Aνάλυση της Νόπης Ταχματζίδου στην διηγηματική συλλογή "Αδιέξοδοι καιροί" του Κωνσταντίνου Λίχνου

 


ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ

Η ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΣΗ ΤΗΣ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗΣ ΩΣ ΑΤΟΜΙΚΟΥ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΣΗΜΕΡΑ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΛΙΧΝΟΣ «ΑΔΙΕΞΟΔΟΙ ΚΑΙΡΟΙ»(Εκδόσεις Γράφημα, Θεσσαλονίκη 2022)


Η αλλοτρίωση είναι μια σύνθετη φιλοσοφική έννοια που έχει πολλαπλές (κοινωνικές, ψυχολογικές, πολιτικές, ηθικές) διαστάσεις και αναφέρεται στην αποξένωση του ανθρώπου από την ίδια του τη δραστηριότητα και από τααποτελέσματά της και εντέλει από τον ίδιο του τον εαυτό, επομένως είναι δύσκολο να διερευνηθεί τόσο επιστημονικά όσο –και κυρίως- λογοτεχνικά. Η συλλογή διηγημάτων «Αδιέξοδοι Καιροί» του Κωνσταντίνου Λίχνου (Εκδόσεις Γράφημα, Θεσσαλονίκη 2022) διαπραγματεύεται λογοτεχνικά αυτό το μείζονος σημασίας για τον άνθρωπο και το σύνολο θέμα, καταθέτοντας προβληματισμούς στην κατεύθυνση των αποτελεσμάτωντης αλλοτρίωσης και της βίωσής τους από το κοινωνικό υποκείμενο. Με εξαίρεση το διήγημα «Ο φράχτης», το οποίο εντάσσεται στη μεγάλη παράδοση της ηθογραφίας, τα διηγήματα (θεματολογικά αλλά και αφηγηματικά) διερευνούν την αλλοτρίωση ως ατομική και κοινωνική πραγματικότητα με τους τρόπους, κυρίως, της ρεαλιστικής πεζογραφικής τεχνοτροπίας. Ακόμη και στο διήγημα «Ονείρου Μονόπρακτο» όπου είναι εμφανής ο συμβολισμός, τόσο από την άποψη του περιεχομένου όσο και των τρόπων αφήγησης, εύκολα ανιχνεύεται η πρόθεση τουσυγγραφέα να διερευνήσει το θέμα αυτό. Θα παρουσιάσω τη λογοτεχνική απόδοση της αλλοτρίωσης ως φαινομένου της σύγχρονης ζωής με τεκμηριωτικές αναφορές στα διηγήματα της συλλογής (από τα οποία θα εξαιρέσω τον Φράχτη και το Ονείρου μονόπρακτο ) ορίζοντας στο τέλος των αποσπασμάτων τον τίτλο του διηγήματος, ώστε να διευκολυνθεί η εμβάθυνση στο έργο του συγγραφέα. Για τη διευκόλυνση της ανάγνωσης θα προηγηθεί μια σύντομη αναφοράστην έννοια της εργασιακής αλλοτρίωσης, σύμφωνα με τον εισηγητή της,τον πολιτικό φιλόσοφο ΚάρλΜάρξ.

Στο έργο του Μαρξ, ο όρος αλλοτρίωση συνδέεται με την εργασιακή δραστηριότητα και τις παραγωγικές σχέσεις στις αστικέςκαπιταλιστικές κοινωνίες και δηλώνει την αποστέρηση-αποξένωση του εργαζόμενου τόσο από τα εργαλεία του και τα μέσα παραγωγής όσο και από τον έλεγχο του προϊόντος της εργασιακής-παραγωγικής του δραστηριότητας. Η αποστέρηση-αποξένωση του εργάτη από τα μέσα παραγωγής και από το προϊόν της εργασίας του, έχει ως αποτέλεσμα αυτός να χάνει τον έλεγχο τόσο της ίδιας του της δραστηριότητας όσο και του αποτελέσματός της. Έτσι, η σχέση του εργαζόμενου τόσο με την ίδια την εργασιακή-παραγωγική του δραστηριότηταόσο και με το προϊόν αυτής, διαμεσολαβείται από τη βούληση, τις ανάγκες και το συμφέρον του ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής. Αυτός ο τελευταίος, όχι μόνο καθορίζει τη μορφή και το περιεχόμενο της εργασιακής-παραγωγικής δραστηριότητας, αλλά, εντέλει, ιδιοποιείται, για το δικό του ιδιωτικό όφελος, το αποτέλεσμά της. Από αυτή την άποψη, η εργασιακή-παραγωγική δραστηριότητα παύει να εκφράζει τη δημιουργικότητα, τη βούληση, τις ανάγκες και το συμφέρον του εργαζόμενου και προσαρτάται-εγκλωβίζεται στη βούληση και το συμφέρον του καπιταλιστή.

Έτσι, κατά τον Κ. Μαρξ, η αλλοτριωμένη εργασία στην αστικήκαπιταλιστική κοινωνία «είναι εξωτερική για τον εργάτη, δηλαδή δεν ανήκει στη βαθύτερη ύπαρξή του, […] επομένως ο εργάτης δεν επιβεβαιώνει τον εαυτό του στην εργασία, αλλά αρνείται το εαυτό του, νιώθει μίζερος και καθόλου ευτυχισμένος, δεν αναπτύσσει ελεύθερα την πνευματική του και φυσική του ενεργητικότητα, αλλά απονεκρώνει τη σάρκα του και καταστρέφει το πνεύμα του. Έτσι, ο εργάτης βρίσκει τον εαυτό του μόνο έξω από την εργασία του. Την ώρα της εργασίας του αισθάνεται έξω από τον εαυτό του. Νιώθει άνετα όταν δεν βρίσκεται στη δουλειά του και δεν νιώθει άνετα όταν βρίσκεται στη δουλειά του. Έτσι, η εργασία του δεν είναι εθελοντική, αλλά καταναγκαστική, είναι καταναγκαστική εργασία. Για το λόγο αυτό, η εργασία δεν είναι ικανοποίηση μιας ανάγκης, αλλά ένα μέσο να ικανοποιήσει ανάγκες έξω από αυτήν. Ο αλλότριος χαρακτήρας της, φαίνεται καθαρά από το γεγονός ότι μόλις πάψει να υπάρχει φυσικός ή άλλος εξαναγκασμός η εργασία αποφεύγεται σαν μάστιγα» (Κάρλ Μαρξ, Οικονομικά και Φιλοσοφικά Χειρόγραφα, Γλάρος, 1975, σελ. 95-96).

Στο πλαίσιο αυτό, η αλλοτρίωση συνιστά ένα ιστορικό-κοινωνικό φαινόμενο της αστικήςκαπιταλιστικής κοινωνίας, που έχει ως αποτέλεσμα τόσο την αποξένωση του εργαζομένου από τον ίδιο του τον εαυτό (δηλαδή από τις ανάγκες, τις επιθυμίες και τα συμφέροντά του) ως κοινωνικού παραγωγού όσο και την απώλεια του κοινωνικού χαρακτήρα της εργασίας-παραγωγής, καθώς αυτή προσαρτάται ολοκληρωτικά στο ιδιωτικό καπιταλιστικό συμφέρον. Η εσωτερίκευση στη συνείδηση του εργαζομένου, αυτής της ιστορικοκοινωνικής συνθήκης ως φυσικής και αυταπόδεικτης πραγματικότητας, πέραν κάθε επερώτησης και αμφισβήτησης, βρίσκεται στη βάση της ψευδούς συνείδησης, δηλαδή της συνείδησης που διαμορφώνεται από την κυρίαρχη ιδεολογία της ταξικής και εκμεταλλευτικής κοινωνίας.

Στα διηγήματα του Λίχνου, η εργασία παρουσιάζεταιως ένας παράγοντας ξένος και πολλές φορές εχθρικός προς τον άνθρωπο, ενώ παράλληλα η επιλογή, νομίζω συνειδητή, της λογοτεχνικής διαπραγμάτευσης μέσω του διηγήματος και όχι εκτενέστερων αφηγήσεων (π.χ. μυθιστόρημα ή νουβέλα) βοηθούν στη συμπύκνωση της λογοτεχνικής στόχευσης και στην ανάδειξη των συνθηκών που χαρακτηρίζουν τον εργασιακό χώρο σήμερα.

Έτσι ξεκινά πάντα η ζωή, με βλέψεις και όνειρα, μα σταδιακά η βιοπάλη απομυζά την φαιά ουσία του εγκεφάλου και στραγγίζει τους χυμούς του κορμιού. Μέχρι να μην έχεις κουράγιο παρά μόνο για δουλειά και την απαιτούμενη ξεκούραση για να συνεχίζεις να εργάζεσαι. Μέχρι να πάψει να ρέει η σκέψη και να γιομίσει κόμπους, άλυτους και λιγδιασμένους, ώστε να μην πηγαίνει ποτέ παραπέρα από εκεί που ορίζουν αυτοί που μας περάσαν το χαλινάρι. Απόλυτη προσαρμογή στις συνθήκες, πλήρης υποταγή στην αναγκαιότητα της μισθωτής εργασίας· που όσο πιο ανυπόφορη γίνεται, τόσο αναγκάζεσαι να την παραβλέπεις. Προϋπόθεση επιβίωσης οι ψευδαισθήσεις λοιπόν, κι αυστηρώς απαραίτητο το αφιόνισμα του μυαλού. Αβάσταχτη καταλήγει η ζωή χωρίς αυταπάτες, που θα εξωραΐζουν την επιβίωση σε ζωή, τη σκλαβιά σε εργασία, το ματωμένο υστέρημα σε κομπόδεμα.

(Από το διήγημα «Νόστος»)

Τονίζεται η στείρα επαναληπτικότητα και η ανηλεής λειτουργία της επαγγελματικής ιεραρχίας, επομένως η εκ των άνωθεν επιβολή των επαγγελματικά ισχυρών στους αδύναμους, χωρίς την αναφορά κριτηρίων ποιότητας ή στοιχείων που θα δικαιολογούσαν (αν όχι ηθικά, τουλάχιστον λογικά) τη λειτουργία αυτή. Παράλληλα,απουσιάζουν παντελώς τα στοιχεία του ενδιαφέροντος, της αναζήτησης και της εμβάθυνσης στους επαγγελματικούς ρόλους, που αναλαμβάνουν οι ήρωες των διηγημάτων. Οι παραπάνω παρουσιάζονται να γνωρίζουν τον ισοπεδωτικό τρόπο λειτουργίας της εργασίας σήμερα και να περιορίζουν τις επιδιώξεις τους στην εξεύρεση μιας θέσης, ώστε να καλύπτουν, έστω μερικώς, τις οικονομικές τους υποχρεώσεις.

Έχω την υποψία, πως σχετίζεται με την συνομιλία που είχα πριν μερικές ημέρες με τον κ. Δεσποτόπουλο. Αν είχες μπει στο κόπο να με ρωτήσεις ευθέως... θα σου απαντούσα, πως δεν θυμάμαι καν τα όσα ειπώθηκαν μεταξύ εμού και του προϊσταμένου μας. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, αδυνατώ να ανακαλέσω επακριβώς μονάχα τα όσα είπα εγώ, γιατί απλούστατα δεν συγκρατώ ποτέ κατά γράμμα όσα λέω. Μπορεί αυτό να συμβαίνει διότι είμαι, κατά κάποιον τρόπο, επιπόλαιος ή επειδή έχω στον εαυτό μου εμπιστοσύνη ακράδαντη. Ένας «ψεύτης και δολοπλόκος» επιβάλλεται να έχει μνήμη καλή, μα εγώ τέτοιος δεν είμαι. Παρά τις κατηγορίες που έχουν -κατά καιρούς- διατυπωθεί, δεν έχω υπάρξει ποτέ μου χειριστικός και ουδέποτε έδρασα ως μηχανορράφος ή συκοφάντης! Σε κάθε μεμονωμένη κουβέντα, στην οποία συμμετέχω, νιώθω τη βεβαιότητα πως έχω την ευχέρεια να εκφραστώ δίχως να εκθέσω πρόσωπα και καταστάσεις, εφόσον φυσικά δεν είναι τέτοια η επιθυμία και η πρόθεσή μου.

(Από την «Επιστολή»)


Αυτός ο στείρος βιοπορισμός χαρακτηρίζει το σύνολο της αφήγησης και διαμορφώνει μια έντονη αίσθηση κενότητας και απαισιοδοξίας, κυρίως επειδή, αφ’ ενός οι οικονομικές υποχρεώσεις ποτέ δεν πληρούνται στο έπακρο, οπότε και ο βιοπορισμός ως στόχος της εργασίας δεν ικανοποιείται εξ ολοκλήρου, αφ’ ετέρου διαμορφώνει μια πραγματικότητα βαρετή και λυπηρή για τους ήρωες. Παράλληλα, η επισφαλής εργασία, οι τουλάχιστον ανεπαρκείς όροι μέριμνας για την προστασία ακόμη και της ζωής στους χώρους δουλειάς, η προβληματική λειτουργία των φορέων, που παραδοσιακά επιβλέπουν τον χώρο της εργασίας ώστε να παρεμβαίνουν διορθωτικά υπέρ του εργαζομένου, διαμορφώνουν ένα εφιαλτικό αφηγηματικό παρόν για τους ήρωες και επιτείνουν τη ματαιότητα, αφού αφηγηματικά δεν πορίζονται στοιχεία ώστε να δικαιολογείται μια διαφορετική οπτική και πρακτική για το μέλλον.

Μέσα σε λίγες ημέρες, άλλαξε ο τόπος μας εντελώς και γίνηκε αγνώριστος. Στις πλατείες στήνονταν ολοένα συσσίτια και λαϊκοί έρανοι, ενώ σε κάθε γωνιά ξεφύτρωνε κι απ’ ένα γραφείο ευρέσεως εργασίας. Μαζί με τις συνθήκες, αλλάζαν κι οι άνθρωποι: βολόδερναν φοβισμένοι γυρεύοντας προοπτική, ενώ οι δουλείες ήταν λιγοστές, τα μεροκάματα ισχνά και οι τιμές των αγαθών όλο και αύξαιναν. Οι λαϊκοί ξεσηκωμοί και οι εργατικές απεργίες είχαν καταντήσει φαινόμενο καθημερινό, μα λύση δεν δινόταν.

(Από τον «Καφενέ»)

Η αφηγηματική στόχευση δεν εξαντλείται στην κατάδειξη των όρων εργασίας, που διαμορφώνονται σήμερα, αλλά επεκτείνεται και στα αποτελέσματά τους: απ’ αυτήν την άποψη τα διηγήματα θα μπορούσαν να θεωρηθούν ψυχογραφήματα, αφού παρέχονται επαρκή στοιχεία της ψυχολογίας που χαρακτηρίζει τους ήρωες εξ αιτίας των όρων αυτών , της εικόνας του εαυτού, έτσι όπως διαμορφώνεται επί τη βάσει της εργασιακής ματαιότητας και των συναισθημάτων που βιώνουν, επιβεβαιώνοντας τις τοποθετήσεις κορυφαίων πολιτικών φιλοσόφων (όπως ο Marxεπί παραδείγματι) για τη λειτουργία της αλλοτρίωσης στην ανθρώπινη ψυχολογία.

Όταν ξύπνησα, ο ήλιος είχε ήδη πάρει να δύει. Λίγο θα ξάπλωνα δήθεν, μα κοιμήθηκα με τις ώρες και ξεγλίστρησε μέσα από τα χέρια μου η μέρα ολάκερη. Σάμπως θα έκανα και τίποτα το αξιομνημόνευτο αν έμενα ξύπνιος; Ούτως ή άλλως, αναξιοποίητο θα περνούσε και τούτο το απόγευμα, παρανάλωμα του χρόνου θα γινόταν· όπως και τόσα άλλα -αμέτρητα άλλα- πριν απ’ αυτό. Τουλάχιστον ξεκουράστηκα, και ίσως εδώ να βρίσκεται η ουσία των διακοπών.

(Από τον Άξεινο Πόντο)

Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση επιτρέπει την ταύτιση με τους κεντρικούς ήρωες και την ανάδειξη των χαρακτηριστικών τους. Τονίζεται η θλίψη, η δυστυχία, η παντελής έλλειψη χαράς και αισιοδοξίας : οι ήρωες δεν καταθέτουν οράματα για το μέλλον, δεν ονειρεύονται καν, λειτουργούν παθητικά υπομένοντας απλώς την εργασιακή πραγματικότητα, που έχει διαμορφωθεί. Αυτό επιδρά στις σχέσεις που διαμορφώνουν με τους άλλους και –κυρίως- με τον εαυτό τους. Οι σχέσεις παρουσιάζονται προβληματικές και στρεβλές, στις οποίες κανείς δεν επενδύει χρόνο και κυρίως συναισθήματα και επομένως δεν ικανοποιούν ούτε στοιχειωδώς την ανάγκη του ανθρώπου για μοίρασμα, επικοινωνία, κοινωνικότητα.

Χαμήλωναν τα μάτια σκύβοντας το κεφάλι και προχωρούσαν ακάθεκτοι. Έτσι περιδιάβαιναν οι άνθρωποι στο μικρό πεζοδρόμιο, δίπλα από τη στάση του λεωφορείου. Νευρικοί σαν να είχαν αργοπορήσει, και ενοχικοί, λες κι αναγνώριζαν κάτι το επιλήψιμο στο γεγονός πως απέφευγαν κάθε επαφή με το περιβάλλοντα κόσμο. Χαμοκοιτώντας προσπερνούσαν τους πάντες και αντιπαρέρχονταν τα πάντα, έχοντας το βολικό πρόσχημα της αναγκαίας βιασύνης. Μιας βιασύνης που θα μπορούσε να αποκαλύπτει απάθεια αλλά και φόβο συγκαλυμμένο.

(Από το διήγημα «Η στάση¨)

Ο εαυτός επίσης παρουσιάζεται ξένος, αλλότριος, ένας τόπος μακρινός, αγαπημένος μεν αλλά άγνωστος, και έτσι παρέχονται λογοτεχνικά τα στοιχεία της αλλοτρίωσης. Οι ήρωες δεν έχουν συγκροτηθεί ως προσωπικότητες, παρουσιάζονται δειλοί, ανίκανοι πολλές φορές να πάρουν μια απόφαση -ακόμη κι αν αυτή αφορά απλά θέματα της καθημερινότητας-, αντιφατικοί στις επιλογές τους, αδύναμοι στη λήψη και εφαρμογή αποφάσεων για την προσωπική τους ζωή.

Κανείς δεν κοντοστέκεται ούτε στιγμή, όλοι τους προχωρούν αδιάλειπτα. Μια αδιάκοπη ροή περαστικών κατακλύζει τα πάντα και ξεχύνεται προς κάθε κατεύθυνση. Ένα άπειρο σύνολο πεπερασμένων κορμιών, αμιλλώμενο την υπεραριθμία των αυτοκινήτων που διασχίζουν το δρόμο. Η γλώσσα του σώματος, η σημειολογία της κίνησης, στέλνει περίτρανα το μήνυμα: «Μην ενοχλείτε!» Κάποιοι το κατορθώνουν αυτό φορώντας ακουστικά, άλλοι με το να δείχνουν απορροφημένοι στο κινητό τους τηλέφωνο. Παραδομένοι όλοι τους σε μια βουβαμάρα απόκοσμη, αρκούμενοι μονάχα στο να κρυφοκοιτάζουν αδέξια τους διπλανούς τους και, πότε-πότε, να ψευτογελούν λυπηρά.

(Από τη «Στάση»)

Ακολουθούν μια ρότα ζωής η οποία, χωρίς να έχει επιλεγεί στη βάση της συνειδητότητας, καθορίζει το σύνολο των προσωπικών επιλογών και, παράλληλα, εκτός από το παρόν διαμορφώνει και τις συνθήκες του μέλλοντος: αυτή η αίσθηση της ματαιότητας στις επαφές με τον εαυτό και τους άλλους καθορίζει, νομίζω, την αφηγηματική στόχευση και ερμηνεύει τη χρήση των εκτενών περιγραφών, που αναφέρονται στην ψυχοσυναισθηματική κατάσταση των ηρώων, τον ελεύθερο πλάγιο λόγο αλλά και τα πολλά σχόλια που χαρακτηρίζουν τους τρόπους της αφήγησης. Μόνο η επαφή με τη φύση φαίνεται ότι είναι ικανή να συγκινήσει ψυχικά τους ήρωες και να τους παρακινήσει σε δράση, κυρίως επειδή τα χαρακτηριστικά της έρχονται σε άμεση και κάθετη αντίθεση με το αστικό περιβάλλον, που επιτείνει την αίσθηση της εσωτερικής σύγχυσης που βιώνουν.

Να χαθεί το μάτι μου στις απόκρημνες βουνοπλαγιές, τις αλλεπάλληλες λοφοσειρές και τα πυκνόφυτα δάση της Ακαρνανίας. Να ακολουθήσω το ντροπαλό βουητό του νερού απ’ τους παραπόταμους του Αχελώου. Το βουητό εκείνο, που τον χειμώνα, μετά από βροχές, γίνεται βροντερή οιμωγή· Και το ρέμα πίσω απ’ το σπίτι μου, χιμά σαν αποχαλινωμένο θεριό, για να ξεριζώσει τα πάντα. Να συμπαρασύρει κλαδιά, πέτρες, χώμα και θύμησες, ενώ ο κρυφός του καημός, είναι ν’ αφανίσει το πέτρινο γεφύρι που αιωρείται από πάνω του σαν φοβερό χαλινάρι. Σε εκείνο τον τόπο, ίσως και να κατόρθωνα να μονιάσω με τη μηχανή μου, ίσως να έπαυα να την περιφέρω άσκοπα, σαν εγκόλπιο ακαλαίσθητο που μου πιέζει το στήθος (...)Εδώ στην πόλη, δεν ξεφεύγω ποτέ, με κατατρύχουν διαρκώς οι ίδιες εικόνες. Ανάκατες και συχνά ελαφρώς παραλλαγμένες, μα ουσιαστικά ίδιες, όμοιες σαν τους αστέγους και τους επαίτες που καθημερινά προσπερνώ, αυτούς που ‘χουν πια καταλήξει να φαντάζουν μορφές ασχημάτιστες. Στην πόλη, οι εικόνες με ταράζουν και μ’ αποδιώχνουν ολότελα. Όχι, να τις απαθανατίσω δεν θέλω, μα ούτε και να τις αφήσω να καταγραφούν μέσα μου.

(Από το«Ο άνθρωπος με τη φωτογραφική μηχανή»)

Ο έρωτας,επίσης, ως κινητοποιός δύναμη του ανθρώπου, απουσιάζει παντελώς. Με εξαίρεση τους ήρωες του διηγήματος «Νόστος», όπου υπάρχει επικοινωνία στη βάση της συντροφικότητας, τόσο τα κεντρικά όσο και τα δευτερεύοντα πρόσωπα των διηγημάτων, μολονότι είναι νέοι άνθρωποι, δεν ερωτεύονται, δεν εκστασιάζονται, ούτε συγκινούνται σ’ αυτό το επίπεδο: λείπουν τα σκιρτήματα της καρδιάς, οι κινήσεις των σωμάτων, το ονειροπόλημα που χαρακτηρίζει τον έρωτα και έτσι επιτείνεται η συναισθηματική κατάσταση που βιώνουν αλλά και επιτυγχάνονται λογοτεχνικά οι στόχοι της αφήγησης: η αλλοτρίωση εγκλωβίζει τα άτομα σε μια επαναλαμβανόμενη άχαρη πραγματικότητα από την οποία απουσιάζουν όλα τα στοιχεία που μπορούν να λειτουργήσουν παρακινητικά στην ενεργητική κατάφαση της ζωής.

Πέντε μέρες έχω να βγω έξω. Π έ ν τ ε ολόκληρες μέρες. Κλεισμένος! Κι έφτασα να σιχαίνομαι το ίδιο μου το σπίτι. Πόσο ν’ αντέξεις μέσα σε τέσσερις τοίχους; Είναι τόσο αδιανόητες οι συνθήκες της διαβίωσής μας πλέον, που κατέληξα να χρησιμοποιώ κάθε δυνατό μέσο για να τις υπομένω.

(Από την «Επιδημική κρίση»)


Ο αφηγητής συνειδητοποιεί τα προσωπικά αδιέξοδα των ηρώων του, «συμπάσχει» μαζί τους, τους ακολουθεί στην καθημερινή τους διαδρομή, αντιλαμβάνεται την πραγματικότητά τους(εξωτερική και εσωτερική), κατανοεί τις αντιφάσεις τους και συγκινείται από το δράμα των απλών αυτών ανθρώπων που ζουν μια ζωή ισοπεδωτική, η οποία ακυρώνει το «κοινωνείν» και μαζί μ’ αυτό τον ίδιο τον εαυτό.

Ξένος πορεύτηκα στο Μόναχο, ξένος βαδίζω κι εδώ και τα παιδιά μου θα είναι ξένα ολούθε. Κι αυτά τα χώματα σαν ξένος τα πατώ τώρα, παρόλο που από παντού αναδύεται η ξεγνοιασιά των παιδικών μου των χρόνων.(…) Το άσχημο δεν είναι να ξεριζώνεσαι όμως, ούτε το να κατοικείς σε άγνωρα μέρη με συνήθειες παράξενες. Το άσχημο είναι να καταλήγεις ξένος στους δικούς σου ανθρώπους. Τι πιο αλλότριο άλλωστε, από το οικείο που με το χρόνο καθίσταται αγνώριστο;

(Από τον «Νόστο»)


Παράλληλα, η λογοτεχνική παρουσίαση της ψυχικής κατάστασης των ηρώων του διηγήματος γίνεται ρεαλιστικά, χωρίς υπερβολές: ο αφηγητής παίρνει από το χέρι τους ήρωες αλλά και τους αναγνώστες και τούς παρουσιάζει μια πραγματικότητα λυπηρή, πολύ προβληματική ακόμη και αρρωστημένη, με διάθεση,όμως, παιδαγωγική και διδακτική. Στόχος είναι η κατάδειξη της νοσηρής πραγματικότητας, η κατανόηση των όρων δημιουργίας της και κυρίως των αποτελεσμάτων της και η κινητοποίηση τελικά των δεκτών στην κατεύθυνση της αναζήτησης ιδανικών -όχι αναγκαστικά στον χώρο εργασίας- και τρόπων διαμόρφωσης μιας νέας πραγματικότητας, η οποία θα δομείται στη βάση της ομαλής σχέσης με τον εαυτό, του υγιούς οραματισμού του μέλλοντος, της έλλογης αισιοδοξίας, της συνύπαρξης.


Πρόκειται για ένα λογοτεχνικό εγχείρημα, το οποίοέμπρακτα αμφισβητεί την τοποθέτηση σύγχρονων κριτικών λογοτεχνίας, ότιπολλά από τα λογοτεχνικά έργα που κυκλοφορούν σήμερα δεν έχουν κάτι να πουν, κάτι να προσθέσουν στον σωρό των νέων αφηγήσεων: το έργο έχει να πει πολλά και σημαντικά, τόσο για εμάς τους μεσήλικες, που με λύπη βλέπουμε τα αποτελέσματα των παρελθοντικών επιλογών μας στο παρόν, όσο -και κυρίως- για τους νέους ανθρώπους, που ακυρώνονται καθημερινά εξ αιτίας των συνθηκών που δημιουργήθηκαν χωρίς τη συμμετοχή τους, αλλά κυριαρχούν με την συμμετοχή τους (η οποία είναι άκριτη, χωρίς συνειδητότητα, αποσπασματική, αλλά πάντως συμμετοχή).

Η συλλογή δομείται απολύτως στους στόχους της, δεν πλατειάζει με την παρεμβολή εμβόλιμων στοιχείων αφηγηματολογίας, τα οποία κουράζουν τον δέκτη και αποπροσανατολίζουν από τις λογοτεχνικές στοχεύσεις, και παράλληλα η ελληνική γλώσσα ως όργανο παρέχεται από έναν αφηγητή, που μπορεί να μην έχει τη σκευή του φιλολόγου, αλλά αποδεικνύεται ικανότατος στον χειρισμό της, τόσο ως προς την διαπραγμάτευση τόσο λεπτών για τον άνθρωπο ζητημάτων όσο και ως προς την ανάδειξή τους ως κυρίαρχων στο πλαίσιο της κοινωνικής συμβίωσης. Παράλληλα, η επιλογή του είδους του διηγήματος (το οποίο έχει χαρακτηριστεί αφήγημα της μιας ανάγνωσης) διευκολύνει την εστίαση των αφηγηματικών στόχων, αλλά και την κατανόησή τους ακόμη και από άπειρους αναγνώστες, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις μιας λογοτεχνικής ανταποκρισιμότητας που σπανίζει στη σύγχρονη εποχή.

Ο Κωνσταντίνος Λίχνος, δεν είναι ένας κομήτης που έτυχε να περάσει από δίπλα μας. Ο Κωνσταντίνος Λίχνος, με τα ωραιότατα ελληνικά του, την εμβάθυνση στα κοινωνικά φαινόμενα, την κατανόηση των όρων διαμόρφωσης της ανθρώπινης συμπεριφοράς, τη λογοτεχνική διαπραγμάτευσηφλεγόντων σύγχρονων προβλημάτων, που άπτονται φιλοσοφικών και κοινωνιολογικών τοποθετήσεων με στόχο την κατανόησή τους από τον δέκτη και όχι τον πρόσκαιρο εντυπωσιασμό,ήλθε για να μείνει!



Νόπη Ταχματζίδου 

Απόφοιτος του τμήματος φιλολογίας του πανεπιστημίου Κρήτης. Έχει επιμεληθεί πλήθος μαθητικών εκδόσεων και έχει εισηγηθεί και εφαρμόσει ποικίλες καινοτόμες εκπαιδευτικές
δράσεις. Συμμετείχε στην έκδοση του βιβλίου τοπικής ιστορίας του ΟΕΔΒ «Διδυμότειχο Καστοριά: από τον μεσαίωνα έως σήμερα». Τον Σεπτέμβριο του 2021 κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΓΡΑΦΗΜΑ το βιβλίο της "Το Λογοτεχνικό σχόλιο στη Νεοελληνική γλώσσα". Κριτικές μελέτες της έχουν δημοσιευτεί στον τύπο (ηλεκτρονικό και έντυπο).


Βιογραφικό του συγγραφέα:

Ο Κωνσταντίνος Λίχνος, πτυχιούχος Μηχανικός Πληροφορικής & Επικοινωνιών, γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας. Είναι συνεργάτης των εκδόσεων «Γράφημα», Αντιπρόεδρος του Φιλολογικού Ομίλου Θεσσαλονίκης, και επικεφαλής του τμήματος Πεζογραφίας αυτού. Συντάκτης Πεζογραφίας, Δοκιμίων και Ποίησης στο «Λογοτεχνικό Δελτίο», έντυπη φιλολογική ύλη τριμηνιαίας κυκλοφορίας.

Έχει διακριθεί σε πολυάριθμους πανελλαδικούς και παγκόσμιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς (στις κατηγορίες του δοκιμίου, του διηγήματος, του παραμυθιού, της νουβέλας και του μυθιστορήματος), ενώ δοκίμια και διηγήματά του δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά και συμπεριλήφθηκαν σε ανθολογίες, από τους εκδοτικούς οίκους: «Σύγχρονη Εποχή», «Άπαρσις», «Κέφαλος», «Διάνοια» και «Γράφημα».

Τον Αύγουστο του 2022 κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Γράφημα, και υπό την αιγίδα του Φιλολογικού Ομίλου Θεσσαλονίκης, η συλλογή διηγημάτων του «Αδιέξοδοι καιροί». Τον Οκτώβρη του ίδιου έτους, κυκλοφόρησε υπό την αιγίδα της ΚΕΔΗΞ και τις εκδόσεις Άπαρσις, το παραμύθι του: «Ανοσοήρωες εναντίον Μικροβλαβερούληδων» (το οποίο τιμήθηκε με το βραβείο Κοινωνικής προσφοράς στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό καλλιτεχνικής έκφρασης του ΕΔΔΥΠΠΥ, στα πλαίσια της Πανελλήνιας Εκστρατείας για τα Εμβόλια και τα αντιβιοτικά). Το πρώτο του βιβλίο, με τίτλο «www. Dialogos.gr», κέρδισε το Α’ βραβείο στην κατηγορία του μυθιστορήματος, στον 2ο Πανελλαδικό Διαγωνισμό Πεζογραφίας «Κέφαλος» και το «Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλλονιάς», του απένειμε το Ειδικό Βραβείο Πεζογραφίας «Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης», για το σύνολο των διακρίσεων, το έργο και την ενεργή του παρουσία στα γράμματα, στη διανόηση και στη σύγχρονη πνευματική δραστηριότητα.









ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΣΤΑΦΥΛΗ ΤΕΥΧΟΣ 3

 


ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

ΣΤΑΦΥΛΗ
ΜΕΘΗ ΣΤΟΝ ΛΟΓΟ ΤΗ ΣΚΗΝΗ ΤΙΣ ΤΕΧΝΕΣ
ΤΕΥΧΟΣ 3
ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2022


ΕΚΔΟΣΗ:

Εκδόσεις Κουκκίδα

ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ:

Διώνη Δημητριάδου
Κώστας Θ. Ριζάκης


ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΕΚΔΟΣΗΣ:

Γιώργος Γώτης
Δημήτρης Κόκορης
Δήμητρα Μήττα
Μιχ. Γ. Μπακογιάννης
Συμεών Γρ. Σταμπουλού


ΥΠΕΥΘΥΝΟΙ ΥΛΗΣ:

Γιώργος Δελιόπουλος
Ευσταθία Δήμου


ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ: Μαρίζα Γαλάνη, Αναστασία Γκίτση, Έφη Ζερβού
Βέρα Κονιδάρη, Άννα Κουστινούδη, Ειρήνη Μαργαρίτη, ΛίλιαΤσούβα


ΕΙΚΑΣΤΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Φωτεινή Χαμιδιελή

ΚΟΣΜΗΜΑΤΑ ΤΕΥΧΟΥΣ: Βασίλης Βαφειάδης, Θανάσης Καραμήτας, Νικόλαος Κυριάκου και Γιάννης Μαβίδης

ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ – ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: Εύη Κώτσου


Στο τρίτο τεύχος της η Σταφυλή αφιερώνει σελίδες στον ποιητή Γιώργη Παυλόπουλο και στον πεζογράφο Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη. Όπως πάντα φιλοξενείται σύγχρονος ποιητικός και πεζός λόγος, δοκιμιακή, κριτική σκέψη, γόνιμος διάλογος με δημιουργούς μέσα από συνεντεύξεις, μεταφράσεις επιλεγμένων κειμένων από την παγκόσμια λογοτεχνία, και τέλος σ’ αυτό το τεύχος η συνεργασία τεσσάρων εικαστικών καλλιτεχνών. Κατά τον Μαγιακόφσκι η Τέχνη δεν ήταν καθρέφτης για να δούμε μέσα του την αποτύπωση του κόσμου αλλά ένα σφυρίγια να του δώσουμε σχήμα. Ευθύνη μεγάλη, χρέος αλλιώς των δημιουργών, που μεγεθύνεται μέσα σε δύσκολες καταστάσεις, όπως οι σημερινές. Η Σταφυλή ανοίγει το τοπίο, διευρύνει τη θεματική της, επικοινωνεί με την εποχή, όχι απλώς για να την αποτυπώσει, αλλά για να συντελέσει σ’ αυτό το αργό μα σταθερό σφυροκόπημα του υπάρχοντος σκηνικού. Οι συνεργάτες του τεύχους αυτού έχουν δώσει τον καλύτερο εαυτό τους, με το δικό του σφυράκι ο καθένας. Και είμαστε αισιόδοξοι, γιατί δεν μπορεί, «κάπου θα βγάζει τούτος ο δρόμος», όπως έγραψε και ο τιμώμενος σ’ αυτό το τεύχος ποιητής Γιώργης Παυλόπουλος.


Εκδόσεις Κουκκίδα
Θεμιστοκλέους 37 106 77 Αθήνα
Τηλέφωνο: 210 3802644
e-mail: koukkida.edit@yahoo.gr
Εναλλακτικό Βιβλιοπωλείο Θεμιστοκλέους 37
106 83 Αθήνα
Τηλ: 210 3802644





ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ "ΖΗΝΟΒΙΑ Η ΘΕΑΤΡΙΝΑ" της ΑΝΤΑΣ ΧΡΙΣΤΙΔΟΥ

 

"ΖΗΝΟΒΙΑ Η ΘΕΑΤΡΙΝΑ" της ΑΝΤΑΣ ΧΡΙΣΤΙΔΟΥ


ΣΑΒΒΑΤΟ 21.15 & ΚΥΡΙΑΚΗ 18.15 μ.μ.


Πρεμιέρα Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2022
στο Studio Κυψέλης
Σπετσοπούλας 9 από Κυψέλης 51
κρατήσεις - πληροφορίες : 210 8819571


Ένας θεατρικός μονόλογος αφιερωμένος στη ζωή των μπουλουκιών μέσα από τα μάτια μιας θεατρίνας που αφηγείται την ζωή της με γλαφυρό τρόπο. Έρωτες, πάθη, ζήλειες και μυστικάα αναμειγνύονται σε μια εκρηκτική αφήγηση . Περιγράφονται υπαρκτά πρόσωπα στην ιστορική διαδρομή του θεάτρου, από μια απόγονο τους την Άντα Χριστίδου, που έγραψε και παιζει αυτόν τον μονόλογο . Με ευαισθησία και μαεστρία βρήκε συνοδοιπόρο τον Γιώργο Λιβανό στη σκηνοθεσία . Τη μουσική έγραψε ο Γιάννης Ζουγανέλης και τα σκηνικά και τα κοστούμια είναι του Αντώνη Χαλκιά.



Kείμενο- ερμηνεία : Άντας Χριστίδου

Σκηνοθεσία- φωτισμοί: Γιώργος Λιβανός

Μουσική: Γιάννης Ζουγανέλης

Σκηνικά – κοστούμια: Αντώνης Χαλκιάς

Επιμέλεια χοροκίνησης: Σίμωνας Πάτροκλος

Φωτογραφίες : Ζώης Τριανταφύλλου Σφακιανάκης

Μοντάζ – Teaser: Αντώνης Μανδρανής

logo παράστασης : Ζώης Τριανταφύλλου Σφακιανάκης

Δημόσιες σχέσεις: Ζωή Τριανταφυλλίδη

Προγραμματισμός: Mάνος Τσιβιλής

Τεχνική υποστήριξη: Ιπποκράτης Βαφειάδης

Διάρκεια 90′

Παραγωγή: ΕΛΞΙΣ ΘΟΚ



ΤΙΜΕΣ ΕΙΣΗΤΗΡΙΩΝ

15 ΕΥΡΩ ΚΑΝΟΝΙΚΟ

12 ΕΥΡΩ ΦΟΙΤΗΤΙΚΟ - ΑΝΕΡΓΩΝ - ΑΝΩ ΤΩΝ 65

ATEΛΕΙΕΣ ΣΕΗ - ΕΕΣ ΔΩΡΕΑΝ

Προπώληση:

https://www.ticketservices.gr/event/zinovia-i-theatrina/?lang=el

Και στα ταμεία του θεάτρου

Επίσημο teaser:


 



Studio Κυψέλης

Σπετσοπούλας 9 από Κυψέλης 51

κρατήσεις - πληροφορίες : 210 8819571

 

                                                                               





                                                                                     

 

 

Poems by ERALIEVA UMUTKAN POLOTOVNA (Kyrgyzstan)

 

 ERALIEVA  UMUTKAN POLOTOVNA (Kyrgyzstan)


FORGIVE ME

My inimitable one, 
Please forgive me. 
I won’t deny love. 
Dearly beloved, you see.

Don't be offended, honey, 
I don't want to be apart.
It was a misunderstanding, 
Don't take it to heart.

Rivers don't flow backward,
Be the cure for the ailment.
You are my worthy flower,
Let's bring love back.

🌼

ON THE THRESHOLD OF MY FORTIES BIRTHDAY 

Did it come late, or did it get lost?
Only on the threshold of my fortieth birthday,  
Love flew in and changed my life.
I feel the emotion in my heart every day.

I want to hear your velvet voice again, 
I look at you gently; you’re like a light, 
This beautiful bouquet was given by you,
I inhale the scent with great delight.

Shining with a passionate feeling, unchanging,
I sing a song for the whole universe,
I am getting younger for my time, for the century,
Because I glorify true love in my verse!

🌼

LET’S GO TO DREAMLAND

I am happy that I came into the world, 
In the moonlit nights I lay in my cradle, 
The laws of life are known without the words, 
They're in our minds – unshakable, stable.

Living conditions must be observed and saved,
Everything is given to us by nature.
So let's plunge into the world of a loving wave,
Let's go to the dreamland with a rapture.

In different ways I live in the sublunary world,
Tasting the berries that are given by nature,
Sometimes we have to endure adversity a lot, 
But the vagaries of life are natural.

Isn't existence an earthly paradise?
All creatures, a man and a fly – are happy whole.
Thanks to life. If my earthly life were merry, nice
I would die with a calm and peaceful soul.


Παρουσίαση του βιβλίου "...καρδιόσχημα!" της Ολγας Αχειμάστου

 




Αίμα που τρέφει ψυχές
το κόκκινο της ποίησης.
Σαν Κυριακή η τιμητική του
"...καρδιόσχημα!"
αυτή την Κυριακή 18/12/22
18.00 στο Πειραματικό Μουσείο
Λογοτεχνίας, Καλαβρύτων 1 Κοκκινιά.
Με συμμετοχή του αγαπητού καθηγητή μουσικής κ. Κώστα Νούσια, ειδ. Γραμματέα του Συλλόγου Τέχνης Μουσικής κ Λόγου "Λίνος".

Ολγα Αχειμάστου 








Poems by Nghiem Thi Hang from Vietnam

 


Poems by Nghiem Thi Hang from Vietnam


Her biography:

She isjournalist, writer, researcher. Born in 1955 in Hanoi; Member of Vietnamese Journalists Association; Member of Vietnamese Writers’ Association; Member of VietnameseLawyers Association.

Published works:
Poetry: The autumn rain of 1990; The confession of the sea 1996; The whisper 1997; The Blue Song 1999; The Castle on the Sand 2007.
Research: Uncovering the mystery of female poet Ho Xuan Huong in 2021
Novel: The echo of Ho Xuan Huong 2022
Second Prize in Literature and Art of VinhPhu Province. There are more 200 poems set to music, in which many of popular songs won the music awards of the Vietnam Composers Association.


Her poems:


Can turn to the way before?

Years are the time
Recording lots of memories
Which memory do you remember?
Which sadness do I forget?
The nameless memories
Sad stories not mentioned again
The sunshine calls the rain away
Remaining our love story.

You were of the past
Is it different now?
I was of the past
Now still dreaming.

Still counting the sunshine and rain
But not full of memories
Gathering a broken piece of love
Cannot heal the time.

Which sadness do I forget?
Which love story do you remember?
The river flows throughout flood seasons
Can turn to the way before?

🌺

Theconfession of the sea

This afternoon you and I
Floating back to Yen island
Listening silently to words of the sea
Its confession of the love couple

Be salty like salt
Keeping love words of the sea
Be faithful like a shore
Waiting for your boat to anchor.

Dear, I have beenlistening
In the far afternoon, the sea sings
Light waves kiss the sand
Light afternoon kisses the yellow sunshine.

Your hometown is in NhaTrangsea
Listening to the sound of waves in Thap Ba
Green coconuts are sunbathing
The bell rings in the afternoon.

Many couples are in love
So many small islands in the sea
The Chong Green is standing there
It's the couple love

Wait for me, mylove
The boat will return to the shore
The confession of the sea
Falling the yellow sunshine of NhaTrang.

🌺

Melting

The moon is still just the moon
If it is lonely
The sea with thousands of waves
Still alone and lonely.

If love doesn't give each other
I'm like the lonely moon
You are the sea embracing the sorrow
Whitehair with countless layers of waves.

The moon melts into the seabed
I melt into your love
The sea melts in salt
The sky melts in blue eyes.

Waves melt on the sand
A kiss melts on the lips
A love melts the thirst
Melting the bitterness of life.

Melting the sunshine into the wind
Melting the wind into the clouds
Melting the earth into water
Melting the grass into the tree.

Melting the excess into the shortage
Lives melt into each other
Creating many miracles
Melting is for not alone.

🌺

The season of brassica napus flowers

There is the season of brassica napusflowers
Blooming yellow by the riverside
I'm at puberty
Waiting for you, not married.

You are too shy to dare
Picking a flower
Afraid that a white butterfly
Startlingto fly to the other side of the river.

Already passing many seasons
Only you knew
You did not dare to pick them up
The flowers flew to the sky.

Memorizing the afternoon of the beach village
No more flowers
Who brought you back
The day I got married

You sow the seeds again
Silently waiting for again
There is a girl
Waiting for you, not married.

🌺

The Waiting Market

The Waiting Market - I'm not waiting for
You come back at noon after the market is over
Looking for me in a daze
The sunshine falls sadly.

Why did you keep me waiting for?
The Waiting Market at noon has ended
Green betel picked by my hands
Waiting for you to turn yellow.

The Waiting Market in the past
You missed it once
The Cau River flew quietly
Gone with many springs.

You go to the Waiting Market again
Where is thefamiliarimage
The Waiting Market at noon has ended
You just stand there in a daze.


(Translated into English by Khanh Phuong)








ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΥΡΓΙΩΤΗΣ "Χριστούγεννα μιας άλλης νοσταλγικής εποχής."

 


Το χριστουγεννιάτικο δέντρο – Albert Chevallier Tayler 


Χριστούγεννα μιας άλλης νοσταλγικής εποχής.

«Χιόνια στο καμπαναριό που Χριστούγεννα σημαίνει», διαβάζουμε σε παλαιά αναγνωστικά της δεκαετίας του ‘60. Παλιές μνήμες, νοσταλγικές για μας που έχουμε μια κάποια ηλικία. Περιμέναμε το άγιο 12ήμερο για να ξεκουραστούμε από το σχολείο (με ωράριο πρωί - απόγευμα). Να χαρούμε τη ζεστασιά και την αγάπη της γιαγιάς και του παππού. Περιμέναμε να γιορτάσουμε τις εορτές Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς με χαρά, χωρίς να σκεπτόμαστε το δώρο που θα μας φέρει ο Άγιος Βασίλειος την παραμονή της πρωτοχρονιάς. Ο πραγματικός Άγιος, ο ασκητικός και ισχνός και όχι ο ευτραφής της σύγχρονης εποχής των διαφημίσεων και του εκμαυλισμού της κοινωνίας, και πρωτίστως των μικρών της Φωτεινούλας, της Κατερίνας, του Δημήτρη, του Θανάση και του Αποστόλη.

Να καθίσουμε όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι και να ακούσουμε εμείς τα μικρά παιδιά τα παραμύθια της πολυαγαπημένης μας γιαγιάς και τα ηρωικά κατορθώματα του αγωνιστή της εποχής του ΟΧΙ του ‘40 και της πραγματικής εθνικής αντίστασης, του γλυκύτατου παππού. Οι ιστορίες του παππού δεν είχαν τέλος. Είχε πολεμήσει και στην Μικρά Ασία, στον πόλεμο εναντίον των Τούρκων και τραυματίστηκε στην μάχη του Σαγγάριου ποταμού. Περιέγραφε με απλά λόγια το δράμα των Ελλήνων και τα φρικτά βασανιστήρια, την ταλαιπωρία και τους φόνους και τον ξεριζωμό των από τις πατρογονικές εστίες μετά από χιλιάδες χρόνια. Λόγια απλά χωρίς λογοτεχνικά σχήματα και τεχνικές. Η σοφία των προγόνων απαλά και χωρίς προσπάθεια περνούσε στην ιστορική μνήμη μας. Ατέλειωτες ώρες μέσα στο ζεστό σπιτικό και έξω να σφυροκοπά το χιόνι και ο μανιασμένος βοριάς. Δεν μας ενδιέφερε. Οι συζητήσεις με τον παππού, τη γιαγιά και τους πολυαγαπημένους γονείς κάλυπταν κάθε πτυχής της αθώας παιδικής ψυχής μας. Μαθαίναμε να προσπαθούμε, να αγωνιζόμαστε και προπάντων να υμνούμε και να δοξολογούμε τον δωρεοδότη των πάντων Τριαδικό Θεό.

Εμείς ζήσαμε σε οικονομικά δύσκολες εποχές, αλλά την πραγματική αγάπη των γονέων μας τη βιώναμε καθημερινά. Ο παππούς και η γιαγιά συγκατοικούσαν και δεν ήταν στους οίκους ευγηρίας και συνεισφέρανε στην ομαλή ψυχολογική ανάπτυξη των εγγονιών. Οι γονείς αγαπούσαν τα παιδιά τους πραγματικά με την καρδιά τους και τους πρόσφεραν, από το υστέρημά τους, πλούσια τα ελέη και, κυρίως, δόξαζαν τον δωρεοδότη Κύριο.

Άλλες εποχές, βέβαια, χωρίς κινητά ,τάμπλετ και τηλεοράσεις που αποσπούν τον νου από τα σημαντικά και τελικά τον νεκρώνουν. Εποχές δύσκολες οικονομικά αλλά νοσταλγικές γιατί ζούσαμε πιο ανθρώπινα χωρίς την «πολυτέλεια» της μοναξιάς και του άγχους. Δεν είχαμε τηλεόραση, για να μη πω «χαζοκούτι», για να μας νεκρώσει την σκέψη. Είχαμε ζεστή καρδιά, αγάπη για τον συνάνθρωπο.

Εποχές παλιές, νοσταλγικές με τους ανθρώπους πιο αληθινούς. Με πραγματικό ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπο, για τον πάσχοντα ή ανήμπορο αδελφό.



Μυργιώτης Παναγιώτης

Μαθηματικός