ΤΖΩΡΤΖ ΟΡΓΟΥΕΛ (25 Ιουνίου 1903 – 21 Ιανουαρίου 1950) - 1984
ΛΕΛΑ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ ( 24 Ιουνίου 1898 - 8 Σεπτεμβρίου 1944 )
«Ζητάτε από μια Ελληνίδα μάνα να προδώσει τους συνεργάτες της για την Πατρίδαης με την απειλή του τουφεκισμού των παιδιών της. Έ, λοιπόν, όχι. Μάθετε ότι τα παιδιά μου ανήκουν στην Ελλάδα και το αίμα τους θα πνίξει τους Ούνους και όλη τη Γερμανία σας !….» |
Το πορτρέτο της Λέλας Καραγιάννη, μιας από τις κορυφαίες αγωνίστριες της Κατοχής. «Ξαναγυρίζω στην οικεία για μένα περίοδο, διότι σ' αυτήν ανδρώθηκα και την έζησα από κοντά», λέει ο συγγραφέας. «Το βιβλίο αυτό είναι ένα μικρό κομμάτι της Εθνικής Αντίστασης στην Κατοχή, που τόσο έχει παραμορφωθεί. Θέλω να τιμήσω τους ανθρώπους που έπεσαν για την Πατρίδα και παρέμειναν άγνωστοι ή λιγότερο γνωστοί από τα μεγάλα ονόματα». http://www.oceanida.gr/ https://homouniversalisgr.blogspot.com/ |
Μ. ΚΑΡΑΓΑΤΣΗΣ (23 Ιουνίου 1908 − 14 Σεπτεμβρίου 1960)
“Πρέπει”. Ο πιο άδειος λόγος μέσ’ στην απέραντη κενολογία της ανθρώπινης γλώσσας. |
Από το 1952 εργάστηκε στη διαφημιστική εταιρεία ΑΔΕΛ, της οποίας διετέλεσε και διευθυντής και συμμετείχε στις εκλογές του 1956 και 1958 με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Πέθανε στην Αθήνα σε ηλικία 52 χρόνων · έπασχε από την καρδιά του από το 1958. Ο Μ.Καραγάτσης πρωτοεμφανίστηκε στο λογοτεχνικό χώρο του 1927 με τη συμμετοχή και βράβευσή του (με τον Α΄ Έπαινο) στον Α΄ Λογοτεχνικό Διαγωνισμό της Νέας Εστίας με το διήγημα Η κυρία Νίτσα. Η μετέπειτα πορεία του τον ανέδειξε ως έναν από τους πολυγραφότερους συγγραφείς της γενιάς του Τριάντα. Ασχολήθηκε με την πεζογραφία (μυθιστόρημα - διήγημα - νουβέλα), το θέατρο, τη λογοτεχνική μετάφραση, τη θεατρική κριτική, την ταξιδιωτική λογοτεχνία, την ιστορία. Από το πεζογραφικό του έργο σημειώνουμε ενδεικτικά τα Ο συνταγματάρχης Λιάπκιν, Η μεγάλη χίμαιρα, Το μπουρίνι, Σέργιος και Βάκχος, Ο Κίτρινος φάκελλος.
ΑΠΟ http://www.ethnos.gr/ |
Ντυμένος συνταγματάρχης Λιάπκιν στο δικό του μπαλκόνι, στο σπίτι τους στην πλ. Αμερικής ΑΠΟ http://www.enet.gr/ |
- Ναουκλερέ καλέ καγκατέ, Χαϊρέ! Ο καπετάνιος σαστίζει.
- Παρντόν, μαμζέλ. Δεν καταλαβαίνω τι λέτε. Μιλώ γαλλικά, αγγλικά, ιταλικά...
- Πώς! Ελληνικά δεν ξέρετε;
- Διάβολε! Είμαι Έλληνας.
- Η φράση που σας είπα είναι ελληνική. Αρχαία ελληνική.
- Δεν αποκλείεται. Αλλά...
- Τι εννοείτε; Σας βεβαιώνω ότι γνωρίζω πολύ καλά τη γλώσσα των προγόνων σας.
- Εγώ ομολογώ πως δεν είμαι τόσο δυνατός στη γλώσσα των προγόνων μου. Έχετε την καλοσύνη να ξαναπείτε τη φράση;
- Ευχαρίστως. Ναουκλερέ καλέ καγκατέ, Χαϊρέ!
Ο καπετάνιος αναστενάζει, πολύ στενοχωρημένος. Βγάζει από την τσέπη του ένα
σημειωματάριο και ένα μολύβι.
- Παρακαλώ, δεν την γράφετε εδώ; Άμα την δω γραμμένη, ίσως την καταλάβω...
Με χέρι νευρικό, γράφει τη φράση. Ο καπετάνιος τη διαβάζει, και ξεσπάει σε γέλιο ομηρικό.
- Ναύκληρε καλέ καγαθέ, χαίρε! Έτσι προφέρεται, κι όχι όπως το είπατε.
- Μιλώ με την ερασμιακή προφορά. Η δική σας, καθώς βλέπω, είναι εντελώς αλλιώτικη.
- Είναι η σωστή. Μου την εξήγησε ο μικρός αδερφός μου, ένας νέος με μεγάλη μόρφωση. Το αποδείχνει, λέει, η μετρική, η προσωδία... Απόμειναν σιωπηλοί. Κοιτάζονταν και χαμογελούσαν. Κι η Μαρίνα είπε:
- Με συγχωρείτε που σας ενοχλώ, μα δεν έτυχε ποτέ να γνωρίσω Έλληνες. Είδα, λοιπόν, το πλοίο σας, το «Ιμαϊρά»...
- Πώς είπατε; Ιμαϊρά;
- Βεβαίως. Έτσι δε λέγεται το πλοίο σας;
- Όχι, δεσποινίς. Λέγεται Χίμαιρα. Χίμαιρα.http://bikiropoulos.blogspot.gr/
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ ( 10 Μαρτίου 1925 – 23 Ιουνίου 2005)
Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οἱ λέξειςΝα μην τις παίρνει ὁ ἄνεμος.
«Κατά καιρούς μ’ έχουν χαρακτηρίσει καθαρά πολιτικό ποιητή. Προσωπικά δεν νομίζω ότι είμαι πολιτικός ποιητής. Είμαι ερωτικός και πολιτικός μαζί. Συνδυάζονται αυτά τα δύο. Είναι η εποχή που τα συνδύαζε αυτά τα δύο. Δηλαδή δεν μπορούσε να είναι κανείς ερωτικός ποιητής, ξεχνώντας το πολιτικό πλαίσιο εκείνης της εποχής που ήταν φουντωμένα τα πολιτικά πάθη. Υπήρχε το πολιτικό στοιχείο μέσα, η έκφραση της πολιτικής, μέσα από μια ερωτική κατάσταση όμως. Δεν ξέρω αν το καταλαβαίνουμε αυτό το πράγμα εύκολα. Γι’ αυτό αρνούμαι όλα αυτά περί “ποίησης της ήττας' και τα σχετικά. Δεν είναι ποίηση της ήττας. Είναι μια αγωνία για την εποχή, ένα άγχος για την εποχή. Όταν τελείωσε η εποχή, τελειώνει κι η ποίηση. Δεν μπορείς να γράφεις συνεχώς ποίηση. Δεν είμαι επαγγελματίας ποιητής. Αισθάνομαι την ποίηση σαν τρόπο έκφρασης επειδή δεν μπορούσα να εκφραστώ διαφορετικά. Δηλαδή ήταν η εποχή τόσο πιεσμένη, τόσο δύσκολη, που μόνο εκφράζοντας τον πόνο του μπορούσε κανείς να την αντέξει». Μανόλης Αναγνωστάκης http://tvxs.gr/
Ο Μανόλης Αναγνωστάκης σε νεαρή ηλικία. Αρχείο - Συλλογή : Δανδόλειος Βιβλιοθήκη |
Από http://biblionylis.blogspot.gr/ |
Απρίλιος 1986. Στο Τυπογραφείο των εκδόσεων Στιγμή ο Μ. Αναγνωστάκης. Δίπλα του ο Ε. Γονατάς, η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου και όρθιος ο Σπύρος Τσακνιάς.[πηγή: περιοδ. Αντί, τ. 527-528, 1993 ] |
Εργογραφία (πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις) Ι.Ποίηση • Εποχές· Με δύο σχέδια του Τάκη Αλεξανδρίδη. Θεσσαλονίκη, 1945. • Εποχές2. 1948. • Εποχές3. 1951. • Η συνέχεια. 1954. • Η συνέχεια2. • Η συνέχεια3. 1962. • Ο στόχος. 1970. • Το περιθώριο ‘68-’69. Αθήνα, Πλειάς,1979. • Υ.Γ. Αθήνα, 1983 (έκδοση εμπορίου, κανονική έκδοση 1992). ΙΙ.Δοκίμια - Μελέτες - Άρθρα - Πεζά • Υπέρ και κατά, τ.Α’-Β’. 1965. • Αντιδογματικά. Αθήνα, Πλειάς, 1978. • Τα συμπληρωματικά · Σημειώσεις κριτικής. Αθήνα, Στιγμή, 1985. • Ο ποιητής Μανούσος Φάσσης · Η ζωή και το έργο του · Μια πρώτη απόπειρα κριτικής προσέγγισης. Αθήνα, Στιγμή, 1987. • Η χαμηλή φωνή ·Τα λυρικά μιας περασμένης εποχής στους παλιούς ρυθμούς · Μια προσωπική ανθολογία του Μανώλη Αναγνωστάκη. Αθήνα, Νεφέλη, 1990. ΙΙΙ. Μεταφράσεις • F.G.Lorca, Δύο Ωδές · Ωδή στον Salvador Dali · Ωδή στον Walt Whitman · Απόδοση Κλείτος Κύρου - Μανώλης Αναγνωστάκης. Θεσσαλονίκη, 1948. ΙV. Συγκεντρωτικές εκδόσεις • Τα ποιήματα (1941-1956). Αθήνα, 1956. • Ποιήματα 1941-1971. Θεσσαλονίκη, 1971. |
1961, μπροστά στα γραφεία της εφημ. Μακεδονία, με τον γιο του. https://sarantakos.files.wordpress.com/ |
-Προδίδετε πάλι την Ποίηση, θα μοῦ πεῖς,
Την ἱερότερη ἐκδήλωση τοῦ Ἀνθρώπου
Τη χρησιμοποιεῖτε πάλι ὡς μέσον, ὑποζύγιον
Τῶν σκοτεινῶν ἐπιδιώξεών σας
Ἐν πλήρει γνώσει τῆς ζημιᾶς που προκαλεῖτε
Με το παράδειγμά σας στους νεωτέρους.
-Το τι δεν πρόδωσες ἐσύ να μοῦ πεῖς
Ἐσύ κι οἱ ὅμοιοί σου, χρόνια και χρόνια,
Ἕνα προς ἕνα τα ὑπάρχοντά σας ξεπουλώντας
Στις διεθνεῖς ἀγορές και τα λαϊκὰ παζάρια
Και μείνατε χωρίς μάτια για να βλέπετε, χωρίς ἀφτιά
Ν᾿ ἀκοῦτε, μὲ σφραγισμένα στόματα και δε μιλᾶτε.
Για ποια ἀνθρώπινα ἱερά μᾶς ἐγκαλεῖτε;
Ξέρω: κηρύγματα και ρητορεῖες πάλι, θα πεῖς.
Ἔ ναὶ λοιπόν! Κηρύγματα και ρητορεῖες.
Σαν πρόκες πρέπει να καρφώνονται οἱ λέξεις
Να μην τις παίρνει ὁ ἄνεμος.
Kανονικά δεν πρέπει νάχουμε παράπονο
Kαλή κι εγκάρδια η συντροφιά σας, όλο νιάτα,
Kορίτσια δροσερά- αρτιμελή αγόρια
Γεμάτα πάθος κι έρωτα για τη ζωή και για τη δράση.
Kαλά, με νόημα και ζουμί και τα τραγούδια σας
Tόσο, μα τόσο ανθρώπινα, συγκινημένα,
Για τα παιδάκια που πεθαίνουν σ' άλλην Ήπειρο
Για ήρωες που σκοτωθήκαν σ' άλλα χρόνια,
Για επαναστάτες Mαύρους, Πράσινους, Kιτρινωπούς,
Για τον καημό του εν γένει πάσχοντος Aνθρώπου.
Iδιαιτέρως σάς τιμά τούτη η συμμετοχή
Στην προβληματική και στους αγώνες του καιρού μας
Δίνετε ένα άμεσο παρών και δραστικό- κατόπιν τούτου
Nομίζω δικαιούσθε με το παραπάνω
Δυο δυο, τρεις τρεις, να παίξετε, να ερωτευθείτε,
Kαι να ξεσκάσετε, αδελφέ, μετά από τόση κούραση.
(Mας γέρασαν προώρως Γιώργο, το κατάλαβες;)
Θεσσαλονίκη, Μέρες τοῦ 1969 μ.Χ.
Στην οδό Αιγύπτου ―πρώτη πάροδος δεξιά―
Τώρα υψώνεται το μέγαρο της Τράπεζας Συναλλαγών
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως.
Και τα παιδάκια δεν μπορούνε πια να παίξουνε από τα τόσα τροχοφόρα που περνούνε.
Άλλωστε τα παιδιά μεγάλωσαν, ο καιρός εκείνος πέρασε που ξέρατε
Τώρα πια δε γελούν, δεν ψιθυρίζουν μυστικά, δεν εμπιστεύονται,
Όσα επιζήσαν, εννοείται, γιατί ήρθανε βαριές αρρώστιες από τότε
Πλημμύρες, καταποντισμοί, σεισμοί, θωρακισμένοι στρατιώτες·
Θυμούνται τα λόγια του πατέρα: εσύ θα γνωρίσεις καλύτερες μέρες
Δεν έχει σημασία τελικά αν δεν τις γνώρισαν, λένε το μάθημα οι ίδιοι στα παιδιά τους
Ελπίζοντας πάντοτε πως κάποτε θα σταματήσει η αλυσίδα
Ίσως στα παιδιά των παιδιών τους ή στα παιδιά των παιδιών των παιδιών τους.
Προς το παρόν, στον παλιό δρόμο που λέγαμε, υψώνεται Η Τράπεζα Συναλλαγών
―εγώ συναλλάσσομαι, εσύ συναλλάσσεσαι αυτός συναλλάσσεται―
Τουριστικά γραφεία και πρακτορεία μεταναστεύσεως
―εμείς μεταναστεύουμε, εσείς μεταναστεύετε, αυτοί μεταναστεύουν―
Όπου και να ταξιδέψω η Ελλάδα με πληγώνει, έλεγε κι ο Ποιητής
Η Ελλάδα με τα ωραία νησιά, τα ωραία γραφεία, τις ωραίες εκκλησιές
Η Ελλάς των Ελλήνων.
Δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/