Η Βίβιαν Μαίρη Χάρτλεϊ (Vivien Mary Hartley, 5 Νοεμβρίου 1913 – 8 Ιουλίου 1967), αργότερα γνωστή ως Βίβιαν Λι και Λαίδη Ολίβιε, ήταν Αγγλίδα ηθοποιός. Βραβεύθηκε με δύο Όσκαρ Α΄ Γυναικείου Ρόλου, το πρώτο για τον ρόλο της Σκάρλετ Ο'Χάρα στο Όσα παίρνει ο άνεμος (Gone With The Wind) το 1939 και το δεύτερο για τον ρόλο της Μπλανς Ντυμπουά στο Λεωφορείον ο Πόθος (A Streetcar Named Desire) το 1951, υποδυόμενη δύο καλλονές του αμερικανικού Νότου.
Η Βίβιαν Λι ήταν κυρίως θεατρική ηθοποιός και συνεργαζόταν συχνά με τον δεύτερο σύζυγό της, τον ηθοποιό Λόρενς Ολίβιε, που για σχεδόν μια εικοσαετία τη σκηνοθέτησε σε αρκετές από τις θεατρικές εμφανίσεις της, ενώ σε πολλές συμπρωταγωνίστησαν. Κατά τη διάρκεια της τριακονταετούς σταδιοδρομίας της στη σκηνή υποδύθηκε ποικίλους και διαφορετικούς ρόλους, σε έργα των δημοφιλέστερων θεατρικών συγγραφέων, όπως οι Νόελ Κάουαρντ, Τζορτζ Μπέρναρντ Σω και Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Η καριέρα της συνεχίσθηκε σποραδικά μετά το διαζύγιο της με τον Ολίβιε το 1960. Η Λι κέρδισε το Βραβείο Τόνυ Α΄ Γυναικείου Ρόλου σε Μιούζικαλ το 1963 για την εμφάνισή της στην παράσταση Τόβαριτς στο Μπρόντγουεϊ, που ήταν το κύκνειο άσμα της.
Θεωρούσε ότι η φυσική ομορφιά της δεν διευκόλυνε την αναγνώρισή των υποκριτικών της ικανοτήτων. Είχε προβλήματα υγείας από νεαρή ηλικία. Για μεγάλο μέρος της ενήλικης ζωής της, η Λι έπασχε από διπολική διαταραχή. Στα μέσα της δεκαετίας του '40 διαγνώστηκε με φυματίωση, μια ασθένεια που την ταλαιπώρησε χρόνια και προκάλεσε τελικά το θάνατό της το 1967.
Το 1999 το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου την κατέταξε 16η στη λίστα με τις 25 μεγαλύτερες κινηματογραφικές σταρ όλων των εποχών
Πρώτα χρόνια
Η Βίβιαν Μέρι Χάρτλεϊ (όπως ήταν το πραγματικό της όνομα) γεννήθηκε στο Νταρτζίλινγκ της Ινδίας, όπου και έζησε μέχρι την ηλικία των 6 ετών. Ήταν κόρη του Βρετανού στρατιωτικού Έρνεστ Χάρτλεϊ και της Γκέρτρουντ Ρόμπινσον Γιάκτζι. Η μητέρα της προσπάθησε να την κάνει να εκτιμήσει τη λογοτεχνία και την έφερε σε επαφή με τα έργα του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, του Λιούις Κάρολ, και του Ράντγιαρντ Κίπλινγκ, καθώς και με τους αρχαίους ελληνικούς μύθους. Η Βίβιαν Λι εμφανίστηκε για πρώτη φορά σε παράσταση της θεατρικής ομάδας της μητέρας της απαγγέλοντας ένα παιδικό ποίημα. Οι γονείς της επέστρεψαν στην Αγγλία το 1919 και έστειλαν την μοναχοκόρη τους σε σχολείο που διοικείτο από καλόγριες. Μια από τις φίλες της στο σχολείο ήταν η μελλοντική ηθοποιός Μορίν Ο'Σάλιβαν, προς την οποία εξέφρασε την επιθυμία να γίνει μεγάλη ηθοποιός.
Η Λι διέκοψε τη φοίτηση της στο σχολείο εκείνο, όταν ο πατέρας της την πήρε μαζί του στην Ευρώπη, όπου φοίτησε σε διαφορετικά ευρωπαϊκά σχολεία, καθώς η οικογένειά της μετακινούνταν συνεχώς. Το 1931 επέστρεψε στην Αγγλία και αφότου παρακολούθησε μια ταινία της παλιάς της φίλης από το σχολείο, Μορίν Ο' Σάλιβαν, ανακοίνωσε στους γονείς της ότι ήθελε να γίνει ηθοποιός. Ο πατέρας της την έγραψε στη Βασιλική Ακαδημία Δραματικής Τέχνης του Λονδίνου.
Το 1931, γνώρισε και παντρεύτηκε το δικηγόρο Χέρμπερτ Λι Χόλμαν. Ο Χόλμαν που ήταν δεκατρία χρόνια μεγαλύτερός της, δεν ενέκρινε τις καλλιτεχνικές της ενασχολήσεις και την ανάγκασε να διακόψει τις σπουδές της στη Βασιλική Ακαδημία του δράματος. Το 1933 το ζεύγος απέκτησε μια κόρη, τη Σούζαν.
Οι απαρχές της καριέρας της
Η Λι δεν ήταν ικανοποιημένη από την οικογενειακή ζωή. Κάποιοι φίλοι της πρότειναν έναν μικρό ρόλο στην ταινία Things Are Looking Up, η οποία σηματοδότησε το κινηματογραφικό της πρωτόλειο. Στη συνέχεια προσέλαβε έναν πράκτορα, τον Τζον Γκλίντον, ο οποίος της πρότεινε να αλλάξει το όνομά της, καθώς πίστευε ότι το Βίβιαν Χόλμαν δεν ήταν κατάλληλο για ηθοποιό. H ίδια απέρριψε το όνομα Έιπριλ Μορν που της πρότεινε ο Γκλίντον, διατήρησε το όνομά της και υιοθέτησε ως επίθετο το μεσαίο όνομα του συζύγου της. Ο Γκλίντον την συνέστησε στο σκηνοθέτη Αλεξάντερ Κόρντα, αλλά ο Κόρντα έκρινε ότι δεν ήταν αρκετά ταλαντούχα ως ηθοποιός.
Η ερμηνεία της στη θεατρική παράσταση Masc Of Virtue το 1935, έλαβε εξαιρετικές κριτικές και ακολούθησαν συνεντεύξεις και άρθρα εφημερίδων. Η εφημερίδα Daily Express, αναφέρθηκε θετικά στις ταχείες αλλαγές της έκφρασης του προσώπου της, κάτι που στο μέλλον θα γινόταν χαρακτηριστικό της. Ο Αλεξάντερ Κόρντα, αφότου παρακολούθησε την παράσταση, παραδέχθηκε το σφάλμα του και την κάλεσε να υπογράψει συμβόλαιο για μια σειρά ταινιών με την ανεξάρτητη εταιρία του. Παράλληλα συνέχισε τις εμφανίσεις της στο θέατρο. Όταν όμως ο Κόρντα μετέφερε την παράσταση σε μεγαλύτερο θέατρο, η Λι δυσκολεύτηκε να τοποθετήσει σωστά τη φωνή της, εισπράττοντας την αδιαφορία του ακροατηρίου. Οι παραστάσεις του έργου σταμάτησαν λίγες μέρες αργότερα.Το 1960, η Λι αναφέρθηκε με ανάμεικτα συναισθήματα στην πρώτη εμπειρία με την ξαφνική φήμη και τις διθυραμβικές κριτικές, λέγοντας:
Μερικοί κριτικοί είχαν την ανοησία να πουν ότι ήμουν μεγάλη ηθοποιός. Τότε σκέφτηκα ότι ήταν το χειρότερο πράγμα που θα μπορούσαν να μου κάνουν, καθώς έριξαν πάνω μου τέτοιο βάρος και τέτοια ευθύνη, που δεν ήμουν σε θέση να αντέξω. Μου χρειάστηκε καιρός για να μάθω να μην εντυπωσιάζομαι από εκείνες τις πρώτες εντυπώσεις των κριτικών. Το βρίσκω τόσο ηλίθιο. Θυμάμαι ακόμα πολύ καλά εκείνον τον κριτικό που το έκανε και δεν τον έχω συγχωρήσει.
Παρά τη σχετική απειρία της, η Λι επιλέχτηκε για να παίξει την Οφηλία στο θεατρικό του Σαίξπηρ Άμλετ (Hamlet), που ανέβασε ο Ολίβιε, το 1937, στο Old Vic Theatre. Χρόνια αργότερα ο Ολίβιε διηγήθηκε ένα περιστατικό που φανέρωνε την ψυχική της αστάθεια. Τη νύχτα της πρεμιέρας, λίγο πριν εμφανιστεί στη σκηνή, χωρίς προφανή λόγο, άρχισε να φωνάζει στον Ολίβιε κι έπειτα έμεινε σιωπηλή κοιτάζοντας αόριστα το χώρο. Ωστόσο, εμφανίστηκε στη σκηνή χωρίς κανένα πρόβλημα. Την επόμενη μέρα είχε ξεχάσει εντελώς το περιστατικό. Ήταν η πρώτη φορά που ο Ολίβιε γινόταν μάρτυρας τέτοιας συμπεριφοράς από μέρους της. Οι δυο τους άρχισαν να συζούν, ενώ οι σύζυγοί τους αρνήθηκαν να τους παραχωρήσουν διαζύγιο.
Την επόμενη χρονιά, η Λι εμφανίστηκε στο πλευρό των Ρόμπερτ Τέιλορ, Λάιονελ Μπάριμορ και Μορίν Ο' Σάλιβαν στην ταινία Ατίθασα νιάτα (A Yank at Oxford, 1938). Πρόκειται για την πρώτη της ταινία που σημείωσε επιτυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων κυκλοφόρησε η φήμη ότι ήταν δύσκολη και παράλογη και ο Κόρντα ζήτησε από τον ατζέντη της, να της κάνει συστάσεις προκειμένου να συμμορφωθεί. Έπειτα συμμετείχε στην ταινία St. Martin's Lane δίπλα στον Τσαρλς Λότον.
Η εξέλιξη της καριέρας της, η αναγνώριση και η ζωή με τον Ολίβιε (1937-1958)
Όσα παίρνει ο άνεμος
Ο Ολίβιε προσπαθούσε για καιρό να κάνει επιτυχία στον κινηματογράφο. Παρά την επιτυχία του στην Αγγλία, ήταν άγνωστος στις Ηνωμένες Πολιτείες και οι προσπάθειές του στο παρελθόν να προσελκύσει το αμερικάνικο κοινό δεν είχαν κανένα αποτέλεσμα. Του προσφέρθηκε ο ρόλος του Χίθκλιφ στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος της Έμιλι Μπροντέ Ανεμοδαρμένα Ύψη (Wuthering Heights) το 1939 (που προβλήθηκε στην Ελλάδα με τίτλο Ο πύργος των καταιγίδων) και ταξίδεψε στο Χόλιγουντ, αφήνοντας τη Λι στο Λονδίνο. Ο σκηνοθέτης της ταινίας, Γουίλιαμ Γουάιλερ, προσέφερε στη Λι τον δευτερεύοντα ρόλο της Ισαβέλλας. Εκείνη όμως αρνήθηκε, καθώς προτιμούσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο, εκείνον της Κάθι, που είχε ανατεθεί στη Μερλ Όμπερον.
Εκείνη την περίοδο το Χόλιγουντ βρισκόταν στα μέσα αναζήτησης της ηθοποιού που θα απεικόνιζε τη Σκάρλετ Ο' Χάρα στην κινηματογραφική μεταφορά του Όσα παίρνει ο άνεμος. Ο Αμερικανός ατζέντης της Λι, ήταν ο αντιπρόσωπος στην Αγγλία του πρακτορείου ταλέντων του Μάιρον Σέλζνικ, αδελφού του παραγωγού του Όσα παίρνει ο άνεμος Ντέιβιντ Ο' Σέλζνικ. Τον Φεβρουάριο του 1938, η Λι ζήτησε να περάσει από ακρόαση για το ρόλο της Σκάρλετ. Ο Σέλζνικ, που είχε δει τη Λι στις ταινίες Μέσα από τις φλόγες και Ατίθασα νιάτα, τη θεωρούσε υπέροχη, αλλά η βρετανική της προφορά δεν ταίριαζε στο χαρακτήρα της Σκάρλετ Ο' Χάρα. Η Λι ταξίδεψε στο Λος Άντζελες για να είναι μαζί με τον Ολίβιε και να προσπαθήσει να πείσει τον Σέλζνικ ότι ήταν η καταλληλότερη ηθοποιός για το ρόλο της Σκάρλετ. Όταν ο Μάιρον Σέλζνικ, που αντιπροσώπευε τον Λόρενς Ολίβιε, συναντήθηκε με τη Λι, κατάλαβε ότι διέθετε όλα τα χαρίσματα που απαιτούσε ο ρόλος. Ο Μάιρον κάλεσε τη Λι και τον Ολίβιε στο σετ, όπου κινηματογραφούσαν την πυρκαγιά της Ατλάντα. Εκεί ανάμεσα στις φλόγες, ο Μάιρον προσφώνησε τη Λι, λέγοντας στον αδελφό του: Έι ιδιοφυΐα! Σου παρουσιάζω τη Σκάρλετ Ο' Χάρα. Την επόμενη ημέρα, η Λι διάβασε μια σκηνή για το Σέλζνικ, ο οποίος έγραψε στη σύζυγο του: Από εκεί που δεν το περίμενε κανείς, βρέθηκε η Σκάρλετ και είναι πάρα πολύ καλή. Οι επικρατέστερες για το ρόλο αυτή τη στιγμή είναι: η Πολέτ Γκοντάρ, η Τζιν Άρθουρ, η Τζόαν Μπένετ και η Βίβιαν Λι. Ο σκηνοθέτης, Τζορτζ Κιούκορ, εντυπωσιάστηκε από τη ζωντάνια της Λι και συμφώνησε με το Σέλζνικ και λίγες μέρες αργότερα ο ρόλος ανατέθηκε στη Λι.
Τα γυρίσματα αποδείχθηκαν δύσκολα για εκείνη. Ο Κιούκορ απομακρύνθηκε και αντικαταστάθηκε από τον Βίκτορ Φλέμινγκ, με τον οποίο η Λι είχε συνεχείς διενέξεις. Η Λι και η Ολίβια Ντε Χάβιλαντ συναντούσαν κρυφά τον Κιούκορ για να τους δώσει συμβουλές πάνω στους ρόλους τους. Σύναψε φιλικές σχέσεις με τον Κλαρκ Γκέιμπλ, με τη σύζυγό του Κάρολ Λόμπαρντ και με την Ολίβια Ντε Χάβιλαντ αλλά φιλονικούσε με το Λέσλι Χάουαρντ, με τον οποίο ήταν υποχρεωμένη να ερμηνεύσει αρκετές ερωτικές σκηνές. Μερικές φορές αναγκαζόταν να εργάζεται επτά ημέρες την εβδομάδα, συχνά μέχρι αργά τη νύχτα, πράγμα που την κατέβαλε. Στο μεταξύ ο Ολίβιε, είχε αναλάβει δουλειά στη Νέα Υόρκη. Σε μια υπεραστική κλήση μεταξύ τους είπε:
Μισώ τα γυρίσματα των ταινιών! Τα μισώ τόσο ώστε να μη θέλω να γυρίσω άλλη ταινία!
Το 2006, η Ολίβια Ντε Χάβιλαντ υπερασπίστηκε τη συμπεριφορά της Λι κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων του Όσα παίρνει ο άνεμος, λέγοντας:
Η Βίβιαν ήταν επαγγελματίας και απόλυτα πειθαρχημένη. Είχε δύο μεγάλα προβλήματα: Το γεγονός ότι έπρεπε να κάνει όσο το δυνατόν καλύτερη δουλειά, σε έναν εξαιρετικά δύσκολο ρόλο και το ότι ήταν μακριά από τον Ολίβιε που βρισκόταν στη Νέα Υόρκη.
Το Όσα παίρνει ο άνεμος απέφερε στη Λι άμεση φήμη και αναγνωρισιμότητα. Αλλά η ίδια υποστήριζε ότι:
Δεν είμαι σταρ, είμαι ηθοποιός! Οι ζωές των ατόμων που δηλώνουν αποκλειστικά και μόνο ότι είναι κινηματογραφικοί αστέρες, είναι βουτηγμένες μέσα στο ψέμα. Οι κινηματογραφικοί αστέρες ζουν για ψεύτικες αξίες και κυνηγούν τη δημοσιότητα. Ενώ οι ηθοποιοί έχουν μεγαλύτερη διάρκεια και υπάρχουν πάντα καλοί ρόλοι για εκείνους.
Το Όσα παίρνει ο άνεμος έκανε παγκόσμια επιτυχία και έλαβε δεκατρείς υποψηφιότητες για Όσκαρ. Η Λι ήταν υποψήφια για όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου, έχοντας ως αντιπάλους της τη Μπέτι Ντέιβις για την ταινία Το λυκόφως μιας ζωής (Dark Victory) και την Γκρέτα Γκάρμπο για το Νινότσκα (Ninotchka). Τελικά επικράτησε και των δύο και αναδείχτηκε νικήτρια τη νύχτα της απονομής στις 29 Φεβρουαρίου 1940. Το Όσα παίρνει ο άνεμος κέρδισε συνολικά δέκα βραβεία Όσκαρ, ενώ η Λι εκφώνησε ομιλία 30 δευτερολέπτων παραλαμβάνοντας το βραβείο της, για να ευχαριστήσει τον παραγωγό Ντέιβιντ Ο. Σέλζνικ.
Αστέρι πρώτου μεγέθους και καριέρα στον κινηματογράφο (1940-1951)
Σε στιγμιότυπο της ταινίας Η γέφυρα της αμαρτίας (Waterloo Bridge, 1940)
Το 1940 ο Ολίβιε ανέλαβε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ Ρεβέκκα (Rebecca) και η Λι ήθελε να αναλάβει τον γυναικείο πρωταγωνιστικό ρόλο στην ταινία. Πέρασε λοιπόν από ακρόαση, αλλά ο Χίτσκοκ την απέρριψε. Ο Σέλζνικ, παραγωγός και της εν λόγω ταινίας, τη θεώρησε και εκείνος ακατάλληλη για το ρόλο τονίζοντας ότι ήταν ακατάλληλη όσον αφορά την ειλικρίνεια ή την ηλικία ή την αθωότητα που απαιτούσε ο ρόλος. Ο Σέλζνικ παρατήρησε ότι δεν είχε δείξει ενθουσιασμό για το ρόλο, μέχρι τη στιγμή που ανέθεσαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον Ολίβιε και προσέλαβε τη Τζόαν Φοντέιν. Της απαγόρευσε επίσης να παίξει πλάι στον Ολίβιε στην κινηματογραφική μεταφορά του μυθιστορήματος της Τζέιν Όστεν Περηφάνια και προκατάληψη, που πρωτοπροβλήθηκε στην Ελλάδα με τίτλο Περηφάνια και προκατάληψη (Pride And Prejudice, 1940) και όπου τον πρωταγωνιστικό ανέλαβε τελικά η Γκριρ Γκάρσον. Η ταινία Η γέφυρα της αμαρτίας (Waterloo Bridge, 1940) επρόκειτο να αποτελέσει τη δεύτερη κινηματογραφική συνεργασία του ζευγαριού, ο Σέλζνικ όμως αντικατέστησε την τελευταία στιγμή τον Ολίβιε με τον Ρόμπερτ Τέιλορ. Η ταινία είχε τεράστια επιτυχία και έλαβε καλές κριτικές.
Ακολούθησε η συνεργασία του ζευγαριού στο Μπρόντγουεϊ, όπου ανέβασαν το Ρωμαίος και Ιουλιέτα, αλλά οι κριτικές ήταν εξαρχής αρνητικές. Ο τύπος ασχολήθηκε με την έναρξη της σχέσης τους, με το γεγονός ότι είχαν ερωτικές σχέσεις ενώ ήταν παντρεμένοι και με το γεγονός ότι δεν έσπευσαν να συνεισφέρουν με τον τρόπο τους στον πόλεμο που είχε ξεσπάσει στην Ευρώπη. Οι περισσότερες από τις ευθύνες για την αποτυχία της παράστασης, αποδόθηκαν στη σκηνοθεσία του Ολίβιε, αλλά και η Λι είχε επικριτές που σχολίασαν την άρθρωσή της. Το ζευγάρι είχε επενδύσει σχεδόν όλες τις οικονομίες τους στο σχέδιο, και η αποτυχία είχε σαν αποτέλεσμα την οικονομική τους καταστροφή.
Επέστρεψαν στην Αγγλία το 1941, όπου γύρισαν την ταινία Λαίδη Χάμιλτον (That Hamilton Woman). Η ταινία αυτή γυρίστηκε για να αφυπνίσει το πατριωτικό ένστικτο των Άγγλων και για να δημιουργηθεί κλίμα συμπάθειας για τους Άγγλους από πλευράς του Αμερικάνικου κοινού. Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ οργάνωσε δεξίωση με προσκεκλημένο τον Φράνκλιν Ρούζβελτ, στην οποία κανόνισε να προβληθεί η ταινία. Στην δεξίωση παρευρίσκονταν και το ζεύγος Ολίβιε, που από εκείνη τη στιγμή και μετά απέκτησαν φιλικές σχέσεις με τον Τσώρτσιλ.
Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/