητήματα, και πολλές φορές αναφέρει με περηφάνια πόσο λίγη προσοχή έδωσε στις σύγχρονές του πολιτικές υποθέσεις. Σε μία εποχή επαναστάσεων ενάντια στη Γαλλική και Γερμανική κυβέρνηση, παρέμεινε στην απόμακρή του στάση «στοχαζόμενος όχι τις εποχές αλλά τις αιωνιότητες». Γενικά ο Σοπενxάουερ αμφισβητούσε την εξελικτική πορεία της Ιστορίας και το εύρος των συμπερασμάτων που μπορούσε κανείς να βγάλει ακολουθώντας τα ιστορικά γεγονότα. Ο Σοπενxάουερ έκανε πολλές υποτιμητικές παρατηρήσεις πάνω στους Γερμανούς και τη Γερμανία. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι «Καταλογίζει κανείς στους Γερμανούς ότι μιμούνται πότε τους Γάλλους και πότε τους Άγγλους. Ωστόσο, είναι ακριβώς ό,τι καλύτερο μπορούν να κάνουν, διότι, αν περιοριστούν στα δικά τους μέσα, δεν έχουν τίποτε καλό να επιδείξουν».

Ο Σοπενxάουερ είχε μια ξακάθαρη ιεραρχική σύλληψη πάνω στην ανθρώπινη φυλή, αποδίδοντας φυλετική ανωτερότητα στις βόρειες, «λευκές» φυλές, λόγω της ευαισθησίας τους και της δημιουργικότητας τους:


Οι σημαντικότεροι πολιτισμοί και κουλτούρες, πέραν των αρχαίων Ινδών και Αιγυπτίων, παρατηρούνται αποκλειστικά στις λευκές φυλές, ενώ ακόμη και με πολλούς σκουρόχρωμους ανθρώπους, η κυρίαρχη κάστα ή φυλή, έχει πιο ανοιχτόχρωμο δέρμα από τους υπόλοιπους και κατά συνέπεια, επιλέγει τη μετανάστευση-παραδείγματος χάριν οι Βραχμάνοι, οι Ίνκας και οι κυρίαρχοι των Νήσων του Ειρηνικού. Όλο αυτό οφείλεται στο γεγονός του ότι η αναγκαιότητα είναι η μήτρα της εφευρετικότητας, καθώς εκείνες οι φυλές που μετανάστευσαν στον Βορρά και σταδιακά έγιναν λευκές, έπρεπε να αναπτύξουν όλες τις πνευματικές δυνάμεις και να εφεύρουν και να τελειοποιήσουν όλες τις τέχνες στη συγκρουσιακή τους σχέση με την ανάγκη, τη θέληση και την ανέχεια, που τις διάφορες μορφές τους, επέφερε το κλίμα.

Πέραν τούτου, ήταν κατάφωρα αντίθετος προς τη διαφορετική μεταχείριση των ανθρώπων ανάλογα με τη φυλή τους, όντας ένθερμος εχθρός της δουλείας και υποστηρικτής του κινήματος για την κατάργησή της. Από την άλλη, τα γραπτά του είναι εμποτισμένα με μεταφυσικό και πολιτικό αντι-Ιουδαϊσμό. Ο Σοπενxάουερ υποστήριζε ότι ο Χριστιανισμός αποτελούσε μια επανάσταση ενάντια στην υλιστική βάση του Ιουδαϊσμού, επιδεικνύοντας μια ηθική επηρεασμένη από την Άρυα-Βεδική διδασκαλία της αυτοϋπερνίκησης, την οποία αντιπαρέβαλε στην αδαή αναζήτηση μιας επίγειας ουτοπίας, που χαρακτήριζε το Ιουδαϊκό πνεύμα:

Ενώ όλες οι άλλες θρησκείες επιδιώκουν να εξηγήσουν μέσω συμβόλων τη μεταφυσική σημασία της ζωής, η θρησκεία των Εβραίων επιμένει σε μία πολεμική ιαχή στα πλαίσια της διαπάλης των Ιουδαίων με άλλα έθνη.

δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/