΄Ερημο σπίτι στο νησί αυλή χορταριασμένη Στέγη φευγάτη απ’ τον καιρό και μισογκρεμισμένη.
Λουλούδια δεν ανθίζουνε τα δέντρα μαραμένα πόρτες και τα παράθυρα ερμητικά κλεισμένα.
Αγριεμένη σιωπή μια τραγική φοβέρα την νύχτα αγριεύεσαι αλλά και την ημέρα.
Φυσάει αέρας και περνά μέσα απ’ τις χαραμάδες αλλόκοτος ο θόρυβος λες κι έρχονται αρμάδες.
Καμιά φωνή μες την αυλή μόνο ανατριχίλα σε λίγο θα ναι ένας σωρός με πέτρες και με ξύλα.
Πήγα μια μέρα φώναξα μα ποιος να μ΄απαντήσει εδώ και χρόνια οι κάτοικοι έχουν αποδημήσει.
🌼
ΟΛΟΙ ΚΑΛΟΙ ΚΑΙ ΑΓΙΟΙ
Πολλοί εξαφανίζονται στις δύσκολες τις ώρες όταν περνάς διάφορες εις την ζωή σου μπόρες.
Πρέπει να ξέρεις στην ζωή ότι θα είσαι μόνος γιατί ο άλλος δεν πονεί είναι δικός σου ο πόνος.
Όλοι καλοί και άγιοι φίλοι και συγγενείς σου αλλά στις δύσκολες στιγμές δεν θα ναι πια μαζί σου.
Γουστάρουν την παρέα σου γουστάρουν να σ΄ακούνε μα όταν τους χρειάζεσαι δεν θέλουν να σε δούνε.
Κάποιοι δεν σε γνωρίζουνε και σου γυρνούν την πλάτη και δίχως να τους πείραξες η να ΄χεις κάνει κάτι.
🌼
ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ Σ’ ΑΝΗΚΕΙ
Καθένας παίρνει στην ζωή αυτό που του αξίζει ένας στην στενοχώρια του κι άλλος χαρά γνωρίζει.
Ο ένας πλούτη και λεφτά κι ο άλλος στην μιζέρια τα έχει όλα ο πλούσιος και ο φτωχός τα χέρια.
Σ΄αυτόν τον κόσμο φίλε μου τίποτα δεν σ΄ανήκει όλοι επισκέπτες είμαστε και ζούμε με το νοίκι.
Τι να τα κάνεις τα λεφτά όσα κι αν αποκτήσεις άλλοι θα τα γλεντήσουνε όταν αποδημήσεις.
Θα πάρεις ένα σάβανο και δύο μέτρα χώμα αυτά ανήκουν μοναχά εις το δικό σου σώμα.
O Αθανάσιος Ευστρατίου Δεληγιάννης ζει μόνιμα στη Σαμοθράκη Λαϊκός ποιητής, αρτοποιός στο κύριο επάγγελμα και εθελοντής δάσκαλος παραδοσιακών χορών της Σαμοθράκης.
Με τον τίτλο «Μωχάμετ-Μιχαήλ» κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Ακρίτας το πρώτο μυθιστόρημα της Σταυριανής Ατταλειώτη, ψευδώνυμο της δασκάλας και συγγραφέως Σταυρούλας Χατζηαθανασίου.
Θέμα του η ιστορία ενός παιδιού που ξεφεύγει από τον πόλεμο και την καταστροφή και μεγαλώνοντας μέσα στην αγάπη των ανθρώπων που συνάντησε,καταφέρνει να γίνει επιστήμονας και να γυρίσει στην πατρίδα του για να προσφέρει με όλες του τις δυνάμεις. Ο δρόμος που παίρνει είναι αυτός που άνοιξε ο Σωτήρας του, ο Χριστός.
Πρόκειται για μια ιστορία που θα μπορούσε να είναι και αληθινή. Εκτυλίσσεται σε πραγματικό χώρο και χρόνο και βασίζεται σε ενδελεχή έρευνα της συγγραφέως, η οποία παρακολούθησε τα γεγονότα από τα ΜΜΕ με τη συνέπεια και τη σοβαρότητα του ιστορικού. Επίσης, μελέτησε την ιστορία τους και συγκέντρωσε πληροφορίες για τον πολιτισμό και τις συνήθειές τους. Εκτός των άλλων, έψαξε μέσω Υπουργείου Εξωτερικών και Εσωτερικών, βρήκε το Σύλλογο Αφγανών Ελλάδος, τους συνάντησε για να μάθει τη φράση «θέλω τη μαμά μου»στη γλώσσα τους προκειμένου να ενισχύσει ρεαλιστικά την υπόσταση του μυθιστορηματικού ήρωα.
Ο αναγνώστης παρακολουθεί από πολύ κοντά και με κομμένη την ανάσα τη ζωή απλών ανθρώπων του Αφγανιστάν στην καθημερινότητά τους εν καιρώ ειρήνης και πολέμου και ακολούθως στο δρόμο της προσφυγιάς και της επιβίωσης τους στην Ελλάδα.
Με λίγα λόγια, ο Μωχάμετ-Μιχαήλ, ένα παιδί που έφτασε στην Ελλάδα μέσα από τρομερά δύσκολες συνθήκες, δεν είναι παρά«Ένας άνθρωπος μέσα στο άπειρο σύμπαν… Απειροελάχιστος αυτός, πολεμώντας μέσα σε απρόβλεπτο ωκεανό δοκιμασιών, δυσκολιών, θλίψεων, πόνων, πληγμάτων και τραυμάτων…Άνθρωπος με αίμα και δάκρυα και βάθος απροσμέτρητο, μέσα στη μικρότητά του, την αδυναμία του, τη μοναδικότητά του, την ελευθερία του…».
Σε κάποιον που δικαίως θα μπορούσε να αναρωτηθεί γιατί να επιλέξει ένα ακόμα μυθιστόρημα για το προσφυγικό στον 21ο αιώνα, θα έπρεπε να πληροφορηθεί πως η πένα της Σταυρούλας Ατταλειώτη θα ξεφυλλίσει τα φύλλα της καρδιάς του, θα συγκλονίσει την ψυχή του, θα αφυπνίσει το νου του και θα τον πλημμυρίσει Αγάπη για τον Άνθρωπο, καθώς θα ανακαλύπτει στις σελίδες του την Αλήθεια με όλη της τη σκληρότητα, με όλο το Φως της και τη Δϋναμή της. Θα έχει εν τέλει την εμπειρία να δει ένα παιδί να γίνεται άντρας, παρατηρώντας τις λεπτές πτυχές της ανάπτυξής του στην αγκαλιά των γονιών του και στην αγάπη των ξένων στην περίοδο της ορφάνειας του.
Η τρυφερότητα και η αγριότητα εναλλάσσονται, όπως και στην πραγματική ζωή μέσα από τον δυναμικό και ταυτόχρονα παρηγορητικό λογοτεχνικό λόγο της συγγραφέως, που χειρίζεται την ελληνική γλώσσα αφειδώλευτα και με τη μαεστρία του ειδήμονα, χωρίς να εκπίπτει σε επιτηδευμένες και βερμπαλιστικές προθέσεις επίδειξης.
Ο αναγνώστης θα αισθανθεί ευτυχής βιώνοντας την εμπειρία της ζωής, που ολοκληρώνεται σε διαστάσεις ρεαλιστικές και όχι ουτοπικές και ωραιοποιητικές, που ενισχύουν το αγωνιστικό του φρόνημα και τονώνουν την αισιοδοξία, την πίστη και την ελπίδα του.
Τα πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης και η ψυχογραφική, λαογραφική, κοινωνιολογική, θεολογική και φιλοσοφική διάσταση του έργου, δεν επιτρέπουν την κατάταξή του στα στενά όρια του ιστορικού μυθιστορήματος, αν και με το θέμα και το περιεχόμενό του καταγράφει και γνωστοποιεί με κάθε λεπτομέρεια το ιστορικό πλαίσιο του 21ου αιώνα από τον Νοέμβριο του 2001 ως σήμερα και το επεκτείνει δυνητικά και συνεκδοχικά ως το 2025, που ακόμα δεν έχει έρθει. Και αυτός είναι ένας ακόμα λόγος για να ελευθερωθεί το μυθιστόρημα με τη δύναμη της λογοτεχνίας από κάθε όριο τυπικής κατάταξης και κλισέ, συνήθεια καθιερωμένη της εποχής μας, που για λόγους εμπορικής και άλλης προώθησης, ελαφρά τη καρδία πιέζει τα προϊόντα τέχνης και πολιτισμού να χωρέσουν σε «κουτάκια» τύπου κλουβάκια, κόβοντάς τους τα φτερά, που apriori διαθέτουν.
Σοφία Δ. Νινιού,
Φιλόλογος και Συγγραφέας
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ
«AΓΚΑΜ: Μικρό χωριό κι ασήμαντο κι άγνωστο για τον κόσμο. Ένα από τα πολλά ασήμαντα κι άγνωστα χωριά του ΑΦΓΑΝΙΣΤΑΝ. Ο ουρανός είναι καθαρός και διάφανος. Λάμπουν κι απόψε τ’ αστέρια. Κι είναι μαγεία να κοιτάς τούτον τον καθαρό ουρανό, το γεμάτο από ατέλειωτες ασημένιες λάμψεις, που απόψε έχουν κατεβεί τόσο μα τόσο χαμηλά. Λες κι αν απλώσεις το χέρι θα φτάσεις να τις πιάσεις, να τις κρατήσεις στη χούφτα σου κι ύστερα να τις ρίξεις πάνω σου, να λουστείς μέσ’ στο φως τους…»
«-Όταν μεγαλώσω κι εγώ δε θα παίζουμε;
-Θα είναι λίγο δύσκολο να παίζουμε έτσι, όταν μεγαλώσεις... Γιατί κατσούφιασες; Τι έχεις;
-Γίνεται να μη μεγαλώσω ποτέ;
-Όχι! Αυτό δε γίνεται! Θα μεγαλώσεις και θα γίνεις παλικάρι.
-Και τότε, θα βγαίνω πάλι μαζί σου τη νύχτα να παίζω, και θα με αφήνεις να λύνω την κοτσίδα σου, όπως τώρα;
-Τότε θα έχεις άλλα πράγματα στο μυαλό σου, και δε θα σε νοιάζει γι’ αυτά…
-Θα γίνει δηλαδή αυτό που λέει ο μπαμπάς;… Θα μεγαλώσω, θα γίνω άντρας, θα πάρω όπλα να πολεμάω;…
Χτύπησαν οι έξυπνες βόμβες των Αμερικανών. Στόχος τους; Ο Οσάμα Μπιν Λάντεν. Ποιους χτύπησαν; Αμάχους στο χωριό Αγκάμ. Ξυπόλητους ανθρώπους, ζυμωμένους με τη φτώχεια τους και την ανέχειά τους. Όπου χτύπησαν γκρέμισαν, έσκαψαν τάφους, έθαψαν.
Τι να μείνει όρθιο από τα πλινθόκτιστα κουτιά των σπιτιών τους;
Τρέχουν αλαφιασμένοι όσοι δε χτυπήθηκαν. Δεν ξέρουν πού να τρέξουν, δεν ξέρουν πού πρώτα να πάνε. Ανακατεύονται από δω κι από κει, όπου βλέπουν γκρεμισμένα, χτυπημένα από τις βόμβες. Ένας τραβάει ένα πληγωμένο, άλλος σκοντάφτει σ’ ένα κομμένο πόδι και φωνάζει και τραβάει τα μαλλιά του, άλλοι προσπαθούν να βαστήξουν μια μάννα που χτυπάει τα στήθια της κι ουρλιάζει…
Ουρλιαχτά πόνου φρικτού μαζί με κατάρες ανεβαίνουν προς τα πάνω - αστραπές και βροντές - αυτή τη φορά από τη γης προς τα ουράνια.»
« Σε λίγο δε μπορούσε πλέον να τους δει μέσα στο σκοτάδι. Τα βήματά τους κι οι κουβέντες τους πια δεν ακούγονταν. Κι εκείνος, έξω από το σπιτικό της αδελφής του, πιο άδειος από κάθε άλλη φορά, πιο δυστυχής από ποτέ άλλοτε, έστρεψε το βλέμμα του στο φως του αναμμένου λυχναριού, που τρεμόπαιζε στο άγγιγμα της παγωμένης πνοής του αέρα, που έμπαινε από την πόρτα. Μπήκε μέσα, πήρε ένα χαρτί κι έγραψε με μεγάλα κι ακατάστατα γράμματα:
«Η ΑΪΣΕ ΚΑΙ ΤΑ ΤΡΙΑ ΜΕΓΑΛΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΚΟΤΩΘΗΚΑΝ ΣΤΟΥΣ ΒΟΜΒΑΡΔΙΣΜΟΥΣ. ΤΟ ΜΙΚΡΟΤΕΡΟ ΕΦΥΓΕ ΜΕ ΤΗΝ ΑΔΕΛΦΗ ΤΟΥ ΟΜΑΡ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. ΤΟΝ ΟΜΑΡ ΤΟΝ ΚΑΤΑΠΙΕ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ.»
Άφησε το χαρτί πάνω στο τραπέζι. Έσβησε το λυχνάρι. Βγήκε αφήνοντας την πόρτα ξεκλείδωτη κι ύστερα, τραβώντας κατά την Αγκάμ, χάθηκε μες στο σκοτάδι.»
«Πέρασε ένας μήνας. Τα μικρά τώρα πια μπορούν και συνεννοούνται με την αδελφή Σιλουανή. Δεν έγινε όμως αυτό έτσι αυτόματα. Προηγήθηκε μια νύχτα προσευχής, σα συνέχεια ενός επεισοδιακού βραδινού. ‘Ηταν τότε που ο Μωχάμετ χτυπιόταν πάνω στο κρεβάτι της κλαίγοντας γοερά κι έλεγε στη δική του γλώσσα πράγματα, που εκείνη δεν καταλάβαινε. Ενδιάμεσα και ο Γκιούλ παρενέβαινε λέγοντας κι αυτός τα δικά του. Το βράδυ εκείνο, μέσα στο αδιέξοδό της, την ώρα που στεκόταν μπροστά στην ανοιχτή τους πόρτα χωρίς να μπορεί να κάνει κάτι, ένιωσε την καρδιά της να κλαίει μυστικά. Κι ενώ το στόμα της παρέμενε κλειστό, τα μάτια ξεχείλισαν από δάκρυα. Ο Γκιουλ τα είδε να κυλούν πάνω στα μάγουλά της και μίλησε στο Μωχάμετ, που γύρισε και την κοίταξε. Μόλις εκείνο είδε την έκφρασή της και τα δάκρυά της να κυλούν, σα βολίδα έπεσε πάνω της και κρύφτηκε όσο μπορούσε πιο βαθιά στην αγκαλιά της. Ησύχασε και το δικό της κλάμα.»
«Εν τω μεταξύ η Εμμανουέλα, η γυναικολόγος, η πλούσια και αριστοκράτισσα, έφτασε στο Τσαλαλαμπάντ. Την υποδέχτηκε ο Γαβριήλ. Της πρότεινε να έρθει και να μείνει μαζί τους, ‘’στο πατρικό σπίτι του Μιχαήλ’’, όπως της είπε, αλλά εκείνη προτίμησε να κλείσει ένα δωμάτιο στο πλησιέστερο προς το νοσοκομείο ξενοδοχείο.
Από την επόμενη ημέρα στο νοσοκομείο ήταν τρεις οι γιατροί από την Ελλάδα, που γραμμένοι στους καταλόγους των Γιατρών Χωρίς Σύνορα, πρόσφεραν εθελοντική υπηρεσία, ο καθένας στην ειδικότητά του.
Εκείνη την ημέρα ήρθε στο νοσοκομείο ένα περιστατικό που κίνησε το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του παπα-Μιχάλη. Ένα αγόρι, γύρω στα 16, είχε δύο βδομάδες που δεν έτρωγε τίποτε, παρά τις προσπάθειες των δικών του, οι οποίοι αποφάσισαν τελικά να ζητήσουν τη βοήθεια των ιατρών, φοβούμενοι μήπως και χάσουν το παιδί τους. Η διεύθυνση του νοσοκομείου εμπιστεύθηκε τον ασθενή στα χέρια του παιδιάτρου από την Ελλάδα, χωρίς κανείς άλλος να ασχοληθεί με την περίπτωσή του. Ο πατήρ Μιχαήλ έσκυψε πάνω στο παιδί με πολύ ενδιαφέρον αλλά και αγωνία.»
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ
Στις 29/1/2022 στο Δουρούτειο Πνευματικό Κέντρο στον Κεραμεικό παρουσιάστηκε το μυθιστόρημα«Μωχάμετ-Μιχαήλ» της Σταυρούλας Ατταλειώτη.
Την παρουσίαση ανέλαβαν[με αλφαβητική σειρά] οι:
· Κωνσταντίνος Καφετζόπουλος, πρώην Πάρεδρος του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και νυν Συντονιστής Εκπαιδευτικού έργου
· Ελένη Λιντζαροπούλου, Θεολόγος, Ποιήτρια
· ΣοφίαΔ. Νινιού, Φιλόλογος, Συγγραφέας
· Σταυρούλα Χατζηαθανασίου, Δασκάλα και Συγγραφέας του βιβλίου
Συντόνισε η εκδότρια Μαρία Κοκκίνου.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ της συγγραφέως
H Σταυρούλα Χατζηαθανασίου σπούδασε στην Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία και την Σχολή Εθελοντριών Αδελφών Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού. Εργάστηκε στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση, ως δασκάλα, για 25 συναπτά έτη. Παράλληλα με το διδακτικό της έργο ασχολήθηκε με την εξατομικευμένη διδασκαλία σε παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, αλλά και με την εθελοντική παραγωγή της εκπομπής «Κοινωνικές διαδράσεις» στο Ραδιόφωνο της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Έχει ασχοληθεί με την συγγραφή μυθιστορημάτων, διηγημάτων, αλλά και παιδικών παραμυθιών
Δεν σταματούν οι στράτες. Ο μόχθος δεν κονταίνει τις διαδρομές. Κι όσο προχωράς, έξω από σόλιδους και λέξεις, πάλι πίσω θα γυρνάς, και νέοι δρόμοι θα ξεκινούν στο μυαλό και το αίμα. Μόνο τα μάτια θα δακρύζουν, καθώς δεν θα βλέπουν τις φρυκτωρίες με τους γαλάζιους σταυρούς.
Οι αντιφάσεις κατασκεύασαν το ακαθόριστο. Ήχοι ρυθμικοί παρέσυραν τις αμφιβολίες, τον εγκλωβισμό της ψυχής. Τα κοινά μυστικά συμπορεύονται στα σώματα. Μένω αδρανής , χωρίς φωνή κρέμομαι απ' την εικόνα σου. Συσσωρεύθηκαν τα δάκρυα, τα πάθη εκρεμούν και φθίνουν στο φως της ανατολής. Τις νύχτες παραμονεύω τα βήματα των άστρων, μια χορογραφία που ακολουθεί τ
Με 18 ιστορίες που διαδηλώνουν την πρωτοτυπία τους, εξ ου και «Ιστορίες με γωνίες» εμφανίζεται επίσημα στο εκδοτικό σύμπαν ο Σέργιος Αλεξόπουλος, γέννημα θρέμμα της Αθήνας του ’60, με σπουδές στη λογοτεχνία, το θέατρο και το θεραπευτικό θέατρο, που εργάζεται και στους τρεις τομείς.
Βασικές ασχολίες: Γράφει, ζωγραφίζει και πλέκει με το βελονάκι.
Οι ιστορίες που πραγματεύεται:
Πραγματικά, τι έκανες στον πόλεμο γιαγιά;
Ένας πατέρας περπατά τον δρόμο του γιου του ή μήπως είναι κόρη του;
Σαν κάτι έλθει, το τοπίο αφουγκράζεται.
Τα μήλα του παραδείσου δεν ήτανε χρυσά.
Πώς το λένε το φεγγαράκι;
Ένας ηθοποιός ανάμεσα στη στιγμή και την αιωνιότητα.
Η προδοτική ματιά σ’ έναν καθρέφτη διαβάζει την αλήθεια.
Αγάπη ή Επάρκεια;
Μια μικρούλα χαμένη σε γνωστές και άγνωστες λέξεις.