Η Μαρία Σαλώμη Σκουοντόφσκα-Κιουρί (Maria Salomea Skłodowska-Curie, 7 Νοεμβρίου 1867 - 4 Ιουλίου 1934) ήταν Πολωνή φυσικός, χημικός και καθηγήτρια. Σε συνεργασία με τον σύζυγό της, Πιερ Κιουρί, ανακάλυψε το ράδιο και μελέτησε τα φαινόμενα της ραδιενέργειας. Ανακάλυψε επίσης το πολώνιο και υπήρξε η πρώτη γυναίκα που έγινε Καθηγήτρια στο πανεπιστήμιο της Σορβόνης, ενώ τιμήθηκε δυο φορές με το Βραβείο Νόμπελ για τη Φυσική και τη Χημεία . 'Ηταν η πιο φημισμένη γυναίκα επιστήμων της εποχής της, ήταν γνωστή επίσης και ως Μαντάμ Κιουρί.
Η Μαρία Σκουοντόφσκα γεννήθηκε το 1867 στη Βαρσοβία και ήταν το πέμπτο παιδί μιας ευκατάστατης οικογένειας. Ο πατέρας της, Βουαντίσουαφ Σκουοντόφσκι (Władysław Skłodowski), ήταν καθηγητής φυσικής και μαθηματικών και υποδιευθυντής σε Λύκειο θηλέων της Βαρσοβίας ενώ η μητέρα της, Μαρία, η οποία ανήκε σε αριστοκρατική οικογένεια χωρίς όμως οικονομική άνεση, ήταν καθηγήτρια σε σχολή της ίδιας πόλης. Οι γονείς της τής είχαν δώσει τρία υποκοριστικά: Μάνια, Μανιούσια, Αντσιουπέτσιο. Η Μαρία Σκουοντόφσκα μαζί με τα τέσσερα αδέλφια της μεγάλωσε σε δύσκολη εποχή για την Πολωνία, αφού δεν είχαν περάσει πολλά χρόνια από την αποτυχημένη επανάσταση του 1863. Από μικρή ξεχώριζε στο σχολείο για τις ικανότητες της, κυρίως στην φυσική και στα μαθηματικά. Η δυστυχία όμως δεν άργησε να χτυπήσει την πόρτα της οικογένειάς της. Το 1874 ήταν δύσκολη χρονιά, καθώς η μητέρα της πήγε στη Νίκαια για θεραπεία από φυματίωση και τον ίδιο χρόνο ο πατέρας της έπεσε σε κυβερνητική δυσμένεια, με αποτέλεσμα να μειωθεί ο μισθός του και να του αφαιρεθεί το διαμέρισμα που του είχε παραχωρηθεί. Δύο χρόνια αργότερα η αδελφή της, Σοφία, πέθανε από τύφο, ενώ το 1878 η μητέρα της, Μαρία, απεβίωσε. Παρ' όλες τις κακουχίες, η Μαρία Σκουοντόφσκα συνέχισε τις σπουδές της σε κρατικό γυμνάσιο και αποφοίτησε με επιτυχία. Εκείνη την εποχή δεν επιτρεπόταν η φοίτηση γυναικών στα πολωνικά πανεπιστήμια, με αποτέλεσμα να πρέπει να μετακομίσει στο εξωτερικό. Όμως η φτώχεια της οικογένειας την ανάγκασε να αναζητήσει εργασία ως γκουβερνάντα και δασκάλα σε πλούσιες οικογένειες, ενώ ταυτόχρονα, μαζί με τη φίλη της Μαρία Ρακόφσκα και τις δύο αδελφές της, παρακολούθησε μαθήματα στο παράνομο «Ιπτάμενο Πανεπιστήμιο». Εκείνη την περίοδο μεγάλο μέρος του μισθού της το έστελνε στην αδελφή της, Μπρονισουάβα, που σπούδαζε ιατρική στο Παρίσι. Στην οικογένεια όπου εργαζόταν γνώρισε και ερωτεύτηκε τον Καζίμιεζ Μπουοντίφσκι, αλλά ύστερα από παρέμβαση των γονέων του το ειδύλλιο διαλύθηκε.
Το 1891, σε ηλικία 24 ετών, μετακόμισε στο σπίτι τής μεγαλύτερης αδελφής της, Μπρονισουάβα, στο Παρίσι για να παρακολουθήσει μαθήματα στη σχολή Θετικών επιστημών του πανεπιστημίου της Σορβόνης. Τα φοιτητικά της χρόνια ήταν δύσκολα λόγω των οικονομικών δυσκολιών που αντιμετώπιζε. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της διαμονής της στο Καρτιέ Λατέν περιόρισε σε τόσο μεγάλο βαθμό τα γεύματα της, ώστε λιποθύμησε και αναγκάστηκε να επιστρέψει, ύστερα από πιέσεις του γαμπρού της, Καζίμιερζ Ντουούσκι, στο σπίτι της αδελφής της. Αφού ανέρρωσε, επέστρεψε στο δικό της διαμέρισμα. Σημαντική οικονομική ενίσχυση για τη συνέχιση των σπουδών της έλαβε από ένα πολωνικό ίδρυμα, το οποίο της παραχώρησε υποτροφία 600 ρουβλίων. Η καθημερινή της ζωή περιελάμβανε διάβασμα και λίγες ώρες ύπνου, ενώ απέφευγε να κάνει παρέα με Γάλλους και διατηρούσε επαφές μόνο με λιγοστούς Πολωνούς φοιτητές και επιστήμονες. Τελικά η Μαρία Σκουοντόφσκα αποφοίτησε από το πανεπιστήμιο της Σορβόνης με τα πτυχία των μαθηματικών, της χημείας και της φυσικής.
Η Μαρία Σκουοντόφσκα συνάντησε για πρώτη φορά τον Πιέρ (Πέτρο) Κιουρί τον Φεβρουάριο του 1894. Γνωρίστηκαν μέσω του καθηγητή Φυσικής του Πανεπιστημίου Φριμπούρ της Πολωνίας Μ. Κοβάλσκι. Ο Πιέρ Κιουρί είχε σπουδάσει Φυσική στη Σορβόνη και ήταν μερικά χρόνια μεγαλύτερος της. Στην αρχή της γνωριμίας τους αναπτύχθηκε αμοιβαίος αλληλοσεβασμός που εξελίχθηκε σε βαθύτερο αίσθημα. Η χαρά και ο ενθουσιασμός της Μαρίας δεν περιγραφόταν όταν ο Πιέρ της χάρισε το βιβλίο του «Περί της συμμετρίας στα φυσικά φαινόμενα. Συμμετρία μεταξύ ηλεκτρικού πεδίου και μαγνητικού πεδίου» με αφιέρωση που έγραφε: «Στη δεσποινίδα Σκουοντόφσκα με τον σεβασμό και τη φιλία του συγγραφέα Πιέρ Κιουρί». Τον Μάιο του 1894 ο Πιέρ έκανε πρόταση γάμου στη Μαρία Σκουοντόφσκα, αλλά εκείνη απάντησε αρνητικά λόγω της προοπτικής να εγκαταλείψει για πάντα τη Βαρσοβία και τον πατέρα της. Τελικά, μετά από ένα χρόνο, η Μαρία αποδέχθηκε την πρόταση του Πέτρου και παντρεύτηκαν με πολιτικό γάμο στο δημαρχείο του Παρισιού. Στον γάμο δεν είχαν καν δαχτυλίδια επειδή ο Πιέρ Κιουρί δήλωνε άθεος. Ο μήνας του μέλιτος που ακολούθησε ήταν μάλλον ασυνήθιστος αφού πραγματοποίησαν τον γύρο της Γαλλίας με ποδήλατα. Από τότε η Μαρία Σκουοντόφσκα απέκτησε το επώνυμο Κιουρί, με το οποίο έγινε ευρέως γνωστή. Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1897 απέκτησαν την κόρη τους Ειρήνη και το 1903 την δεύτερη κόρη τους, Εύα. Η Εύα πέθανε σε ηλικία 104 ετών στις 22 Οκτωβρίου του 2007.
Μετά τον γάμο της με τον Πιέρ Κιουρί η Μαρία συνέχισε τις επιστημονικές έρευνές της. Στην ανατροφή των δύο παιδιών τους βοήθησε ο πατέρας του Πιέρ, ο οποίος ήταν χήρος. Χαρακτηριστικό στην ανατροφή που έδωσε στις κόρες της, είναι ότι δεν τις ώθησε σε καμία θρησκεία αφήνοντας αυτές να επιλέξουν ποια προτιμούν. Τα παιδιά της Κιουρί ακολούθησαν την εξής πορεία στη ζωή τους: η Εύα Κιουρί-Λαμπουίς έγινε συγγραφέας και έγραψε τη βιογραφία της μητέρας της με τίτλο «Μαντάμ Κιουρί», ενώ η Ιρέν Ζολιό-Κιουρί παντρεύτηκε τον μαθητή της μητέρας της και φυσικό Φρεντερίκ Ζολιό, σπούδασε φυσικός και βραβεύτηκε με το Νομπέλ Χημείας.
Το 1906 ο Πιέρ Κιουρί παρασύρθηκε από άμαξα και σκοτώθηκε. Αμέσως μετά τον θάνατό του χιλιάδες μηνύματα συμπαράστασης έφθασαν στο σπίτι τους από πολιτικούς, επιστήμονες και αγνώστους. Η κηδεία έγινε στο νεκροταφείο του Σο, όπου συνοδευόταν από τον πεθερό της. Τον επικήδειο εκφώνησε ο φίλος του Πιέρ, Ανρί Πουανκαρέ.
Το 1912 η Μαρία Κιουρί χειρουργήθηκε στα νεφρά. Από το 1933 η υγεία της είχε κλονιστεί σημαντικά λόγω της έκθεσής της στην ραδιενέργεια. Έτσι, στις 4 Ιουλίου του 1934 η Μαρία Κιουρί απεβίωσε (έπασχε από λευχαιμία), αφήνοντας πίσω της πραγματικά μεγάλο έργο. Ενταφιάστηκε δίπλα στον άντρα της στο κοιμητήριο του Σο. Το 1995 τα οστά της μεταφέρθηκαν στο Πάνθεον, το μαυσωλείο στο οποίο βρίσκονται θαμμένοι οι «μεγάλοι άνδρες» της Γαλλίας. Η Μαρία Κιουρί θεωρείται από τον καθηγητή της Ιατρικής Πιερ Ρεγκό ένα από τα πρώτα θύματα της ραδιενέργειας.
Η Μαρί Κιουρί και οι δύο τις κόρες (1905). |
Σημαντική είναι η προσφορά της στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου εφοδίασε με δικά της έξοδα πολλά πολεμικά νοσοκομεία με συσκευές ακτίνων Χ, έτσι ώστε να εντοπίζονται τα θραύσματα και οι σφαίρες που ήταν καρφωμένες στα σώματα των στρατιωτών. Υπολογίζεται ότι η ίδια, με τα χρήματα που είχε συγκεντρώσει από τα δύο βραβεία Νομπέλ, έστησε περίπου 250 ακτινολογικούς θαλάμους στα πολεμικά μέτωπα.
Μερικά χρόνια μετά τον θάνατο του Πιερ Κιουρί, το 1910, η Μαρία σύναψε σχέση με τον Πολ Λανζεβάν, πέντε χρόνια μικρότερό της και πατέρα τεσσάρων παιδιών, πρώην μαθητή του άντρα της και εν διαστάσει παντρεμένο. Στο άκουσμα της είδησης από τον γαλλικό τύπο, η γαλλική κοινωνία κατέκρινε τη Μαρία Κιουρί με αποτέλεσμα να κινδυνεύσει σοβαρά, σε συνδυασμό με μια αρρώστια που την ταλαιπωρούσε, η υγεία της. Ενδεικτική περίπτωση της στάσης που κράτησε ο γαλλικός τύπος απέναντι της είναι η αποσιώπηση της απονομής του Νομπέλ Χημείας στη Μαρία Κιουρί το 1911. Σχεδόν καμία εφημερίδα δεν έγραψε σχετικά με τη διάκριση της Κιουρί. Παρ' όλα αυτά η Μαρία Κιουρί δεν σταμάτησε ποτέ να αποκαλεί τη Γαλλία δεύτερη πατρίδα της.
Η Μαρία Κιουρί έγινε γνωστή για την ανακάλυψη του ραδίου και τις μελέτες για τη ραδιενέργεια. Από το 1891 η Μαρία μελετούσε τις εργασίες του Μπεκερέλ με κύριο θέμα τις ακτινοβολίες που εξέπεμπαν τα άλατα του ουρανίου με αποτέλεσμα, ύστερα από παρότρυνση του ίδιου του Μπεκερέλ, να διαλέξει για θέμα της διατριβής της αυτά τα φαινόμενα. Για την πρόοδο των ερευνών της το πανεπιστήμιο της Σορβόνης της παραχώρησε μια υπόγεια αποθήκη με στοιχειώδη εξοπλισμό. Παρ' όλες τις κακές συνθήκες που επικρατούσαν στο εργαστήριο, η Μαρία Κιουρί απέδειξε ότι η εκπομπή των ακτίνων ήταν μια ιδιότητα των ατόμων του ουρανίου και ότι η ένταση της ακτινοβολίας που παραγόταν από το ουράνιο ήταν ανάλογη της ποσότητας. Επίσης διαπίστωσε ότι η εκπομπή των ακτίνων δεν επηρεαζόταν από τις εξωτερικές μεταβολές, καθώς και ότι, εκτός από το ουράνιο, κάποιες ενώσεις του στοιχείου του θορίου εξέπεμπαν επίσης ακτινοβολία. Ύστερα από αυτές τις πρώτες ανακαλύψεις, η Μαρία Κιουρί πρότεινε την αλλαγή του ονόματος από «ακτίνες ουρανίου» σε «ραδιενέργεια», η οποία περιγράφει γενικά την ιδιότητα της εκπομπής ακτινοβολιών. Η πιο σημαντική όμως παρατήρηση ήταν ότι μερικά ορυκτά ουρανίου παρουσίαζαν πολύ πιο ισχυρή ραδιενέργεια από το ουράνιο. Η συγκεκριμένη παρατήρηση συνάρπασε τον Πιέρ Κιουρί, που αποφάσισε να εγκαταλείψει τις έρευνές του στους κρυστάλλους για να βοηθήσει τη Μαρία στο δύσκολο έργο της.
Η Μαρία Κιουρί σε επιστημονική διάσκεψη στις Βρυξέλλες, το 1911. Επίσης διακρίνεται ο Αϊνστάιν |
Στις 18 Ιουλίου του 1898 οι Κιουρί ανακοινώνουν στην επιστημονική κοινότητα την ανακάλυψη ενός νέου στοιχείου, του πολωνίου, που ονομάστηκε έτσι προς τιμήν της πατρίδας της Μαρίας Κιουρί. Στις 26 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους αναγγέλλεται από το ζεύγος Κιουρί η ανακάλυψη του ραδίου. Τα συγκεκριμένα στοιχεία είχαν ανιχνευθεί με τη βοήθεια της ραδιενέργειας. Προσπάθησαν να απομονώσουν τα δύο νέα στοιχεία. Για τέσσερα χρόνια εξέταζαν τύπους ορυκτών που προμηθεύονταν από ορυχείο της Βοημίας. Τον διαχωρισμό του ραδίου τον πέτυχαν με κλασματική κρυστάλλωση, εκμεταλλευόμενοι τη μικρότερη διαλυτότητα του χλωριούχου ραδίου σε σχέση με το χλωριούχο βάριο. Τελικά το 1902 κατάφεραν και απομόνωσαν 1/10 του γραμμαρίου καθαρό ράδιο και 1/20 καθαρό πολώνιο. Επιπλέον προσδιόρισαν τα ατομικά τους βάρη. Έτσι, ύστερα από μερικές έρευνες των επιστημόνων, τα δύο νέα στοιχεία αναγνωρίστηκαν επισήμως από την επιστημονική κοινότητα.
Εντύπωση προκαλεί ότι δεν κατοχύρωσαν τις μεθόδους τους για την απομόνωση των στοιχείων, επειδή δεν συμβάδιζε με το επιστημονικό πνεύμα. Οι Κιουρί ανακάλυψαν ότι η ακτινοβολία του ραδίου κατέστρεφε τους καρκινικούς όγκους (Ραδιοθεραπεία). Η μέθοδος της ραδιοθεραπείας τελειοποιήθηκε το 1906 από τη Μαρία Κιουρί, όταν υπολόγισε τις σωστές δόσεις για θεραπεία με ράδιο. Το 1910δημοσίευσε το θεμελιώδες έργο της «Μελέτη επί της ραδιενέργειας», ενώ τον επόμενο χρόνο κατάφερε να απομονώσει το μεταλλικό ράδιο. Μετά τον θάνατό της εκδόθηκε από το Ινστιτούτο Ραδίου στο Παρίσιένα έργο της με τίτλο: «Ραδιενέργεια, συγγραφέν υπό της Μαρίας Κιουρί, καθηγήτριας του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, κατόχου βραβείων Νομπέλ Φυσικής και Χημείας».
Τίτλοι και διακρίσεις
Το 1903 η Μαρία Κιουρί έλαβε τον τίτλο του διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Σορβόνης με βαθμό Άριστα. Τον ίδιο χρόνο το ζεύγος Κιουρί βραβεύθηκε με το Νομπέλ Φυσικής, το οποίο μοιράστηκαν με τον Ανρί Μπεκερέλ. Επίσης το 1903 βραβεύθηκαν από τη Βασιλική Εταιρεία του Λονδίνου με το βραβείο Davy. Τον επόμενο χρόνο έλαβαν το βραβείο Matteucci. Το 1906 η Μαρία Κιουρί γινόταν η πρώτη γυναίκα στη Γαλλία που της δινόταν έδρα πανεπιστημίου, ενώ ήταν επίσης η πρώτη γυναίκα που έδωσε διάλεξη στο πανεπιστήμιο της Σορβόνης. Το 1911 βραβεύθηκε με το Νομπέλ Χημείας από τη Σουηδική Ακαδημία Επιστημών, παρ' όλο που λίγους μήνες νωρίτερα η Ακαδημία Επιστημών της Γαλλίας είχε αρνηθεί να τη δεχτεί ως μέλος της. Είναι η πρώτη γυναίκα που κέρδισε βραβείο Νόμπελ, ο πρώτος άνθρωπος που κέρδισε δύο βραβεία Νόμπελ και ο μοναδικός άνθρωπος μέχρι σήμερα που έχει βραβεία Νόμπελ σε διαφορετικές επιστήμες. Το 1921 επισκέφθηκε τις Η.Π.Α. και προσκλήθηκε σε επίσημο δείπνο από τον πρόεδρο των Η.Π.Α. Ουόρεν Χάρντινγκ, που της δώρισε ένα γραμμάριο ραδίου αξίας 200.000 δολαρίων, το οποίο με τη σειρά της δώρισε στο Ινστιτούτο Ραδίου του Παρισιού. Τον ίδιο χρόνο αναγορεύεται επίτιμη διδάκτωρ σχεδόν σε όλα τα πανεπιστήμια των Η.Π.Α., ενώ γίνεται και επίτιμη δημότης της Νέας Υόρκης. Τον Φεβρουάριο του 1922 η Μαρία Κιουρί εκλέγεται από την Ιατρική Ακαδημία του Παρισιού «ελεύθερος εταίρος» της.
Μερικούς μήνες αργότερα εκλέγεται από το συμβούλιο της Κοινωνίας των Εθνών μέλος της διεθνούς επιτροπής πνευματικής συνεργασίας. Το 1929 ξαναεπισκέφθηκε τον Λευκό Οίκο, προσκεκλημένη του προέδρου των Η.Π.Α. Χέρμπερτ Χούβερ. Πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Ινστιτούτου Ραδίου στην Βαρσοβία, το οποίο εγκαινίασε το 1932, παρουσία του προέδρου της Πολωνικής Δημοκρατίας. Το 1944 ονομάστηκε προς τιμήν της το Πολωνικό πανεπιστήμιο Μαρία Σκουοντόφσκα-Κιουρί. Τέλος, η επιστημονική κοινότητα, σε ένδειξη σεβασμού προς την Μαρία Κιουρί, έδωσε το όνομά της σε μονάδα μέτρησης της ραδιενέργειας (το κιουρί ή Ci) και στο τεχνητό χημικό στοιχείο με ατομικό αριθμό 96 (το κιούριο). Επίσης η Μαρία Κιουρί απεικονιζόταν σε χαρτονομίσματα στη Γαλλία και στην Πολωνία .
Η Κιουρί επισκέφτηκε την Πολωνία για τελευταία φορά στις αρχές του 1934. Λίγους μήνες αργότερα, στις 4 Ιουλίου 1934, πέθανε στο σανατόριο στο Πασί, στο Haute-Savoie, από απλαστική αναιμία που πιστέυοταν ότι είχε προκληθεί από την μακρόχρονη έκθεσή της στην ακτινοβολία. Οι βλαβερές επιπτώσεις της ιονίζουσας ακτινοβολίας ήταν άγνωστες την περίοδο της εργασίας της, η οποία διεξαγόταν χωρίς να λαμβάνονται υπ' όψιν οι παράμετροι ασφάλειας που ωστόσο αναπτύχθηκαν αργότερα. Συχνά μετέφερε δοκιμαστικούς σωλήνες που περιήχαν ισότοπα στην τσέπη της και τους αποθήκευε στο συρτάρι του γραφείου της, παρατηρώντας στο αχνό φως ό,τι εκλυόταν από τις ουσίες στο σκοτάδι. Η Κιουρί επιπλέον ήταν εκτεθειμένη σε ακτίνες Χ χωρίς προστατευτικό εξοπλισμό, ενόσω υπηρετούσε ως ακτινολόγος σε διάφορα νοσοκομεία στη διάρκεια του πολέμου. Παρ' όλο που βρισκόταν σε συνεχή έκθεση για δεκαετίες στην ακτινοβολία, ποτέ της δεν συνειδητοποίησε τα προβλήματα υγείας που θα μπορούσε να είχε από την έκθεσή της στην ακτινοβολία.
Εύα Κιουρί - Μαρία Κιουρί
μετάφραση: Παναγιώτα Πανταζή
Ωκεανίδα, 2005
555 σελ.
ISBN 960-410-393-8, ISBN-13 978-960-410-393-5,
Η συναρπαστική βιογραφία της Πολωνογαλλίδας φυσικού και χημικού (1867-1934), της διασημότερης γυναίκας επιστήμονα όλων των εποχών, γραμμένη από την κόρη της.
Σε συνεργασία με τον άντρα της, Πιέρ Κιουρί, που τους έδενε βαθιά εκτίμηση και αληθινή αγάπη, ανακάλυψε το ράδιο και μελέτησε τα φαινόμενα της ραδιενέργειας. Έγινε η πρώτη γυναίκα που κατέλαβε έδρα στη Σορβόννη, ενώ τιμήθηκε δυο φορές με το βραβείο Νόμπελ - Φυσικής (1903) και Χημείας (1911).
Μια θρυλική μορφή, μια ακούραστη και ιδιοφυής ερευνήτρια που συνεχίζει να μας εμπνέει με το παράδειγμά της.
"Είναι γυναίκα, ανήκει σ' ένα λαό καταδυναστευμένο, είναι φτωχή, είναι όμορφη", γράφει η Εύα Κιουρί για τη μητέρα της. "Μια ακατανίκητη προδιάθεση τη σπρώχνει ν' αφήσει την πατρίδα της, την Πολωνία, για να έρθει να σπουδάσει στο Παρίσι, όπου περνάει χρόνια μοναξιάς, δύσκολα χρόνια. Συναντάει έναν άνθρωπο που είναι, όπως και η ίδια, μια μεγάλη διάνοια. Τον παντρεύεται. Η ποιότητα της ευτυχίας τους είναι μοναδική. Ύστερα από την πιο σκληρή και επίμονη προσπάθεια, η Μαρία και ο Πιερ Κιουρί ανακαλύπτουν ένα μαγικό σώμα, το ράδιο. Η ανακάλυψή τους δεν εγκαινιάζει μόνο μια νέα επιστήμη και μια νέα φιλοσοφία: προσφέρει στους ανθρώπους το μέσο για να θεραπεύσουν μια φρικτή αρρώστια. Ακριβώς την ώρα που η δόξα των δύο επιστημόνων απλώνεται σ' ολόκληρο τον κόσμο, το πένθος πλήττει τη Μαρία. Ο θάνατος έρχεται να της κλέψει, μέσα σε μια στιγμή, τον απαράμιλλο σύντροφο της ζωής της. Παρά την ψυχική καταρράκωση και τον κλονισμό της υγείας της, εκείνη συνεχίζει μόνη το έργο που άρχισαν, και δίνει λαμπρή ώθηση στην επιστήμη που δημιούργησαν μαζί".