ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΑΒΡΙΛΑΚΗ " Σκυτάλη στο νέο"



Να΄ ταν να κυλούσε, λέει,
η ζωής μας,
όπως το ποτάμι ρέει...
Που αλλάζει την πορεία
σαν βρεθεί σε δυσκολία.

Απ΄ τη μιά πίστα στην άλλη
ν΄ ανεβαίναμε με χάρη,
με τραγούδια, μουσικές
και της χαράς την παραζάλη.
Να περνούσαμε, λέει, μακάρι...

απ΄ τη μια αντίληψη στην άλλη
έτσι όπως δίνει τη σκυτάλη στον ανθό,
το πορτοκάλι...

Ποίημα και φωτό Κ.Γ
















ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΛΑΤΩΝ ΔΕΛΤΑ "Ο σκοτεινός ιππότης και το σαρκίο"

 


Σε δωμάτιο βρίσκομαι που ντυμένο είναι στα λευκά. Έξω απ’ το παραθύρι ο πάγος ζωγραφίζει στα τζάμια σύννεφα ελπίδας, ωσάν τα ύστερα όνειρά μου. Σε κρεβάτι ασάλευτος κείτομαι, όπως ο νεκρός στο νεκροκρέβατο. Ω σαρκίο μου βασανισμένο, ράγισες ωσάν το κάστρο που από χιλιάδες μπάλες σιδερένιες βομβαρδίζεται. Αλίμονο! Τρέμω παγωμένος και το σκότος με σκεπάζει ώς τα κρυφά της ψυχής μου μονοπάτια. Ω υγεία του σαρκίου μου, περήφανη θεά, χάθηκες μες στην πάχνη του λαβύρινθου, πριχού οι μαντατοφόροι μαθητές του Ιπποκράτη σε πόνου κρεβάτι μ' αποθέσουν. Ω Σκέψη, τυλιγμένη σε ρακένδυτου ζητιάνου πανωφόρι, μη μ' απαρνιέσαι αυτή την ώρα που το σαρκίο εγκαταλελειμμένο πορεύεται για τις όχθες του Αχέροντα, αλλά στοχάσου. Στοχάσου, πώς κάποτε ερχόταν η ανατολή με προπομπό τα σαλπίσματα του πετεινού. Κι εγώ, μια φέτα τρώγοντας ψωμί, αγνάντευ’ απ’ το ύψωμα όλα τα θάματα της φύσης κι ονειρευόμουν τες θάλασσες τες μακρινές και λαούς αδελφοποιητούς θρεμμένους απ’ το βυζί της μάνας γης, ταξιδεμένους μέσα στους αιώνες, συντροφιά πάντα με τον ήλιο που τα κορμιά μα και τα όνειρα ζεσταίνει. Τώρα, αλυσοδεμένο το σαρκίο ωσάν Προμηθέας Δεσμώτης που αθέατα πουλιά αρπαχτικά απιθώνουν απάνωθέ του τον πόνο και την παγωνιά. Ω Σκέψη! Αγωνίσου τον πόνο να δαμάσεις και την παγωνιά. Αγωνίσου όπως ο ποιητής όταν τιθασεύει τις λέξεις. Όπως ο ξωμάχος όταν ξελακώνει τη γη για να τη σπείρει. Όπως ο ναυτικός όταν η θάλασσα αγριεύει. Όπως η μάνα όταν προστατεύει το παιδί της. Αγωνίσου! Δεν είναι πασαρέλα ωραίων γυναικών ο πόνος για ν' αφεθείς θαυμάζοντας. Ω Σκέψη, κοίτα γύρω σου… Θαμπώνουν οι μνήμες κι απ’ τα σκότη άρχισαν να ξεπηδάνε οι σκιές. Αλίμονο! Οι σκιές εξαφανίζουν μες στα μαύρα τους φτερά τη Σκέψη και άγνωστος Φόβος καβάλα σε άτι σκουρόχρωμο καλπάζει ώς τα πιο φωτεινά μου μονοπάτια. Ω άγνωστε Φόβε, ποιος είσαι που τη μάσκα του οίκτου έχεις φορέσει; Ω διπρόσωπε Φόβε, ποιον εχθρό αθέατο κρύβεις στα σκοτεινά λημέρια σου; Εμπρός λοιπόν! Δείξε μου το πρόσωπό του! Μη με βασανίζεις ζητώντας με τη βία να ξεριζώσεις ότι ψήγματα θάρρους μου έχουν απομείνει! Ω του Ολύμπου ανώτεροι θεοί, την ευσπλαχνία σας ζητάω. Με θάρρος οπλίστε με, περίσσιο τον εχτρό μου ν' αντικρίσω κατάματα, χωρίς να λιγοψυχήσω. Και να! Τώρα απ’ του Φόβου βγαίνει τα σκοτεινά λημέρια καλπάζοντας άγνωστος σε μένα Ιππότης μέσα σε μαύρο πέπλο σα σύννεφο! Ιερό μου Θάρρος, με δύναμη οπλίσου πιότερο ισχυρή κι απ’ του Ποσειδώνα την τρίαινα! Α! Α! Σε βλέπω να πλησιάζεις, άγνωστε Ιππότη. Με βλέμμα με κοιτάς τρομαχτικό και χολή πύρινη ξερνάνε τα ρουθούνια σου. Όχι, μη με αγγίζεις! Α! Μη με σφίγγεις με πύρινο στεφάνι! Α! Μη με λογχίζεις με λόγχη ποτισμένη στο μαύρο δάκρυ του πόνου! Φθονερέ ζηλωτή του θανάτου, μη με αγγίζεις με την άθλια και βρομερή σου ανάσα! Φύγε! Φύγε μακριά απ’ το προσκέφαλό μου! Φύγε! Γύρισε πίσω στο σκοτεινό βασίλειο των αποστόλων της αβύσσου! Α! Επιμένεις Ιππότη, να πολιορκείς το σαρκίο μου… Όχι, όχι, δεν σε αφήνω να αιχμαλωτίσεις, να υποτάξεις την περηφάνια μου! Όχι, όχι, δεν θα με δεις να περιφέρομαι γύρωθέ σου σα σκυλί που ζητάει έλεος! Φύγε, λοιπόν! Ακόμα δεν έγινα το θήραμά σου! Ω, άγνωστε γυρολόγε του ασύμμετρου και συγκινησιακού Χάους, σε ξορκίζω με τη δύναμη που μου δίνει η περηφάνια μου! Φύγε! Φύγε, απαίσιε πορθητή! Και ως από θαύμα (😉 η δύναμη της περηφάνιας διώχνει μακριά τον μαύρο Ιππότη.
Φεύγει! Φεύγει ο απαίσιος πορθητής μόνος και ντροπιασμένος! Μια ηλιαχτίδα θάρρους πέφτει στα λημέρια του Φόβου. Εκείνος ζαρώνει σαν αφυδατωμένο σύννεφο και κρύβεται. Ο αβάσταχτος πόνος τη θέση του παραχωρεί σε λίμνες φωτός. Το σαρκίο μου επουλώνει μέρα με τη μέρα τις πληγές του κρούοντας χαρμόσυνα τα κύμβαλα. Ω θεοί κι εσύ καλό μου Θάρρος, συντροφιά μού κρατήσατε στου πόνου το κρεβάτι και με δύναμη ωσάν οπλές αλόγου καθαρόαιμου μπολιάσατε την ψυχή μου. Τα ύστερα χρόνια που μπρος μου περπατάνε θα τα διαβώ με σεμνότητα και θα συνεχίσω με δέος ν’ αγναντεύω τα θάματα που γεννοβολάει η φύσις. Κι αν ο ζηλόφθων εχθρός μου, ο σκοτεινός Ιππότης, επιστρέψει και πάλι με πολιορκητικό κριό δυνατότερο; Όχι, δεν θα εκλιπαρήσω για λίγα άνοστα βήματα ζωής με σαρκίο μισογκρεμισμένο και πετσοκομμένο… Ο ίδιος εγώ κι έχοντας σώας τας φρένας, θα ζητήσω απ’ τον βαρκάρη δίνοντάς του τον οβολό να με περάσει στην απέναντι όχθη και στα Ηλύσια Πεδία να υπάγω για να μπορώ ν' αγναντεύω αιώνια το γαλάζιο τ' ουρανού και το λευκό της αθωότητας.











Πυθαγόρας ( ο στιχουργός) (12 Απριλίου 1930 - 12 Νοεμβρίου 1979)

 

Ο Πυθαγόρας Παπασταματίου (12 Απριλίου 1930 - 12 Νοεμβρίου 1979), γνωστός απλώς με το μικρό του όνομα, Πυθαγόρας, ήταν Έλληνας στιχουργός, ηθοποιός, σεναριογράφος και θεατρικός συγγραφέας.
Ο στιχουργός, ηθοποιός, σεναριογράφος και θεατρικός συγγραφέας Πυθαγόρας Παπασταματίου γεννήθηκε το 1930 στο Αγρίνιο και ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος τον βρήκε να τελειώνει το Δημοτικό. Το 1940 γράφτηκε στο οκτατάξιο Γυμνάσιο αρρένων Αγρινίου. Στην κατοχή οι γονείς του μαζί με τις αδελφές του, για να αποφύγουν τη σύλληψη από τους Γερμανούς, κατέφυγαν στον Ορεινό Βάλτο. Ο Πυθαγόρας βρέθηκε φιλοξενούμενος σ' ένα χωριό της καμμένης από τους Γερμανούς Μακρυνείας, ενώ ο αδελφός του ήταν στο αντάρτικο. Στις μαθητικές του εργασίες υπέγραφε ως Πυθαγόρας. Όταν ο φιλόλογος Πάνος Παπαχρήστος τον ρώτησε κάποτε στην τάξη, γιατί δεν γράφει και το επώνυμό του, απάντησε γελώντας: «Ένας είναι ο Πυθαγόρας, όλοι με ξέρουν, δε χρειάζεται το επώνυμο.» Από το βιβλίο του 'Αγγελου Αξιώτη "Πυθαγόρας: 30 χρόνια τραγούδια" διαβάζουμε για τα μαθητικά του χρόνια: «Όταν ήταν μαθητής της τελευταίας τάξης του Γυμνασίου, σε μια μαθητική παράσταση τον Μάρτη του 1948, με τον "Παπαφλέσσα" του Μελά, του ανατέθηκε ο ρόλος του Παπαφλέσσα. Η ηθοποιία του έκαμε κατάπληξη. Ήταν αληθινός Παπαφλέσσας... Καταχειροκροτήθηκε. Πήρε έτσι το βάπτισμα του ηθοποιού.» Το 1949 Τελείωσε το Γυμνάσιο και φοίτησε στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, με δάσκαλο τον Δημήτρη Ροντήρη. Αποφοίτησε με άριστα και εργάστηκε στο θέατρο, ενώ παράλληλα έγραφε στίχους και επιθεωρήσεις πίστας. Πρώτο του τραγούδι, και μεγάλη επιτυχία το 1954, ήταν το «ξαναβλέπω το μικρό το αμαξάκι» σε μουσική του Νίκυ Γιάκοβλεφ και με ερμηνεύτρια την Μαίρη Λώ.



Ο Κώστας Ασημακόπουλος θυμάται: «...το ζαχαροπλαστείο "Πέτρογραδ" του Νίκυ Γιάκοβλεφ με τους διαλεχτούς πίνακες και τ' αξιόλογα έργα τέχνης στις προθήκες, αποτελούσε τόπο συνάντησης καλλιτεχνών. Εκεί, μαθητής ακόμα του Γυμνασίου, τον πρωτογνώρισα ... και με τη λίγη κρίση μου σημάδεψα από τότε την ευγένεια που είχε. Κι ακριβώς αυτή η ευγένειά του, μαζί με την έμφυτη μουσικότητά του τον αξίωσαν, στα χρόνια που ακολούθησαν...»
Από το 1958 και μετά ασχολήθηκε κυρίως με το γράψιμο. Στίχοι, επιθεωρήσεις πίστας, κινηματογραφικά σενάρια που σαν ταινίες γνώρισαν μεγάλη επιτυχία. Στις ταινίες του πάντα ερμήνευε έναν από τους δεύτερους ρόλους. Το 1964 γράφει το σενάριο και πρωταγωνιστεί στην ταινία «κάθε λιμάνι και καημός». Υπογράφει επίσης το ομότιτλο τραγούδι, που σε μουσική του Γιώργου Κατσαρού, ερμήνευσαν και έκαναν μεγάλη επιτυχία οι Πάνος Γαβαλάς και Ρία Κούρτη. Έγραψε πολλά τραγούδια που έγιναν μεγάλες επιτυχίες: «Ο Σταμούλης ο λοχίας», «Όταν πίνει μια γυναίκα», «Πίσω από τις καλαμιές», «Κυρά Γιώργαινα», «Στα βράχια της Πειραϊκής», «Νύχτα στάσου», «Ο επιπόλαιος» ...
Το 1972 με την προοπτική της δημιουργίας ενός μεγάλου δίσκου, έδωσε στο φίλο του Απόστολο Καλδάρα τον κύκλο ταγουδιών «Μικρά Ασία». Ο Καλδάρας αναφέρεται σ' αυτήν τη συνεργασία: «Θα υπενθυμίσω μόνο το έργο του"Μικρά Ασία" που είχα την τύχη να μελοποιήσω εγώ, που συγκίνισε το πανελλήνιο και που... με τόσο μεγάλη μαεστρία, στα στενά πλαίσια ενός δίσκου βέβαια, επεξεργάστηκε το θέμα της Μικρασιατικής Καταστροφής και που μόνο αυτό στάθηκε αρκετό να του ανοίξει την πόρτα για το Πάνθεον των μεγάλων του λαϊκού στίχου.»
Από το «Βήμα» στις 31/8/'72 διαβάζουμε τον Παύλο Παλαιολόγου να γράφει: «"Μικρά Ασία" ο τίτλος. Του Καλδάρα η μουσική, του Πυθαγόρα οι στίχοι, του Νταλάρα και της Αλεξίου το τραγούδι... Δεν είναι Σεφέρηδες, Σικελιανοί, Παλαμάδες. Ούτε μουσουργοί με παγκοσμιότητα που δονούν το πεντάγραμμο. Ναι αλλά στις στροφές του δίσκου είμαστε εμείς, είναι ο πόνος, ο καημός, το βογκητό ενός λαού. Μαζί μ' αυτό και η βαθύτατη ανθρωπιά... Δόξες του έθνους, μεγάλοι ποιητές, ακαδημαϊκοί και Νόμπελ, σας στρώνω δάφνες για να περάσετε. Συμπαθάτε μας όμως όταν σας λέμε ότι με τη δική σας λύρα με τους υψηλούς φθόγγους δε ράγισε η ψυχή της μάζας όσο οι απλοϊκοί αυτοί στίχοι και τα λαϊκά μοτίβα που γυρίζουν στις στροφές ενός δίσκου». Μετά το 1972 ο Πυθαγόρας ασχολήθηκε περισσότερο με τα θεατρικά. Εργάστηκε ως συγγραφέας επιθεωρήσεων για το μουσικό θέατρο με ιδιαίτερη επιτυχία. Το 1973 διετέλεσε έκτακτο μέλος, το 1974 πάρεδρος και '75 τακτικό μέλος της εταιρείας θεατρικών συγγραφέων. Αυτήν τη χρονιά κυκλοφόρησε και ο θρυλικός δίσκος «Υπάρχω» σε μουσική του Χρήστου Νικολόπουλου και τον Στέλιο Καζαντζίδη να ερμηνεύει μοναδικά. Ο Καζαντζίδης μιλώντας γι ατον Πυθαγόρα αναφέρει: «...θα ήταν ίσως πλεονασμός να μιλήσω για τον αξέχαστο Πυθαγόρα σαν στιχουργό. Ο άνθρωπος Πυθαγόρας θα μείνει πάντα στη μνήμη μου, στη θύμηση, στην καρδιά μου. Συναισθηματικός, ανιδιοτελής, καθαρός, φίλος. Μεγάλο το μέγεθος του καλλιτέχνη και του ανθρώπου, όπως μεγάλο και το κενό που άφησε ο χαμός του». Ο Πυθαγόρας Παπασταματίου έφυγε στις 13 Νοέμβρη του 1979.

ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ 


Ο δίσκος του Απόστολου Καλδάρα σε στίχους Πυθαγόρα με τον Γιώργο Νταλάρα και τη Χάρις Αλεξίου, κυκλοφόρησε από τη Μinos. Ήταν 23 Αυγούστου 1972 όταν έγινε η συνέντευξη τύπου για την παρουσίαση του δίσκου, η κυκλοφορία του οποίου, αρχικά δεν χαιρετίσθηκε πολύ θετικά από τον τύπο.

Εξαίρεση ένα κείμενο του Παύλου Παλαιολόγου στο «Βήμα» στις 31 Αυγούστου 1972, με τίτλο «Ιστορία σ' ένα δίσκο» το οποίο κλείνει ως εξής: «Δόξες του έθνους, μεγάλοι ποιητές, ακαδημαϊκοί και νομπελίστες, σας στρώνω δάφνες για να περάσετε. Συμπαθάτε μας, όμως, όταν σας λέμε ότι η δική σας λύρα με τους υψηλούς φθόγγους δεν ράγισε την ψυχή της μάζας όσο οι απλοϊκοί αυτοί στίχοι και τα λαϊκά μοτίβα που γυρίζουν με τις στροφές ενός δίσκου». (1)

Με τη συνεργασία του φίλου μουσικού Πέτρου Πετράκη παραθέτουμε τη λίστα των τραγουδιών, καθώς και κάποια μουσικολογικά στοιχεία σχετικά με τους τόνους, τους ρυθμούς και τους «δρόμους».

1. Μες στου Βοσπόρου τα στενά (Γ. Νταλάρας) Μι ματζόρε (Ε), Ζεϊμπέκικο, 9/4 (μορφή 8/8+10/8)
2. Οι καμπάνες της Αγια Σοφιάς (Γ. Νταλάρας) Ρε μινόρε (Dm), Ζεϊμπέκικο, 9/4 (μορφή 8/8+10/8)
3. Δυο παλικάρια απ' τ' Αϊβαλί (Χ. Αλεξίου) Σολ# μινόρε (G#m), Πεντάσημος 5/4 (μορφή 3+2)
4. Η προσφυγιά (Γ. Νταλάρας) Ρε μινόρε (Dm), Τετράσημος 4/4
5. Πέτρα πέτρα χτίσαμε (Γ. Νταλάρας) Μι ματζόρε (Ε), Πεντάσημος 5/4 (μορφή 3+2)
6. Η Σμύρνη (Γ. Νταλάρας) Σολ ματζόρε (G) στο κουπλέ, Σολ μινόρε (Gm) στο ρεφραίν, Αργό ζεϊμπέκικο στο κουπλέ, βαλς στο ρεφραίν, 9/4 και 3/4
7. Γιορτή ζεϊμπέκηδων (Γ. Νταλάρας) Μι ραστ (Ε), Ζωναράδικος, εξάσημος 6/8 (μορφή 3+3)
8. Το σπίτι μου το πατρικό (Γ. Νταλάρας) Ρε μινόρε (Dm), Ζεϊμπέκικο, 9/4 (μορφή 8/8+10/8)
9. Πήρε φωτιά το Κορδελιό (Χ. Αλεξίου) Σι χιτζάζ (Β), Τσιφτετέλι, 4/4
10. Τι να θυμηθώ τι να ξεχάσω (Γ. Νταλάρας- αφήγηση: Γιάννης Φέρτης, β' φωνή Απόστολος Καλδάρας) Λα μινόρε (Αm), Χασάπικο, 4/4
11. Μαρμαρωμένος βασιλιάς (Χ. Αλεξίου) Λα μινόρε (Αm), Οχτάσημος, 8/8 (μορφή 3+3+2)
Αναγνωρίζοντας, αν και μουσικός, πως πρωταγωνιστικό ρόλο στην «Μικρά Ασία» έχει ο λόγος του Πυθαγόρα, ο Πέτρος Πετράκης σημειώνει: «"Εν αρχή ειν' ο Λόγος" λέει ο Ευαγγελιστής και θα συμφωνήσω απόλυτα στην συγκεκριμένη περίπτωση, παραβιάζοντας για πρώτη φορά την αρχή μου, μιας και πιστεύω πως η μουσική είναι το Α και το Ω του κάθε τραγουδιού. Παρότι μουσικός λοιπόν, οφείλω να αναγνωρίσω πως τον πρωταγωνιστικό λόγο στην "Μικρά Ασία" τον έχει ο λόγος του Πυθαγόρα. Το μέγεθος της Καταστροφής του '22 μπορεί να αποτυπωθεί πληρέστερα με τον γραπτό λόγο, παρά με την μουσική. Το θέμα του δίσκου "αναγκάζει" τις ολοκληρωμένες συνθέσεις του Καλδάρα να υποκλιθούν στο μεγαλείο του λόγου του σπουδαίου στιχουργού».

Ενώ για κάποια από τα τραγούδια ο Πέτρος σημειώνει τα εξής:

«Μες στου Βοσπόρου τα στενά»
Στο κουπλέ, ο Καλδάρας χρησιμοποιεί τον δρόμο ματζόρε, τον ευχάριστο δηλαδή σκοπό, παρασυρμένος από τους στίχους που υμνούν την απλή, κοινή καθημερινότητα των δυο λαών. Στο ρεφραίν όμως, γυρνά σε μινόρε: ο Πυθαγόρας κάνει αναφορά στο δίπολο «Τούρκος – Έλληνας», γεγονός που ανασύρει μνήμες από την κακή προϊστορία των δυο λαών. Ο Καλδάρας δεν ξεχνά αυτό το συναίσθημα, ειδικά αν αναλογιστούμε την εποχή που γράφει τον δίσκο και κυρίως τα ερεθίσματα που τον ωθούν στην δημιουργία του: 50 χρόνια από την καταστροφή του '22 και μόλις 17 από τα Σεπτεμβριανά του '55. Αναγνωρίζει την «ένταση» αυτή και την υπογραμμίζει προχωρώντας σε αυτήν την μουσική ανατροπή. Είναι το μοναδικό σημείο του τραγουδιού, που το τραγούδι αλλάζει ύφος, «χάνοντας» ίσως κάτι από την φρεσκάδα του. Ο συνθέτης όμως, έχοντας το θάρρος της γνώμης του, τολμά αυτή την αλλαγή, δηλώνοντας εμμέσως πως «υπάρχουν θεμελιώδη προβλήματα», λόγω της διαφορετικότητας στην κουλτούρα των δυο χωρών. Δυο στίχους μετά όμως, γυρνά ξανά σε ματζόρε: προτίθεται να προχωρήσει μπροστά, εστιάζοντας στις κοινές αγωνίες των δυο λαών και στα κοινά τους προβλήματα.

«Η προσφυγιά»
Ο Πυθαγόρας θεωρεί τραγικότερη την προσφυγιά από τον θάνατο και ο Καλδάρας μοιάζει να συμφωνεί απόλυτα: ο στίχος μιλά για θάνατο και ο συνθέτης τον αντιμετωπίζει ανάλαφρα, χρησιμοποιώντας ματζόρε κλίμακα. Όμως, μπροστά στο άκουσμα της λέξης προσφυγιά επιστρέφει στο μινόρε.

«Η Σμύρνη»
Εισαγωγή - ωδή στο ολοκαύτωμα του '22. Το ταξίμι φέρνει στο νου τις εικόνες της καταστροφής. Ο ρυθμός μπαίνει βαριά - θαρρείς πως μιμείται τον ρυθμό του βαδίσματος των καραβανιών των προσφύγων. Το βαλς στο ρεφραίν δίνει μια γρηγορότερη ταχύτητα.

«Το σπίτι μου το πατρικό»
Ένα μεγάλο τραγούδι... Ο Καλδάρας διαβάζει τον στίχο και τον ντύνει με τρόπο απόλυτο. Απαγγέλλοντας κανείς τους στίχους, θα δει πως η ένταση και το χρώμα της φωνής ταιριάζει με την μελωδική γραμμή του τραγουδιού. Ίσως ο Καλδάρας να ακολούθησε αυτή τη μέθοδο: να ζήτησε από τον Πυθαγόρα να του απαγγείλει τους στίχους, για να έχει έτσι ένα προσχέδιο του τραγουδιού. Όπως και να 'χει, τα στοιχεία αυτά, τα μετέτρεψε σε μια μελωδία που τονίζει υπέροχα την κάθε συλλαβή, που αποδίδει μοναδικά το ακριβές συναίσθημα της κάθε λέξης. Η από ψυχής ερμηνεία του Νταλάρα, κερδίζει ακόμη περισσότερο από αυτή τη μελωδική γραμμή.

«Πήρε φωτιά το Κορδελιό»
Tο μοναδικό τραγούδι του δίσκου που δεν έχει εισαγωγή. Ο Καλδάρας χρησιμοποιεί το πιο απλό μοτίβο που παίζεται σε τσιφτετέλι και ρίχνει τον στίχο στο τραγούδι πριν το δεύτερο κιόλας μέτρο: προφανώς μπροστά στην φωτιά δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Ενδιαφέρουσες παικτικά οι δυο γέφυρες στο κουπλέ μεταξύ των στίχων 2 και 3 καθώς και στην επανάληψη των 2 τελευταίων.

H συγκεκριμένη δουλειά έχει επανεκδοθεί τρεις φορές σε δίσκο βινυλίου (η μία από αυτές στην Αμερική) και τουλάχιστον επτά φορές σε cd. Στο εσώφυλλο υπάρχει ένα ενδιαφέρον κείμενο του Χρήστου Σολομωνίδη. Είναι χαρακτηριστικό πως το cd έχει κυκλοφορήσει τα τελευταία χρόνια και στην Τουρκία, σε μια πολυτελή έκδοση με τους στίχους και τις φωτογραφίες από την καταστροφή... Όταν πρωτοκυκλοφόρησε, καταμεσής της χούντας, επενέβη αμέσως η λογοκρισία και έκοψε από τη «Γιορτή ζεϊμπέκηδων» το τετράστιχο που έλεγε «Κράτα ρε καρδιά, λένε τα παιδιά, μέχρι να λευτερωθούμε απ'τον Κεχαγιά». Από αμέλεια όσων είχαν επιμεληθεί τις προηγούμενες επανεκδόσεις, η λογοκριμένη εκτέλεση δεν μπήκε σε καμία. Ξανακυκλοφόρησε το 2011 σε cd, με την επιμέλεια του Γιώργου Τσάμπρα αλλά και του ίδιου του Νταλάρα. Σ' αυτή την έκδοση αναγράφηκαν για πρώτη φορά και τα ονόματα των μουσικών που συμμετείχαν στην ηχογράφηση: Χρήστος Νικολόπουλος, Θανάσης Πολυκανδριώτης (μπουζούκι), Τάσος Διακογιώργης (σαντούρι, ξυλόφωνο, μεταλλόφωνο, μαρίμπα), Νίκος Στεφανίδης (κανονάκι), Κίμων Βασιλάς (τσέμπαλο, «όργανο»), Χάρης Καλέας (πιάνο), Μάνθος Χαλκιάς (φλάουτο, κλαρίνο), Τίτος Καλλίρης (κιθάρα), Σωτήρης Μαρίνος (κιθάρα), Τώνης Άγας (κιθάρα, μπαγλαμά), Σωτήρης Ταχιάτης (βιολοντσέλο), Νύσσος Πανταζής (μπάσο), Βαγγέλης Μεθυμάκης (τύμπανα). H ενορχήστρωση έγινε από τον συνθέτη ο οποίος έπαιξε ούτι και έκανε τις δεύτερες φωνές. Το Σεπτέμβρη του 1973 πραγματοποιήθηκε η απονομή του πρώτου χρυσού δίσκου στην ιστορία της ελληνικής δισκογραφίας...

Είναι χαρακτηριστικό πως αρκετά από τα τραγούδια του δίσκου αποτελούν αναπόσπαστο μέρος των συναυλιών του Νταλάρα. Ολόκληρο το έργο παρουσιάστηκε στις 21 Ιουνίου του 2003 στο Ηρώδειο, με τη συμμετοχή της Εστουδιαντίνας Νέας Ιωνίας Βόλου, της πολύ μικρής τότε Αρετής Κετιμέ αλλά και της Γλυκερίας... Η ηχογράφηση της συναυλίας κυκλοφόρησε ένα χρόνο μετά σε dvd, ενώ η παράσταση περιόδευσε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας και της Κύπρου. Στις 5 Σεπτεμβρίου 2012 τα τραγούδια της «Μικράς Ασίας» μαζί με αυτά του «Βυζαντινού Εσπερινού» αλλά και παλιά λαϊκά του Καλδάρα, ξανακούστηκαν σε μια μεγάλη συναυλία στο ανοιχτό δημοτικό θέατρο της Νάουσας με το Γιώργο Νταλάρα και την Ελένη Τσαλιγοπούλου, ενώ η δεύτερη προγραμματισμένη συναυλία, διακόπηκε λόγω καταρρακτώδους βροχής.

Έχουν ιδιαίτερη σημασία οι σημειώσεις του Λευτέρη Παπαδόπουλου σχετικά με το έργο: «Πιστεύω ότι δύο είναι τα σημαντικότερα έργα του Απόστολου Καλδάρα: Η "Μικρά Ασία" και ο "Βυζαντινός Εσπερινός". Τους στίχους της "Μικράς Ασίας" τους έχει γράψει ο Πυθαγόρας. Τους στίχους του "Βυζαντινού Εσπερινού", εγώ. Αν με ρωτούσαν όμως ποιό από τα δύο έργα προτιμώ, θα απαντούσα χωρίς δισταγμό: τη "Μικρά Ασία". Η "Μικρά Ασία" πριν απ' όλα, έχει ένα καταπληκτικό θέμα. Κι αυτό το θέμα, δεν αφορά μόνο τους Μικρασιάτες, τους Πόντιους, τους Κωνσταντινουπολίτες κ.λ.π. Αφορά όλους τους Έλληνες. Και τα εκατομμύρια των παιδιών, που είχαν πρόσφυγες γονείς και τώρα έχουν γίνει κι αυτά πατεράδες και παππούδες, αλλά και τους Πελοποννήσιους και τους Αθηναίους και τους Θεσσαλούς και τους Μακεδόνες και τους νησιώτες και τους Ηπειρώτες και τους Θράκες-τους πάντες. Διότι το '22, η Μικρασιατική καταστροφή, ήταν ένα συνταρακτικό γεγονός, από κάθε πλευρά. Ένα συνταρακτικό γεγονός που άλλαξε ουσιαστικά και καίρια την Ελλάδα.

Ο Απόστολος Καλδάρας, δεν ήταν μόνο ένας μεγάλος λαϊκός συνθέτης. Επίγονος της παλιάς φρουράς (Βαμβακάρης, Μπαγιαντέρας, Τούντας) και "συμπολεμιστής" του Παπαϊωάννου, του Τσιτσάνη, του Χιώτη, του Χατζηχρήστου, του Μητσάκη, ήταν και ένας άνθρωπος που διάβαζε. Μελετούσε. Και ήταν και στρατευμένος. (Ένα παράδειγμα: υπήρξε από τους πρώτους συνδικαλιστές, στον κλάδο των μουσικοσυνθετών). Ανήσυχος, "επαναστατικός", ευφυής και ανυποχώρητος, όταν πίστευε πως έχει δίκιο, ποτέ δεν αρκέσθηκε στα "τρόπαια" των σημαντικών τραγουδιών που είχε γράψει. ("Νύχτωσε χωρίς φεγγάρι", "Εβίβα ρεμπέτες", "Είμαι ένα κορμί χαμένο", "Ένα τραγούδι απ' τ' Αλγέρι", "Η φαντασία", "Μάγκας βγήκε για σεργιάνι", "Μένα με λένε Περικλή", "Ρίξε στο γυαλί φαρμάκι", "Στου Αποστόλη το κουτούκι", "Συ μου χάραξες πορεία", κ.α.) Ήθελε πάντοτε να πάει "το πράγμα παραπέρα" και αποφάσισε να καταπιαστεί με ένα εξαιρετικά φιλόδοξο, αλλά και εξαιρετικά δύσκολο ζήτημα. Το 1922. Συναισθηματικά, γι' αυτή την επιλογή, πιθανόν να επηρεάσθηκε από το γεγονός ότι στη γειτονιά που μεγάλωσε, στα Τρίκαλα, έκανε παρέα κυρίως με "προσφυγάκια" και είδε από κοντά και έζησε το δράμα των προσφύγων. Ουσιαστικά, όμως, σπρώχτηκε να γράψει τη "Μικρά Ασία" επειδή πίστευε ότι πρέπει να υπάρξει ένα ολοκληρωμένο μουσικό έργο, ένα έργο με τραγούδια, γι' αυτή τη συγκλονιστική εθνική περιπέτεια.

Τα περισσότερα τραγούδια του, ο Καλδάρας, τα ξεκινούσε από τη μουσική: έγραφε τη μελωδία και κατόπιν αναζητούσε τους στίχους, που, πολλές φορές, ήταν δικοί του. Το ίδιο πιθανολογώ πως έκανε και με τη "Μικρά Ασία". Ασφαλής ένδειξη γι' αυτό, το ότι έτσι γράψαμε το "Βυζαντινό Εσπερινό". Εν πάσει περιπτώσει, στιχουργό για την περίπτωση της Μικράς Ασίας, ο Kαλδάρας επέλεξε τον Πυθαγόρα. Και, κατά την άποψή μου, έπραξε άριστα. Διότι ο Πυθαγόρας ήταν ο πιο κατάλληλος, για να γράψει ένα καθαρά λαϊκό έργο, χωρίς να παρεισφρύσουν στους στίχους του "φιλολογικές κορώνες", που και το ύφος του έργου θα νόθευαν και θα γίνονταν λιγότερο κατανοητές από το μεγάλο κοινό.

Ο Πυθαγόρας, ως την εποχή της "Μικράς Ασίας", ήταν ένας στιχουργός που είχε στο ενεργητικό του έναν τεράστιο αριθμό επιτυχιών. Στα δέκα τραγούδια που έγραφε, τα τρία τουλάχιστον, γίνονταν σουξέ! Σε βαθμό, που όλες οι εταιρίες δίσκων, να επιζητούν τη συνεργασία του και να τον αμείβουν πλουσιοπάροχα. Οι συνθέτες όμως που δούλευαν μαζί του δεν ήταν οι λεγόμενοι "έντεχνοι" (Μόνο με το Λοΐζο συνυπέγραψαν τρία τραγούδια, στο δίσκο "Τα τραγούδια της Χαρούλας"). Ήταν οι λαϊκοί. Και απ' αυτούς, πρωτίστως, ο Kαλδάρας. Με τη "Μικρά Ασία", όμως, ο Πυθαγόρας πέρασε σε ένα άλλο επίπεδο. Γιατί το έργο αυτό, με την αποφασιστική δική του συμβολή, βρέθηκε στα χείλη όλων των Ελλήνων και ο δίσκος, φυσικά, εμπορικά, εκτοξεύθηκε στα ύψη. Δεν υπήρχε δισκοθήκη που να μην έχει τη "Μικρά Ασία", τη δεκαετία του '70. Από τότε όμως έχουν περάσει πολλά χρόνια. Στις δισκοθήκες της νεολαίας, αμφιβάλλω αν υπάρχει το έργο. Ένα έργο πλούσιο, χυμώδες, ουσιαστικό και προπαντός έντιμο.

Οι μελωδίες που έγραψε ο Καλδάρας, οι στίχοι που έγραψε ο Πυθαγόρας, οι ενορχηστρώσεις που δεν έχουν κανένα ψεύτικο, "φιλολογικό" στοιχείο, μαζί φυσικά, με τις έξοχες ερμηνείες από το Γιώργο Νταλάρα και τη Χαρούλα Αλεξίου, έδωσαν στη "Μικρά Ασία" ένα ειδικό βάρος τέτοιο, που σπανίως συναντάμε σε ελληνικούς δίσκους. Με πιο απλά λόγια: έκαναν το δίσκο από τις πρώτες μέρες της κυκλοφορίας του περιζήτητο και λίγο καιρό αργότερα, κλασικό. Γι' αυτό και υποστηρίζω ότι η "Μικρά Ασία" πρέπει να πάρει τη θέση της και στις δισκοθήκες της νεολαίας- μιας νεολαίας, ασφαλώς, που ενδιαφέρεται για το λαϊκό τραγούδι, στις καλύτερες στιγμές του. Η "Μικρά Ασία" είναι ένας πολύτιμος δίσκος, γιατί όπως είπα, σφραγίζεται και από δύο υπέροχους ερμηνευτές. Το Γιώργο Νταλάρα και τη Χαρούλα Αλεξίου. Και θα πρέπει εδώ να σημειωθεί, ότι μέσα απ' αυτό το έργο ανοίγει ουσιαστικά τα φτερά της η Αλεξίου- μια τραγουδίστρια από τις πιο σημαντικές των τελευταίων 50 χρόνων. Το κύριο βάρος της ευθύνης από πλευράς ερμηνείας πέφτει στους ώμους, ασφαλώς, του Γιώργου Νταλάρα. Που, από εκείνη την εποχή, ύστερα από αλλεπάλληλες επιτυχίες του Κουγιουμτζή, του Λοΐζου, αλλά και του Καλδάρα, δείχνει ότι είναι ένας μεγάλος τραγουδιστής στην ωριμότητά του, ένας τραγουδιστής που ελέγχει πλήρως τα εκφραστικά του μέσα και δίνει στο τραγούδι του, το βάθος, την ποιότητα, αλλά και την δροσιά που το απογειώνουν.

Είμαι απόλυτα σίγουρος ότι ερμηνείες όπως του Νταλάρα και της Αλεξίου, σπάνια αξιώνονται ελληνικοί δίσκοι. Και θέλω να προσθέσω ότι τα τραγούδια: "Μες στου Βοσπόρου τα στενά", "Δυο παλικάρια απ'τ' Αϊβαλί", "Η Σμύρνη", "Γιορτή Ζεϊμπέκηδων", "Πήρε φωτιά το Κορδελιό", και "Μαρμαρωμένος βασιλιάς", είναι διαμάντια του λαϊκού πενταγράμμου!»

ΔΙΑΒΆΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΌΤΕΡΑ https://homouniversalisgr.blogspot.com/







ΛΙΝΑ ΒΑΤΑΝΤΖΗ "Οπτικό Πεδίο του Γαλάζιου"


Βρισκόμαστε στην άκρηουρανού και γης-
μεγαλώνει η απόστασή μας

Ο κόσμος αναδημιουργείται

Βροχή
σβήνει τους δρόμους,
λιακάδα
μεταβάλει τις σκιές,
φτερουγίσματα
εμπλουτίζουν την ηχώ

Κάθομαι στο γραφείο -
μελάνι πετάγεται
από στίχο σε στίχο
το λευκό χαρτί είναι
ορίζοντας αεικίνητος

Ανατρέπεται η πορεία της γης.

Η αγάπη επεκτείνεται,
αλλάζει τα δεδομένα.






ΑΡΧΑΙΕΣ ΕΛΛΗΝΙΔΕΣ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΟΙ

Δεν είναι μία, δεν είναι δύο, δεν είναι δέκα …είναι 40 γυναίκες Μαθηματικοί στην Αρχαία Ελλάδα.!!!!!!! Εκτός από την Υπατία όλες  οι άλλες παραδόθηκαν στη λήθη της Ιστορίας .
Χρειάστηκε να περάσουν 31 αιώνες για να έρθουν και πάλι στο φως και να διεκδικήσουν μια θέση στον επιστημονικό κόσμο, χάρη στην έρευνα που πραγματοποίησε ο μαθηματικός και συγγραφέας Ευάγγελος Σπανδάγος.
Η «σκυταλοδρομία» για την ανακάλυψη των άγνωστων αρχαίων Ελληνίδων μαθηματικών ξεκίνησε για τον βραβευμένο τόσο από τον Παγκόσμιο Όμιλο για την μελέτη των αρχαίων πολιτισμών όσο και από την Ακαδημία Αθηνών μαθηματικό, όταν ένας μαθητής του τον ρώτησε «εκτός από την Υπατία, που αναφέρεται στο σχολικό βιβλίο της Γεωμετρίας, δεν υπήρχαν κι άλλες γυναίκες μαθηματικοί στην αρχαιότητα;». «Γύρισα σπίτι, άρχισα να ψάχνω βιβλία, να ρωτάω φίλους και γνωστούς, αλλά ουδείς γνώριζε κάτι», εξηγεί ο κ. Σπαγδάνος την αφορμή της περιπέτειας του στον κόσμο των γυναικών μαθηματικών. Μια ερευνητική περιπέτεια τεσσάρων ετών μαζί με την επίσης μαθηματικό, κόρη του Ρούλα που είχε ως αποτέλεσμα να εντοπίσει συνολικά 40 γυναίκες μαθηματικούς από τον 10ο αι. π.Χ. έως τον 5ο αι. μ.Χ.



Ποιο ήταν το προφίλ τους; 
Προέρχονται από διάφορες γωνιές του ελληνικού κόσμου. Οι περισσότερες είχαν σπουδάσει πέραν της βασικής εκπαίδευσης. Εκείνες που ανήκαν στην Πυθαγόρειο Σχολή δεν αντιμετώπιζαν προβλήματα, διότι ο Πυθαγόρας έκανε δεκτές γυναίκες στη σχολή του. Υπήρχαν και ορισμένες όμως όπως η Λασθενία από την Αρκαδία που φαίνεται πως φοίτησαν και στην Ακαδημία του Πλάτωνα ντυμένες ως άνδρες, επειδή δεν επιτρέπονταν γυναίκες. Ενδιαφέρον επίσης είναι πως ελάχιστες ήταν παντρεμένες και είχαν παιδιά.
Γιατί έμειναν στην αφάνεια; Κατά ένα μεγάλο ποσοστό, από τη στάση των αρχαίων κοινωνιών προς «τας πεπαιδευμένας γυναίκας», όπου η γυναίκα αντιμετωπιζόταν πάντα ως η διαφορετική, η διεφθαρμένη, η ανώμαλη ή η περίεργη που ξέφευγε από την κλασική εικόνα της νοικοκυράς, συζύγου και μητέρας. Κατά ένα μικρότερο όμως η άγνοιά μας για τις γυναίκες αυτές οφείλεται και στην καταστροφή διαφόρων ιστορικών μαρτυριών με προεξάρχουσα την καταστροφή της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας, ενώ ρόλο παίζει και το γεγονός πως υπάρχει μια αντιπάθεια τόσο προς τα μαθηματικά όσο και προς τα αρχαία ελληνικά.
Υπάρχει πιθανότητα να εντοπιστούν και άλλες γυναίκες επιστήμονες του αρχαίου κόσμου;
Η έρευνα συνεχίζεται και τα πάντα είναι πιθανά. Όσο ψάχνουμε ειδικά σε αραβικά χειρόγραφα τα οποία έχουν διασώσει σε μετάφραση αρχαία ελληνικά έργα που κάηκαν μαζί με τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, υπάρχουν ελπίδες. Ακόμη και σήμερα όμως γυναίκες και μαθηματικά μοιάζουν με έννοιες ασύμβατες. Μάλιστα, ο πρόεδρος του Χάρβαρντ Λόρενς Σάμερς αναγκάστηκε να παραιτηθεί λίγο καιρό μετά τη δήλωσή του πως «οι γυναίκες δεν είναι φτιαγμένες για μαθηματικά!». «Ίσως η αντιμετώπιση των γυναικών που ασχολούνται με τα μαθηματικά να μην έχει αλλάξει πολύ από την αρχαιότητα», λέει στην εφημερίδα η καθηγήτρια στο Μαθηματικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Αθηνών Μαρία Φραγκουλοπούλου. «Ακόμη και σήμερα πολλοί παραξενεύονται όταν ακούνε πως μια γυναίκα είναι μαθηματικός, γεγονός που ίσως οφείλεται στο ότι τα μαθηματικά θεωρούνται δύσκολα. Δεδομένου δε, πως εμείς λογιζόμαστε ως το ασθενές φύλο...».
(:http://www.ellinikoarxeio.com/2010/09/o-ancient-mathematician-women.html#ixzz2cJ5VtL9I)

                                 ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ




ΥΠΑΤΙΑ η «Γεωμετρική» (4ος αι. μ.Χ.): 
Η Υπατία γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια γύρω στο 355μ.Χ. Ήταν κόρη του Θέωνα, ενός πολύ σημαντικού λογίου, μαθηματικού και αστρονόμου ο οποίος έκανε εξαιρετικά σχόλια στα έργα δύο παλαιοτέρων σπουδαίων αλεξανδρινών μαθηματικών και φιλοσόφων, του Πτολεμαίου και του Ευκλείδη. Δίπλα στον πατέρα της η Υπατία έλαβε εξαιρετική μόρφωση, την οποία ανέπτυξε και καλλιέργησε σε τέτοιο βαθμό, ώστε τελικά τον ξεπέρασε. Η ίδια συνέχισε το έργο του πατέρα της, διδάσκοντας φιλοσοφία, μαθηματικά και αστρονομία. Είναι η πιο γνωστή μαθηματικός της αρχαιότητας και η πρώτη γυναίκα επιστήμονας της οποίας η ζωή έχει καταγραφεί με λεπτομέρειες. Παρά το γεγονός ότι τα περισσότερα γραπτά της έχουν χαθεί, υπάρχουν ακόμα πολλές αναφορές σε αυτά. Ήταν η τελευταία ειδωλολάτρισσα επιστήμονας στο δυτικό κόσμο και αναφέρεται ότι δολοφονήθηκε επειδή αρνήθηκε να προσηλυτιστεί στο Χριστιανισμό.

ΑΙΘΡΑ(10ος – 9ος π.Χ. αιώνας) 
Μέσα από την άχλη της ιστορίας ξεπροβάλλει η μυθική μορφή της Αίθρας, κόρης του βασιλιά της Τροιζήνος Πιτθέα και μάνας του Θησέα, με μία άλλη ιδιότητα άγνωστη στους πολλούς. Την ιδιότητα της δασκάλας της αριθμητικής (λογιστικής) με τη χρήση άβακα και συμβόλων. Ιέρεια λοιπόν των απαρχών της πλέον εγκεφαλικής επιστήμης, η Αίθρα μάθαινε λογιστική (αριθμητική) στα παιδιά της Τροιζήνας, με εκείνη την πολύπλοκη μέθοδο, που προκαλεί δέος, μιας και δεν υπήρχε το μηδέν και οι αριθμοί συμβολίζονταν πολύπλοκα, αφού τα σύμβολά τους απαιτούσαν πολλές επαναλήψεις (Κρητομυκηναϊκό σύστημα αρίθμησης) 
Theseus and Aethra, Laurent de La Hyre


ΑΞΙΟΘΕΑ (4ος π.Χ. αιώνας).
Μαθήτρια και αυτή, όπως και η Λασθένεια, της ακαδημίας του Πλάτωνος. Ήλθε στην Αθήνα από την Πελοποννησιακή πόλη Φλιούντα. Έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τα μαθηματικά και την φυσική φιλοσοφία. Αργότερα δίδαξε τις επιστήμες αυτές στην Κόρινθο και την Αθήνα..

ΑΡΕΤΗ η Κυρηνεία (4ος – 3ος π.Χ. αιώνας). 
Κόρη του Αριστίππου, ιδρυτή της Κυρηναϊκής φιλοσοφικής σχολής, η Αρετή (συναντάται και ως Αρήτη) σπούδασε στην ακαδημία του Πλάτωνος. Λέγεται ότι δίδαξε μαθηματικά, φυσική και ηθική φιλοσοφία στην Αττική για αρκετά χρόνια και ότι έγραψε σαράντα τουλάχιστον βιβλία ποικίλου περιεχομένου, από τα οποία τα δύο περιελάμβαναν και πραγματείες για τα μαθηματικά. Μετά τον θάνατο του πατέρα της, τον διαδέχθηκε, κατόπιν εκλογής στην διεύθυνση της Σχολής. Χαρακτηριστικό είναι ότι ανάμεσα στους μαθητές της συγκαταλέγονταν και 100 περίπου φιλόσοφοι. Ο John Morans στο βιβλίο του “Women in Science” αναφέρει ότι το επίγραμμα του τάφου της έγραφε : Το μεγαλείο της Ελλάδος, με την ομορφιά της Ελένης, την πέννα του Αριστίππου, την ψυχή του Σωκράτους και την γλώσσα του Ομήρου”.
Ο υιός της Αρετής, ο Αρίστιππος ο Νεώτερος, προήγαγε σημαντικά την Κυρηναϊκή φιλοσοφία. Κατά τον Αθηναίο (λόγιο, σοφιστή και συγγραφέα, 2ος – 3ος μ.Χ. αιώνας), η Αρετή διηγείτο στους μαθητές της το εξής ανέκδοτο : Όταν κάποιος μαθητής της Ακαδημίας ισχυρίστηκε ότι η τέχνη της αρίθμησης οφείλεται στον Παλαμήδη, ο Πλάτων τον ρώτησε “Ώστε χωρίς τον Παλαμήδη ο Αγαμέμνων δεν θα ήξερε πόσα πόδια του έδωσε η φύσις;”


ΑΡΙΓΝΩΤΗ (6ος π.Χ. αιώνας). 
Φιλόσοφος, συγγραφέας, μαθηματικός από την Σάμο. Ο Πορφύριος την αναφέρει ως θυγατέρα του Πυθαγόρα. “ΑΛΛΟΙ ΔΕ ΕΚ ΘΕΑΝΟΥΣ…ΥΙΟΝ ΤΗΛΑΥΓΗ ΠΥΘΑΓΟΡΟΥ ΑΝΑΓΡΑΦΟΥΣΙ ΚΑΙ ΘΥΓΑΤΕΡΑΝ ΜΥΙΑΝ, ΟΙ ΔΕ ΚΑΙ ΑΡΙΓΝΩΤΗΝ”. Το λεξικό του Σούδα την αναφέρει ως μαθήτρια του Πυθαγόρα.Η Αριγνώτη έγραψε πολλά φιλοσοφικά έργα και μαθηματικό βιβλίο με τίτλο “ΠΕΡΙ ΑΡΙΘΜΩΝ” που χάθηκε. Μετά την διάλυση της Σχολής επέστρεψε στην Σάμο.

Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/









Φορντ Μάντοξ Μπράουν ( 16 Απριλίου 1821 – 6 Οκτωβρίου 1893)

 

Ρωμαίος και Ιουλιέττα, 1870

Ο Φορντ Μάντοξ Μπράουν (Ford Madox Brown, Καλαί 1821 – Λονδίνο 1893) ήταν Άγγλος ζωγράφος, ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της αγγλικής σχολής ζωγραφικής στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα

Ο Φορντ Μάντοξ Μπράουν γεννήθηκε στο Καλαί της Γαλλίας το 1821. Σπούδασε επί δέκα χρόνιας στο Βέλγιο, πρώτα στην Ακαδημία της Αμβέρσας, ως μαθητής του Γκούσταβ Βάπερς (Gustav Wappers), και κατόπιν στην Μπριζ και τη Γάνδη, όπου οι εκεί καθηγητές του εμφύσησαν την παράδοση της ακαδημαϊκής ζωγραφικής του Νταβίντ (David), κλασικού ζωγράφου της Ναπολεόντειας Γαλλίας, και την ιστορικότητα του Ευγένιου Ντελακρουά (Delacroix).
Το 1845, ο Μπράουν επισκέφτηκε τη Ρώμη, όπου γνωρίστηκε με τους Γερμανούς «Ναζαρηνούς», μια καλλιτεχνική ομάδα Γερμανών ζωγράφων, οι οποίοι αρέσκονταν στα μεσαιωνικά θέματα και τα ζωηρά χρώματα. Έτσι, πριν ακόμη εγκατασταθεί στην Αγγλία στα τέλη του 1840, είχε εμποτιστεί από τους «Ναζαρηνούς» καλλιτέχνες με ιδέες παρόμοιες με αυτές των Προραφαηλιτών ζωγράφων, που κυριαρχούσαν την εποχή εκείνη στην καλλιτεχνική ζωή της αγγλικής πρωτεύουσας. Εγκαταστημένος στην Αγγλία, μετά τις σπουδές του στην ηπειρωτική Ευρώπη, γνωρίστηκε με το νεαρό τότε Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι, ο οποίος επηρεάστηκε τόσο έντονα από το έργο του.

Το ζωγραφικό έργο

Ο Φορντ Μάντοξ Μπράουν, αν και δεν ήταν ποτέ μέλος της «Προραφαηλιτικής Αδελφότητας» (Pre-Raphaelite Brotherhood), αισθανόταν ιδιαίτερη συμπάθεια για τους σκοπούς και τις ιδέες του κινήματος. Η τέχνη του, απηχώντας τα θρησκευτικά και κοινωνικά ενδιαφέροντά του, τον κατατάσσει στους προδρόμους του Προραφαηλιτισμού.

Πολλά από τα έργα του, που ανήκουν στην πρώτη περίοδο της καλλιτεχνικής δράσης του, επικεντρώνονται σε ρομαντικά θέματα, με επιρροές από τον Ντελακρουά, όπως ο δραματικός πίνακάς του «Ο Μάνφρεντ στο Γιούνγκφράου», που αρχισε να φιλοτεχνείται το 1840 και ολοκληρώθηκε τον επόμενο χρόνο 1841 στο Παρίσι, με θέμα του το ρομαντικό ποίημα του Λόρδου Βύρωνα «Μάνφρεντ». Ένα άλλο έργο του, εμπνευσμένο και αυτό από ποίημα του Βύρωνα, είναι «Ο δεσμώτης του Τσάιλον» (1843). Η θεματογραφία του Βύρωνα απασχολεί το ζωγράφο και στο πολύ μεταγενέστερο έργο του «Το όνειρο του Βύρωνα» (1874, Πινακοθήκες Τέχνης, Μάντσεστερ).

Ο Μπράουν ασχολήθηκε επίσης, από τα πρώτα ακόμη χρόνια της καριέρας του, με την προσωπογραφία. Κατά τη δεκαετία του 1840, ζωγράφισε τις οικογενειακές συνθέσεις «Ο Δρ. Primose και οι κόρες του (περ. 1840 -41) και «Η οικογένεια Bromley» (1844), αλλά και το πορτρέτο του «Ουίλιαμ Σαίξπηρ» (1849). Επανέρχεται αργότερα στο είδος της προσωπογραφίας με το «Αγγλόπουλο» (1860), ένα πορτρέτο του πεντάχρονου γιου του Όλιβερ, και την προσωπογραφία της δεσποινίδας «Madeline Scott” (1883), κόρης του εκδότη του “ Manchester Guardian”.

Στο χώρο της ιστορικής εικονογραφίας, ο Μπράουν εντυπωσιάζει με τις ελαιογραφίες «Το σώμα του Χάρολντ μπροστά στον Γουλιέλμο τον Κατακτητή» (1844 – 1861, Πινακοθήκη Τέχνης, Μάντσεστερ Αγγλίας) και «Ο Τσώσερ στην Αυλή του Εδουάρδου Γ΄» (Μουσείο Σίντνεϋ, Αυστραλία). Το 1852, ο Μπράουν φιλοτεχνεί την ελαιογραφία με το θρησκευτικό θέμα «Ο Ιησούς πλένει τα πόδια του Πέτρου» (Πινακοθήκη Τέητ, Λονδίνο), ένα δεύτερο αντίγραφο του οποίου, ζωγραφισμένο από τον Μπράουν το 1876, βρίσκεται στην Πινακοθήκη Τέχνης του Μάντσεστερ στην Αγγλία. Στην Πινακοθήκη του Μάντσεστερ υπάρχει επίσης ένας με «ναζαρηνές» επιρροές πίνακάς του, «Πεδία σκληρότητας» (1856 – 1590), όπου ένα μικρό κορίτσι πάει να χτυπήσει το σκύλο του, ενώ πιο πίσω του ερωτοτροπούν δύο εραστές.

Ο πίνακας του Μπράουν με τον τίτλο «Οι τελευταίοι της Αγγλίας» (1852 – 1855) εκφράζει με συγκινητικό τρόπο τον πόνο και την απελπισία της μετανάστευσης, όταν πολλοί Βρετανοί της εποχής του αναγκάζονταν να ξενιτευτούν προς αναζήτηση μιας καλύτερης τύχης. Ήταν η εποχή που και ο ίδιος ο Μπράουν είχε αποφασίσει να μεταναστεύσει στην Ινδία, πλην όμως η πώληση του πίνακά του αυτού, που του επέφερε κάποια οικονομική άνεση, τον απέτρεψε από την απόφασή του αυτή.

 Εργασία, 1852-65

Η αριστουργηματική «Εργασία»

Το αριστούργημα στην όλη σταδιοδρομία του Φορντ Μάντοξ Μπράουν θεωρείται, αναμφισβήτητα, ο μεγαλόπνοος πίνακάς του «Εργασία» (Work, 1852 - 1865), που κατά ένα μέρος του ζωγραφίστηκε στο ύπαιθρο και απεικονίζει διάφορες κατηγορίες δουλειάς, από τη χειρωνακτική ως την πνευματική.

Η πνευματική εργασία συμβολίζεται με τις φιγούρες του Άγγλου ιστορικού Τόμας Καρλάιλ (Thomas Carlyle) και του Αγγλικανού θεολόγου και κοινωνικού μεταρρυθμιστή Φρέντερικ Ντένισον Μώρις (F. D. Maurice), που απεικονίζονται στη δεξιά πλευρά του πίνακα


Οι σπόροι και οι καρποί της Αγγλικής ποίησης, 1845-51
 
 
Ο Τσώσερ στην αυλή του Εδουάρδου Γ΄, 1847-51


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/









Νικόλαος Μάντζαρος ( 26 Οκτωβρίου 1795 – 12 Απριλίου 1872 )

 

Ο Νικόλαος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος (Κέρκυρα, 26 Οκτωβρίου 1795 – Κέρκυρα, 12 Απριλίου 1872) ήταν Έλληνας συνθέτης, ιδρυτής της μουσικής Επτανησιακής Σχολής και θεωρείται από τους ανθρώπους που έβαλαν τις βάσεις για την ελληνική έντεχνη μουσική.
Γεννήθηκε στην Κέρκυρα από εύπορη οικογένεια ευγενών γαιοκτημόνων της νήσου, που ιδιοκτησιακά της στοιχεία βρίσκονται σε έγγραφα από τα μέσα του 16ου αιώνα. Ο πατέρας του, Ιάκωβος Χαλικιόπουλος Μάντζαρος, ήταν έγκριτος νομικός με τίτλους σπουδών από την Ιταλία και ήταν ιππότης που αργότερα προάχθηκε και σε ταξίαρχος του τάγματος των ιπποτών. Η μητέρα του, Ρεγγίνα Τουρίνη, ποιήτρια και μουσικός, προερχόταν από αριστοκρατική οικογένεια, τους Ζάρα (λίμνη της Δαλματίας). Λόγω της ευγενικής και πλούσιας καταγωγής του, ο Μάντζαρος πήρε κληρονομικά τον τίτλο του ιππότη. Το πνευματικό, κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο της οικογένειας είχε όλες τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί το ξεχωριστό ταλέντο του Νικολάου.

Πράγματι, σε ηλικία 8 ετών έδειξε φλογερό ενδιαφέρον για τη μουσική και από τη μητέρα του πήρε τα πρώτα μαθήματα πιάνου και θεωρίας. Σε ηλικία 12 ετών συνέχισε τα μαθήματα πιάνου με το μουσικοδιδάσκαλο Ιερώνυμο Πογιάγο και 14 ετών με τον Στέφανο Πογιάγο, αδελφό του πρώτου, άρχισε μαθήματα βιολιού. Δάσκαλός του υπήρξε επίσης ο καταγόμενος από την Ανκόνα Στέφανο Μορέττι (θεωρητικά). Σε ηλικία 15 ετών ο Μάντζαρος είχε την εξαιρετική τύχη να έχει δάσκαλο τον επιφανή θεωρητικό της μουσικής, τον Ιταλό Μπαρμπάτι, ο οποίος εθεωρείτο από τους φημισμένους μουσικοδιδάσκαλους της Ευρώπης. Από αυτόν ο Μάντζαρος διδάχτηκε συστηματικά για τρία χρόνια αρμονία, κοντραπούντο και φούγκα, καθώς επίσης σύνθεση, οργανογνωσία και ενορχήστρωση.

Το 1813, σε ηλικία μόλις 18 χρονών, παντρεύτηκε τη Μαριάννα, μοναχοκόρη του δούκα Αντωνίου Μερκαντάντε Ιουστινιάνη, της αριστοκρατικής οικογένειας των Κομνηνών Ιουστινιανών, και απέκτησαν μαζί τρεις κόρες και δύο γιους. Οι ευθύνες του γάμου δεν εμπόδισαν τον συνθέτη να εξακολουθεί εντατικά τη μελέτη του στη μουσική και συγχρόνως να παραδίδει μαθήματα δωρεάν στους συμπατριώτες του, πράγμα που εξακολούθησε να κάνει μέχρι το τέλος της ζωής του γιατί πίστευε βαθιά πως είχε καθήκον να ανυψώσει το μουσικό επίπεδο των Ελλήνων. Στη γενέθλια πόλη του παρουσίασε και τα πρώτα του έργα ήδη από το 1815. Από το 1819 συνέχισε τις μουσικές ενασχολήσεις του στην Ιταλία (την οποία επισκεπτόταν κατά διαστήματα), όπου συνδέθηκε ιδιαίτερα με το περιβάλλον του Βασιλικού Ωδείου της Νάπολης και τον περίφημο διευθυντή του Νικολό Αντόνιο Τσινγκαρέλι. Ο Τσινγκαρέλι, μεγάλος δάσκαλος και των Τζοακίνο Ροσσίνι, Βιντσέντζο Μπελίνι, Σαβέριο Μερκαντάντε, εκτίμησε την αφοσίωσή του στη γνήσια ιταλική μουσική σχολή, τον ζήλο του και την ευγένεια της ψυχής του. Επέμενε να τον κρατήσει κοντά του δηλώνοντας δημοσίως ότι ο Μάντζαρος ήταν σε θέση να διδάξει όλους τους δασκάλους της Νάπολης. Το περιβάλλον του ωδείου και η συναναστροφή με σπουδαίους μουσικοδιδασκάλους και συνθέτες σφράγισαν την τέχνη του Μάντζαρου, ο οποίος επέστρεψε οριστικά στην Κέρκυρα το 1826, χωρίς ποτέ να λησμονήσει τους δεσμούς του με τη Νάπολη.

Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός της συχνής αλληλογραφίας του συνθέτη με τον Τσινγκαρέλι και η επιθυμία του δεύτερου (την οποία εκφράζει με επιστολή του το 1885) να του εμπιστευθεί μετά τον θάνατό του τη διεύθυνση του ωδείου της Νάπολης. Τιμή μεγάλη, την οποία αρνήθηκε ο Μάντζαρος ευγενικά γιατί είχε αποφασίσει να ζήσει ανεξάρτητος στην Κέρκυρα και να μορφώσει μουσικά την ελληνική νεολαία.

Για να το επιτύχει αυτό, έδινε δωρεάν μαθήματα θεωρίας και μουσικής και ίδρυσε την Φιλαρμονική Εταιρεία Κερκύρας το 1840 της οποίας έγινε και ισόβιος καλλιτεχνικός διευθυντής. Χάρη σ' αυτές τις εκπαιδευτικές ενέργειες του Μάντζαρου, πολλοί Επτανήσιοι μορφώθηκαν μουσικά και δημιουργήθηκε η πρώτη γενιά Επτανήσιων συνθετών, μεταξύ αυτών και ο Σπυρίδων Ξύνδας, ο Παύλος Καρρέρ και ο Φραγκίσκος Δομενιγίνης. Γι' αυτό ο Μάντζαρος θεωρείται και ο θεμελιωτής της Επτανησιακής Σχολής. Στον χαρακτήρα ήταν ανεξίκακος, γενναιόδωρος, ευγενικός και μετριόφρων. Ήταν πολύ δημοφιλής. Λόγω του έργου του και της κοινωνικής του θέσης, πολλοί Ιταλοί συνθέτες αλλά και Έλληνες ποιητές συνήθιζαν να παρευρίσκονται και να μιλάνε μαζί του, καθώς είχε και στενή σχέση φιλίας με τον Διονύσιο Σολωμό. Αξιόλογοι μουσικοσυνθέτες ζητούσαν την κριτική του. Ο Μάντζαρος εκτός από την άριστη μουσική του κατάρτιση γνώριζε φιλοσοφία, ιστορία, φυσικομαθηματικά και φιλολογία. Μιλούσε πολλές γλώσσες και ασχολήθηκε στη νεότητά του και με τη μουσικοκριτική δημοσιεύοντας ανώνυμα σε πολλά ιταλικά περιοδικά. O ίδιος δεν θεωρούσε τον εαυτό του επαγγελματία μουσικό και αυτοχαρακτηριζόταν "ερασιτέχνης" (αυτός είναι και από τους λόγους που δεν δεχόταν χρήματα για τις υπηρεσίες του).

"Ευγενής στους τρόπους, ευχάριστος στας συναναστροφάς", ο Μάντζαρος ήταν αληθινός αριστοκράτης, ωστόσο είχε πολύ απλή συμπεριφορά. Ήταν ψηλός και φορούσε πάντοτε σκούρα και σοβαρά ρούχα. Όταν έγραφε, μελοποιούσε ή δίδασκε, στεκόταν πάντοτε όρθιος, γι' αυτό είχε ψηλό γραφείο. Αγαπούσε την τάξη και ήταν υπερβολικά ιδιόρρυθμος. Η τέχνη ήταν γι' αυτόν το παν. Ήταν καλός και στοργικός πατέρας και στους φίλους του ευεργετικός.

Δυστυχώς, την 29η Μαρτίου του 1872, ο Μάντζαρος έπεσε σε κώμα κατά τη διάρκεια μαθήματος και τελικά πέθανε στις 12 Απριλίου του ίδιου έτους. Πέθανε τελείως φτωχός καθώς δίδασκε δωρεάν ακόμα και την εποχή που βρισκόταν σε μεγάλη οικονομική δυσχέρεια.

Το έργο του
Σελίδα από partimenti του Μάντζαρου

Το έργο του, χαμένο σε μεγάλο ποσοστό, παραμένει διασκορπισμένο, αταξινόμητο, ανέκδοτο και ανηχογράφητο. Μεγάλο μέρος του βρίσκεται στο αρχείο Γκέλη (που ανακαλύφθηκε τυχαία το 1906 σε υποστατικά του συνθέτη στο Πεντάτι της Κέρκυρας). Ο Μάντζαρος έγραψε τα πρώτα του έργα από την εποχή που ήταν ακόμη μαθητής του Μπαρμπάτι. Με καθοδήγηση του μουσικοδιδασκάλου του έγραψε δραματικά και κωμικά τραγούδια, διωδίες, κ.α. που παρουσιάστηκαν στο θέατρο Σαν Τζάκομο (Κέρκυρα) με μεγάλη επιτυχία.
Σπουδαιότερο έργο του θεωρείται η μελοποίηση του Ύμνου εις την Ελευθερίαν του Διονυσίου Σολωμού, της οποίας το 1865 η πρώτη στροφή της (1829) καθιερώθηκε ως ο Εθνικός ύμνος της Ελλάδας. Ο Μάντζαρος στην πραγματικότητα είχε δημιουργήσει 5 συνολικά μελοποιήσεις για τον Ύμνο εις την Ελευθερίαν, η 1η το 1829 για τετράφωνη ανδρική χορωδία και πιάνο σε 24 μέρη, η 2η το 1837, η 3η το 1839-'40, η 4η το 1844 πιο αντιστικτική σε σχέση με τις τρεις πρώτες και η 5η το 1861 που μοιάζει κυρίως σε εμβατήριο και η 6η.

Η νεώτερη έρευνα, όμως, έχει καταδείξει τις πολυεπίπεδες δραστηριότητες του Κερκυραίου μουσουργού πέρα από τη μονοδιάστατη σύνδεσή του με το σολωμικό Ύμνο. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι είναι ο συνθέτης της μονόπρακτης κωμικής όπερας Don Crepuscolo, που είναι η πρώτη σωζόμενη όπερα Έλληνα δημιουργού (1815). Έχει συνθέσει, επίσης, τα πρώτα γνωστά έργα σε ελληνική γλώσσα για φωνή και ορχήστρα, την 'Aria Greca' (1827), τη συλλογή τραγουδιών 16 Arie Greche (1830) που περιλαμβάνει μελοποιήσεις πολλών ποιημάτων του Σολωμού (Ξανθούλα, Φαρμακωμένη) αλλά και του Θουρίου του Ρήγα Φερραίου,τον κύκλο 6 τραγουδιών σε στίχους του ποιητή Γεώργιου Κανδιανού Ρώμα με τίτλο Οι παλμοί της καρδιάς μου, μελοποιήσεις ιταλικών ποιημάτων αλλά και δικών του στίχων. Είναι επίσης συνθέτης των πρώτων γνωστών ελληνικών έργων για κουαρτέτο εγχόρδων (Partimenti, εργά του Ιταλού Fedele Fenaroli τα οποία ο Μάντζαρος επεξεργάστηκε, περίπου 1850), του πρώτου ελληνικού πιανιστικού ρεπερτορίου, του πρώτου ελληνικού έργου σε μορφή φούγκας, της πρώτης μνημονευόμενης ελληνικής συμφωνίας (χαμένη) αλλά και άλλων πολλών συμφωνιών, καθώς και ο συγγραφέας του πρώτου δοκιμίου μουσικής ανάλυσης (Rapporto, 1851) και των πρώτων μουσικοπαιδαγωγικών συγγραμμάτων στην Ελλάδα.


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/