Ο Ευάγγελος Παπανούτσος (Πειραιάς, 27 Ιουλίου 1900 - Αθήνα, 2 Μαΐου 1982) ήταν σημαντικός Έλληνας παιδαγωγός, φιλόσοφος, θεολόγος και δοκιμιογράφος του 20ου αιώνα. Η καταγωγή του ήταν από το Σοπωτό της Αχαΐας. Η συμβολή του στη λειτουργία και στην ανακαίνιση της Ελληνικής Παιδείας είναι ευρέως γνωστή. Οι κυριότερες μεταρρυθμίσεις που οφείλονται στον Ευάγγελο Παπανούτσο ήταν, μεταξύ άλλων, η καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας στην Εκπαίδευση και ο διαχωρισμός της Μέσης Εκπαίδευσης στις βαθμίδες Γυμνασίου και Λυκείου. Tο εκπαιδευτικό του έργο υπέστη έντονη κριτική από τους πραξικοπηματίες της δικτατορίας των συνταγματαρχών και αναιρέθηκε σχεδόν ολοσχερώς την περίοδο 1967-74. Ωστόσο, με την αποκατάσταση της δημοκρατίας, η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση Ράλλη του 1976 ουσιαστικά στηρίχτηκε στις δικές του ιδέες.
Γεννήθηκε στον Πειραιά στις 27 Ιουλίου 1900 (παλαιό ημερολόγιο). Οι γονείς του ήταν οι Παναγιώτης Παπανούτσος και Ζηνοβία Κωστάλα. Είχε άλλα τρία αδέλφια: τον Νικόλαο, την Ελένη και τη Χρυσούλα.Τις βασικές του σπουδές πραγματοποίησε στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Από το 1915 ώς το 1919 φοίτησε στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. 'Εχοντας χάσει τον πατέρα του υπηρετεί ως προστάτης οικογενείας τη στρατιωτική του θητεία. Κατά την τριετία 1924-1927, με υποτροφία του πλούσιου Αλεξανδρινού Χ. Νομικού, έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία και τη Γαλλία και το 1927 ονομάστηκε διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Τυβίγγης (Tübingen). Η διατριβή του είχε τίτλο Das Religiöse Erleben bei Platon (Το θρησκευτικό βίωμα στον Πλάτωνα).
Υπηρέτησε την Εκπαίδευση από το 1920 και ως εκπαιδευτικός πέρασε όλες τις βαθμίδες της ιεραρχίας: για λίγους μήνες ως δευτεροβάθμιος καθηγητής Ελληνικού Σχολείου στον Άγιο Νικόλαο Μελιτίνης Μάνης, από το 1921-1923 στο Αβερώφειο Γυμνάσιο Αλεξάνδρειας.Μετά το πέρας των μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών του το 1927 επανέρχεται μέχρι το 1930 στο Αβερώφειο Γυμνάσιο. Το 1930 -1931 με τον Ευάγγελο Πανέτσο ιδρύουν δυο πειραματικές τάξεις για την εφαρμογή νέων διδακτικών μεθόδων Την ίδια περίοδο συνιδρύει την Ελληνική Διδασκαλική Ένωση και τον Οκτώβρη του 1931 γύρισε στην Ελλάδα και στέλνεται από το Υπουργείο Παιδείας να ιδρύσει το Διδασκαλείο Μυτιλήνης. Το 1934-1936 διατέλεσε Διευθυντής στην Παιδαγωγική Ακαδημία Αλεξανδρούπολης και από το 1937 -1938 υποδιευθυντής και διευθυντής της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Ιωαννίνων . Το 1938-1939 ήταν καθηγητής στη Μαράσλειο Παιδαγωγική Ακαδημία , το 1939-1943 Διευθυντής στην Παιδαγωγική Ακαδημία Τρίπολης, το 1943-1944 συνδιευθυντής και διευθυντής στη Ράλλειο Παιδαγωγική Ακαδημία Πειραιά. Μετά την απελευθέρωση της χώρας διορίστηκε Γενικός Διευθυντής (1944-1946) και αργότερα (1950 και 1963) Γενικός Γραμματέας στο Υπουργείο Παιδείας από τον τότε πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου. Το 1958 ιδρύει και οργανώνει (ως Αντιπρόεδρος του Αθηναϊκού Τεχνολογικού Ινστιτούτου τις Τεχνικές Σχολές Δοξιάδη.[11] Από το 1946 έως το 1967 ήταν τακτικός φιλολογικός συνεργάτης της εφημερίδας Το Βήμα.Δίδαξε επί 20 χρόνια (1947-1967) Φιλοσοφία, Ψυχολογία και Παιδαγωγικά στο μορφωτικό ίδρυμα (Λαϊκό Πανεπιστήμιο) «Αθήναιον» που ίδρυσε ο ίδιος και υπό την διεύθυνσή του δημοσιεύτηκαν 15 τόμοι του περιοδικού «Παιδεία και Ζωή» (1946-1961) και 100 τόμοι αρχαίων Ελλήνων Συγγραφέων, έκδοση Ι. Ζαχαρόπουλου (1953-1958). Στη μεταπολίτευση εκλέγεται βουλευτής Επικρατείας με την Ένωση Κέντρου (1974-1977). Στις Εκλογές του 1977 είναι επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας της Ένωσης Δημοκρατικού Κέντρου (Ε.ΔΗ.Κ.).Το 1977 εκλέχτηκε Επίτιμος Πρόεδρος της Εθνικής Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών.
Το 1980, δύο χρόνια πριν τον θάνατό του, εξελέγη τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών συγκεντρώνοντας εικοσιδύο από τις τριαντατρείς ψήφους των παρόντων ακαδημαϊκών.Απεβίωσε στις 2 Μαΐου 1982.
Έργο
Παιδαγωγικό
Ο Παπανούτσος έγινε περισσότερο γνωστός για το παιδαγωγικό του έργο, ιδιαίτερα για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση της κυβέρνησης του Γεώργιου Παπανδρέου (γνωστή ως μεταρρύθμιση Παπανούτσου) το 1964. Η μεταρρύθμιση αυτή αναλύεται στους εξής βασικούς άξονες:
Την ανάπτυξη της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης.
Στην αλλαγή των αναλυτικών προγραμμάτων σπουδών.
Στην καθιέρωση και της δημοτικής γλώσσας ως ισότιμης της καθαρεύουσας στην εκπαίδευση..
Ό Διαχωρισμός της Μέσης εκπαίδευσης στις βαθμίδες Γυμνασίου και Λυκείου.
Στην εννιάχρονη, δωρεάν και υποχρεωτική εκπαίδευση.
Στην ίδρυση νέων πανεπιστημίων.
Στην καθιέρωση 2 τύπων ακαδημαικού απολυτηρίου ισότημων μεταξύ τους.
Την κατάργηση του υποχρεωτικού μαθήματος των Λατινικών και την εισαγωγή νέων μαθημάτων, όπως Στοιχεία Δημοκρατικού Πολιτεύματος, Φιλοσοφίας, Ψυχολογίας, Οικονομικής Επιστήμης.
Την ίδρυση του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου ως συμβουλευτικού οργάνου του κράτους για την επιμόρφωση των εκπαιδευτικών.
Την τριετή φοίτηση στις παιδαγωγικές Ακαδημίες.
Τη σίτιση και δωρεάν μεταφορά των μαθητών.
Η προσπάθειά του αυτή περιγράφεται στο βιβλίο του Αγώνες και αγωνία για την παιδεία του 1965. Δυστυχώς, το έργο του δεν μπόρεσε να υλοποιηθεί, γιατί η Κυβέρνηση έπεσε λόγω της αποστασίας της απριλιανής δικτατορίας των πραξικοπιματιών συνταγματαρχών και οι αλλαγές που είχε προωθήσει αναιρέθηκαν σχεδόν εξολοκλήρου την περίοδο 1967-1974. Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, όμως, της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή (μεταρρύθμιση Ράλλη) το 1976 ουσιαστικά στηρίχτηκε στις δικές του ιδέες.
Ο Π. Ξένος γράφει για τον Ευάγγελο Παπανούτσο: «Αναμφισβήτητα είχε πλατιά μόρφωση και πολλά προσόντα. Είχε φυσική ευφράδεια. Δίδασκε συναρπαστικά. Ήξερε να δένεται με το ακροατήριό του το ίδιο στην τάξη όπως και στην αίθουσα διαλέξεων. Έγραφε σωστά τη γλώσσα και την φρόντιζε. Ήξερε από ξένες γλώσσες και του χρωστάμε τη μετάφραση πολλών ξένων όρων στη γλώσσα μας. Μελετηρός και πάντα ενημερωμένος στους τομείς που τον απασχολούσαν. Ήταν ο διαβασμένος, ο φιλοσοφημένος δάσκαλος-παιδαγωγός που ευπροσήγορος ήταν έτοιμος να εξηγήσει ό,τι τον ρωτούσαν».
Συγγραφικό
Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει δεκάδες βιβλία, όχι μόνο στην Ελληνική, αλλά και στη Γερμανική, την Αγγλική και τη Γαλλική. Εγκαινιάζεται στην Αλεξάνδρεια ΤΟ 1926 με την πραγματεία του Το πρόβλημα της ελευθερίας της βουλήσεως. Η Διδακτορική Διατριβή του Das relgiöse Erlebnis bei Platon στο πανεπιστήμιο της Τυβίγγης που υποβλήθηκε την άνοιξη του 1926. Επανεκδόθηκε το 1971 στα ελληνικά με τον τίτλο Το θρησκευτικό βίωμα στον Πλάτωνα Εργασίες τού Ε. Π. Παπανούτσου έχουν δημοσιευθεί σε πολλά επιστημονικά περιοδικά της Ευρώπης και της Αμερικής. Επιπλέον μετέφρασε δοκίμια του Ιμμάνουελ Καντ και του Ντέιβιντ Χιουμ και, μαζί με τον Βασίλη Τατάκη, τους πλατωνικούς διαλόγους Φαίδων και Πρωταγόρας. Εκτός από τα άρθρα του στο περιοδικό «Παιδεία και Ζωή», δημοσίευσε άρθρα και μελέτες του και σε άλλα ελληνικά περιοδικά, όπως στη «Νέα Εστία», στο «Συνεταιριστής» και κάθε εβδομάδα στην εφημερίδα «ΒΗΜΑ».
Ευάγγελος Π. Παπανούτσος: όπως ο Βάρναλης…
Θα θέλατε να μιλήσουμε για λίγο για την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση;
Βεβαίως. Το 1957, επί πρωθυπουργίας Καραμανλή, είχα την περίεργη τύχη να κληθώ στη μεγάλη Επιτροπή Παιδείας. Υπουργός Παιδείας ήταν ο Γεροκωστόπουλος και Προεδρίας ο Τσάτσος – μάλλον ο τελευταίος με πρότεινε. Επί ενάμιση χρόνο αγωνίστηκα όσο μπορούσα, μαζί με τον Λούρο, τον Ζέρβα και τον Μπούη, για να επικρατήσει ένα νεότερο πνεύμα στην εκπαίδευση. Και το πετύχαμε. Τα πρώτα σπέρματα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης μπαίνουν στα πορίσματα αυτής της επιτροπής.
Η συνέχεια;
Το 1963, με πρωθυπουργό και υπουργό Παιδείας τον Γ. Παπανδρέου, αρχίζει η πραγματική δουλειά για την αναμόρφωση της εκπαιδευτικής νομοθεσίας. Μπαίνουμε στη Βουλή και η μεταρρύθμιση γίνεται νόμος του κράτους. Ε, ναι, το παγοθραυστικό που θα σπάσει τον πάγο. Η δημοτική γίνεται ισότιμη γλώσσα με την καθαρεύουσα. Η υποχρεωτική εκπαίδευση πάει στα εννέα χρόνια, από τα έξι που ήταν. Το μονολιθικό Γυμνάσιο διαχωρίζεται σε Γυμνάσιο και Λύκειο. Η διδασκαλία των αρχαίων κειμένων γίνεται από μεταφράσεις. Ιδρύεται το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, με επικεφαλής σπουδαίους επιστήμονες, σαν τον Ι. Κακριδή και τον Ν. Κρητικό. Και καθιερώνεται το ακαδημαϊκό απολυτήριο.
Η δικτατορία τι έκανε;
Κατάργησε τον νόμο, αλλά όχι και το ακαδημαϊκό απολυτήριο. Αλλά το 1974, στην πρώτη Βουλή της μεταπολίτευσης, με πρωθυπουργό τον Καραμανλή και υπουργό Παιδείας τον Γ. Ράλλη, εισάγουμε τα νέα μέτρα. Και για πρώτη φορά συμπολίτευση και αντιπολίτευση συμφωνούν σ’ έναν εκπαιδευτικό νόμο.
(…)
Νύχτα φεύγω από το διαμέρισμα της Αναγνωστοπούλου, όπου ο Ευάγγελος Παπανούτσος, εδώ και εφτά χρόνια, από τον θάνατο της γυναίκας του, ζει μόνος, ανάμεσα στα βιβλία του, στα χαρτιά του, στους πίνακες που αγαπάει.
Γράφετε τα βράδια; τον ρωτάω στην πόρτα.
Είναι το μόνο πράγμα που ξέρω να κάνω. Καμιά φορά σκέφτομαι τι ωραίο θα ήταν να ‘χα μάθει να πηγαίνω και σε καμιά ταβέρνα, όπως ο Βάρναλης…
απόσπασμα από συνέντευξη που έδωσε ο Ε. Π. Παπανούτσος στον Λευτέρη Παπαδόπουλο, εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ, 28/11/1980
ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΣ “ΖΩ ΑΠΟ ΠΕΡΙΕΡΓΕΙΑ” Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ
ΚΕΙΜΕΝΑ
Το σχετικό και το απόλυτο
ΤΟ ΘΕΜΑ «σχετικό και απόλυτο», είναι ένα δύσκολο φιλοσοφικό πρόβλημα. Αυτό όμως δε σημαίνει ότι είναι ένα πρόβλημα που αφορά μόνο τη φιλοσοφία. Στο παρακάτω δοκίμιο ο συγγραφέας μάς δείχνει ότι πρόκειται για ένα πρόβλημα της καθημερινής ζωής που μας αφορά όλους. Από την απάντηση που θα δώσουμε εξαρτάται και η στάση μας σε θέματα πρακτικά και ιδεολογικά. Έτσι η ζωή χρησιμεύει σαν βάση για το φιλοσοφικό στοχασμό. Ζωή και σκέψη δένονται στενά. Αυτό φανερώνει και ο τίτλος Πρακτική Φιλοσοφία του βιβλίου από το οποίο παίρνουμε το δοκίμιο.
Η σκηνή στο λεωφορείο, μια πρωινή ώρα, όταν το όχημα πηγαίνει προς το τέρμα της διαδρομής με λιγοστούς επιβάτες. Κοντά στον εισπράκτορα κάθεται μια εύσωμη, μεσόκοπη γυναίκα συνοφρυωμένη, που αδημονεί να μιλήσει. Η συζήτηση με τον παρακαθήμενο δεν αργεί ν' αρχίσει. Η γυναίκα διηγείται ζωηρά, και έτσι ώστε να ακούγεται απ' όλους, πως την προηγούμενη βραδιά την «έκλεψε» ένας οδηγός ταξί. Την ώρα που αποβιβαζότανε, του έδωσε ένα χαρτονόμισμα των πενήντα δραχμών για να κρατήσει την αμοιβή του κι εκείνος της επέστρεψε δύο κέρματα των είκοσι για ρέστα. Τα κοίταξε στα σκοτεινά, και ήσαν ίδια. Στην αφή, στο βάρος όμοια. Σήμερα όμως το πρωί ανακάλυψε ότι μόνο το ένα ήταν γνήσιο. Και εξαγριώθηκε. Θα πάει στην αστυνομία κλπ. κλπ. Ο παρακαθήμενος ακούει απαθής τη δραματική αφήγηση της κυρίας, φαίνεται απορροφημένος από τις δικές του έγνοιες και δε δίνει μεγάλη σημασία στο γεγονός. — Η ζημιά είναι μικρή, της λέει. Πάλι καλά που το άλλο εικοσάδραχμο είναι γνήσιο. Θα μπορούσε να ήταν κι αυτό ψεύτικο. Ο σοφέρ έδειξε ασφαλώς κάποιαν ευγένεια...
Η γυναίκα εξάπτεται περισσότερο.
— Είκοσι δραχμές ζημιά τη θεωρείτε ασήμαντη; Εμείς είμαστε επαρχιώτες και ζούμε από ένα μικρό κατάστημα ψιλικών. Λιανική πούληση. Το κέρδος μας κάθε φορά είναι μια δυο δεκάρες. Δεν είμαστε βέβαια άνθρωποι της ανάγκης και ξοδεύομε πολλά για το κέφι μας. Να χάσω όμως είκοσι δραχμές, και με αυτόν τον τρόπο, δεν το υποφέρω.
Το επιχείρημα συγκίνησε έναν τρίτο επιβάτη, και η συζήτηση γενικεύεται.
— Τι θα πει: το ποσό είναι μικρό; Είκοσι δραχμές είναι είκοσι δραχμές. Δεν τα βρίσκει κανείς τα χρήματα στο δρόμο. Να πάτε στην Αστυνομία, να πιάσει τον κακοποιό.
Εδώ παρεμβαίνει ο εισπράκτωρ:
— Γιατί να πάρετε στο λαιμό σας τον άνθρωπο; Μπορεί να μη φταίει. Κάποιος άλλος επιβάτης θα του έδωσε το ψεύτικο εικοσάδραχμο και θα το πήρε χωρίς να το καταλάβει. Με την ίδια απροσεξία το έδωσε και σε σας. Αυτός δεν έχει Τράπεζα να «κόβει» νομίσματα...
Ένας τέταρτος μπαίνει στη συζήτηση:
— Εγώ σου λέω ότι ο σοφέρ αργότερα ανακάλυψε πως το νόμισμα που του έδωσαν ήταν πλαστό. Τι ήθελες όμως να κάμει; Να το κρατήσει ο ίδιος, και να χάσει το μισό μεροκάματο; Τόσα στόματα περίμεναν στο σπίτι...
Αυτή όμως η τολμηρή υπεράσπιση εξοργίζει έναν πιο απομακρυσμένο επιβάτη.
— Τι κουβέντες είναι αυτές; φώναξε. Η απάτη είναι απάτη και η κλεψιά κλεψιά. Πρέπει οι κακοποιοί να τιμωρούνται, γιατί αλλιώς πάει, θα διαλυθεί η κοινωνία.
Την ώρα εκείνη η περιέργεια ενός σιωπηλού έως τότε κυρίου έδωσε απροσδόκητη τροπή στο επεισόδιο.
— Μπορώ να ιδώ, ρώτησε, το κίβδηλο εικοσάδραχμο· Το έχετε μαζί σας;
Η γυναίκα το έβγαλε από το πορτοφόλι της και το έδειξε.
— Αγγλικό σελίνι είναι, παρατήρησε με εμβρίθεια ο εισπράκτωρ. Κάνει 4 δραχμές. Η ζημιά σας λοιπόν περιορίζεται σε 16. Δώστε τόπο στο κακό. Κρατήσετε το νόμισμα για σουβενίρ...
— Όχι, δεν είναι αγγλικό, διόρθωσε ένας άλλος επιβάτης που, όταν άκουσε να γίνεται λόγος για ξένο νόμισμα, σηκώθηκε από τη θέση του, πλησίασε και μελέτησε το κέρμα. Είναι φράγκο μιας νοτιοαμερικάνικης πολιτείας. Εγώ, επειδή μαζεύω ξένα νομίσματα (λέγει στην κυρία), σας δίνω είκοσι δραχμές και το παίρνω, αν μου το δίνετε.
Η γυναίκα πήρε τις είκοσι «γνήσιες» δραχμές χαρούμενη και ο συλλέκτης έβαλε στην τσέπη του το νόμισμα.
— Είναι παλαιό και αρκετά σπάνιο, μου είπε καθώς διασταυρωθήκαμε στην έξοδο. Κάνει πολύ περισσότερα από είκοσι δραχμές...
Οι αναγνώστες δεν είναι συνηθισμένοι να διαβάζουν εδώ ανέκδοτα, και θα παραξενευτούν. Πρόθεσή μου όμως είναι όχι να τους ψυχαγωγήσω μ' ένα διήγημα, αλλά να τους κάνω να προσέξουν ένα φαινόμενο που έχει δώσει αφορμή σε πολλές και βαθυστόχαστες ψυχολογικές και κοινωνιολογικές παρατηρήσεις. Η σκηνή που ιστόρησα (εγγυώμαι ότι πρόκειται για πραγματικό περιστατικό) κάνει το πρόβλημά μας συγκεκριμένο και ξεκάθαρο: Το πώς κρίνομε και το κριτήριο που μεταχειριζόμαστε, όταν αποτιμούμε μια διάθεση ή μια πράξη των συνανθρώπων μας, εξαρτάται από τον τρόπο με τον οποίο (ανάλογα με την ιδιοσυγκρασία, την ανατροφή και εκπαίδευση, τις επαγγελματικές ανάγκες και βλέψεις μας κοκ.) έχομε τοποθετηθεί απέναντι στη ζωή και στα αγαθά της. Οχτώ άνθρωποι που «συναντώνται» για λίγη ώρα εντελώς τυχαία, κρίνουν ένα και το ίδιο γεγονός με οχτώ διαφορετικά πρίσματα. Ο «παθών» υποφέρει από τη ζημιά, αλλά και από την προσβολή που έπαθε. Οι άλλοι βλέπουν το πάθημα από τη δική του ο καθένας «θέση». Ένας αδιαφορεί, άλλος υπερθεματίζει, ο τρίτος και ο τέταρτος δικαιολογούν τον υποτιθέμενο ένοχο, ενώ οι τρεις τελευταίοι παίρνουν άλλους δρόμους: το νόμο διαλαλεί ο πρώτος, την περιέργειά του ζητεί να ικανοποιήσει ο δεύτερος, και ο τελευταίος (πρακτικότερος απ' όλους) το συμφέρον του. Ανάλογα περιστατικά θα έχει να αφηγηθεί ο καθένας πολλά, από το άμεσο και έμμεσο περιβάλλον του. Στις ηθικές κρίσεις δεν συμφωνούν όλοι. Ακόμη και εκείνοι που ζουν μέσα στο ίδιο ιστορικό κλίμα και είναι ενυφασμένοι στην ίδια κοινωνία. Άλλος είναι αυστηρότερος και άλλος επιεικέστερος στις καταδίκες του· άλλος (ειλικρινά ή υποκριτικά) αναφέρεται σε γενικούς κανόνες και άλλος προσαρμόζει την ετυμηγορία*του στα συγκεκριμένα γεγονότα, κρίνει «κατά περίπτωση»· άλλος «βάζει» περισσότερο και άλλος λιγότερο τον εαυτό του (τις ανάγκες και τα συμφέροντά του) στο θέμα που εξετάζει κ.ο.κ. Αυτά για τον τρόπο της κρίσης. Ως προς τα μέτρα, η κλίμακα των ποικιλιών είναι εξίσου μεγάλη και πλούσια σε αποχρώσεις.
Τι θα συμπεράνομε από τα ασύμπτωτο τούτο; — Το ζήτημα έχει πολύ μεγάλη έκταση και φυσικά δεν είναι εδώ ο κατάλληλος τόπος ούτε για μια συνοπτική έκθεση των λύσεων που έχουν κατά καιρούς προταθεί.
Ας περιοριστούμε λοιπόν σε μερικές πολύ γενικές και αδρές γραμμές.
Και τούτο το πρόβλημα (όπως πολλά άλλα) με δύο μεθόδους μπορεί κανείς να το πλησιάσει και να επιχειρήσει να το λύσει. Η πρώτη είναι εύκολη: είτε να διακηρύξουμε απλοϊκά ότι ένα μόνο ηθικό μέτρο υπάρχει (το δικό μας) και κάθε εκτροπή απ' αυτό σημαίνει πλάνην ή διαστροφή, είτε από απογοήτευση να πέσομε στο άλλο άκρο, να παραδεχτούμε δηλαδή ότι στις αξιολογήσεις μας το «ορθό» είναι απλή φαντασίωση ή προσδοκία και όλες οι κρίσεις εξίσου αυθαίρετες. Η δεύτερη μέθοδος είναι δύσκολη, ακριβώς επειδή απαιτεί περισσότερη περίσκεψη και μετριοπάθεια. Την ακολουθούν όσοι βλέπουν στον άνθρωπο όχι μόνο την περατότητα αλλά και την απεραντοσύνη. Με τη μία του ιδιότητα εγκλωβίζεται μέσα στη σχετικότητα· με την άλλη έχει τη λαχτάρα και τη γεύση του απόλυτου.
Δέσμιο καθώς είναι στο χώρο και στο χρόνο, το ιστορικό και κοινωνικό τούτο ζώο είναι φυσικό να έχει παραδοθεί στη σχετικότητα (των αντιλήψεων, των πεποιθήσεων, των προθέσεων). Τούτο όμως δεν σημαίνει ότι απέναντί του έχει κλείσει για πάντα η θύρα του απολύτου. Στην περίπτωση του ανθρώπου, το σχετικό δεν είναι η αντίθεση, αλλά ένα μέρος του απολύτου, όπως και το εφήμερο είναι όχι άρνηση, αλλά διαβατική πραγμάτωση του αιωνίου.
Εάν με αυτή την προοπτική κοιτάξομε το θέμα μας, εάν δηλαδή θεωρήσομε το απόλυτο (νόημα, μέτρο, αξία) όχι υπέρβαση αλλά σύνοψη και συμπερίληψη, ολοκλήρωση των σχετικών αποτιμήσεων που επιχειρεί το πνεύμα μας —ομολογώ ότι δεν είναι καθόλου εύκολη αυτή η τοποθέτηση, γιατί ο κοινός άνθρωπος αισθάνεται και σκέπτεται «διαζευτικά», όχι «συζευτικά»— τότε θα δώσομε στο πρόβλημα που εξετάζομε μια λύση που μπορεί ίσως να φαίνεται παράδοξη, έχει όμως αναμφισβήτητα βάθος και μεγαλοσύνη. Θα ειπούμε λ.χ. περιορίζοντας τη συζήτηση στο συγκεκριμένο μας παράδειγμα (τη διένεξη του λεωφορείου) ότι όλες οι κρίσεις που διατυπώθηκαν περιέχουν αλήθεια, αλλά δεν αποτελούν όλη την αλήθεια. Καθεμιά τους παρουσιάζει την άποψη που δίνει ένα γεγονός από ορισμένη θέση. Είναι επομένως σχετική. Όχι όμως και αυθαίρετη, αφού εκφράζει μια στάθμιση των πραγμάτων δυνατή και εύλογη. Κατά την αντίληψη αυτή, προσεγγίσεις (άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο ευτυχείς) προς το απόλυτο είναι οι σχετικές αποτιμήσεις μας. Άλλη το πλησιάζει πιο πολύ και άλλη πιο λίγο· όλες όμως έχουν κάτι από το κύρος του, και γι' αυτό πείθουν. Στην περιοχή της αυθαιρεσίας (της πλάνης ή της απάτης) ξεπέφτουν, όταν η καθεμιά διεκδικεί για τον εαυτό της ολόκληρο το χώρο της εμπιστοσύνης μας. Το «μέρος» πρέπει να διατυπώνεται και να γίνεται δεκτό ως «μέρος»· τότε είναι αλήθεια. Όταν εμφανίζεται και χειρονομεί ως «όλον», γίνεται ψεύδος.