“Μη φεύγειν τους πόνους ή μηδέ τας τιμάς διώκειν”.
Η παραίτηση του υπουργού Υποδομών και Μεταφορών Κ. Καραμανλή και η συγγνώμη (κάπως αργοπορημένη για πολλούς) του Πρωθυπουργού εξαιτίας του τραγικού δυστυχήματος στα Τέμπη έφεραν στην επιφάνεια τόσο τις ευθύνες των πολιτικών προσώπων όσο και την επιβαλλόμενη σε αυτές τις περιπτώσεις πολιτική ευαισθησία. Κι αυτό γιατί ο πολιτικός πρέπει να είναι έτοιμος να αποδεχτεί τις ευθύνες του γι αυτά που έπραξε, αλλά και γι αυτά που δεν έπραξε, από πρόθεση ή εξ αμελείας.
Η πολιτική, ως η τέχνη του διοικείν επ’ ωφελεία του κοινού συμφέροντος,δεν συνιστά μόνον πηγή προσπορισμού δόξας και τιμών, αλλά και πεδίο δράσης και ενεργειών που προϋποθέτουν και συνεπάγονται μόχθο, κόπο και ψυχικές αντοχές. Κάθε αβελτηρία ή αποτυχία ενός πολιτικού στην άσκηση του λειτουργήματός του κρίνεται αυστηρά από τους πολίτες και προκαλεί την οργή τους στο βαθμό που νιώθουν απογοητευμένοι ή και προδομένοι από τις αποδόσεις του στην θέση που κατέχουν.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις για τις ευθύνες και τις τιμές των πολιτικών προσώπων είχαν διατυπωθεί εδώ και αιώνες από τον Θουκυδίδη που έκρινε με αυστηρότητα και αντικειμενικότητα το έργο των πολιτικών ηγετών. Οι νουθεσίες-προτροπές του είναι διαχρονικές και πάντα επίκαιρες και αποτελούν παρακαταθήκη για τους τρόφιμους της εξουσίας. Ειδικότερα για την περίπτωση της ευθύνης και του έργου των πολιτικών τόνισε:
“ Μην αποφεύγεις του κόπους ή, αλλιώς να μην κυνηγάς τις τιμές”.
Ο ρόλος της Ευβουλίας
Εν τω μεταξύ οι πολίτες της χώρας μας μετά το πρώτο σοκ από το ακατανόητο συμβάν της σύγκρουσης των δύο τρένων, παρακολουθούν άλλοτε με αμηχανία κι άλλοτε με θυμό τις προσπάθειες τόσο των ειδικών όσο και των πολιτικών στην ανίχνευση των αιτιών της ανείπωτης εθνικής τραγωδίας. Άλλοι μιλούν για ανθρώπινο λάθος, άλλοι τονίζουν τις παραλείψεις του ΟΣΕ και των θυγατρικών του και άλλοι επισημαίνουν εμφαντικά την κρατική αβελτηρία.
Έτσι βρέθηκε άλλο ένα πεδίο για διαφωνίες και πολιτικές αντεγκλήσεις που δηλητηριάζουν το πολιτικό κλίμα, προσβάλλουν την μνήμη των νεκρών και δοκιμάζουν τις αντοχές των οικείων των θυμάτων. Όλοι ζητούν ταχύτητα και αντικειμενικότητα στην επισήμανση των αιτιών για την απόδοση ευθυνών αλλά και για την πρόληψη παρόμοιων δυστυχημάτων.
Προς το σκοπό αυτό η δικαιοσύνη πράττει τα δέοντα και η κυβέρνηση συγκρότησε τριμελή επιτροπή. Αποτελεί, ωστόσο, παραδοξότητα η έλλειψη συγκρότησης αντίστοιχων επιτροπών τόσο από τον ΟΣΕ, όσο και από τους εργαζόμενους. Οδηγός μας και σε αυτήν την περίπτωση ο διαχρονικός Θουκυδίδης που επισημαίνει εκείνα τα στοιχεία που διαβρώνουν τις σωστές αποφάσεις και κατά συνέπεια τον πυρήνα της αλήθειας.
“Δύο τα εναντιώτατα ευβουλία είναι, τάχος τε και οργήν” (Δύο πράγματα είναι αντίθετα στη λήψη σωστής απόφασης, η βιασύνη και η οργή).
Η αναζήτηση της εύκολης αλήθειας
Στα ανησυχητικά των ημερών είναι και η ευκολία με την οποία πολλοί και αναρμόδιοι αποφαίνονται για τα αίτια και τους υπευθύνους της σύγκρουσης των δύο τρένων. Άλλοι τάσσονται με την άποψη του ανθρώπινου λάθους και της απόλυτης προσωπικής ευθύνης του σταθμάρχη και άλλοι εγκαλούν την κυβέρνηση και το κράτος για εγκληματικές παραλείψεις στον τομέα της ασφάλειας των σιδηροδρόμων.
Και οι δύο αυτές πλευρές απολυτοποιούν την δική τους εκτίμηση και εύκολα συντάσσονται με την μία ή την άλλη θέση, χωρίς να αποκρύπτονται και οι πολιτικές σκοπιμότητες. Εξάλλου είναι στη φύση πολλών ανθρώπων να τρέπονται στις εύκολες θεωρίες και ερμηνείες χωρίς να αφήνουν περιθώριο για την εγκυρότητα και της αντίθετης άποψης. Ο Θουκυδίδης και στο θέμα αυτό ήταν εύστοχος:
“Ούτως αταλαίπωρος τοις πολλοίς η ζήτησις της αληθείας και επί τα ετοίμα μάλλον τρέπονται” (Τόσο πρόθυμοι είναι οι περισσότεροι άνθρωποι να μπουν στον κόπο να αναζητήσουν την αλήθεια και προτιμούν να ασχολούνται με τα εύκολα).
Οι πολιτικές αντεγκλήσεις
Το νοσηρό κλίμα επιβαρύνουν και οι πολιτικές αντεγκλήσεις για την απόδοση των ευθυνών. Παρατηρείται μία πολιτική τυμβωρυχία και κάθε κόμμα αποδίδει τις ευθύνες στην προηγούμενη κατάσταση-κυβέρνηση. Σε λίγο θα κληθεί σε απολογία και ο Χαρίλαος Τρικούπης γιατί δεν μερίμνησε για την σωστή οργάνωση της πρώτης σιδηροδρομικής γραμμής στην Ελλάδα του 19ου αιώνα.
Μέσα σε αυτές τις παραδοξότητες των πολιτικών διενέξεων επισημαίνεται και η ευθύνη των πολιτών που ενώ φανερά μέμφονται τις ανεπάρκειες του πολιτικού προσωπικού και του συστήματος, αφανώς στις εκλογές επιλέγουν ως αντιπροσώπους τους στη Βουλή τους ίδιους που κατηγορούν για ανικανότητα. Σχετικά και σε αυτό το θέμα-συμπεριφορά επισημαίνει ο Θουκυδίδης:
“Ου τοις άρχειν βουλομένοις μέμφομαι, αλλά τοις υπακούειν ετοιμοτέροις ούσιν”.(Δεν κατηγορώ αυτούς που ασκούν την εξουσία ,αλλά αυτούς που είναι πρόθυμοι να υπακούσουν).
Ο Φόβος
Δεν λείπουν, βέβαια, και εκείνοι που απέχουν εντελώς από την συζήτηση για τα αίτια του θλιβερού συμβάντος είτε από σεβασμό στα θύματα και στην “αφανή” πραγματική αιτία-αλήθεια του γεγονότος, είτε από το φόβο μήπως κατηγορηθούν ως φιλοκυβερνητικοί ή φιλικά προσκείμενος στην αντιπολίτευση. Έτσι σιωπά γιατί αισθάνεται πως αυτοί που τα “ξέρουν όλα” ασκούν μία sui generis εξουσία-τρομοκρατία πάνω τους. Αποτέλεσμα όλων αυτών η ένοχη σιωπή τους, γιατί σε μία δημοκρατία ο φόβος αλλοιώνει την βούληση του λαού και σκιάζει την αλήθεια.
Σχετικά με τον ρόλο του φόβου στην δημοκρατία ο Θουκυδίδης έγραψε με αφορμή τις μεθοδεύσεις των ολιγαρχικών να επιβάλλουν την εξουσία τους στην Αθήνα μετά την Σικελική εκστρατεία:
“Ησυχίαν είχεν ο δήμος και αντέλεγε ουδείς, δεδιώς και ορών ότι πολύ το ξυνεστηκός” (O λαός σώπαινε και κανείς δεν μιλούσε ,γιατί ήταν φοβισμένος και έβλεπε πως οι συνωμότες ήταν πολλοί).
Το Πένθος δεν ταιριάζει στην Ελλάδα
Τελικά ως πολιτικό σύστημα και λαός πρέπει να αποφύγουμε την παραδοχή πως “το πένθος ταιριάζει στην Ελλάδα μας” και να μπορούμε να βρίσκουμε τρόπους να γινόμαστε καλύτεροι ως πολιτικό σύστημα και λαός μετά από κάθε τραγωδία. Η πολιτική εργαλειοποίηση του ανθρώπινου πόνου είναι ατιμία και επαίσχυντη πράξη. Σε ένα τέτοιο συμβάν “είμαστε όλοι ένοχοι".
Θα γίνουμε καλύτεροι ως χώρα, λαός και πολιτικό σύστημα προνοώντας και όχι να ζητάμε κάθε φορά εξιλαστήρια θύματα. Καλές οι προθέσεις και οι διακηρύξεις των πολιτικών μας, αλλά δεν είναι αρκετές αν δεν συνοδεύονται από μέτρα πρόνοιας της χειρότερης εκδοχής ενός ανθρώπινου λάθους. Ο Θουκυδίδης μάς συμβουλεύει και σε αυτό το θέμα:
“Επιθυμία μεν ελάχιστα κατορθούνται, προνοία δε πλείστα” (Με την απλή επιθυμία ελάχιστα κατορθώνονται, ενώ με την επιμελή φροντίδα τα περισσότερα).
Ας γίνουμε Προμηθείς της ζωής μας και όχι Επιμηθείς. Ο Πιττακός ο Μυτιληναίος είχε τονίσει σχετικά με την αξία της προνοητικότητας:
“Συνετών μεν ανδρών, πριν γενάσθαι τα δυσχερή, προνοήσαι όπως μη γένηται. Ανδρείων δε, γενόμενα ευ θέσθαι” (Των φρόνιμων ανθρώπων έργο είναι, προτού αρχίσουν οι δυσκολίες, να παίρνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να μην συμβούν. Των ανδρείων όμως ανθρώπων είναι, όταν οι δυσκολίες παρουσιαστούν, να τις αντιμετωπίσουν με τον σωστό τρόπο).
Μπροστά, λοιπόν, στην φλυαρία των πολλών και στην δοκησισοφία κάποιων ειδημόνων, ας αντιτάξουμε την σιωπή ως ελάχιστο δείγμα σεβασμού σε αυτούς που δεν μπορούν πλέον μιλήσουν (νεκροί και οικείοι των θυμάτων). Μέριμνά μας να πετύχουμε, με την βοήθεια της τεχνολογίας, το μηδέν στο ανθρωπογενές λάθος και σφάλμα και στην τυχαιότητα και να αποδομήσουμε την θεωρία της “απροσδιοριστίας” του Χάιζενμπεργκ.
Ως τότε ας επιλέξουμε την σιωπή, όπως μάς συμβουλεύει και ο Βιτγκενστάιν:
“ Όσα μπορούν να λεχθούν, μπορούν να λεχθούν με διαύγεια και για όσα δεν μπορούμε να μιλήσουμε πρέπει να σιωπούμε”.
· Στο κείμενο γίνεται μία συνειδητή χρήση κάποιων διαχρονικών αληθειών και νουθεσιών του ιστορικού Θουκυδίδη.
https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/