ΗΛΙΑΣ ΛΑΓΙΟΣ ( 5 Ιουλίου 1958 - 5 Οκτωβρίου 2005 ) - 4 ΠΟΙΗΜΑΤΑ

 

Ο ποιητής Ηλίας Λάγιος γεννήθηκε στην Άρτα το 1958 και υπέκυψε στα τραύματά του στην Αθήνα, στις 5 Οκτωβρίου του 2005, μετά από πτώση από το μπαλκόνι του. Εξέδωσε τα ποιητικά βιβλία: "Πρόοδοι εν προόδω", Ωλήν 1981, "Ασκήσεις Ι-ΙΧ", 1984 (με το ψευδώνυμο Αλέξης Φωκάς), "Τα κατά Αλέξιον και Μαρίαν", Βιβλιοπωλείον της Εστίας 1990, "Συνεστίασις", 1991, "Η ιστορία της Λαίδης Οθέλλος", Βιβλιοπωλείον της Εστίας 1992, "Το βιβλίο της Μαριάννας", Ίκαρος 1993, "Ο Μικρός Ήρως: το σκετσάκι", Αντί 1996, "Η έρημη γη", Ερατώ 1996, "Περί ζώου", Παρουσία 1996, "Μουζικούλες", Ερατώ 1997, "Της γυναικογυναίκας", Ερατώ 1998, "Το εικοσιτετράωρο της Δηούς", Καστανιώτης 1998, "Θεατρολογία", Καστανιώτης 1998, "Πράξη υποταγής", Ερατώ 2000, "Φεβρουάριος 2001", Ερατώ 2002, "Ο άνθρωπος από τη Γαλιλαία", Ερατώ 2004, και το "λαϊκό" αφήγημα "Η αρπαγή της κούτας", Ερατώ 2003. Συνέπραξε στις συλλογικές εκδόσεις: "Τριώδιο", Άγρα 1991 (με τους Διονύση Καψάλη και Γιώργο Κοροπούλη), "Ανθοδέσμη", Άγρα 1993 (με τους Μιχάλη Γκανά, Διονύση Καψάλη και Γιώργο Κοροπούλη). Επίσης, επιμελήθηκε τις εκδόσεις: Κωστής Παλαμάς, "Κ' έχω από σας μια δόξα να ζητήσω" (ανθολογία), Ερμής 2001, Στέλιος Ανεμοδουράς, "Ο μικρός ήρως", Κατάρτι 2001, Robert E. Howard, "Κόναν ο βάρβαρος", Κατάρτι 2001, Ιωάννης Γρυπάρης, "Σκαραβαίοι και τερρακόττες", Ίνδικτος 2002, Johnston McCulley, "Το σημάδι του Ζορρό", Κατάρτι 2003, Edgar Rice Burroughs, "Ο Ταρζάν στο κέντρο της γης", Κατάρτι 2003, Κωστής Παλαμάς, "Η ασάλευτη ζωή", Ιδεόγραμμα, 2004. 

Η αναπληρώτρια υπουργός πολιτισμού, κ. Φάνη Πάλλη Πετραλιά δήλωσε για τον θάνατό του: "Ο Ηλίας Λάγιος ήταν από τις σημαντικότερες μορφές της ελληνικής ποίησης της γενιάς του '80". Ο πρόεδρος του ΣΥΝ Αλέκος Αλαβάνος δήλωσε: "Ο ποιητής Ηλίας Λάγιος, ένα μεγάλο ποιητικό ταλέντο της εποχής μας [...] αφήνει το έργο του ως σημαντική παρακαταθήκη για όλους μας".

Η Μικέλα Χαρτουλάρη έγραψε στα "Νέα" της 6.10.2005: "Ένας ασυνήθιστα προικισμένος τεχνίτης της ποίησης, ένας "μπαταρισμένος ιχνηλάτης της αλήθειας" με βαθιά ανατρεπτικό λόγο, ο Ηλίας Λάγιος, πέθανε χθες στα 47 του, θύμα του βέβηλου εαυτού του. Βέβηλου, γιατί κοντραρίστηκε με την κατεστημένη τέχνη, με την "πολιτικώς ορθή" συμπεριφορά, με τη βουβή βία της καθημερινότητας, με την ίδια του την υγεία. Ξενύχτησε, ήπιε, πείνασε, εξαθλιώθηκε, παθιάστηκε, εγκαταλείφθηκε στον οίστρο του και... πέταξε. [...]" 

Ο Νίκος Γ. Ξυδάκης έγραψε στην "Καθημερινή" της 9.10.2005: "Τρυφερός έφηβος 47 ετών, ανήλικος και υπερώριμος μαζί, αστραφτερό ταλέντο, σπάταλος με τις λέξεις και τα αισθήματα, σπάταλος προ πάντων με τον εαυτό του. Ποιητής. [...]"http://www.biblionet.gr/

ΠΟΙΗΜΑΤΑ 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Θεού πληρότης. Ο καφές μου, το τσιγάρο,
η κλινική που κάθε βράδυ με σταυρώνει
σ’ ενός τα χέρια, που κοιμάται στο τιμόνι.
Το μάννα εξ ουρανού που αρνήθηκαν να πάρω.

Ο τρόμος. Ο στρεβλός εφιάλτης. Ο ιδρώτας.
Μια ρίμα που σφυρίζει, βρίζει κι επιμένει
να’ ρθη γραφή μου, για να βγη ολικώς σβησμένη.
Ο έσω Καιάδας που τον δρόσιζ’ ο Ευρώτας

Σ’ ένα παράθυρο ανοιχτό, τ’ ανάστημά μου
αθώο, φυλλομετριέται μ’ ύφος ακακίας.
Θα εμψυχωθή στον κερασφόρο της κακίας
να σκούξουν τίποτε, επί εκτάσεως άσπρης άμμου.

Η ώρα κυλάς. Διαβάζω μιαν εφημερίδα˙
με δίχως τίτλους, γράμματα, μαντάτα, ελπίδα.

Ηλίας Λάγιος
από το βιβλίο: «Πράξη Υποταγής»
Εκδόσεις Ερατώ
****

04:49΄ Η ΔΗΩ ΤΗΝ ΩΡΑ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥ

Αυτό το ποίημα είναι η Δηώ, με προεξάρχουσα
την υπόσταση της Δηούς.
Σ’ αυτό το ποίημα η Δηώ μια βάναυση είναι λυκοθυγατέρα
που φωνάζει.
Κόρη μου, σ’ ευγνωμονώ που μου έδωσες τόση από έλλαμψη πολλή•
στο άλλο ποίημα η Δηώ θρυμμάτιζε το φως καθώς λυκάκι.

Λυκάκι λοιπόν. Έτσι είπα σε κάποιο άλλο ποίημα
(ποτέ δεν το ’γραψα• προς τι; Επί ματαίω).
Κάτι τις αν τα ’παιρνα στα σοβαρά• θα θύμιζε ίδρυση της Ρώμης.
Πού να βρεις λεφτά για ν’ αναθρέψεις δίδυμα;

Ρώμος, Ρωμύλος• το λυκάκι ουρλιάζει•
δεν έχω αίμα και ψυχή, δεν έχω πρόσωπο•
δεν μπορεί να εκδώσει τίποτε από εμένα παρά,
ένα στοιχείο από αλατισμένο δάκρυ.
Η λύκαινα η κυρά μου τρέχει αναζητώντας τον χαμό•

χαμού χαμός, χαμότατος, δικός μου ή δικός της,
για μας αδιάφορο.

[Από τη συλλογή Το εικοσιτετράωρο της Δηούς, 1998.]



Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/













ΝΑΝΟΣ ΒΑΛΑΩΡΙΤΗΣ (5 Ιουλίου 1921 - 13 Σεπτεμβρίου 2019)

 


Ο Νάνος (Ιωάννης) Βαλαωρίτης (5 Ιουλίου 1921 - 13 Σεπτεμβρίου 2019) ήταν Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος και θεωρητικός της λογοτεχνίας.
Γεννήθηκε στη Λωζάνη, στην Ελβετία και ήταν δισέγγονος του ποιητή Αριστοτέλη Βαλαωρίτη. Από την μητέρα του ήταν εγγονός του εφοπλιστή και πολιτευτή των Σπετσών Ιωάννη Λεωνίδα  Σπούδασε νομικά, φιλολογία (αγγλική και γαλλική) στα πανεπιστήμια των ΑθηνώνΛονδίνου, και Σορβόνης.
Γεννήθηκε στην Λωζάννη, στην Ελβετία και ήταν γιος του Διπλωμάτη Κωνσταντίνου Βαλαωρίτη, γιου του Ιωάννη Α. Βαλαωρίτη. Έγραφε από νέος — πρωτοδημοσιεύει στα Νέα Γράμματα το 1939. Το 1944 δραπετεύει απ' την γερμανοκρατούμενη Ελλάδα μέσω του Αιγαίου στην Τουρκία, από εκεί στη Μέση Ανατολή και τελικά στην Αίγυπτο όπου συναντάει τον Σεφέρη ο οποίος υπηρετούσε την εξόριστη ελληνική κυβέρνηση ως γραμματέας της ελληνικής πρεσβείας στο Κάιρο. Το 1944 μετά από προτροπή του Σεφέρη ο Βαλαωρίτης ταξιδεύει στο Λονδίνο για να βοηθήσει στην ανάπτυξη λογοτεχνικών δεσμών μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας. Συναντά τους Τ.Σ. ΈλιοτΓ.Χ. ΌντενΝτύλαν Τόμας και εργάζεται για τον Λούις ΜακΝις στο BBC. Εκτός από τη μελέτη αγγλικής λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο του Λονδίνου, κάνει και μεταφράσεις (στα αγγλικά) Ελλήνων μοντερνιστών ποιητών, μεταξύ των οποίων του Ελύτη και του Εμπειρίκου. Το 1947 εκδίδει την Τιμωρία των Μάγων, την πρώτη του ποιητική συλλογή, στο Λονδίνο. Από το 1954 μέχρι το 1960 συμμετέχει στην ομάδα των σουρεαλιστών του Παρισιού. Στο Παρίσι γνώρισε την μελλοντική (1960) σύζυγό του, την Αμερικανίδα Μαρί Γουίλσον (1922-2017).
Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα, και ανάμεσα 1963 και 1967 είναι ο εκδότης και διευθυντής του λογοτεχνικού περιοδικού Πάλι. Όταν η χούντα έρχεται στην εξουσία το 1967, νιώθει πως δεν έχει άλλη επιλογή παρά να αυτοεξοριστεί, έτσι το 1968 ταξιδεύει στις ΗΠΑ όπου και διδάσκει συγκριτική λογοτεχνία και δημιουργικό γράψιμο στο πανεπιστήμιο του Σαν Φρανσίσκο, μια θέση που κράτησε για 25 χρόνια. Το 1983 βραβεύεται με το Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του Μερικές γυναίκες (ενώ είχε αρνηθεί ανάλογη βράβευση το 1958. Το 1976 είχε επίσης αρνηθεί την πρόταση να γίνει αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών). Το Δεκέμβριο του 2009 του απονεμήθηκε το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας για το σύνολo του έργου του.
Το 2009 προκλήθηκαν αντιδράσεις όταν άφησε να εννοηθεί ότι στηρίζει ανοιχτά τον ΣΥΡΙΖΑ ,κάτι που αργότερα διέψευσε ο ίδιος με επίσημες δηλώσεις του. Είχε ταχτεί με το κόμμα των Οικολόγων Πράσινων  το οποίο τελικά ανακοίνωσε, τον Ιανουάριο του 2015, την συνεργασία του με τον Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς, με τη συμμετοχή μελών του στα ψηφοδέλτια των τελευταίων .
Θεατρικά του έργα έχουν παιχτεί σε ΠαρίσιΣπολέτοΏρχους και Αθήνα. Είχε συνεργαστεί με τα λογοτεχνικά περιοδικά ΤετράδιοΣήμαHorizonNew Writing και Daylight.

Έργα

Ποίηση

  • Η Τιμωρία των Μάγων, ιδιωτική έκδοση, Λονδίνο 1947
  • Κεντρική Στοά, ιδιωτική έκδοση 1958
  • Terre de Diamant, ιδιωτική έκδοση 1958, 2010
  • Κάποιος 1963
  • Hired Hieroglyphs, Kayak 1971
  • Diplomatic Relations, Panjandrum 1972
  • Ανώνυμο Ποίημα του Φωτεινού Αηγιάννη, Το καλώδιο, Σαν Φρανσίσκο 1974, Ίκαρος 1977
  • Εστίες Μικροβίων, Το καλώδιο, Σαν Φρανσίσκο 1977
  • Ο Ήρωας του Τυχαίου, Τραμ, Θεσσαλονίκη 1979
  • Flash Bloom, Wire Press, Σαν Φρανσίσκο 1980
  • Ο Διαμαντένιος Γαληνευτής , Ύψιλον 1981
  • Η Πουπουλένια Εξομολόγηση, Ίκαρος 1982
  • Μερικές Γυναίκες, Θεμέλιο, 1982, Α' Κρατικό Βραβείο Ποίησης 1983
  • Ποιήματα 1 (1944-1964), Ύψιλον, 1983, 2010
  • Στο Κάτω Κάτω της Γραφής, Νεφέλη 1984
  • Ο Έγχρωμος Στυλογράφος, Δωδώνη 1986
  • Ποιήματα 2 (1965-1974), Ύψιλον 1987, 2010
  • Ανιδεογράμματα, Καστανίωτης 1996
  • Ήλιος, ο δήμιος μιας πράσινης σκέψης, Καστανιώτης 1996
  • Αλληγορική Κασσάνδρα, Καστανιώτης 1998
  • Η κάθοδος των Μ, Ύψιλον 2002
  • Μια αλφάβητος κωφαλάλων, Άγκυρα 2003
  • Άστεγος ο Μέγας, Ύψιλον 2004
  • Το ξανανοιγμένο κουτί της Πανδώρας, Άγκυρα 2006
  • Γραμματοκιβώτιον ανεπίδοτων επιστολών, Ύψιλον 2010
  • Άνθη του θερμοκηπίου, Απόπειρα 2010
  • Χρίσματα, Κοινωνία των (δε)κάτων 2011
  • Ουρανός χρώμα βανίλιας, Άγκυρα, 2011
  • Πικρό καρναβάλι, Ψυχογιός, 2013
  • Στο υποκύανο μάτι του Κύκλωπα, Ψυχογιός 2015

Πεζά

  • Ο Προδότης του Γραπτού Λόγου, διηγήματα, Ίκαρος 1980
  • Απ' τα Κόκκαλα Βγαλμένη, μυθιστόρημα, Νεφέλη 1982,1999
  • Μερικές γυναίκες, Θεμέλιο 1982.
  • Ο Θησαυρός του Ξέρξη, μυθιστόρημα, Εστία 1984, Άγκυρα 2008
  • Η Δολοφονία, νουβέλα, Θεμέλιο 1984
  • Ο Ομιλών Πίθηκος ή Παραμυθολογία, Αιγόκερως 1986
  • My Afterlife Guaranteed, διηγήματα, City Lights, Σαν Φρανσίσκο 1990
  • Η Ζωή μου Μετά Θάνατον Εγγυημένη, διηγήματα, Νεφέλη 1995
  • Παραμυθολογία, Νεφέλη 1996
  • Ο Σκύλος του Θεού, Καστανιώτης 1998, 2004
  • Τα Σπασμένα Χέρια της Αφροδίτης της Μήλου, Άγρα 2002
  • Γνωρίζετε την Ελπινίκη; διηγήματα, Ηλέκτρα 2005
  • Μα το Δία, Ηλέκτρα, 2009

Δοκίμια

  • Ανδρέας Εμπειρικός, Ύψιλον 1989
  • Για μια Θεωρία της Γραφής, Εξάντας 1990
  • Μοντερνισμός, Πρωτοπορία και Πάλι, Καστανιώτης 1997
  • Αριστοτέλης Βαλαωρίτης, Ένας Ρομαντικός 1998
  • Αλληλογραφία Γ.Σεφέρη – Ν.Βαλαωρίτη 1945-1968 και επιστολές στον Γ. Κατσίμπαλη, Ύψιλον 2004
  • Για μια θεωρία της γραφής Β’, Ηλέκτρα 2006
  • Ο Όμηρος και το αλφάβητο, Ελληνοαμερικανική Ένωση 2010
  • Ή του ύψους ή του βάθους, Ψυχογιός 2013
  • Για μια θεωρία της γραφής Γ’, Ψυχογιός 2016


Εποχές και Συγγραφείς - Νάνος Βαλαωρίτης
Άδωνις

Στη μικρή παραθαλάσσια πόλη της Αχαΐας κοντά στην τοποθεσία Μπουράκι διαδραματίζονται συγκινητικές στιγμές την Άνοιξη. Όμως τηρείται γύρω του άκρα μυστικότης. Μερικά μόνον έμπιστα πρόσωπα ξεκινούν τα χαράματα και πηγαίνουν σε μια ερειπωμένη έπαυλη μέσα στις καλαμιές. Στο στόμιο της στέρνας σταματούν και ρίχνουν κάτω τους κουβάδες και τον ανεβάζουν επάνω. Τον αλείβουν με λάδι τού χτενίζουν τα μακριά μαύρα μαλλιά, τον τρίβουν σε όλο το κορμί με διάφορα αρωματικά βοτάνια και αλοιφές και τέλος ένας ένας φυσάνε μέσα στο στόμα του για να του δώσουν αναπνοή.

Όμως εκείνος κοιμάται. Δεν ξυπνάει εύκολα. Φέρνουν τότες τα τρυφερότερα κορίτσια επάνω ακριβώς στον οργασμό της ήβης τους, τα γδύνουν και τ’ αμολάνε σαν περιστέρια επάνω του. Όμως μάταια φτερουγίζουν γύρω του, μάταια ιδρώνουν λαχανιάζουν και βογκάνε όπως η θάλασσα στις σκοτεινές σπηλιές και στην αγκαλιά κατόπιν η μια της άλλης γυρεύουν να εκπληρώσουν τον τυφλό πόθο που του τρέφουν. Χαμπάρι δεν παίρνει από τη θύελλα των αισθήσεων που μαίνεται γύρω του, την απεγνωσμένη τρικυμία της σάρκας που πασκίζει να ξυπνήσει τη σάρκα τους. Τί κι αν χτυπάει που πάει να σπάσει σαν δυναμόμετρο η καρδιά τους; Τί κι αν βουίζει το αίμα στ’ αυτιά τους όπως ο άνεμος μέσα στα πεύκα. Τί κι αν σπαράζουν επάνω του σαν χέλια οι λυγερές. Τί κι αν προσφέρουν σαν ολοκαύτωμα το σγουρό το θηλυκότερο κομμάτι της νιότης τους; Τί κι αν παραδίνουν δίχως άλλες διαπραγματεύσεις τα χείλια της πιο κρυφής σχισμής που τρέλανε η λαχτάρα;

Τί κι αν παθαίνουν, μες στους πυκνούς ελαιώνες των τριχών που φυτρώνουν σαν παρθένο δάσος στην κοιλιά, τις φοβερές εκείνες σεισμικές δονήσεις που τραντάζουν και τα βαθύτερα θεμέλια της ύπαρξής τους;

Αυτός κοιμάται αναίσθητος και ωραίος. Μήτε θυσίες βοδιών μήτε εκατόμβες πουλιών ή ανθρώπων μπορούν να τον συνεφέρουν. Ένας μόνο τρόπος υπάρχει να ξυπνήσει — όπως αποκοιμήθηκε κατά τύχην. Μά το Θεό δε γελάστηκα.

Κι από το πλήθος που θρηνούσε απελπισμένο γύρω του ένας μικρός ξεχώρισε και τον παρατηρούσε με περιέργεια. Σπάζοντας τότες ένα στάχυ από τη γης πλησίασε και του γαργάλησε το ρουθούνι. Όμως τη στιγμή που ορμούσαν οι παριστάμενοι να τον σκοτώσουν στο ξύλο ίσως και για να τον κάνουν κομμάτια, ακούστηκε ένα φτέρνισμα. Η χαρούμενη είδηση μεταδόθηκε σαν αστραπή. Ποιός φτερνίστηκε, ρώτησε ένας μαραγκός. Ο Θεός Άδωνις, του πέταξαν αστειευόμενοι μερικά πειραχτήρια που δεν είχαν ιδέα πως έλεγαν την αλήθεια. «Άδωνις;» επανέλαβε ο μαραγκός, δίχως να πολυπιστεύει. «Γιατί όχι;» του είπαν αυτοί; «Δίχως άλλο» είπε ο μαραγκός με ακόμη μεγαλύτερη δυσπιστία «Δίχως άλλο» για να τους ξεφορτωθεί και με το δίκιο του, νομίζοντας πως τον κορόιδευαν.

Λονδίνο 1948
Νάνος Βαλαωρίτης. Ο πύργος του Χαλεπιού. Αδημοσίευτη συλλογή. Στον τόμο: Νάνος Βαλαωρίτης. 1983. Ποιήματα, 1 (1944–1964). Αθήνα: Ύψιλον


Αλληγορική Κασσάνδρα Ι
(απόσπασμα)

[...]
Είμαι τρομερά προληπτική άμα θέλω να γίνει κάτι
Δεν τ’ αφήνω ποτέ στην τύχη· κάνω τ’ αδύνατα δυνατά

Να συμβεί. Μια προχθεσινή πρόθεση πραγματοποιήθηκε σήμερα
Δεν έχω τί να πω γι’ αυτά που ακούω και βλέπω κάθε μέρα

Με μαστιγώνουν οι τύψεις και με γανώνουν οι ελπίδες
Ο περιορισμός μιας έννοιας από τις δυνατότητές της.

Είμαι ολόκληρη σ’ ένα περασμένο εικοσιτετράωρο
Και νά που πεταλώνω ψύλλους και μαστιγώνω ουσίες.

Ανιχνεύω παρθένα νερά με το βυθοσκόπιο
Καλιγώνω ψείρες και μαζεύω πεταλίδες

Για δόλωμα, μα τί ψάρια με πολύχρωμα φτερά να πιάσω;
Συναντάω έναν γνωστό, μια δεύτερη, έναν τρίτο.

Παρόλο που είναι Δευτέρα σήμερα στα τεφτέρια
Της Αρχαίας των Ημερών, μας κοιτάει από μακριά.

Και τώρα που τρίτωσε το κακό...
Αναζητάω αλήθειες με το μικροσκόπιο

Και βρίσκω ένα τσουβάλι άχρηστες πληροφορίες.
Έχω μια μέθοδο που εφαρμόζω με μεγάλη αποτελεσματικότητα.

Παρασύρω ταμπέλες, σηματωρούς, ορόσημα, αφίσες
Δεν λιώνω στο διάβα του, δεν είμαι καμωμένη από λάσπη

Ούτε από άργιλο· μια φωνή μεταλλική ηχεί στ’ αυτιά μου
Στεντόρεια, απ’ την άλλη άκρη του πεδίου ασκήσεων.

***
«Περάστε, παρακαλώ, να δείτε τ’ αξιοθέατα από ψηλά
Η Πόλις έχει εξαπλωθεί έως τις παρυφές των ορέων...»

Και πάει να διεκδικήσει ένα μέρος της θάλασσας.
Από θάλασσα άλλο τίποτα, αλλά πού, πώς και πότε.

Ζητιανεύω φιλιά, αγκαλιές χάδια, εγχειρίζω αγάπες
Ξεχνάω την κακία, το τέρας, την κοσμογονία.

Ρωτάω να μάθω, αλλά κανένας δεν ξέρει τίποτα.
Ήταν άντρας μου, μα ήταν άτυχος και τον πλάκωσαν

Με το μαχαίρι στα δόντια, με το λοστό στην παλάμη.
Βαρούσαν μες στα όλα μπαρουτοκαπνισμένοι.

Άργησες και δεν περίμενα παραπάνω από είκοσι λεπτά
Τώρα είναι πια αργά για μετάνοιες...

Αν θέλεις να πιάσεις τον εχθρικό στόλο, πιάσ’ τον στο λιμάνι
Όπου δεν έχει χώρο για μανούβρες: Καντίζ, Αγκαντίρ, Αιγός Ποταμοί

Τραφάλγκαρ, Τάραντας, Ναβαρίνο, Ισταμπούλ, Οράν, Περλ Χάρμπορ.
Εξαιρέσεις: ναυμαχίες της Σαλαμίνας, των Σπετσών της Πόλης.

Με το υγρό πυρ, με τα μπουρλότα και την παλικαριά... ώς πότε
Θα ζούμε με ρευστά μηχανοποιημένα ειδύλλια;

Κοσμήτορες του πόνου και της τραγωδίας
Σκέπασαν τον κόσμο με τις σαπουνάδες τους.
Νάνος Βαλαωρίτης. 1998. Αλληγορική Κασσάνδρα. Αθήνα: Καστανιώτης.


Η μπαλάντα του ξενιτεμένου

για τον Κωσταντίνο Ν.

Βαρέθηκα τις φωνές των Ελλήνων
Βαρέθηκα τις φωνές των Σειρήνων
Με παρακολουθούνε άγρυπνα μάτια
Νύχτα μέρα με στοιχειώνουν οι Οδυσσείς
Με τα ψευδολογήματά τους
Με καρπαζώνουν οι αναμνήσεις
Σαν ρούχα που κρέμονται από σκοινί
Βαρέθηκα το Νέο Κόσμο κι ο Παλιός
Δεν μου ’δωσε σκοινί ν’ απλώσω τα αισθήματά μου.

Τα αισθήματά μου είναι βρεγμένα ακόμη
Απ’ το βροχερό ετούτο χειμώνα
Θέλω να πάω κάπου μα δεν ξέρω πού
Αφού δεν είμαι ούτε στη δύση ούτε
Στην ανατολή. Μπροστά μου ο ήλιος
Ανατέλλει και πίσω ο ήλιος βασιλεύει.
Πώς κατάντησα εδώ πέρα χοίρος
Στης Κίρκης το νησί; Πώς κατέληξα
Να γίνω Ελπήνορας και κολαζίστας
Που πέφτοντας έσπασε το κρανίο του
Απ’ τη σοφίτα του σπιτιού του;

Με τον Ερμή για γραφομηχανή
Γράφω να σκορπίσω μαύρες σκέψεις
Έρχεσαι εδώ να δρέψεις
Τους καρπούς του Ελδοράδο
Και σου μένει ο χρόνος ρέστος
Δυτικά του Κολοράντο.

Είμαι ένας μετατοπισμένος
Στα πλάτη της άλλης ηπείρου
Κάνω βόλτες πάνω κάτω
Πέντε επί δεκάξι μέτρα
Και περιμένω γράμματα
Για να διασχίσω τα γεράματα.

Έχω μια μικρή σκυλίτσα
Που την ονομάζω Λίτσα
Που χαίρεται όταν με βλέπει
Να ετοιμάζω μια βαλίτσα
Για να πάω στο Κολοράντο
Να διαβάσω ποιήματα
Με τον ποιητή Κορράντο.

Αχ κύριε κύριε Κωσταντίνε
Που όλο πίνε πίνε
Και σου ’ρθε ο ουρανός σφοντύλι
Σου άναψα ένα καντήλι
Στην καρδιά μου.
6.5.1983

Νάνος Βαλαωρίτης. 1996. Ανιδεογράμματα. Αθήνα: Καστανιώτης


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/






Ζαν Κοκτώ - Jean Cocteau ( 5 Ιουλίου 1889 - 11 Οκτωβρίου 1963)

 

Ο Ζαν Κοκτώ (Jean Cocteau, 5 Ιουλίου 1889 - 11 Οκτωβρίου 1963) ήταν Γάλλος ποιητής, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, ζωγράφος και σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Υπήρξε ένας από τους πιο πολυσχιδείς καλλιτέχνες του μεσοπολέμου, μέλος της γαλλικής πρωτοπορίας. Επιδόθηκε στην ανάπλαση και υπερρεαλιστική ερμηνεία των ελληνικών μύθων (Ορφέας, Αντιγόνη, Οιδίποδας, Ολέθρια μηχανή), θήτευσε στο ψυχολογικό θέατρο και ασπάστηκε το νεορομαντισμό. Από τις γνωστότερες ταινίες του είναι: Η πεντάμορφη και το τέρας και οι Τρομεροί γονείς (από το θεατρικό του έργο).



Γεννήθηκε στο Μαιζόν-Λαφίτ, κοντά στο Παρίσι, το 1889 και πέθανε στο Μιλί-λα-Φορέ, κοντά στο Παρίσι, το 1963 σε ηλικία 74 ετών. Ήταν γιος εύπορου Παριζιάνου συμβολαιογράφου και μορφώθηκε στο Λύκειο Κοντορσέ.

Επιδεικνύοντας ταλέντο στην ποίηση, το μυθιστόρημα και το θέατρο, στη ζωγραφική, στο σενάριο και τη μουσική κίνηση της χώρας του, ο Κοκτώ δημοσίευσε την πρώτη συλλογή ποιημάτων του "Το λυχνάρι του Αλαντίν" (La Lampe d' Aladin) το 1909, σε ηλικία μόλις 18 χρόνων. Στις ποιητικές συλλογές του που ακολούθησαν, "Ο άστατος πρίγκηπας" (1910), "Ο χορός του Σοφοκλέους" (1912) και το "Ακρωτήρι της Καλής Ελπίδας" (1919), διακρίνεται από μια αβρότητα και χάρη στο ύφος κι ένα πλούτο φαντασίας. Το ίδιο παρατηρείται και στα μυθιστορήματά του, όπως για παράδειγμα στο "Θωμά τον απατεώνα" (Thomas l' imposteur, 1923), και στα "Τρομερά παιδιά" (Les Enfants terribles, 1929). Όλο το έργο του, ακόμα και τα φιλοσοφικά και κριτικά του δοκίμια, διαπνέεται από ένα αίσθημα παιδικής αφέλειας μαζί με μια αγωνία αναζήτησης.

Στο θέατρο άρχισε την καριέρα του το 1923 με τους "Νεόνυμφους του Πύργου του Άιφελ" (Les Mariés de la Tour Eiffel), με μια τάση φυγής από το στυλ του ρεαλισμού που επικρατούσε και ανάπτυξης της αξίας του αυτοσκοπού στη θεατρική τέχνη. Στη συνέχεια με τον "Ρωμαίο και Ιουλιέτα" (1924), τον "Ορφέα" (1927), την "Αντιγόνη" (λιμπρέτο στην όπερα του Χόνεγκερ) και τον "Οιδίποδα τύραννο" (λιμπρέτο στην όπερα - ορατόριο του Ιγκόρ Στραβίνσκι) το 1928, την "Ανθρώπινη φωνή" (1930), την "Ολέθρια μηχανή" (La Machine infernale, 1934), τους "Ιππότες της στρογγυλής τραπέζης" (Les Chevaliers de la Table ronde, 1937), τους "Τρομερούς γονείς" (Les Parents terribles, 1939), τη "Γραφομηχανή" (La Machine à écrire, 1941) και το "Δικέφαλο αετό" (L'Aigle à deux têtes, 1946), κηρύσσεται υπέρ των νεωτεριστικών ιδεών, συνεργάζεται με Γάλλους της πρωτοπορίας κι εμφανίζεται διαδοχικά ως φουτουριστής, σουρεαλιστής, κυβιστής ή ντανταϊστής.

Επηρεασμένος από το σουρεαλιστικό κίνημα και τους πρωτοπόρους της αφηρημένης τέχνης στη ζωγραφική και τη γλυπτική, ο Κοκτώ πειραματίζεται και μεταφέρει τις τάσεις αυτές της εποχής του και στο θέατρο, όπως στην "Παρέλαση" (Parade, 1917) σε σκηνικά Πικάσο και μουσική του Ερίκ Σατί (Satie) και "Το Βόδι πάνω στη Στέγη" (Le Boeuf sur le Toit, 1920) σε σκηνικά Ντυφύ και μουσική του Νταριούς Μιλώ (Milhaud).

Από τους συγγραφείς που είχαν επιρροή στο έργο του είναι ο Εντμόν Ροστάν, ο Ραϊμόν Ραντιγκέ, ο Κατύλ Μαντές, η Κόμισσα ντε Νοάιγ, μα πιο πολύ ο Αντρέ Ζιντ. Ο Κοκτώ όμως δεν περιορίστηκε στη συγγραφή των έργων του. Έλαβε κι ο ίδιος ενεργό μέρος ως ηθοποιός, παραγωγός, σκηνογράφος. Έγραψε για χορόδραμα, μιούζικαλ, τσίρκο, κινηματογραφικές ταινίες (όπως π.χ. η σουρεαλιστική ταινία "Η ωραία και το κτήνος", 1946). Συνεργάστηκε με ονόματα όπως ο Φρανσουά Κοπώ, ο Άρθουρ Χόνεγκερ, συνθέτης του μουσικού δράματος "Βασιλιάς Δαβίδ", ο Πικάσο και ο Μοντιλιάνι, ο Σερζ Ντιαγκιλέφ, ο μεγάλος Ρώσος χορογράφος και σκηνοθέτης, ιδρυτής των περίφημων "Ρωσικών μπαλέτων" κ.ά.

Ο Ζαν Κοκτώ πέθανε στις 11 Οκτωβρίου του 1963, μία ημέρα μετά την Εντίθ Πιάφ. Ο Ζαν Κοκτώ και η Εντίθ Πιάφ, σε ένα από τα περίεργα παιχνίδια της μοίρας, διασταυρώθηκαν το 1940 όταν η Πιάφ ερμήνευσε αλησμόνητα τον Ωραίο αδιάφθορο, που ο Κοκτώ είχε γράψει ειδικά για εκείνη.


Ο Ζαν Κοκτώ. Πίνακας του Αμεντέο Μοντιλιάνι

Προσωπική ζωή

Υπήρξε φίλος για δεκαετίες με τον Πάμπλο Πικάσο και ήταν ένας από τους κουμπάρους στον γάμο του Ισπανού ζωγράφου με την Ολγα Χοχλόβα. Επίσης, ήταν φίλος με τον Μαρσέλ Προυστ, τον Αντρέ Ζιντ και τον δισέγγονο του Βίκτωρος Ουγκώ, Ζαν. Από το 1937 ως τον θάνατό του είχε σχέση με τον ηθοποιό Ζαν Μαρέ.

Φιλμογραφία

1930 Tο αίμα του ποιητή
1943 Αιώνιοι ερασταί
1946 Η πεντάμορφη και το τέρας
1947 Δικέφαλος αετός
1948 Τρομεροί γονείς
1950 Ορφέας και Ευρυδίκη
1960 Η διαθήκη του Ορφέα

Ελληνικές μεταφράσεις

*Thomas l'imposteur, 1923 : Θωμάς ο απατεώνας, [κείμενo, εικονογράφηση], μετάφρ.Στ. Ευθυμιάδης, (ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ), 1985 και 2007
*Le Livre Blanc, 1928 : Το λευκό βιβλίο, [κείμενα, εικονογράφηση], Νίκος Παπαδογιάννης, (ΑΙΟΛΟΣ), 1988
*Les Enfants terribles, 1929 : Τα τρομερά παιδιά, Τίνα Τσιάτσικα, (PRINTA), 1993 και Τ.Ροδόπουλος, (ΟΔΥΣΣΕΑΣ), 1975
*Opium, 1930 : Το όπιο, Άρης Σφακιανάκης, (ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ), 2007
*La Voix humaine, 1930 : Ανθρώπινη φωνή, Ιωάννα Δεσύλλα, (ΈΨΙΛΟΝ), 1994
*La Machine infernale, 1934 : Δαιμόνια μηχανή, Γιάννης Θηβαίος, (ΔΩΔΩΝΗ), 2014
*Mon Premier voyage (Tour du monde en 80 jours), 1937 : Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες, Φωτεινή Παπαρήγα, (ΚΕΔΡΟΣ), 2006
*Les Parents terribles, 1938 : Οι τρομεροί γονείς, Αλέξης Σολομός, (ΔΩΔΩΝΗ), 1998 και Ερρίκος Μπελιές, (ΠΑΤΑΚΗ), 2002
*Fantôme de Marseille : Το φάντασμα της Μασσαλίας (γραμμένο για την Εντίθ Πιαφ), Γιάννης Θηβαίος, (ΜΠΙΛΙΕΤΟ), 2010
*Η ανθρώπινη φωνή – Το φάντασμα της Μασσαλίας – Η ψεύτρα – Την έχασα, μετάφρ.Μάριος Πλωρίτης, (ΔΩΔΩΝΗ), 1994
*Θέατρο τσέπης (μονόπρακτα), Βίκος Ναχμίας, (ΑΓΡΑ), 2005
*Ελληνικό ημερολόγιο, [κείμενα, ζωγραφική] : Θανάσης Νιάρχος, (ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗΣ), 1986
https://el.wikipedia.org/


Jean Cocteau by Federico de Madrazo y Ochoa,

ΠΟΙΗΜΑ -  Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΡΥΘΜΟΣ (1949) 

Θα πιώ ούζο κάτω από την κληματαριά μιας ταβέρνας. 
Διέκρινα, πολύ μακριά, στην άκρη μια αταξίας 
με στέγες πλυμένες από το φεγγάρι, 
Τον Παρθενώνα σε σκεφτικό κουκουβάγιας ύπνο. 

Καταπλήξαμε τους Θεούς στη θάλασσα του Αιγαίου 
Τα νησιά ανοίγουν τα πόδια τους στις ουτοπίες Μ
πορεί η Ελλάδα να έχει γεράσει 
Δεν θα το λέγαμε πετώντας πάνω από την θάλασσα. 

Την βλέπουμε καμωμένη από εφηβικά κορμιά, μ’ εντονο 
Ροζ χρώμα, με μέληα ανάκατα και βελουδένιο χνούδι. 
Δεν ξέρω αν είναι μάχη ή κάτι άλλο 
Αυτά τα κορμιά κοιμούνται μετά τον έρωτα. 

Ιδού τι αφήνει να εννοήσουμε η θέα των νησιών, 
Από ψηλά, (αυτό που φτάνει μέχρι εμάς) 
Ένα τριχωτό σύστημα που πτέ δεν μαδάμε, 
Μια αταξία από πλάτες, ώμους, γόνατα. 

Πότε πότε κάποια κοιμωμένη τεντώνοντας το πόδι 
Ή ένας κοιμώμενος το χέρι, 
δαντελώνουν του νησιου την άκρη 
Είναι φανερό πως αυτά τα μπλεγμένα κορμιά
 Δεν είναι πολεμιστές μπερδεμένοι μες στο θάνατο 

Όχι. Αυτό δεν μοιάζει με τίποτε άλλο που μπορεί 
να ειπωθεί αλλιώς από αυτό που σας λέω. 
Ένα σύμπλεγμα μηρών και γοφών, 
Ώστε να πιστέψουμε πως κι η αμαρτία έχει τον παράδεισό της 

Είναι τουλάχιστον η εικόνα των νησιών κάτω από τα φτερά μας. 
Κορμιά με κορμιά κοιμισμένα, αυτά τα αγόραι ποια είναι; 
Αυτά τα κορίτσια ποια είναι; 
Κανένας. Έτσι είναι φτιαγμένα τα νησιά. 

Των θεών άλλωστε συναντήσαμε μια λιτανεία 
Που μας έκρυβε το ακατάληπτο μυστικό. 
Και τα δικά του κορμιά ήταν μπερδεμένα, 
Αλλά με χιόνι κι αλάβαστρο 
Μια στρατιά κορμιών αστραφτερών. 

Αστραφτερά, ιερά, στο δρόμο για το βουνό 
Όπου μάθαμε πως γεύονται γλυκίσματα μελένια 
Πίνουν μέλι κι απατούν τις συντρόφους τους 
Κι αποικοιμιούνται στους μαιάνδρους των κιονόκρανων 

Θεοί και άνθρωποι κατοικούν το ίδιο κτήριο 
Και πότε-πότε απαντιούνται στην σκάλα 
Είναι η Ελλάδα, Θεοί και Άνθρωποι συνομιλούν 
Ή ταξιδεύουν, πιάνοντας λιμάνι στα νησιά.

 Όλα τούτα κατευθύνονται από το ραβδωτο μέταλο 
Ενός κράνους. Όλα τούτα κατευθύνονται από το σίδερο 
Μιας λόγχης. Κατευθύνονται από μια ταραχώδη 

Κυρία, ακίνητη, με την γαλάζια του νερού της θάλασσας ματιά.
https://www.hallofpeople.com/gr/


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/