Ομάρ Καγιάμ ( 18 Μαΐου 1048 – 4 Δεκεμβρίου 1131 )

 

Ο Γκιιάτ αντ-Ντιν Αμπούλ-Φατχ Ουμάρ ιμπν Ιμπραχίμ αλ-Χαγιάμ Νισαπουρί (18 Μαΐου 1048 – 4 Δεκεμβρίου 1131 )  γνωστός ως Ομάρ Καγιάμ ήταν Πέρσης πολυμαθής, φιλόσοφος, μαθηματικός, αστρονόμος και ποιητής. Έγραψε επίσης πραγματείες για τη μηχανική, τη γεωγραφία, την ορυκτολογία, τη μουσική και την Ισλαμική θεολογία.

Είναι ο συγγραφέας μιας από τις σημαντικότερες μελέτες άλγεβρας που έχουν γραφτεί πριν από τα νεότερα χρόνια, την Πραγματεία για την απόδειξη αλγεβρικών προβλημάτων, που περιλαμβάνει μια γεωμετρική μέθοδο για την επίλυση κυβικών εξισώσεων, τέμνοντας υπερβολή με κύκλο. Συνέβαλε και σε μια μεταρρύθμιση του ημερολογίου.
Η σημασία του ως φιλόσοφου και δάσκαλου και τα λίγα διασωθέντα φιλοσοφικά του έργα δεν έχουν τύχει της ίδιας προσοχής με τα επιστημονικά και ποιητικά του κείμενα. Ο Αλ-Ζαμακσάρι (μεσαιωνικός Ιρανός Μουσουλμάνος λόγιος) αναφέρεται σ' αυτόν ως "τον παγκόσμιο φιλόσοφο". Πολλές πηγές μαρτυρούν ότι δίδαξε επί δεκαετίες τη φιλοσοφία του Αβικέννα στη Νισαπούρ, όπου ο Καγιάμ γεννήθηκε και ετάφη και όπου το μαυσωλείο του παραμένει αριστούργημα της Ιρανικής αρχιτεκτονικής και δέχεται κάθε χρόνο πολλούς επισκέπτες.

Έξω από το Ιράν και τις περσόφωνες χώρες ο Καγιάμ είχε μια επίδραση στη λογοτεχνία και τις κοινωνίες μέσω της μετάφρασης των έργων του και της εκλαΐκευσης από άλλους λόγιους. Η μεγαλύτερη τέτοια επίδραση ήταν στις αγγλόφωνες χώρες. Ο Άγγλος λόγιος Τόμας Χάιντ (1636-1703) ήταν ο πρώτος μη Πέρσης, που τον μελέτησε. Τη μεγαλύτερη επιρροή από όλους άσκησε ο Έντουαρντ Φιτζέραλντ (ποιητής, 1809–83), που κατέστησε τον Καγιάμ το διασημότερο ποιητή της Ανατολής στη Δύση μέσω της περίφημης μετάφρασης και των διασκευών του μάλλον μικρού αριθμού τετράστιχων του Καγιάμ στο Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ.

Ο Ομάρ Καγιάμ γεννήθηκε στη Νισαπούρ, στο βορειοανατολικό Ιράν, τότε σελτζουκική πρωτεύουσα του Χορασάν (βορειοανατολική Περσία), που εκείνη την εποχή ανταγωνιζόταν το Κάιρο και τη Βαγδάτη σε πολιτιστική υπεροχή. Πιστεύεται ότι είχε γεννηθεί σε μια οικογένεια σκηνοποιών (χαγιαμί "σκηνοποιός"), πράγμα που θα έκανε αργότερα λογοπαίγνιο:

Ο Καγιάμ, που έραψε τις σκηνές της επιστήμης,
έχει πέσει στο καμίνι της θλίψης και ξαφνικά καεί,
το ψαλίδι της Μοίρας έχει κόψει τα σχοινιά της σκηνής της ζωής του,
και ο μεσίτης της Ελπίδας τον πούλησε για το τίποτα!

Πέρασε μέρος των παιδικών του χρόνων στην πόλη Μπαλχ (στο σημερινό βόρειο Αφγανιστάν), σπουδάζοντας υπό το γνωστό λόγιο σεΐχη Μουχαμάντ Μανσουρί και αργότερα υπό τον ιμάμη Μοβαφάκ Νισαπουρί, που θεωρείτο ένας από τους μεγαλύτερους δασκάλους της περιοχής του Χορασάν. Mετακόμισε στη Μπουχάρα, έπειτα στη Σαμαρκάνδη (1070), όπου ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή του και συνέγραψε την περίφημη Πραγματεία για την απόδειξη αλγεβρικών προβλημάτων (Risālah fiʾl-barāhīn ʿalā masāʾil al-jabr waʾl-muqābalah). Στη συνέχεια (1073) πήγε στο Ισφαχάν, προσκεκλημένος του Σελτζούκου σουλτάνου Μαλίκ Σαχ Α΄ και καθιερώθηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους μαθηματικούς και αστρονόμους της μεσαιωνικής εποχής.

Σε όλη του τη ζωή ο Ομάρ Καγιάμ ήταν ακούραστος: μπορούσε από το πρωί να διδάσκει άλγεβρα και γεωμετρία, το απόγευμα να παρευρίσκεται στο σελτζουκικό δικαστήριο ως σύμβουλος του Μαλίκ Σαχ Α΄,και τη νύχτα να μελετάει αστρονομία και να ολοκληρώνει σημαντικές πτυχές του ημερολογίου Τζαλαλί (αστρικό ημερολόγιο, που χρησιμοποιείτο στην Περσία και παραλλαγές του είναι ακόμη σε χρήση σήμερα στο Ιράν και στο Αφγανιστάν).

Τα χρόνια του Ομάρ Καγιάμ στο Ισφαχάν ήταν πολύ παραγωγικά, αλλά μετά το θάνατο του Μαλίκ Σαχ Α΄ (πιθανότατα από την αίρεση των Ασασίνων), η χήρα του Σουλτάνου στράφηκε εναντίον του ως συμβούλου, με αποτέλεσμα σύντομα να ξεκινήσει ταξίδι για προσκύνημα στη Μέκκα και στη Μεδίνα. Στη συνέχεια μπόρεσε να εργασθεί ως αυλικός αστρολόγος και πήρε την άδεια να επιστρέψει στη Νισαπούρ, όπου ήταν ξακουστός για τα έργα του και συνέχισε να διδάσκει μαθηματικά, αστρονομία και ιατρική.

Ο Ομάρ Καγιάμ πέθανε το 1131 και έχει ταφεί στο μαυσωλείο του Ιμαμζαντέχ Μαχρούκ στη Νισαπούρ. Το 1963 στο χώρο αυτό κατασκευάσθηκε το Μαυσωλείο του Ομάρ Καγιάμ από τον Χουσάνγκ Σεϊχούν (Ιρανό αρχιτέκτονα, 1920-2014).

Μαθηματικός

Ο Καγιάμ ήταν διάσημος την εποχή του ως μαθηματικός. Έγραψε τη σημαντική Πραγματεία για την Απόδειξη Αλγεβρικών Προβλημάτων (1070), που καθόρισε τις αρχές της άλγεβρας, μέρους του σώματος των περσικών Μαθηματικών, που τελικά μεταδόθηκαν στην Ευρώπη. Ειδικότερα παρήγαγε γενικές μεθόδους για την επίλυση κυβικών εξισώσεων και ακόμη μεγαλύτερης τάξης.

Στην Πραγματεία έγραψε για τον τριγωνικό πίνακα των διωνυμικών συντελεστών, γνωστό ως τρίγωνο του Πασκάλ. Το 1077 ο Καγιάμ έγραψε τις Σαρχ μα ασκάλα μιν μουσανταράτ κιτάμπ Ουκλίντις (Εξηγήσεις των Δυσκολιών στα Αξιώματα του Ευκλείδη), που δημοσιεύθηκε στα Αγγλικά ως Για τις Δυσκολίες των Ορισμών του Ευκλείδη. Σημαντικό μέρος του βιβλίου ασχολείται με το περίφημο αξίωμα παραλληλίας του Ευκλείδη, πράγμα που τράβηξε το ενδιαφέρον του Ταμπίτ ιμπν Κούρα. Ο Ιμπν αλ Χαϊτάμ είχε προηγουμένως επιχειρήσει μια απόδειξη του αξιώματος. Η προσπάθεια του Καγιάμ ήταν μια διακριτή πρόοδος και οι αμφισβητήσεις του έφτασαν στην Ευρώπη και ίσως να συνέβαλαν στην τελική ανάπτυξη της μη ευκλείδειας γεωμετρίας.
Ο Ομάρ Καγιάμ παρήγαγε σημαντικό έργο στη γεωμετρία, ιδιαίτερα στη θεωρία των αναλογιών. Σύγχρονοί του σημαντικοί μαθηματικοί ήταν ο Αλ-Καζινί και ο Αμπού Χατίμ αλ-Μουζαφάρ ιμπν Ισμαήλ αλ-Ισφιζαρί.

Στον Τάφο του Ομάρ Καγιάμ, του Τζέι Χάμπιτζ

Θεωρία των παραλλήλων

Ο Καγιάμ έγραψε ένα βιβλίο με τίτλο Εξηγήσεις των δυσκολιών στα αξιώματα των Στοιχείων του Ευκλείδη. Το βιβλίο αποτελείται από πολλές ενότητες για το αξίωμα των παραλλήλων (Βιβλίο Ι), για τον Ευκλείδιο ορισμό των λόγων και του ανθυφαιρετικού λόγου (τα σύγχρονα συνεχιζόμενα κλάσματα) (Βιβλίο ΙΙ) και για τον πολλαπλασιασμό των λόγων (Βιβλίο ΙΙΙ).

Η πρώτη ενότητα είναι μια πραγματεία που περιλαμβάνει προτάσεις και λήμματα σχετικά με το αξίωμα των παραλλήλων. Εφτασε στο Δυτικό κόσμο από μία αναπαραγωγή σε χειρόγραφο γραμμένο το 1387-1388 από τον Πέρση μαθηματικό Τουσί. Ο Τουσί αναφέρει ρητά ότι ξαναγράφει την πραγματεία "με τα ίδια τα λόγια του Καγιάμ" και αναφέρει κατά λέξη τον Καγιάμ να λέει ότι "Αξίζει να προστεθούν στα Στοιχεία του Ευκλείδη (πρώτο βιβλίο) μετά την Πρόταση 28". Αυτή η πρόταση αναφέρει μια συνθήκη ικανή για να έχουμε δυο γραμμές στο ίδιο επίπεδο παράλληλες μεταξύ τους. Μετά την πρόταση αυτή ακολουθεί μια άλλη, με αριθμό 29, που έρχεται σε αντίθεση με την προηγούμενη. H απόδειξη του Ευκλείδη χρησιμοποιεί το λεγόμενο αξίωμα των παραλλήλων (αριθμούμενο 5). Η ένσταση για τη χρήση του αξιώματος των παραλλήλων και η εναλλακτική θεώρηση της πρότασης 29 υπήρξαν μείζον πρόβλημα για τη θεμελίωση της σήμερα ονομαζόμενης μη Ευκλείδιας γεωμετρίας.

Η πραγματεία του Καγιάμ μπορεί να θεωρηθεί ως η πρώτη επεξεργασία του αξιώματος των παραλλήλων, που δεν βασίζεται σε φαύλο κύκλο, αλλά σε ένα πιο ευφυές αξίωμα. Ο Καγιάμ αντικρούει τις προηγούμενες προσπάθειες άλλων Ελλήνων και Περσών μαθηματικών να αποδείξουν" την πρόταση. Και αυτός, όπως ο ΄Αριστοτέλης, αρνείται τη χρήση της κίνησης στη γεωμετρία και κατά συνέπεια απορρίπτει επίσης τη διαφορετική προσέγγιση του Αραβα Ιμπν Χαϊτάμ. Κατά μία έννοια έκανε την πρώτη προσπάθεια να διατυπώσει ένα μη Ευκλείδιο αξίωμα, ως εναλλακτικό του αξιώματος των παραλλήλων.

Γεωμετρική άλγεβρα

"Οποιος νομίζει ότι η άλγεβρα είναι ένα τέχνασμα για τη λήψη αγνώστων κάνει λάθος. Δεν πρέπει να δώσουμε καμμία σημασία στο γεγονός ότι η άλγεβρα και η γεωμετρία εμφανίζονται να είναι διαφορετικές. Τα αλγεβρικά είναι γεωμετρικά προβλήματα, που αποδεικνύονται μέσω των προτάσεων δύο και έξι του Βιβλίου δύο των Στοιχείων".

Η γεωμετρική λύση
 της κυβικής εξίσωσης του
Καγιάμ x3 + 200x = 20x2 + 2000
Αυτή η φιλοσοφική άποψη των μαθηματικών (βλέπε παρακάτω) είχε σημαντικό αντίκτυπο στην περίφημη προσέγγιση και μέθοδο του Καγιάμ στη γεωμετρική άλγεβρα και ιδιαίτερα στην επίλυση κυβικών εξισώσεων. Σ'αυτή η επίλυσή του δεν είναι ένας άμεσος δρόμος προς μια αριθμητική λύση και στην πραγματικότητα οι λύσεις του δεν είναι αριθμοί, αλλά μάλλον ευθύγραμμα τμήματα. Από την άποψη αυτή το έργο του Καγιάμ μπορεί να θεωρηθεί η πρώτη συστηματική μελέτη και η πρώτη ακριβής μέθοδος επίλυσης κυβικών εξισώσεων.

Σε ένα ατιτλοφόρητο κείμενο του Καγιάμ για τις κυβικές εξισώσεις, που ανακαλύφθηκε τον 20ό αιώνα, όπου εμφανίζεται το παραπάνω απόσπασμα, ο Καγιάμ ασχολείται με προβλήματα γεωμετρικής άλγεβρας. Πρώτο είναι το πρόβλημα της "εύρεσης ενός σημείου στο τεταρτημόριο ενός κύκλου, τέτοιου ώστε όταν άγεται μία κάθετος από το σημείο αυτό προς μία από τις ακτίνες που το ορίζουν ο λόγος του μήκους της καθέτου προς την ακτίνα να ισούται προς το λόγο των τμημάτων που ορίζονται από τον πόδα της καθέτου". Πάλι στην επίλυση αυτού του προβλήματος το μετατρέπει σε ένα άλλο γεωμετρικό πρόβλημα : "εύρεση ενός ορθογώνιο τρίγωνου με την ιδιότητα η υποτείνουσά του να ισούται με το άθροισμα της μιας κάθετης πλευράς του συν το ύψος επί την υποτείνουσα". Για να επιλύσει αυτό το γεωμετρικό πρόβλημα εισάγει μια παράμετρο και καταλήγει στην κυβική εξίσωση x3 + 200x = 20x2 + 2000. Πράγματι βρίσκει μια θετική ρίζα για αυτή την εξίσωση τέμνοντας μια [[Υπερβολή (γεωμετρία)|υπερβολή}} με ένα κύκλο.

Αυτή η ιδιαίτερη γεωμετρική επίλυση κυβικών εξισώσεων έχει περαιτέρω διερευνηθεί και επεκταθεί σε εξισώσεις τετάρτου βαθμού.

Σχετικά με γενικότερες εξισώσεις δηλώνει ότι η επίλυση κυβικών εξισώσεων απαιτεί τη χρήση κωνικών τομών και είναι αδύνατο να επιλυθεί με τη χρήση κανόνα και διαβήτη. Αληθοφανής απόδειξη αυτού του αδύνατου υπήρξε μόνο 750 χρόνια μετά το θάνατο του Καγιάμ. Στο κείμενο αυτό ο Καγιάμ αναφέρει την πρόθεσή του για μια εργασία που θα παρέχει την πλήρη επίλυση των κυβικών εξισώσεων : "Αν μου δοθεί η ευκαιρία και μπορέσω να το καταφέρω, θα δώσω όλες αυτές τις δεκατέσσερις μορφές με όλες τις κατηγορίες και τις περιπτώσεις τους και πώς να διακρίνει κανείς τι είναι δυνατό και τι αδύνατο, έτσι ώστε να προκύψει μια εργασία, που να περιέχει στοιχεία πολύ χρήσιμα για αυτή την τέχνη ".

Αυτό αναφέρεται στο βιβλίο Πραγματεία για την Απόδειξη Αλγεβρικών Προβλημάτων(1070), που έθεσε τις αρχές της άλγεβρας, μέρος του σώματος των Περσικών Μαθηματικών, που τελικά μεταδόθηκαν στην Ευρώπη. Ιδιαίτερα επινόησε γενικές μεθόδους για την επίλυση εξισώσεων κυβικών και μερικών μεγαλύτερης τάξης.

Διωνυμικό θεώρημα και εξαγωγή ριζών

"Από τους Ινδούς έχουμε μεθόδους για την εύρεση τετραγωνικών και κυβικών ριζών, που βασίζονται στη γνώση ειδικών περιπτώσεων και συγκεκριμένα στη γνώση των τεραγώνων των εννέα ψηφίων 12, 22, 32 (κλπ.) και των αντίστοιχων γινομένων, δηλ. 2 x 3, κλπ. Εχουμε γράψει μια πραγματεία για την απόδειξη της εγκυρότητας αυτών των μεθόδων και το ότι ικανοποιούν τις συνθήκες. Επί πλέον έχουμε αυξήσει τα είδη τους και συγκεκριμένα υπό τη μορφή προσδιορισμού τέταρτων, πέμπτων, έκτων ριζών μέχρι οποιοδήποτε βαθμό. Κανένας δεν προγήθηκε σε αυτό από μας και αυτές οι αποδείξεις είναι καθαρά αριθμητικές, θεμελιωμένες στην αριθμητική των στοιχείων".

Ομάρ Καγιάμ Πραγματεία για την Απόδειξη Αλγεβρικών Προβλημάτων

Αυτή η ιδιαίτερη αναφορά του Καγιάμ και ορισμένες προτάσεις, που βρίσκονται στο βιβλίο του της Αλγεβρας, έχουν κάνει μερικούς ιστορικούς των μαθηματικών να πιστεύουν ότι ο Καγιάμ είχε πράγματι ένα διωνυμικό θεώρημα μέχρι οποιαδήποτε δύναμη. Η περίπτωση της δύναμης 2 αναφέρεται ρητά στα στοιχεία του Ευκλείδη και η περίπτωση της μεγαλύτερης δύναμης 3 είχε εξετασθεί από Ινδούς μαθηματικούς. Ο Καγιάμ ήταν ο μαθηματικός που διαπίστωσε τη σημασία ενός γενικού διωνυμικού θεωρήματος. Το επιχείρημα ότι ο Καγιάμ είχε ένα διωνυμικό θεώρημα βασίζεται στην ικανότητά του να εξάγει ρίζες
.
Τετράπλευρο Καγιάμ-Σακέρι

Το τετράπλευρο Σακέρι πρωτομελετήθηκε από τον Καγιάμ στα τέλη του 11ου αιώνα στο Βιβλίο Ι των Εξηγήσεων των δυσκολιών στα αξιώματα των Στοιχείων του Ευκλείδη. Σε αντίθεση με πολλούς μελετητές του Ευκλείδη, πριν και μετά από τον ίδιο (περιλαμβανομένου φυσικά του Σακέρι) ο Καγιάμ δεν προσπαθούσε να αποδείξει το αξίωμα των παραλλήλων ως τέτοιο, αλλά να το συναγάγει από ένα ισοδύναμο αξίωμα, που διατύπωσε από τις "αρχές του Φιλοσόφου" (Αριστοτέλης) :

"Δύο συγκλίνουσες ευθείες γραμμές τέμνονται και είναι αδύνατο δύο συγκλίνουσες ευθείες γραμμές να αποκλίνουν στην κατεύθυνση στην οποία συγλίνουν".

Ο Καγιάμ τότε εξέτασε τις τρεις περιπτώσεις (ορθή, αμβλεία και οξεία) γωνιών των κορυφών ενός τετραπλεύρου Σακέρι και αφού απέδειξε σειρά θεωρημάτων για αυτές (ορθά) κατέρριψε τις περιπτώσεις αμβλείας και οξείας, βασιζόμενος στο αξίωμά του, και έτσι συνήγαγε το κλασικό αξίωμα του Ευκλείδη.

Μόνο μετά από 600 χρόνια ο Τζιορντάνο Βιτάλε προχώρησε πέρα από τον Καγιάμ στο βιβλίο του Euclide restituo (1680, 1686), όταν χρησιμοποίησε το τετράπλευρο για να αποδείξει ότι αν τρία σημεία ισαπέχουν της πλευράς ΑΒ και της απέναντι ΓΔ, τότε οι ΑΒ και ΓΔ ισαπέχουν παντού. Ο ίδιος ο Σακέρι βάσισε το σύνολο της μακράς, ηρωικής και τελικά εσφαλμένης απόδειξής του του αξιώματος των παραλλήλων γύρω από το τετράπλευρο και τις τρεις περιπτώσεις του, αποδεικνύοντας πολλά θεωρήματα για τις ιδιότητές του κατά την πορεία αυτή.

Aστρονόμος


Το ημερολόγιο Τζαλαλί θεσπίστηκε από τον Ομάρ μαζί με άλλους Μαθηματικούς και Αστρονόμους στο Νισαπούρ, σήμερα είναι ένα από τα αρχαιότερα ημερολόγια στον κόσμο, καθώς και το ακριβέστερο ηλιακό ημερολόγιο σε χρήση σήμερα. Καθώς το ημερολόγιο χρησιμοποιεί αστρονομικούς υπολογισμούς για τον καθορισμό της εαρινής ισημερίας δεν έχει εσωτερικό σφάλμα.

Όπως οι περισσότεροι Πέρσες μαθηματικοί της εποχής, ο Καγιάμ ήταν επίσης αστρονόμος και απέκτησε φήμη γι’ αυτό. Το 1073 ο Σελτζούκος Σουλτάνος Τζαλάλ αλ-Ντιν Μαλίκ-Σαχ Σαλτζουκί (Μαλίκ-Σαχ Α΄ 1072-92) προσκάλεσε τον Καγιάμ να χτίσει ένα αστεροσκοπείο, μαζί με διάφορους άλλους διακεκριμένους επιστήμονες. Σύμφωνα με κάποιες περιγραφές η εκδοχή του μεσαιωνικού Ιρανικού ημερολογίου, στο οποίο 2.820 ηλιακά έτη μαζί περιέχουν 1.029.983 ημέρες (ή 683 δίσεκτα έτη, για μέση διάρκεια του έτους 365,24219858156 ημέρες) βασίστηκε στις μετρήσεις του Καγιάμ και των συνεργατών του. Άλλη άποψη είναι ότι το ημερολόγιο του Καγιάμ περιελάμβανε απλώς οκτώ δίσεκτα έτη κάθε τριάντα τρία έτη, για διάρκεια έτους 365,2424 ημέρες. Και στις δύο περιπτώσεις το ημερολόγιό του ήταν ακριβέστερο ως προς το μέσο τροπικό έτος από το Γρηγοριανό ημερολόγιο 500 χρόνια αργότερα. Το σύγχρονο Ιρανικό ημερολόγιο βασίζεται στους υπολογισμούς του.

Ηλιοκεντρική θεωρία

Υποστηρίζεται μερικές φορές ότι ο Καγιάμ απέδειξε ότι η γη περιστρέφεται γύρω από τον άξονά της παρουσιάζοντας ένα μοντέλο των άστρων στο σύγχρονό του Αλ-Γκαζαλί σε ένα πλανητάριο. Η άλλη πηγή για την άποψη ότι ο Καγιάμ πίστευε στον ηλιοκεντρισμό είναι η δημοφιλής αλλά αναχρονιστική απόδοση της ποίησης του Καγιάμ, στην οποία οι πρώτες γραμμές μεταφράζονται εσφαλμένα με μια ηλιοκεντρική εικόνα του Ηλιου να εκσφενδονίζει «την Πέτρα που θέτει τα Αστέρια σε Κίνηση».

Μεταρρύθμιση του ημερολογίου

Ο Καγιάμ ήταν μέλος μιας ομάδας που αναθεώρησε το Ιρανικό ημερολόγιο. Η ομάδα συστάθηκε από το Σελτζούκο Σουλτάνο Μαλίκ-Σαχ Α΄ και ολοκλήρωσε τις μεταρρυθμίσεις της το 1079, με αποτέλεσμα το ημερολόγιο Τζαλαλί. Το ημερολόγιο Τζαλαλί παρέμεινε σε ισχύ σε όλο το Ευρύτερο Ιράν από τον 11ο ως τον 20ό αιώνα. Είναι η βάση του Ιρανικού ημερολογίου, που ακολουθείται σήμερα στο Ιράν και στο Αφγανιστάν. Ενώ το ημερολόγιο Τζαλαλί είναι ακριβέστερο από το Γρηγοριανό, βασίζεται στην πραγματική ηλιακή κίνηση, όπως τα Ινδικά ημερολόγια, και απαιτεί ένα αστρονομικό όργανο για τον υπολογισμό των ημερομηνιών. Η διάρκεια των μηνών μπορεί να διαφέρει από 29 ως 31 ημέρες, ανάλογα με τη στιγμή που ο ήλιος εισέρχεται σε μια νέα ζωδιακή περιοχή (χαρακτηριστικό κοινό στα περισσότερα Ινδικά ημερολόγια). Αυτό σημαίνει ότι τα εποχιακά σφάλματα ήταν μικρότερα από ότι στο Γρηγοριανό ημερολόγιο.
Το σημερινό Ιρανικό ημερολόγιο τυποποιεί τη διάρκεια των μηνών βάσει μιας μεταρρύθμισης του 1925, ελαχιστοποιώντας έτσι τη επίδραση των ηλιακών διελεύσεων. Τα εποχιακά σφάλματα είναι λίγο μεγαλύτερα από ότι στην εκδοχή Τζαλαλί, αλλά τα δίσεκτα έτη υπολογίζονται όπως πριν.

Ποίηση

Ο Καγιάμ πιστεύεται ότι έχει γράψει χίλια τετράστιχα ή ρουμπαγιάτ. Στον αγγλόφωνο κόσμο έγινε γνωστός με τα Ρουμπαγιάτ του Ομάρ Καγιάμ, που είναι ποιητικές μάλλον παρά επί λέξει μεταφράσεις από τον Εντουαρντ Φιτζέραλντ ( 1809–83). Υπάρχουν και άλλες αγγλικές μεταφράσεις τμημάτων των ρουμπαγιάτ (ρουμπαγιάτ σημαίνει τετράστιχα), αλλά του Φιτζέραλντ είναι οι γνωστότερες. Η ειρωνεία είναι ότι οι μεταφράσεις του Φιτζέραλντ ξαναέκαναν γνωστό τον Καγιάμ στους Ιρανούς "που επί μακρόν είχαν αγνοήσει τον ποιητή από το Νισαπούρ". Ένα βιβλίο του 1934 ενός από τους πιο επιφανείς συγγραφείς του Ιράν, του Σαντέκ Χενταγιάτ, τα Τραγούδια του Καγιάμ (Ταρανεχα-γιε Καγιάμ) λέγετα ότι έχει "διαμορφώσει τον τρόπο με τον οποίο μια γενιά Ιρανών εκτιμά" τον ποιητή.. Τα ποιήματα του Ομάρ Καγιάμ έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Πολλές μεταφράσεις έγιναν άμεσα από τα Περσικά, πιο κυριολεκτικά από ότι η μετάφραση του Εντουαρντ Φιτζέραλντ και σήμερα θεωρείται ένας από τους δημοφιλέστερους ποιητές όλων των εποχών. Ύμνησε επικούρειες απολαύσεις, κρασί και γυναίκες, για να προβάλει όμως εντονότερα τις φιλοσοφικές του σκέψεις, πολλές απ’ τις οποίες φαίνονται αιρετικές, αν σκεφτεί κανείς το περιβάλλον μέσα στο οποίο διαμορφώθηκαν. Άλλοι όμως μελετητές βλέπουν μυστικιστικά νοήματα στους στίχους του. Τρία δείγματα από ισάριθμα ρουμπαγιάτ :

XXV

Όμοια γι’ αυτούς πού για το Σήμερα φροντίζουν,
μα και γι’ αυτούς πού κάποιο Αύριο ατενίζουν
κράζει ο μουεζίνης απ’ τό Σκοτεινό Πυργί :
«Τρελοί ! η αμοιβή σας δεν είν’ ούτε Εδώ ούτ’ Εκεί».

XXXV

Γιά νά γνωρίσω το μυστήριο τής ζωής
κούπας τα χείλη άγγιξα, πήλινης, φτωχιάς.
Χείλος στό χείλος μού ψιθύρισε : όσο ζείς
πίνε• τί σαν πεθάνεις δεν ξαναγυρνάς.

LXXIV

Το χθές την τρέλλα αυτής της μέρας ετοιμάζει,
την αυριανή σιωπή, απελπισία ή δόξα.
Πιές, τι δεν ξέρεις από πού ήρθες και γιατί.
Πιές, τι δεν ξέρεις γιατί φεύγεις και για πού.

Θρησκευτικές απόψεις

Υπάρχουν ευρέως αποκλίνουσες απόψεις για τον Καγιάμ. Σύμφωνα με το Σεγιέντ Χοσείν Νασρ, κανένας άλλος Ιρανός συγγραφέας/λόγιος δεν έχει εκληφθεί με τόσο διαφορετικούς τρόπους. Στο ένα άκρο του φάσματος υπάρχουν νάιτ κλαμπ που φέρουν το όνομά του και θεωρείται αγνωστικός ηδονιστής. Στο άλλο άκρο θεωρείται μυστικός ποιητής Σούφι, επηρεασμένος από τις πλατωνικές παραδόσεις.


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/



Ανρί Μπαρμπύς ( 17 Μαΐου 1873 - 30 Αυγούστου 1935 )

 

Ο Ανρί Μπαρμπύς (Henri Barbusse, 17 Μαΐου 1873 - 30 Αυγούστου 1935) ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος.
Ο Ανρί Μπαρμπύς γεννήθηκε στην Ανιέρ της Γαλλίας το 1873. Εισχώρησε στους λογοτεχνικούς κύκλους του Παρισιού αρχικά ως ποιητής και δημοσιογράφος. Το 1908 έγραψε το πρώτο του μυθιστόρημα με τίτλο "Η κόλαση". Το 1914, μόλις ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, παρόλο που είχε ήδη καθιερωθεί ως λογοτέχνης και η υγεία του ήταν σε κακή κατάσταση, προσχώρησε εθελοντικά στις τάξεις του γαλλικού στρατού και υπηρέτησε στο μέτωπο. Πολύ γρήγορα συγκλονίστηκε από τις συνθήκες της στρατιωτικής ζωής αλλά και από τη ματαιότητα της σύγκρουσης. Παρόλο που τραυματίστηκε σοβαρά στους πνεύμονες σε μια έκρηξη, κατά καιρούς επέστρεφε στο μέτωπο, μέχρι που έμεινε ανάπηρος. Ως αντίδραση, έγραψε το 1916 το βιβλίο του "Στη φωτιά", μια ρεαλιστική αλλά ταυτόχρονα ποιητική καταγραφή της φρικτής καθημερινότητας των στρατιωτών στο μέτωπο του πολέμου, με το οποίο κέρδισε την ανώτερη λογοτεχνική διάκριση, το βραβείο Goncour. Το 1923, μετά τον πόλεμο, προσχώρησε στο νεοσύστατο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γαλλίας και συνέχισε το έργο του με τη συγγραφή πολιτικών μυθιστορημάτων κυρίως. Σ' αυτή την περίοδο ανήκει και το βιβλίο του "Ιησούς" (1927). Το 1927 κάνει το πρώτο του ταξίδι στη Σοβιετική Ένωση και το 1928 ξεκινά την έκδοση της εβδομαδιαίας κομμουνιστικής εφημερίδας Monde. Το 1935, έπειτα από επανειλημμένες επισκέψεις στη Σοβιετική Ένωση, γράφει το τελευταίο του βιβλίο, μια βιογραφία του Στάλιν. Υπήρξε ένας στρατευμένος νατουραλιστής συγγραφέας, ένθερμος ειρηνιστής, θαυμαστής της Ρωσικής Επανάστασης, του Λαϊκού Μετώπου και του Κόκκινου Στρατού. Πέθανε στη Μόσχα τον Αύγουστο του 1935 και τάφηκε στο νεκροταφείο Περ Λασέζ του Παρισιού.http://www.biblionet.gr/



ΦΩΤΙΑ -ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΕΝΟΣ ΟΥΛΑΜΟΥ

Η Φωτιά του Ανρί Μπαρμπίς (1873 - 1935) θεωρείται ένα από τα καλύτερα έργα της αντιπολεμικής πεζογραφίας. Αφορά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου ο συγγραφέας υπηρέτησε ως εθελοντής στο μέτωπο. Οι αναμνήσεις του παρουσιάζονται με ημερολογιακή μορφή, χωρίς συγκεκριμένες ημερομηνίες, παρ' ότι καταγράφονται μάχες και περιστατικά από τον χειμώνα του 1915, κομβική χρονιά για την εξέλιξη του πολέμου. Επιλέγει αυτόν τον τρόπο αφήγησης διότι τα εξωτερικά γεγονότα και οι κακουχίες χρησιμοποιούνται ως μέσα για να αναδειχθούν διαχρονικές θέσεις και αξίες εναντίον της φρίκης και του παραλογισμού κάθε ένοπλης σύρραξης. Με αδρό τρόπο, ρεαλιστικά στοιχεία και ποιητική γλώσσα, σε στιγμές όπου όλοι οι στρατιώτες, ανεξαρτήτως κοινωνικής θέσης, χαρακτήρα και συμπεριφοράς, γίνονται μια αδιαίρετη μάζα κάτω από την απειλή του θανάτου, ο Μπαρμπίς περιγράφει μέσα από άπειρα ατομικά πορτραίτα τόσο τις ιδιότητες του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά, όπως πνευματικότητα, χιούμορ, κριτική σκέψη κτλ. και τα συναισθήματά του, όσο και τις κακουχίες, σωματικές και ψυχικές, οι οποίες όλες μαζί, συνολικά, συνθέτουν τη φρίκη του πολέμου. Σε αντίθεση με άλλους αντιπολεμικούς συγγραφείς που τοποθετούν τον άνθρωπο παθητικά στον πόλεμο, ως εργαλείο, στη Φωτιά ο άνθρωπος παρουσιάζεται ικανός να αποτρέψει οριστικά τη διεξαγωγή του. Το μυθιστόρημα έχει τιμηθεί με το βραβείο Γκονκούρ το 1916. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) https://www.politeianet.gr/

Αποσπάσματα

"…Πλάι σε κεφάλια μαύρα και κερωμένα, ίδια μούμιες αιγυπτιακές, σαγρεδιασμένα από σκουλήκια και ψόφια έντομα, με ασπριδερά δόντια, να ξεπετούνε μέσα σε κουφάλες, πλάι σ’ ένα πλήθος σκούρα κόκαλα, σαν ρίζες γυμνωμένες μέσα σε χωράφι, ανακαλύπτεις κρανία ολότελα καθαρισμένα, κίτρινα με κόκκινα φέσια, που το γκρίζο τους κάλυμμα τρίβεται σε σκόνη σαν παλιός πάπυρος. Παΐδια εδώ κι εκεί πάνω στη γη, ίδια παλιά κλουβιά σπασμένα, κι ανάμεσα σε όλα αυτά, δερμάτινα λουριά μελανιασμένα, φλασκιά και καραβάνες τρύπια και πλακουτσωτά… Που και που, από κάτι μακρουλά εξογκώματα, γιατί όλοι ετούτοι οι νεκροί καταφέρνουνε τελικά να χωθούνε μέσα στη γη, βγαίνει μονάχα ένα κομματάκι ρούχο, φανερώνοντας πως ένα ανθρώπινο πλάσμα εξολοθρεύθηκε σε τούτο το σημείο του κόσμου…¨"

" Είμαι γαγγραινιασμένος, είμαι σάπιος είμαι κομματιασμένος μέσα μου’, κλαψούριζε ένας τραυματίας που με το κεφάλι μες τα χέρια μιλούσε ανάμεσα από τα δάχτυλά του. ‘ … Κι όμως, την προηγούμενη εβδομάδα, ήμουνα νέος, ήμουνα γερός. Να πως με κάνανε. Τώρα είμαι ένα γέρικο παλιόκορμο που σέρνεται σακατεμένο’."


"Η Φωτιά"
(Ημερολόγιο μιας ομάδας), "Σύγχρονη Εποχή" 1998

Χειμώνας 1915. Ο νεαρός Ανρί Μπαρμπίς πηγαίνει εθελοντής στο μέτωπο. Κρατάει ημερολόγιο ενός ολόκληρου χειμώνα, στην κρισιμότερη καμπή του Α Παγκόσμιου Πολέμου. Οι υγροί, μισοσαπισμένοι τάφοι - αμπριά, όπου οι στρατιώτες ζουν εφιαλτικές στιγμές, συχνά ανακατεμένοι με νεκρούς, κυριαρχούν σ' αυτό το κείμενο, από τα καλύτερα της αντιπολεμικής πεζογραφίας. Ανακατεμένοι οι στρατιώτες, τεχνικοί κι ελάχιστοι με γραμματικές γνώσεις, δένονται ακατάλυτα με το θάνατο.

Η κοσμοχαλασιά των αλλεπάλληλων βομβαρδισμών, τα πεδία των μαχών - κρανίου τόπος, δημιουργούν αγιάτρευτες τραυματικές εμπειρίες σ' όσους έχουν επιζήσει, έστω μ' ένα μάτι, ή ακρωτηριασμένοι.

Την ίδια απόγνωση με τις πολεμικές συνθήκες προκαλούν η κατακλυσμιαία βροχή, ο βοριάς, το χιόνι που ξεγυμνώνουν τη σάρκα, κομματιάζουν τα πόδια, εξαντλούν την ψυχική αντοχή.

Εκεί όπου στοιβάζονται ζωντανοί - φαντάσματα με πτώματα, στην εσχατιά της απόγνωσης αναρωτιούνται: Γιατί ο πόλεμος; Κι η απάντηση, λίγες πύρινες λέξεις: Οχι στον πόλεμο, θάνατος στον πόλεμο, για τα παιδιά μας, για το μέλλον του κόσμου. Αυτοί οι εξουθενωμένοι, βυθισμένοι ως το ζενίθ στο χαμό, βρίσκουν το νήμα της Αριάδνης, που ξεκινάει από τους αίτιους - θύτες, που καρπώνονται "τ' αγαθά" του πολέμου, ως τα θύματα - στρατιώτες - λαό, που ρίχνονται βορά στον Μινώταυρο - πόλεμο: "Θ' αναρωτιόμαστε, λέει ένας: "γιατί να πολεμάμε;". Αν κάθε έθνος φέρνει στο Είδωλο του Πολέμου τις νωπές σάρκες χιλίων πεντακοσίων νέων την ημέρα για να τις ξεσκίζει, είναι για το κέφι κάποιων δημαγωγών, που μπορούμε να τους μετρήσουμε. Αν λαοί ολάκεροι πάνε στο σφαγείο παραταγμένοι σε στρατούς - κοπάδια, είναι για να γράφει μια κάστα με χρυσά γαλόνια τα ονόματά της στις σελίδες της ιστορίας, για να μπορούνε και κάποιοι, μέρος της ίδιας κλίκας βαθμούχων, να μεγαλώσουν τις δουλιές τους - για ζητήματα προσώπων και ζητήματα εμπορίου.Καταγράφεται γραμμή τη γραμμή με ρεαλιστική περιγραφική ρώμη η ψυχογραφική ικανότητα του Μπαρμπίς να διεισδύει σ' όλες τις διακυμάνσεις του πόνου, ψυχικού ή σωματικού, σκιτσάροντας παράλληλα άπειρα πορτρέτα μ' αποτυπωμένη τη φρίκη του πολέμου, αλλά και την ελάχιστη χαρά στ' ανύπαρκτα σχεδόν διαλείμματα κάποιας ανάπαυλας, άδειας ή του ταχυδρόμου, τονίζοντας τις αναλαμπές από φως, που, παρ' όλ' αυτά δεν μπορούν να διαπεράσουν το απύθμενο σκοτάδι αυτής της κόλασης.

Πολύτιμο απόκτημα αυτό το βιβλίο, με τη θαυμάσια μετάφραση του Κώστα Αλάτση, ζωντανό μνημείο του πολέμου, που, από τ' αποκαϊδια του διαγράφεται λαμπρή κι ολόφωτη η εικόνα της πανανθρώπινης Ειρήνης. Ο συγγραφέας το έχει αφιερώσει: "στη μνήμη των συντρόφων που έπεσαν πλάι μου στο Κρουί και στο ύψωμα 119".

Ευγενία ΖΩΓΡΑΦΟΥ   Από https://www.rizospastis.gr/


Η ΚΟΛΑΣΗ

Η Κόλαση του Ανρί Μπαρμπίς θεωρείται ως ένα από τα έργα που άνοιξαν τον δρόμο για την εμφάνιση της σύγχρονης μυθιστορηματικής γραφής. Συγκαταλέγεται στα πιο πολυσυζητημένα βιβλία σε παγκόσμιο επίπεδο. Η υπόθεση εξελίσσεται σχεδόν ολοκληρωτικά μέσα σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, όπου από μια τρύπα στον τοίχο ο αφηγητής παρακολουθεί και σχολιάζει τη ζωή των ενοίκων που εναλλάσσονται διαρκώς στο διπλανό δωμάτιο. Σε αντίθεση με έναν κοινό ηδονοβλεψία, δεν το κάνει για προσωπική ευχαρίστηση. Ψάχνει να βρει την αλήθεια στον κόσμο που τον περιβάλλει, καθώς ό,τι συμβαίνει γύρω του κινητοποιεί τον ψυχικό του κόσμο. Έτσι, κοιτάζοντας τις ζωές των άλλων, θέτει κυρίαρχα φιλοσοφικά ερωτήματα και δίνει απαντήσεις για το νόημα του έρωτα, της γέννησης, της ζωής, του θανάτου. Ταυτόχρονα, μέσα από τους άλλους, μαθαίνουμε για το παρελθόν και το παρόν του αφηγητή. Είναι μια πρωτότυπη προσέγγιση, πολύ λειτουργική και χρήσιμη για τον αναγνώστη. Η ποιητική γραφή του Μπαρμπίς, που το άρωμά της αποδίδεται εξαιρετικά στα ελληνικά από τη μεταφράστρια Στέλλα Βουρδουμπά, περιγράφει πολύ καθαρά, σταθερά και με σαφήνεια λεπτές προσωπικές καταστάσεις των ηρώων, που όσο κι αν αρχικά φαντάζουν ατομικές, τελικά επηρεάζουν κάθε ανθρώπινη ύπαρξη. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)  https://www.politeianet.gr/


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/









Μένης Κουμανταρέας (17 Μαΐου 1931 - 5 Δεκεμβρίου 2014)

 

Ο Μένης Κουμανταρέας (17 Μαΐου 1931 - 5 Δεκεμβρίου 2014) ήταν Έλληνας συγγραφέας και μεταφραστής
Ο Μένης (Αριστομένης) Κουμανταρέας γεννήθηκε (1931) και μεγάλωσε στην Αθήνα. Το 1948 έζησε για έξι μήνες κοντά στο θείο του στο Λονδίνο, όπου και ήρθε σε επαφή με την εκεί πολιτιστική κίνηση. Τον επόμενο χρόνο, δηλαδή το 1949, αποφοίτησε από το Πρότυπο Λύκειο Αθηνών Κάρολος Μπερζάν και φοίτησε κατά καιρούς στη Νομική και Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, χωρίς να ολοκληρώσει τις σπουδές του. Υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία στο ναυτικό και εργάστηκε κατά καιρούς (σχεδόν είκοσι χρόνια) σε ναυτιλιακές και ασφαλιστικές εταιρείες.
Το 1961 ξεκίνησε να συνεργάζεται με το περιοδικό Ταχυδρόμος και την επόμενη χρονιά εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο, η συλλογή διηγημάτων «Τα μηχανάκια».

Η δίκη για το Αρμένισμα

Κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας οδηγήθηκε τέσσερις φορές σε δίκη για το διήγημα του «Το Αρμένισμα». Η συλλογή του είχε λάβει το 1967 το Β' κρατικό βραβείο διηγήματος. Τα επίμαχα διηγήματα που προκάλεσαν την αυτεπάγγελτη δίωξη του εισαγγελέα ήταν τα Μέρα του 1638 και Οι γάμοι του Σπόρου και της Ποππαίας. Κρίθηκαν ως άσεμνα διότι περιείχαν σκηνές σε οίκο ανοχής, άντρες ντυμένους γυναίκες και αθυρόστομες εκφράσεις. Το Πλημμελειοδικείο Αθηνών του επέβαλε τέσσερις μήνες φυλακή με τριετή αναστολή για παράβαση του νόμου περί ασέμνων δημοσιευμάτων και άσκησε έφεση. Μάρτυρες κατηγορίες ήταν οι Παν.Νέζης συνταξιούχος εκπαιδευτικός, ο Πανεπιστημιακός Κωνσταντίνος Μερεντίτης, ο συνταξιούχος δημοδιδάσκαλος Αναστάσιος Αντωνόπουλος και ο Αντώνιος Κουερίνης αστυνομικός. Υπερασπιστές του ήταν οι Κωνσταντίνος Τσάτσος, Αλέξης Μινωτής, Δημήτρης Μυράτ, Κωστής Μπαστιάς,Αιμίλιος Χουρμούζιος, Βάσος Βαρίκας.Συνήγορος υπεράσπισής του ήταν ο πανεπιστημιακός Γεώργιος Κουμάντος. Το 1972 σπούδασε με υποτροφία στο Βερολίνο για έξι μήνες.

Μετά την δικτατορία

Από το 1982 ζούσε αποκλειστικά από τη συγγραφική του δραστηριότητα. Το 1987 το μυθιστόρημα του «Η φανέλα με το εννιά» μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Παντελή Βούλγαρη. Κείμενά του δημοσιεύτηκαν σε πολλά λογοτεχνικά περιοδικά, όπως τα Εκλογή, Ηριδανός, Επιθεώρηση Τέχνης, Οδός Πανός, Η λέξη και άλλα. Έργα του μεταφράστηκαν σε 13 γλώσσες: αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, ισπανικά, πορτογαλικά, αλβανικά, ολλανδικά, τούρκικα, ρώσικα, εσθονικά, εβραϊκά και λετονικά.
Υπήρξε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και της Κρατικής Ορχήστρας Ελληνικής Μουσικής του Σταύρου Ξαρχάκου.
Το 2012 υπήρξε ένας από τους 32 ανθρώπους της τέχνης και του πνεύματος που συνυπέγραψαν το κείμενο «Τολμήστε», ένα δείγμα γραφής μερικών διανοούμενων της χώρας που υποστήριζε την αποδοχή του ελληνικού μνημονίου.

Ο θάνατός του

Tο βράδυ της 5ης Δεκεμβρίου 2014, βρέθηκε νεκρός στο σπίτι του στην Κυψέλη «με εμφανείς μώλωπες στο λαιμό και το πρόσωπο». Η κηδεία του τελέστηκε την Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2014 στο Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών.
Στις 7 Ιανουαρίου 2015, ανακοινώθηκε από την Ελληνική Αστυνομία η εξιχνίαση της υπόθεσης δολοφονίας, με τη σύλληψη 26χρονου άνδρα και τη δημοσιοποίηση στοιχείων δεύτερου ατόμου, το οποίο θεωρείται συνεργός. Όπως προκύπτει από την ανακοίνωση της Αστυνομίας κίνητρο των δραστών, τους οποίους γνώριζε ο συγγραφέας, ήταν η ληστεία. Μετά τη δημοσιοποίηση των στοιχείων του, ο συνεργός του δράστη παρουσιάστηκε αυτοβούλως στον εισαγγελέα και συνελήφθη. Τον Ιούλιο του 2015 το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών επέβαλε σε αμφότερους τους κατηγορούμενους πρωτοδίκως την ποινή της ισόβιας κάθειρξης για την ανθρωποκτονία εκ προθέσεως συν τέσσερα έτη για την απόπειρα ληστείας

Βραβεύσεις

Ο Μένης Κουμανταρέας είχε τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος για τα έργα του Το Αρμένισμα (1967) και για το Η μυρωδιά τους με κάνει να κλαίω (1997). Με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος για τα έργα του Βιοτεχνία υαλικών (1976) και για το Δύο φορές Έλληνας (2002). Επίσης έχει τιμηθεί με το βραβείο Blue Book στην Έκθεση Βιβλίου της Φραγκφούρτης το 2001, για το μυθιστόρημά του Ο ωραίος λοχαγός.
Στις 30 Δεκεμβρίου 2008, κατά την ετήσια τελετή της Ακαδημίας Αθηνών για την απονομή των ετήσιων βραβείων, ο Μένης Κουμανταρέας τιμήθηκε για σύνολο του έργου με το βραβείο του Ιδρύματος Κώστας και Ελένης Ουράνη, το οποίο εποπτεύεται από την Ακαδημία Αθηνών. Κατά τη βράβευση του δήλωσε, «...θα έπρεπε να τα παίρνουμε νέοι, να μας δίνουν αυτοπεποίθηση, λεφτά και κουράγιο. Θυμάμαι όμως, μολονότι βραβευμένο το δεύτερο βιβλίο μου, 'Το αρμένισμα', δικάστηκε επί χούντας τέσσερις φορές και παραλίγο να καεί. Το τελευταίο, 'Το σόου είναι των Ελλήνων', σκεπάζεται τώρα από τους καπνούς των δακρυγόνων και τα δάκρυα για τον χαμό ενός νέου ανθρώπου αλλά και από τον φριχτό πόλεμο στη Μέση Ανατολή. Οπωσδήποτε είναι μελαγχολικό να σε βραβεύουν για το σύνολο του έργου σου. Σημαίνει ότι όπου να 'ναι σημαίνουν κι οι καμπάνες..."
Εργα 


Τίτλοι στη βάση Βιβλιονέτ
(2019) Τα μηχανάκια, Εκδόσεις Πατάκη
(2018) Ο ωραίος λοχαγός, Εκδόσεις Πατάκη
(2017) Η κυρία Κούλα, Εκδόσεις Πατάκη
(2016) Βιοτεχνία υαλικών, Εκδόσεις Πατάκη
(2015) Η σειρήνα της ερήμου, Εκδόσεις Πατάκη
(2014) Ο θησαυρός του χρόνου, Εκδόσεις Πατάκη
(2014) Ο θησαυρός του χρόνου, Εκδόσεις Πατάκη
(2014) Σεραφείμ και Χερουβείμ, Κέδρος
(2013) Θάνατος στο Βαλπαραΐζο, Εκδόσεις Πατάκη
(2012) Βιοτεχνία υαλικών, Alter - Ego ΜΜΕ Α.Ε.
(2012) Η φανέλα με το εννιά, Κέδρος
(2011) Η συμμορία της άρπας, Ελευθεροτυπία
(2011) Οι αλεπούδες του Γκόσπορτ, Κέδρος
(2010) Βιοτεχνία υαλικών, Κέδρος
(2010) Η κυρία Κούλα, Κέδρος
(2010) Ξεχασμένη φρουρά, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2010) Το αρμένισμα, Κέδρος
(2010) Το κουρείο, Κέδρος
(2009) Σ' ένα στρατόπεδο άκρη στην ερημιά, Κέδρος
(2008) Το Show είναι των Ελλήνων, Κέδρος
(2007) Θυμάμαι την Μαρία, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2007) Τα μηχανάκια, Κέδρος
(2006) Η γυναίκα που πετάει, Κέδρος
(2004) Ο ωραίος λοχαγός, Κέδρος
(2003) Νώε, Κέδρος
(2001) Δυο φορές Έλληνας, Κέδρος
(2001) Η μυρωδιά τους με κάνει να κλαίω, Κέδρος
(2000) Η κυρία Κούλα, Κέδρος
(2000) Η συμμορία της άρπας, Κέδρος
(2000) Η φανέλα με το εννιά, Κέδρος
(1999) Η μέρα για τα γραπτά κι η νύχτα για το σώμα, Κέδρος
(1999) Το κουρείο, Κέδρος
(1996) Τα καημένα, Κέδρος
(1991) Koula, Κέδρος
(1991) La verrerie, Kauffmann
(1990) Πλανόδιος σαλπιγκτής, Κέδρος
(1990) Σεραφείμ και Χερουβείμ, Κέδρος

Συμμετοχή σε συλλογικά έργα


(2019) ... των δακρύων, Οδός Πανός
(2018) Λίγη ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Γαβριηλίδης
(2018) Χωρίς μαγνητόφωνο, Πόλις
(2016) Το δικό μας Πάσχα, Νάρκισσος
(2014) Νεανική αλληλογραφία 1954 - 1960, Τόπος
(2013) Ημερολόγιο: Παιδιά του κόσμου, Εκδόσεις Γκοβόστη
(2010) Μ. Καραγάτσης: Ιδεολογία και ποιητική, Μουσείο Μπενάκη [εισήγηση]
(2008) Γιώργος Σεφέρης 1900-1971: 45 χρόνια μετά το Νόμπελ, Ελευθεροτυπία
(2008) Ενδοσκεληδόν, Ζήτρος
(2007) 21η Απριλίου: 1967-2007 40 χρόνια από το πραξικόπημα της Χούντας, Alter - Ego ΜΜΕ Α.Ε.
(2007) Μπλε μελαγχολία. Σας αρέσει ο Μπραμς; Άλτιν, Κέδρος
(2006) Με τον ρυθμό της ψυχής, Κέδρος
(2004) Το χρονικό του Κέδρου, Κέδρος
(2003) Τα παιδικά μου χρόνια, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2001) Βόλος: Μια πόλη στη λογοτεχνία, Μεταίχμιο
(1999) Στα γήπεδα η πόλη αναστενάζει, Ιανός
(1998) Το καρότσι, Εκάτη
(1994) Δεκαοχτώ κείμενα, Κέδρος

Μεταφράσεις

(2013) Carroll, Lewis, 1832-1898, Οι περιπέτειες της Αλίκης στη χώρα των Θαυμάτων, Εκδόσεις Πατάκη
(2011) Faulkner, William, 1897-1962, Καθώς ψυχορραγώ, Κέδρος
(2010) Melville, Herman, 1819-1891, Τρεις απόκληροι, Εκδόσεις Καστανιώτη
(2008) MacCullers, Carson, Η μπαλάντα του λυπημένου καφενείου, Κέδρος
(1999) Faulkner, William, 1897-1962, Καθώς ψυχορραγώ, Κέδρος
(1996) Συλλογικό έργο, Ανθολογία του μαύρου χιούμορ, Αιγόκερως
(1996) Fitzgerald, Francis Scott, 1896-1940, Το πλουσιόπαιδο, Κέδρος
(1995) Hemingway, Ernest, 1899-1961, Οι φονιάδες, Κέδρος
(1995) Poe, Edgar Allan, 1809-1849, Στη δίνη του Μάελστρομ, Κέδρος
(1988) McCullers, Carson, Η μπαλλάντα του λυπημένου καφενείου, Κέδρος
(1984) Melville, Herman, 1819-1891, Μπάρτλεμπυ, ο γραφιάς, Οδυσσέας
(1980) Fitzgerald, Francis Scott, 1896-1940, Το πλουσιόπαιδο, Οδυσσέας
(1977) Büchner, Georg, 1813-1837, Λεντς, Ηριδανός
Hesse, Hermann, 1877-1962, Ντέμιαν, Ηριδανός
Carroll, Lewis, 1832-1898, Οι περιπέτειες της Αλίκης στη χώρα των θαυμάτων, Ερμείας

Λοιποί τίτλοι

(2014) Συλλογικό έργο, 15 βγαίνουν με κόκκινο, Τόπος [ανθολόγηση]
(1996) Χουρμουζιάδης, Κρίτων, Συμπόσιο, Κέδρος [επιμέλεια]
Αποσπάσματα 


i. Η κυρία Κούλα


Συνήθως η στάση της Ομόνοιας τους έβρισκε καθισμένους αντικρυστά, της γυναίκας τα γόνατα τοποθετημένα λοξά, μόλις να εξέχουν από τη φούστα τα πόδια του νεαρού ανοιχτά με φαρδιά μπατζάκια, όπως ήταν της μόδας. Εκείνη κρατούσε, πού και πού, κανένα δέμα αγορασμένο από την Ερμού, εκείνος μόνιμα το ντοσιεδάκι. Τον πρώτο καιρό δεν έβγαζαν λέξη. Ούτε τα καθιερωμένα «συγγνώμην», όταν ο νεαρός σηκωνόταν για να κατέβει στη Νέα Ιωνία. Περιορίζονταν στο να ρίχνουν φευγαλέες ματιές˚ τα πόδια της γυναίκας, το πρόσωπο του νεαρού˚ τα μάτια της μιας, το στόμα του άλλου. Κοίταζαν όπως οι επισκέπτες τα ζώα μέσα απ' τα κάγκελα στους ζωολογικούς κήπους. Καθόλου όμως αδιάκριτα, ούτε με επιμονή. Μόνο κάτι σαν διάλειμμα ανάμεσα στις υπόγειες στοές. Δικαιολογούσες αυτές τις ματιές από την έλλειψη ενός φυσικού τοπίου. Μα και όταν ακόμα, από το σταθμό της Αττικής, το τραίνο έβγαινε στον ανοιχτό χώρο, οι δυο συνταξιδιώτες εξακολουθούσαν να κοιτάζονται. Έμεναν απορροφημένοι, χωρίς τη ντροπή πού χωρίζει τ' ανθρώπινα βλέμματα και χωρίς τις στερήσεις που επιβάλλει η καλή αγωγή. Ακουμπούσαν, είναι η αλήθεια, όχι τόσο στα μάτια — κάτι που κούραζε, όπως κουράζει η συνεχής θέα τ' ουρανού — όσο περιδιάβαζαν ο ένας στο δέρμα του άλλου, περνώντας από τους ανοικτούς πόρους, τα μπιμπίκια, τις ελιές, χίλια περιστατικά που πλούτιζαν και χαρακτήριζαν τα πρόσωπά τους. Κάπου-κάπου, η γυναίκα έμοιαζε να συνέρχεται από μια ύπνωση, χαμήλωνε τα μάτια κι έμενε να κοιτάζει τα χέρια της, που για μόνο στολίδι είχαν τη βέρα. Γρήγορα όμως άφηνε πάλι τον εαυτό της ελεύθερο. Πιο πολύ κι απ' τον ίδιο το νεαρό, έμοιαζε να κοιτάζει κάπου πίσω απ' αυτόν, χαμένη μες στην αχλή πού σχημάτιζε ή λάμψη των μαλλιών του. Έμοιαζαν και των δυονών τα βλέμματα να είναι μια αμοιβαία ξεκούραση, μια ανάπαυλα της μέρας που τελείωνε και της νύχτας που ερχόταν. Με την ίδια φυσικότητα άρχισαν να μιλάν. Στην αρχή έλεγαν τα βασικά˚ «καλησπέρα», «καληνύχτα». Έπειτα άρχισαν να ξανοίγονται σε φρασούλες, όπως «ο καιρός κρύωσε» ή «σήμερα έχει πολύ κόσμο». Όταν η γυναίκα φαινόταν φορτωμένη, ο νέος προθυμοποιόταν να της κρατήσει κάποιο δέμα ή όταν τα χαρτιά από το ντοσιεδάκι του νεαρού ξεχείλιζαν, η κυρία τα έπαιρνε, τα ταχτοποιούσε, με χέρια που έμοιαζαν εξαιρετικά ανάλαφρα και στέρεα, επιστρέφοντάς του τα μ' ένα δειλό χαμόγελο σα να του έλεγε, «αύριο πάλι εδώ θα 'μαστε». Από την αρχή είχαν δώσει την εντύπωση μιας οικειότητας και μιας τεράστιας ακρίβειας σ' αυτό που έμοιαζε να 'ναι το ραντεβού τους. Τώρα πια χαμογελούσε ό ένας στον άλλον και συνεννοούνταν μ' ένα κούνημα του κεφαλιού. Το βλέμμα εκεινού κρεμασμένο επάνω της, ήταν σαν κάτι να περίμενε απ' αυτήν, το δικό της, γαλήνιο και κάπως θλιμμένο, έμοιαζε το βλέμμα μιας γυναίκας στερημένης γιό. Δίπλα τους, γύρω τους — άντρες, γυναίκες, στρίγκλικα παιδιά — ήταν σα να μην υπήρχαν. Όλοι μια μάζα, ένας πολτός. Συνέβαινε όπως όταν ταξιδεύεις μ' ένα φίλο στενό ή πρόσωπο αγαπημένο. Τότε η συνείδηση του κόσμου σβήνει γύρω σου, για να επιστρέψει βασανιστικότερη τη στιγμή που ξαναμένεις μόνος. Έτσι συνέβαινε και μ' αυτούς τους δύο. Θαρρούσες πως η διαδρομή ήταν μια πρόφαση. Όσο το ταξίδι διαρκούσε — αυτά τα είκοσι λεπτά — έμεναν αφοσιωμένοι μεταξύ τους, μ' ένα γαλήνιο απαύγασμα στο πρόσωπο που δημιουργεί η συντροφικότητα κι η αρμονική επαφή με τον άλλον. Αντίθετα, μόλις ο νέος σηκωνόταν, αδέξια κάπως συμμαζεύοντας τσιγάρα και ντοσιέ, το πρόσωπο της γυναίκας έπαιρνε μια παγωμένη ουδετερότητα. Μα κι ο νεαρός, περιμένοντας ωσότου ανοίξει η πόρτα, είχε ένα ύφος αδιάφορο που ερχόταν σ' αντίθεση μ' εκείνο που ήταν λίγο πριν. Τις στιγμές εκείνες έμεναν πετρωμένοι κι ανέκφραστοι καθισμένη η γυναίκα, όρθιος ο νεαρός. Έπειτα, καθώς το τραίνο άφηνε τη Νέα Ιωνία, η διαδρομή συνεχίζονταν μονότονα ως την Κηφισιά, οπότε κατέβαινε κι εκείνη. 

Πηγή: cityportal.gr



✦✦✦✦

ii. Αποσπάσματα από το 24ο και τελευταίο μυθιστόρημα του Μένη Κουμανταρέα «Ο Θησαυρός του χρόνου»


Απόψε αφήνω πάλι τη Λιλή μόνη, αφού πρώτα βεβαιωθώ ότι κοιμάται, κι αρχίζω τα σουλάτσα. Παλιά στέκια, δρόμοι λησμονημένοι, με ονόματα λησμονημένα, ευεργετών, ηρώων, φιλελλήνων, γνωστών που σήμερα είναι άγνωστοι, δρόμοι που οδηγούν σε ερειπωμένα σπίτια, χαμοκέλες, μπαρ που μοιάζουν με φαρμακεία που διανυκτερεύουν, διαμερίσματα-κλουβιά που βλέπουν σε φωταγωγούς.


Φωταγωγός είναι σήμερα πια η πόλη. Κι ας απέκτησε λουσάτα μαγαζιά και εμπορικά κέντρα, διαφημίσεις που αναβοσβήνουν, καταστήματα υγιεινής διατροφής, κέντρα που ξενυχτούν, εμένα μου φαίνεται πιο σκοτεινή κι ασφυκτική παρά ποτέ. Δεν ξέρω αν όσοι βαδίζουν πλάι μου είναι άνθρωποι ή ίσκιοι, δικοί μας ή ξένοι. Κανονικοί ή χαπακωμένοι. Οι μαύροι μοιάζουν με μπάλωμα στο δέρμα της νύχτας, κι ακούω τις χρωματιστές πουτάνες να ξεσκίζονται σε γέλια και λαρυγγισμούς. Πέρα, στο βάθος, κάτω από σήραγγες, γέφυρες κι ανισόπεδες διαβάσεις, ακούω τα’ αυτοκίνητα με λάστιχα ξεφούσκωτα, λαχανιασμένα. Η σειρήνα κάποιου ασθενοφόρου ρίχνει ένα φως εναλλασσόμενο σαν διαφήμιση που περιοδεύει. Δεν ξέρω αν μέσα εκεί βρίσκεται κάποιος μεθυσμένος, τρυπημένος ή αυτοκτόνος που ψυχορραγεί με μάσκα οξυγόνου και μπηγμένο στις φλέβες του έναν ορό. Οι σειρήνες των περιπολικών οργώνουν την άσφαλτο και οι κλούβες αράζουν σε νευραλγικά σημεία, φυλακές σε τουρνέ, που μαζεύουν κομπάρσους στο έγκλημα.

Τι θα ‘λεγε η Λιλή αν ήξερε που γυρίζω!

Μια ταμπέλα ξεθωριασμένη από τα καυσαέρια, να χορεύει με τους αέρηδες και μουντζουρωμένη από τα παιδιά των γκράφιτι, δηλώνει την είσοδο του ξενοδοχείου, απ’ αυτά που καταχρηστικά ονομάζουν «δι’ οικογενείας». Προσπαθώ να διαβάσω τα ξεβαμμένα γράμματα, σαν αρχαία ταφική επιγραφή: Ξενοδοχείο «Η Ωραία Θεσσαλία». Με την είσοδό μου χτυπάει ένα καμπανάκι, μαζί κι ένα άλλο, που αυτό ηχεί κάπου βαθιά μες στο μυαλό μου. Στο γκισέ ένας γέρος, φωτισμένος με μια λυχνία νυκτός, ακουμπά με όλο το βάρος των αγκώνων του πάνω στο βιβλίο εισερχομένων πελατών. Το κεφάλι του γέρνει επικίνδυνα προς τα μπρος σε άσκηση υπνοβασίας. Από στιγμή σε στιγμή, νομίζω, θα κοπεί πέφτοντας πάνω στο ανοιχτό βιβλίο, σαν άλλη κεφαλή του Βαπτιστή.
……………………………………………………………………………….
«Λοιπόν;» με ρωτάει ο παράδοξος ταξιτζής μου. «Πώς τα περνάτε αυτές τις δύσκολες στιγμές;»

Τον κοιτάω καχύποπτα. Πού ξέρει αν εγώ περνάω δύσκολες στιγμές;

«Καλά, λοιπόν», αποκρίνεται μόνος του. «Το καλύτερο είναι να το διασκεδάσουμε. Το έχετε και το έχω ανάγκη. Παρακαλώ», λέει στον μπάρμαν, «αυτό δε είναι ποτό. Ένα Brancusi για τον κύριο, παρακαλώ».

Ο θεός Κάλι αποσύρει με ένα από τα πολλά του χέρια το Gordon’s Space και μου σερβίρει σ’ ένα κωνικό ψηλό ποτήρι ένα υποκίτρινο υγρό, όπου επιπλέουν κόκκινες φουσκάλες σαν παραγινωμένες φράουλες.

«Πλήρες, παρακαλώ», διατάσσει ο απαίσιος συνοδός μου.

Ο θεός Κάλι, μ’ ένα ταχυδακτυλουργικό παίξιμο στα δάχτυλα, ρίχνει από ένα σκεύος που μοιάζει με αλατιέρα μια περίεργη σκόνη, που αμέσως κάνει το ποτό μου ν’ αφρίσει, κι εμένα να φτερνιστώ.

Την ίδια στιγμή η μούμια ο σοφέρ με σπρώχνει στο βάθος του μαγαζιού που, αν δεν είναι καθρέφτης, πάντως πολλαπλασιάζει τα είδωλά μας.

Ο κόσμος που αντικρίζω είναι ένα βενετσιάνικο καρναβάλι. Άψογα ενδεδυμένοι με απαστράπτοντα ρούχα εποχής, περιδέραια, βαρύτιμα δαχτυλίδια, λευκές περούκες και μάσκες ιριδίζουσες με γαμψές μύτες. Οι χειρονομίες κομψές, τα νεύματα όλο νόημα, τα χαμόγελα επιπλέουν σαν γόνδολες σε κανάλι.

«Τι είναι εδώ;» ρωτώ.

«Θα το δείτε μόνος σας», μου λέει ο ολέθριος διασκεδαστής.

Στο βάθος του καθρέφτη, σκαραφαλωμένο σε’ ένα ψηλό σκαμπό, κάθεται ένα ολόγυμνο αγόρι.

«Τι λέτε τώρα;» μου λέει ο αυτοσχέδιος νταβατζής. «Σας αρέσει;»

«Καθόλου», λέω πεισματικά.

Έτσι γυμνός μ’ αυτές τις τριχάρες στα πόδια, το ασπριδερό δέρμα, το βουλιαγμένο στήθος και τις ωμοπλάτες σαν κέρατα βοδιού, πώς να μου αρέσει;

«Το πρόσωπο;»

«Δεν πρόσεξα το πρόσωπο. «Ένα κοινό, αξύριστο αγόρι».

«Και όμως», μου λέει, «για τον ίδιο νεαρό ντυμένο, προκειμένου να βγάλει τα ρούχα του, θ’ αδειάζατε το πορτοφόλι σας, κύριε».

Ήταν δυνατόν να το κάνω ποτέ αυτό εγώ; Ή μήπως έχει δίκιο; Άραγε, όλοι αυτοί που έφτιαχναν ένα μπουκέτο ολόγυρά μας, ντυμένοι με δαντέλες, βελούδα, λουστρίνια, μπότες ως το γόνατο, μήπως γυμνοί δεν θα παρουσίαζαν το ίδιο θλιβερό θέαμα, όσο και το καχεκτικό αγόρι πάνω στο σκαμπό;

«Είδατε, κύριε», ακούω το απαίσιο οδηγό να μου λέει. «Τι άλλο είναι η επιθυμία για το ανθρώπινο σώμα παρά μια μορφή ανθρωποφαγίας! Τι μας ξεχωρίζει από τις φυλές των αγρίων στην Αφρική που εξασκούνται σε αυτό το σπορ; Τίποτα, απολύτως τίποτα».



Διαβάστε περισσότερα: https://homouniversalisgr.blogspot.com/








Αλέξανδρος Θεοδωρής – νέο single «Κρύβεται μέσα μου θεριό» από την Spider Music

 



Αλέξανδρος Θεοδωρής | Κρύβεται μέσα μου θεριό | Official Lyric Video©

            (Δείτε το εδώ) 
https://www.youtube.com/watch?v=_vIPbCOXdvc




H Spider Music σας παρουσιάζει το νέο τραγούδι του Αλέξανδρου Θεοδωρή με τον τίτλο «Κρύβεται μέσα μου θεριό », σε μουσική και στίχους του Δημήτρη Τσίβουλα .

Την ενορχήστρωση έκανε ο Γιώργος Γιαννικόπουλος από τα Orange Studios.

Ο Αλέξανδρος Θεοδωρής γνωστός σε όλους μας απότο συγκρότημα ΟΜΝΙΑ, αυτήν την εποχή βρίσκεται στο στούντιο και ετοιμάζει τον νέο του δίσκο.

Καλή ακρόαση !!!

Το τραγούδι κυκλοφορεί digital σε όλα τα ηλεκτρονικά καταστήματα από την Spider Music

Official links

https://www.facebook.com/SpiderMusicLBL/

www.spider-music.com