ΑΝΤΩΝΗΣ ΣΑΜΑΡΑΚΗΣ ( 16 Αυγούστου 1919 – 8 Αυγούστου 2003 )

 

Ο Αντώνης Σαμαράκης του Ευριπίδη και της Ανδριανής γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου σπούδασε νομικά (1937-1941). Από το 1935 ως το 1963 εργάστηκε στο Υπουργείο Εργασίας, θέση από την οποία παραιτήθηκε με την επιβολή της δικτατορίας του Μεταξά και στην οποία επέστρεψε το 1945. Συμμετείχε ως εκπρόσωπος της χώρας μας σε διεθνείς συναντήσεις για θέματα εργασιακά και μεταναστευτικά. Το 1963 παντρεύτηκε την Ελένη Κουρεμπανά. Την περίοδο 1968-1969 ηγήθηκε αποστολής εμπειρογνωμοσύνης στις χώρες της Αφρικής μετά από ανάθεση της Διεθνούς Ομάδας Εργασίας. Ως εκπρόσωπος της Ουνέσκο ταξίδεψε στην Αιθιοπία και δραστηριοποιήθηκε με άρθρα του για τη διεθνή κινητοποίηση υπέρ της επίλυσης των προβλημάτων των κατοίκων της χώρας. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1930 ως ποιητής από τις στήλες των περιοδικών Παιδικός κόσμος και Διάπλασις των Παίδων. Ακολούθησαν δημοσιεύσεις του στις σελίδες της Νέας Εστίας και άλλων περιοδικών, όπως το Ξεκίνημα, και τα Νεοελληνικά Γράμματα. Συνεργάστηκε επίσης με το περιοδικό Ακτίνες μετά τον πόλεμο του 1940. Το 1954 εκδόθηκε η πρώτη του συλλογή διηγημάτων με τίτλο Ζητείται ελπίς. Ακολούθησαν πέντε ακόμη βιβλία του, τα οποία γνώρισαν πολλές επανεκδόσεις και μεταφράσεις σε ξένες γλώσσες. Τιμήθηκε με το κρατικό βραβείο διηγήματος (1962 για το Αρνούμαι), το Βραβείο των Δώδεκα - Έπαθλο Κώστα Ουράνη (1966 για το Λάθος), το Μέγα Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας στη Γαλλία (1970 για το Λάθος). Τιμήθηκε επίσης για τη συνολική προσφορά του από τη διοργάνωση Europalia (1982) και με το Σταυρό του ιππότη των Γραμμάτων και των Τεχνών (1995). Μετά τη μεταπολίτευση δημοσίευσε κείμενα κοινωνικού και πολιτικού περιεχομένου στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Διηγήματά του έγιναν σενάρια για κινηματογραφικές ταινίες. Ταινία έγινε επίσης Το λάθος από τον Peter Fleischmann. Η πεζογραφία του Αντώνη Σαμαράκη τοποθετείται στο χώρο της κοινωνικής καταγγελίας. Μέσα από τα έργα του προβάλλει έντονη η αγωνία για την πορεία του σύγχρονου κόσμου, η κοινωνική συνείδηση και η ανθρωπιστική κοσμοθεωρία του συγγραφέα. Η γλώσσα του είναι απλή, χωρίς επιτηδευμένο ύφος, ξεχωρίζει κυρίως για την πυκνότητα των νοημάτων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν η ευρηματικότητα στην εξέλιξη και το τέλος της δράσης και η συχνή χρήση οπτικής χρήσης του λόγου (κείμενα δακτυλογραφημένα, σκίτσα, κ.α.).

Εργογραφία

(πρώτες αυτοτελείς εκδόσεις)

Ι.Διηγήματα
• Ζητείται ελπίς· Διηγήματα. Αθήνα, 1954.
• Αρνούμαι. Αθήνα, Φέξης, 1961.
• Το διαβατήριο. 1973.
• Η κόντρα· Διηγήματα. Αθήνα, 1992.
ΙΙ.Μυθιστορήματα
• Σήμα κινδύνου· Μυθιστόρημα. Αθήνα, 1959.
• Το λάθος· Μυθιστόρημα· Εξώφυλλο του χαράκτη Α.Τάσσου. Αθήνα, Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1965.

ΤΟ ΛΑΘΟΣ

Το Καθεστώς είναι ο τέλειος μηχανισμός εξόντωσης του ανθρώπου. Όπλο του οι πράκτορες της Ασφάλειας, και η αμείλικτα τετράγωνη λογική τους. Όπλο του, επίσης, η επίμονη διάκριση μόνο ανάμεσα σε οπαδούς και εχθρούς.
Ο πολίτης που είναι ύποπτος για συνωμοσία ενάντια στο Καθεστώς πρέπει να βγει από τη μέση. Κι αφού ο μόνος μάρτυρας κατηγορίας (ή υπεράσπισης) είναι δολοφονημένος από τους ίδιους τους πράκτορες, τίθεται σε εφαρμογή το Σχέδιο: ο πολίτης θα αντιμετωπιστεί με μια δήθεν φιλική ανθρώπινη συμπεριφορά για να σπάσει ή να αποδράσει κατά τη μεταφορά του για ανάκριση προκειμένου να αποδειχθεί η ενοχή του και να εξοντωθεί δικαιολογημένα από την Ασφάλεια.
Στη διάρκεια του ταξιδιού, όμως, ο απάνθρωπος ορθολογισμός και η μαθηματική αντίληψη του Καθεστώτος και της Ασφάλειας θα βρεθούν απέναντι σε ένα απρόοπτο· σε ένα λάθος. Ο πολίτης και ο ένας από τους πράκτορες προλαβαίνουν ακούσια να μοιραστούν στιγμές απροσποίητα ανθρώπινες· μια βόλτα, η πλαζ, μια μπάλα, το λούνα παρκ.
Αρκεί ένας κόκκος ανθρωπιάς για να βραχυκυκλώσει την αμείλικτη τελειότητα του καθεστωτικού Σχεδίου και του μηχανισμού της εξόντωσης;
Το αριστούργημα του Αντώνη Σαμαράκη, με καταβολές καφκικές και οργουελικές, μεταφράστηκε σε 33 γλώσσες, σε 114 ξένες εκδόσεις, αγαπήθηκε εξίσου από κριτική και αναγνωστικό κοινό, τιμήθηκε με το Βραβείο των "12" στην Ελλάδα και το Μεγάλο Βραβείο Αστυνομικής Λογοτεχνίας στη Γαλλία, όπου και γυρίστηκε ταινία με τίτλο La Faille. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)https://www.politeianet.gr/

ΣΗΜΑ ΚΙΝΔΥΝΟΥ 

Στο "Σήμα κινδύνου", υπαρξιακό θρίλερ που προοιωνίζεται "Το λάθος", βρίσκεται ολόκληρος ο Σαμαράκης, με την αγωνία της εξέγερσης, με την αδιαπραγμάτευτη διαμαρτυρία του, με την άρνηση κάθε συμβιβασμού, με την εναντίωση στην ψευδή ευτυχία των μαζών που έρχεται πάντα μαζί με τον μεγάλο φόβο και ακυρώνει την ελπίδα, αυτή που μας βαφτίζει ανθρώπους.
Ο Δράκος, ο πιο ιδιαίτερος ίσως ήρωας και αφηγητής του Σαμαράκη, είναι πάντα ο ταπεινός άνθρωπος της κάθε μέρας, με τη διαφορά ότι έχει αναλάβει μια υψηλή ή ιλιγγιώδη αποστολή. Σε αυτή την τρελή κούρσα της ανθρωπότητας που οδηγεί στον αφανισμό, είτε ως πυρηνικό ολοκαύτωμα, είτε ως πείνα, είτε ως οτιδήποτε άλλο, ο Δράκος ξέρει ότι κάποιος πρέπει να τραβήξει το σήμα κινδύνου. Κανένας δε θα το κάνει στη θέση σου.
Με τον τρόπο των ηρώων του Κάφκα, ο Δράκος θα γίνει ο Ξένος, και ο Αποσυνάγωγος, αυτός που διακρίνεται από τη μάζα επειδή, μόνο αυτός, αρνείται να πνίξει μέσα στους φόβους και στα ψεύδη την έσχατη αγιότητα: την Ανησυχία του.
"...Ο κίνδυνος υπ' αριθμόν 1 είναι να σβήσει στις καρδιές των ανθρώπων η ανησυχία, να σβήσει η Αγία Ανησυχία, όχι να σβήσει, όχι να σβήσει, αυτός ο κίνδυνος, ο κίνδυνος, ο κίνδυνος..."
Μισό αιώνα μετά την πρώτη έκδοση του βιβλίου, ο Αντώνης Σαμαράκης τραβά ξανά το σήμα κινδύνου, και μας προσκαλεί ν' ανησυχήσουμε. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

ΑΡΝΟΥΜΑΙ

"Όχι, δεν μπορώ να συμβιβαστώ!... Δεν μπορώ να εξακολουθώ να 'μαι μέσα σ' αυτόν τον κόσμο σα να μην έχει συμβεί τίποτα, σα να μη συμβαίνει τίποτα!..."
Η αλήθεια είναι ότι, όταν αρθρώνεται η ασυμβίβαστη άρνηση του Σαμαράκη, έχουν ήδη συμβεί πάρα πολλά, και τραγικά, σ' αυτόν τον κόσμο· έχει συμβεί ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Κι όμως, η ελπίδα για έναν κόσμο καινούργιο που έφτανε κατέρρευσε μέσα στις νέες καταιγίδες της Ιστορίας.
Ο Σαμαράκης αρνείται να συμβιβαστεί. Και αρνείται να απελπιστεί.
Οι σύντομες και βαθύτατα ανθρώπινες ιστορίες αυτής της συλλογής αποτελούν στιγμιότυπα ολοζώντανα από τον ελληνικό μεταπολεμικό κόσμο και συνθέτουν ένα συνταρακτικό χρονικό της ήττας, της προδομένης ελπίδας και της προσδοκίας που τσακίστηκε, συλλαμβάνοντας, έτσι, στοιχεία του εθνικού μας βίου ολοζώντανα έως σήμερα.
Τα διηγήματα συνομιλούν με τον αναγνώστη, απευθύνονται σε συνειδήσεις που γρηγορούν, και αποκαλύπτουν την αβέβαιη συνθήκη ενός ολόκληρου κόσμου. Το ασυμβίβαστο "Όχι" των διηγημάτων είναι και το αδιαπραγμάτευτο "Ναι" του Σαμαράκη στην ανθρωπιά, την εμπιστοσύνη, την ελπίδα και, τελικά, την ίδια τη ζωή.
Σε μια από τις πιο ώριμες και γόνιμες στιγμές της πεζογραφίας του, ο Σαμαράκης συνθέτει μια συλλογή διηγημάτων υψηλής αισθητικής, ακρίβειας και έντασης, κερδίζει τον έπαινο της επίσημης κριτικής και την αγάπη των πολυπληθών αναγνωστών του. Και τιμάται με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΛΠΙΣ 

Αυλές, ράγες, έρημοι δρόμοι, γειτονιές, καφενεία, γραφεία, στρατόπεδα, λεωφορεία σκοτεινά, παλιό τετράδια, περιοδικά, εφημερίδες, λαχεία, σκισμένα χαρτιά· μ' αυτά και άλλα ταπεινά υλικά δείχνει να συναρμολογεί τις ιστορίες του ο Σαμαράκης σ' αυτό το πιο τρυφερό και ίσως πιο σπαρακτικό απ' όλα τα βιβλία του.
Οι ιστορίες στο "Ζητείται Ελπίς" είναι παραπάνω από συγκινητικές. Έτσι ίσως εξηγείται που απ' το σύνολο του έργου του αυτές εδώ οι ιστορίες έχουν διαβαστεί από όλους όσοι υπήρξαν παιδιά και επιμένουν να διασώζουν μέσα τους την παιδικότητα του φρονήματος, του δέους και της αγάπης για τον κόσμο και τα πράγματα.
Αλλά είναι και απεγνωσμένες αυτές οι ιστορίες με τα χιόνια και τα τρένα και τις ομίχλες, και γι' αυτό έχουν την εντιμότητα, αλλά και το δικαίωμα και τη γενναιότητα να ζητούν ελπίδα αυθεντική και ακέραιη, αυτή που ο άνθρωπος τη ζητά μόνο όταν απελπιστεί, μόνο όταν κοιτάξει κατάματα το ζόφο της απόγνωσης.
Στο ομότιτλο διήγημα, ένας τέτοιος άνθρωπος, ένας εκλεκτός της απόγνωσης, μπαίνει στο καφενείο και σ' ένα σκισμένο χαρτί τολμά και γράφει: "Ζητείται ελπίς".
Μήπως αυτός ο άνθρωπος δεν είναι ήδη ο Αντώνης Σαμαράκης; Μήπως δε συνοψίζεται όλο το έργο του σε αυτό το βαθιά ανθρώπινο, αποφασιστικό και αδιαπραγμάτευτο αίτημα για ελπίδα και πίστη και αγάπη για τον άνθρωπο όλων των εποχών και όλων των τόπων; (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΟ ΔΙΗΓΗΜΑ "ΖΗΤΕΙΤΑΙ ΕΛΠΙΣ"  ΕΔΩ 

Σ' ένα συνοριακό σταθμό - Μια ταινία της Νάνσυ Σπετσιώτη βασισμένη στο ομότιτλο διήγημα του Αντώνη Σαμαράκη



ΕΝ ΟΝΟΜΑΤΙ

Η εφηβεία δεν είναι βιολογική ηλικία, αλλά κατάσταση πνευματική, και τρόπος ζωής, και γι' αυτό, ίσως, χρειάζονται οι εξεγερμένοι της υπάρξεως για να μας το θυμίζουν. Θα τους ονομάσουμε συγγραφείς, και το έργο τους, με αυτούς τους όρους, θα το διαβάσουμε σαν να ήταν επαναστατική προκήρυξη. 
Το Εν ονόματι, το τελευταίο μυθιστόρημα που μας χάρισε ο Αντώνης Σαμαράκης, θα μπορούσε να τοιχοκολληθεί στις γειτονιές της μεγαλούπολης, ή να βρεθεί στις λεωφόρους, ριγμένο από ένα παιδί που μέτρησε δεκάξι χρόνια στο βρόγχο ασυνάρτητων εν ονόματι και αποφάσισε ότι είναι καιρός να ελευθερωθεί. 
Αιώνιος κατήγορος της αλλοτρίωσης και της καταδυνάστευσης του ανθρώπου από κάθε είδους εξουσιαστική αρχή, ο Σαμαράκης καταγγέλλει, σε αυτό το σφριγηλό, και όλο νιάτα μυθιστόρημα, εκείνες τις αφηρημένες ιδέες, και ιδεοληψίες, εν ονόματι των οποίων εξατμίζεται από την ίδια τη ζωή μας κάθε αυθεντικό νόημα. 
Το θρόισμα των προκηρύξεων που ρίχνει ο ήρωας μέσα στη νύχτα, όπως το θρόισμα των σελίδων που διαβάζουμε, και όπως το θρόισμα των φύλλων που συνθέτουν την ελεγεία τους, δυναμώνει από έναν αέρα ελευθερίας, τον ίδιο που ενεργοποιεί τη σαμαρακική αφήγηση, και τον ίδιο που καλείται να ακολουθήσει ο αναγνώστης. 
Εδώ, ο προορισμός ταυτίζεται με την περιπέτεια της εξέγερσης, και η ύψιστη διακύβευση είναι, ακριβώς, η μόνη που έχει σημασία για τον άνθρωπο: η ελευθερία να ζει αληθινά. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Η ΚΟΝΤΡΑ

Έχουν πολλές μορφές τα οδοφράγματα, δεν είναι μόνο μπάζα, κάδοι καμένοι, σπασμένα μάρμαρα, ή αναποδογυρισμένα τροχοφόρα. Τα πιο ωραία οδοφράγματα, τα πιο ισχυρά, και τα πιο ανθεκτικά, θα τα βρούμε φτιαγμένα από βιβλία. 
Ένα τέτοιο οδόφραγμα είναι η Κόντρα του Σαμαράκη, ένα χάρτινο ανάχωμα, ή ένα αντάρτικο ερωτικό, ικανό να εγγράψει στις σελίδες του εκείνη την ανήκουστη φωνή όλων όσοι δεν είχαν, ή δε βρήκαν ποτέ τη φωνή τους, των μικρών, και των απλών, και, τελικά, των ανθρώπινων ανθρώπων. 
Κόντρα στον όλεθρο, κόντρα στην εξόντωση του ανθρώπινου γένους, κόντρα στην καταπίεση της εξουσίας, κόντρα στον ολοκληρωτισμό και στα καθεστώτα και τα όργανά του, κόντρα στο κουρέλιασμα της ευαισθησίας, και κόντρα, βεβαίως, στον έσχατο εχθρό μας, κόντρα στον θάνατο. 
Με αυτές τις αριστουργηματικές, βαθιά ανθρώπινες, και απέριττα συναρπαστικές ιστορίες, ο Αντώνης Σαμαράκης προσθέτει άλλο ένα βέλος στη φαρέτρα, άλλο ένα εξάρτημα στον αμήχανο μηχανισμό της επανάστασης, και άλλο ένα ανθεκτικό υλικό στο οδόφραγμα που συνιστά ολόκληρο το έργο του. 
Η Κόντρα αποτελεί ένα υπαρξιακό οδόφραγμα ενάντια της εξαθλίωσης και της μιζέριας, και, εφόσον είναι έτσι, χρειάζεται να το διαβάσουμε μαχητικά, αναλαμβάνοντας την ευθύνη που θέλει την ανάγνωση να είναι ήδη μια πράξη δημιουργίας. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

ΤΟ ΔΙΑΒΑΤΗΡΙΟ

Το Σύστημα είναι ο πιο τρομερός εχθρός, ο μηχανισμός της εξόντωσης, ο σταυρωτής του ανθρώπου. Το Σύστημα είναι ο ύπουλος τρόπος που βρήκε το Κακό να κυριαρχήσει στον κόσμο, μια κρεατομηχανή που αφανίζει τον άνθρωπο, που τον κάνει όμοιο με νευρόσπαστο, καταπιεσμένο, χωρίς ελευθερία, περηφάνια, χωρίς πρόσωπο.
Αυτό τον εχθρό δεν έπαψε ποτέ να πολεμά ο Σαμαράκης, σε αυτόν δε σταμάτησε ούτε στιγμή να αντιστέκεται, με το δικό του τρόπο, δηλαδή με το λόγο του. Είτε είναι ψίθυρος, είτε ουρλιαχτό, είτε ένα δάχτυλο που γράφει στον αέρα, η καταγγελία είναι σαφής, ξεκάθαρη, ωμή. Η καταγγελία είναι τρυφερή και αμείλικτη, όπως ο συγγραφέας που την αρθρώνει. Ενάντια στο Σύστημα. Ενάντια στον Ολοκληρωτισμό. Ενάντια στον πνευματικό και ηθικό θάνατο του ανθρώπου.
Με τα διηγήματα στο Διαβατήριο, ο Σαμαράκης μετουσιώνει τη σκληρή πρώτη ύλη της Χούντας καθώς και των δικών του βιωμάτων από τη δικτατορική περίοδο, και συνθέτει ένα μύθο κοινό, αληθινό και χειροπιαστό.
Το διαβατήριο διαβάζεται ως κάλεσμα άκρως επείγον, και πάντοτε καίριο. Μας καλεί σε υπαρξιακή εγρήγορση, και σε δράση που αποκαθιστά τη συνέπεια ανάμεσα σε λόγια και έργα. Έτσι μόνο γίνονται οι γνήσιες επαναστάσεις, και έτσι διεκδικεί ο άνθρωπος το κορυφαίο που του δόθηκε και που κανένας δεν μπορεί να του στερήσει: την ίδια την ελευθερία του. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
Η ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ ΑΠΟ https://www.politeianet.gr/



Δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/







ΝΕΓΡΕΠΟΝΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ( 8 Αυγούστου 1930 - 22 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 1991)


Είναι λοιπόν τόσα πολλά είκοσι χρόνια
Σ’ εμένα φαίνεται σαν να `ταν μόλις χθες
Έτσι που τη ζωή μου έχω ξοδέψει
Στα ξερονήσια και στις φυλακές




Λογοτεχνικό ψευδώνυμο του ποιητή, πεζογράφου και στιχουργού Γιάννη Ξυνοτρούλια που γεννήθηκε στη Λάρισα, στις  8 Αυγούστου του  1930, όπου έζησε ως τα οκτώ του χρόνια, οπότε ήρθε οικογενειακώς στην Αθήνα. Ο Γιάννης Νεγρεπόντης άφησε την τελευταία του πνοή το πρωί στις 22 Σεπτεμβρίου 1991, στο νοσοκομείο «Ιπποκράτειο» όπου νοσηλευόταν χτυπημένος από θανατηφόρο καρκίνο. Ήταν 61 χρόνων.

Σπούδασε αρχαιολογία στη φιλοσοφική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών (λόγω πολιτικών φρονημάτων δεν αξιοποίησε ποτέ επαγγελματικά το πτυχίο που πήρε) καθώς και στη Δραματική Σχολή του Ωδείου Αθηνών, με δασκάλους τον Ροντήρη, τον Βεάκη, τον Σιδέρη (αλλά ούτε κι αυτές τις σπουδές αξιοποίησε επαγγελματικά). Συνεργάστηκε με περιοδικά και εφημερίδες όπως και με την ΕΡΑ. Μετά το 1967 ασχολήθηκε με τη συγγραφή στίχων για τραγούδια.



Ο Γιάννης Νεγρεπόντης πρωτοεμφανίζεται στα νεοελληνικά γράμματα το 1958 με την ποιητική συλλογή "Πρόσωπα και χώρος" (έκδοση του Λογοτεχνικού Ομίλου Φοιτητών). 

Από αυτή την πρώτη δουλειά του διαγράφονται καθαρά τα θέματα που θα τον απασχολήσουν σε όλη την πορεία του: είναι ο Έλληνας μικροαστός και μεσοαστός και η μοναξιά του μέσα στο χάος της μεταπολεμικής μεγαλούπολης.







Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1949 δημοσιεύοντας διήγημά του στο περιοδικό Ελληνική Δημιουργία, που εξέδιδε ο Σπύρος Μελάς, με το ψευδώνυμο Γιάννης  Νικολάου. Αργότερα άρχισε να δημοσιεύει στο περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης με το ψευδώνυμο Τζων. Μέρος του αρχείου του βρίσκεται στο ΕΛΙΑ. Η πρώτη του ποιητική συλλογή έρχεται αργότερα, το 1958. Είναι το «Πρόσωπα και χώρος», όπου υπογράφει με το ψευδώνυμο Νεγρεπόντης, με το οποίο καθιερώνεται. Υπήρξε αριστερός, την 21η Απριλίου 1967, συλλαμβάνεται και εξορίζεται για τρία χρόνια, στη Γυάρο και τη Λέρο.

ΑΠΟ  http://anemourion.blogspot.gr/2013/05/1930-1991.html

Καταπιάστηκε και διακρίθηκε σε όλα τα είδη του γραπτού λόγου: ποίηση, πεζογραφία, θέατρο, τραγούδι, κριτική, δοκίμιο, χρονογράφημα, σάτιρα, ευθυμογράφημα, παιδικά, ραδιοφωνικό σχόλιο. Τραγούδια του έχουν μελοποιήσει οι Μίκης Θεοδωράκης,Χρήστος Λεοντής, Λίνος Κόκκοτος και άλλοι. Από τους πρωτοπόρους της «πολιτιστικής επανάστασης» της δεκαετίας του '60, έγινε ευρύτερα γνωστός και αγαπητός με τα τραγούδια του «Το ακορντεόν» (που τελειώνει με το σύνθημα «δεν θα περάσει ο φασισμός») και «3ος παγκόσμιος» που μελοποίησε ο Μάνος Λοΐζος. Ο ίδιος μελοποίησε τα αντιρατσιστικά «Νέγρικα», που τραγούδησε η Μαρία Φαραντούρη. Ήταν τα τραγούδια που έγιναν αρχικά γνωστά από τις μπουάτ και πέρασαν και τραγουδήθηκαν -απαγορευμένα πια- από στόμα σε στόμα, στα χρόνια της δικτατορίας.


Η ικανότητα του Νεγρεπόντη να περνάει μηνύματα, χωρίς να είναι κραυγαλέος και ευκαιριακός, καταφάνηκε και στα κατοπινά χρόνια με τα «Μικροαστικά» και τα «Μαθήματα πολιτικής οικονομίας» -πολυτραγουδισμένα επίσης- που έντυσε μουσικά ο Λουκιανός Κηλαηδόνης. Τα «Μικροαστικά» γνώρισαν επιτυχία και ως σατιρικό θεατρικό έργο. Ένα ακόμη ποιητικό έργο, το «Φυλάττειν Θερμοπύλας», που έγραψε εξόριστος στη δικτατορία, έχει μελοποιήσει στο μεγαλύτερο μέρος τους, υπό μορφή ορατορίου, ο Χρήστος Λεοντής.





Λιτός, συνοπτικός, ακριβολόγος, ο 
Νεγρεπόντης δεν φοβάται να παίξει 
με σοβαρά θέματα στα 
"Μικροαστικά" (1974) που, άλλα 
τραγουδήθηκαν τονισμένα από τον 
Λουκιανό Κηλαηδόνη,
 καθορίζοντας τη θέση του καθαρά 
πολιτικού τραγουδιού στην 
Ελλάδα, 
και άλλα αγαπήθηκαν ως σατιρικά-χιουμοριστικά 
ποιήματα.





Στην εξορία



Την 21η Απριλίου 1967 ο Γιάννης Νεγρεπόντης συλλαμβάνεται και παραμένει εξόριστος στη Γυάρο και τη Λέρο (Παρθένι) τρία χρόνια. Εκεί γράφει το «Φυλάττειν Θερμοπύλας», που βγάζει έξω παράνομα και μοιράζει σε φίλους, πριν κυκλοφορήσει σε βιβλίο, η γυναίκα του Αργυρώ. Το ίδιο κυκλοφόρησε και στα γερμανικά, σε μια θαυμάσια έκδοση με χαρακτικά του μεγάλου Κρις Χάμπερ.

Ευαίσθητος, παρατηρητικός, οξύτατος, διεισδυτικός, καίριος, με χιούμορ λεπτό αλλά καταλυτικό και επιπλέον άριστος γνώστης της ελληνικής, ο Γιάννης Νεγρεπόντης είχε μια συνεχή διακριτική παρουσία στην πνευματική μας ζωή, χωρίς ποτέ να εκμεταλλευτεί ή να «αξιοποιήσει» την ιδεολογία του -και σίγουρα είχε πολλά ακόμη να προσφέρει, αν δεν έφευγε πρόωρα. Είχε εκτός των άλλων την ικανότητα να βλέπει πέρα από την εποχή του, πράγμα που φαίνεται κι από τους ακόλουθους προφητικούς στίχους, από το «Φυλάττειν Θερμοπύλας»:




«Πολλά μας βρήκαν/ 
και τα χειρότερα/ 
απ' τα μέσα/ 
Τ' απόρθητα κάστρα/ 
τα μεγάλα/ 
ποτέ δεν πέφτουν/ 
απ' τα έξω/ 
το λάλον ύδωρ/ 
απερίσκεπτα/ 
αφήσαμε να χαθεί».








Δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/








Αλέξης Μινωτής ( 8 Αυγούστου 1900 - 11 Νοεμβρίου 1990 )

 

Ο Αλέξης Μινωτής (8 Αυγούστου 1900 - 11 Νοεμβρίου 1990) ήταν ένας από τους κορυφαίους δραματικούς ηθοποιούς και σκηνοθέτες του ελληνικού θεάτρου

Γεννήθηκε στα Χανιά στις 8 Αυγούστου 1900. Το πραγματικό του όνομα ήταν Αλέξης Μινωτάκης. Από ηλικίας 15 χρόνων δημοσίευσε ποιήματα του στο φιλολογικό περιοδικό Διόνυσος της Κωνσταντινούπολης υιοθετώντας το επίθετο Μινωτής. Μετά τις εγκύκλιες σπουδές του στο γυμνάσιο διορίστηκε υπάλληλος στην Τράπεζα Αθηνών, μετέπειτα Εθνική Τράπεζα, των Χανίων. Το 1921 ήλθε στην Αθήνα και άρχισε ως ερασιτέχνης ηθοποιός να εμφανίζεται "επί σκηνής" με διάφορα θεατρικά συγκροτήματα - θιάσους. Αργότερα όμως επιδόθηκε ως επαγγελματίας ηθοποιός λαμβάνοντας μέρος και σε επαρχιακές θεατρικές περιοδείες με τους θιάσους Βεάκη και Νέζερ παρουσιάζοντας τον Οιδίποδα τύραννο. Προκειμένου εν τω μεταξύ ν΄ αντιμετωπίσει τις οικογενειακές αντιρρήσεις για το επάγγελμα που είχε διαλέξει αναγκάσθηκε να κόψει (περιορίσει) το επίθετό του, αν και αυτό δεν μείωσε τη ρήξη που είχε με τον πατέρα του για πολλά χρόνια.

Αργότερα προσλήφθηκε από τον θίασο της Μαρίκας Κοτοπούλη με το θίασο της οποίας και σημείωσε το 1925 τη πρώτη του μεγάλη επιτυχία στο έργο του Αρτζιμπάσεφ Πόλεμος που υποδυόταν τον ρόλο του βιολιστή, έτσι δεν άργησε αν και αυτοδίδακτος ν΄ αναγνωρισθεί η εξέχουσα καλλιτεχνική μορφή του μεταξύ των Ελλήνων πρωταγωνιστών της δραματικής σκηνής. Ιστορικής επιτυχίας θεωρήθηκαν οι παραστάσεις του στο πρωτοποριακό τότε συγκρότημα της "Ελεύθερης Σκηνής" το 1930. Στη συνέχεια αναγνωρίσθηκε από τους καλύτερους πρωταγωνιστές του Εθνικού Θεάτρου, στις παραστάσεις του οποίου στην Αγγλία (1939) με τον "Άμλετ" του Σαίξπηρ κρίθηκε από τους Άγγλους κριτικούς ως Παγκόσμιος καλύτερος Άμλετ των τελευταίων 50 ετών.

Ο Αλέξης Μινωτής υποδύθηκε σχεδόν όλους τους ρόλους σε όλα τα θεατρικά είδη, από φάρσες μέχρι μελοδράματα (όπερες) και από κωμωδία μέχρι τραγωδία, δημιουργώντας μια καριέρα διεθνούς ακτινοβολίας. Κυριότεροι δημιουργικοί ρόλοι του Αλέξη Μινωτή ήταν στους πρωταγωνιστικούς ρόλους των έργων: Ιούλιος Καίσαρ και Άμλετ του Σαίξπηρ, Δον Κάρλος του Σίλλερ, Ιβάν ο τρομερός, Πέερ Γκυντ, Μάκβεθ, Βασιλιάς Ληρ, Βρυκόλακες κ.ά.

Το 1940 νυμφεύτηκε την Κατίνα Παξινού και μαζί εμφανίζονταν στο Βασιλικό Θέατρο που δημιούργησαν. Στη περίοδο όμως της κατοχής στην Ελλάδα (1941) ο Αλέξης Μινωτής κατέφυγε στις ΗΠΑ. Το 1946 ο Μινωτής εισήλθε στο Χόλυγουντ και έλαβε μέρος στη κινηματογραφική ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ Υπόθεση Νοτόριους (Notorious) μαζί με τον Κάρι Γκραντ και την Ίνγκριντ Μπέργκμαν. Την ίδια χρονιά συμμετείχε ακόμη στη ταινία Chase μαζί με την Μισέλ Μοργκάν. Από εκεί το 1952 προσκλήθηκε από το Εθνικό Θέατρο στην Αθήνα (μαζί με την Κατίνα Παξινού) για έκτακτες εμφανίσεις σε αρχαία δράματα και στους Βρυκόλακες του Ίψεν. Τότε ανταποκρινόμενος στο αίτημα της Βασίλισσας Φρειδερίκης για γύρισμα χολιγουντιανής ταινίας στην Ελλάδα συμμετείχε στο Παιδί και το Δελφίνι με την Σοφία Λόρεν που γυρίστηκε στην Ύδρα. Το ίδιο έτος μετά τις παραστάσεις στην Ελλάδα συμμετείχε στις παραστάσεις αρχαίων δραμάτων του Εθνικού Θεάτρου στη Νέα Υόρκη. Στις παραστάσεις εκείνες ο "Οιδίπους Τύραννος" του Σοφοκλή ανέβηκε με δική του σκηνοθεσία. Επίσης σκηνοθέτησε στη συνέχεια τις τραγωδίες Εκάβη (1955) και Μήδεια (1956) του Ευριπίδη στις οποίες πρωταγωνίστησε η Κατίνα Παξινού, καθώς και τις τραγωδίες Αντιγόνη (1956),με πρωταγωνίστρια την Άννα Συνοδινού και Οιδίπους επί Κολωνώ, με πρωταγωνιστή τον ίδιο.


Αλέξης ΜΙΝΩΤΗΣ-Κατίνα ΠΑΞΙΝΟΥ αφιέρωμα στο ΕΣΤΙΝ ΟΥΝ


Το 1958 ανέβασε στην Αμερική (Dallas Civil Opera) και στο Κόβεντ Γκάρντεν στο Λονδίνο την όπερα του Κερουμπίνι Μήδεια με πρωταγωνίστρια τη Μαρία Κάλλας. Η παράσταση εκείνη κρίθηκε ως βάση υψηλού υποδείγματος σύγχρονης σκηνοθεσίας μελοδράματος (όπερας). Επίσης εμφανίσθηκε και στο Μπροντγουέι στην Ηλέκτρα με την Μαρίκα Κοτοπούλη.
Ο Αλέξης Μινωτής είχε επίσης λάβει μέρος και στη ξένη κινηματογραφική επιτυχία "Γη των Φαραώ" με την Τζόαν Κόλινς.

Τελευταία εμφάνισή του στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου ήταν το καλοκαίρι του 1989 με τον ρόλο που υπήρξε για τον ίδιο όχι μόνο σκηνικό αλλά και προσωπικό αγώνισμα μιας ολόκληρης ζωής, τον Οιδίποδα επί Κολωνώ του Σοφοκλή

Πέθανε στην Αθήνα στις 11 Νοεμβρίου 1990 μένοντας πιστός στη μνήμη της συζύγου του Κατίνας Παξινού μέχρι τον θάνατό του.


ΟΙΔΙΠΟΥΣ ΤΥΡΑΝΝΟΣ 1965 ΣΟΦΟΚΛΕΟΥΣ , ΑΛΕΞΗΣ ΜΙΝΩΤΗΣ - ΚΑΤΙΝΑ ΠΑΞΙΝΟΥ


ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ (1981) Αλέξης Μινωτής












Κονσταντίν Στανισλάφσκι ( 17 Ιανουαρίου 1863 – 7 Αυγούστου 1938 )

 

Ο Κονσταντίν Σεργκέγεβιτς Στανισλάφσκι ( 17 Ιανουαρίου 1863 – 7 Αυγούστου 1938 ) ήταν σκηνοθέτης και πρωτοπόρος της υποκριτικής του ρωσικού θεάτρου, υπεύθυνος μιας μεγάλης καινοτομίας στην υποκριτική που χρησιμοποιείται από τον 20ό αιώνα σε ολόκληρο τον κόσμο.
Σύμφωνα με το βιβλίο του Μελ Γκόρντον "Η μέθοδος Στανισλάφσκι", ο μεγάλος σκηνοθέτης γεννήθηκε στη Μόσχα ως Κονσταντίν Σεργκέγεβιτς Αλεξέγεφ από εύπορη οικογένεια το 1863. Έκανε την πρώτη του θεατρική εμφάνιση στην ηλικία των «2 ή 3 ετών», σύμφωνα με τα απομνημονεύματά του «Η ζωή μου στην τέχνη». Πήρε το καλλιτεχνικό όνομα Στανισλάφσκι νωρίς στην καριέρα του -στην ηλικία των 25- πιθανώς για να προστατέψει τη φήμη της οικογένειάς του. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια, που κατασκεύαζε χρυσά και ασημένια διακοσμητικά για στρατιωτικές στολές και διακοσμήσεις. Η Μαρί Βάρλεϋ, η γιαγιά του, ήταν μια περιπλανώμενη Γαλλίδα ηθοποιός και το μόνο μέλος της οικογένειας με καλλιτεχνικό υπόβαθρο. Ο Στανισλάφσκι είχε οχτώ αδέρφια, που συμμετείχαν μαζί του στη δημιουργία παραστάσεων σε γενέθλια και διακοπές. Στα οχτώ του, ο Στανισλάφσκι άρχισε να ενδιαφέρεται για το τσίρκο και συχνά διηύθυνε και πρωταγωνιστούσε σε δικές του παραστάσεις τσίρκου. Ένα άλλο πάθος του νεαρού Στανισλάφσκι ήταν το κουκλοθέατρο, όπου ανέβασε σκηνές από τον "Κουρσάρο" και τον "Πέτρινο επισκέπτη". Με το κουκλοθέατρο, έμαθε να ακονίζει την αγάπη του για τη λεπτομέρεια, μια ιδιότητα που ο Στανισλάφσκι θα ενσωμάτωνε στη σκηνοθεσία του αργότερα στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας. Στα 14, ο Στανισλάφκσι ξεκίνησε τα πολυάριθμα τετράδιά του γεμάτα παρατηρήσεις, αφορισμούς και προβλήματα. Σαν εκκολαπτόμενος ηθοποιός, ο Στανισλάφσκι θα ντυνόταν σαν αλήτης και θα πήγαινε στις αποβάθρες του τρένου, ή θα μεταμφιεζόταν τσιγγάνος. Η απόφασή του να σπουδάσει θέατρο παρέμεινε ακλόνητη, παρά την αντίθεση του πατέρα του.

Καριέρα στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας

Το 1881, ο Στανισλάφσκι φοίτησε σε μια σχολή στη Μόσχα, όπου διδάχθηκε την υποκριτική μέσω μίμησης. Μερικές εβδομάδες αργότερα και ανικανοποίητος, ο Στανισλάφσκι πήγε να σπουδάσει στο Θέατρο Μάλι, (Малый театр) όπου έμαθε να κάνει καλές πρόβες, να εμφανίζεται φρέσκος στις παραστάσεις και να παίρνει περισσότερη ενέργεια από τους άλλους ηθοποιούς παρά από το κοινό. Όμως ο διαφωτισμός του Στανισλάφσκι προήλθε περισσότερο όταν είδε την υποκριτική του Ιταλού ηθοποιού Τομάζο Σαλβίνιστον Οθέλλο. Ο Στανισλάφσκι θεωρούσε τον Σαλβίνι ένα "τίγρη του πάθους" γεμάτο αλήθεια, δύναμη, καλλιτεχνικό αισθητήριο, αέρινη κίνηση και τελειότητα. Ξύρισε το μούσι και το μουστάκι του όπως του Σαλβίνι και στα είκοσι πέντε πήρε το όνομα Στανισλάφκι, αναμενόμενα όμοιο σε εκείνο του Σαλβίνι. Η έμπνευση του Στανισλάφσκι θα προερχόταν περισσότερο από την επιθυμία του να ευχαριστήσει το κοινό, μια ιδιότητα που θα τον έφτανε σε μεγάλη απόγνωση όταν αυτή η ανάγκη δεν υπήρχε.
Ο Στανισλάφσκι έπαιξε το ρομαντικό καλοπερασάκια σε γαλλικές φαρσοκωμωδίες και τελικά ίδρυσε την Εταιρεία Τέχνης και Λογοτεχνίας το 1888, όπου απέκτησε θεατρική και αισθητική πείρα. Εκεί, ο Στανισλάσφκι προσέλαβε τον σκηνοθέτη Αλεξάντερ Φεντότοφ για να διδάξει σε αυτόν και το θέατρό του. Ο τελευταίος δίδαξε στο Στανισλάφσκι πολλά πράγματα, όπως το να βγάζει μοντέλα χαρακτήρων από πραγματικούς ανθρώπους και όχι από τις ερμηνείες των ηθοποιών, να χρησιμοποιεί αντιτιθέμενα χαρακτηριστικά του ρόλου (για παράδειγμα, ένας καλός άνθρωπος που ανακαλύπτει τα κακά χαρακτηριστικά του) και πολλές τεχνικές χαλάρωσης. Ο Στανισλάφσκι αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα αυτά τα χρόνια: έπεσε σε θεατρικά κλισέ, είχε προβλήματα έμπνευσης και κατακλυζόταν μερικές φορές από πολλές θεωρίες, που τον έκαναν να αποκτήσει αυτογνωσία. Ήταν τότε που παντρεύτηκε την αγαπητή του, τη Μάσα Περεβοστσίκοβα, που το θεώρησε μεγάλο πλεονέκτημα για την υποκριτική του.
Όταν μια γερμανική θεατρική ομάδα επισκέφθηκε τη Ρωσία, δε θαύμασε την υποκριτική ή το περιεχόμενο των έργων, λάτρεψε όμως το ρεαλισμό των κουστουμιών και την πειθαρχία στις πρόβες, το οποίο είναι ένα άλλο παράδειγμα του τρόπου του να παίρνει αυτό που θέλει από συγκεκριμένες θεωρίες και πρακτικές, απορρίπτοντας τα υπόλοιπα. Ο Στανισλάφσκι άρχισε να αποκτά φήμη στη Μόσχα σαν μοντέρνος και καινοτόμος σκηνοθέτης με παραγωγές όπως "Uriel Acosta", "Οθέλλος" και "The bells". To 1897, η εταιρεία είχε μια πληθώρα αποτυχημένων παραγωγών και ηθοποιών στερούμενων κινήτρων. Ήταν τότε που ο κριτικός, δάσκαλος και δραματουργός Βλαντιμίρ Νεμίροβιτς-Νταντσένκο συζήτησε με το Στανισλάφσκι σχετικά με τα προβλήματα του μοντέρνου θεάτρου και την επιθυμία τους να δημιουργήσουν ό,τι θα γινόταν γνωστό ως το "Θέατρο Τέχνης της Μόσχας".



Το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας

Το 1897 συνίδρυσε το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας (ΘΤΜ) με τον Βλαντιμίρ Νεμίροβιτς-Νταντσένκο, αλλά το θέατρο άρχισε να λειτουργεί το 1898. Η πρώτη παραγωγή του ήταν το επιδοκιμασμένο από την κριτική και προηγουμένως λογοκριμένο "Τσάρος Φίοντορ" του Τολστόι. Ανέβασαν επίσης το "Γλάρο" του Αντόν Τσέχωφ. Αρχικά, ο Τσέχωφ δεν ικανοποιούσε τις απαιτήσεις του Νταντσένκο για την παράσταση, γιατί ήθελε ένα πιο έμπειρο θίασο για να τον ανεβάσει. Ο Στανισλάφσκι εξωράισε και ανανέωσε το σενάριο του Τσέχοφ, κάτι που προκάλεσε σοκ στο κοινό. Σύμφωνα με τη "Μέθοδο Στανισλάφσκι" του Μελ Γκόρντον, "ο λεπτομερής του ρεαλισμός μεταμόρφωσε την πιο κοινότοπη σκηνή σε μια ενορχηστρωμένη επίδειξη στιγμιαίων εφέ...Κάτι μοντέρνο είχε γεννηθεί". Το ΘΤΜ είχε δημιουργήσει αυτό που έγινε γνωστό σαν Ψυχολογικός Ρεαλισμός. Ο Ψυχολογικός Ρεαλισμός περιλάμβανε κρυφές συγκρούσεις και σχέσεις, που είναι ενσωματωμένα στην καθημερινή ζωή.

Στον Τσέχοφ δεν άρεσε ποτέ η απόδοση των έργων του, αλλά στο υπόλοιπο του κοινού και του κόσμου άρχισε να αρέσει η δουλειά του ΘΤΜ. Ήταν τότε που έγινε γνωστό σαν σπίτι του Τσέχωφ, καθώς εκεί ανέβασαν μελαγχολικά έργα του, όπως ο "Θείος Βάνιας", οι "Τρεις αδελφές" και ο "Βυσσινόκηπος". Το ΘΤΜ έγινε ένας σεβαστός θεσμός και άρχισε να παραδίδει μαθήματα χορού, φωνής και ξιφομαχίας. Κατά τη διάρκεια του Ρωσο-ιαπωνικού πολέμου, η ομάδα ταξίδεψε στη Γερμανία και την Ανατολική Ευρώπη, όπου τους θαύμασαν τόσο πολύ, ώστε ένας Γερμανός συγγραφέας τους αποκάλεσε "καλλιτεχνικές θεότητες". Έγιναν παρελάσεις προς τιμήν τους, καθώς οι Ευρωπαίοι δεν είχαν δει ποτέ ένα τόσο λαμπρό θέατρο. Μετά την επιστροφή στη Ρωσία, ο Στανισλάφσκι έπεσε σε καλλιτεχνική κρίση, καθώς η υποκριτική και η σκηνοθεσία του έγιναν άρρυθμες, αφού δήλωσε την έλλειψη ικανοποίησης και έμπνευσης. Πήγε στη Φινλανδία διακοπές με τη γυναίκα του και στην επιστροφή δημιούργησε τη μέθοδο υποκριτικής του, που θα άλλαζε το τι σημαίνει να είναι κανείς ηθοποιός

Από την  παράσταση του "Γλάρου" στο Θέατρο Τέχνης της Μόσχας. Στο κέντρο ο Τσέχωφ διαβάζει το έργο του - δεξιά του, ο Στανισλάφσκι.

Το "σύστημα (ή μέθοδος) Στανισλάφσκι"

Το σύστημα Στανισλάφσκι εστίαζε στην ανάπτυξη της καλλιτεχνικής αλήθειας πάνω στη σκηνή διδάσκοντας στους ηθοποιούς να "ζουν το ρόλο" κατά τη διάρκεια της παράστασης. Παρότι αρχικά έγινε γνωστός στις ΗΠΑ για το ρεαλισμό του, ο Στανισλάφσκι ανέπτυξε το σύστημα για να εφαρμόζεται σε όλες τις μορφές θεάτρου, σκηνοθετώντας μελόδραμα, βαριετέ, όπερα κλπ. Προκειμένου να δημιουργήσει μια ομάδα ηθοποιών που να δουλεύουν σαν καλλιτεχνικό σύνολο, άρχισε να οργανώνει μια σειρά εργαστηρίων, στα οποία οι νεαροί ηθοποιοί εκπαιδεύονταν στο σύστημά του. Στο πρώτο εργαστήριο του ΘΤΜ, οι ηθοποιοί διδάσκονταν να χρησιμοποιούν τις μνήμες τους για να εκφράζουν φυσικά τα συναισθήματα. Ο Στανισλάφσκι σύντομα παρατήρησε ότι μερικοί από τους ηθοποιούς που χρησιμοποιούσαν ή έκαναν κατάχρηση της συναισθηματικής μνήμης κατέληγαν σε υστερία. Αν και ποτέ δεν αποκήρυξε τη συναισθηματική μνήμη σαν απαραίτητο εργαλείο του ηθοποιού, άρχισε να αναζητά για λιγότερο επώδυνους τρόπους πρόσβασης στο συναίσθημα, δίνοντας τελικά έμφαση στη χρήση από τον ηθοποιό της φαντασίας και της πίστης στις δεδομένες συνθήκες του σεναρίου παρά των δικών του και συχνά οδυνηρών μνημών.
Το "σύστημα Στανισλάφσκι" είναι μια συστηματική προσέγγιση για την εκπαίδευση ηθοποιών. Ο Στανισλάφσκι πάντα θεωρούσε το σύστημά του σαν τα περιεχόμενα ενός μεγάλου βιβλίου που ασχολούνταν με όλες τις πλευρές της υποκριτικής. Αρχικά, πίστευε ότι οι ηθοποιοί έπρεπε να μελετούν και να ζουν υποκειμενικά συναισθήματα και να τα εκδηλώνουν στο κοινό με σωματικά και φωνητικά μέσα. Παρότι το σύστημά του εστίαζε στην παραγωγή αληθοφανών συναισθημάτων, αργότερα δούλεψε πάνω στη μέθοδο των σωματικών δράσεων. Αυτό αναπτύχθηκε στις αρχές του '30 και λειτουργούσε αντίστροφα απ' τη συναισθηματική μνήμη. Εστίαζε στις σωματικές δράσεις που ενέπνεαν αληθοφανή συναισθήματα και περιλάμβανε αυτοσχεδιασμό και συζήτηση. Χαρακτηριστική είναι για τον ηθοποιό η καλλιέργεια της συγκινησιακής μνήμης. Συνέχιζε να επιδιώκει να φτάσει στο υποσυνείδητο μέσω του συνειδητού.

Ο Στανισλάφσκι έζησε τη Ρωσική επανάσταση του 1905 και του 1917, με τον Λένιν να παρεμβαίνει για να τον προστατεύσει. Το 1918 ο Στανισλάφσκι δημιούργησε το πρώτο εργαστήριο σαν σχολή για νέους ηθοποιούς και έγραψε πολλά έργα.

Βιβλία στα ελληνικά

Η ζωή μου στην τέχνη, Γκόνης, 1998
Πλάθοντας ένα ρόλο, Γκόνης 1999
Ένας ηθοποιός δημιουργείται, Γκόνης 1999
Πλάθοντας ένα ρόλο, Δαμιανός, 2002
Ένας ηθοποιός δημιουργείται, Δαμιανός, 2002
Η ενσάρκωση, Πλέθρον, 2016
Το βίωμα, Πλέθρον, 2016



Σύνοψη του Συστήματος Στανισλάβσκι

Ο Κωνσταντίνος Στανισλάβσκι (1863-1938), υπήρξε συνιδρυτής του θεάτρου Τέχνης της Μόσχας, σκηνοθέτης των περισσότερων παγκόσμιων πρώτων των παραστάσεων του Άντον Τσέχωφ και ηθοποιός. Ωστόσο, έχει καταχωριστεί στην Ιστορία του Θεάτρου, ως ο μεγάλος Δάσκαλος αφού αυτός πρώτος συστηματοποίησε αυτά που είναι διδακτέα στην Υποκριτική τέχνη, τα σχετικά με τη ψυχοδιανόηση του ηθοποιού. Μέχρι τον Στανσιλάβσκι, στις δραματικές σχολές η διδασκαλία αφορούσε μόνο στη σωματική εκπαίδευση των ηθοποιών π.χ. μπαλέτο, ξιφασκία ή στην εκμάθηση τονισμών και χειρονομιών. Η διδασκαλία του αποτέλεσε πραγματικό ορόσημο και έγινε Σχολή σκέψης και πρακτικής, που διαπότισε σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό όλα τα μεγάλα σύγχρονα θεατρικά ρεύματα. Άλλωστε, τα περισσότερα από αυτά δημιουργήθηκαν από άμεσους μαθητές του ή μαθητές αυτών.

Ο Στανισλάβσκι παρατηρώντας τον τρόπο που υποδύονταν οι ταλαντούχοι ηθοποιοί του καιρού του και τα όσα εκείνοι έπρατταν αυθόρμητα, μη συνειδητά και χωρίς επεξεργασία, κατάφερε να εντοπίσει και να συστηματοποιήσει τα μέσα και εργαλεία που χρειαζόταν ένας ηθοποιός προκειμένου να πλάσει με επιτυχία έναν ρόλο. Αν και ο ίδιος ονόμαζε το σύστημα αυτό «στοιχειώδη γραμματική της δραματικής τέχνης» και δεν το θεωρούσε «δικό του» αλλά αυτό που είχε παρατηρήσει ως το μόνο αυθεντικό, αναμφισβήτητο σύστημα της ίδιας της φύσης, οι μαθητές του τόσο οι άμεσοι όσο και οι κατοπινοί, ονομάζουν τη διδασκαλία του «Σύστημα Στανισλάβσκι». Το σύστημα αποδείχτηκε απαραίτητο όχι μόνο για τους αρχάριους αλλά και για τους έμπειρους ηθοποιούς και έκανε ορατό σε όλους ότι το ταλέντο δεν αρκεί· η τεχνική είναι απαραίτητη και καθίσταται μάλιστα ζωτικότερη η εφαρμογή της όταν υπάρχει ταλέντο, προκειμένου να το αναδείξει περαιτέρω.

Στόχος του ηθοποιού κατά τον Στανισλάβσκι, είναι η επίτευξη της σκηνικής αλήθειας και απλότητας. Για την σκηνική αλήθεια, απαραίτητη είναι η έμπνευση. Όχι μια έμπνευση τυχαία, αλλά μια έμπνευση-αποτέλεσμα μιας συνειδητά σκληρής εργασίας, που κάνει «το δύσκολο σύνηθες, το σύνηθες εύκολο και το εύκολο όμορφο», όπως έλεγε κι ο πρίγκηπας Βολκόνσκυ. Αν ο ηθοποιός καταφέρει να ελέγξει και να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την επέλευση της έμπνευσης -οπότε και ζει τις εμπειρίες και συγκινήσεις του χαρακτήρα που υποδύεται- τότε θα έχει τη μέγιστη δύναμη να επηρεάσει το νου και τα αισθήματα των θεατών και πραγματικά να κοινωνήσει μαζί τους. Κι αυτό είναι το ζητούμενο γιατί –μην το ξεχνούμε- αν ο Στανισλάβσκι ήθελε να ανυψώσει τον ηθοποιό και να τον καταστήσει «ιερέα της ομορφιάς και της αλήθειας» ήταν γιατί πίστευε πως έτσι θα ήταν ικανός να υπηρετήσει άριστα το θέατρο, που έχει τη δύναμη να εξευγενίζει και να καλλιεργεί τους θεατές. Γι αυτό και επιζητούσε το ήθος από τους ηθοποιούς του και δήλωνε ότι ο ηθοποιός χωρίς ήθος είναι απλώς χειροτέχνης και χωρίς επαγγελματική κατάρτιση, ένας απλός ερασιτέχνης. Ήθελε ο ηθοποιός να αγαπά πρωτίστως την ίδια την τέχνη κι όχι την καριέρα, την επιτυχία ή το κέρδος. Έλεγε χαρακτηριστικά: «Αγάπα την τέχνη μέσα σου κι όχι εσένα στην τέχνη».

Ο δάσκαλος Στανισλάβσκι δεν πίστευε στο νατουραλισμό που παρουσιάζει την επιφάνεια της ζωής, αλλά στο ρεαλισμό που είναι η αλήθεια του περιεχομένου. Κεντρικός πυρήνας της διδασκαλίας του, η ουσία του συστήματος του ήταν «η μέθοδος των σωματικών ενεργειών», το πώς δηλαδή ο ηθοποιός θα έπρεπε να φτάσει μέσα από συνειδητούς δρόμους στο υποσυνείδητο και στο εσώτερο είναι, για να επιτύχει την έμπνευση που θα τον οδηγήσει στη σκηνική αλήθεια. Θεωρούσε αδιάσπαστα το συνειδητό και το υποσυνείδητο, το έξω και το μέσα, το σώμα και τη ψυχή και συμφωνούσε με τον ηθοποιό Σαλιάπιν ότι «η χειρονομία είναι κίνηση της ψυχής και όχι του σώματος». Επομένως δεν νοείται εξωτερική σωματική έκφραση χωρίς εσωτερική εμπειρία. Κάθε ανθρώπινη ενέργεια ή συμπεριφορά είναι μία διαδικασία ψυχοσωματική, που μάλιστα εντάσσεται και προσαρμόζεται σε ένα περιβάλλον.


Διαβάστε περισσότερα : http://esotheatro.gr/



Αλεξάντρ Μπλοκ ( 28 Νοεμβρίου 1880 – 7 Αυγούστου 1921)

 

Ο Αλεξάντρ Αλεξάντροβιτς Μπλοκ ( 28 Νοεμβρίου 1880 – 7 Αυγούστου 1921), υπήρξε ένας από τους πιο χαρισματικούς λυρικούς ποιητές που ανέδειξε η ρωσική γη μετά τον Αλέξανδρο Πούσκιν. Νεωτερικός, ανήσυχος, χαρισματικός και τολμηρός με τις λέξεις, σημάδεψε ανεξίτηλα τη ρωσική ποίηση και τής άνοιξε νέους δρόμους. 

Ο Μπλοκ γεννήθηκε στην Αγία Πετρούπολη, σε μια καλλιεργημένη οικογένεια διανοουμένων. Αρκετοί συγγενείς του ήταν άνθρωποι των γραμμάτων, ο πατέρας του ήταν καθηγητής νομικής στη Βαρσοβία, ενώ ο παππούς του από την πλευρά της μητέρας του χρημάτισε πρύτανης του Κρατικού Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης. 

Μετά το διαζύγιο των γονιών του, ο Μπλοκ έζησε με αριστοκράτες συγγενείς του στο Μέγαρο Σαχμάτοβο κοντά στη Μόσχα, όπου ανακάλυψε τη φιλοσοφία του Βλαντίμιρ Σολοβιόφ, και τον ποιητικό λόγο των άσημων ακόμα ποιητών Φιόντορ Τιούτσεφ και Αφανάσι Φετ. Αυτές οι επιρροές θα τύγχαναν εσωτερικής επεξεργασίας και θα μετασχηματίζονταν στις αρμονίες των πρώιμων ποιητικών κομματιών του, συγκεντρωμένων αργότερα στο βιβλίο Ante Lucem. 

Ερωτεύτηκε τη Λιουμπόφ (Λιούμπα) Ντμίτριεβνα Μεντελέγιεβα (κόρη του διάσημου χημικού Ντμίτρι Μεντελέγιεφ και την παντρεύτηκε το 1903. Στη Λιούμπα αφιέρωσε έναν κύκλο ποίησης που του έφερε φήμη, το έργο "Στίχοι για την Όμορφη Γυναίκα" (ρωσικά: Cтихи о Прекрасной Даме, 1904). Στο έργο αυτό, τη θέση της ταπεινής γυναίκας του πήρε μια διαχρονική θεώρηση του γυναικείου ψυχισμού και της αιώνιας γυναικείας φύσης.

Η πρώιμη ποίηση του Μπλοκ

Οι ιδεαλιστικές μυστικιστικές εικόνες στο πρώτο του βιβλίο βοήθησαν στην καθιέρωση του Μπλοκ ως ηγέτη του Ρωσικού Συμβολισμού. Τα πρώτα έργα του Μπλοκ είναι άψογα σε μουσικότητα και αρμονικότατα σε ηχητική αίσθηση, αργότερα όμως αναζήτησε να εισαγάγει τολμηρούς ρυθμικούς νεωτερισμούς και ακανόνιστα ρυθμικά μοτίβα στην ποίησή του.

Είχε φυσικό χάρισμα στην ποιητική έμπνευση, συχνά παράγοντας αξέχαστες, αλλόκοτες εικόνες από τα πιο συνηθισμένα περιβάλλοντα και ασήμαντα γεγονότα (Fabrika, 1903). Συμπερασματικώς, τα ποιήματά του είναι συχνά εστιασμένα στη σύγκρουση ανάμεσα στην πλατωνική θεώρηση της ιδανικής ομορφιάς και την απογοητευτική πραγματικότητα των βρώμικων και εξαθλιωμένων βιομηχανικών προαστίων των ρωσικών μεγαλουπόλεων, προεκτείνοντας τις αντιθέσεις αυτές στην ίδια τη ρωσική ψυχή (Neznakomka, 1906).

Ώριμη περίοδος

Κατά τη διάρκεια της ώριμης περιόδου της ζωής του, ο Μπλοκ επικεντρώθηκε πρωταρχικώς σε πολιτικά θέματα, αναλογιζόμενος αυτό που θεωρούσε ως μεσσιανικό πεπρωμένο της χώρας του.

Επηρεασμένος από τα δόγματα του Βλαντίμιρ Σολοβιόφ σημάδεψε την ποίησή του με αόριστες συλλήψεις και συχνά αμφιταλαντευόταν μεταξύ ελπίδας και απελπισίας. "Νιώθω ότι πλησιάζει ένα μεγάλο γεγονός, αλλά δεν γνωρίζω ποιο ακριβώς" έγραφε το καλοκαίρι του 1917. Προς κατάπληξη των θαυμαστών του, αποδέχτηκε την Οκτωβριανή Επανάσταση του 1917 ως το μεγάλο γεγονός που ένιωθε να πλησιάζει.

Περί το 1921 ο Μπλοκ είχε πια βγει από τις πλάνες που είχε σχηματίσει για τη Ρωσική Επανάσταση. Δεν έγραψε ποίηση για τρία χρόνια. Ο Μπλοκ διαμαρτυρόταν στον Μαξίμ Γκόρκι γιατί είχε εγκαταλείψει την πίστη του στην ανθρώπινη σοφία. Γράφοντας χαρακτηριστικά σε έναν φίλο του ανέφερε το εξής: Όλοι οι ήχοι σταμάτησαν. Δεν ακούς ότι δεν υπάρχουν πια ήχοι;

Λίγο καιρό μετά, ασθένησε σοβαρά. Οι γιατροί τού συνέστησαν να μεταφερθεί για ιατρική θεραπεία στο εξωτερικό, όμως δεν τού επιτράπηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Ο Γκόρκι παρακάλεσε για έκδοση βίζας. Τον Μάρτιο του 1921, ο Γκόρκι έγραψε στον Ανατόλι Λουνατσάρσκι: Ο Μπλοκ είναι ο μεγαλύτερος ποιητής της Ρωσίας. Αν του απαγορεύσετε να πάει στο εξωτερικό, και πεθάνει, εσείς και οι σύντροφοί σας θα είστε υπεύθυνοι για το θάνατό του. Ο ποιητής έλαβε τελικώς άδεια στις 6 Αυγούστου του '21, μία μόλις μέρα πριν το θάνατό του.

Μερικούς μήνες νωρίτερα, ο Μπλοκ είχε δώσει μία περίφημη διάλεξη για τον Πούσκιν, για τον οποίο πίστευε ότι ήταν ένα είδωλο για τη Ρωσία, ικανό να ενώσει την Κόκκινη (μπολσεβικική) και Λευκή (υποστηριχτές του εκπεσόντος τσάρου) Ρωσία. Ο θάνατός του και η εκτέλεση του φίλου του ποιητή Νικολάι Γκουμίλεφ από την Τσεκά (μυστική αστυνομία) το 1921 τάραξαν τόσο τον ψυχισμό των συμπατριωτών του που πολλοί, σε συνδυασμό και με τον εμφύλιο που συντάραζε τη χώρα, το θεώρησαν ως σημάδι του επερχόμενου τέλους της φυλής των Ρώσων.

Ο Συμβολισμός του Μπλοκ

Ο Μπλοκ, ένας από τους πιο σημαντικούς ποιητές του 20ου αιώνα, οραματίστηκε την ποιητική του παραγωγή ως αποτελούμενη από τρεις ενότητες.

Η πρώτη ενότητα περιλαμβάνει τα πρώιμα ποιήματά του για την Όμορφη Γυναίκα όπου το χρώμα που κυριαρχεί είναι το λευκό, ποιήματα της αθωότητας και της νεότητός του. Η δεύτερη ενότητα, η οποία κυριαρχείται από το μπλε χρώμα, επικεντρώνεται στο σχολιασμό της αδυναμίας εκπλήρωσης των ιδανικών που είχε τόσο πολύ επιθυμήσει και αποθεώσει. Η τρίτη ενότητα, με κύριο χαρακτηριστικό την ποίησή του της προ-επαναστατικής περιόδου είναι εμποτισμένη στο κόκκινο της φωτιάς και του αίματος.

Στην ποίηση του Μπλοκ, τα χρώματα είναι βασικό συστατικό της, διότι μεταβιβάζουν απόκρυφες, μυστικιστικές νύξεις πάνω και πέρα από την ανθρώπινη εμπειρία. Το μπλε και το μενεξεδί είναι το χρώμα της απογοήτευσης και ματαίωσης, όταν ο ποιητής καταλαβαίνει πως η προσπάθειά του να "συναντήσει" τη "Γυναίκα" είναι απατηλή. Το κίτρινο χρώμα των φανών στους δρόμους, των παραθύρων και του ηλιοβασιλέματος είναι το χρώμα της προδοσίας και της ασημαντότητας.

Οι ρωσικές λέξεις για το κίτρινος (жёлтый-ζιόλτι) και το μαύρος (чёрный-τσιόρνι) γράφονται από τον ποιητή με ένα μακρύ ο στη θέση του ιό (ρωσικά: ο αντί ё), για να δώσουν έμφαση σε μια "τρύπα μέσα στη λέξη" ή τρύπα στην καρδιά του ποιητή και των ονείρων του

Μουσικές συνθέσεις

Η ποίηση του Μπλοκ ενέπνευσε πολλούς Ρώσους συνθέτες. Για παράδειγμα, ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς ένα κύκλο συνθέσεων για σοπράνο και τρίο στο πιάνο, τον Seven Romances of Alexander Blok, και ο Αρτούρ Λουριέ μια ορχηστρική καντάτα, την In the Sanctuary of Golden Dreams.

Επιλογή έργων

Φάμπρικα, 1903
Η πόλη, 1904-1908
Μάσκα από χιόνι
Οι Δώδεκα, 1918, θεωρούμενο ως το σημαντικότερο έργο του.

https://el.wikipedia.org/


Πορτραίτο του ποιητή από τον Κονσταντίν Σόμοφ, 1907.


ΠΟΙΗΜΑΤΑ 

ΟΙ ΔΩΔΕΚΑ 

Δώδεκα, Αλέξανδρος Μπλοκ, μτφρ. 
Γ. Μπλάνας
1
Μαύρη ΄ναι η νύχτα
Λευκό το χιόνι.
Λυσσάει ο άνεμος, λυσσάει: πάει
Να σε σωριάσει
Χάμω – σαρώνει
Απ΄άκρη σ΄άκρη τη Θεία Πλάση!
Александр Блок, ДВЕНАДЦАТЬ
1
Черный вечер.
Белый снег.
Ветер, ветер!
На ногах не стоит человек.
Ветер, ветер —
На всем Божьем свете!
Λυσσάει, σηκώνει
Ψηλά το αφράτο
Χιόνι: από κάτω πάγος σκληρός
Και γλιστερός.
Πάτα γερά!
Πρόσεχε! Έπεσε! Τον φουκαρά!
Завивает ветер
Белый снежок.
Под снежком — ледок.
Скользко, тяжко,
Всякий ходок
Скользит — ах, бедняжка!
Από σπίτι σε σπίτι
Απλωμένο,
το πανό γερά δεμένο:
«Όλη η εξουσία στην Συντακτική!»
Από κάτω μια γριά κοιτάει
Δεν ξέρει τι σημαίνει
Αυτό το πράγμα – μοιρολογεί!
Πάει χαμένο τόσο πανί!
Τόσο πανί για ένα πανό!
Ένα σωρό ποδοφάσκια θα΄χα βγάλει για τα δύστυχα παιδιά,
Τριγυρίζουν ξυπόλυτα, γυμνά…
От здания к зданию
Протянут канат.
На канате — плакат:
«Вся власть Учредительному Собранию!»
Старушка убивается — плачет,
Никак не поймет, что значит,
На что такой плакат,
Такой огромный лоскут?
Сколько бы вышло портянок для ребят,
А всякий — раздет, разут…
Σαν την πουλάδα η γριά
Πιλαλάει μες στον χιονιά.
-Βοήθα, Παρθένα μου! Οι Μπολσεβίκοι
Θα μας σφάξουν σαν τα ζα!Δαγκώνει ο άνεμος!
Δεν πάει πίσω η παγωνιά!
Για δες εκεί στη διασταύρωση τον μπουρζουά:
βαθιά χωμένη η μύτη στον γιακά.
Старушка, как курица,
Кой-как перемотнулась через сугроб.
— Ох, Матушка-Заступница!
— Ох, большевики загонят в гроб!Ветер хлесткий!
Не отстает и мороз!
И буржуй на перекрестке
В воротник упрятал нос.
Ποιος να΄ναι; Η κόμη του λυτή
Στους ώμους και μονολογεί!
-Αληταρία!
-Πάει η Ρωσία!
Κάνας συγγραφέας θα΄ναι –
Απ΄ αυτούς που όλο μιλάνε και μιλάνε…Μεγαλοσχήμων ίσκιος προβαίνει
Μέσα στο χιόνι – πάει μουλωχτά…
Δύσκολες μέρες ψωμί δε βγαίνει,
Ε, σύντροφε παπά;Θυμάσαι τότε που τριγυρνούσες καμαρωτός:
Μπροστά σαν τούμπανο η κοιλιά,
Κι άστραφτε πάνω της σταυρός
Να λάβει φώτιση ο λαός;
А это кто? — Длинные волосы
И говорит вполголоса:
— Предатели!
— Погибла Россия!
Должно быть, писатель —
Вития…А вон и долгополый —
Сторонкой — за сугроб…
Что нынче невеселый,
Товарищ поп?Помнишь, как бывало
Брюхом шел вперед,
И крестом сияло
Брюхо на народ?
Να μια δεσποινίς με Αστραχάν
Και γυρίζει, λέει στην συνοδό της:
-Κλαίγαμε, κλαίγαμε…
Και ξαφνικά γλιστράει
-Αμάν! Πάρ΄την κάτω σαν σακί!
Πω, πω! Τι τούμπα ήταν αυτή!
Δώστε ένα χέρι να σηκωθεί!Ο άνεμος παλαβώνει.
Μια χαϊδεύει, μια δαγκώνει
Σηκώνει φούστες και παλτά
Θερίζει τους διαβάτες σαν σπαρτά.
Πιάνει, σκίζει, κουρελιάζει το τεράστιο πανό
«Όλη η εξουσία στην Συντακτική!»
Σκορπίζουν τα λόγια από δω κι από κει.
…Είχαμε κι εμείς «συντακτική»
…σ΄αυτό το κτήριο, εκεί…
…τα συζητήσαμε-
Τα συμφωνήσαμε:
Δέκα την ώρα – διανυκτέρευση ΄κοσ΄πέντε…
…ντάγκα-ντάγκα…
…και βουρ στο κρεβάτι με τον μάγκα…
Вон барыня в каракуле
К другой подвернулась:
— Ужь мы плакали, плакали…
Поскользнулась
И — бац — растянулась!
Ай, ай!
Тяни, подымай!Ветер веселый
И зол, и рад.
Крутит подолы,
Прохожих косит,
Рвет, мнет и носит
Большой плакат:
«Вся власть Учредительному Собранию»…
И слова доносит:
… И у нас было собрание…
… Вот в этом здании…
… Обсудили —
Постановили:
На время — десять,
на ночь — двадцать пять…
… И меньше — ни с кого не брать…
… Пойдем спать…
Αργά το βράδυ.
Άδειος ο δρόμος.
Ένας αλήτης βαδίζει
Βαριά, σκυφτά,
Ο άνεμος σφυρίζει…
Ψιτ, Ομορφούλα!
Είσαι για ένα
Φιλί στη ζούλα;Ψωμί!
Πού πάμε!
Προχώρα!Μαύρος, μαύρος ουρανός.
Θυμός, θυμός σκοτεινός
Βράζει βαθιά στο στήθος: στυγνός, ιερός…Σύντροφε! Τα μάτια σου
Πάντα ανοιχτά!
Поздний вечер.
Пустеет улица.
Один бродяга
Сутулится,
Да свищет ветер…
Эй, бедняга!
Подходи —
Поцелуемся…
Хлеба!
Что впереди?
Проходи!Черное, черное небо.
Злоба, грустная злоба
Кипит в груди…
Черная злоба, святая злоба…Товарищ! Гляди
В оба!
2
Λυσσάει ο άνεμος, φτεροκοπάει το χιόνι σαν τρελό.
Δώδεκα αυτοί και προχωρούν μέσα στον χαλασμό.
Χιαστί των τουφεκιών μαύρα λουριά
Κι όλα γύρω φωτιά…Τσιγάρο βαρύ στα χείλια οι παίδες
Τους λείπουν μόνο οι χειροπέδες!
Λευτεριά, λευτεριά,
Διάολε, χωρίς Σταυρό!
Μπαμ, μπαμ, μπαμ!
Τι ψοφόκρυο είναι, σύντροφοι, αυτό!
2
Гуляет ветер, порхает снег.
Идут двенадцать человек.
Винтовок черные ремни,
Кругом — огни, огни, огни…
В зубах — цыгарка, примят картуз,
На спину б надо бубновый туз!
Свобода, свобода,
Эх, эх, без креста!
Тра-та-та!
Холодно, товарищи, холодно!
-Αλλά ο Βάνια και η Κάτια στην ταβέρνα είναι ωραία…
– Στην καλτσοδέτα, του Κέρενσκη το πληθωριστικό!
-Τα κονόμησε ο Βάνια τελευταία…
-Ήταν δικός μας, αλλά πήγε στον στρατό!-Κάθαρμα, Βάνια, μπουρζουά έλα αποδώ
Αν σου βαστάει να δεις φιλιά!Λευτεριά, λευτεριά,
Διάολε, χωρίς Σταυρό!
Την κάνει η Κάτια στον Βάνια την δουλειά
-κανονικά!
Μπαμ, μπαμ, μπαμ!
— А Ванька с Катькой — в кабаке…
— У ей керенки есть в чулке!
— Ванюшка сам теперь богат…
— Был Ванька наш, а стал солдат!— Ну, Ванька, сукин сын, буржуй,
Мою, попробуй, поцелуй!
Свобода, свобода,
Эх, эх, без креста!
Катька с Ванькой занята —
Чем, чем занята?..
Тра-та-та!
Όλα γύρω φωτιά…
Στον ώμο τα τουφέκια κρεμασμένα…
Προχωρείτε, επαναστάτες – πάντα εμπρός!
Δεν κοιμάται ποτέ ο εχθρός!
Σύντροφε, βάρα στο ψαχνό
Την Αγία Ρωσία –
Την χωραφού
Την καλυβού,
Την κωλαρού!
Διάολε, χωρίς Σταυρό!
Кругом — огни, огни, огни…
Оплечь — ружейные ремни…
Революцьонный держите шаг!
Неугомонный не дремлет враг!Товарищ, винтовку держи, не трусь!
Пальнем-ка пулей в Святую Русь —
В кондовую,
В избяную,
В толстозадую!
Эх, эх, без креста!
3
Καμαρωτοί οι λεβέντες μας πήγαν να πολεμήσουν
Στον Κόκκινο Στρατό –
Στον Κόκκινο Στρατό –
Για την τιμή της εργατιάς το αίμα τους να χάσουν!Πικρός ο κόρφος σου ζωή,
τ΄αχείλι σου γλυκό!
Έχω μια χλαίνη κουρελιασμένη
κι ένα τουφέκι αυστριακό!
Τρομάζει, τρέχει, σκούζει ο μπουρζουάς.
Τον κόσμο θα τον κάψουμε
Στο αίμα θα το βάψουμε –
Κύριε, ελέησον ημάς!
3
Как пошли наши ребята
В красной гвардии служить —
В красной гвардии служить —
Буйну голову сложить!Эх ты, горе-горькое,
Сладкое житье!
Рваное пальтишко,
Австрийское ружье!
Мы на горе всем буржуям
Мировой пожар раздуем,
Мировой пожар в крови —
Господи, благослови!
4
Το χιόνι στροβιλίζεται, ουρλιάζει ο αμαξάς,
Ο Βάνια και η Κάτια προελαύνουν –
Μπροστά φανάρια ηλεκτρικά…
Φευγάτε, ρε, μην σας πατήσει!
Χα, χα, χα!Χλαίνη στρατιωτική, βλακοφυσιογνωμία-
Στρίβει, στρίβει το μουστάκι με μανία
Το κατσαροτσιγκελώνει
Και μπλαμπλά, μπλαμπλά, μπλαμπλά…
Γεια σου Βάνια μπρατσαρά!
Γεια σου Βάνια φαφλατά!
Την χαζή Κάτια χουφτώνει,
Και μπλαμπλά, μπλαμπλά, μπλαμπλά…
Τον κοιτάζει τάχατες μου ντροπαλά:
Δυο σειρές μαργαριτάρια τα δοντάκια,
Αχ, εσύ,Κάτια μου, γλυκιά μου Κάτια
Αχ, αφράτο μου κουκλί…
4
Снег крутит, лихач кричит,
Ванька с Катькою летит —
Елекстрический фонарик
На оглобельках…
Ах, ах, пади!..Он в шинелишке солдатской
С физиономией дурацкой
Крутит, крутит черный ус,
Да покручивает,
Да пошучивает…
Вот так Ванька — он плечист!
Вот так Ванька — он речист!
Катьку-дуру обнимает,
Заговаривает…
Запрокинулась лицом,
Зубки блещут жемчугом…
Ах ты, Катя, моя Катя,
Толстоморденькая…

........................................................................................


Οι Δώδεκα [απόσπασμα]

[απόδοση: Γιάννης Ρίτσος]


Πρώτος, δεύτερος, τρίτος,
τέταρτος, πέμπτος, έκτος,
έβδομος, όγδοος, ένατος,
δέκατος, ενδέκατος…
Δώδεκα.

Με βήμα σίγουρο, βαδίζουν πέρα… Πέρα…

-Τις ει; Τις ει; Έβγα όξω!
Τσιμουδιά!…

Ο άνεμος μόνο με την κόκκινη παντιέρα, παίζει μπροστά…
Μπροστά το χιόνι, στοίβες χιόνι, παγωμένο.

-Τις ει;

Ποιος είναι μες στο χιόνι; Έβγα από κει.

Τίποτα, μόνο ένα σκυλί ξεπηδισμένο
τραβάει κουτσαίνοντας, ψωριάρικο σκυλί…
-Όξω σου λέω, για ξεκουμπίσου κασιδιάρη
μ’ αυτή τη λόγχη το λαιμό σου γαργαλώ!
Κόσμε παλιέ, σκύλε μαγκούφη και ψωριάρη
χάσου από μπρος μου, αλλιώς στο χώμα σε πατώ.
Δείχνει τα δόντια, όμοιος με πεινασμένο λύκο
πεσμένη η ουρά του, μα ούτε ρούπι παρακεί.
-Σκύλε ορφανέ, σκύλε λιμάρη,
Ε, άιντε σήκω,
Έι, αποκρίσου το λοιπόν…

Τις ει; Τις ει;

Ποιος ανεμίζει εκεί την κόκκινη παντιέρα;
…Για κοίτα ντε… τι σκοτεινιά, τι σκοτεινιά…
-Ποιος με το βήμα έτσι γοργό φτάνει από πέρα
τοίχο τον τοίχο στων σπιτιώνε τη σκιά;

Δε μου γλιτώνεις
σού μυρίζεται κουμπούρα
τη ζωή σου αν θες, κάλλιο τα χέρια σου ψηλά
Έι! ΄Ει! συντρόφι, σού το λέω, θάν τα βρεις σκούρα
έβγα σού λέω
αλλιώς θα ρίξω στα στραβά,

Τραχ ταχ ταχ …
Κι αντηχεί, Θέ μου, μόνο η ηχώ, σπίτι το σπίτι…
μόνο ο σαρκασμός του ανέμου
σβήνει στου χιονιού την κοίτη…
Τραχ, ταχ, ταχ…
Τράχ, ταχ, ταχ…
Με το βήμα το πλατύ, βαδίζουν πέρα…
Πίσω, ο πεινασμένος σκύλος…
Μπρος, μ’ αιμάτινη παντιέρα
άφαντος πίσω απ’ το χιόνι…
κι ούτε σφαίρα τον λαβώνει
πάνω από την καταιγίδα
μ’ ένα βήμα πουπουλένιο
σ’ ένα σπίθισμα νιφάδων μαργαριταρένιο
με στεφάνι από άσπρα ρόδα…
σιωπηλός…
πάει μπροστά
ο Ιησούς Χριστός!


Διαβάστε περισσότερα https://sarantakos.wordpress.com/



ΔΕΊΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ https://homouniversalisgr.blogspot.com/