Φαχρελνισά Ζεΐντ - Ζωγράφος ( 1901 – 5 Σεπτεμβρίου 1991)

 


Fahrelnissa Zeid, London, 1952

H πριγκίπισσα Φαχρελνισά Ζεΐντ (τουρκ. Fahrelnissa Zeid, αραβ. الأميرة فخر النساء زيد, Πρίγκηπος,Κωνσταντινούπολη, 1901 – Αμάν, 5 Σεπτεμβρίου 1991) ήταν επιφανής Τουρκάλα ζωγράφος, το έργο της οποίας υπήρξε ποικιλόμορφο και χαρακτηρίζεται για τη σύνθεση Ισλαμικών και Βυζαντινών στοιχείων με επιρροές από τη δυτική τέχνη. Αναγνωρίζεται επίσης ως εκπρόσωπος της αφηρημένης και γεωμετρικής τέχνης.

Γεννημένη στην Πρίγκηπο της Κωνσταντινούπολης το 1901, υπήρξε κόρη του Τούρκου διπλωμάτη και ιστορικούΣακίρ Πασά, μέλος επιφανούς οικογένειας διανοουμένων και πολιτικών. Η ενασχόλησή της με τη ζωγραφική ξεκίνησε όταν ήταν σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών και υπήρξε από τις πρώτες γυναίκες που φοίτησαν στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Κωνσταντινούπολης. Ξεκίνησε τις σπουδές της το 1920 και το 1927 ταξίδεψε στοΠαρίσι όπου σπούδασε στην Académie Ranson με δάσκαλο τον Ροζέρ Μπισιέρ (Roger Bissière). Επιστρέφοντας στη γενέτειρά της φοίτησε υπό την επίβλεψη του Ναμκ Ισμαΐλ (Namık Ismail) στην Ακαδημία Καλών Τεχνών και το 1942 προσχώρησε στην ομάδα καλλιτεχνών D Group που είχε ιδρυθεί το 1933 και αποτελούνταν από νέους Τούρκους ζωγράφους. Από το 1934, υπήρξε σύζυγος του πρίγκιπα Ζεΐντ Ιμπν Χουσεΐν, ο οποίος διαδέχτηκε τον βασιλιά Φαϊσάλ Β', αν και ο ίδιος δεν βασίλεψε αλλά ανέλαβε ρόλο πρεσβευτή της Δημοκρατίας του Ιράκ.

Ατομικές εκθέσεις της πραγματοποιήθηκαν αρχικά στην Τουρκία, την περίοδο 1944-46, καθώς και στη δυτική Ευρώπη, όταν εγκαταστάθηκε εκεί εκ νέου. Το 1951, 1953 και 1954 συμμετείχε στο Salon des Réalités Nouvelles του Παρισιού, ενώ μεγάλη έκθεση έργων της πραγματοποιήθηκε στην Άγκυρα το 1964. Το 1975 εγκαταστάθηκε στο Αμάν της Ιορδανίας, όπου και ανέλαβε να διδάσκει στο Βασιλικό Ινστιτούτο Τέχνης. Στο Αμάν πραγματοποιήθηκε επίσης σημαντική αναδρομική έκθεσή της, στο Βασιλικό Κέντρο Τέχνης της πόλης.

Το έργο της περιλαμβάνει κυρίως ελαιογραφίες και υδατογραφίες, καθώς και λιθογραφίες και χαρακτικά. Οι πρώιμοι πίνακές της, με επιδράσεις από τη γαλλική ζωγραφική, απεικονίζουν πορτρέτα και σκηνές σε εσωτερικούς χώρους, ωστόσο κατά τη δεκαετία του 1940 στράφηκε περισσότερο στην αφηρημένη τέχνη. ΣτοΠαρίσι, το έργο της επαινέθηκε από τον Αντρέ Μπρετόν. Επινόησε τη μέθοδο που ονόμασε παλαιοκρύσταλλο, κατά την οποία τοποθετούσε χρωματιστές πέτρες, σμάλτο και άλλα υλικά σε μείγμα γυάλινου πολτού και ρητίνης, το οποίο έθεταν σε κίνηση ηλεκτροκινητήρες. Συλλογές έργων της εκτίθενται σε μουσεία μοντέρνας τέχνης στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, στο Σινσινάτι, στο Εδιμβούργο, στην Κωνσταντινούπολη και στην Άγκυρα, ενώ αρκετά έργα της ανήκουν επίσης σε ιδιωτικές συλλογές.https://el.wikipedia.org
πηγή φωτογραφιών http://www.encyclopedia.mathaf.org/

My Grandmother (signed Fahrelnissa Chakir, age 14), 1915
Feats in the Desert, 1957
Divine Protection, 1981
Title unknown, n.d


Title unknown, n.d
Title unknown, n.d


Title unknown, n.d
                                                                            Loch Lomond
My Summer House, Buyukdere, 1943
δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/











Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ - Caspar David Friedrich ( 5 Σεπτεμβρίου 1774 – 7 Μαΐου 1840 )

 

Τα στάδια της ζωής, 1835

O Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ (Caspar David Friedrich, 5 Σεπτεμβρίου 1774 – 7 Μαΐου 1840) ήταν Γερμανός ζωγράφος του 19ου αιώνα. Θεωρείται ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους του ρομαντισμού.
Γεννήθηκε στο Γκράιφσβαλντ της Βαλτικής, γιος του Αδόλφου, ιδιοκτήτη εργοστασίου σαπωνοποιίας και κηροποιΐας. Σε ηλικία επτά ετών έχασε τη μητέρα του και στα 14, τον αδελφό του, που πνίγηκε σε προσπάθεια να τον σώσει. Στα 16 του μαθήτευσε στον Γιόχαν Γκούφριτ Κβίστορπ, πανεπιστημιακό καθηγητή καλών τεχνών. Γνωρίστηκε με τον πάστορα-ποιητή Λούντβιχ Κοζενγκάρντεν και τέσσερα χρόνια αργότερα φοίτησε στην Ακαδημία Κοπεγχάγη. Το 1798 εγκαταστάθηκε στη Δρέσδη, ανθηρό καλλιτεχνικό και πολιτιστικό κέντρο, όπου έμεινε μόνιμα. Τρία χρόνια αργότερα επέστρεψε στη γενέτειρα του για μεγάλο διάστημα και γνώρισε τον ρομαντικό ζωγράφο Φίλιπ Όττο Ρούνγκε. Τον επόμενο χρόνο, επέστρεψε στη Δρέσδη και έδειξε έντονο ενδιαφέρον για τις μεγάλες πανοραμικές απόψεις.
Το 1805 συμμετείχε με δύο έργα με σέπια, σε διαγωνισμό στη Βαϊμάρη και απέσπασε το Α' Βραβείο, ενώ δύο χρόνια μετά, πραγματοποίησε τις πρώτες προσπάθειες στο τομέα της ελαιογραφίας. Τον επόμενο χρόνο φιλοτέχνησε το πρώτο μεγάλο του αριστούργημα Σταυρός Πάνω Στο Βουνό. Το 1810, έργα του εκτέθηκαν στην Ακαδημία Βερολίνου και αγοράστηκαν από το Φρειδερίκο Γουλιέλμο Γ΄ της Πρωσσίας.
Το 1816 έγινε μέλος της Ακαδημίας της Δρέσδης και δύο χρόνια μετά νυμφεύτηκε την Καρολίνε Μπόμερ, 20 χρόνια μικρότερή του. Το 1835 παθαίνει βαριά αποπληξία που θέτει τέλος στη καριέρα του. Πέθανε πέντε χρόνια αργότερα στη Δρέσδη, στις 7 Μαΐου, σε ηλικία 66 ετών.

Έργο

 self portrait
Η βαθιά θρησκευτική του πίστη κι η αγάπη του για τη γερμανική ύπαιθρο, αποτέλεσαν βασική πηγή έμπνευσής του, προβάλλοντας και εξυμνώντας την πνευματικότητα στη φύση. Το μεγαλύτερο μέρος της σταδιοδρομίας του καταγράφτηκε στη Δρέσδη, που μετά από αργά μα σταθερά βήματα, έγινε διάσημος με τη πρώτη παραγγελία που ανέλαβε. Στα επόμενα χρόνια καλλιέργησε εντελώς προσωπικό ιδίωμα και φιλοτέχνησε τοπία που διαπνέονται απ' έντονο μυστικισμό καθώς και θρησκευτικές αλληγορίες.
Χαρακτηρίστηκε εσωστρεφής και μελαγχολικός, αλλά ήταν επίσης πατριώτης κι αφοσιωμένος οικογενειάρχης. Παρά τη νόσο που τον καθήλωσε τα τελευταία χρόνια της ζωής του, οι καλλιτεχνικές του αναζητήσεις ήταν αδιάλειπτες και στους τελευταίους πίνακές του συνδύασε το λυρισμό με μια νέα αντίληψη των χρωμάτων





Μεγαλιθικός τάφος στο χιόνι, 1807


Σταυρός στην βουνοκορφή, 1808


Μοναχός στην θάλασσα, 1809

 Ο Μοναχός στην θάλασσα (γερμ. Der Mönch am Meer) είναι αριστουργηματικός πίνακας του Γερμανού ζωγράφου Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ. Παρουσιάστηκε στο κοινό για πρώτη φορά στην Έκθεση της Ακαδημίας του Βερολίνου το 1810 μαζί με το «Μονή στο δάσος με τις βελανιδιές» και αγοράστηκε από τον βασιλιά Φρειδερίκο Γουλιέλμο ΙΙΙ για τη συλλογή του. Φιλοξενείται σήμερα στην Alte Nationalgalerie του Βερολίνου.

Η ευρεία έκταση της θάλασσας και του ουρανού δίνουν έμφαση στο πενιχρό σχήμα του μοναχού που στέκεται μπροστά στην απεραντοσύνη της φύσης. Μία φιγούρα, ντυμένη με ένα μακρύ ένδυμα και με το ένα χέρι στο πηγούνι του, στέκεται πάνω σε ένα χαμηλό αμμόλοφο με αραιά βλάστηση. Το σχήμα, που συνήθως χαρακτηρίζεται ως μοναχός εντελώς μακριά από το θεατή φαίνεται να ερευνά την ταραγμένη θάλασσα, ενώ ένα γκρίζο κενού ουρανού καταλαμβάνει περίπου τα τρία τέταρτα της εικόνας.
Ο πίνακας παρουσιάζει ένα παραθαλάσσιο τοπίο, στο οποίο ένας επιβλητικός ουρανός κυριαρχεί. Η γραμμή του ορίζοντα είναι τοποθετημένη πολύ πιο χαμηλά από το μέσο του πίνακα, ενώ ακολουθεί η σκοτεινή επιφάνεια της θάλασσας και τελικά η αμμουδερή ακρογιαλιά. Στην άκρη του νερού στέκει όρθιος ένας μοναχός (καλόγερος) του τάγματος των Καπουτσίνων. Φοράει καλογερική κάπα και έχει γυρισμένη την πλάτη του στο κοινό. Στην αμμουδιά φυτρώνει λίγο χορτάρι. Ο ουρανός καλύπτει τα τρία τέταρτα της επιφάνειας του πίνακα. Είναι σχεδόν συμπαγής χωρίς δομή, ενώ ένα απειλητικό σκοτάδι τον πλαισιώνει. Η ακρογιαλιά δεν μπορεί να καθοριστεί. Δεν ξέρουμε αν είναι ρηχή παραλία, ή απότομος γκρεμός. Σχηματίζει όμως μια γεωμετρική επιφάνεια αμβλούς τριγώνου, με τον άνθρωπο τοποθετημένο στην κορυφή του. Εκτός από την μοναχική ανθρώπινη μορφή ανακαλύπτουμε μόνο μερικούς γλάρους, δεκατέσσερις τον αριθμό. Ένας γλάρος στέκει σε μικρή απόσταση δίπλα στον μοναχό, ενώ οι υπόλοιπες πετούν απομακρυνόμενες.

Ερμηνεία και ιστορική τοποθέτηση

Ο Φρίντριχ ξεκίνησε τις εργασίες πάνω στον πίνακα το 1808 στην Δρέσδη. Η εποχή αυτή συμπίπτει με το ξεκίνημα της σταδιοδρομίας του, αφού λίγο πιο πριν είχε παρουσιάσει το έργο του «Σταυρός στην βουνοκορφή». Πρώτη φορά αναφέρει το έργο του σε επιστολή τον Φεβρουάριο του 1809, όπου περιγράφει τον πίνακα. Σύγχρονες αναλύσεις υποδεικνύουν ότι αρχικά είχε ζωγραφίσει δύο ιστιοφόρα στον ορίζοντα μακρυά, τα οποία αργότερα επικάλυψε. Συνέχισε να το επεξεργάζεται κάνοντας μικρές αλλαγές μέχρι που το παρουσίασε στην έκθεση του 1810. 
Ο πίνακας δίχασε το κοινό. Ο γνωστός Κλέμενς Μπρεντάνο έγραψε το 1810 κριτική του έργου ειρωνική και διόλου κολακευτική, ενώ ο Χάινριχ φον Κλάιστ αντιπαράθεσε ότι «το έργο αυτό ανοίγει τα μάτια του παρατηρητή», και αναγκάστηκε λίγο αργότερα να ζητήσει συγνώμη απολογούμενος για την αυθόρμητη έξαρσή του.


Ο Σταυρός στα βουνά, 1812


Τάφοι αγωνιστών της ελευθερίας, 1812


Άποψη λιμανιού, 1816


Φεγγαρόφως στο Γκράιφσβαλντ, 1817

Οδοιπόρος επάνω από τη θάλασσα της ομίχλης , 1818

Ο Οδοιπόρος επάνω από τη θάλασσα της ομίχλης (γερμ. Wanderer über dem Nebelmeer) είναι έργο ζωγραφικής και αυτοπροσωπογραφία του ρομαντικού Γερμανού ζωγράφου Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ. Κατασκευάστηκε το έτος 1818 και σήμερα βρίσκεται στην Αίθουσα Τέχνης του Αμβούργου.
Αυτό το πολύ γνωστό και ιδιαίτερα ρομαντικό αριστούργημα περιγράφεται από τον συγγραφέα John Lewis Gaddis ως ζωγραφικό έργο που αφήνει στον θεατή μια αντιφατική εντύπωση και ταυτόχρονα συμπληρώνει την μαγεία πάνω από ένα τοπίο και την ασημαντότητα του ατόμου μέσα σε αυτό.

Ο πίνακας είναι ελαιογραφία σε καμβά με διαστάσεις 98,4 cm × 74,8 cm. Παρουσιάζει έναν οδοιπόρο σε οπίσθια άποψη. Έχει φτάσει επάνω σε έναν ανεμοδαρμένο βράχο στην κορυφή μιας οροσειράς. Ο Οδοιπόρος φοράει ένα βαρύ παλτό, στηρίζει στο δεξί του χέρι ένα μπαστούνι και αναπαύεται μέσα στο τοπίο άγριας φύσης, ατενίζοντας τον ορίζοντα. Ο άνεμος του ανακατεύει τα μαλλιά. Μπροστά στον στιβαρό αυτό βράχο ανοίγεται ένας βαθύς γκρεμός, πλημμυρισμένος από μια θάλασσα πυκνής ομίχλης που καλύπτει όλη την γη. Λίγοι βράχοι ξεμυτίζουν εδώ και εκεί, ενώ λίγες, ακόμα ψηλότερες βουνοκορφές οδηγούν το βλέμμα στον γαλάζιο αίθριο ουρανό, λίγο πριν ξημερώσει ο ήλιος. Το τοπίο είναι εμπνευσμένο από διάφορα ορεινά τοπία της Βοημίας και της Σαξονίας, τα οποία ο Φρίντιχ πιο πριν είχε σκιτσάρει στα ταξίδια του. Η οπίσθια άποψη του οδοιπόρου, καθώς και η χαρακτηριστική φορεσιά, το παραδοσιακό ένδυμα των Γερμανών του 19ου αιώνα είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα των έργων του Φρίντριχ.

Ερμηνεία

Ο Φρίντριχ υπογραμμίζει συχνά την ασημαντότητα του ανθρώπου μπροστά στην απεραντοσύνη της φύσης, αποδίδοντας τις φιγούρες με μικρές διαστάσεις, καθιστώντας τες σύμβολα της βαθιάς αίσθησης μοναξιάς τού ατόμου και της προσπάθειας του να ενωθεί αρμονικά με τον Θεό. Ο θεατής μπορεί εύκολα να ταυτιστεί μ΄αυτές τις μυστηριώδεις μορφές και να γίνει ο ίδιος πρωταγωνιστής του πίνακα, προβάλλοντας τα δικά του μύχια συναισθήματα επάνω στα πνευματικά και συμβολικά τοπία του Φρίντιχ.

Η ομίχλη που τυλίγει το βραχώδες τοπίο εντείνει τη μυστηριακή, απειλητική ατμόσφαιρα του πίνακα και η μορφή στο πίνακα απορροφημένη στην ενατένιση του αχανούς τοπίου μοιάζει να έχει συνειδητοποιήσει τη δική του ανεπάρκεια: στην ουσία, δεν είναι παρά ένας θεατής.
Ο πίνακας είναι αλληγορική εικόνα για το ταραχώδες παρελθόν και το άγνωστο μέλλον. Ο Φρίντριχ ζωγράφισε τον πίνακα αυτό στο κατώφλι μια νέας εποχής, από τις πιο ταραχώδεις, αλλά και σημαντικότερες και ενδοξότερες εποχές της Ευρώπης. Ο Ναπολέων έχει ήδη ξεκινήσει και κάνει το πέρασμά του μέσα από την Ευρώπη.
Είναι ξημερώματα, όταν ο Οδοιπόρος μετά από μια νυχτερινή πορεία έχει φτάσει στο ψηλότερο σημείο, καταφέρνοντας ίσως τον στόχο της οδοιπορίας του. Η πυκνή ομίχλη δημιουργεί μια αόριστη αίσθηση του τοπίου. Tο βλέμμα στρέφεται στους επόμενους στόχους, τις κορυφογραμμές που βρίσκονται πιο μπροστά και φτάνουν μέχρι τον ορίζοντα. Εκεί, κάτω από τον αίσιο πρωινό ουρανό, το τοπίο χωρίζεται δεξιά και αριστερά. Στο κέντρο όμως του πίνακα, και σε μεγαλύτερο μέγεθος από όλα τα υπόλοιπα επί μέρους στοιχεία του τοπίου βρίσκεται ο Οδοιπόρος. Είναι ένας άνθρωπος απλός, ένας πολίτης που βάδισε μέσα στην σκοτεινή νύχτα του μεσαίωνα για να κατακτήσει την κορυφή του βουνού, και βρίσκεται τώρα εκεί, έτοιμος να αντιμετωπίσει όλες τις υψηλότερες αποστολές που του επιφυλάσσει το μέλλον.

δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/









ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΚΕΛΙΩΤΗΣ ( 4 Φεβρουαρίου 1917 - 4 Σεπτεμβρίου 1984 )

 

Ο ζωγράφος Γιώργος Σικελιώτης (1917-1984) (φωτ. Τ. Παπαγεωργίου, 1964)

Ο Γιώργος Σικελιώτης (George Sikeliotis) (Σμύρνη, 4 Φεβρουαρίου 1917 - Αθήνα, 4 Σεπτεμβρίου 1984) είναι ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ζωγράφους και χαράκτες της λεγόμενης «γενιάς του ’30».
Γεννήθηκε στις 4 Φεβρουαρίου του 1917 στη Σμύρνη της Μικράς Ασίας. Το 1922, με τη Μικρασιατική καταστροφή, έρχεται στην Αθήνα και εγκαθίσταται με την οικογένειά του στην Καισαριανή. Φοίτησε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, από το 1935 έως το 1940, όπου είχε καθηγητές τον Κωνσταντίνο Παρθένη και τον Σπυρίδωνα Βικάτο. Από τα φοιτητικά του χρόνια, αρχίζει να παρουσιάζει έργα του σε ομαδικές εκθέσεις. Συγκεκριμένα το 1936 συμμετείχε στην 1η Ετήσια Έκθεση Σπουδαστών ΑΣΚΤ, στις αίθουσες του Παρνασσού και το 1938 στην ομαδική έκθεση Νέων Ρεαλιστών στην Αθήνα. Έργα της περιόδου αυτής βρίσκονται σήμερα στην Εθνική Πινακοθήκη.
Το 1940 πήρε μέρος στο Αλβανικό Μέτωπο. Στην περίοδο της κατοχής 1941-1944 αποτύπωσε με το έργο του τον σφυγμό της εποχής, κυρίως μέσα από σχέδια και χαρακτικά, συμβάλλοντας στον αγώνα των ανθρώπων της τέχνης και των γραμμάτων κατά των κατακτητών.
Το 1945 παντρεύτηκε τη Χαρίκλεια Κωνσταντινίδη, δασκάλα κλασικού χορού, με την οποία απέκτησε δύο κόρες, τη Βάσω και τη Φωτίκα.
Το 1949 έγινε μέλος της καλλιτεχνικής ομάδας «Στάθμη», η οποία ανέπτυξε πλούσια εικαστική δραστηριότητα. Μέχρι την πρώτη του ατομική έκθεση (1954), συμμετείχε σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα (Πανελλήνιες της καλλιτεχνικής ομάδας «Στάθμη», ως μέλος αυτής, στην Αθήνα, Θεσσαλονίκη, κ.α.), καθώς και στο εξωτερικό (Ρώμη 1953, Οττάβα - Καναδάς 1953).
Το 1954 οργάνωσε στην Αθήνα την πρώτη του ατομική έκθεση, με 80 έργα, στις αίθουσες της εφημερίδας Το Βήμα.
"Μητρότητα" (1951-1960), 
Το 1960 η Ελληνική Επιτροπή της Διεθνούς Ένωσης Κριτικών Τέχνης τον εξέλεξε ως υποψήφιο για το Διεθνές Βραβείο του Μουσείου Guggenheim της Νέας Υόρκης, για το έργο του "Κορίτσια με Περιστέρια", όπου η επιτροπή βράβευσης του Μουσείου του απονέμει Εύφημη Μνεία.
Το 1965 οργανώνει ατομική έκθεση στη Νέα Υόρκη, με 35 πίνακες, υπό την αιγίδα του Ελληνικού Προξενείου.
Έζησε και εργάστηκε για μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Αγγλία και στη Γαλλία. Στην Αγγλία, ζωγράφισε κυρίως το βιομηχανικό τοπίο της κεντρικής Αγγλίας, καθώς επίσης χωριά και τοπία της Ουαλίας. Το ζωγραφικό και χαρακτικό αυτό έργο παρουσιάστηκε σε δύο ατομικές εκθέσεις με τον τίτλο «Παλιά Αγγλία» (Αθήνα 1974, Θεσσαλονίκη 1975). Κατά την περίοδο 1977-1983 μετέβαινε συχνά στο Παρίσι όπου οργάνωσε το δικό του ατελιέ ζωγραφικής. Το ενδιαφέρον του εστιάστηκε στους ανθρώπους του Παρισιού, που αποτελούνταν από πλήθος διαφορετικών φυλών και εθνικοτήτων.
Κατά τη διάρκεια της 50ετούς (1935-1984) καλλιτεχνικής του δραστηριότητας παρουσίασε το έργο του σε μεγάλη σειρά ατομικών και ομαδικών εκθέσεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Στην Ελλάδα παρουσίασε το έργο του σε 20 ατομικές εκθέσεις και σε περισσότερες από 185 ομαδικές.
Κατά την περίοδο 1975 – 1983 οργάνωσε σε συνεργασία με τους Δήμους, τους Τοπικούς Πολιτιστικούς Φορείς και την Πανελλήνια Πολιτιστική Κίνηση περισσότερες από 25 ατομικές εκθέσεις «Καλλιτεχνικής Αποκέντρωσης», όπως ο ίδιος τις ονόμαζε, με σκοπό τη διάδοση της Τέχνης στους ανθρώπους της περιφέρειας, σε διάφορες επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας. Ένα μέρος των έργων των εκθέσεων αυτών έγινε δωρεά από τον ίδιο τον ζωγράφο, προς τους εκάστοτε Τοπικούς Πολιτιστικούς Φορείς ή Δήμους. Η ενέργεια αυτή είχε ως αποτέλεσμα, μαζί και με τις δωρεές άλλων καλλιτεχνών, τη δημιουργία και συγκρότηση νέων Δημοτικών Πινακοθηκών σε αρκετές επαρχιακές πόλεις της Ελλάδας.
Μητέρα με τέσσερα παιδιά, 1960-1965
Το έργο του Γιώργου Σικελιώτη παρουσιάστηκε σε ατομικές εκθέσεις του εξωτερικού (Υπερωκεάνιο «Ολυμπία» της Greek Line εν πλω 1960, Νέα Υόρκη 1965, Λευκωσία 1974, Βασιλεία της Ελβετίας 1976). Από το 1953 έως το 1983 συμμετείχε, σε περισσότερες από 40 ομαδικές εκθέσεις, οργανωμένες από Μουσεία και Πινακοθήκες του εξωτερικού, και σε συνεργασία κατά περίπτωση με την αντίστοιχη Ελληνική Πρεσβεία, το Υπουργείο Πολιτισμού και την Εθνική Πινακοθήκη: Ρώμη, Οτάβα, Μόντρεαλ, Μουσείο Guggenheim Νέας Υόρκης, Ουάσιγκτον, Τορόντο, 2η Μπιενάλε Αλεξάνδρειας, Ελσίνκι, Λίνεν Γερμανίας, Παρίσι, Δουβλίνο, Μόσχα, Βελιγράδι, Σόφια, Βουκουρέστι και πολλές άλλες.
Το εικαστικό του έργο, παρουσιάστηκε στην Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, σε δύο αναδρομικές εκθέσεις: το 1975 στην «Αναδρομική Έκθεση» του συνολικού του έργου, με 186 έργα, και το 1983 στην «Αναδρομική Έκθεση Σχεδίων Προκατοχικών, Κατοχικών και Μετακατοχικών 1935 – 1950», με 214 σχέδια.
Πέρα από το κυρίως ζωγραφικό και χαρακτικό, στο έργο του Γιώργο Σικελιώτη, περιλαμβάνονται επίσης τοιχογραφίες, εικονογραφήσεις κειμένων και εξώφυλλων λογοτεχνικών βιβλίων Ελλήνων λογοτεχνών ( Γ. Σεφέρης, Ν. Μάτσας, Ν. Τσιφόρος, Α. Νενεδάκης, Γ. Σκαρίμπας κ.ά.), λογοτεχνικών περιοδικών, μαθητικών βιβλίων, περιοδικών, ημερολογίων, δίσκων μουσικής, ζωγραφικές κάρτες με μικτή τεχνική σε μεγάλη ποικιλία θεμάτων κ.α.
Ήταν μέλος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ).
Το 1983 το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών του απένειμε τιμητική σύνταξη για το έργο και τη συνεχή προσφορά του στο χώρο των εικαστικών Τεχνών και του Πολιτισμού.
Ο Γιώργος Σικελιώτης πέθανε στην Αθήνα, στις 4 Σεπτεμβρίου του 1984 και τάφηκε στο Νεκροταφείο της Καισαριανής, σε μνήμα που ο Δήμος παραχώρησε τιμητικά.
Έργα του υπάρχουν σε Εθνικά και Ιδιωτικά Μουσεία, Δημοτικές Πινακοθήκες και άλλους Πολιτιστικούς Φορείς στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, όπως: Εθνική Πινακοθήκη - Μουσείο Αλέξανδρου Σούτζου, Μουσείο Ν. Χατζηκυριάκου Γκίκα – Μπενάκη, Συλλογή της Βουλής των Ελλήνων, Υπουργείο Παιδείας, Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, Μουσείο Βορρέ, Μουσείο Πιερίδη Αθήνας - Κύπρου, Πινακοθήκη Εθνικής Τράπεζας, Συλλογή Alpha Bank, Συλλογή Εταιρείας Τσιμέντων «Ηρακλής – Όλυμπος», Τελλόγλειο Ίδρυμα του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Λέσχη Γραμμάτων και Τεχνών Βορείου Ελλάδας, Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρία «Τέχνη», κ.α. Έργα του ακόμη υπάρχουν σε πολλές Δημοτικές Πινακοθήκες στην Ελλάδα: Θεσσαλονίκη, Ρόδος, Μυτιλήνη, Καλαμάτα, Ηράκλειο Κρήτης, Ξάνθη, Λάρισα, Έδεσσα, Σέρρες, Καβάλα, Βέροια, Φλώρινα, Ζίτσα Ιωαννίνων, Μεσολόγγι, Σπάρτη, Λεωνίδιο, Κέα, Ελευσίνα, κ.α.
Στο εξωτερικό, έργα του βρίσκονται στη Δημοτική Πινακοθήκη του Λίνεν της Γερμανίας, στην World House Gallery της Νέας Υόρκης (30 πίνακες), κ.α. Τέλος, έργα του Γιώργου Σικελιώτη βρίσκονται σε διάφορες ιδιωτικές συλλογές στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό

 "Οικογένεια" (π.1961-1970)

Ο Μυστικός Δείπνος


Ζευγάρι_1


Μαυροφόρες


Κύθηρα

δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/










Carpe "Άλκιμοι πόθοι..."



Η πόλη κοιμάται, μικραίνει
και χάνεται στο φεγγαρόφωτο.
Γύρισα το βλέμμα μου
να δω το ανοιχτό παράθυρο...
εκεί καθόσουν.
Μια σκιά με νυχτικό μισάνοιχτο
περιπλανιόταν στο δωμάτιο.
Αποπλανημένος
απ' το σχήμα της μορφής σου
ξεθάβω τα ένστικτα της ζωής.
Χώρα αχαρτογράφητη η όψη σου.
Σ' έναν κόσμο ερωτόληπτο
τα κύτταρα μου
αναζητούν τα αδιάκριτα πάθη.
Στο παράθυρο της κοιμισμένης πόλης
διανυκτερεύουν κι απόψε...
οι άλκιμοι πόθοι .

Carpe.









ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΣΑΚΑΛΗΣ "Η πληρωμή"



Βγήκες και ζήτησες
λίγη αγάπη
σου δώσανε κλωτσιές
και περισσή αδιαφορία
έτσι πληρώνουν τώρα
την αγάπη
και είπες ¨δεν πειράζει,
θα τη ζητήσω αλλού¨
μα πάλι εισέπραξες
την ίδια συμπεριφορά
έβγαλες τώρα το συμπέρασμα
ότι αυτή είναι
η πληρωμή της αγάπης
έπαψες να τη ζητάς
σκλήρυνε η καρδιά σου
και έτσι πορεύεσαι
κι όταν σου ζητήσουν
την αγάπη
είσαι εσύ τώρα που κλωτσάς










ΛΟΡΕΝΤΖΟΣ ΜΑΒΙΛΗΣ (6 Σεπτεμβρίου 1860 - 28 Νοεμβρίου 1912)

 


 "Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει. Υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι, και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσαν".

Η ΖΩΗ ΤΟΥ
Ο Λορέντζος Μαβίλης γεννήθηκε το 1860 στην Ιθάκη έχοντας όμως Ισπανική καταγωγή. Ο παππούς του, εκ πατρός, ήταν πρόξενος της Ισπανίας στην Κέρκυρα, όπου η οικογένειά του είχε εγκατασταθεί. Μάλιστα εκεί πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του. Εξωτερικά ο Λορέντζος Μαβίλης ήταν μεγαλόσωμος με γαλανά μάτια και ξανθά μαλλιά. Το 1880 αποφάσισε να πάει στην Γερμανία για να σπουδάσει φιλολογία και φιλοσοφία. Οι σπουδές του συνεχίστηκαν επί δεκατέσσερα χρόνια και μάλιστα επηρεάστηκε από τις θεωρίες του Νίτσε, την "Κριτική του Καθαρού Λόγου" του ορθολογικού Ιμμάνουελ Καντ και από την "Βουλησιαρχία" του απαισιόδοξου Αρθούρου Σοπενχάουερ. Ακόμα ασχολήθηκε με τα σανσκριτικά φιλοσοφικά κείμενα και μετέφρασε αποσπάσματα από το ινδικό έπος Μαχαμπχαράτα. Κατά την παραμονή του στη Γερμανία ασχολήθηκε με την σύνθεση λυρικών ποιημάτων (κυρίως σονέτων), και σκακιστικών προβλημάτων που δημοσιεύτηκαν σε γερμανικά έντυπα.


Το 1887 συμμετείχε στο τουρνουά της Φραγκφούρτης. Δύο χρόνια αργότερα ( 1889 ) έλαβε μέρος στο σκακιστικό τουρνουά της πρωτεύουσας της νότιας Σιλεσίας Βρότσλαβ (Breslau) με το όνομα Sillibam. Το 1896 ο Μαβίλης συμμετείχε στην επανάσταση της Κρήτης, πολεμώντας μαζί με τους αντάρτες στα κρητικά βουνά. Και το 1897 κατά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο συγκέντρωσε εβδομήντα Κερκυραίους εθελοντές και πήγαν να πολεμήσουν στην Ήπειρο, όπου και τραυματίστηκε στο χέρι. Τα έξοδα της εκστρατείας των εθελοντών τα κάλυπτε ο ίδιος.
Το 1909 γίνεται ο ενθουσιώδης κήρυκας του ξεσηκωμού και το 1910 εκλέγεται ως βουλευτής της Κέρκυρας. Το 1911 υπερασπίζοντας τη δημοτική γλώσσα ως αντιπρόσωπος της Κέρκυρας μέσα στην Ελληνική Βουλή είπε απευθυνόμενος στους καθαρευουσιάνους: "Χυδαία γλώσσα δεν υπάρχει. Υπάρχουσι χυδαίοι άνθρωποι, και υπάρχουσι πολλοί χυδαίοι άνθρωποι ομιλούντες την καθαρεύουσαν". ("Εφημερίς των συζητήσεων της Βουλής", Β' Αναθεωρητική Βουλή, 1911, σελ. 689, συνεδρίασις 36).



Στις 28 Νοεμβρίου του 1912 γίνεται επικεφαλής του λόχου των εθελοντών και σκοτώνεται στη Μάχη του Δρίσκου κοντά στα Ιωάννινα κατά τον Πρώτο Βαλκανικό πόλεμο. Λέγεται ότι διατηρούσε ερωτικό δεσμό με την ποιήτρια Μυρτιώτισσα - κατά κόσμον Θεώνη Δρακοπούλου - (1885-1968), η οποία υπηρέτησε την ερωτική ποίηση και το ποίημά της "Τι άλλο καλέ μου" (1925) είναι αφιερωμένο στη μνήμη του.


Ο παπα-Φώτης κλείνει τα μάτια του νεκρού πλέον Μαβίλη
ΑΠΟ http://www.palmografos.com/


 Τα σονέτα του Μαβίλη είχαν άρτια μορφή και εξαίρετο περιεχόμενο, το οποίο πάντως χαρακτηρίζεται από ολοφάνερη απαισιοδοξία. Τα σονέτα του, με ενδεκασύλλαβους στίχους, είναι πολύ πιο επεξεργασμένα και περίτεχνα από των συγχρόνων του, (δες Κωστής Παλαμάς, "Πατρίδες", 1895), και εισάγει νέα στοιχεία, όπως το να αρχίζει η πρόταση στην μέση του στίχου, να υπάρχει διάλογος, κλπ.ΑΠΟ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ 
                            Ο σκακιστής Μαβίλης

  Ο Λορέντζος Μαβίλης θα μπορούσε να θωρηθεί ως ο πρώτος Έλληνας συνθέτης σκακιστικών προβλημάτων με διεθνή φήμη. Στο διάγραμμα δεξιά (που αναδημοσιεύθηκε στα Ελληνικά Σκακιστικά Χρονικά #8 τον Μάρτιο 1971) βλέπουμε ένα ορθόδοξο τριάρι, όπου η λευκή βασίλισσα κυριαρχεί είτε με την παρουσία της είτε με την θυσία της. Ας δούμε την λύση του προβλήματος:
1.Βθ1!
Τα λευκά απειλούν 2.Βα1+ Πγ3 3. Βη1#, και επίσης 2.Βxθ8+ Πη7 3.Βxη7#
Αν 1... Πxγ6, για να δημιουργήσουν τετράγωνο διαφυγής γ5 για τον μαύρο βασιλιά, τότε 2.Βη1+ Ργ3 3.Βα1#.
1... Πη7
Φαίνεται ότι τα μαύρα κάλυψαν τις δυό αρχικές απειλές, αλλά...
2.Βxδ5+
Τελικά η βασίλισσα επεδίωκε να απομακρύνει τον Πδ7.
2... Ρxδ5 3. Πδ6#, ή
2... Πxδ5 3. Πγ4#, ή και
2... Ργ3 3. Βε5# (μια που ο Πγ5 είναι καρφωμένος και ο Αθ8 δεν φρουρεί πλέον το ε5).
Και τα άλλα γνωστά προβλήματα του Λορέντζου Μαβίλη έχουν αξιόλογο στρατηγικό περιεχόμενο ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ

  ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ

Συνάντηση των Δημοτικιστών στην Κορακιάνα της Κέρκυρας (1901). Στην επάνω σειρά, από αριστερά: Ο πεζογράφος Κων. Θεοτόκης, ο ζωγράφος Σ. Δεσύλλας, ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης, και ο μεταφραστής Ανδρ. Κεφαλληνός. Στην κάτω σειρά, από αριστερά: Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού Μαρτζούκος, ο ποιητής Θρασύβουλος Σταύρου, η ποιήτρια Ειρήνη Δενδρινού, ο λογοτέχνης Αλέξανδρος Πάλλης και ο λόγιος Μωυσής Χαϊμης πηγή

     
Πατρίδα

Πάλε ξυπνάει τῆς ἄνοιξης τ᾿ ἀγέρι
στὴν πλάση μυστικῆς ἀγάπης γλύκα,
σὰν νύφ᾿ ἡ γῆ, πὄχει ἄμετρα ἄνθη προίκα,
λάμπει ἐνῶ σβηέται τῆς αὐγῆς τ᾿ ἀστέρι.

Πεταλοῦδες πετοῦν ταίρι μὲ ταίρι,
ἐ δῶ βουίζει μέλισσα, ἐκεῖ σφήκα·
τὴ φύση στὴν καλή της ὥρα ἐβρῆκα,
λαχταρίζει ἡ ζωὴ σ᾿ ὅλα τὰ μέρη.

Κάθε μοσχοβολιὰ καὶ κάθε χρῶμα,
κάθε πουλιοῦ κελάηδημα ξυπνάει
πόθο στὰ φυλλοκάρδια μου κι ἐλπίδα
νὰ σοῦ ξαναφιλήσω τ᾿ ἅγιο χῶμα,
νὰ ξαναϊδῶ καὶ τὸ δικό σου Μάη,
ὄ μορφή μου, καλή, γλυκειὰ πατρίδα.


 Στην Πατρίδα



Πατρίδα, σὰν τὸν ἥλιο σου ἥλιος ἀλλοῦ δὲ λάμπει
Πῶς εἰς τὸ φῶς του λαχταροῦν ἡ θάλασσα κι οἱ κάμποι,
πῶς λουλουδίζουν τὰ βουνά, τὰ δάσ᾿, οἱ λαγκαδιὲς
στέρνοντάς του θυμίαμα μυριάδες μυρωδιές!
Ἀ φρολογοῦν οἱ ρεματιὲς καὶ λαχταρίζ᾿ ἡ λίμνη,
χίλιες πουλιῶν λαλιὲς ἠχοῦν, τῆς ὀμορφιᾶς του ὕμνοι,
σ᾿ ἄπειρ᾿ ἀστράφτουν χρώματα παντοῦ λογῆς λογῆς
τ᾿ ἀγέρα τὰ πετούμενα τὰ σερπετὰ τῆς γῆς.
Κι αὐτὸς σηκώνει τ᾿ ἀλαφρὰ τῆς καταχνιᾶς μαγνάδι,
κι ἡ κάθε στάλ᾿ ἀπὸ δροσιὰ γυαλίζει σὰν πετράδι,
κάθε ἀχτίδα του σκορπᾶ μὲ τὴν ἀναλαμπὴ
χαρά, ζωὴ καὶ δύναμη κι ἐλπίδα ὅπου κι ἂν μπεῖ.
Φαντάζεις σὰν τὸν ἥλιο σου κι ἐσύ, καλὴ πατρίδα,
καὶ μάγια σὰν τά μάγια σου στὸν κόσμο ἀλλοῦ δὲν εἶδα.
Ἡ γῆ σου εἶναι παράδεισος, κι αἰώνια γαλανὸς
γύρω σου καθρεφτίζεται στὸ πέλαγ᾿ ὁ οὐρανός.


Κι οἱ νύχτες σου μὲ τ᾿ ἄστρα τους, μὲ τὴ γαλάζια πάστρα,
μὲ τ᾿ ἀηδονολαλήματα, τρεμάμενα σὰν τ᾿ ἄστρα,
μὲ τὸ φεγγάρι ποὺ περνᾶ, σὰν τ᾿ ὄνειρο εὐτυχίας
στὴ μέση τῆς ἀπέραντης οὐράνιας ἡσυχίας.
Οἱ νύχτες σου δροσοβολοῦν χιλιόπλουμα λουλούδια
καὶ στῶν παιδιῶν σου τὶς καρδιὲς ἀμάραντα τραγούδια,
σταλάζουνε στὰ σπλάγχνα τους θεράπειο λησμονιᾶς,
ἐ λευτεριᾶς ἀγάλλιαση καὶ μίσος τυραννιᾶς.
Μάγεμ᾿ ἀσημούφαντο, φῶς μαργαριταρένιο,
λιώνονται σ᾿ ἕνα χάραμα ξανθό, μαλαματένιο.


Γιομάτος μόσχους καὶ δροσιὲς ὁ Ζέφυρος τερπνᾶ
μέσ᾿ ἀπ᾿ ἀγάπης φαντασιὲς τὰ πλάσματα ξυπνᾶ.
Κι ἀνάμεσα στὰ χρώματ᾿ ἀπὸ χίλια οὐράνια τόξα,
προβαίνει πάλ᾿ ὁ ἥλιος εἰς ὅλη του τὴ δόξα.
Καί, σὰν τοῦ μεγαλείου σου σύμβολο φωτεινό,
ἕ ως τὸ χρυσὸ βασίλεμα λάμπει στὸν οὐρανό.
Ἑ λλάς, τὸ μεγαλεῖο σου βασίλεμα δὲν ἔχει,
καὶ δίχως γνέφια τοὺς καιροὺς ἡ δόξα σου διατρέχει.
Ὅ σες φορὲς ὁ ἥλιος σου νὰ σὲ φωτίσει ἐρθεῖ,
θὲ νὰ σὲ βρεῖ πεντάμορφη, στεφανωμένη ὀρθή.



Καλλιπάτειρα
«Ἀρχόντισσα Ροδίτισσα, πῶς μπῆκες;
Γυναῖκες διώχνει μιὰ συνήθεια ἀρχαία
ἐ δῶθε.» «Ἔχω ἕνα ἀνίψι, τὸν Εὐκλέα,
τρία ἀδέρφια, γιό, πατέρα, Ὀλυμπιονίκες·

νὰ μὲ ἀφήσετε πρέπει, Ἑλλανοδίκες,
κι ἐγὼ νὰ καμαρώσω μὲς τὰ ὡραῖα
κορμιά, ποὺ γιὰ τὸ ἀγρίλι τοῦ Ἡρακλέα
παλεύουν, θαυμαστὲς ψυχὲς ἀντρίκειες.

Μὲ τὲς ἄλλες γυναῖκες δὲν εἶμ᾿ ὅμοια·
στὸν αἰῶνα τὸ σόι μου θὰ φαντάζει
μὲ τῆς ἀντρειᾶς τ᾿ ἀμάραντα προνόμια·

μὲ μάλαμα γραμμένο τὸ δοξάζει
σὲ ἀστραφτερὸ κατεβατὸ μαρμάρου
ὕ μνος χρυσός, τοῦ ἀθάνατου Πινδάρου.»


δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/


Η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843

 

Η επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου. Διακρίνεται έφιππος ο Δημήτριος Καλλέργης (Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών-Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία, Αθήνα)


Στις 25 Ιανουαρίου 1833 ο νεαρός βασιλιάς ‘Οθων αποβιβάστηκε στο Ναύπλιο. Η υποδοχή που του επιφυλάχθηκε ήταν αποθεωτική. Ο βασανισμένος ελληνικός λαός έβλεπε στο πρόσωπό του τον εγγυητή της τάξης και της εσωτερικής συμφιλίωσης, καθώς μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια η χώρα είχε περιπέσει σε μια περίοδο αναρχίας και εμφυλίου πολέμου. 
Τόσο η Αντιβασιλεία όσο και ο ‘Οθων (μετά την ενηλικίωσή του στις 20 Μαΐου 1835) προσπάθησαν να δημιουργήσουν μια λειτουργική διοίκηση και έναν οργανωμένο στρατό. Ο απολυταρχικός τρόπος διακυβέρνησής όμως, η επιμονή του να κρατά εκτός κυβέρνησης τους Έλληνες πολιτικούς και η σκανδαλώδη προτίμηση των συμπατριωτών του Βαυαρών στο δημόσιο βίο, επισκίαζαν τις προσπάθειές του και προκαλούσαν έντονες αντιδράσεις από τα τρία κόμματα («αγγλικό», «γαλλικό», «ρωσικό»), κορύφωσή των οποίων αποτέλεσε η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843. 
Τον Ιανουάριο του ίδιου έτους η ανακοίνωσή της Ελλάδας, προς τις τρεις προστάτιδες δυνάμεις Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία ότι αδυνατούσε να αποπληρώσει τα τοκοχρεολύσια του δανείου των 60.000.000 φράγκων για το εξάμηνο που έληγε την 1η Μαρτίου, αντιμετωπίστηκε αρνητικά και επιτιμητικά και από τους ισχυρούς «συμμάχους». Λάβαρο των επαναστατών της 3ης Σεπτεμβρίου 
Η πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων για την αποπληρωμή του δανείου εντάθηκε. Ο Έλληνας βασιλιάς έκανε μεγάλες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, οι οποίες προκάλεσαν έντονη δυσαρέσκεια σε πολλές κοινωνικές ομάδες. 
Ήδη από το φθινόπωρο του 1842 οι ηγέτες των τριών κομμάτων: Ανδρέας Μεταξάς, Κωνσταντίνος Ζωγράφος και Μιχαήλ Σούτσος του «ρωσικού», Ανδρέας Λόντος του «αγγλικού» και Ρήγας Παλαμήδης του «γαλλικού», είχαν προχωρήσει σε συνωμοτική κίνηση ώστε να εξαναγκάσουν τον Όθωνα να παραχωρήσει Σύνταγμα και να απομακρύνει τους Βαυαρούς από τον στρατό και τις κρατικές υπηρεσίες. Η κίνηση αυτή απέκτησε δυναμική όταν μυήθηκαν (Αύγουστος 1843) ο συνταγματάρχης Δημήτριος Καλλέργης, επικεφαλής του ιππικού στην Αθήνα, ο συνταγματάρχης Σπυρομήλιος, διοικητής της Σχολής Ευελπίδων και ο συνταγματάρχης Σκαρβέλης, διοικητής του πεζικού. Αρχικά ως ημερομηνία της εξέγερσης ορίστηκε η 25η Μαρτίου 1844. 
Επειδή όμως οι φήμες για την συνωμοσία είχαν αρχίσει ήδη να κυκλοφορούν, οι ηγέτες αποφάσισαν να προχωρήσουν την 1η Σεπτεμβρίου 1843. Ο Ιωάννης Μακρυγιάννης. Ο αγωνιστής του 1821 συμμετείχε στην Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 
Το σχέδιο είχε ως εξής. Ο Σκαρβέλης και ο Καλλέργης θα απέκλειαν με τις δυνάμεις τους τα ανάκτορα, ενώ ο παλαιός αγωνιστής και σημαίνον μέλος της συνωμοσίας Ιωάννης Μακρυγιάννης θα προκαλούσε αντιπερισπασμό με τους άνδρες του. Τελικά, μετά από σύσκεψη, η εξέγερση αναβλήθηκε για την επόμενη νύχτα. Η κυβέρνηση όμως, έχοντας πληροφορηθεί τα σχέδια των συνωμοτών, έστειλε αποσπάσματα τα οποία περικύκλωσαν την οικία του Μακρυγιάννη στην οποία οχυρώθηκαν ο ίδιος και λίγοι φίλοι του. Ταυτόχρονα, αύξησαν τα μέτρα φρούρησης των ανακτόρων και εξέδωσαν εντάλματα σύλληψης για 83 υπόπτους. 
Το ίδιο βράδυ, ωστόσο φίλοι του Μακρυγιάννη διέσπασαν τον κλοιό και ενίσχυσαν την άμυνα της οικίας του. Ταυτόχρονα ο Καλλέργης, από το Μοναστηράκι, με την ιαχή «Ζήτω το Σύνταγμα» και επικεφαλής των ανδρών του βάδισε κατά των Ανακτόρων. Παράλληλα έδωσε εντολή σε έναν λόχο να λύσει την πολιορκία του Μακρυγιάννη. 
Ήταν 1 π.μ όταν ο βασιλιάς, που εργαζόταν ακόμη στο γραφείο του, άκουσε τις ζητωκραυγές και πληροφορήθηκε την ανταρσία του στρατού του. Ο Όθων έστειλε τον υπασπιστή του ώστε να πληροφορηθεί τα αιτήματα των επαναστατών. Οι τελευταίοι όμως τον συνέλαβαν. Τότε αναγκάστηκε ο ίδιος να εμφανιστεί σε ένα παράθυρο των ανακτόρων και να ρωτήσει τον Καλλέργη τι ζητούσε. Ο Καλλέργης απάντησε ότι ο στρατός και λαός ζητούσαν σύνταγμα. Ο βασιλιάς απάντησε οργισμένα «Ας διαλυθούν και θα μεριμνήσω για την αίτησή τους». Ο συνταγματάρχης απάντησε «Μεγαλειότατε δεν θα διαλυθούν μέχρις ότου αποφασίσετε με το Συμβούλιο της Επικρατείας». Μπροστά στην επιμονή των επαναστατών και την άρνησή τους να συναντήσει τους πρεσβευτές των τριών Δυνάμεων ο Όθωνας αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Υπέγραψε την άμεση σύγκληση «Εθνικής Συνέλευσης», τον διορισμό νέου υπουργικού συμβουλίου και την απομάκρυνση όλων των ξένων που υπηρετούσαν σε κρατικές υπηρεσίες. Παράλληλα υπέγραψε διάταγμα, με το οποίο η 3η Σεπτεμβρίου ανακηρυσσόταν «ημέρα εορτάσιμος…» και απονεμόταν η βασιλική ευαρέσκεια στον Καλλέργη και στον Μακρυγιάννη επειδή τήρησαν την τάξη και την ασφάλεια κατά τα γεγονότα της ημέρας! 
 Μετά την υπογραφή των διαταγμάτων ο στρατός παρήλασε μπροστά από τα ανάκτορα ζητωκραυγάζοντας υπέρ του Συντάγματος και του «συνταγματικού» βασιλιά. Η Επανάσταση είχε θριαμβεύσει, έστω και προσωρινά. Στη νέα κυβέρνηση αντιπροσωπεύονταν και τα τρία κόμματα, ενώ τα βαυαρικά στρατεύματα και οι Βαυαροί κρατικοί υπάλληλοι αναχώρησαν από τη χώρα. 
Παρόλα αυτά, η Επανάσταση δεν προώθησε τους δημοκρατικούς θεσμούς. Ο Οθων δεν τήρησε πιστά το σύνταγμα, επεμβαίνοντας διαρκώς και επιβάλλοντας φιλοβασιλικούς υπουργούς. Παράλληλα τα τρία κόμματα συνέχισαν να καθορίζουν την πολιτική τους με βάση τις οδηγίες των ξένων πρεσβειών. 
Μετά από έναν οξύτατο κύκλο αντιπαράθεσης των πολιτικών αρχηγών ανέτειλε το άστρο του Ιωάννη Κωλέττη. Ο τελευταίος χρησιμοποίησε κατά κόρον βία και νοθεία προκειμένου να κερδίσει τις εκλογές. Την περίοδο 1846-47 κατείχε το πρωθυπουργικό αξίωμα και πέντε υπουργικές θέσεις… Δεν παρουσιαζόταν όμως ποτέ στη Βουλή καθιστώντας αδύνατο τον έλεγχο των πεπραγμένων του από την αντιπολίτευση. Η περίοδος της απόλυτης μοναρχίας του Όθωνα είχε δώσει τη θέση της σε εκείνη της κοινοβουλευτικής δικτατορίας του Κωλέττη. Νίκος Γιαννόπουλος, ιστορικός...


 

Η παραχώρηση συντάγματος και η εκδίωξη των Βαυαρών ήταν τα αιτήματα των πολιτικοκοινωνικών δυνάμεων που συσπειρώθηκαν στην αντιπολίτευση, στην οποία από τις αρχές του 1843 μετείχε η πλειονότητα των σημαντικότερων πολιτικών προσωπικοτήτων και των τριών κομμάτων. Και στην περίπτωση αυτή εφαρμόστηκε ο συνωμοτικός τρόπος δράσης, δηλαδή μια μορφή αντιπολίτευσης οικεία στην εσωτερική πολιτική ζωή τόσο στα χρόνια της Επανάστασης και της διακυβέρνησης από τον Καποδίστρια όσο και μετά την εγκαθίδρυση του ανεξάρτητου ελληνικού βασιλείου. Αποτέλεσμα της συνωμοτικής αυτής δράσης υπήρξε το Κίνημα της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, το οποίο επέφερε πολιτειακή αλλαγή στην κατεύθυνση της συνταγματικής μοναρχίας. Οι πολιτικοί οργανωτές του κινήματος (Α. Μεταξάς, Αν. Λόντος, Κ. Ζωγράφος, Μ. Σούτσος, Ρ. Παλαμήδης) είχαν από τον Αύγουστο προσεταιριστεί αξιωματικούς που κατείχαν σημαντικές θέσεις στο στρατιωτικό μηχανισμό. H συμμετοχή τους συνεπώς κατά την εκδήλωση του κινήματος κρινόταν απαραίτητη για την επιτυχία του. Oι συνταγματάρχες Καλλέργης (διοικητής ιππικού Αθηνών), Σκαρβέλης (διοικητής πεζικού Αθηνών) και Σπυρομήλιος (διοικητής Σχολής Ευελπίδων) ήταν εκείνοι που, σύμφωνα με το σχέδιο, θα στασίαζαν την καθορισμένη ημερομηνία, θέτοντας το Παλάτι προ τετελεσμένων γεγονότων. Η αρχική ημερομηνία εκδήλωσης του κινήματος είχε ορισθεί να είναι η 25η Μαρτίου 1844, ώστε να συμπίπτει με τον εορτασμό της Επανάστασης. Έτσι, θα εμπεδωνόταν και συμβολικά ότι το κίνημα συνιστούσε συνέχεια και ολοκλήρωση της Επανάστασης.

Ωστόσο, η μη τήρηση από όλους αυστηρών συνωμοτικών κανόνων -ο ενθουσιώδης Μακρυγιάννης διέδωσε το μυστικό σε πολλούς- επέσπευσε την εκδήλωση του κινήματος για τις αρχές Σεπτεμβρίου του 1843. Τελικά, τη νύχτα της 2ας Σεπτεμβρίου και ενώ τα ονόματα των κινηματιών είχαν μαθευτεί και μικροσυμπλοκές σημειώνονταν έξω από το σπίτι του Μακρυγιάννη, ο Δ. Καλέργης δρώντας αυτοβούλως κατευθύνθηκε στους στρατώνες, ξεσήκωσε τους άντρες του και τους οδήγησε έξω από τα ανάκτορα. Την ίδια στιγμή έδωσε εντολή και άνοιξαν οι φυλακές του Μεντρεσέ. Με τον Καλλέργη ενώθηκε και ο λοχαγός του πυροβολικού Σχινάς παρότι είχε εντολή να καταστείλει το κίνημα. Κάτω από την πίεση αυτή ο Όθωνας δέχθηκε τα αιτήματα, που προηγουμένως είχαν ήδη λάβει και την τυπική έγκριση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Μετά την εξέλιξη αυτή οι στρατιώτες αποχώρησαν τα ξημερώματα της 3ης Σεπτεμβρίου από τα ανάκτορα και επέστρεψαν στους στρατώνες, ζητωκραυγάζοντας -σύμφωνα με τις μαρτυρίες της εποχής- υπέρ του συνταγματικού πλέον βασιλιά.

H Eπανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843, όπως την αποδίδει ένας λαϊκός καλλιτέχνης, ίσως ο Ν. Γρηγοριάδης, με τα ανάκτορα περικυκλωμένα από το στρατό, το ιππικό, παλαιούς αγωνιστές του 1821 και τον αθηναϊκό λαό. Στα αναίμακτα γεγονότα, πρωταγωνιστικό ρόλο έπαιξε ο συνταγματάρχης Δημήτριος Kαλλέργης, με την ηθική στήριξη του γηραιού τότε στρατηγού Mακρυγιάννη (1797-1864). Ο Καλλέργης απέκλεισε τα ανάκτορα με το στρατό και υποχρέωσε τον Όθωνα να υπογράψει την πρόταση του Συμβουλίου Eπικρατείας για παραχώρηση Συντάγματος, αλλαγή της κυβέρνησης και σύγκληση Eθνοσυνέλευσης. Λιθογραφία, 0,56x0,63 μ. (ΓΕ 26320)



Ο Μακρυγιάννης βρήκε τη δύναμη και το χρόνο θεωρώντας πως ίσως να γίνονταν φοβερά επεισόδια, να συντάξει το περίφημο κείμενο της διαθήκης του : «…Eις δόξαν του δίκιου και μεγάλου Θεού.

Kύριε Παντοδύναμε! Eσύ, Kύριε; θα σώσης αυτό το αθώο έθνος. Eίμαστε αμαρτωλοί, είσαι Θεός! Eλέησέ μας, φώτισέ μας και κίνησέ μας εναντίον του δόλου και της απάτης, της συστηματικής τυραγνίας της πατρίδος και της θρησκείας. Eις δόξαν Σου, Kύριε, σηκώνεται απόψε η σημαία της λευτεριάς αναντίον της τυραγνίας! Πατριώτες! Πεθαίνω διά την πατρίδα. Στέκω εις τον όρκον μου τον πρώτον. Δεν μπορώ, πατρίδα, να σε βλέπω τοιούτως και των σκοτωμένων τα παιδιά και οι γριγές να διακονεύουν και τις νιες να τις βιάζουν διά κομμάτι ψωμί εις την τιμή τους οι απατεώνες της πατρίδος. Γιομάτες οι φυλακές από αγωνιστές και στα σοκάκια σου διακονεύουν αυτείνοι οι αγωνισταί, οπού χύσανε το αίμα τους διά να ξαναειπωθή «πατρίδα Eλλάς». Eίτε ελευτερία κατά τους αγώνες μας και θυσίες μας, είτε θάνατος σ’ εμάς! Πεθαίνω εγώ πρώτος απόψε. Έχετε γεια, πατριώτες, και εις την άλλην ζωήν σμίγομεν, εκεί οπούναι και οι άλλοι συναγωνισταί μας, εις τον κόρφον του αληθινού Bασιλέως, του μεγάλου Θεού, του αληθινού. Πατρίδα, σ’ αφήνω ανήλικα παιδιά και γυναίκα, αν τ’ αφήσουνε ζωντανά, τ’ αφήνω εις την προστασίαν σου. Kοίταξε ότ’ είναι παιδιά του τίμιου αγωνιστή Mακρυγιάννη. Ποτές αυτός δεν σε ψύχρανε εις τα δεινά σου και τώρα πρόθυμος να πεθάνη διά σένα για να σε ιδούνε τα παιδιά του ελεύτερη Eλλάδα κι όχι παλιόψαθα της τυραγνίας και των κολάκων της. Διά τα παιδιά μου αφήνω κηδεμόνες τον κύριον Mιχαήλ Σκινά, Mελά, Δόσιον, Kαλλεφουρνά, γυναικάδελφόν μου Σκουζέ και τη γυναίκα μου. Kαι νακολουθήσετε κατά την παλιά μου διαθήκη ό,τι διαλαμβάνει, κι αν αμελήσετε εις την άλλην ζωήν θα μου δώσετε λόγον. Bιαστικός γράφω με τη σημαία μου στο χέρι. Έχετε γεια όλοι και την τυραγνία να μην την αφήσετε να φωλιάση εις την πατρίδα, να μην ντροπιάσετε τόσα αίματα οπού χύθηκαν.
1843 Σεπτεμβρίου 3η Mακρυγιάνις».