Ο αρχιτέκτονας ,πολεοδόμος, ζωγράφος και συγγραφέας Λε Κορμπυζιέ ( 6 Οκτωβρίου 1887 - 27 Αυγούστου 1965 )

 

Ο Σαρλ-Εντουάρ Ζανρέ-Γκρι (Charles-Édouard Jeanneret-Gris, 6 Οκτωβρίου 1887 - 27 Αυγούστου 1965), γνωστός ως Λε Κορμπυζιέ (Le Corbusier), ήταν Ελβετός αρχιτέκτονας, διάσημος για τη συνεισφορά του σε αυτό που καλείται σήμερα μοντερνισμός, ή πρώιμος μοντερνισμός. Ήταν πρωτοπόρος στις θεωρητικές μελέτες του σύγχρονου σχεδίου και αφιερώθηκε στην παροχή των καλύτερων συνθηκών διαβίωσης για τους κατοίκους των συσσωρευμένων πόλεων.
Η σταδιοδρομία του είχε διάρκεια πέντε δεκαετιών, περιλαμβάνοντας κτίρια που κατασκευάστηκαν σε ολόκληρη την κεντρική Ευρώπη, την Ινδία, τη Ρωσία, και μια κατασκευή στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ήταν επίσης πολεοδόμος, ζωγράφος, γλύπτης,συγγραφέας και σχεδιαστής επίπλων.
Ο Λε Κορμπυζιέ γεννήθηκε στις 6 Οκτωβρίου του 1887. Εγκατέλειψε το σχολείο του στη μικρή πόλη Σο ντε Φον της Ελβετίας σε ηλικία 13 ετών και διέσχισε την Ευρώπη φθάνοντας ως τη Μικρά Ασία.
Ως αρχιτέκτονας υπήρξε σε μεγάλο βαθμό αυτοδίδακτος. Επηρέασε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τη σύγχρονη αρχιτεκτονική και χαρακτηρίστηκε "Μιχαήλ Άγγελος του 20ού αιώνα" και "μεγαλοφυής πρόδρομος".
"Παρατηρούσα πώς ήταν φτιαγμένα τα σπίτια, οι ναοί, οι δρόμοι, τα παρεκκλήσια. Εργαζόμενος καθ' οδόν για να κερδίσω το ψωμί μου, ανακάλυψα την αρχιτεκτονική", είπε ο ίδιος.
"Το έχω πει", έγραψε, "ότι τα υλικά για την οικοδόμηση μιας πόλης είναι ο ουρανός, ο χώρος, τα δέντρα, το ατσάλι και το τσιμέντο, με αυτή τη σειρά και ιεράρχηση".
Ο Λε Κορμπυζιέ πίστευε πως οι σύγχρονες πόλεις πρέπει να εκτείνονται προς τα επάνω και όχι προς την περιφέρεια. Ήθελε να κατεδαφίσει το Παρίσι και έβρισκε τους ουρανοξύστες της Νέας Υόρκης πολύ μικρούς. Στην "Πολυκατοικία της Μασσαλίας" πραγματοποίησε το όραμα της "κατακόρυφης πόλης". Ανάλογα συγκροτήματα έκτισε αργότερα στη Ναντ, στο Μπριέ και στο Δυτικό Βερολίνο. Το Εθνικό Μουσείο Δυτικής Τέχνης στο Τόκιο, το Κάρπεντερ Βίζουαλ Αρτ Σεντρ στο Χάρβαρντ των Η.Π.Α. και τα σχέδια του περιπτέρου των Εκθέσεων της Ζυρίχης, συγκαταλέγονται στα σημαντικότερα έργα του.
Ο Λε Κορμπυζιέ, που κάποτε περιέγραψε το σύγχρονο σπίτι ως "μια μηχανή για να ζει κανείς μέσα της", θεωρείται ο δημιουργός ενός νέου αρχιτεκτονικού στυλ καινοτόμου και εκσυγχρονιστικού. "Εργάστηκα για να δώσω στους ανθρώπους αυτό που έχουν περισσότερο ανάγκη σήμερα: τη σιωπή και την ειρήνη", έλεγε στο τέλος της ζωής του.
Ο Λε Κορμπυζιέ έφυγε από τη ζωή στις 27 Αυγούστου του 1965, σε ηλικία 78 ετών, από καρδιακή προσβολή ενώ κολυμπούσε. Εκδηλώσεις πένθους έλαβαν χώρα από την Ελλάδα (την οποία είχε επισκεφθεί στις αρχές του 20ου αιώνα) ως την Ινδία (ένα από τα μεγαλύτερα έργα του ήταν ο σχεδιασμός της νέας πρωτεύουσας Τσαντιγκάρ του κρατιδίου Παντζάμπ, 1951).


Τα πέντε σημεία της αρχιτεκτονικής
Η βίλα Σαβουά (Villa Savoye, 1929-1931) στο προάστιο Πουασύ του Παρισιού θεωρείται πως συνοψίζει περισσότερο ικανοποιητικά τα πέντε σημεία της αρχιτεκτονικής του, όπως τα είχε εκθέσει ο ίδιος στο περιοδικό Νέο Πνεύμα (γαλλικά: L'Esprit Nouveau) και τα οποία ξεκίνησε να αναπτύσσει από τις αρχές της δεκαετίας του '20. Πρώτα, ο Λε Κορμπυζιέ ανύψωσε τον όγκο της κατασκευής από το έδαφος, που υποστηριζόταν από τις πιλοτές, με ενισχυμένες στήλες. Αυτές οι πιλοτές, σε ότι αφορά την παροχή της δομικής υποστήριξης για το σπίτι, του επέτρεψαν να τονίσει δύο ακόμα σημεία: μια ελεύθερη πρόσοψη, δηλαδή με τοίχους χωρίς υποστήριξη, που θα μπορούσαν να σχεδιαστούν όπως ο αρχιτέκτονας επιθυμεί, και ένα ανοικτό σχέδιο ορόφων, που σημαίνει ότι ο χώρος κάθε ορόφου ήταν ελεύθερος να διαμορφωθεί σε δωμάτια, χωρίς ανησυχία για την υποστήριξη των τοίχων. Το δεύτερο πάτωμα της βίλας Σαβουά περιλαμβάνει μακριές λωρίδες παραθύρων που επιτρέπουν τη θέα του περιβάλλοντος κήπου, στοιχείο που αποτελεί το τέταρτο σημείο της αρχιτεκτονικής του. Μια κεκλιμένη ράμπα που ανέρχεται από το επίπεδο του εδάφους στην ταράτσα του τρίτου ορόφου (το πέμπτο σημείο) επιτρέπει έναν «αρχιτεκτονικό περίπατο» μέσα στο κτίριο. Το άσπρο σωληνοειδές κιγκλίδωμα υπενθυμίζει το σχέδιο κρουαζιερόπλοιου που ο Λε Κορμπυζιέ θαύμαζε πολύ.https://el.wikipedia.org



ΚΤΙΡΙΑ 
Βίλα Σαβογιέ 


 Νοτρ Νταμ ντι Ο


Οικιστική Μονάδα της Μασσαλίας


Σαν Μαρί ντε λα Τουρέτ


Εθνικό Μουσείο Δυτικής Τέχνης της Ιαπωνίας






 Βίλα Λα Ρος



 Οικίες των Ζαούλ


Κέντρο Σεντροσογιούζ


Κτίριο της Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών


 Καρτεσιανός ουρανοξύστης


Βίλα Ζανερέ-Περέ


Villa Stein, Garches (1927)


Palace of Justice, Chandigarh


Palace of Assembly, Chandigarh 


Ναός Αγίου Πέτρου






 La Villa Turque

ΠΙΝΑΚΕΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ 

 still life


 still life

ΔΕΙΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ https://homouniversalisgr.blogspot.com/










ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ "Μίκη σε ευχαριστούμε… "

 ΙΔΕΟπολις

https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com


ΗΛΙΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
ΦΙΛΟΛΟΓΟΥ


Μίκη σε ευχαριστούμε… 

«Εγώ κοιτάζω κάθε στιγμή το θάνατο. Τον κοιτάζω και δεν φοβούμαι. Όμως και ποτέ, ποτέ δεν λέω: Μου αρέσει. Όχι, δε μου αρέσει καθόλου! Δεν υπογράφω!»

(Ν. Καζαντζάκης) 

Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο δικός μας Μίκης, έκανε πράξη την ομολογία – προτροπή – διδαχή του συντοπίτη του. Έζησε περίπου έναν αιώνα. Αντιστάθηκε στη φθοροποιό δύναμη του χρόνου, αλλά στο τέλος υπέκυψε στο αναπότρεπτο «Θανέεινπέπρωταιάπασι», (Πυθαγόρας). 

Αλλά πεθαίνουν οι μύθοι, οι θρύλοι, τα σύμβολα, τα πνευματικά ύψη; Όχι… Οι φυσικοί νόμοι με το θάνατο παίρνουν το μερτικό τους, ό,τι τους ανήκει. Τα άλλα – και είναι πολλά αυτά που είχε ως άνθρωπος ο Μίκης – μένουν ζωντανά, φωλιάζουν πεισματικά στη μνήμη και στην καρδιά μας.

Είναι αυτά που εγγράφονται στο συλλογικό μας ασυνείδητο και γίνονται οι οδοδείκτες της ζωής μας και οι πυροκροτητές κάθε γενναίας πράξης μας. Είναι αυτά που μάς συντροφεύουν στην ανηφόρα και στον αγώνα μας να κατακτήσουμε την κορυφή. Είναι αυτά που διασώζουν την ατομικότητά μας και μάς απελευθερώνουν από το γήινο πάθος να αναζητούμε την ελευθερία μας στην ασφάλεια της αγέλης

 

Μίκη σε ευχαριστούμε…

v Για τους θεσπέσιους ήχους και τις υπέροχες μελωδίες.

v Για τον πολιτισμό που δίδαξες μέσα από τις νότες και τους στίχους των τραγουδιών σου.

v Για την «μουσική διδασκαλία» της ποίησής μας. 

v Για την αξία να μένεις πιστός στην γνήσια παράδοση όταν οι άλλοι την χλευάζουν ως συντηρητισμό.

v Για το θάρρος να αντιστέκεσαι μόνος σου όταν όλοι οι άλλοι επιλέγουν τη φυγή ως λύση.

v Για την προβολή της Ελληνικότητας όταν κάποιοι την λοιδορούν ως φθηνό και παρωχημένο εθνικισμό.

v Για το θάρρος να κοινοποιείς τις σκέψεις και τις αντιρρήσειςσου όταν κάποιοι «επώνυμοι» και «πνευματικοί άνθρωποι» σιτίζονται στο βασίλειο της σιωπής.

v Για την αξία να αγωνίζεσαι ενάντια σε όλες τις φοβίες σου και στους εχθρούς κι ας γνωρίζεις ότι στο τέλος θα ηττηθείς.

v Για το bulling που άσκησες στον φθηνό πατριωτισμό μας και στις πολιτικές και κομματικές μας αγκυλώσεις.

v Για τον ρυθμό που μάς χάριζες στον βηματισμό μας στις πολυπληθείς πορείες της μεταπολίτευσης για ελευθερία και δημοκρατία.

Μίκη σε ευγνωμονούμε…

για το «Άξιον εστί», τον «Επιτάφιο», για τα «Επιφάνεια Αβέρωφ», τον Ζορμπά, την «Όμορφη Πόλη», την «Δραπετσώνα», το «Μαουτχάουζεν», τη «Φαίδρα»… και το «Γελαστό παιδί»


Μίκη σε παρακαλούμε…

Να μην μάς ξεχάσεις εκεί ψηλά που θα είσαι «στον άλλο κόσμο που θα πας/ κοίτα μην γίνεις σύννεφο». Να προσεύχεσαι για μάς και την πατρίδα μας. Μία πατρίδα που τόσο αγάπησες και δόξασες κι ας σε πλήγωσε κάποιες φορές, όταν την προκάλεσες με την αντισυμβατική πολιτική συμπεριφορά και επιλογές σου. Παρακάλεσε τον Ήλιο και τις συμπαντικές δυνάμεις (Δικαιοσύνη, Ηθική…) να μην λησμονήσουν την Ελλάδα μας.

«Της δικαιοσύνης ήλιε νοητέ/ και μυρσίνη συ δοξαστική/ μη παρακαλώ σας μη/ λησμονάτε τη χώρα μου!»

Μίκη μη μας αφήσεις μόνους…

Ως άνθρωποι και ως χώρα ελπίζουμε κάτι καλύτερο. Πολλές φορές υποτιμούμε ή υπερεκτιμούμε τις δυνάμεις μας. Γκρινιάζουμε, μεμψιμοιρούμε και διαμαρτυρόμαστε γιατί μείναμε μόνοι μας. Μόνοι από δικούς μας και από ξένους εχθρούς. Η εθνική μας μοναξιά αλλά και η συνειδητοποίηση της τραγικής προσωπικής ανθρώπινης μοναχικότητας. Στοχεύουμε την κορυφή, διεκδικούμε το απόλυτο, αλλά φαίνεται πως οι δυνάμεις και ο χώρος μας είναι μικρός.

Λένε, Μίκη, πως τα μεγάλα έργα, τις μεγάλες κατακτήσεις αλλά και τις οδυνηρές αποτυχίες τις «ευνοούν» και τις τρέφουν η εσωτερική μοναξιά. Εξάλλου αυτό μάς το δίδαξες μέσα από τους στίχους του αδελφού σου Γιάννη Θεοδωράκη:

«Χάθηκα…/ Γιατ’ είχα όνειρα πολλά/ και το λιμάνι είναι μικρό/ Γιατ’ ήμουν πάντα μόνος/ και θα ‘μια πάντα μόνος»

Δεν μπορούμε, Μίκη, να ξέρουμε αν κάποια στιγμή ή πάντοτε ένιωθες μόνος μπροστά στην ασχήμια της ζωής, στην υποκρισία των συνανθρώπων σου και στην ευτέλεια της καθημερινότητας. Μπορεί το «λίγο ακόμα να σηκωθούμε ψηλότερα» να έγινε ο εφηβικός μας ύμνος και ο επίλογος των μαθητικών εκθέσεων, αλλά πολλές φορές κι εμείς νιώθουμε ανθρώπινα και εθνικά μόνοι.

Μίκη Θεοδωράκη σε ευχαριστούμε…

που με τις μουσικές σου μάς έδωσες την ευκαιρία να τραγουδήσουμε, να κλάψουμε, να χαρούμε, να μυηθούμε στην ποίηση χάρη στις δικές σου μελοποιήσεις των ποιημάτων. Ταξίδεψες τις ψυχές μας, που μάς έκανες να βγάλουμε φτερά και να πετάξουμε πάνω από ξέφωτα και κοιλάδες...

Μίκη σε ευχαριστούμε…

για τον μουσικό ακτιβισμό σου και για πολλά άλλα…


Ήσουν ωραίος ως Έλληνας…

«Παγκόσμιος Έλληνας»

«Άξιος ει»

 https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com




Μίνωας Καλοκαιρινός (1843 - 5 Οκτωβρίου, 1907 ) - Ο πρώτος ανασκαφέας της Κνωσού

 

Ο Μίνωας Ανδρέου Καλοκαιρινός (1843, Ηράκλειο Κρήτης - 5 Οκτωβρίου, 1907 Hράκλειο) ήταν Έλληνας έμπορος και αρχαιοδίφης, ο πρώτος ανασκαφέας της Κνωσού το 1878 στον λόφο Τσελεπί Κεφάλα.

Ένας απλός λάτρης της αρχαίας Ελλάδας με μεγάλο μεράκι και ακόμα μεγαλύτερο πείσμα θα έφτανε να συνομιλεί στα ίσα με τους μεγαλύτερους αρχαιολόγους του καιρού του, ονόματα σαν τον Σλίμαν και τον Έβανς δηλαδή, καθώς ήταν η δική του σκαπάνη αυτή που είχε φέρει στο φως ένα μνημείο παγκόσμιας λάμψης και ακτινοβολίας. 

Τα μυθικά ανάκτορα του βασιλιά Μίνωα αποκαλύφθηκαν λοιπόν από έναν εδώ και καιρό λησμονημένο ανασκαφέα, αν και πρωτοπόρου στα χρόνια του. Η Κνωσός έμελλε να συνδεθεί με τον σερ Άρθουρ Έβανς και τη δική του ανασκαφή το 1900, ενώ ο Καλοκαιρινός ήξερε τους θησαυρούς που κρύβονταν στο σπουδαίο μινωικό παλάτι ήδη από το 1878. 

Ηρακλειώτης έμπορος και λόγιος αστός ήταν ο Καλοκαιρινός, ένας πνευματικός άνθρωπος που λάτρευε την αρχαία Ελλάδα και είχε μελετήσει από Στράβωνα μέχρι Όμηρο και Ηρόδοτο. Και ήταν πεπεισμένος πως το μυθικό παλάτι του αρχαίου Μίνωα υπήρχε, βάζοντας σκοπό ζωής να το φέρει στο φως! 

Μόνο που στα πόδια του θα εμπλέκονταν εμπόδια κολοσσιαία, η ίδια η Ιστορία κοντολογίς, καθώς είχε να παλέψει ακόμα και με την τουρκοκρατία. Και ο στόχος του είχε πάντα και εθνικοαπελευθερωτικά κριτήρια: αν η σκλαβωμένη Κρήτη φιλοξενούσε στα χώματά της έναν τόσο σπουδαίο αρχαίο πολιτισμό και γινόταν επίκεντρο αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, δεν θα έκαναν κάτι οι Μεγάλες Δυνάμεις για την ανεξαρτησία της;

«Κατά τας ώρας της σχολής μου εμελέτων τους αρχαίους Έλληνας συγγραφείς και ιδίως τους εν τη βιβλιοθήκη του σοφού Κοραή υπαρχόντων… διακαιόμενος υπό του πόθου να αντλήσω τα προς διαφώτισιν της αρχαίας ιστορίας της Κρήτης, δι’ αν ανασκαφήν (εποιησάμην) της ιδίας της καθ’ Όμηρον μεγάλης πόλεως Κνωσού, βασιλείου του Μίνωος», γράφει και ξεκινά με προσωπικά έξοδα τις ανασκαφές εκεί που νομίζει πως υπάρχει το περίλαμπρο παλάτι.

Κι όμως, η σκαπάνη του φέρνει στο φως τις ανακτορικές αποθήκες, εκεί που ο αρχαίος συνονόματός του φύλασσε το λάδι και το κρασί του. Μετά θα έφερνε στο φως ακόμα και τον προθάλαμο της Αίθουσας του Θρόνου! Τα ευρήματα αποκαλύπτονται με τον σωρό και ένας αξιόλογος πολιτισμός αρχίζει να αναδύεται. Ο χριστιανός πασάς απαγορεύει αμέσως τη συνέχιση των ανασκαφών, φοβούμενος όλα όσα ελπίζει ο Καλοκαιρινός να έρθουν με τη δημοσιοποίηση της ανακάλυψής του.

Ο ερασιτέχνης αρχαιολόγος στέλνει παρόλα αυτά δείγματα των ευρημάτων στα μεγάλα ευρωπαϊκά μουσεία, θέλοντας να κεντρίσει το ερευνητικό ενδιαφέρον της αρχαιολογικής κοινότητας, και τα καταφέρνει και με το παραπάνω. Ο διευθυντής του Οξφορδιανού Μουσείου, κάποιος Άρθουρ Έβανς, δείχνει τον μεγαλύτερο εντυπωσιασμό και κατεβαίνει στην Κρήτη. Στην Κνωσό τον ξεναγεί ο ίδιος ο Καλοκαιρινός και από κοινού δουλεύουν για την άρση της απαγόρευσης.

Αποτυγχάνουν όμως και μάλιστα παταγωδώς. Η Κρήτη τελεί για άλλη μια φορά σε γενικό αναβρασμό και στις ταραχές του Ηρακλείου της 25ης Αυγούστου 1898, οι Τούρκοι δολοφονούν τον αδελφό και τον γιο του Καλοκαιρινού, φροντίζοντας να κάψουν και το σπίτι του, καταστρέφοντας έτσι όλα τα ευρήματα από το αρχαίο μνημείο.

Ο Μίνωας καταστρέφεται οικονομικά και απομένει να βλέπει το όραμά του να του το κλέβουν άλλοι. Η Κρήτη απελευθερώνεται το 1898 και ο Έβανς επανακάμπτει δριμύτερος, αποσπώντας την έγκριση της Κρητικής Εθνοσυνέλευσης για τη συνέχιση των ανασκαφών χωρίς τον μεγάλο οραματιστή και πρωτεργάτη στο πλευρό του.

Αφού αγόρασε ολάκερη την περιοχή της αρχαίας Κνωσού και έφερε στο φως τα αξιοζήλευτα ευρήματα που θα του χάριζαν αυτό το «σερ» πριν από το όνομά του, το πρώτο που κάνει είναι να εξαφανίσει τον Καλοκαιρινό από την όλη ιστορία. Ο άγγλος αρχαιολόγος κράτησε τις δάφνες για τον εαυτό του και θα έπρεπε να περάσει ένας σχεδόν αιώνας για να πάρει μυρωδιά η αρχαιολογική κοινότητα και η διεθνής βιβλιογραφία τι είχε πραγματικά συμβεί.

Και θα έπρεπε να βρεθούν οι χειρόγραφοι χάρτες του Καλοκαιρινού από τα αρχαία ανάκτορα και τα υπομνήματά του στα γαλλικά, αλλά και οι καταγραφές του έργου του από τον αμερικανό πρόξενο στην Κρήτη, για να αναθεωρήσουν οι αρχαιολόγοι τα πώς και τα γιατί της ξακουστής ανασκαφής.

Ακόμα και ο Σλίμαν ενδιαφέρθηκε να βάλει πόδι στην Κνωσό, θέλοντας να αγοράσει τον λόφο της αρχαίας πόλης για λογαριασμό του, θεώρησε ωστόσο την τιμή εξωφρενική! Ένα από κείνα τα πιθάρια που βρήκε πάντως ο Καλοκαιρινός εκτίθεται πια στο Βρετανικό Μουσείο για να θυμίζει τον Κρητικό που με προσωπικούς κόπους και χίλια βάσανα προσπάθησε να αποκαλύψει το ελληνικό μεγαλείο της αρχαιότητας, τον ίδιο τον μινωικό πολιτισμό…

Πρώτα χρόνια

Ο Μίνωας Ανδρέου Καλοκαιρινός γεννιέται το 1843 στο Ηράκλειο ως το τελευταίο από τα πέντε παιδιά του μεγαλεμπόρου Ανδρέα Καλοκαιρινού. Οι Καλοκαιρινοί κρατούσαν από τζάκι και είχαν λεφτά και τίτλους στα χέρια τους. Ο Μίνωας θα ολοκληρώσει το σχολείο στη Σύρο το 1862 και θα εγγραφεί κατόπιν στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, έχοντας χάσει μέχρι τότε τόσο τη μητέρα του όσο και τα τρία από τα τέσσερα αδέλφια του.

Ένας ακόμα θάνατος θα στοιχειώσει τα πρώτα του χρόνια: το 1864 χάνει και τον πατέρα του και αναγκάζεται να επιστρέψει εσπευσμένα στην Κρήτη για να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση με τον μόνο αδερφό που του έχει απομείνει στη ζωή, τον Λυσίμαχο. Οι εμπορικές δραστηριότητες των Καλοκαιρινών είναι όμως τόσο εκτεταμένες που τα δυο αδέρφια αναγκάζονται να τις χωρίσουν.

Διαλύουν το 1871 τον πατρικό όμιλο και ο Μίνωας κρατά τη σαπωνοποιία και τα οινοποιία της οικογένειας, φροντίζοντας παράλληλα να οικοδομήσει και το Μέγαρο των Καλοκαιρινών στα ερείπια του πατρικού του αρχοντικού που είχε γκρεμιστεί από τον σεισμό. Εδώ που θα στεγαζόταν αργότερα όλη η συλλογή του από την Κνωσό! Και καθώς η Ιστορία ήταν πάντα στα πόδια του Καλοκαιρινού, το μέγαρό του θα το έκαιγαν οι Τούρκοι και θα έπρεπε να έρθει το 1903 ο ανιψιός του Ανδρέας (γιος του Λυσίμαχου) να το ξαναχτίσει, ώστε να στεγαστεί σήμερα το Ιστορικό Μουσείο Κρήτης.

Ο γνωστός έμπορος παντρεύτηκε το 1869 τη Σκεύω Κριεζή, κόρη της γνωστής οικογένειας της Ύδρας, με την οποία θα αποκτούσε τέσσερα παιδιά. Πέρα από τις πετυχημένες εμπορικές του δραστηριότητες, ο Μίνωας κρατά ταυτοχρόνως τη θέση του υποπρόξενου της Ισπανίας και λειτουργεί ως διερμηνέας του Αγγλικού Προξενείου στο Ηράκλειο.

Το 1873 αποπειράται να συνεχίσει τις σπουδές του στη Νομική Σχολή, αλλά η αμείλικτη καθημερινότητα του εμπόρου τον κρατά και πάλι μακριά από την Αθήνα. Επιχειρεί να επιστρέψει στα πανεπιστημιακά έδρανα τόσο το 1883 όσο και το 1897, καθώς ήταν προπάντων λόγιος και εραστής των γραμμάτων.

Είχε μελετήσει εξάλλου όλους τους αρχαίους συγγραφείς και αγαπούσε ιδιαιτέρως την ιστορία και την αρχαιολογία. Ήταν πεπεισμένος μάλιστα πως η Κνωσός δεν ήταν άλλο ένα μυθικό βασίλειο αλλά μια πραγματικότητα του αρχαίου κόσμου. Κι έτσι πείσμωσε και έβαλε στόχο να τη φέρει στο φως.

Κατέληξε μάλιστα, αυτός ο αρχαιοδίφης και ερασιτέχνης αρχαιολόγος, πως η Κνωσός έπρεπε να είναι θαμμένη στα έγκατα του λόφου της Κεφάλας, εκεί όπου οι ντόπιοι αγρότες και κτηνοτρόφοι ξέθαβαν με τη σέσουλα αρχαία νομίσματα και κεραμικά εδώ και χρόνια. Τεχνουργήματα ωστόσο που, όπως έκρινε, ήταν διαφορετικά από όλα τα άλλα που έβλεπε.

Αγόρασε λοιπόν το 1878 τον χώρο που ήθελε να ανασκάψει από τον τοπικό μπέη, Ιμπραήμ Εφεντάκη, πληρώνοντας αδρά και δυσανάλογα πολύ για την αξία της κακοτράχαλης περιοχής. Σύμφωνα όμως με το οθωμανικό Δίκαιο, τώρα είχε αναφαίρετο δικαίωμα στο 1/3 των ευρημάτων…

Η εμπλοκή με την Κνωσό

Με είκοσι εργάτες στο πλευρό του και τρεις εβδομάδες άδεια από τα επιχειρηματικά του καθήκοντα, ο ερασιτέχνης αρχαιολόγος αρχίζει να σκάβει και φέρνει στο φως πλήθος τεχνουργημάτων και νομισμάτων. Αποκαλύπτει θεμέλια και φτάνει μάλιστα μέχρι και τον προθάλαμο της Αίθουσας του Θρόνου, νομίζοντας κάποια στιγμή πως είχε αποκαλύψει όλο το παλάτι.

Ταυτοχρόνως, κάνει εκκλήσεις στην ελληνική κυβέρνηση για μεταφορά των ευρημάτων που κρατά στο σπίτι του στην Αθήνα, φυγάδευση των αρχαίων εν ολίγοις για να μη βρεθούν μαγικά στην Κωνσταντινούπολη, όπως ανησυχεί. Το ελληνικό κράτος κωλυσιεργεί, οι Τούρκοι βάζουν συνεχώς αναχώματα και μέσα σε όλα ξεσπούν συνεχώς ταραχές.

Ο 34χρονος Μίνωας δαπανά 750 φράγκα για τις ανασκαφές του φέρνοντας τελικά στο φως ένα καλό τμήμα της δυτικής πτέρυγας του ανακτορικού συγκροτήματος. Τώρα επιζητούσε το ευρωπαϊκό αρχαιολογικό ενδιαφέρον, θέλοντας να μπολιάσει το έργο του με εθνικοαπελευθερωτικές νότες.

Μέσα σε όλα, συμμετέχει στην ίδρυση του Εκπαιδευτικού Συλλόγου της Κρήτης και παραγγέλνει ένα από τα πρώτα μελήματα του φορέα να είναι η αρχαιολογική μελέτη της Κρήτης. Δωρίζει μάλιστα στον σύλλογο τρία από τα πιθάρια του μινωίτη βασιλιά και στέλνει ευρήματα στα μεγαλύτερα αρχαιολογικά και ιστορικά μουσεία της Ευρώπης.

Πιστεύει πως είναι η στιγμή του, η στιγμή που περίμενε η υπόδουλη Κρήτη. Δεν είναι όμως. Το 1879 θα ανέβει ως την Κνωσό ο χριστιανός τοποτηρητής της Κρήτης, Ιωάννης Φωτιάδης, ο οποίος θα απαγορεύσει τη συνέχιση των ανασκαφών, με τη σύμφωνη γνώμη των λογίων της πόλης, για να προστατευτούν τα ευρήματα από τα χέρια των Οθωμανών. Ο Φωτιάδης θα κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να παραμείνει το ανάκτορο στην αφάνεια, καθώς ήξερε πως τα αρχαία κινδύνευαν να βρεθούν στην Υψηλή Πύλη.

Όταν το 1880, για παράδειγμα, η Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή Αθηνών ζητά από τον Λυσίμαχο Καλοκαιρινό, πρόξενο της Αγγλίας στο Ηράκλειο, άδεια για μια νέα ανασκαφή στην Κνωσό, εκείνος τη χορηγεί και μάλιστα πρόθυμα, οι εργασίες θα παρεμποδιστούν ωστόσο από τον Φωτιάδη. Όπως και οι αγγλικές και οι αμερικανικές απόπειρες από το 1881-1886, καθώς ο διοικητής του νησιού δεν ήθελε να καταστεί η φλεγόμενη Κρήτη επίκεντρο του παγκόσμιου ερευνητικού ενδιαφέροντος.

Την άνοιξη του 1886, καθώς ο Καλοκαιρινός είχε πυροδοτήσει πράγματι διεθνές αρχαιολογικό ενδιαφέρον, επισκέπτεται την Κνωσό ο ίδιος ο Σλίμαν, ο οποίος εντυπωσιάζεται από τη δουλειά του πάντα ερασιτέχνη συναδέλφου του και προσπαθεί να πείσει με τον αντίκτυπο του ονόματός του τις Αρχές για μια άδεια. Ο Σλίμαν το προσπαθούσε μέχρι και τον θάνατό του το 1890, κατεβαίνοντας και πάλι στο νησί το 1889, δεν τα κατάφερε πάντως ούτε αυτός. Έγραψε πάντως με καημό στην Αθήνα στις 9 Δεκεμβρίου 1888: «Θα επιθυμούσα να τελειώσω το έργο της ζωής μου με ένα μεγάλο εγχείρημα … την ανασκαφή του προϊστορικού ανακτόρου των βασιλέων της Κνωσού, στην Κρήτη».

Μέσα σε όλα, ο Καλοκαιρινός έχει ρίξει όλο του το βάρος στην Κνωσό και, παρά την αναντίρρητη ικανότητά του στο εμπόριο, το 1887 πτωχεύει! Η οικονομική του καταστροφή θα σημάνει και το ουσιαστικό του τέλος από την περιπέτεια της ανασκαφής, καθώς δεν έχει πια το μόνο διαπραγματευτικό χαρτί που φαίνεται να περνά σε όλους: το χρήμα.

Παρά ταύτα, είναι και πάλι αυτός που υποδέχεται τον Άρθουρ Έβανς στην Κνωσό το 1894, ξεναγώντας το στον λόφο που είχε αφήσει το σημάδι του. Ο άγγλος αρχαιολόγος κατορθώνει να αγοράσει το 1/4 του λόφου της Κεφάλας, βάζοντας έτσι για τα καλά πόδι στην Κνωσό. Την ώρα που ο Μίνωας βλέπει την οικογένειά του να ξεκληρίζεται από την τουρκική σφαγή των αμάχων το 1898, με τον αποκεφαλισμό του αδερφού του Λυσίμαχου, την εξαφάνιση της κόρης του αλλά και τον φόνο του δικού του πρωτότοκου γιου, πληροφορείται δύο χρόνια αργότερα πως ο Έβανς φέρνει στο φως τα ανάκτορα του μινωικού πολιτισμού!

Τα ευρήματα του Καλοκαιρινού καταστράφηκαν με την τουρκική πυρπόληση του μεγάρου του, καθώς δεν πρόλαβε να τα στείλει -και πάλι μόνος πάλευε- στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Μόνο τα χειρόγραφά του και τους χάρτες του είχε πια από την περιπέτειά του στην Κνωσό, μια ανασκαφή που θα άρχιζε στις 23 Μαρτίου 1900 ο Έβανς από κει ακριβώς που την είχε σταματήσει ο Καλοκαιρινός.

Ο Βρετανός μπήκε εύκολα στην Αίθουσα του Θρόνου, καθώς στον προθάλαμό της είχε σταματήσει η σκαπάνη του Κρητικού 22 χρόνια πρωτύτερα. Σε καμιά δημοσίευσή του δεν εμφανίστηκε ποτέ το όνομα του Καλοκαιρινού που του έδωσε ουσιαστικά τη σημαντικότατη ανακάλυψη στο πιάτο. Μέσα σε δύο χρόνια, ο Έβανε έφερε ανενόχλητος όλη την Κνωσό στο φως…





δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/








Φραντσέσκο Γκουάρντι (5 Οκτωβρίου 1712 – 1 Ιανουαρίου 1793)

 

San Pietro di Castello

Ο Φραντσέσκο Γκουάρντι (Francesco Guardi, 5 Οκτωβρίου 1712 – 1 Ιανουαρίου 1793) ήταν Ιταλός ζωγράφος, περίφημος για τις απεικονίσεις του της Βενετίας. Θεωρείται ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους της κλασικής Ενετικής σχολής ζωγραφικής.

Γεννήθηκε στην Βενετία και ήταν γιος του ζωγράφου Ντομένικο Γκουάρντι. Οι δύο του αδελφοί ήταν επίσης ζωγράφοι η δε αδελφή τους παντρεύτηκε τον επιφανέστερο Ενετό ζωγράφο της εποχής, τον Τζανμπαττίστα Τιέπολο.

Η σταδιοδρομία του υπήρξε πολύ λίγο επιτυχής. Ήταν στην σκιά του αδελφού του Τζαναντόνιο μέχρι τον θάνατο του τελευταίου, δούλευε για άλλους ζωγράφους ακόμη και σε ώριμη ηλικία, οι πολυάριθμοι αριστοκράτες που επισκέπτονταν την Βενετία προτιμούσαν τον Καναλέττο, και πέθανε μέσα στην φτώχεια. Κι ενδεχομένως να μη γινόταν μέλος της Ακαδημίας της Βενετίας το 1784 αν δεν προήδρευε ο ανεψιός του, ο Τζοβάννι Ντομένικο Τιέπολο.

Η αναγνώριση ήρθε επί Ιμπρεσιονισμού, όταν οι παλλόμενες και γρήγορες πινελιές του θεωρήθηκε ότι είχαν περισσότερον αυθορμητισμό και δεξιοτεχνία από τους προσεκτικούς και με σαφή περιγράμματα πίνακες του Καναλέττο. Οι πινελιές αυτές χάρισαν στην ζωγραφική του Γκουάρντι την ονομασία pittura di tocco (ζωγραφική της αφής).

Μολονότι ο Γκουάρντι είναι αντιπροσωπευτικός ζωγράφος της Veduta (απεικονίσεων τοπίων, κυρίως πόλεων και πρωτίστως της Βενετίας), καλύτερό του έργο θεωρείται η Ιστορία του Τωβίτ στον εξώστη του εκκλησιαστικού οργάνου του San Raffaele στην Βενετία. Υπάρχει πάντως σφοδρή αντιγνωμία για το αν το έργο αυτό είναι του Φραντσέσκο ή του αδελφού του Τζαναντόνιο. 
Francesco Guardi portrayed by Pietro Longhi 


 Το επισκεπτήριο των καλογριών στον Άγιο Ζαχαρία, 1745-50, Βενετία,


 Το φουαγιέ, 1755, Βενετία

 Ο αρχάγγελος Ραφαήλ και ο Τωβίας, 1752, Βενετία, εκκλησία Angelo San Raffaele


 Βενετία. Το κανάλι της Giudecca, 1758


Ο Μώλος και η Ρίβα ντέλι Σκιαβόνι, 1760-65


Το Μεγάλο Κανάλι και η γέφυρα του Ριάλτο, 1765


Βενετία. Άποψη της Giudecca από το Τελωνείο, 1770

δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/