Μπία Ντάβου (Οκτώβριος 1932 - 12 Αυγούστου 1996)

 

Η Μπία Ντάβου (Οκτώβριος 1932 – 12 Αυγούστου 1996) ήταν ζωγράφος.

Γεννήθηκε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του 1932. Σπούδασε ζωγραφική στο εργαστήριο του Κώστα Ηλιάδη από το 1952 ως το 1958. Ξεκίνησε την εκθεσιακή της δραστηριότητα το 1957 ενώ με αφετηρία το 1960 οργάνωσε πολλές ατομικές εκθέσεις σε διάφορες γκαλερί (“Νέες Μορφές” το 1960, “P.R.” το 1970, “Δεσμός” το 1983 και το 1990) κ.ά. Επιπλέον έλαβε μέρος σε αρκετές ομαδικές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Μεταξύ άλλων συμμετείχε στις Πανελλήνιες Εκθέσεις (1957, 1960, 1963, 1965, 1967), στη Μπιενάλε του Παρισιού (1961), στην Μπιενάλε της Αλεξάνδρειας, στη Μπιενάλε του Σάο Πάολο, σε εκθέσεις της Πολωνίας, του Ισραήλ, της Ουγγαρίας, της ΕΣΣΔ, της Κύπρου κλπ.

Το 1960 παρουσίασε την πρώτη ατομική της έκθεση στην Αθήνα (Νέες Μορφές). Τα αμέσως επόμενα χρόνια η ζωγραφική της εξελίχθηκε από την παραστατικότητα προς την αφαίρεση, διατηρώντας πάντως τα αρχικά χαρακτηριστικά της, την εξπρεσιονιστική διάθεση και την επιμονή στην οργάνωση της εικαστικής γραφής. Μια αποφασιστική στροφή στη δουλειά της σημειώνεται κατά το τέλος της δεκαετίας του 1960, όταν απομακρύνεται βαθμιαία από τη ζωγραφική του τελάρου και οδηγείται σε τρισδιάστατες κατασκευές και περιβάλλοντα.
Κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1970 αρχίζει να την απασχολεί ευρύτερα το θέμα της επικοινωνίας, ενώ παράλληλα εξοικειώνεται με τη γλώσσα των μαθηματικών και την τεχνολογία των ηλεκτρονικών υπολογιστών, ακολουθώντας μια τάση ελάχιστα διαδεδομένη στην Ελλάδα εκείνης της εποχής. Επεξεργάζεται τις συνθέσεις της (Σειραϊκές Δομές) με βάση το δυαδικό σύστημα και την ακολουθία Fibonacci. Τα θέματά της αποκτούν όλο και πιο σύνθετο χαρακτήρα, αλλά τα ορθολογιστικά – εννοιολογικά στοιχεία δεν επισκιάζουν ποτέ τη βαθύτερη λυρική ευαισθησία που χαρακτηρίζει το σύνολο της καλλιτεχνικής της έκφρασης. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 η ποιητική διάσταση του έργου της ενισχύεται με αναφορές στο κείμενο της Οδύσσειας και σε αρχαίους μύθους (Ιστία, Στήλες, Αργοναύτες…). Οι πολυεπίπεδες πνευματικές αναζητήσεις της συνδυάζονται πάντα με μορφές αισθητικά ολοκληρωμένες, ανεξάρτητα από τα τεχνικά μέσα που χρησιμοποιεί.

Η Μπία Ντάβου υπήρξε σύνεδρο μέλος του Καλλιτεχνικού Επιμελητηρίου, και μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Αισθητικής. Είχε επίσης ταξιδέψει πολλές φορές για καλλιτεχνική ενημέρωση στην Ευρώπη (Παρίσι, Βενετία, Φλωρεντία, Βερολίνο κ.ά.), και ΗΠΑ (Νέα Υόρκη, Ουάσιγκτον). Ήταν μόνιμος κάτοικος Αθηνών. Ήταν παντρεμένη από το 1962 με τον µαθηµατικό και καλλιτέχνη Παντελή Ξαγοράρη με τον οποίο απέκτησε έναν γιο. Πέθανε στις 11 Αυγούστου του 1996.

Κατά τα πρώτα βήματα της καλλιτεχνικής της πορείας καταπιάστηκε με τον αφηρημένο εξπρεσιονισμό ενώ αργότερα στράφηκε προς τις τρισδιάστατες δημιουργίες από πλέξιγκλας. Εισήγαγε στα έργα της τη χρήση των ηλεκτρονικών υπολογιστών. Κατά τα τέλη του 1996 διοργανώθηκε αναδρομική έκθεση της στο Σπίτι της Κύπρου. Πίνακές της περιλαμβάνονται σε ειδική έκθεση που πραγματοποιήθηκε το 2008, στην Κίνα στα πλαίσια των εκδηλώσεων “Πολιτιστικού Έτους Ελλάδος στη Κίνα”. To 2008 πραγματοποιήθηκε μεγάλη αναδρομική της έκθεση στο Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.

H Μπία Ντάβου µιλάει για το έργο της…

«Είµαι µόνο ζωγράφος και ψάχνω να βρω πράγµατα µέσα στην ζωγραφική. Μαζί µε τον Παντελή Ξαγοράρη που τότε έκανε ζωγραφική µε κοµπιούτερ παρακολούθησα, λοιπόν, ένα σεµινάριο για ένα χρόνο πάνω στην πληροφορική. Αυτή η έρευνα εµένα µ’ ενδιέφερε τελείως µαγικά, µυθικά, δίχως να έχω σχέση µε τα µαθηµατικά, και πιθανόν γι’ αυτό και δεν κατάλαβα τίποτα άλλο σχεδόν απ’ τα διαγράµµατα, την προετοιµασία δηλαδή της σκέψης που προηγείται του προγράµµατος ενός κοµπιούτερ. Άρχισα τότε να κάνω ζωγραφικά διαγράµµατα όπου έβαζα διάφορες σκέψεις και εντολές που, βέβαια, µε κανένα τρόπο δεν µπορούν να εφαρµοστούν
κανονικά σ’ ένα κοµπιούτερ. Η τρίτη φάση στη δουλειά µου, µετά τα πλέγµατα και τα διαγράµµατα, είναι τα κυκλώµατα, δηλαδή
από το software µε µάγεψε το hardware. Πάνω σε µεγάλες πλάκες, λοιπόν, έκανα τις ροές των ηλεκτρονικών κυκλωµάτων –τα οποία µεταπλάθω– που βρίσκονται µέσα στα τρανζίστορ ή στα κοµπιούτερ, πάλι όµως µ’ ένα δικό µου τρόπο και χρησιµοποιώντας προσωπικά σύµβολα. Αρχικά έκανα τις Σειραϊκές ∆οµές µε τελείες και κουκκίδες και παρουσίασα αυτά τα έργα, σε µεγάλα τελάρα, στο ∆εσµό. Συνειδητοποίησα από εκεί ότι αν αντικαθιστούσα τους αριθµούς µε οποιαδήποτε άλλα στοιχεία θα µπορούσα να χτίζω σειραϊκές δοµές µε τούβλα, πέτρες, µαξιλάρια, λέξεις κ.ά., πράγµα το οποίο και έκανα. Χρησιµοποίησα λοιπόν και τους στίχους της Οδύσσειας και από κει οδηγήθηκα στο ταξίδι του Οδυσσέα, έργο χώρου, χρησιµοποιώντας πανιά σαν ιστία γιατί οι
σειραϊκές δοµές σχηµατίζουν πάντα, οπτικά, τρίγωνα. Από τότε, δηλαδή από το ’80 µέχρι σήµερα, όλη µου η δουλειά έχει να κάνει µε ταξίδια και ιστία. Στην αρχή ήταν λευκά, µετά γίναν µαύρα, µετά πολύχρωµα µε πολλή ζωγραφική πάνω, τα οποία χρησιµοποιούσα γα να κάνω περιβάλλοντα και εγκαταστάσεις στο χώρο».


Η εκπομπή ΖΩΝΤΑΝΟ ΜΟΥΣΕΙΟ είναι αφιερωμένη στη γλύπτρια ΜΠΙΑ ΝΤΑΒΟΥ. Αναλύεται το έργο της γλύπτριας και την ιδιαίτερη τεχνική της, χρησιμοποιώντας τη μαθηματική μέθοδο του Ιταλού ΦΙΜΠΟΝΑΤΣΙ. Η ίδια η ΜΠΙΑ ΝΤΑΒΟΥ κάνει λόγο για τα νεανικά της χρόνια και τα πρώτα της έργα. Μιλάει για την τεχνική του ΓΚΡΕΚΟ και του Ολλανδού ζωγράφου ΓΙΑΝ ΒΕΡΜΕΕΡ και αναλύει τα έργα τους. Επίσης, αναφέρεται στη γλύπτρια ΧΡΥΣΑ και στον Ιταλό καλλιτέχνη ΜΑΡΙΟ ΜΕΡΤΣ σχολιάζοντας την τεχνική και το έργο τους

Σειριακές από-ανά-δομές



Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 η Μπία Ντάβου υιοθέτησε μια σειριακή μεθοδολογία ως την κεντρική αρχή της πρακτικής της. Ανέπτυξε ένα μοναδικό σύνολο έργων στο οποίο συνδυάζονται η κυβερνητική, τα μαθηματικά, οι Ομηρικοί μύθοι με τα ταξίδια του Οδυσσέα και το πέπλο της Πηνελόπης, η ποίηση αλλά και η προσωπική τραγωδία. Η καλλιτεχνική της πρακτική διαμορφώθηκε μέσα από κοπιώδη και σχολαστική δημιουργία βασισμένη στον συνδυασμό χειροτεχνίας και βιομηχανικής παραγωγής: εκτύπωνε κυκλώματα πάνω σε χαλκό και βακελίτη, σχεδίαζε σε χαρτί μιλιμετρέ και έφτιαχνε εγκαταστάσεις από τριγωνικά υφάσματα εν είδει ιστίων όπου είχαν κεντηθεί στίχοι του Ομήρου και μαθηματικές ακολουθίες.

Το έργο Σειριακές από-ανά-δομές, που απαρτίζεται από 367 σχέδια που φιλοτεχνήθηκαν σε διάστημα ενός έτους, ένα την ημέρα, αποτελεί την κορύφωση της πρακτικής της. Πραγματώνοντας το ρητό «nulla dies sine linea» (ούτε μέρα χωρίς γραμμή), η Ντάβου αναδομεί και αποδομεί τα γλωσσικά και εικονογραφικά στοιχεία του εικαστικού ιδιώματός της σε μια διαλεκτική σχέση με τις ομηρικές έννοιες του «νόστου» και του «θανάτου» ως καταγραφή της ύπαρξης.

 Στήλες και σύννεφα, Υποθετική επέμβαση στους Στύλους Ολυμπίου Διός 1983












Παστέλ και κολάζ με επιζωγραφισμένο διχτυωτό ύφασμα σε χαρτόνι170 x 100 εκ.


Κολάζ σε εφημερίδες 1991




δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/








Ηλίας Βουτιερίδης (1874 - 10 Αυγούστου 1941)

 

Ο Ηλίας Βουτιερίδης (1874 - 10 Αυγούστου 1941) ήταν Έλληνας ιστορικός της ελληνικής λογοτεχνίας, ποιητής, πολεμιστής και δημοσιογράφος.

Γεννήθηκε στο Σουλινά στη Ρουμανία όταν ο πατέρας του υπηρετούσε εκεί ως προξενικός υπάλληλος. Στην Κρητική επανάσταση του 1897 συμμετείχε ως εθελοντής, έγραψε δε και εξέδωσε με έξοδα της Επαναστατικής Επιτροπής της Κρήτης την Ιστορία της Κρητικής Επανάστασης του 1897. Το 1900 εξέδωσε τη ποιητική του συλλογή «Σύννεφα».

Από το 1903 συνεργάσθηκε με το δημοτικιστικό περιοδικό Νουμάς που εκδιδόταν από τον Δ. Ταγκόπουλο. Μεγάλο μέρος δε αυτού το έγραφε ο Βουτιερίδης με τα ψευδώνυμα «Γρίφιλος», «Γοργίας», «Σταύρος Λαμπέτης» και «Τίμωνας».

Ο Βουτιερίδης υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους αγωνιστές του ακραίου δημοτικισμού. Αντίθετα στη τέχνη του παρόλο ότι ήταν συντηρητικός δεν παρέμεινε μακριά από την επίδραση των νεωτεριστικών ιδεών της εποχής του.

Ως δημοσιογράφος υπήρξε από τους επιφανέστερους στην εποχή του και είχε χρηματίσει δύο φορές Πρόεδρος της Ενώσεως Συντακτών των Αθηναϊκών εφημερίδων το 1920 και 1923. Υπήρξε επίσης Καθηγητής της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου καθώς επίσης και Γραμματεύς στην Εθνική Βιβλιοθήκη.

Η σύζυγός του, Ναταλία, απεβίωσε το 1982. Από τον γάμο τους απέκτησαν έναν γιο, τον Περικλή. (https://el.wikipedia.org/)

Εργογραφία

(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις) 

Ι.Ποίηση
• Πολεμικόν Ημερολόγιον. Αθήνα, 1898.
• Σύννεφα. Αθήνα, τυπ. Ιγγλέση – Παπαγεωργίου, 1900.
• Προσκυνητής. Αθήνα, 1907.
• Κελαδος· Σονέττα. Αθήνα, τυπ.Τρέμπελα, 1917.
• Μυστικές λειτουργίες· Σονέττα. Αθήνα, 1920.
• Ωδή στην Α.Μ. το Βασιλέα των Ελλήνων Κωνσταντίνο ΙΒ’. Αθήνα, 1921.
• Ποιητικές αρμονίεςΑ΄· Το βιβλίο της ζωής μου. Αθήνα, τυπ. Ακροπόλεως, 1923.
• Ελεγειακά (1900-1921). Αθήνα, Ζηκάκης, 1924.
• Ορφικά. Αθήνα, 1932.
• Μυστική ζωή. Αθήνα, 1934.
• Πολεμικές ωδές · Πρώτη σειρά. Αθήνα, Αετός, 1941.
ΙΙ.Θέατρο
• Κασσάντρα· Τραγωδία. Αθήνα, Ζηκάκης, 1929.
• Η Ηλιογέννητη· Ποιητικό δράμα σε μέρη τρία- εικόνες έξη. Αθήνα, Ζηκάκης, 1931.
• Ζουάνα · Τραγωδία μονόπραχτη. Αθήνα, τυπ.Ροδάκη, 1935.
ΙΙΙ.Πεζογραφία
• Μάριος· Μυθιστόρημα. Αθήνα, Ζηκάκης, 1923.
• Όταν αγαπούμε· Μυθιστόρημα. Αθήνα, Ζηκάκης, 1924.
ΙV.Μεταφράσεις
• Λουκιανού, Τίμωνας ο Μισάνθρωπος. Αθήνα, 1903.
• Λόγγου, Δάφνης και Χλόη· Μετάφρασμα από το αρχαίο Ηλία Βουτιερίδη. Αθήνα, Ζηκάκης, 1929 (έκδοση γ΄).
• Σοφοκλέους, Οιδίπους επί Κολωνώ. Αθήνα, 1911.
• Γκαίτε, Η Μινιόν. Αθήνα, 1919.
V. Μελέτες – Δοκίμια - Χρονικά
• Ιστορία της κρητικής επαναστάσεως του 1897. Αθήνα, 1898.
• Η ζωή μας και η φιλολογία μας· Α΄ Τα περιοδικά. Αθήνα, ανάτυπο από το Νουμά, 1904.
• Οι Δήμαρχοι των Αθηνών. Αθήνα, 1907.
• Η πρόοδος των επιστημών · μετά προλόγου και σημειώσεων. Αθήνα, Βασιλείου, 1920.
• Η εκστρατεία πέραν του Σαγγαρίου. Αθήνα, τυπ. Δελή, 1922.
• Κωστής Παλαμάς· Το ποιητικό έργο του. Αθήνα, Ζηκάκης, 1923.
• Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας· Από των μέσων του ΙΕ΄ αιώνος μέχρι των νεωτάτων χρόνων· Μετ΄εισαγωγής περί της βυζαντινής λογοτεχνίας. Αθήνα, Ζηκάκης, 1924.
• Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας· Από των μέσων του ΙΕ΄ αιώνος μέχρι των νεωτάτων χρόνων· Μετ΄εισαγωγής περί της βυζαντινής λογοτεχνίας· τεύχος γ΄. Αθήνα, Ζηκάκης, 1924.
• Η αρχή του νεωτέρου θεάτρου · Τα μυστήρια. Αθήνα, τυπ. Ακροπόλεως, 1925.
• Ο Σοφοκλής και οι γυναίκες. Αθήνα, 1926.
• Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας· Από των μέσων του ΙΕ’ αιώνος μέχρι των νεωτάτων χρόνων· Μετ΄εισαγωγής περί της βυζαντινής λογοτεχνίας· Τόμος δεύτερος· Τεύχος 1ον. Αθήνα, Ζηκάκης, 1927.
• Η Νεοελληνική Λογοτεχνία· Η αρχή της και οι σταθμοί της. Αθήνα, τυπ. Ακροπόλεως, 1927.
• Απάντηση σε μια κριτική του κ. Στιλπ. Κυριακίδη (καθηγητή στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης) για την «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας». Αθήνα, χ.χ. [1928] (φυλλάδιο).
• Νεοελληνική στιχουργική. Αθήνα, Ι. Κολλάρος, 1929.
• Η νεοελληνική λογοτεχνία· Γενικό εξέτασμα της ιστορίας της. Αθήνα, Ζηκάκης, 1930.
• Η ξένη επίδραση στη νεοελληνική λογοτεχνία. Αθήνα, Ζηκάκης, 1930.
• Αρχαίοι έλληνες λυρικοί. Αθήνα, Ζηκάκης, 1931.
• Ο ρυθμικός λόγος στη νεοελληνική λογοτεχνία. Αθήνα, Ζηκάκης, 1931.
• Αλ.Παπαδιαμάντης – Αλ.Μωραϊτίδης· Η ζωή τους και το έργο τους. Αθήνα, Ζηκάκης, 1931.
• Γραμματική της δημοτικής γλώσσας. Αθήνα, Πανεπιστημιακό Βιβλιοπωλείο Αλέξη Ν. Κολόλου, 1932.
• Κωστής Παλαμάς. Αθήνα, ανάτυπο από τη Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, 1932.
• Σύντομη ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (1000 – 1930). Αθήνα, 1933.
• Ποιος ο κανονισμός της νεοελληνικής ορθογραφίας από την Ακαδημία Αθηνών. Αθήνα, Ζηκάκης, 1933.
• Επίτομος ιστορία της Βυζαντινής λογοτεχνίας. Αθήνα, Ζηκάκης, 1935.
• Ο Σολωμός κ’ οι έλληνεςΑ΄· Όταν ζούσε ο Σολωμός. Αθήνα, 1937.
• Σολωμός· Κριτική μελέτη. Αθήνα, Δημητράκος, 1938.
VI. Συγκεντρωτικές εκδόσεις
• Κατάλοιπα Ηλία Βουτιερίδη· Για τη Μεθώνη και τους προγόνους του. Καλαμάτα, ανάτυπο από τα Μεσσηνιακά Γράμματα, τόμος Β΄, 1967. 1. Για περισσότερα εργογραφικά στοιχεία του Ηλία Βουτιερίδη βλ. Π.Η. Βουτιερίδης, «Το έργο του Ηλία Βουτιερίδη», Νέα Εστία50, ετ.ΚΕ΄, 15/11/1951, αρ.585, σ.1513-1516. http://www.ekebi.gr/ )



Κάποια αξέχαστα χρόνια

Κάποια αξέχαστα χρόνια
είχαν άνοιξη μόνο.
Κάποια αγάπης αηδόνια
γλυκό έκαναν τον πόνο.

Με μια αγάπη αναιώνια
σ’ ακατάλυτο θρόνο
κάποια αξέχαστα χρόνια
είχαν άνοιξη μόνο

τ’ ανθισμένα τα κλώνια
γι’ άνθη είχαν το χρόνο.
Μα ήρθαν πια και τα χιόνια
να γεμίζουν με πόνο
κάποια αξέχαστα χρόνια.


Πηγή:https://www.sansimera.gr/
© SanSimera.gr



Κάτω απ’ τη λεύκα

Κάτου απ’ τη λεύκα ορθή, στητή σαν άγαλμα
της Ήβης, τη δροσιά σκορπούσες.
Κι ήσουν ολάκαιρη η ζωή, που με χαμόγελο
τη δόξα της δημιουργίας τραγουδούσες.

Στο νου μου η δύναμη σου υψώθηκε
μονάχος εξουσιαστής της ζήσης·
και φάνταζες στο σκλαβωμένο πνέμα μου
σαν τη χαρούμενη ομορφιά της φύσης.

Κι όταν τα μάτια σου με σύρανε στα βάθη τους
έφερα τη λατρεία μου κι απ’ την αγάπη πέρα,
γιατί στην πλάστρα σου τη νιότη αντίκρυζα
του άφταστου πόθου τη μητέρα.

Πηγή:https://www.sansimera.gr/
© SanSimera.gr


ΔΙΑΒΆΣΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ https://homouniversalisgr.blogspot.com/







Οι Παναγιές στα τραγούδια του ποιητή Νίκου Γκάτσου

 

Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΣ

{....}

Στην Δημοτική ανώνυμη ποίηση, την έντεχνη επώνυμη αδερφή της, στα λαϊκά στιχουργήματα και στιχάκια, τα ρεμπέτικα τραγούδια και σε ορισμένους του νταλγκά αμανέδες, συναντάμε στίχους και ποιητικές μονάδες, άμεσες και έμμεσες αναφορές στην Θεοτόκο. Το όνομα της Παναγίας, είτε μέσω ποιητικών παρακλήσεων, είτε μέσω στιχουργικών ικεσιών, είτε σαν υπόμνηση ελπίδας και ελέους, παρηγοριάς ή χαράς, συναντάται και αναγνωρίζεται συχνότατα μέσα στο ελληνικό ποιητικό σώμα και στο αντίστοιχο στιχουργικό.

Επώνυμοι ποιητές και ποιήτριες, στιχουργοί, έγραψαν εκατοντάδες ποιήματα και τραγούδια που απευθύνονται ή μνημονεύουν το όνομα της Παναγίας, επικαλούνται την χάρη και βοήθειά της. Είναι ίσως, ή τουλάχιστον παράλληλα με εκείνο του Χριστού όνομα, το πλέον πολυεπαναλαμβανόμενο θρησκευτικό και εκκλησιαστικό σύμβολο μέσα στην ελληνική ποίηση και τα λαϊκά τραγούδια. Το όνομα της Παναγίας, δεν το βλέπουμε να πρυτανεύει μόνο στην εκκλησιαστική ποίηση και υμνολογία μέσα στο διαχρονικό διάβα της ορθόδοξης ελληνικής και οικουμενικής παράδοσης, αλλά έχει την ίδια βαρύνουσα συμβολική και θρησκευτική σημασία μέσα στα λαϊκά τραγούδια και επώνυμη ποίηση.

Οι ποιητές μας την αναφέρουν συχνότατα όπως και οι στιχουργοί μας, οι συνθέτες μας. Η Παναγία είναι μάλλον το ισχυρότερο πρόσωπο μέσα στην ιστορία του θείου δράματος που δεν αποκαθηλώθηκε ποτέ από το ιερό της πίστης εικόνισμα και της ελπίδας των ανθρώπων. Είναι το Πρόσωπο που στέκει ως γέφυρα μεταξύ του ενθάδε και του επέκεινα. Ο πιστός, ο απλός άνθρωπος, δεν την υμνεί μόνο, δεν την δοξάζει ελπιδοφόρα αλλά και την τραγουδεί, υφαίνει στίχους για αυτήν, διασκεδάζει έχοντάς την συντροφιά, χορεύει μαζί της, στήνει πανηγύρια, πηγαίνει σε ταβέρνες και τραγουδά, σε κουτούκια και πίνει το κρασί του με την παρέα του, σε λαϊκά μαγαζιά διασκέδασης και τέρπεται ακούγοντας λαϊκά τραγούδια που έχουν μέσα στα λόγια τους το όνομα της Παναγίας.

Η Παναγία είναι η πινακοθήκη των ανθρώπινων ενεργειών και δράσεων, συναισθημάτων, μέσα στις συνειδήσεις των ανθρώπων. Είναι το Πρόσωπο του θείου σχεδιασμού που εμπεριέχεται στις απλές καθημερινές συνήθειες και κοινωνικές δράσεις των πιστών ή λιγότερο πιστών ανθρώπων πέρα και έξω από του ιερούς ναούς και τα μοναστήρια, τα κελιά και τους τόπους προσκύνησης. Η παρουσία της είναι ζυμωμένη με τις ζωές των ορθόδοξων ανθρώπων ανεξαρτήτου βαθμού και αναβαθμού πίστης. Είναι το προγονικό Πρόσωπο παρηγοριάς των Ελλήνων και Ελληνίδων μέσα στην ιστορία και παράδοση που κυκλοφορεί ανάμεσά τους με τέτοια άνεση και πλέρια συγκατάβαση, που δεν αποιεροποιήθηκε ποτέ. Η Παναγία, είναι ο άγιος χρόνος του Μύθου που είναι διαρκώς παρών μέσα στην παρούσα φθαρτότητα της ζωής. Το εγκόσμιο μεθύσι της ισχύς της παράδοσης στις συνειδήσεις και ψυχές των ανθρώπων.

Πολλοί είναι οι έλληνες και οι ελληνίδες ποιητές και στιχουργοί που αναφέρονται στην Παναγία. Συνηθέστερα χρησιμοποιούν το προσωνύμιο Παναγία ή Παναγίτσα ή άλλα Θεοτοκονύμια-από τα εκατοντάδες που έχουν συντεθεί για αυτήν καθ’ άπασα την ελληνική επικράτεια ανά τους αιώνες. Οι σχετικές θρησκευτικές και άλλες γενικότερου θεματικού ενδιαφέροντος ανθολογίες, δημοσιεύουν ή αναδημοσιεύουν ποιήματα ή τραγούδια που αναφέρονται στο Πρόσωπό της. Για τους έλληνες στιχουργούς είναι ένα σύνηθες θέμα η αναφορά στο όνομά της, είτε γράφουν ερωτικούς στίχους, είτε μπαλάντες, είτε καψουροτράγουδα, λαϊκούς ύμνους, είτε οι στίχοι τους μας μιλούν για ερωτικού περιεχομένου θέματα, κοινωνικά, διαπροσωπικών σχέσεων ζητήματα, τα σταθερά της ζωής των ανθρώπων συλλογικά και ατομικά αδιέξοδα.



Αν ο μουσικόφιλος ακούσει στίχους που έχουν συνθέσει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, η Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Διονύσης Σαββόπουλος, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γιώργος Μητσάκης, ο Πυθαγόρας, ο Κώστας Βίρβος, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος, ο Νίκος Γκάτσος, ο Μάνος Χατζιδάκις και πάρα πολλοί άλλοι στιχουργοί, για να αναφέρω ελάχιστα από τα γνωστά μας ονόματα-θα διαπιστώσει μέσα στα χιλιάδες τραγούδια τους να αναφέρεται το όνομα της Παναγίας.

Οι έλληνες στιχουργοί αναφέρουν το όνομά της (συμβολοποιώντας τις θείες ενέργειες βοήθειά της) σε στίχους τους όταν θέλουν να εκφράσουν τον βαθύ πόνο των ανθρώπων, την επίκληση για παρηγοριά, το έλεος, την αναζήτηση βοήθειας και ελπίδας από την Χάρη της. Ή παράκληση στο όνομα και τις πρεσβείες της, είναι όχι μόνο στιχουργικός τόπος αλλά και πολλές φορές ο ίμερος των συναισθημάτων που πηγάζουν από το νόημα και τις λέξεις του τραγουδιού. Το εγκόσμιο νόημα μιας μεταφυσικής και όμως παρούσας ελπίδας. Η μνημόνευσή της μέσα στους στίχους τους γίνεται απρόσκοπτα, θρησκευτικά ή εκκλησιαστικά, θα γράφαμε ασκόνταφτα, ομαλά, χωρίς να αλλοιώνεται η διασκεδαστική έμπνευση και πρόθεση του στιχουργού και του ίδιου του τραγουδιού. Γίνεται με ελάχιστες αφηρημένες αναφορές, χωρίς κραυγαλέες θρησκευτικές προθέσεις πίστης, δίχως μεταμφιέσεις κοινωνικών αναγωγών ή συνεκδοχικά εκκλησιαστικά σχήματα ιεροπρέπειας ή ταπεινότητας, που υιοθετεί ο κατεξοχήν χώρος της εκκλησιαστικής ποίησης και υμνολογίας.

Το γενικό περίγραμμα των στίχων ενός λαϊκού τραγουδιού είναι εντελώς διαφορετικό από αυτό της εκκλησιαστικής υμνογραφίας, η εικονοποιία του δεν έχει άμεση σχέση με την εκκλησιαστική γραμματεία και παράδοση, παρά ταύτα, η έμπνευση του στιχουργού, η λυρική του διάθεση, η μελική του επιθυμία, το ταλέντο διαχείρισης των κοινωνικών αναφορών και των θεμάτων του άπτονται και προσώπων του θείου δράματος και ιδιαίτερα αυτό της Παναγίας.

Η δίψα της ανθρώπινης παρηγοριάς και ελπίδας που εκφράζει και αποτυπώνει ένας στιχουργός με τα τραγούδια του δεν μπορεί μάλλον, αν δεν αναφέρει το όνομά της να έχει νοηματική αρτιμέλεια. Ασφαλώς δεν έχουμε μια τραγουδιστική ή στιχουργική βιογραφία της Παναγίας όπως έχουμε στην εκκλησιαστική ποίηση, η θύραθεν μελοποιία έχει άλλους κανόνες και άλλους τρόπους επικοινωνίας των ανθρώπων και επεξεργασίας των προβλημάτων τους, των μεταφυσικών τους αναζητήσεων. Όμως ο ζωτικός συγκεφαλαιωτικός μύθος παρηγοριάς της Ρωμιοσύνης μέσα στο σώμα της παράδοσης της ποίησης και των τραγουδιών, παραμένει ενεργός ως τα σήμερα και ίσως και αυτόφωτος.

Ο ποιητικός λόγος-και μέσα σε αυτόν συμπεριλαμβάνεται και ένα μεγάλο μέρος των λαϊκών μας τραγουδιών, φέρει μέσα του τον ζωογόνο ψίθυρο μιας λαϊκής μεταφυσικής και ενός συμβολισμού, που δεν συρρικνώνει την ελπιδοφορία των ανθρώπων σε κανονιστικές διατάξεις ατομικής αποτροπής και δόγματα ιερής κοινωνικής απαγόρευσης, δεν φέρει μέσα του την «εκλεκτικότητα» της πίστης ή της απιστίας που φέρει ο λόγος των ιερέων ή των αρνητών της πίστης, αλλά τον συμβολισμό μιας κοινωνικής σχέσης που αληθεύει στις ζωές των ανθρώπων και της ίδιας της Ζωής. Ο λαϊκός στίχος δεν διαψεύσει ή λοιδορεί την πίστη αλλά την διευρύνει με έναν άλλο τρόπο, έστω και με έναν απαγορευτικό τρόπο διασκέδασης και ψυχαγωγίας για τους ιερείς ή μοναχούς.

Τα λαϊκά τραγούδια μπορεί να έχουν ερωτικό κυρίως περιεχόμενο, ιστορικό, κοινωνιολογικό, πολιτικό, ιδιοσυγκρασιακό, να αναφέρονται σε ανθρώπινους νταλγκάδες και άλλες ατομικές της ζωής περιπέτειες, να είναι όπως τα ρεμπέτικα, κυρίως, χασικλίδικα, να είναι «λούμπεν» θεματικού περιεχομένου όμως, όταν μνημονεύουν το όνομα της Παναγίας, συντηρούν με τον τρόπο τους-την γραφή τους-έναν πανάρχαιο συμβολισμό ατομικής παρηγοριάς, μια άλλου είδους κοινωνούντα ρεαλιστική αποτύπωση της απλής και ζώσας πίστης των ανθρώπων.

Μπορεί η μορφή ενός λαϊκού τραγουδιού να ποικίλη ανάλογα τον στιχουργό όμως η αναφορά του ονόματος της Παναγίας και ο βαθύς συμβολισμός του μέσα στο κοινωνικό σώμα, ανακαλεί υγειά συναισθήματα και εσωτερικές διεργασίες πολύπλευρων θετικών κοινωνικών εκδηλώσεων. Η ποιητική ή στιχουργική έμπνευση όπως και η ψυχαγωγία των ανθρώπων, ιδιαίτερα των ελλήνων, δεν υπόκεινται σε κράσπεδα απαγόρευσης αλλά σε όρη ελευθερίας.

Εξάλλου η ποίηση όπως και το τραγούδι δεν είναι οι επίσημες μούσες του θανάτου; Ή αν θέλετε μιας αναστάσιμης προσδοκώμενης ελπιδοφορίας;



Καταγράφω τους στίχους του ποιητή Νίκου Γκάτσου που αναφέρονται ή μνημονεύουν ή φέρουν μέσα στο τραγούδι το όνομα της Παναγίας. Τα τραγούδια αυτά, που πολλοί από εμάς έχουμε τραγουδήσει και απολαύσει αρκετές φορές, δεν έχουν κατ’ ανάγκη θρησκευτική ατμόσφαιρα τα περισσότερα, δεν κινούνται μέσα σε μια εκκλησιαστική τυπικότητα αναφορών και υμνολογίας, αλλά είναι τραγούδια και στίχοι θρησκευτικού συμβολισμού και έντονου και βαθιού ανθρώπινου συναισθήματος. Μιας θρησκευτικής ελληνικής πνοής που υπερβαίνει το χρόνο της δημιουργίας της και ταξιδεύει προς το μέλλον.

Τα θαυμάσια αυτά τραγούδια του ποιητή Νίκου Γκάτσου, του έλληνα παραμυθά και λάτρη της ελλάδας και της παράδοσής της, γράφτηκαν για να καλύψουν τις «επαγγελματικές» ανάγκες ενός ποιητή, ο οποίος συνεργάστηκε με τους σημαντικότερους μουσικοσυνθέτες της εποχής του. Φέρουν μέσα τους τις αρετές που φέρει και το μοναδικό του ποιητικό έργο «Αμοργός». Αυτής της μοναδικής ποιητικής συλλογής των έξι άτιτλων μικρών μερών του ποιητή, που συντέθηκε το 1943 περίοδο ιστορικά δύσκολη και αντίξοη για την Ελλάδα. Μια ποιητική σύνθεση διαχρονικής ρεαλιστικής και κοινωνούσας της παραδοσης έμπνευσης που φέρει μέσα της όχι μόνο έναν απύθμενο λαϊκό πλούτο και επιρροές από την λαϊκή μας παράδοση, ακούσματα και ποιητικά μελίσματα, ομηρικές ανιχνεύσεις και εικόνες λαϊκών δοξασιών αλλά, και τις απαρχές της μοντέρνας ποίησης και των απαρχών του υπερρεαλισμού στον ελληνικό ποιητικό λειμώνα.

Να θυμήσουμε ότι την ίδια περίοδο ο Οδυσσέας Ελύτης δημοσιεύει τον “Ήλιο τον πρώτο”. Ένας ποιητικός λυρισμός εκφρασμένος με σύγχρονο αλλά όχι ξένο προς την ελληνική παράδοση τρόπο και ύφος που τον συναντάμαι κατά κόρον και στα κατοπινά τραγούδια του και στίχους του. Με ένα κοινό λεξιλόγειο ύφους, μελωδίας και νοηματικών οραμάτων. Ο ποιητής Νίκος Γκάτσος, όντας από στόφα αυθεντικού ποιητή, υπηρέτησε τον ελληνικό λόγο διττά. Όχι μόνο με τα ελάχιστα ποιήματά του αλλά και τους μετέπειτα κυρίως τραγούδια του.

Ο Νίκος Γκάτσος, μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι, διατήρησε ζωντανό την μύθο και τα νάματα της ελληνικότητας στην χώρα μας, υπήρξε ένας μαϊστορας εκφραστής της ελληνικής λαϊκής ευαισθησίας και χειριστής της εληνικής γλώσσας από τους λίγους. Άριστος τεχνίτης και δουλευτής της ποίησης. Είτε σύνθετε ερωτικά τραγούδια, είτε έγραφε μπαλάντες, είτε ύμνους, είτε «προσευχές» είτε σάτιρες, είτε παραλλαγές, είτε δημοτικοφανείς συνθέσεις, είτε πολιτικού περιεχομένου τραγούδια ή ερωτικά στιχάκια με ευτράπελο περιεχόμενο, είτε ερωτικούς νταλγκάδες, είτε ολόκληρη σειρά ποιημάτων- τραγουδιών που αναφέρονται στον Πειραιά και τους Πειραιώτες, (ο ακροατής των τραγουδιών του και αναγνώστης του θα διαπιστώσει πάνω από 16 τραγούδια του που έχουν σαν θέμα τους τον Πειραιά και τους Πειραιώτες), είτε τραγούδια με θαλασσινό περιεχόμενο και την αρμύρα του ψαρά και την τέχνη του, ή τραγούδια για τον γάλλο ποιητή Αρθούρο Ρεμπώ ή το Άγιο όρος, τον περιηγητή Σατομπριάν και τον Καραγκιόζη, τον ελεύθερο φυλακισμένο, ήταν ο ίδιος.

Ο σημαντικός έλληνας ποιητής του προηγούμενου αιώνα που κωδικοποίησε τον ελληνικό λυρισμό και ευαισθησία μαζί με τον Μάνο Χατζιδάκι. Η στιχουργική του καρποφορία είναι μεγάλη. Τραγούδια για τόπους που αγάπησε και για την φυσική χλωρίδα. Δεκάδες μυρωδιές του ελληνικού φυσικού λειμώνα αποπνέει η ποίησή του. Από τραγούδια γραμμένα για τον Διγενή ως την λαϊκή αστρολογία, την μικρασιατική καταστροφή και τον Οδυσσέα Ελύτη, αποπνέουν όλα τους το άρωμα και το κλίμα μιας Ελλάδας μιας άλλης εποχής που βίωσε και αγάπησε με παθιασμένη εμμονή. Αξιοποίησε κάθε μυστική πτυχή των μυστικών της γλώσσας, για να γράψει κείμενα για τον Γιώργο Μαρίνο και την Νανά Μούσχουρη. Να μας μιλήσει για τον επαναστάτη Τσε Γκεβάρα και για την αρχαία ηρωίδα Αντιγόνη, η επιμέλεια του λόγου του ήταν μία και η αυτή.

Ο κύκλος τραγουδιών του Κατά Μάρκου (Βαμβακάρη) ή Κατά Μάρκου (Ευαγγέλιο) το τραγούδι-ποίημα για τον Γιώργο Σεφέρη, δηλώνουν τον χαρακτήρα του ποιητή και στιχουργού, ανιχνεύουμε την με την ευρύτερη έννοια θρησκευτική του-μυστική φύση του χαρακτήρα του. Εικόνες απλές, οικίες, πολλές φορές παιχνιδιάρικες, σαρκαστικές, ίσως και ναζιάρικες, νανουρίσματα και μοιρολόγια, συγγενικά αισθήματα και βαδίσματα ζωής απλών ανθρώπων, καημοί και πάθη, όνειρα και οράματα ολάκερης της φυλής, προσδοκίες εθνικές, φυλακισμένες και ελεύθερες υπάρξεις, ύμνοι ατέλειωτοι σε κοριτσόπουλα και παλαιές αγάπες μισο ανεκπλήρωτες. Τραγούδια με νοήματα πολλαπλά γεμάτα κοινωνικούς και μεταφυσικούς συμβολισμούς και εικόνες.

Ο Νίκος Γκάτσος, στα τραγούδια του, εκφράζει όλο τον πλούτο και τα μυστικά της λυρικής και ονειρικής του ονειροδιάβασης. Θα λέγαμε ότι προσέδωσε στο απλό λαϊκό καθημερινό τραγούδι μια ποιητικότητα πρωτοφανέρωτη στα ελληνικά γράμματα. Η αγάπη του για τον ισπανό ποιητή, δολοφονημένο ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, του ενίσχυσε τα φτερά του δικού του ελληνικού λυρισμού. Οι λέξεις που χρησιμοποιεί, ακόμα και αν ορισμένα του τραγούδια δεν κλείνουν ομαλά την φόρμα τους, φέρουν μέσα τους το βάρος και την ποιότητα ενός ουσιαστικού ανθρωπιστικού νοήματος και σημασίας. Εμπειρίες ζωής ζυμωμένες μέσα στο καμίνι του ελληνικού χρόνου. Βάσανα και καημοί, ελπίδες και επικίνδυνες περιπέτειες βίου, ριψοκίνδυνες ενέργειες και πρακτικές, παραφυσικά φαινόμενα (όπως οι Δροσουλίτες) μετατρέπονται στην μαγεία του βλέμματός του σε πανελλήνιο τραγούδι, συγκίνηση και χορευτική διάθεση.

Υπάρχει μια σχεδιαστική ποιητική αρμονία μεταξύ των ιδεών που εκφράζει στα τραγούδια του και στις λέξεις που επιλέγει να αποτυπώσει αυτές τις πανάρχαιες μέσα στην ελληνική συνείδηση κοινωνούντες ιδέες και όνειρα. Η λαϊκή σοφία συμπλέκει με την ποιητική ευγένεια και παράγεται ένα έργο απίστευτης μαγείας και εκφρστικών τύπων, ακόμα και όταν ορισμένες φορές επαναλαμβάνεται το νόημα των τραγουδιών του από τραγούδι σε τραγούδι ή κερματισμένο το ποιητικό νόημα διαχέεται σε πολλές τραγουδιστικές του μονάδες.

Εικόνες και λέξεις, στίχοι και σύμβολα, αισθήματα και νοήματα, εξεγερτικές διαθέσεις, ελπιδοφόρες προσδοκίες και απαισιοδοξία, χρήσεις παλαιών μοτίβων της παράδοσης και των λαϊκών προλήψεων και δοξασιών, σωματικοί δεσμοί με την ελληνική γη και την ατμόσφαιρά της, παιδικές μυητικές μνήμες ζωής και παραστατικές παρομοιώσεις, λαϊκή μαρτυρολογία και βιώματα πανάρχαια της παράδοσης, αμάραντες παρουσίες κοριτσιών και παλληκαρόπουλα στην πολεμική τους ακμή και ρώμη των νιάτων τους, ανοιξιάτικες ομορφιές της ζωής και της φύσης, θυσιαστικά της ιστορίας δάνεια, σήματα αντιπροσωπευτικά ενός μυστικού ελληνικού κόσμου, ευκταίες προσδοκίες και ευδαιμονικές προθέσεις, και πολλοί άλλοι διάσπαρτοι συμβολισμοί και προφητικοί γονιμοποιοί συμβολισμοί, μαγικές τελετουργίες του Κλήδονα, έχουν την σημασία τους και την ιδιαίτερή τους αξία στο ελληνικό υφαντό του Νίκου Γκάτσου. Συγκινήσεις ζωής που καθρεφτίζουν έναν κόσμο που κινείται μεταξύ ουρανού και γης, μεταξύ ονείρου και πραγματικότητας. Μεταξύ ποίησης και αγαθότητας. Όλα υφασμένα με έναν σύγχρονο μοντέρνο κώδικα.

Τα τραγούδια του ποιητή Νίκου Γκάτσου, διδάσκουν ήθος στίχου, ποιητική τραγουδιών, καλαισθησία ύφους, αλλά προπάντων, δίδαξαν και διδάσκουν ακόμα ατμόσφαιρα και ήθος ζωής μιας άλλης Ελλάδας που χάνεται μέσα στις στοές του χρόνου και τα φαράγγια της μυστικής παράδοσης. Η δεξιοτεχνία του, του επέτρεπε να αφουγκράζεται φωνές τόσο της ελληνικής γης όσο και των ιερών παθών των Ελλήνων.

Πολλά του τραγούδια ξεχωρίζουν για τις συχνές εμμονές του σε συγκεκριμένα θέματα. Όπως παραδείγματος χάριν η στηλίτευση της Μάνας μας Ελλάδας, η πίκρα που εκφράζει απέναντί της, είναι μεγάλη και διαρκής. Και δεν έχει άδικο. Λιτότητα αλλά και πυκνότητα περιέχουν τα τραγούδια του, είτε αυτά υμνούν είτε μιλούν με πίκρα για την μητέρα πατρίδα μας την Ελλάδα, που τα παιδιά της σκλάβους ξεπουλά. Όμως ο Νίκος Γκάτσος δεν μπαίνει στον πειρασμό να απορρίψει παντελώς αυτήν την άκαρδη και άστοργη πατρίδα την μητριά, την Ελλάδα.

Οι τόποι που αγάπησε και υμνεί με τα τραγούδια του, είναι τα δίχτυα της ευαισθησίας του που απλώνει για να ψαρέψει οσμές και αρώματα, χρώματα και άνθη, απόκρημνες κορφές και ξερά πεζούλια, αμπελώνες και ρακί, συζευκτικές αισθήσεις και συγκινήσεις, ηρωικές της ιστορίας ροές και στοιχεία στολίδια βότσαλατου χρόνου, θαλλάσσια ατμόσφαιρα σφρύγους ζωής που συναποτελούν το σώμα της ελληνικής παράδοσης. Είναι τα ιστορικά και παραδοσιακά σταμπωτά της ύπαρξής και της ζωής της μέσα στο χρόνο της ιστορίας της.

Αξίζει να τονιστεί ότι η λέξη ανθρώπινο σώμα, δεν αναφέρεται σχεδόν καθόλου στα τραγούδια του Νίκου Γκάτσου, παρά του ότι τα τραγούδια του είναι άκρως ερωτικά και υμνητικά για την γυναίκα. Αντίθετα η λέξη παιδί, παλληκάρι, νιός, ήρωας, επαναλαμβάνεται αρκετές φορές. Όπως αντίστοιχα και η λέξη ουρανός, κόσμος, θάλασσα. Κάτι που σημαίνει τον διαρκή προβληματισμό του έντεχνου λόγου του Γκάτσου για τα μετά της ενθάδε ζωής. Για την ζωή πέρα του κόσμου τούτου. Ο ποιητής είναι ένας μεσάζοντας μεταξύ του πόνου του μακρινού και του πόνου των εδώ περιπετειών.

Ελληνοκεντρικός, θα τολμούσαμε να σημειώναμε, στα πάνω από τα 340 τραγούδια που ύφανε στον προσωπικό του αργαλειό ο ποιητής Νίκος Γκάτσος. Ελληνοκεντρικός αλλά και οικουμενικός ταυτόχρονα, όπως είναι και το ιερό σύμβολο της Παναγίας στις ψυχές των πιστών.



Συναντάμε μέσα στο στιχουργικό του σώμα, περίπου 40 τραγούδια του που μνημονεύουν με τον έναν ή άλλον τρόπο το όνομα της Παναγίας ή φέρουν τίτλο τραγουδιού που έχει το όνομά της. Από αυτά μεταφέρω σχεδόν τα μισά που καλύπτουν πιστεύω τον κύριο σκοπό αυτού του αφιερώματος. Στο σύνολο των θεματικών τραγουδιών που αναφέρουν το όνομα της Παναγίας, οφείλουμε να συμπεριλάβουμε και το ιδιαίτερης ευαισθησίας τραγούδι του «Μάνα μου μάνα» από τον κύκλο τραγουδιών Δροσουλίτες, που παρ’ ότι δεν αναφέρεται η Παναγία, ο εσταυρωμένος Χριστός είναι που επικαλείται και παρακαλεί την Παναγία:

Μάνα μου μάνα

Μάνα μου μάνα

στο δρόμο μου σπείρανε

πέτρα κι αψιθιά.

Μάνα μου μάνα

τα νιάτα μου γείρανε

κάτω απ’ τα σπαθιά.

…………….

Ουρανέ μου

στείλε μου νερό

να ποτίσω την έρημο

να φυτρώσει

λουλούδι δροσερό

στο κορμί μου τ’ αέρινο

μάνα μου μάνα

τον ήλιο σου φέρε μου πάνω στο σταυρό. 


Μια Παναγιά

Μια Παναγιά

μιάν αγάπη μου έχω κλείσει

σ’ ερημοκλήσι

αλαργινό.

Κάθε βραδιά

της καρδιάς την πόρτα ανοίγω

κοιτάζω λίγο

και προσκυνώ.


Πότε θα ΄ρθει πότε θα ΄ρθει

το καλοκαίρι

πότε τ’ αστέρι

θ’ αναστηθεί

να σου φορέσω στα μαλλιά

χρυσό στεφάνι

σαν πυροφάνι

σ’ ακρογιαλιά.


Μια Παναγιά

μιάν αγάπη μου έχω κλείσει

σ’ ερημοκλήσι

αλαργινό.

Κάθε βραδιά

της καρδιάς την πόρτα ανοίγω

δακρύζω λίγο

και προσκυνώ.


Καλυμνιώτικο

(Τώρα που πας στην ξενιτιά)

Τώρα πού πάς στην ξενιτιά

πουλί θα γίνω του νοτιά

γρήγορα να σ’ ανταμώσω

για να σου φέρω το σταυρό

που μου παράγγειλες να βρώ

δαχτυλίδι να σου δώσω.


Άντρα κι αφέντη μου έχε γειά

να ‘ναι μαζί σου η Παναγιά

κι άμα ‘ρθει το περιστέρι

θα ‘χω κρεμάσει φυλαχτό

στο παραθύρι τ’ ανοιχτό

την καρδιά μου σαν αστέρι.


Ήσουν κυπαρίσσι

στην αυλή αγαπημένο

ποιος θα μου χαρίσει

το φιλί που περιμένω.

Στ’ όμορφο ακρογιάλι

καρτερώ να μου ‘ρθεις πάλι

σα μικρό χαρούμενο πουλί.


Η βαγιά

Στής εκκλησιάς μας την αυλή

μια βαγιά είναι ριζωμένη

παράγγειλα μ’ ένα πουλί

την αυγή να με προσμένει

στα γιορτινά ντυμένη.


‘Ω καλή μου Παναγιά

φύλαξέ μου τη βαγιά.


Στη μακρινή την ξενιτιά

Μια καρδιά είναι ξεχασμένη

παράγγειλα με το νοτιά

Κυριακή να με προσμένει

στα νυφικά ντυμένη.


Ώ καλή μου Παναγιά

φύλα την σαν τη βαγιά.


4.Νανούρισμα *

(Νάνι του ρήγα το παιδί)

Νάνι του ρήγα το παιδί του βασιλιά τ’ αγγόνι

νάνι του κήπου η πασχαλιά του Μάη το χελιδόνι.


Κοιμήσου φώς της χαραυγής κι άστρο χρυσό τ’ Απρίλη

κι η Παναγιά στον ύπνο σου χαμόγελα θα στείλει.


Κάμε τον ύπνο σύννεφο και τ’ όνειρό σου πάχνη

και το πουλί τ’ Αυγερινού να σ’ ανταμώσει ψάχνει.

*»Νανούρισμα», «Θαλασσοπούλια μου» «Το τραγούδι της Σειρήνας»: Για την ταινία Aliki, mylove του Ρ. Ματέ.


[Στο Λαύριο γίνεται χορός]

Έριξα πέτρα στο πηγάδι για να βρω νερό

ένα χρυσό φλουρί στον Άδη και σε καρτερώ.


Δεν έχω ελπίδα να χαρώ

τη χάρη σου μες στο χορό.


Ψυχή στο βράχο καρφωμένη με εφτά καρφιά

μπόρα σκληρή σε περιμένει και μια συννεφιά.


Εφτά καρφιά, εφτά παιδιά

μού ‘χουν ματώσει την καρδιά.


Μια σπίθα ανάβει μεσ’ απ’ τη σβησμένη πυρκαγιά

είναι κερί που καίει τη νύχτα μπρός στην Παναγιά.


Ποιος είν’ απόψε ο τυχερός;

Στο Λαύριο γίνεται χορός.


Άσπρη μέρα και για μας

Θα ποτίσω

μ’ ένα δάκρυ μου αρμυρό

τον καιρό

πικρά

καλοκαίρια

έμαθα κοντά σου να περνώ

νεκρά

περιστέρια

γέμισε η αυγή τον ουρανό.


Θα γυρίσω

λυπημένη Παναγιά

έχε γειά

μην κλαίς

το μαράζι

μάθε φυλαχτό να μην κρεμάς

να λές

δεν πειράζει

θα ‘ρθει άσπρη μέρα και για μας.


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/