ΑΡΙΑΔΝΗ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ "ΕΛΛΑΜΨΕΙΣ" Ποιητική Συλλογή


Αριάδνη Πορφυρίου - Ελλάμψεις
Εκδότης: Δρόμων
Μορφή: Μαλακό εξώφυλλο
Έτος έκδοσης: 2020
Αριθμός σελίδων: 54
Διαστάσεις: 21×14
Κωδικός ISBN-10: 9606944379
Κωδικός ISBN-13: 9789606944376


Το οπισθόφυλλο

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ 

ΓΑΛΑΞΙΕΣ

Διάφανη, διάτρητη βραδιά
όπως εγώ.
Ιόντα απόστασης.
Ελλάμψεις.
Βαθύ ποτάμι χιλιομέτρων
όσο απέχουν οι άνθρωποι,
όσο ζυμώνεται η σκέψη.
Στενός ορίζοντας πίσω μας,
μα οι γαλαξίες μπρος μας.
Κόκκινοι γίγαντες.
Pulsars.
Πανσπερμία αστέρων
και ψυχών.
(Ή μήπως είναι όλα αστρική σκόνη
και μαύρες τρύπες;)
Συμπαντικοί κρότοι του άχρονου.
Ενάδες.
Το χρώμα τυφλώνει.
Θα χαθώ σε ένα νεφέλωμα
ιριδίζον και άπιαστο.
Εκεί θα τραγουδήσω,
καταλύοντας το χρόνο
τις αισθήσεις
το είναι μου.

****

ΞΩΤΙΚΟ

Δεν γίνεται να καταβροχθίσουμε την άσφαλτο.
Μόνο το καύμα τυφλώνει.
Η ερημιά της σκέψης.
Σήκωσε αέρα απόψε.
Η πυρκαγιά ήδη λυσσομανάει.
Αλλά τι να σού κάνει ο άνεμος;
Εγκλωβίστηκε κι αυτός,
σα να ’ταν ξωτικό αθόρυβο
με σφαλιστά τα χείλη.
Μια μαύρη αυλαία κρύβει τις φλόγες, όσο εσύ,
εγκλωβισμένος στη δίνη των πρόσκαιρων,
γεμίζεις απόσταση.
Πόσο ρηχά, αλήθεια…
Ακούω σκιές να περπατούν στις μύτες
γελώντας ειρωνικά
πριν καν στέρξεις να μ’ αγγίξεις
πριν βρεις το μονοπάτι.
Σφυριά στο κεφάλι μου.
Χωρίς χάρτη, μόνο με μοναξιά κι οργή,
τι θα γράψεις, ξωτικό;
Ποια ιστορία;

****

ΤΟ ΤΕΛΟΣ

Δε ζούμε πια, το ’χω καταλάβει.
Απλώς υφιστάμεθα.
Όχι μαριονέττες, όχι!
Θύτες και ρουφιάνοι.
Στέκω απέναντι
λαβωμένη.
Ο Ροσινάντε ρουθουνίζει.
Το κόκκινο σάς μύρισε:
Είναι ζεστό ακόμη.
Je la connais la solitude.
Ρωγμή ανάσα οργή.
Όχι όμως ρόγχος.
Κομματιάστηκα
πάνω στις επάλξεις.
Νομίζετε;
Τα βέλη δεν διαπέρασαν το θώρακα.
Το κάστρο είναι φτιαγμένο
από γρανίτη
κι αυτή η χλωμή φιγούρα
είναι ο δράκος του.

****

ΕΞΑΫΛΩΣΗ

Εκεί που τελειώνει το σώμα
σ’ ερωτεύομαι.
Σε πλάθω με κινήσεις αέρινες.
Εκεί που οι αισθήσεις νεκρώνουν
σε μαγεύω.
Εκεί που αρχίζει το δάσος
δίνω γροθιά στο σκοτάδι
από ένα καράβι
με πανί τις λέξεις σου.
Εκεί που κουρνιάζει ο Έρωτας,
αγγίζω το περίγραμμα που φλέγεται.
Αυτό το φθινόπωρο θα ακούσεις
την κλαγγή των πουπουλένιων όπλων
το αέρινο υφάδι της καρδιάς μου.
Αγκάλιασα τη φουρτούνα.
Λάτρεψα τη σκιά.
Ο αντικατοπτρισμός του κορμιού
θα συντροφέψει τις σκέψεις μου.
Εξαΰλωση.
Δεν περίμενα να σ’ αγαπήσω τόσο.

****

ΑΡΙΑΔΝΗ

Δένεται γύρω απ’ το λαιμό μου
η αλυσίδα του Μινώταυρου,
ισχυρότερη των μίτων μου.
Πώς όμως γίνεται
να ’χει μεταξένια υφή;
Τυλίγομαι στα πέπλα μου.
Κρύβομαι πίσω τους.
Αδιόρατο φως πάνω από τις σπηλιές.
Οι τελετές συνεχίζονται.
Πολύχρωμος ο κόσμος
μα αγαπημένος αυτός των ματιών σου.
Μεγάλη παραφωνία τα μαύρα πανιά.
Ο γιος της Αφροδίτης τα τοξεύει.

****

ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΕΙΣ ΑΧΤΙΔΩΝ

Βούτηξα ξανά στην πηγή.
Βγήκα παρθένα.
Ο ήλιος πάνω στο κορμί μου
εξαγνίζει.
Όλα καινούρια.
Τυφλώνομαι.
Οι σκιές των βράχων
δεν με αγγίζουν πια.
Ο Κένταυρος απέναντι
βυθίζει τα μάτια του
στα μάτια μου.
Λυγίζω.
Πόσες ανάσες…
Πόσες προσμονές...
Αναγεννήσεις αχτίδων.

****
ΙΕΡΟΥΡΓΟΣ

Αν κάθε λέξη μας ακροβατούσε
ανάμεσα σε έρωτα και θάνατο
ο χορός του Αρλεκίνου θα σταμάταγε.
Πότε θα σε ξαναερωτευτώ;
Στροβιλισμοί
ασμάτων, σκέψεων, εποχών.
Η πίκρα του σχεδόν.
Τα πάντα στο περίπου.
Μίλια μετριούνται
στη σφαίρα του άχρονου.
Κι αν μπήκε ο χειμώνας, ποιος ενδιαφέρεται;
Στο ηλιοστάσιο μπορεί ν’ ανταμωθούμε
τότε που οι ψαλμοί θα σιγήσουν.
Δεν έχω καμιά απάντηση – για σκέψου…
«Sacra facit vates: sint ora faventia sacris»*
Αυτό θα έπρεπε να αρκεί.

*Προπέρτιος Ωδές 4.6.1.33


Η Αριάδνη Πορφυρίου (λογοτεχνικό ψευδώνυμο της Δρος Χριστίνας-Παναγιώτας Μανωλέα)γεννήθηκε στην Αθήνα και σπούδασε ελληνική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο UniversityCollegeLondon, απ’ όπου αναγορεύτηκε Διδάκτωρ το 2002. Είναι Λέκτωρ Ελληνικής Φιλολογίας στη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων (ΣΣΕ). Διδάσκει στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο (ΕΑΠ) από το 2004 έως σήμερα.Έχει επίσης διδάξει στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστήμιο Πατρών και στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου.

Η ενασχόλησή της με τη φιλολογία και η διδασκαλία της την οδήγησαν σε μονοπάτια λογοτεχνικά.Έχει εκδώσει σε ηλεκτρονική μορφή (e- books)δύο ποιητικές συλλογές (ΚΑΡΦΙ - 2017, Ελλάμψεις - 2018) στα 24 Γράμματα. Στις Εκδόσεις Δρόμων εξέδωσε το 2020 τις συλλογές Ελλάμψεις και Ριζώματα. Ποιήματα από το ΚΑΡΦΙ έχουν δημοσιευθεί στο Ημερολόγιο 2018 των Αιολικών Γραμμάτων (επιμέλεια Κώστα Βαλέτα). Το e-bookΕλλάμψεις έλαβε Α΄ Βραβείο Ποιητικής Συλλογής του 2018 από το λογοτεχνικό περιοδικό «ΚΕΦΑΛΟΣ».Το 2019 το ποίημα «Το αίνιγμα της ζωής» πήρε το Α΄ Βραβείο στον ετήσιο διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (ΠΕΛ). Η Αριάδνη Πορφυρίου έχει επίσης πάρει Γ΄ βραβείο ποίησης από την «Αμφικτυονία Ελληνισμού» (2018 και 2019), Α΄ έπαινο σε διαγωνισμούς της Βιβλιοθήκης Σπάρτου και του Σωματείου «Αθλέπολις» (2019), καθώς και τιμητικές διακρίσεις στον Β΄ Πανελλήνιο Ποιητικό Διαγωνισμό του λογοτεχνικού περιοδικού «ΚΕΦΑΛΟΣ» (2019). Η ενότητα ποιημάτων «Επαναστατών Ιστορίες» δημοσιεύτηκε στην 5η Ομαδική Ποιητική Συλλογή των Εκδόσεων Διάνυσμα (2018), ενώ η συγγραφέας έχει συμμετάσχει στο Ο Χρόνος και ο Λόγος (2018 – freee-book), το Συνομιλώντας με τον ArthurRimbaud (2020 –εκδόσεις Όστρια) και άλλα συλλογικά έργα. Είναι Γενική Γραμματέας της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (ΠΕΛ).







ΗΛΙΑΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ "'Ανθρωπε" Απόσπασμα

 



Ποίηση: Ηλίας Δ. Παπακωνσταντίνου
Απαγγελία: Ευασία Κουτουλάκη
Φωτογραφίες: Τάσος Δ. Παπακωνσταντίνου (flickr: anastasios.pap. / instagram: hole_in_the_day)
Μουσική Υπόκρουση: Erik Satie - Gnossienne No.3
Βίντεο :Evasia Koutoulaki

ΑΝΘΡΩΠΕ Άνθρωπε της κλεισμένης πόρτας άνθρωπε της υγρής καλημέρας άνθρωπε του μοναχικού δωματίου άνθρωπε μοναδικέ και άσημε. Χτυπώ την πόρτα σου ακούω φωνές σιωπής σου λέω καλημέρα κοιτάς το λασπωμένο άστρο. Κατεβαίνεις στους δρόμους με τα παράθυρα στους ώμους πίνεις όλη την βροχή ενός ανείπωτου έρωτα. Οι ειδήσεις ξέχασαν να πουν τον θάνατό σου κι εσύ που δεν ανήκεις πια χαζεύεις το λεύτερο κορμί σου. Άνθρωπε της σφαλισμένης πόρτας άνθρωπε του κόπου, της οργής άνθρωπε ενός άλλου κόσμου άνθρωπε συγχώρα μας για την λύπη σου. Χθες στον δρόμο περπατούσα, σε είδα πάλι άνθρωπε να ψάχνεις δίκιο στον παράδεισο κι ένα ημερομίσθιο σωστό. Αύριο κάποιος θα σε θυμηθεί στην κοίτη ενός μεσημεριού μαζί με τις απορίες σου και το ποδήλατό σου κρεμασμένο. Σήμερα οι ένοχοι κρύφτηκαν πίσω από έναν νόμο με καπέλο κι εσύ πάντα ξέσκεπος και γυμνός απέναντι από την απληστία. Άνθρωπε της φτωχευμένης πόλης. Άνθρωπε της στοχευμένης υποψίας. Άνθρωπε της γειτονιάς των παιδιών. Άνθρωπε των ανεκπλήρωτων ερώτων. Τα λόγια σου μισοειπωμένα τα θέλω σου αντίκρυ στον ήλιο δεμένα τα χέρια σου πάντα ζαρωμένα τα μάτια σου που νοσταλγούν εσένα. Σφιγμένο σώμα μέσα ο νους, έτσι χάθηκαν τα λόγια στο γυαλί, την πόρτα που σε γέννησε χτυπάς κι όλο κλεισμένη πάντα θα την βρίσκεις. Έσβησες την φωτιά της φαντασίας που ήρθε με κύματα εχθές, με δόσεις δίνονται ίχνη από θαύματα κι εσύ φυλάς πόρτες ανοιχτές. Άνθρωπε ξεχασμένε από τα θαύματα. Άνθρωπε με τον αριθμό στο πέτο. Άνθρωπε του χέρσου χωραφιού. Άνθρωπε ακριβό μηχάνημα της γης. Τα χέρια σου τα βρήκα στον κάματο βαθιά ριγμένα και καθαρά τα πόδια σου σαν δέντρα έφηβα περιμένοντας να βλαστήσεις για μας. Τώρα τρίζει το παράθυρό σου κι ο σκύλος σου ξανά γαυγίζει έναν νεκρό ζητάνε τα δωμάτια αυτόν που δεν έκλαψε ποτέ κανένας. Μέθυσες και χόρευες στον ύπνο σου έφτιαχνες λέει ένα καράβι από κρασί αλλόκοτες στιγμές κι εμμονές στον χάρτη σου ήθελες να ΄χες μονάχα ένα παιδί. Άνθρωπε του νοητού ορίζοντα. Άνθρωπε με τον σκυφτό χρόνο στην ψυχή. Άνθρωπε που σε έγειρε η δουλειά που μισούσες. Άνθρωπε στις παρυφές της αναξιοπρέπειας. Πέντε νομάτοι σε συνόδευσαν κι ο σκύλος το ξύλο να δαγκώνει έκλαψε όλη πόλη σαν τον είδανε τι τύχη μέσα στην νεκρή την ζώνη. Δεν χωράς σε μια θάλασσα κρασί για να μεθύσεις τη μέρα σου ως να φύγει περισσεύεις σε μια πλατεία με κενά κι αβγαταίνουν οι συνήθειες των κάστρων. Όλη την μέρα δάκρυα κι όλη νύχτα γέλια ευτυχισμένη μοναξιά σε πέντε τοίχους ανήκει ο κόσμος έλεγες στους τυχερούς και σ΄ όσους τόλμησαν απόψε να πεθάνουν. Άνθρωπε που ράγισες τον ουρανό κι ανέπνευσε ο κόσμος στην φωτιά. Άνθρωπε κανένα ταξίδι δεν σε χώρεσε κι ας έγινες πανί, φτερό και θάλασσα. Άνθρωπε στο χνώτο σου ξενυχτάν οι ανάγκες τους ξέχασες χθες και σήμερα που ήθελες να πας. Άνθρωπε δώσε την σιγή στο πολυβόλο τους στο δειλινό σε βλέπω με ένα άστρο να μεθάς. (Το ποίημα αυτό αποτελεί απόσπασμα του ανέκδοτου ποιήματος "'Ανθρωπε")






ΜΑΞ ΕΡΝΣΤ - Max Ernst ( 2 Απριλίου 1891 - 1 Απριλίου 1976 )

 

Ο Μαξ Ερνστ (Max Ernst, 2 Απριλίου 1891 - 1 Απριλίου 1976) ήταν Γερμανός ζωγράφος και γλύπτης και θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες του κινήματος του υπερρεαλισμού αλλά και εν γένει της μοντέρνας τέχνης. Η τέχνη του χαρακτηρίστηκε από πρωτοποριακά και ρηξικέλευθα στοιχεία, με εμφανείς επιρροές από το σουρρεαλιστικό κίνημα. Επιπλέον, ο Μαξ Ερνστ διακρίθηκε για το συνδυασμό διαφορετικών τεχνικών που χρησιμοποίησε, καθώς και από μία διαρκή αναζήτηση νέων μεθόδων σύνθεσης.

Γεννήθηκε στην πόλη Brühl της Γερμανίας, λίγο έξω από την Κολωνία, γιος του δάσκαλου Φίλιπ Ερνστ και της Λουΐζ Κοπ. Το 1909, σε ηλικία 18 ετών, ξεκινά η φοίτησή του στο Πανεπιστήμιο της Βόννης και ειδικότερα στη σχολή Φιλοσοφίας, ωστόσο σε σύντομο χρονικό διάστημα εγκαταλείπει ολοκληρωτικά τις σπουδές του προκειμένου να αφιερωθεί στην τέχνη. Το 1911 γνωρίζεται και συνδέεται φιλικά με τον Όγκουστ Μάκε, ενώ γίνεται και μέλος της μιας εξπρεσιονιστικής ομάδας καλλιτεχνών (Rheinische Expressionisten) στη Βόννη. Τον επόμενο χρόνο εκθέτει έργα του στην γκαλερί Feldman στηνΚολωνία. Παράλληλα, έρχεται σε επαφή με το έργο του Σεζάν, του Πικάσσο και του Βαν Γκογκ και το 1913 ταξιδεύει στο Παρίσι όπου γνωρίζει αρχικά τον ποιητή Γκιγιώμ Απολλιναίρ και αργότερα τον Ζαν Αρπ με τον οποίο θα αναπτύξει ιδιαίτερη φιλία.
Με το ξέσπασμα του Α' παγκοσμίου πολέμου. ο Ερνστ κατατάσσεται στο γερμανικό στρατό. Παρά την στρατιωτική του θητεία, εξακολουθεί να ζωγραφίζει και το 1916 συμμετέχει σε έκθεση στο Βερολίνο. Μετά το τέλος του πολέμου, επιστρέφει στην Κολωνία το 1918, όπου πραγματοποιεί τα πρώτα του έργα κολάζ ενώ συμμετέχει ενεργά και στη σύσταση της ντανταϊστικής ομάδας στην Κολωνία. Το 1921 εκθέτει για πρώτη φορά έργα του στο Παρίσι και την ίδια περίπου περίοδο αναμειγνύεται στις δραστηριότητες των Γάλλων υπερρεαλιστών. Καταγράφονται και αρκετές συνεργασίες του με άλλους υπερρεαλιστές καλλιτέχνες, όπως τον Πωλ Ελυάρ, τον Χουάν Μιρό αλλά και τον σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ, με τον οποίο συνεργάζεται για την ταινία Χρυσή Εποχή όπου υποδύεται και έναν μικρό ρόλο.


Από αριστερά: Max Morise, Simone Breton, Paul Eluard, Joseph Delteil, Gala Eluard, Robert Desnos, André Breton, και Max Ernst (πάνω στο ποδήλατο). Βλ. monocoleporter. Πηγή: www.lifo.gr

Το 1926 εκδίδει το έργο Φυσική Ιστορία χρησιμοποιώντας την τεχνική του φροτάζ και τρία χρόνια αργότερα εκδίδει το πρώτο μυθιστόρημα-κολάζ με τίτλο Η Γυναίκα Με Τα 100 Κεφάλια. Το 1931 εκθέτει για πρώτη φορά στην Αμερική, στη Julian Levy Gallery της Νέας Υόρκης και με την έναρξη του Β' παγκοσμίου πολέμου αναζητά και πάλι καταφύγιο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου κατορθώνει να εγκατασταθεί χάρη στη βοήθεια του αμερικανού δημοσιογράφου Varian Fry, το 1941. Στην Αμερική, συνδέεται με τον Μαρσέλ Ντυσάν και θεωρείται πως αποτελεί κατά κάποιο τρόπο επιρροή των καλλιτεχνών του αφηρημένου εξπρεσιονισμού.
Ο Ερνστ είχε παντρευτεί 4 φορές. Από την πρώτη του σύζυγο, την δημοσιογράφο και ιστορικό τέχνης Λουίζ Στράους (Luise Straus), απέκτησε έναν γιο, τον Χανς-Ούλριχ Ερνστ, που αργότερα έγινε γνωστός ως Τζίμι Ερνστ και ασχολήθηκε και αυτός με τη ζωγραφική. Στη συνέχεια (1927) παντρεύτηκε την Marie-Berthe Aurenche ενώ λίγο αργότερα συνδέθηκε με την Μεξικανή ζωγράφο Λεονόρα Κάρινγκτον(Leonora Carrington), μέχρι την εισβολή των Ναζί στη Γαλλία και η σύλληψη του Ερνστ από την Γκεστάπο.
Ο Ερνστ κατάφερε να διαφύγει στην Αμερική με την βοήθεια της συλλέκτη έργων Πέγγυ Γκούγκενχαϊμ (Peggy Guggenheim), εγκαταλείποντας την Κάρινγκτον στη Γαλλία. Στην Αμερική (1941) παντρεύτηκε την Γκούγκενχαϊμ, αλλά ο γάμος τους δεν κράτησε πολύ. Το 1946 παντρεύτηκε για τέταρτη φορά. Νέα του σύζυγος υπήρξε η Αμερικανίδα ζωγράφος και γλύπτρια Δωροθέα Τάννινγκ (Dorothea Tanning).
Ο Ερνστ επιστρέφει στην Ευρώπη το 1950 και το 1954 του απονέμεται το πρώτο βραβείο ζωγραφικής στη Μπιενάλε της Βενετίας. Μια σημαντική αναδρομική έκθεση με έργα του παρουσιάζεται στο Μουσείο Guggenheim της Νέας Υόρκης. Πεθαίνει τον επόμενο χρόνο στο Παρίσι.

https://el.wikipedia.org/

ΠΙΝΑΚΕΣ

Οιδίπους, ελαιογραφία (1922)

Η Συνάντηση Των Φίλων

Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/




ΕΜΙΛ ΖΟΛΑ ( 2 Απριλίου 1840– 29 Σεπτεμβρίου 1902 )

 

"Μια κοινωνία δεν είναι ισχυρή παρά μόνο όταν βγάζει την αλήθεια στο άπλετο φως του ήλιου."


Ο Εμίλ Ζολά ( Παρίσι, 2 Απριλίου 1840– Παρίσι, 29 Σεπτεμβρίου 1902) ήταν Γάλλος συγγραφέας, ο πιο σημαντικός εκπρόσωπος της λογοτεχνικής σχολής του νατουραλισμού και σημαντικός παράγοντας της ανάπτυξης του θεατρικού νατουραλισμού. Έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην πολιτική φιλελευθεροποίηση της Γαλλίας και στην απαλλαγή του στρατιωτικού αξιωματικού Άλφρεντ Ντρέιφους, ο οποίος κατηγορήθηκε και καταδικάστηκε άδικα, γεγονός που συνοψίζεται στη διάσημη ανοιχτή επιστολή του με τίτλο "Κατηγορώ". Ο Εμίλ Ζολά ήταν υποψήφιος για Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1901 και το 1902 Το έργο του Εμίλ Ζολά ξεχώρισε όχι μόνο αναδεικνύοντας το ρεύμα του νατουραλισμού, αλλά πρωτίστως επειδή άσκησε τεράστια κοινωνική επιρροή με το έργο και τις παρεμβάσεις του.
Μία από τις πρώτες παιδικές αναμνήσεις του Εμίλ Ζολά ήταν η θύμηση μίας μεγάλης γιορτής που έκανε ο πατέρας του, στην Αιξ-αν-Προβάνς της Γαλλίας το 1844, επ' ευκαιρία των εγκαινίων ενός υδραγωγείου που είχε αναλάβει. Αλλά δεν πήγαιναν πάντα καλά οι δουλειές του κυρίου Ζολά. Όταν πέθανε δύο χρόνια αργότερα, άφησε σχεδόν απένταρους τη γυναίκα του και τον εξάχρονο γιο του.
Τα παιδικά χρόνια του Εμίλ πέρασαν μέσα στη δυστυχία και τη μιζέρια. Το σχολείο που πήγυαινε ήταν τόσο φτωχό και είχε τόσους λίγους δασκάλους, που χωρίς να διαβάζει πολύ ο μικρός Ζολά έβγαλε μ' ευκολία τις πρώτες τάξεις. Η μοναδική χαρά και η πραγματική μόρφωση που πήρε από το σχολείο, ήταν η στενή του φιλία με δύο συμμαθητές του. Ο ένας από αυτούς ήταν οΠωλ Σεζάν, ο μετέπειτα διάσημος ζωγράφος.
Ο Εμίλ, ο Πωλ και το άλλο παιδί ήταν αχώριστοι. Πάντα και οι τρεις μαζί περνούσαν τον καιρό τους τριγυρνώντας στις εξοχές και πάντα κουβαλούσαν στα σακκίδιά τους, εκτός από το φτηνό κολατσιό τους, και το βιβλίο κάποιου διάσημου Γάλλου συγγραφέα.
Όταν ο Ζολά έγινε 18 ετών πήρε μία υποτροφία για το Παρίσι και πήγε με τη μητέρα του να μείνει εκεί. Η μητέρα του ήθελε να τον δει νομικό, ωστόσο εκείνος απέτυχε να περάσει τις απαιτούμενες εξετάσεις δύο χρόνια αργότερα και έφυγε από τη σχολή.
Πέρασε δύσκολα χρόνια γεμάτα στερήσεις και κακουχίες. Ζούσε σε μία κρύα σκοτεινή σοφίτα και συχνά το μοναδικό φαγητό του ήταν επί εβδομάδες ξερό ψωμί και λάδι. Έπειτα άρχισε να ασχολείται με το γράψιμο, εργαζόμενος στο κρεβάτι για να ζεσταίνεται και κρατώντας ένα κερί στο αριστερό του χέρι για να βλέπει.
Στο τέλος ένας φίλος του πατέρα του φρόντισε να μπει κλητήρας σ' ένα εκδοτικό οίκο. Αν και ο μισθός του ήταν μικρός, μπόρεσε να νοικιάσει ένα μικρό διαμέρισμα και να εγκατασταθεί εκεί με τη μητέρα του και αργότερα με τη γυναίκα του. Κατόπιν άρχισε να αρθρογραφεί σε εφημερίδες σχετικά με τη λογοτεχνία, την τέχνη και την πολιτική. Χαρακτηριστικές υπήρξαν οι θέσεις του κατά του Ναπολέοντα και του ιερατείου. Έτσι, μέσα σ' ένα χρόνο, τα έσοδά του αυξήθηκαν χάρη στα άρθρα που έστελνε σε εφημερίδες και στο πρώτο του βιβλίο.
Το πρώτο του έργο δημοσιεύτηκε πριν κλείσει τα 24 του χρόνια. Τρία χρόνια αργότερα παρουσίασε ένα δεύτερο μυθιστόρημα. Η επιτυχία του αυτή τον ενεθάρρυνε και αποφάσισε στα 27 του χρόνια να εγκαταλείψει τη δουλειά του κλητήρα και να κερδίσει το ψωμί του μόνο από την πέννα του. Την επόμενη χρονιά, ο άσημος ακόμα νεαρός συγγραφέας πρότεινε σε έναν πλούσιο εκδότη να του δώσει μία προκαταβολή για να μπορέσει να βγάλει μία σειρά 20 μυθιστορημάτων που αφορούσαν τη γαλλική ζωή. Έτσι, μετά το πρώτο σημαντικό μυθιστόρημά του, Τερέζ Ρακέν (1867), ξεκίνησε μία σειρά έργων με τίτλο “Λε Ρουγκόν Μακάρ. Φυσική και κοινωνική ιστορία μιας οικογένειας υπό την Β΄ Αυτοκρατορία” (Les Rougon-Macquart. Histoire naturelle et sociale d'une famille sous le Second Empire), όπου περιλαμβάνονται περισσότερα από τα μισά μυθιστορήματά του, θέλοντας να αναλύσει με διεισδυτική κριτική ματιά τις πτυχές της τότε γαλλικής κοινωνίας. Σε αυτή τη σειρά συγκαταλέγεται Η ταβέρνα(1877), ένα αριστούργημα το οποίο εμβαθύνει στο φαινόμενο του αλκοολισμού και της φτώχειας στην εργατική τάξη. Επίσης, η Νανά (1880), που με τη συμβολική μορφή μιας πόρνης η οποία διαφθείρει την παριζιάνικη ελίτ, δηλώνεται η κατάπτωση της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρατορίας. Επιπλέον, με το Ζερμινάλ (1885) —το καλύτερο ίσως έργο του— έστρεψε τον προβολέα στις απάνθρωπες συνθήκες εργασίας των ανθρακωρύχων. Η Πτώση είναι το προτελευταίο μυθιστόρημα αυτής της σειράς, η οποία ολοκληρώθηκε το 1893.
Τον ίδιο καιρό είχε δημιουργηθεί μία ομάδα νεαρών λογοτεχνών που αυτοαποκαλούνταν "νατουραλιστές" και θεωρούσαν τον Ζολά δάσκαλό τους, γιατί πρώτος εκείνος είχε χρησιμοποιήσει τη λέξη "νατουραλισμός" για να εξηγήσει τη ρεαλιστική μορφή που έδινε στα έργα του. Το 1880 ο Εμίλ Ζολά ήταν πλέον μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της λογοτεχνικής αστικής τάξης και διοργάνωνε πολιτιστικά δείπνα με τον Γκυ ντε Μωπασσάν, τον Ζορίς-Καρλ Υσμάν και άλλους συγγραφείς στην πολυτελή βίλα του (αξίας 300.000 φράγκων) στο Μεντάν κοντά στο Παρίσι

Portrait d'Émile Zola -
Édouard Manet
Στη συνέχεια, από τη βαθυστόχαστη καταγραφή των κοινωνικών προβλημάτων στράφηκε στη σοσιαλιστική ουτοπία με δύο τριλογίες του, Οι τρεις πόλεις και Τα τέσσερα Ευαγγέλια, με τη δεύτερη να μένει ανολοκλήρωτη. Το 1898, διάσημος πια και σεβαστός, ο Ζολά έμελλε να συνταράξει συθέμελα τη γαλλική κοινωνία και να διακινδυνεύσει τη σταδιοδρομία του καθώς ανακατεύτηκε στην περίφημη υπόθεση Ντρέιφους, που έκανε πάταγο εκείνη την εποχή. Ήταν ο μόνος που υπερασπίστηκε το Ντρέιφους στέλνοντας ανοιχτή επιστολή στο Γάλλο πρόεδρο, η οποία δημοσιεύτηκε στις 13 Ιανουαρίου του 1898 στο εξώφυλλο της παριζιάνικης καθημερινής εφημερίδας L'Aurore, του Ζωρζ Κλεμανσώ, υπό τον τίτλο “Κατηγορώ!”. Ο Ζολά ξεσκέπασε μία μηχανορραφία που κόστισε την ελευθερία στο στρατιωτικό Άλφρεντ Ντρέιφους εξαιτίας του αντισημιτισμού του Υπουργείου Αμύνης. Το γράμμα αυτό προκάλεσε αίσθηση σε όλο τον κόσμο. Η πρόθεση του Ζολά ήταν να κατηγορηθεί ο ίδιος για συκοφαντική δυσφήμιση ώστε να δημοσιοποιήσει τα νέα αποδεικτικά στοιχεία προς στήριξη του Ντρέιφους. Την αποκάλυψη ακολούθησαν δραματικά γεγονότα. Πολλές γαλλικές εφημερίδες τον χτύπησαν, μποϊκοτάρανε τα βιβλία του και ο ίδιος μόλις κατόρθωσε να σωθεί από τη μανία του όχλου δραπετεύοντας στην Αγγλία. Το γράμμα του όμως έφερε το αποτέλεσμα που ήθελε. Έγινε αναθεώρηση της δίκης και ο Ντρέιφους αποδείχτηκε αθώος, γεγονός που οδήγησε και στη μεταρρύθμιση του συστήματος, συμπεριλαμβανομένου τουχωρισμού εκκλησίας και κράτους.
Δυστυχώς ο Ζολά ποτέ δεν τα έμαθε αυτά. Το 1902 πέθανε δηλητηριασμένος από τις αναθυμιάσεις της σόμπας στην κρεβατοκάμαρά του. Στην κηδεία του τον θρήνησαν όχι μόνο οι Γάλλοι αλλά και όλος ο κόσμος.


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/





Χανς Κρίστιαν Άντερσεν ( 2 Απριλίου 1805 - 4 Αυγούστου1875 )


“Ο.τιδήποτε βλέπεις, μπορεί να γίνει ένα παραμύθι και μπορείς να βγάλεις μια ιστορία από ο,τιδήποτε αγγίξεις”



Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν (Hans Christian Andersen, 2 Απριλίου 1805 - 4 Αυγούστου1875) ήταν Δανός λογοτέχνης και συγγραφέας παραμυθιών.
Γεννήθηκε στις 2 Απριλίου 1805 στο Όντενσε, στο νησί Φιονία της Δανίας. Ο πατέρας του με τον καιρό ξέπεσε και δούλευε τσαγκάρης, για να ζήσει την οικογένειά του. Αλλά, μην μπορώντας να αντέξει στη φτώχεια, πέθανε πολύ νέος, αφήνοντας το γιο του το Χανς ορφανό, με τη μητέρα του για μόνο στήριγμα.
Ο Χανς ήταν ένα περίεργο παιδί με εξαιρετική φαντασία. Πολλές φορές τον έβλεπαν να περπατά στο δρόμο σαν ονειροπαρμένος και το μυαλό του δεν το είχε πουθενά αλλού, παρά μόνο στα ποιήματα και στο διάβασμα. Προσπάθησε άδικα να μάθει την τέχνη του πατέρα του. Όταν τέλειωσε το σχολείο των άπορων παιδιών, μπήκε σε ένα ραφτάδικο, για να μάθει την τέχνη, αλλά ούτε και εκεί τα κατάφερε. Το ενδιαφέρον του κέρδισε το θέατρο, όπου αποστήθιζε ολόκληρες σκηνές από τα έργα που έβλεπε. Όταν ήταν με τους φίλους του, του άρεσε να απαγγέλλει και να τραγουδά. Ήταν δεκατεσσάρων χρονών, όταν, κυνηγώντας μια καλύτερη τύχη, έφθασε στην Κοπεγχάγη, με μόνη του περιουσία 30 φράγκα με σκοπό να γίνει ηθοποιός. Έδωσε εξετάσεις στη Βασιλική Σχολή θεάτρου, αλλά ήταν τόσο άσχημος και αδύνατος, που δεν τον δέχτηκαν.
Ευτυχώς είχε ωραία φωνή κι άρχισε να σπουδάζει μουσική, αλλά αρρώστησε ξαφνικά και έχασε τη φωνή του. Έτσι, το μόνο ταλέντο που του έμεινε ήταν το ταλέντο της ποίησης. Οι στίχοι του άρεσαν και βρήκε έναν προστάτη, τον Κέλλαν, που τον έστειλε στο πανεπιστήμιο, όπου κέρδισε μια βασιλική επιχορήγηση. Το 1827 δημοσίευσε ποιήματά του και έπειτα εξέδωσε μια σειρά έργων που του εξασφάλισαν την παγκόσμια δόξα.
Αφού εξέδωσε αρκετά βιβλία, άρχισε τα ταξίδια του. Γύρισε τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Αγγλία, την Ελλάδα, την Ιταλία, την Τουρκία και ταξίδεψε στην Ανατολή. Απόκτησε μεγάλη δόξα και η μεγαλύτερη ευτυχία του ήταν η υποδοχή που του έκανε η ιδιαίτερη πατρίδα του, το Όντενσε, που τον κάλεσε στα 1867. Πέθανε στις 4 Αυγούστου 1875 στην Κοπεγχάγη.


Έργο

Τα παραμύθια του εμφανίζουν καθαρά το δημοκρατικό στοιχείο. Οι κυριότεροι ήρωες των παραμυθιών του είναι φτωχοί και αδικημένοι άνθρωποι, που όμως έχουν ασυνήθιστα ψυχικά χαρίσματα, ευγένεια, ταλέντο, μεγαλοψυχία. Στα έργα του απεικονίζει τη ρεαλιστική και σύγχρονή του ζωή της μικροαστικής τάξης των πόλεων και χαρακτηρίζονται από δράση, χιούμορ και λεπτή σάτιρα. Η δημιουργία του Άντερσεν αποτελεί την κορυφή στις ρεαλιστικές τάσεις της δανικής φιλολογίας του 19ου αιώνα. Διηγήματα, δράματα, αλλά προπάντων παραμύθια, όλα του τα έργα διαπνέονται από γλυκιά μελαγχολία, συγκίνηση και ειλικρίνεια. «Οι δύο Βαρωνέσσες», «Παραμύθια για παιδιά», «Ιστορίες», «Καινούρια Παραμύθια» είναι μερικά από τα έργα του.


Μερικά από τα πολύ γνωστά παραμύθια του είναι:

Den lille havfrue (Η μικρή γοργόνα)
Kejserens nye klæder (Τα καινούρια ρούχα του αυτοκράτορα)
De vilde svaner (Οι αγριόκυκνοι)
Snedronningen (Η Βασίλισσα του χιονιού)
Prinsessen på ærten (Η Βασιλοπούλα και το ρεβίθι)
Tommelise (Η Τοσοδούλα)
Den grimme ælling (Το ασχημόπαπο)
De røde sko (Τα κόκκινα παπούτσια)
Holger Danske (Χόλγκερ ο Δανός)
Den lille pige med svovlstikkerne (Το κοριτσάκι με τα σπίρτα)
Den standhaftige tinsoldat (Το μολυβένιο στρατιωτάκι)
Dyndkongens datter (Η δύναμη της αγάπης)
En rose fra Homers grav (Ένα τριαντάφυλλο από τον τάφο του Ομήρου)


Πολλά από τα παραμύθια του μεταφράστηκαν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου, όπως «Ο γιος του μπαλωματή», που περιγράφει όλη του τη ζωή, «Η ιστορία της μητέρας», «Η ιστορία μιας δραχμής». Επιλογή των παραμυθιών του δημοσιεύτηκε από τις εκδόσεις "ΑΤΛΑΝΤΙΣ" σε μετάφραση Ν.&Δ. Βοσταντζή. Αρκετά από αυτά εμφανίστηκαν και στα Μικρά Κλασσικά Εικονογραφημένα.

Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/





Τζάκομο Καζανόβα ( 2 Απριλίου 1725 – 4 Ιουνίου 1798)


Ο Τζάκομο Καζανόβα (Giacomo Girolamo Casanova, 2 Απριλίου 1725 – 4 Ιουνίου 1798) ήταν Ιταλός τυχοδιώκτης και συγγραφέας, τα απομνημονεύματα του οποίου περιέχουν μεταξύ άλλων μια μακριά σειρά αποπλανήσεων που έκανε το όνομά του συνώνυμο του ακαταπόνητου στην αναζήτηση της ηδονής, και -κυρίως- του ευτυχούς εραστή.

Γόνος ζεύγους ηθοποιών της Βενετίας, σπούδασε νομικά και, κατά τα γραφόμενά του, πήρε δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο της Πάντοβας στα δεκάξι του. Παρά τις σπουδές του -αν αληθεύουν τα περί διπλώματος- ζούσε μέσα στην φτώχια παίζοντας βιολί στους δρόμους και στις ταβέρνες, μέχρι την στιγμή που έσωσε από βαρύ τραυματισμό τον γερουσιαστή κόμη Μπραγκαντίν. Η πράξη του αυτή του προσπόρισε χρήματα για ένα ταξίδι στην Γερμανία και στην Γαλλία, όπου, στο Παρίσι, μυήθηκε στον Τεκτονισμό.

Το 1753 επέστρεψε στην Βενετία κι αμέσως κίνησε την προσοχή των αρχών της Δημοκρατίας με τις αποκρυφιστικές του διδασκαλίες που, κατά τους ανακριτές, σκοπό είχαν την απομύζηση διαφόρων θυμάτων και ιδίως του Μπραγκαντίν. Επί πλέον έγινε ύποπτος ελευθεροφροσύνης.

Ο Μπραγκαντίν -ανακριτής (inquisitore) κι ο ίδιος κάποτε- τον συμβούλεψε να εγκαταλείψει την Βενετία αλλά ήταν αργά. Ο Καζανόβα συνελήφθη και κλείστηκε στα Piombi, στις μολυβδοσκέπαστες φυλακές του δουκικού ανακτόρου (Palazzo Ducale). Αποφασίστηκε χωρίς δίκη η πενταετής φυλάκισή του, αλλά ύστερα από μερικούς μήνες, το 1757, δραπέτευσε.

Πήγε στο Παρίσι, πρόσθεσε στ’ όνομά του τον τίτλο «ιππότης de Seingalt» (Σαινγκάλ) και άρχισε να εκμεταλλεύεται τους αφελείς. Παρίστανε των ειδικό επί διαφόρων ελιξηρίων, έκλεβε στα χαρτιά, κάτι για το οποιο στα απομνημονεύματά του έγραφε με ντροπή, ταξίδεψε στις Βρυξέλλες, όπου πέτυχε ένα δάνειο για λογαριασμό της Γαλλίας από τις Ηνωμένες Επαρχίες (Ολλανδία), επισκέφθηκε τον Ρουσσώ στο Μονμορανσύ και σύμφωνα με τα απομνημονεύματά του είχε φιλοσοφικές συζητήσεις με τον Βολταίρο στο Φερνέ. Ταξίδεψε επίσης στην Αγγλία και στην Ρωσία, προσπαθώντας να πουλήσει μιαν ιδέα διοργάνωσης κρατικών λαχείων. Σε κάθε ταξίδι είχε ερωτικές περιπέτειες με γυναίκες του κόσμου και σε κάθε σταθμό αποπλανούσε όποια του τύχαινε.

Όπου κι αν πήγαινε κατόρθωνε να εισχωρήσει σε αριστοκρατικούς κύκλους ελευθεροτεκτόνων, ροδοσταυριτών ή οπαδών του αποκρυφισμού και να επωφελείται από την ευπιστία των αφελών και από τα χαρτοπαικτικά του τεχνάσματα, μονομαχώντας συχνά –νικηφόρα βέβαια πάντοτε. Αργά ή γρήγορα όμως οδηγούνταν στην φυλακή ή στα σύνορα.

Το 1775, μετά από επανειλημμένες αιτήσεις, του επετράπη να επιστρέψει στην Βενετία. Η κυβέρνηση τον χρησιμοποίησε ως κατάσκοπο αλλά οι αναφορές του περιείχαν περισσότερη φιλολογία παρά πληροφορίες. Απολύθηκε, έγραψε μια σάτιρα εναντίον ενός ευγενούς και αναγκάστηκε να φύγει στην Βιέννη και στο Παρίσι.

Τα τελευταία του χρόνια

Στο Παρίσι γνώρισε τον κόμη φον Βαλντστάιν που τον προσέλαβε ως βιβλιοθηκάριο στον πύργο του τού Ντουξ στην Βοημία. Ο Καζανόβα έζησε εκεί τα τελευταία δεκατέσσερα χρόνια της ζωής του. Αυτός που είχε συναντήσει τόσες προσωπικότητες της εποχής, τον Μεγάλο Φρειδερίκο, την Μεγάλη Αικατερίνη και τόσους άλλους, βρισκόταν τώρα σε μια θέση λίγο ανώτερη από αυτήν του υπηρέτη. Τότε έγραψε στα γαλλικά τα απομνημονεύματά του, την Ιστορία της ζωής μου, εν μέρει επαληθευόμενη και εν μέρει διαψευδόμενη από τα ιστορικά γεγονότα. Πέθανε αφού έπεσε το παλιό καθεστώς και το καθεστώς της Γαληνοτάτης Δημοκρατίας.

Εργογραφία

Ο Καζανόβα έγραψε αρκετά έργα, μεταξύ των οποίων και μια έμμετρη μετάφραση της Ιλιάδας. Αλλά η Histoire de ma vie (Ιστορία της ζωής μου, 1794) είναι το έργο που διασώζει την φήμη του μέχρι της μέρες μας ως υπαρκτού Δον Ζουάν και μεγάλου αποπλανητή. Ανεξάρτητα από το πόση αλήθεια περιέχει, καθώς για τα πάσης φύσεως κατορθώματα του συγγραφέα επιβάλλονται επιφυλάξεις, είναι ένα ανάγνωσμα που διηγείται περιπέτειες που τον έχουν κάνει γνωστό για τις περιπέτειες και τις ερωτοτροπίες του με τις γυναίκες.

 Λόγια του ....
 
Δεν κατακτώ, υποκύπτω.

Είναι μεγάλη δυστυχία για μια ωραία γυναίκα να την ασχημίζει το χαμόγελο. Το χαμόγελο, που μπορεί να ομορφύνει μια άσχημη.

Το μόνο που είναι απαραίτητο είναι να έχεις θάρρος, γιατί η δύναμη χωρίς αυτοπεποίθηση είναι περιττή.

Κάθε γυναίκα με απασχολεί για τρεις μέρες: τη μία μέρα για να την κατακτήσω, τη δεύτερη για να την ικανοποιήσω και την τρίτη για να την ξεχάσω.

Εξετάζοντας την ομορφιά μιας γυναίκας, το πρώτο πράγμα που παρατηρώ είναι οι γάμπες.

Ένας λαός χωρίς δεισιδαιμονίες θα ήταν φιλόσοφος, και οι φιλόσοφοι δεν υπακούν ποτέ.

Η αγάπη είναι κατά τα τρία τέταρτα περιέργεια.

Οι Γάλλοι ζηλεύουν τις ερωμένες τους, ποτέ τις γυναίκες τους.

Ανάμεσα στην ομορφιά και στην ασχήμια, η διαφορά είναι συχνά ανεπαίσθητη.

Έζησα σαν φιλόσοφος και πεθαίνω σαν χριστιανός.
(τα τελευταία του λόγια)

Το Γαλλικό έθνος θα ήταν πιο σοφό αν είχε λιγότερο πνεύμα.

https://www.klik.gr/
 


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/










Carpe " Κατάδυση..."

Federico Sciuca photography - Deep feelings

Αποκαθηλωμένος από την εκμετάλλευση

κρύβομαι στην αποβάθρα

της άνοιξης που έρχεται.

Απλοί χειρώνακτες της ζωής

απελευθερώνουμε τις ανάσες

ένα ξέσπασμα αυθόρμητο

στα άγχη που εισβάλλουν στα στήθη.

Προάγγελος του πόνου

η αποπλάνηση των αισθημάτων.

Αφημένα σε ράφια σκονισμένα

ξεψυχάνε αδύναμα.

Το κατεστημένο σαβανώνει

το νεκρό μου υπόστρωμα.

Μυρωμένα εαρινά απογεύματα

καταδύονται στα παγωμένα σώματα.

Carpe.





...