«Ο καθένας δεν κρίνεται
από την γνώμη που έχει ο ίδιος για τον εαυτό του, αλλά από την γνώμη που έχουν
οι άλλοι γι’ αυτόν».(Μαρξ)
Πολλοί άνθρωποι αρέσκονται
στον αυτοπροσδιορισμό τους με τον αυτοχαρακτηρισμό τους. Κοιτάζοντας το είδωλό τους στον καθρέπτη αναζητούν
εκείνο το επίθετο που θα απέδιδε
αποτελεσματικότερα αυτό που νομίζουν
ότι είναι ή αυτό που θα ήθελαν να
είναι ή αυτό που θα έπρεπε οι άλλοι
να βλέπουν στο πρόσωπό τους. Εδώ αντιπαλεύει ο αρρωστημένος ναρκισσισμός με την πραγματικότητα.
Ωστόσο, όσο κακό είναι να απαιτούμε από τους άλλους
να μάς βλέπουν και να μάς χαρακτηρίζουν όπως νομίζουμε εμείς πως είμαστε, άλλο
τόσο επικίνδυνο ή ψυχοφθόρο είναι να συμβιβαζόμαστε με
την εικόνα που έχουν οι άλλοι για εμάς. Δεν είναι υποχρεωτικό οι άλλοι να μάς
βλέπουν πάντοτε σωστά. Αλλά ούτε μπορούμε και να τους υποχρεώσουμε να μάς χαρακτηρίζουν σύμφωνα με τα δικά μας κριτήρια και standards. Είμαστε όλοι κοινωνικά
όντα, μέλη μικρότερων ή μεγαλύτερων κοινωνικών ομάδων, και καθημερινά
εκτιθέμεθα στην κρίση των άλλων.
Η εικόνα που σχηματίζουν οι άλλοι για το πρόσωπό μας δεν είναι κατ’
ανάγκην προϊόν αυθαίρετων κρίσεων.
Υποκειμενική είναι, αλλά εμπεριέχει και κάποια στοιχεία πραγματικότητας. Πολλές
φορές τον τρόπο με τον οποίο μάς
βλέπουν και μάς κρίνουν οι άλλοι, εμείς οι ίδιοι τον καθορίζουμε με την συμπεριφορά
μας, τις επιλογές μας και τις πράξεις μας. Δεν λείπει, βέβαια, και η
περίπτωση που εμείς επιβάλλουμε την
εικόνα μας στους άλλους στο βαθμό που την έχουμε σχεδιάσει και την προβάλλουμε
με πολλή προσοχή και «τέχνη». Αυτή η περίπτωση, όμως,
απαιτεί χρόνο, συνέπεια και μια υψηλού επιπέδου «ηθοποιία».
Οι
ρηξικέλευθοι
Συμβαίνει σε κάποιους να
δηλώνουν ρηξικέλευθοι χρησιμοποιώντας το ά Ενικό πρόσωπο. Είναι από
τις περιπτώσεις που αυτός ο αυτοχαρακτηρισμός όταν κοινοποιείται και
διαλαλείται δημοσίως προκαλεί τα αρνητικά
σχόλια των άλλων ή και τον καγχασμό.
Να δηλώσεις ότι έχεις ρηξικέλευθες ιδέες για ένα ζήτημα ή θέμα είναι θεμιτό ή και αποδεκτό. Ο αυτοχαρακτηρισμός,
όμως, ως ρηξικέλευθος συνιστά μία υπερβολή
ή και κακέκτυπη αυτογνωσία, δικαιώνοντας την αρχική θέση του Μαρξ.
«Η ζωή δεν έχει να κάνει με
το να βρεις τον εαυτό σου, αλλά με το να την επινοήσεις».(Shaw)
Το να δηλώνουμε έντιμοι,
συνεπείς, δίκαιοι, πατριώτες, αριστεροί ή ορθολογιστές συνιστά μία σκοπούμενη εξομολόγηση χωρίς να
προκαλεί την αντίδραση ή τα πικρόχολα σχόλια των συνανθρώπων μας. Οι άλλοι
αποδέχονται η απορρίπτουν αυτό που εμείς δηλώνουμε χωρίς άλλες επιπτώσεις.
Γιατί, όμως, κάποιοι αυτοχαρακτηρισμοί του τύπου
ρηξικέλευθος προκαλούν τον χλευασμό
των συνανθρώπων μας; Ακόμη κι όταν δηλώνεται ή στοιχειοθετείται με επιλεγμένα
πειστήρια πάλι ο αυτοχαρακτηρισμός εγείρει την ειρωνεία των άλλων. Η αιτία βρίσκεται στο νοηματικό φορτίο της έννοιας ρηξικέλευθος και στα πεδία που μπορεί
αυτή να βρεθεί ως αποτύπωμα. Κι αυτό γιατί ρηξικέλευθος σημαίνει αυτός που ανοίγει δρόμους, σπάζοντας τα δεσμά του
παρελθόντος (ρήγνυμι + κέλευθος = μονοπάτι,
δρόμος). Αυτός που εμφορείται από νεωτεριστικές
ιδέες αλλά κι από αποφασιστικότητα
και ισχυρή θέληση για κατάκτηση
στόχων που φαντάζουν δύσκολοι ή απόμακροι.
Η αποδοχή του
αυτοχαρακτηρισμού ως ρηξικέλευθου ανθρώπου προσκρούει και στη δυσκολία να επικυρώσεις
με έργο και πράξεις τα γνωρίσματά του. Κι αυτό γιατί σε θεωρητικό επίπεδο ο
καθένας μπορεί να δηλώνει τα πάντα κατά τη ρήση του Τσαρούχη «Είσαι
ό,τι δηλώσεις». Η δυσκολία είναι η στοιχειοθέτησή
του. Η κοινή γνώμη μάς κρίνει όχι μόνο από τις προθέσεις μας αλλά από τις πράξεις
μας σε καθημερινό επίπεδο ή από κάποιες βασικές επιλογές σε θέματα που βαραίνουν τη ζωή μας και δίνουν έναν νέο
προσανατολισμό στην κοινωνία μας.
Οι προοδευτικοί
«Όλοι θέλουμε την
πρόοδο, αλλά αν είσαι σε λάθος δρόμο, πρόοδος σημαίνει να κάνεις μεταβολή και
να γυρίσεις πίσω στο σωστό δρόμο. Σ’ αυτήν την περίπτωση, αυτός που γύρισε πίσω
πιο γρήγορα, είναι ο πιο προοδευτικός».(Lewis)
Μία άλλη ομολογία ή ο
αυτοχαρακτηρισμός ως προοδευτικούπροκαλεί πολλές ενστάσεις όχι τόσο ως προς τη
«νομιμότητα» της αυτο-εξομολόγησης, αλλά ως προς το περιεχόμενο και το
σημασιολογικό φορτίο της έννοια Προοδευτικός
και Προοδευτικότητα. Με πολλή
ευκολία πολλοί αυτο-ανακηρύσσονται
προοδευτικοί αφού ως έννοια είναι θετική και το πρότυπο του προοδευτικού
τυγχάνει της κοινωνικής αποδοχής σε αντίθεση με το αντίθετο του συντηρητικού – συντηρητισμού. Σπάνια
διακηρύσσει κάποιος με «υπερηφάνεια»
πως είναι συντηρητικός.
Τη σκυτάλη και τη σημαία του
προοδευτικού πολλές φορές – ίσως και
σε μόνιμη βάση – την υψώνουν κάποια κόμματα.
Δεν λείπουν και οι περιπτώσεις που ο όρος βρίσκεται και στον τίτλο του κόμματος. Έτσι υποσυνείδητα ή
φανερά αντιπαρατίθενται με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις που υπόρρητα δηλώνονται
ως συντηρητικές. Δεν λείπουν και οι περιπτώσεις που ως κόμματα ή πολιτικοί
χώροι μονοπωλούν την προοδευτικότητα
και επενδύουν σε αυτήν χρησιμοποιώντας και τα ανάλογα συνθήματα. Εξάλλου το εκλογικό ακροατήριο τείνει πάντα ευήκοον ους σε τέτοια συνθήματα γιατί
κι αυτό κολακεύεται να ανήκει σε έναν χώρο που ευαγγελίζεται την προοδευτικότητα.
«Η χώρα έχει
ανάγκη από μία προοδευτική κυβέρνηση», «Τα μέτρα του προγράμματός μας για την οικονομία έχουν
προοδευτικό προσανατολισμό», «Το
κόμμα μας θα απελευθερώσει όλες τις προοδευτικές δυνάμεις της κοινωνίας μας με
στόχο την αλλαγή και την ανάπτυξη».
Συνθήματα
όπως τα παραπάνω πληθαίνουν τελευταία και χρησιμοποιούνται από κόμμα-τα της
αντιπολίτευσης με στόχο να πλήξουν τον συντηρητικό χαρακτήρα της κυβέρνησης κι έτσι να περιχαρακώσουν
τους οπαδούς τους αλλά και να προσελκύσουν ψηφοφόρους από άλλα κόμματα. Η
οικειοποίηση όλων των θετικών ιδιοτήτων της έννοιας «προοδευτικός» δημιουργεί
ευνοϊκό κλίμα στο εκλογικό ακροατήριο
που λειτουργεί απέναντι στην έννοια «προοδευτικός-τητα»
περισσότερο συναισθηματικά και
λιγότερο λογικά. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο πολιτικός ορθολογισμός υποχωρεί γιατί απαιτεί σύνθετη σκέψη,
συγκρίσεις και επιχειρήματα.
Η
προοδευτικότητα ως σύνθημα
Πόσο, όμως, μπορεί να πείσει ένα κόμμα αυτοαποκαλούμενο ως
προοδευτικό και σε ποιο βαθμό αυτό το απαλλάσσει από την εξειδίκευση του
προοδευτικού του χαρακτήρα; Το ερώτημα είναι πιο έντονο όταν το συγκεκριμένο
κόμμα που ευαγγελίζεται τον προοδευτικό προσανατολισμό έχει πρόσφατη κυβερνητική θητεία και έργο. Μια άλλη παράμετρος είναι και το
κάλεσμα που απευθύνει στις άλλες «προοδευτικές δυνάμεις» για έναν κυβερνητικό συνασπισμό με προοδευτικό
περιεχόμενο. Ασυνείδητα η μνήμη ανακαλεί το γνωστό από το παρελθόν «κι
άλλες δημοκρατικές δυνάμεις…».
Ωστόσο, η ίδια η επίκληση
της προοδευτικότητας λειτουργεί εν
μέρει απαξιωτικά για τις μη –
προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις και φυσικά στους οπαδούς αυτών. Κι αυτό γιατί
συνειρμικά αναδύεται στην επιφάνεια το δίπολο Προοδευτικοί – Συντηρητικοί με ό,τι αυτό συνεπάγεται στο πεδίο των
πολιτικών διενέξεων. Έτσι αντί για πολιτικά
επιχειρήματα και δημιουργικές προτάσεις
για την επίλυση σοβαρών προβλημάτων γινόμαστε δέκτες πολιτικών συνθημάτων και
αφορισμών του τύπου «Εμείς ως προοδευτική δύναμις θα…»/ «Εμείς ως
κυβέρνηση παράγουμε έργο προς όφελος των πολιτών και επιστρέφουμε τους
διαχωρισμούς τύπου Προοδευτικό – Συντηρητικό…».
Μπορεί στην Ελλάδα αλλά και
στον κόσμο ολόκληρο να συνηθίσαμε τους χαρακτηρισμούς
συντηρητική ή προοδευτική παράταξη. Αυτό, όμως, δεν μάς απαλλάσσει από την
στοιχειώδη υποχρέωση να ανιχνεύσουμε εκείνο το θεμελιακό στοιχείο που σε επίπεδο πολιτικό καθιστά ένα κόμμα
συντηρητικό ή προοδευτικό.
Το
δίπολο της ζωής
«Κανείς να μην αναθεματίζει
την συντηρητικότητα. Κανείς να μην περιφρονεί την προοδευτικότητα».(Ίων
Δραγούμης)
Ο αριστερός χώρος που μονοπωλιακά οικειοποιείται τον προοδευτικό χαρακτήρα του εδράζει αυτόν στη θέση
πως εκφράζει και διακονεί τα συμφέροντα των πολλών και των αδύνατων.
Αυτό,
όμως, από μόνο του συνιστά προοδευτικότητα; Τα «δεξιά»/«συντηρητικά»
κόμματα οφείλουν τον χαρακτηρισμό τους αυτό στο βαθμό που θεωρούνται ή
κατηγορούνται ότι υπηρετούν τα συμφέροντα των λίγων, των προνομιούχων,
των «εχόντων».
Αυτό, όμως, αρκεί ως μομφή να
νομιμοποιήσει τον όρο συντηρητικό νόμιμα; Πολλά ερωτήματα και αμφισβητήσεις. Οι
απαντήσεις δύσκολες.
Η ζωή, όμως, έχει αποδείξει και αναδείξει σε αξίωμα πως ο προοδευτικός
και ο συντηρητικός συνιστούν δίδυμες δυνάμεις και η ισορροπία τους λειτουργεί θετικά στο
κοινωνικό σώμα. Εξάλλου δεν θα είχε νόημα ο αυτοχαρακτηρισμός ως προοδευτικός
αν δεν υπήρχε ο άλλος πόλος, ο συντηρητικός
και το αντίθετο. Στην πολιτική ζωή
όπως και σε κάθε οργανισμό η κίνηση προς τα μπρος παράγεται από τη σύνθεση των αντίθετων σύμφωνα και με
τον συμπαντικό νόμο του Ηράκλειτου «Παλίντονος
αρμονία». Ο Έγελος το νόμο
αυτόν τον διατύπωσε σαφέστατα που έμεινε γνωστός με τον όρο Διαλεκτική:
θέση – αντίθεση
= Σύνθεση.
Ας μην βαυκαλίζονται, λοιπόν, οι προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις για την
προοδευτικότητά τους, ούτε οι συντηρητικές να αναπτύσσουν αυτο-ενοχοποιητικά συναισθήματα για τη συντηρητικότητά τους.
Προέχουν τα προγράμματα και οι λύσεις που προτείνουν και όχι οι
χαρακτηρισμοί. Οι ταμπέλες δεν
φωτίζουν, αλλά συσκοτίζουν.
Επειδή, όμως, δεν θίχτηκε το μείζον, δηλαδή, τι είναι
εκείνο που αποτελεί το θεμελιακό – πυρηνικό
στοιχείο της προοδευτικότητας, παραθέτω μία θέση του ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη. Συνιστά πρόκληση να
αντιπαρατεθεί σε αυτήν κάποια άλλη, πιο περιεκτική και πιο πειστική.
«Η
προοδευτικότητα δεν μετριέται με την άκριτη υιοθέτηση και εντυπωσιασμένη
αποδοχή του κάθε καινούργιου – μετριέται, όμως, με την ικανότητα εντόπισης του
καίριου μέσα στο καινούργιο, την πρώιμη ανακάλυψη της ουσίας πάνω από το φλοιό,
την αφομοιωτική δυνατότητα και την προσαρμογή προς κάθε φορά νέα δεδομένα της
γλώσσας και της συμπεριφοράς»
https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/
Φωτογραφία :Day and Night , M.C. Escher