(σκίτσο του Gustav Klim - "Curtain of the darkness")
Άνθρωπε ξαπόστασες για λίγο στον ίσκιο της ελπίδας στην όαση της λήθης, εκεί που η μοναξιά σμιλεύει όνειρα ολημερίς και δίνει απαντήσεις. Ο δρόμος της ζωής σου ατέλειωτος, τραχύς πληγώνει πόδια, το νου, τις σκέψεις, τη καρδιά. Στο διάβα σου το χέρι για βοήθεια που σ’ απλώνουν έχει αγκάθια, έχει μαχαίρια και ματώνεις και αυτό που σου’ δωσαν, πίσω το ζήτησαν διπλό-τριπλό.
Γεμάτο πληγές το σώμα και η ψυχή σου και από αυτές χειρότερες της προσδοκίας. Ο βούρδουλας της προδοσίας σε μαστίγωσε και ο πόνος σ’ άφησε ανάπηρο και ασάλευτο και σ’ έκανε τα όνειρα να ξεχάσεις. Χειρότερη φτώχεια η ένδεια της καρδιάς. Μες τις ανθρώπινες ψυχές μαίνεται ο Χειμώνας Στο άδυτο του νου φόβος κ’ εγωϊσμός αιώνια βασιλεύουν.
Για ό,τι γίνεται στον κόσμο κανείς θεός δεν φταίει. Θνητός είναι ο τύραννος που διαφεντεύει και επιλογή του καθενός να γίνει ο βρικόλακας που τρέφεται με αίμα και με δάκρυ. Το προσωπείο της προσποίησης κρύβει το τέρας που’ χεις μέσα σου κι αυτό ουρλιάζει και απαιτεί… Κρύψου άνθρωπε, απ' όλους, κρύψου, από τον κόσμο, από τον εαυτό σου δεν θα μπορέσεις ποτέ σου να κρυφτείς!
Υπάρχουν άνθρωποι που όσο περισσότερα κάνεις γι’ αυτούς, τόσο λιγότερα κάνουν για τον εαυτό τους.
Η Τζέιν Όστεν (Jane Austen, 16 Δεκεμβρίου 1775 - 18 Ιουλίου 1817) είναι μία από τις πιο δημοφιλείς και πολυδιαβασμένες μυθιστοριογράφους της αγγλικής λογοτεχνίας. Από το 1811 έως το 1815 γράφοντας τα μυθιστορήματα Λογική και ευαισθησία(1811), Περηφάνια και προκατάληψη (1813), Μάνσφιλντ Παρκ (1814) και Έμμα (1815) καθιερώθηκε ως συγγραφέας. Επίσης έγραψε τα Αββαείο του Νορθάνγκερ και την Πειθώ τα οποία δημοσιεύτηκαν μετά το θάνατό της το 1817.
Τα έργα της Όστεν είναι μέρος της μετάβασης προς το ρεαλισμό του δέκατου-ένατου αιώνα. Οι πλοκές των έργων της αν και κατά βάση κωμικές, υπογραμμίζουν την εξάρτηση των γυναικών από το γάμο προς εξασφάλιση κοινωνικού κύρους και οικονομικής ασφάλειας.
Κατά τη διάρκεια της ζωής της, τα έργα της Όστεν της έφεραν λίγη δόξα και λίγες θετικές κριτικές. Οι κριτικές ήταν λιγόλογες και αναφέρονταν κυρίως σε επιφανειακά χαρακτηριστικά του έργου της, όπως τα ηθικά διδάγματα. Κατά τα μέσα του δέκατου ένατου αιώνα, τα μυθιστορήματα της έχαιραν το θαυμασμό μόνο μιας λογοτεχνικής ελίτ. Ένας λόγος γι' αυτό ήταν ότι έγραφε ανώνυμα. Εντούτοις, η δημοσίευση ενός απομνημονεύματος για τη ζωή της από τον ανιψιό της το 1870 γνωστοποίησε την ταυτότητά της και εισήγαγε τη ζωή και τα έργα της στο ευρύτερο αγγλικό κοινό. Έως τη δεκαετία του 1940 η Όστεν είχε πλέον καθιερωθεί ως σπουδαία Αγγλίδα συγγραφέα
Τα έργα της και η ζωή της έχουν αποτελέσει αντικείμενο πολλών κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικών σειρών.
Σχέδιο της Τζέιν Όστεν,
που αποδίδεται στην αδερφή της
Κασσάνδρα.
Η Τζέιν Όστεν γεννήθηκε στις 16 Δεκεμβρίου 1775. Ο πατέρας της ήταν διδάκτωρ της Οξφόρδης και κληρικός. Είχε επτά αδέρφια, εκ των οποίων μόνο μία αδερφή, την Κασσάνδρα. Η Τζέιν και η Κασσάνδρα ήταν πολύ αγαπημένες. Πήγαν στο ιδιωτικό σχολείο μαζί και έζησαν μαζί μέχρι το θάνατο της Τζέιν.
Η οικογένεια έζησε στο Στήβεντον, στο Μπαθ, στο Σαουθάμπτον και στο Τσώτον (Chawton). Εκεί η Τζέιν έδωσε την οριστική τους μορφή στα μυθιστορήματα Περηφάνια και Προκατάληψη και Λογική κι ευαισθησία και έγραψε τα Μάνσφιλντ Παρκ, Έμμα και Πειθώ.
Η Τζέιν Όστεν (όπως και η αδερφή της) δεν παντρεύτηκε ποτέ. Στα 27 της είχε δεχθεί την πρόταση ενός κληρονόμου πλούσιας οικογένειας αλλά την άλλη μέρα άλλαξε γνώμη. Σε επιστολή της προς μια ανηψιά της, που τη ρωτούσε πώς έπρεπε να αντιδράσει σε ανάλογη πρόταση, η Όστεν απάντησε ότι έπρεπε να δεχτεί μόνο αν υπήρχε αγάπη από τη μεριά της.
Η ταινία Becoming Jane παρουσιάζει σφοδρό έρωτα μεταξύ της Τζέιν Όστεν και του Ιρλανδού Τόμας Λεφρόυ. Παρότι η Τζέιν Όστεν αναφέρει φλερτ με τον Λεφρόυ σε κάποιες επιστολές της προς την αδελφή της, Κασσάνδρα, και παρότι ο ίδιος ο Λεφρόυ σε μεγάλη ηλικία παραδέχτηκε σε έναν ανιψιό του ότι στα νιάτα του ήταν ερωτευμένος με την Τζέιν Όστεν, δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία για να στηρίξουν την υπόθεση του εν λόγω κινηματογραφικού έργου.
Η Τζέιν Όστεν πέθανε το 1817 έπειτα από πολύμηνη ταλαιπωρία από επώδυνη ασθένεια. Το σπίτι της στο Τσώτον είναι σήμερα μουσείο.
Εργογραφία
Sense and Sensibility (Λογική και ευαισθησία), 1811 ― ελλην. μετάφρ. Αλ.Καλοφωλιάς, "ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ"
Pride and Prejudice (Περηφάνια και προκατάληψη), 1813 ― ελλην. μετάφρ. Γ.Αλεξίου, "ΔΑΜΙΑΝΟΥ"
Περηφάνια και Προκατάληψη (αγγλικά: Pride and Prejudice) είναι ο τίτλος του πιο διάσημου μυθιστορήματος της Τζέιν Όστεν το οποίο πρωτοδημοσιεύτηκε στις 28 Ιανουαρίου 1813. Είναι το δεύτερο βιβλίο της που δημοσιεύτηκε. Το χειρόγραφο του αρχικά γράφτηκε μεταξύ 1796 και 1797 στο Στίβεντον του Χάμπσαϊρ όπου η Όστεν ζούσε στο πρεσβυτέριο. Ονομάστηκε Πρώτες Εντυπώσεις όμως δεν δημοσιεύτηκε ποτέ με αυτό τον τίτλο και μετά από αλλαγές μετονομάστηκε σε Περηφάνια και Προκατάληψη.
Ιστορικό
Το μυθιστόρημα αρχικά γράφτηκε μεταξύ Οκτώβρη του 1796 και Αυγούστου του 1797. Ο πατέρας της Όστεν έγραψε στο Λονδρέζο βιβλιοπώλη Τόμας Κάντελ τον Νοέμβριο του 1797 προτείνοντας το για δημοσίευση όμως απορρίφθηκε χωρίς να διαβαστεί και επεστράφη μέσω ταχυδρομείου. Το αδημοσίευτο χειρόγραφο παρέμεινε με την Όστεν και ήταν το 1811 που το πρώτο της μυθιστόρημα Λογική και Ευαισθησία δημοσιεύτηκε.
Η δημοσίευση του πρώτου της μυθιστορήματος ενθάρρυνε την Όστεν να αναθεωρήσει το χειρόγραφο για τις Πρώτες Εντυπώσειςπιθανώς μεταξύ 1811 και 1812. Μετονόμασε την ιστορία Περηφάνια και Προκατάληψη, μια εμφανώς κλισέ φράση της εποχής. Όταν μετονόμαζε το μυθιστόρημά της η Τζέιν Όστεν πιθανώς είχε κατά νου τα Βάσανα και αντιπαραθέσεις που συνοψίζονται στο τελικό κεφάλαιο της Σεσίλια της Φάνυ Μπάρνεϊ, το οποίο ονομάζεται Περηφάνια και Προκατάληψη και όπου η φράση εμφανίζεται τρεις φορές με κεφαλαία γράμματα. Είναι επίσης πιθανό ότι ο αρχικός τίτλος του μυθιστορήματος άλλαξε για να αποφευχθεί σύγχυση με άλλα έργα. Στα χρόνια μεταξύ της ολοκλήρωσης των Πρώτων Εντυπώσεων και της αναθεώρησης τους σε Περηφάνια και Προκατάληψη, δημοσιεύτηκαν δύο άλλα έργα με τον ίδιο τίτλο: ένα μυθιστόρημα της Μαργαρίτας Χόλφορντ και μια κωμωδία του Οράτιου Σμιθ.
Η Όστεν πούλησε τα πνευματικά δικαιώματα του μυθιστορήματος στον Τόμας Έγκερτον του Γουάιτχολ για 110 λίρες (η Όστεν είχε αρχικά ζητήσει 150 λίρες). Η απόφαση αυτή αποδείχθηκε ακριβή. Η Όστεν είχε εκδώσει το Λογική και Ευαισθησία βάσει προμήθειας προστατεύοντας τον εκδότη από απώλειες και λαμβάνοντας τα όποια κέρδη μείον το κόστος και την προμήθεια του εκδότη. Μη γνωρίζοντας ότι η Λογική και Ευαισθησία θα εξαντλούσε την εκδοσή της, αποφέροντας της 140 λίρες, μετέφερε τα πνευματικά δικαιώματα στον Έγκερτον έναντι εφάπαξ πληρωμής, το οποίο σήμαινε ότι όλο το ρίσκο (και όλα τα κέρδη) θα ήταν δικά του. Έχει υπολογιστεί ότι ο Έγκερτον στη συνέχεια και μόνο από τις δύο πρώτες εκδόσεις του βιβλίου έβγαλε περίπου 450 λίρες.
Εισαγωγή στην πλοκή
Ο κύριος και η κυρία Μπένετ έχουν πέντε κόρες που είναι όλες ανύπαντρες. Όταν ένας πλούσιος και ευχάριστος νέος μετακομίζει στην γειτονιά η κυρία Μπένετ ελπίζει να τον εξασφαλίσει ως γαμπρό για την όμορφη μεγαλύτερη κόρη της, δίδα Τζέιν Μπένετ. Η εκκολαπτόμενη σχέση όμως σαμποτάρεται από τον υπερόπτη φίλο του νεαρού, κύριο Ντάρσυ, που θεωρεί το προξενιό ακατάλληλο. Όταν ο κύριος Ντάρσυ με τη σειρά του ερωτεύεται την δεύτερη κόρη των Μπένετ, δίδα Ελίζαμπεθ Μπένετ, η συγκαταβατική πρόταση του για γάμο απορρίπτεται από την Ελίζαμπεθ με ειρωνεία και η προσέγγιση φαίνεται να σταματά. Εντούτοις, τα γεγονότα συνωμοτούν για να συνδέσουν τα διάφορα μέλη παρά τα εμπόδια και τις παρεξηγήσεις που τα χωρίζουν. Η περηφάνια της μιας πλευράς και η προκατάληψη της άλλης σιγά σιγά προσπερνιούνται και οι χαρακτήρες αποκομίζουν μεγαλύτερη γνώση του εαυτού τους και των άλλων.
Ο Ζαν Αντουάν Βαττώ (Jean-Antoine Watteau, 10 Οκτωβρίου 1684 - 18 Ιουλίου 1721), περισσότερο γνωστός με το όνομα Αντουάν Βαττώ (Antoine Watteau) ήταν Γάλλοςζωγράφος και ένας από τους πρώτους εκπροσώπους του ροκοκό. Μερικά από τα πιο δημοφιλή θέματά του αναπαριστούν σκηνές από το χώρο του θεάτρου.
Γιος ενός εμπόρου υφασμάτων ή κατ' άλλους γιος οικοδόμου, ο Αντουάν Βαττώ έζησε σε μια πολυμελή οικογένεια. Ήδη σε ηλικία 10 ετών ξεκίνησε να ασχολείται με την ζωγραφική σε ηλικία 15 ετών παίρνοντας μαθήματα από έναν επαγγελματία ζωγράφο, αρκετά γνωστό στη γενέτειρα του.
Το 1702 κατέφυγε στο Παρίσι, μόνος, χωρίς προστασία και οικονομική βοήθεια και ξεκίνησε να δουλεύει περιοδικά στα εργαστήρια πολλών ζωγράφων.
Πέθανε το 1721, στα 37 του χρόνια.
Η τεχνική του
Η τεχνική του η οποία χαρακτηρίζει τον Αντουάν Βαττώ, είναι τα ωραία χρώματα, ο απαλός φωτισμός και τα ειδυλλιακά θέματα των πινάκων του.
Αντίθετα με την προσωπική του ζωή που δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτα, για την καλλιτεχνική του παραγωγή γνωρίζουμε σχεδόν τα πάντα. Άφησε γύρω στους διακόσιους πίνακες, πλήθος σχεδίων και αρκετά χαρακτικά. Και όλα αυτά μέσα σε 15 μόλις χρόνια.
Ήρθε αντιμέτωπος με τον συντηρητικό ακαδημαϊσμό της εποχής του κι η αναγνώρισή του ήρθε πολύ αργότερα.
Συνήθιζε να ζωγραφίζει ειδυλλιακές σκηνές στην εξοχή με ανθρώπους να γλεντούν και να χαίρονται τη ζωή τους. Ονομαστές είναι, οι περίφημες «fêtes galantes» (σκηνές από υπαίθριες γιορτές).https://el.wikipedia.org/
Ο Μικελάντζελο Μερίζιντα Καραβάτζιο ήρθε στον κόσμο με μια αποστολή: να αλλάξει μια για πάντα τον κόσμο της αναπαραστατικής ζωγραφικής.
Το έντονο κιαροσκούρο που χρησιμοποίησε, με τις μορφές να ξεπηδούν κυριολεκτικά από το βαθύ σκοτάδι, σφράγισε το κίνημα του Μπαρόκ καθοριστικά, με τον ίδιο να προλαβαίνει -παρά το σύντομο του ιδιαίτερου βίου του- να αφήνει κληρονομιά τη χαρακτηριστική τεχνοτροπία του, που θα έμενε γνωστή στην ιστορία της τέχνης ως «Καραβατζισμός» και θα δημιουργούσε σχολή συνεχιστών.
Ο κορυφαίος ιταλός δάσκαλος της ζωγραφικής, που χρησιμοποίησε αφειδώς το σκοτάδι για να φορτίσει συναισθηματικά τις ανθρώπινες φιγούρες, μας χάρισε πίνακες με μια μυστηριώδη και δραματική αίγλη, ως προέκταση θα 'λεγε κανείς της σκοτεινής ζωής του.
Ο βίος του Καραβάτζιο σημαδεύτηκε από μια σειρά ζοφερών γεγονότων, με τον ίδιο να σκοτώνει έναν άντρα σε καυγά και να παίρνει έτσι η ζωή του περίεργη τροπή...
Η ανάπαυση κατά τη φυγή στην Αίγυπτο
Ο Μικελάντζελο Μερίζι ντα Καραβάτζιο γεννιέται το 1571 στην Ιταλία, πιθανότατα κάπου κοντά στις 29 Σεπτεμβρίου και επίσης πιθανότατα στο Μιλάνο, καθώς δεν είναι και πολλά γνωστά για τα πρώτα αυτά χρόνια του δασκάλου της ζωγραφικής. Ο πατέρας του, Φέρμο Μερίζι, με καταγωγή από το χωριό Καραβάτζιο, εργαζόταν ως αρχιτέκτονας στην αυλή του Φραγκίσκου Σφόρτσα, δούκα του Μιλάνου, όπου και περνά η οικογένεια τα πρώτα αυτά χρόνια της ζωής του μικρού Μικελάντζελο.
Άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής
Σύντομα όμως η πανούκλα που έπληξε την Ευρώπη θα έριχνε τη σκιά της και στην οικογένεια Μερίζι, με τον 6χρονο Καραβάτζιο να χάνει όλη του σχεδόν την οικογένεια και σίγουρα τον πατέρα του (Οκτώβριος 1577). Το τραυματικό γεγονός θα αφήσει βαθύ στίγμα στον ψυχισμό του μικρού, που θα υιοθετήσει αργότερα παραβατική συμπεριφορά.
Ο ορφανεμένος νεαρός δεν έχει άλλη επιλογή παρά να πάρει τους δρόμους, σύντομα ωστόσο θα έρθει σε επαφή με «μια ομάδα ζωγράφων και ξιφομάχων που ζούσαν με το πρότυπο nec spe, nec metu, “χωρίς ελπίδα, χωρίς φόβο”», όπως παρατηρεί παλιότερος βιογράφος του. Ο ίδιος είναι σε ηλικία 11 ετών και εγκαταλείπει το πατρικό του στο Καραβάτζιο, όπου ζούσε η μητέρα και τα 4 αδέλφια του σε πλήρη εξαθλίωση, και μετακινείται στο Μιλάνο, όπου θα μαθητεύσει δίπλα στον γνωστό την εποχή εκείνη ζωγράφο Σιμόνε Πετερτσάνο.
Στην εφηβεία του, πιθανότατα περί τα τέλη του 1588, ο αδέκαρος και πάντοτε περιπετειώδης Καραβάτζιο μετακομίζει στη Ρώμη, όπου εργάζεται σε εργαστήρια γνωστών ζωγράφων. Το ευέξαπτο του χαρακτήρα του ωστόσο και το ασύλληπτο ταλέντο του τον κάνουν να μη στεριώνει πουθενά, με τον ίδιο να αλλάζει συνεχώς εργαστήρια καθώς οι περισσότεροι ζωγράφοι έβλεπαν με φθόνο πως ο νεαρός ήταν καλύτερος από δαύτους στο σχέδιο!
Ο Καραβάτζιο δεν στέριωνε πουθενά, ενώ την ίδια εποχή σημειώνονται και οι πρώτοι θρυλικοί του καυγάδες, αν και ποτέ δεν θα περνούσε από δίκη. Ο ίδιος αρρώστησε βαριά από τη φτώχεια και τις κακουχίες και θα περάσει έξι μήνες σε νοσοκομείο απόρων. Εκεί ζωγραφίζει ένα από τα πρώιμα αριστουργήματά του, τον «Νεαρό Βάκχο» (1593-1594), που θεωρείται ως αυτοπροσωπογραφία του.
Αυτοπροσωπογραφία ως Βάκχος - Άρρωστος Βάκχος
Επόμενος σταθμός το 1595, με τον Καραβάτζιο να διατηρεί πλέον το δικό του ατελιέ στη Ρώμη και να καταφέρνει να βγάζει τα προς το ζην πουλώντας μια σειρά από πίνακές του στο γνώριμο θρησκευτικό μοτίβο του ιταλικού μανιερισμού. Η θητεία του στα εργαστήρια γνωστών ζωγράφων είχε αποδώσει, με τον ίδιο να έχει κάνει ένα μικρό όνομα στον κόσμο της τέχνης, παρά τον σκανδαλώδη τρόπο ζωής του.
Η δουλειά του σύντομα θα τραβήξει την προσοχή του καρδιναλίου Φραντσέσκο ντελ Μόντε, που τόσο λάτρεψε την τεχνοτροπία του που του εξασφάλισε δωμάτιο στο σπίτι του και μισθό, ενώ μεσολάβησε για να πάρει ο Καραβάτζιο μια σειρά από παραγγελίες για λογαριασμό του Βατικανού αλλά και για την άρχουσα τάξη της πόλης. Στον πίνακα του 1595 «Έκσταση του Αγίου Φραγκίσκου», ο Καραβάτζιο φανερώνει σε όλη τους τη μεγαλοπρέπεια τα πρώιμα εκείνα στοιχεία που θα οδηγούσαν στο μοναδικό κατοπινό του στιλ.
Έκσταση του Αγίου Φραγκίσκου
Στα πρώιμα έργα του Καραβάτζιο κυριαρχεί η καθαρότητα των περιγραμμάτων και η σχεδιαστική ακρίβεια, με την έμφαση να δίνεται στη γλυπτικότητα των αντικειμένων, την ίδια στιγμή που μια ατμόσφαιρα ερωτικής φόρτισης αγκαλιάζει τη σύνθεση. Γόνιμος και παραγωγικός, ο Καραβάτζιο δούλευε γρήγορα τα θέματά του, καταφέρνοντας πολλές φορές να ολοκληρώνει έναν πίνακα σε χρόνο-ρεκόρ δύο εβδομάδων. Μέχρι την εποχή που μπήκε κάτω από τη σκέπη του καρδιναλίου, είχε ήδη βάλει την υπογραφή του σε 40 περίπου έργα, με το «Αγόρι με Καλάθι Φρούτων» να είναι το αριστούργημα της πρώτης αυτής περιόδου, καθώς πολλοί πίνακες έχουν χαθεί για πάντα...
Αγόρι με Καλάθι Φρούτων
Ευρύτερη αποδοχή
Το 1597 ο Καραβάτζιο κέρδισε τον διαγωνισμό για τη διακόσμηση του παρεκκλησίου Contarelli μέσα στη βασιλική του San Luigi dei Francesi της Ρώμης. Το σημαντικό αλλά τρομακτικό για έναν ζωγράφο έργο θα έφερνε την πρόκληση στη ζωή του 26χρονου ζωγράφου, καθώς ήταν υποχρεωμένος να φιλοτεχνήσει τρεις παραστάσεις από τη ζωή του Αγίου Ματθαίου.
Η κλήση του Αγίου Ματθαίου
Το τρίπτυχο που παρέδωσε, που περιλαμβάνει τις παραστάσεις «Ο Άγιος Ματθαίος και ο Άγγελος», «Η κλήση του Αγίου Ματθαίου» και «Το Μαρτύριο του Αγίου Ματθαίου»και ολοκληρώθηκε το 1601, φανερώνει την εκπληκτική ποικιλία της παλέτας του και τα διαφορετικά στιλ απεικόνισης που μπορούσε να εφαρμόσει.
Ο Άγιος Ματθαίος και ο Άγγελος
Το έργο έμελλε ωστόσο να προκαλέσει τόσο την Εκκλησία όσο και το φιλότεχνο κοινό, κάνοντας τον άγιο πιο «γήινο» από ποτέ: ο χρωστήρας του Καραβάτζιο απομακρύνθηκε με τόλμη από τη συνήθη λατρευτική αναπαράσταση των αγίων και τον φώτισε με ένα σαφώς ρεαλιστικότερο φως, γεγονός απαράδεκτο για την εποχή. Στην πρώτη μάλιστα παράσταση «Ο Άγιος Ματθαίος και ο Άγγελος», η απεικονιστική του τόλμη ήταν τέτοια που έφερε τους πάτρονές του σε αμηχανία και αναγκάστηκε να ξαναφτιάξει τον πίνακα από την αρχή!
Για τον Καραβάτζιο ωστόσο η παραγγελία σηματοδότησε μια ευτυχή τροπή στη ζωγραφική του, καθώς ήταν πλέον σε θέση να αναλαμβάνει θρησκευτικές αναπαραστάσεις και να τις «πειράζει» με το γνώριμο σκοτεινό άγγιγμά του. Οι βιβλικές του σκηνές γέμισαν πια με ιερόδουλες, ζητιάνους και κλέφτες, καθώς αυτοί αποτελούσαν τον κύκλο των προσωπικών του γνωριμιών.
Το Μαρτύριο του Αγίου Ματθαίου
Πέρα από την οικονομική ανακούφιση που του πρόσφερε η παραγγελία, λειτουργούσε ταυτοχρόνως ως «ρεκλάμα» της τέχνης του, φέρνοντας στον δημιουργό της φήμη και παραγγελίες βροχή. Στα μνημειώδη έργα της εποχής, αυτά που έχουμε συνδέσει με τον χρωστήρα του Καραβάτζιο, περιλαμβάνονται τα εμβληματικά «Η Σταύρωση του Αγίου Πέτρου», «Η Μεταστροφή του Αποστόλου Παύλου» και ο πασίγνωστος φυσικά «Θάνατος της Παρθένου».
Ο Θάνατος της Παρθένου
Ο Καραβάτζιο συνέχισε να προκαλεί τα χρηστά ήθη με τις «γήινες» αναπαραστάσεις του: η πρησμένη κοιλιά και τα γυμνά πόδια της Παρθένου Μαρίας στον «Θάνατο της Παρθένου» συγκέντρωσαν τη μήνη της εκκλησίας και το έργο απορρίφθηκε ως ιερόσυλο από τους Καρμελίτες που το είχαν παραγγείλει. Ο αντισυμβατικός τρόπος που προσέγγιζε τα θρησκευτικά θέματα, αποτυπώνοντας τους αγίους ως κοινούς θνητούς, θα ήταν ο κύριος λόγος που θα στερούσε από τον Καραβάτζιο την επίσημη αναγνώρισή του ως κορυφαίου ζωγράφου...
Κώστας Βασιλάκος :Το αριστερό μισό του Ήτα Εκδόσεις : Αγγελάκη Ημ. Έκδοσης:2021 Είδος : Ποίηση Βιβλιοδεσία:Χαρτόδετο Διαστάσεις:21x14cm Αριθμός Σελίδων:108 ISBN:978-960-616-205-3
Περιγραφή
Μη σε ξεγελά Το φως που ομορφαίνει τα γήινα, μη σε ξεγελά! Κρύβει πάντα στις σκιές περιφρονημένα αισθήματα, ανήμπορα βήματα, παιδικά σπαράγματα. Χρέος και καθήκον το λένε, μη σε ξεγελά. Κοίταξε να φωτίσεις μέσα σου τις ράγες της καρδιάς. Άναψε το λίκνο της ψυχής, κι οδήγησε το πνεύμα εμπρός, κι ας είναι ο δρόμος μακρύς και δύσβατος.
ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ
Το χελιδόνι
Με ένα χελιδόνι, το ίδιο πάντα, μου έστελνες -αραιά και πού- ένα μήνυμα κρεμασμένο από τα φτερά της αποδημίας. Εγώ ερμήνευα χαμόγελα και πίκρες κάθε που η οπτική της ψυχής μου ευθυγράμμιζε χρώματα, σκιές και ουρανό. Ένα κλαδάκι βασιλικό από τα γήινα αντιγύριζα να σου θυμίζει του σώματος την ταφή και της καρδιάς την ευφορία κατά την ύψωση. Πέρασε καιρός να καρτερώ συννεφιασμένες επισκέψεις, να αφουγκράζομαι, μάταια, το πέταγμα της συνήθειας. Κάποια παιδιά είπαν «πέρασε το καλοκαίρι» κι εγώ αποκρίθηκα «η αγάπη θα ξανάρθει».
☀
Κλεψύδρα
Εγώ, αγνοώ το χρόνο, κι αυτός μου το ανταποδίδει. Η ζωή, μια κλεψύδρα που χύνει στο άπειρο την κάθε μέρα που φεύγει. Αν την αντιστρέψεις, δεν ξαναγεμίζει. Εγώ, ζωγραφίζω το χαμόγελό σου με όνειρα στην καρδιά μου, φιλοτεχνώ ένα γιασεμί που ευωδιάζει αγάπη, και τις νύχτες της μοναξιάς που σε ποθώ, στραγγίζω τα υγρά σου χείλη και μεταλαμβάνω τα σταλάγματα του έρωτα. Πόσο μου λείπεις αγαπημένη! Εγώ, ένα ερωτηματικό στην καρδιά σου. Εσύ, το θαυμαστικό της ύπαρξής μου. Η αγάπη, πέντε αέναα γράμματα, που σκαρφαλώνουν ως το ουράνιο τόξο και γκρεμίζονται στα κλαδιά της απελπισίας.
☀
Να αγαπάς τη ζωή
Στης νιότης την ανθοφορία, ανεμίζεις των ελπίδων τα επιθυμητά με άσπρη κιμωλία και κιτρινισμένους πάπυρους. Στα μελλούμενα οραματιστής με αλληλέγγυες αυλακιές στα μύχια των ανθρώπων. Στο πέρασμα των χρόνων, η πέτρινη απόγνωση με την απελπισμένη ματιά, αντικατοπτρισμός του κενού. Έρημος το κάδρο της δημιουργίας, κι ούτε ένας κάκτος από θυμό δεν ορθώνεται, να υποδηλώσει ζωή. Ψιθύρισε στον άνεμο, φίλεψέ τον μια χούφτα όνειρα, και θα τα σκορπίσει σε ακατοίκητα του νου λημέρια: στις σχισμές των βράχων, στο δάκρυ του ουρανού, στην πίκρα της αλμύρας, στην αγκαλιά της Παναγιάς. Εσύ, μη πάψεις στιγμή να αγαπάς την ζωή.
☀
Το τάμα
Τα πάθη των ανθρώπων γονυπετώς προσεύχονται στη σεπτή εικόνα σου. Τα δάκρυα του κόσμου αναβλύζoν μύρο στο άχραντο σώμα σου. Εγώ, μερικά ξεχασμένα όνειρα και λίγα λευκά κρίνα ταπεινά σού προσφέρω. Είναι το τάμα μου Μεγαλόχαρη, για ανήμπορους και καταφρονεμένους όπου γης.
☀
Εκ βαθέων
Ένα πρωί δε θα ανοίξουν τα μάτια μου Να ερωτευτούν του ήλιου το χαμόγελο Και του σύννεφου τη θλίψη, Μήτε των λουλουδιών το αγίασμα Όπως κάνουν χρόνια τώρα. Κάποιο πρωινό δε θα ακούσω Των παιδιών τα τιτιβίσματα Στη γειτονιά των αναμνήσεων, Μήτε τις καρδερίνες στα κλαδιά Του κέδρου να με μαγεύουν. Μια μέρα που θα μοιάζει σαν όλες Και ο κόσμος χαρμολύπες θα πίνει, Με ένα σταυρό στους ώμους Και στο νου τ’ ανεκπλήρωτα, Εγώ θα ταξιδεύω για πάντα. Αυτή τη μέρα δε θα μπορώ Να σας πω πόσο σας αγαπώ, Μήτε να χαϊδέψω την καρδιά σας Με λόγια καλοσυνάτα Και πράξεις Ευαγγελικές. Αυτή τη μέρα οι αγαπημένοι μου Θα θέλουν να ψιθυρίσουν τόσα πολλά, Μα η σιωπή μου θα αντιλαλεί Στου κενού τον καταρράκτη Και στην εικόνα των δακρύων. Μια τέτοια μέρα, Ανήκει σε όλους μας. Μια τέτοια μέρα, ορόσημο Μεταξύ ύπαρξης, χάους και αιωνιότητας Θέλω να έχω προλάβει τη συνήθεια, Να έχω πει και να έχω ολοκληρώσει Όσα νιώθει η ψυχή μου για εσάς.
☀
Ήσουν εδώ
Ήρθες και χθες λυπημένη, όπως κάθε φορά που βουλιάζουν τη ψυχή μου στα λασπόνερα. Είδα τη λευκή μαντίλα που σκέπαζε την καλοσύνη και το πράο βλέμμα σου. Ένιωσα ένα χάδι βάλσαμο και το φιλί στο μάγουλο γνωστό αγίασμα ιερό. Ναι, ήσουν εδώ, μ’ ένα γνώριμο δάκρυ, βημάτισες στο σώμα μου και έπλυνες χρόνιες πληγές από την χαραμάδα του ονείρου ως τις εκβολές του Αχέροντα. Στο προσκεφάλι έμεινε ένα μουσκεμένο χαμόγελο και της καρδιάς το αγνάντι στην ανοιχτή εξώπορτα.
☀
Σελίδες
Οι σελίδες γεμίζουν Με λέξεις που αιμορραγούν Για να ανθίσει από ένα τίποτα, Κόκκινος Μάης στο λευκό Δεκέμβρη σου. 92 Κώστας Βασιλάκος
☀
Τύφλωση
Πλέον δεν κοιτάμε ψηλά, Δεν βλέπουμε δίπλα, μήτε μέσα μας. Τα μάτια αποκολλήθηκαν Από την καρδιά.
Κώστας Βασιλάκος / Βιογραφικό σημείωμα
Ο Κώστας Βασιλάκος γεννήθηκε στο Πολυδένδρι Αττικής , όπου ζει μέχρι σήμερα.
Σπούδασε Οικονομικές Επιστήμες και Διοίκηση Επιχειρήσεων στο Πανεπιστήμιο Πειραιά.
Έκανε σπουδές στην Ψυχολογία των Ομάδων και στη Διοίκηση Ανθρώπινου Δυναμικού .
Εργάστηκε στον ιδιωτικό τομέα για περισσότερα από τριάντα πέντε χρόνια ως Διευθυντής Οικονομικών και Διοικητικών Υπηρεσιών.
Είναι μέλος της Εταιρίας Ελλήνων Λογοτεχνών ( Ε.Ε.Λ ) , της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ), του Ελληνικού Πολιτιστικού Ομίλου Κυπρίων Ελλάδος (Ε.Π.Ο.Κ) και του συλλόγου Λόγου-Μουσικής- Τέχνης « ΛΙΝΟΣ».
Ποιήματά του βραβεύτηκαν στον Παγκόσμιο διαγωνισμό NOSSIDE , στον Πανελλήνιο Λογοτεχνικό διαγωνισμό της Π.Ε.Λ , στους Δελφικούς αγώνες ποίησης της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών (Π.Ε.Λ) , στον Ελληνικό Πολιτιστικό Όμιλο Κυπρίων Ελλάδος (Ε.Π.Ο.Κ) και στην Αμφικτυονία Ελληνισμού . Επίσης η ποιητική του συλλογή « Λόγια δραπέτες» τιμήθηκε από την Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών (Ε.Ε.Λ) με το βραβείο ΜΑΡΚΟΥ ΑΥΓΕΡΗ και η ποιητική συλλογή « Ανάμεσα σε δυο στιγμές» τιμήθηκε από τον ΕΠΟΚ με το βραβείο βιβλίο της χρονιάς 2017.
Έργα του που έχουν εκδοθεί:Σκέψεις θραύσματα (ποίηση , εκδ. « Άνεμος Εκδοτική» , 2012), Περι-Διαβαίνοντας( διηγήματα, εκδ. Αγγελάκη ,2013),Λόγια δραπέτες (ποίηση, εκδ. «Άνεμος Εκδοτική» , 2015), Ανάμεσα σε δυο στιγμές ( ποίηση , Εκδ. Σοκόλη , 2017 ). Το Ω των Ωκεανών (ποίηση , Εκδ. Σοκόλη , 2019).