ΜΕΛΙΣΣΑ - ΜΕΛΙ ΣΤΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

 

Η μέλισσα είναι έντομο από την τάξη υμενόπτερα, που θεωρείται από όλα γενικά τα έντομα το πιο σπουδαίο από οικονομικής άποψης για τον άνθρωπο.

Στο είδος της μέλισσας της μελιτοφόρου, όπως επίσημα λέγεται η μέλισσα, υπάρχουν τρεις βασικές ομάδες, η κάθε μια από τις οποίες έχει και μερικές φυλές. Η πρώτη ομάδα περιλαμβάνει τις μέλισσες της ανατολικής Ασίας με εκπρόσωπο τη μέλισσα την ινδική. Η δεύτερη ομάδα είναι η αφρικανική και η τρίτη ομάδα είναι η ευρωπαϊκή, που περιλαμβάνει πάνω από 10 φυλές. Οι πιο γνωστές διεθνώς είναι η Ιταλική (ligoustica) και η Γιουγκοσλαβική (Carnica), ενώ στην Ελλάδα πιο διαδεδομένη ντόπια φυλή είναι η (Cecropia) η οποία πήρε το όνομά της από τον πρώτο βασιλιά της Αθήνας Κέκροπα.

Η καθεμιά από τις παραπάνω ομάδες έχει μερικά βασικά διακριτά χαρακτηριστικά. Τα τελευταία χρόνια άρχισε η συστηματική διασταύρωση των μελισσών για να δημιουργηθεί νέος τύπος που θα έχει μέσο μέγεθος, θα είναι ήσυχη και εργατική και θα πολλαπλασιάζεται σχετικά εύκολα την άνοιξη.
Η μέλισσα ζει στη Γη το λιγότερο 15 εκατομμύρια χρόνια και θεωρείται από τους πιο παλιούς κατοίκους της, που εξακολουθεί να υπάρχει ακόμη και σήμερα.
Είναι από τα ελάχιστα είδη των εντόμων που ο άνθρωπος προσπάθησε να εκμεταλλευτεί, βλέποντας ότι θα είχε κάποιο οικονομικό όφελος. Η προσπάθεια αυτή του ανθρώπου να εξημερώσει τη μέλισσα δεν είναι νέα. Υπάρχει μια σπηλαιογραφία στην Μπικόρπ της Ισπανίας, ηλικίας τουλάχιστον 15.000 χρόνων, όπου εικονίζεται ένας άνθρωπος που προσπαθεί να πάρει μέλι από μελίσσι.
Μεσολιθική εποχή, ζωγραφική σε βράχο, κυνηγός συγκομιδή από μέλι και κερί από μια φωλιά μελισσών σε ένα δέντρο. Στο Cuevas de la Araña en Bicorp. (Χρονολογείται περίπου 8.000-6.000 π.Χ. ) πηγή


Κοινωνική οργάνωση


Οι μέλισσες ανήκουν στην κατηγορία των εντόμων που παρουσιάζουν σαφή ιεράρχηση και ζουν σε μεγάλες οικογένειες, μέσα σε κυψέλες. Σε κάθε οικογένεια υπάρχει μια "βασίλισσα", που έχει σαν μοναδική αποστολή να εξασφαλίζει τον πολλαπλασιασμό της οικογένειας. Η οικογένεια έχει ακόμη μερικούς αρσενικούς, τους κηφήνες, που προορίζονται να γονιμοποιήσουν μόνο μια φορά τη βασίλισσα και στη συνέχεια να πεθάνουν. Τέλος κάθε οικογένεια αποτελείται από μερικές χιλιάδες θηλυκές μέλισσες, που είναι στείρες και λέγονται "εργάτριες". Οι εργάτριες, που αποτελούν και το βασικό πληθυσμό, έχουν πολλές και σύνθετες αποστολές, αρχίζοντας από τη δημιουργία αποθεμάτων τροφών, μέχρι τη φύλαξη της κυψέλης και την περιποίηση των μικρών.
Οι τρεις κάστες μελισσών της κυψέλης
πηγή




Η βασίλισσα, ο κηφήνας και η εργάτρια ξεχωρίζουν με την πρώτη ματιά μεταξύ τους. Η εργάτρια είναι πιο μικρή και από τον κηφήνα και από τη βασίλισσα, και πιο αδύνατη. Η βασίλισσα έχει μεγαλύτερο μήκος, ενώ ο κηφήνας είναι κοντός, χοντρός και πιο σκούρος. Ο κηφήνας δεν έχει κεντρί, σε αντίθεση με τις εργάτριες και τη βασίλισσα που έχουν. Οι βασίλισσες το χρησιμοποιούν μόνο ενάντια σε άλλες βασίλισσες και αυτό δεν αποκολλάται από το σώμα τους όπως συμβαίνει με τις εργάτριες. Οι εργάτριες και οι βασίλισσες προέρχονται από γονιμοποιημένα αυγά. Αντίθετα, οι κηφήνες προέρχονται από αυγά μη γονιμοποιημένα. Έτσι, από το ίδιο αβγό είναι δυνατό να δημιουργηθεί βασίλισσα ή εργάτρια. Η διαφοροποίηση είναι αποτέλεσμα μιας ειδικής διατροφής που λαμβάνουν οι βασίλισσες από τη στιγμή που θα βγουν από το αβγό μέχρι που να μεταμορφωθούν σε τέλειο έντομο. Τρέφονται αποκλειστικά και μόνο από έναν πολτό, το λεγόμενο βασιλικό πολτό. Ο βασιλικός πολτός είναι στην πραγματικότητα αδενικό έκκριμα των εργατριών του οποίου η ακριβής σύνθεση, μέχρι σήμερα, δεν έχει προσδιοριστεί. Με το έκκριμα αυτό τρέφονται και εργάτριες, αλλά μόνο για ένα διάστημα που δεν ξεπερνά τις 48 ώρες. Στη συνέχεια τρέφονται με μείγμα μελιού, γύρης κλπ. Το μείγμα αυτό περιέχει κάποια ουσία που τελικά προκαλεί εκφυλισμό των γεννητικών οργάνων των εργατριών, τα οποία ατροφούν και δεν αναπτύσσονται γίνονται ατελή θηλυκά έντομα δηλαδή εργάτριες μέλισσες.. οι κηφήνες τρέφονται και αυτοί με μείγμα βασικά μελιού και γύρης.






ΠΡΟΙΟΝΤΑ
Οι μέλισσες εκτρέφονται για το μέλι, που θεωρείται μια από τις πιο καλές τροφές, για το βασιλικό πολτό που χρησιμοποιείται σαν διεγερτικό και στην παρασκευή καλλυντικών, για την πρόπολη η οποία είναι μέγιστο αντισηπτικό, για την γύρη που έχει ευεργετικές ιδιότητες στον οργανισμό μας, για το κερί πριν από μερικά χρόνια είχε μεγάλη αξία, και για το δηλητήριο τους που περιέχει ουσίες, που μπορούν να χρησιμοποιηθούν σαν φάρμακο για τους ρευματικούς. Ακόμη πολύ μεγάλη είναι η προσφορά των μελισσών στην επικονίαση των λουλουδιών. Η οικονομική σημασία της γονιμοποίησης, στην οποία συμβάλλουν οι μέλισσες μεταφέροντας γύρη από λουλούδι σε λουλούδι, είναι ανυπολόγιστη.











ΩΦΕΛΕΙΕΣ  ΤΟΥ ΜΕΛΙΟΥ

Πολλές είναι οι θρεπτικές και ευεργετικές ιδιότητες του μελιού κάτι που είναι γνωστό εδώ και χιλιάδες χρόνια. Η συστηματική κατανάλωση μελιού ενεργοποιεί τον μεταβολισμό, αποτοξινώνει τον οργανισμό και συμβάλλει στην αύξηση της μακροζωίας.
Το μέλι ενδείκνυται για εξωτερική χρήση στο πρόσωπο αφού έχει αντιγηραντικές ιδιότητες, ενυδατώνει το δέρμα και μειώνει τις ρυτίδες. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα ότι χρησιμοποιείται ως βασικό συστατικό σε πολλά καλλυντικά προσώπου.
Το μέλι ήταν μία από τις πιο διαδεδομένες φυσικές θεραπείες για τις μολύνσεις και τα τραύματα κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Επίσης, πέρα από τις αντιφλεγμονώδεις και αντιβακτηριδιακές του ιδιότητες, το μέλι μειώνει τη φαγούρα και τον ερεθισμό του δέρματος.
Ένα κουταλάκι του γλυκού μέλι και λίγες σταγόνες φρέσκου λεμονιού αραιωμένες σε χλιαρό νερό είναι ιδανικό φάρμακο αντιμετώπισης των κολικών του στομάχου.
Το μέλι μαλακώνει και ανακουφίζει επίσης από τα συμπτώματα του ερεθισμένου λαιμού. Την επόμενη φορά που πονάτε ή έχετε έντονο βήχα, πάρτε μία κουταλιά μέλι και κατεβάστε τη σιγά σιγά.
Το μέλι είναι εξαιρετικό φάρμακο για τα καψίματα του δέρματος. Απλώστε λίγο στην πάσχουσα περιοχή και αμέσως θα ανακουφιστείτε από τον πόνο και το τσούξιμο.
Τέλος, σύμφωνα με έρευνες το μέλι βοηθά και στην αντιμετώπιση των νευρικών διαταραχών συμπεριλαμβανομένης και της αϋπνίας. Πιείτε ένα ποτήρι χλιαρό νερό με 1 κουταλιά μέλι για να χαλαρώσετε και να κοιμηθείτε σαν πουλάκι.http://www.thestival.gr/







ΜΕΛΙΣΣΟΚΟΜΙΑ


Η μελισσοκομία έχει αρκετά παλιά παράδοση. Σε διάφορες ζωγραφικές παραστάσεις, που βρέθηκαν στις Πυραμίδες της Αιγύπτου, εικονίζονται άνθρωποι που ασχολούνται με τη μελισσοκομία. Στην αρχαία Ελλάδα επίσης η μελισσοκομία βρισκόταν σε αρκετά υψηλό επίπεδο ήδη από την προιστορική εποχή όπως δείχνουν οι σύγχρονες έρευνες Άλλωστε από την εποχή αυτή υπάρχουν τα γραπτά του Αριστοτέλη για τη μελισσοκομία. Οι απόψεις του αυτές εξακολουθούσαν να ισχύουν μέχρι και το μεσαίωνα. Ο μεσαίωνας δεν πρόσθετε και πολλά καινούρια πράγματα στη μελισσοκομία, εκτός ίσως από τον καπνό, όταν επρόκειτο να ασχοληθεί κανείς με τις μέλισσες, ώστε αυτές να μην αγριεύουν πολύ. Αργότερα η μελισσοκομία αποτέλεσε είδος ασχολίας των μοναχών στα μοναστήρια, όπου και αναπτύχθηκε σημαντικά.


Τη μεγαλύτερη ανάπτυξη τη γνώρισε η μελισσοκομία τα τελευταία εκατό χρόνια και ακόμη μεγαλύτερη τα τελευταία χρόνια μετά τον πόλεμο. Σήμερα είναι πια πάρα πολλά γνωστά πράγματα από τη βιολογία των μελισσών, από τη νομοτέλεια που διέπει τη ζωή τους, τον τρόπο της ζωής τους κλπ. Σε μερικά κράτη η μελισσοκομία έχει πάρει το χαρακτήρα της βιομηχανικής παραγωγής, όπως στον Καναδά, την Ρωσία και τις ΗΠΑ. Οι παλιές πρωτόγονες κυψέλες έχουν αντικατασταθεί με νέες ξύλινες και πολύ πιο πρακτικές και αποδοτικές.https://el.wikipedia.org








Η μελισσοκομία στην Ελληνική μυθολογία
Ο φτερωτός Αρισταίος, λεπτομέρεια από μελανόμορφο αμφορέα του 540 πΧ.
πηγή


Από τους προϊστορικούς χρόνους οι άνθρωποι ήξεραν να παίρνουν το μέλι και να το χρησιμοποιούν στη διατροφή τους. Επί πολλούς αιώνες το μέλι ήταν η μόνη γνωστή γλυκαντική ουσία. Οι Θεοί του Ολύμπου τρέφονταν με νέκταρ και αμβροσία. Ο Ησίοδος και ο Πίνδαρος αναφέρουν ότι ο Αρισταίος, γιος του Απόλλωνα θεού της μουσικής και της αρμονίας, και της Κυρήνης, κόρης του βασιλιά των Λαπιθών Υψέα, ήταν ο εισηγητής της καλλιέργειας των μελισσών, του σταφυλιού και της ελιάς, ο προστάτης των βοσκών και των κυνηγών, θεράποντα της ιατρικής και της μαντικής. Ο Αρισταίος γεννήθηκε στην Λιβύη και ο Ερμής τον πήρε και τον πήγε στη Γαία και στις Ώρες για να τον αναθρέψουν. Πρώτος σταθμός του Αρισταίου είναι η Κέα όπου δίδαξε τους κατοίκους του νησιού και τη μελισσοκομία. Έτσι, ο Αρισταίος υπήρξε για τους ανθρώπους και μάλιστα για τους κατοίκους της Κέας, ο πρώτος εφευρέτης μιας σειράς από χρήσιμες τέχνες κυριότερη από τις οποίες ήταν η μελισσοκομία. Ο Αρισταίος και η μέλισσα θα γίνουν τα βασικά σύμβολα της Κέας και θα απεικονισθούν στα νομίσματα της Τουλίδας, της Καρθαίας και της Κορησίας. 


Στην ελληνική μυθολογία, η μέλισσα και άμεσα ή έμμεσα το μέλι κατέχουν σημαντική θέση. 



Παραστάσεις σε πλακίδια και μενταγιόν από χρυσό ή ήλεκτρο προερχόμενα από τη Ρόδο, Μήλο και Θήρα  πηγή 




Θεά ή Δαιμόνισσα. Μισή μέλισσα, μισή φτερωτή γυναίκα, μορφή της Μεγάλης Θεάς Μητέρας, της Προ-Άρτεμης, δηλαδή με στενή σχέση θεοτήτων της βλάστησης.


Εφέσια Αρτεμη. Απεικονίσεις μέλισσας ανάμεσα σε ζώα και ρόδακες στον επενδυτή της θεάς. Θεά της γονιμότητας και της παρθενίας. "Μέλισσαι" ονομάζονταν και οι ιέρειες της Εφέσιας Αρτεμης, της Ρέας, της Κυβέλης, της Δήμητρας και της Περσεφόνης.


Δίας (Μελισσεύς και Μελισσαίος - Ησύχιος). Ο μύθος αναφέρει σαν τροφούς του Δία τις ιερές μέλισσες που τον μεγάλωσαν στη σπηλιά στο "Ιδαίο Αντρο" της Κρήτης.


Απόλλωνας. Ο Απόλλωνας τρεφόταν με νέκταρ και αμβροσία και έγινε τόσο όμορφος, που ο πατέρας του, ο Δίας, τον ονόμασε θεό του φωτός


Ιέρειες Μέλισσες. Με το μέλι συνδέονται μύθοι σχετικά με ιέρειες που είχαν την ικανότητα να προφητεύουν, όπως η Πυθία, και οι Θρίες.


Αφροδίτη - Έρωτας-Μέλι. Ο Θεόκριτος στο γνωστό ποίημα του, μας λέει ότι ο Έρωτας θέλησε να κλέψει κηρήθρα με μέλι και οι μέλισσες για τιμωρία τον κεντρίσανε, αναφερόμενος συμβολικά στις χαρές και τις πίκρες του έρωτα.


Τροφώνιος. Θεϊκό παιδί που τράφηκε με μέλι από νύμφες μέσα σε ιερή σπηλιά, όπου το δρόμο ως εκεί έδειξαν μέλισσες, οι λεγόμενες τροφωνιάδες. Ο Τροφώνιος ήταν μια προελληνική αγροτική θεότητα (θεός της βροχής και της βλάστησης) με θεραπευτικές και μαντικές ιδιότητες, με γονείς του τον Βάκχο και την Περσεφόνη, τον Απόλλωνα και την Επικάστη, τον Δία και την Ιοκάστη, τον Εργίνο και την Ιοκάστη (ανάλογα με την παραλλαγή του μύθου).


Αρισταίος. Αλλη μια προελληνική αγροτική θεότητα της βλάστησης. Γιος του Απόλλωνα και της Νύμφης Κυρήνης, την οποία απήγαγε ο θεός από τις όχθες του Πηνειού ποταμού και την οδήγησε στη μακρινή Λιβύη. Εκεί γέννησε τον Αρισταίο και ο Ερμής έφερε το νεογέννητο στις Ώρες και στη Γη για να το καταστήσουν αθάνατο, τρέφοντάς το με αμβροσία και νέκταρ. Λατρευόταν σαν προστάτης των κοπαδιών του λαδιού και του μελιού. Σύμφωνα με τον Νόννο (Διονυσιακά, 5, 212-286), στον Αρισταίο οφείλεται η κυψέλη, η λινή φόρμα και η τεχνική του καπνίσματος των μελισσών. Ο ίδιος συγγραφέας αναφέρει ότι ο Αρισταίος πρόσφερε στους θεούς και τους ανθρώπους το μέλι και ο Διόνυσος το κρασί.


Ήβη και Γανυμήδης. Οι Ολύμπιοι θεοί τρέφονταν με αμβροσία (μέλι) και νέκταρ (υδρόμελο), σερβιρισμένα από τη θεά της νεότητας Ήβη (κόρη του Δία και της Ήρας) και αργότερα μετά την αποθέωση του Ηρακλή και το γάμο του με την θεά, από τον Γανυμήδη.
Γλαύκος και Πολύιδος. Ο Γλαύκος, γιός του Μίνωα και της Πασιφάης (ή Κρήτης) πνίγηκε σε πιθάρι γεμάτο με μέλι και αναστήθηκε από τον μάντη Πολύιδο με τη βοήθεια ενός μαγικού βοτάνου. Ο μύθος ήταν πολύ δημοφιλής στην αρχαιότητα και η έκφραση "Γλαύκος πιών μέλι ανέστη" ήταν συνηθισμένη για κάποιον που είχε κινδυνεύσει να πεθάνει και τελικά επέζησε. Ο Αισχύλος, Σοφοκλής και Ευριπίδης είχαν χρησιμοποιήσει το μύθο στα έργα τους Κρήσσαι, Πολύιδος (Μάντεις) και Πολύιδος αντίστοιχα.
Κάτω Κόσμος (Αδης). Σε παράσταση σκαραβαίου εικονίζεται ο Ερμής να ανακαλεί ψυχές από τον Κάτω Κόσμο, ενώ από πάνω τους πετάει μια μέλισσα. Οι νεκροί έπρεπε να έχουν μαζί τους για το ταξίδι στον Κάτω Κόσμο μέσα από τον ποταμό Αχέροντα μια μελόπιτα για να εξευμενίσουν τον τρομερό φύλακα του Αδη, Κέρβερο.
Ροδοδάκτυλος Ηώ. Η θεά Αφροδίτη την "καταράστηκε" να μην βρίσκει ερωτική ικανοποίηση, όταν η Ηώ ξελόγιασε τον θεό Αρη. Στο "κυνήγι" συντρόφων συναντήθηκε με τον Τιθωνό, που τον απήγαγε και τον έτρεφε με αμβροσία για να μείνει για πάντα νέος και δυνατός.http://waxcreations.gr/paragwgos.html


ΓΛΥΚΑ


ΜΕΛΟΠΙΤΑ ΣΙΦΝΟΥ 


Υλικά για 6 μερίδες, 



θα χρησιμοποιηθεί ένα 20cm ταψί
600γρ μαλακό τυρί μυζήθρα (ή ρικότα)
150gr μέλι
3 αυγά
1 κουταλιά της σούπας κορν φλάουρ
½ κουταλάκι του γλυκού αλάτι
βανίλια ή ξύσμα λεμονιού για άρωμα
μέλι και κανέλα για το σερβίρισμα (προαιρετικά)

Εκτέλεση:

Προθερμάνετε το φούρνο στους 180 C .
Σε ένα μπολ ανακατεύουμε όλα τα υλικά με ένα σύρμα ή απλά με ένα πιρούνι, μέχρι να ενσωματωθεί πλήρως.
Αλείφουμε ένα ταψί με λάδι και ρίχνουμε το κουρκούτι μέσα.
Ψήνουμε για 40 λεπτά ή μέχρι να ροδίσει.
Σερβίρουμε την μελόπιτά μας ζεστή ή σε θερμοκρασία δωματίου ραντισμένη με μέλι και πασπαλίζοντας με κανέλα.http://proionta-tis-fisis.com/ 


ΛΙΚΕΡ ΜΕΛΙ 


Υλικά
• 550 γραμ. μέλι εσπεριδοειδών ή θυμαρίσιο
• 700 ml τσίπουρο χωρίς γλυκάνισο ή βότκα
• 200 ml νερό
• 2 ξύλα κανέλλας
• 2 γαρύφαλλα
• 1 μοσχοκάρυδο
• 1 κουτ. σούπας χυμό λεμονιού


Εκτέλεση

Ζεσταίνουμε σε ένα κατσαρολάκι το νερό μέχρι να βράσει και έπειτα το αφήνουμε να γίνει χλιαρό.
Σε ένα γυάλινο αποστειρωμένο βάζο ή μπουκάλι που κλείνει αεροστεγώς, ρίχνουμε το τσίπουρο, τις κανέλλες, τα γαρύφαλλα, το μοσχοκάρυδο, το χλιαρό νερό, το μέλι, το χυμό λεμονιού και ανακατεύουμε.
Σφραγίζουμε καλά το βάζο ή το μπουκάλι και το αφήνουμε σε σκιερό μέρος, για περίπου 10 μέρες, ανακινώντας το 3 - 4 φορές, μέχρι να διαλυθεί το μέλι.
Σουρώνουμε το λικέρ με ένα σουρωτήρι και τουλπάνι διπλωμένο πολλές φορές, για να αφαιρέσουμε τα μπαχαρικά, και να το καθαρίσουμε από το «χοντρό» μέλι που έχει «κάτσει» στον πάτο.
Το βάζουμε σε αποστειρωμένα βάζα ή μπουκάλια που κλείνουν καλά και το απολαμβάνουμε.


-- Αν το θέλουμε περισσότερο διάφανο το σουρώνουμε πάλι σε φίλτρο του καφέ. 
http://faghta-giagias.blogspot.com/

Πίνακας - Giselle Gautreau

ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΤΗ ΜΕΛΙΣΣΑ

«Ξέρει η µέλισσα από ποιο λουλούδι βγάζει µέλι» 
 «Αγάλια, αγάλια γίνεται η αγουρίδα µέλι» 
«Χαρισµένο ξύδι πιο γλυκό απ’ το µέλι» 
 «Το ‘να χέρι στο µέλι, τ’ άλλο στο λάδι» 
 «Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου µέλι» 
 «Το µέλι δεν το τρώει όποιος έχει µεγάλα δάχτυλα αλλά όποιος έχει µεγάλη τύχη» 
 «Η αράχνη απ’ τα λουλούδια µαζεύει δηλητήριο και η µέλισσα µέλι» 
 «Το µέλι είναι γλυκό, µα η µέλισσα κεντά»

ΑΙΝΙΓΜΑΤΑ
Μικρή µικρή νοικοκυρά µεγάλη πίτα φτιάχνει. Τι είναι; (Η µέλισσα και το µέλι)

 Είναι βαρύς σαν σίδερο, είναι γλυκός σαν µέλι, µήτε µε χέρι πιάνεται µήτε στην τσέπη µπαίνει. Τι είναι; (Ο ύπνος)



ΦΡΑΣΕΙΣ 




τα πάμε μέλι γάλα: Έχουμε καλές σχέσεις, Συμφιλιωθήκαμε. Απορρίψαμε τις προηγούμενες έριδες και φιλονικίες.


Ανάλογο: Ο,τι είπαμε, [να είναι] «Νερο κι΄αλάτι».
ρέει μέλι και γάλα: Υπάρχει υπερεπάρκεια αγαθών όπως περιγράφεται στη Βίβλο. πρβλ. κέρας Αμάλθειας, Γη Επαγγελίας.
Μέλι στάζει το στόμα του είναι γλυκομίλητος, μιλάει ωραία.
Ο μήνας του μέλιτος : ο πρώτος μήνας του γάμου που είναι και γλυκός (για τους επόμενους δεν υπάρχει καμία εγγύηση). Ο μήνας ήταν και σεληνιακὀς για αυτό λέμε και σελήνη του μέλιτος. Το ταξίδι του γάμου λέγεται και ταξιδι του μέλιτος.

Παρομοιώσεις

Το μέλι χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει κάθε τι γλυκό. Πχ. «Αγόρασα κάτι σύκα! Μέλι!» - Αγόρασα κάποια πολύ γλυκά σύκα.
Ανάλογο είναι και το σερμπέτι (σιρόπι) : «πως τον εκανες έτσι τον καφέ! σερμπέτι!» - Πολύ γλυκός.
Οι αρχαίοι χρησιμοποιούσαν τη λέξη «μέλι» για να χαρακτηρίσουν την ευγλωττία:

"μέλιτος γλυκίων ῥέεν αὐδή" Ιλιάδα .1.249, 
"Σοφοκλέους τοῦ μέλιτι κεχριμένου" Aριστ. Αποσπ.581; 
"ὕπνος γλυκίων μέλιτος" Μόσχος 2.3; 
"ἡ τῶν ἀνδρῶν [χολή] ἐστι πρὸς ἐκείνην μέλι" Αλέξ.146.6:


ΠΑΙΧΝΙΔΙ -  Περνά, περνά η µέλισσα

Πίνακας - Elizabeth Adela Forbes





Τα παιδιά εκλέγουν δύο αρχηγούς. Αυτοί οι δύο ονομάζονται με κάτι γλυκό ή σπουδαίο ή καλό (εγώ είμαι το δαχτυλίδι, λέει ο ένας με την διαμαντόπετρα, εγώ είμαι ένα ωραίο παγωτό με κρέμα, σοκολάτα και μπόλικο σιρόπι λέει ο άλλος, ή εγώ είμαι ο Παρθενώνας, εγώ είμαι ο ναός του Σουνίου). 

Τότε στέκονται ο ένας απένταντι στον άλλον και τα υπόλοιπα παιδιά κάνουν μία ουρά και τα δύο παιδιά χτυπούν τα χέρια τους ψηλά σαν αψίδα να περάσουν οι άλλοι απο κάτω τραγουδώντας: "Περνά περνά η μέλισσα με τα μελισσότπουλα και με τα παιδόπουλα, παιδόπουλα". Σταματούν σ' ένα παιδί που περνάει εκείνη τη στιγμή κάτω απο την αψίδα και του λένε μυστικά στ' αυτί αυτό που έχουν βάλει ότι είναι να διαλέξει.
Αυτό του το λέει ο ένας συνήθως χωρίς να πει, ποιός είναι τι. Οταν το παιδί ζητήσει "το παγωτό" (ας πούμε) πηγαίνει πίσω απ' αυτόν που έχει ονομαστεί "παγωτό" και τον κρατά απο τη μέση.

Το ίδιο επαναλαμβάνεται για όλα τα παιδιά να διαλέξουν. Ετσι γίνονται δύο αλυσίδες. Πιάνονται οι αρχηγοί απο τα χέρια και τραβιούνται απο τα πίσω παιδιά. Οποια ομάδα τραβήξει την άλλη κερδίζει. 
Βασιλική Γ., Πλατεία Βικτωρίας - Αθήνα http://users.sch.gr/
Πίνακας  - Sabina Espinet

Η ΜΕΛΙΣΣΑ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ 

Μέλισσα και αρχαιολογικά ευρήματα

Γνωρίζοντας οι άνθρωποι τη μέλισσα και το μέλι και αναγνωρίζοντας την αξία τους, αποτύπωσαν την εκτίμηση και τον θαυμασμό τους σε πάρα πολλά αντικείμενα όπως κοσμήματα, νομίσματα, αγγεία και άλλα.

Τα πιο σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα που σχετίζονται με την μέλισσα είναι:



Ένα χρυσό κρεμαστό κόσμημα με δύο μέλισσες (2.000 π.Χ. – 1.700 π.Χ., Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου), σύμβολο γονιμότητας της Μινωικής μητριαρχικής Κρήτης.

Είναι ένα κομψότατο δείγμα της Μινωικής χρυσοτεχνίας και μεταλλοτεχνίας δουλεμένο με φοβερή επιδεξιότητα και μεγάλη λεπτομέρεια. Το κόσμημα αυτό ανάμεσα σε άλλα πολύτιμα αντικείμενα βρέθηκε στην νεκρόπολη των Μαλίων στην Κρήτη. Το πανέμορφο αυτό περίαπτον (φυλακτό) αποτελείται από 2 μέλισσες την ώρα που πετούν αντικρυστά και κρατούν ανάμεσα στα πόδια τους μια κηρήθρα. Επάνω από τα κεφάλια τους βρίσκεται ένας χρυσός συρμάτινος κλωβός και στο εσωτερικό του υπάρχει ένα χρυσό σφαιρίδιο, ίσως μια σταγόνα μελιού ή κατ” άλλους ένας κόκκος γύρης, και από τα φτερά και το κεντρί κρέμονται μικροί χρυσοί δίσκοι με κοκκιδωτή διακόσμηση.



Ένα χρυσό κόσμημα, πολύσημο, πολύ μικρού μεγέθους.

Ανάμεσα σε άλλα χρυσά αντικείμενα βρέθηκε το 2010 σε τάφο στην αρχαία Ελεύθερνα στο Ρέθυμνο της Κρήτης ένα μοναδικής ομορφιάς χρυσό κόσμημα που απεικονίζει μια θεά-μέλισσα-άνθος. Παρά το μικρό του μέγεθος (2-3 εκ.), είναι ευδιάκριτη η μορφή μιας γυναίκας, πιθανώς θεάς, με δαιδαλική κεφαλή με φενάκη (περούκα), χέρια στήμονες, σώμα μέλισσας και φτερά στολισμένα με υπέροχα λουλουδάκια. Αν αντιστραφεί το κόσμημα βάζοντας το πάνω-κάτω η θεά εξαφανίζεται και εμφανίζεται ένα άνθος, ένας κρίνος ή «γρύλος» όπως τον λένε στην Κρήτη.



Μια χρυσή μέλισσα που χρονολογείται γύρω στα 1.500 π.Χ., εύρημα από τις ανασκαφές της Κνωσού στην Κρήτη.

Παραστάσεις σε πλακίδια και μενταγιόν από χρυσό ή ήλεκτρο προερχόμενα από τη Ρόδο, Μήλο και Θήρα, που απεικονίζουν την μορφή της Μεγάλης Θεάς Μητέρας, της Προ-Αρτέμιδος που είναι μισή μέλισσα, μισή φτερωτή γυναίκα.



Ο μελανόμορφος αμφορέας με σκηνή κλοπής μελιού. Βασιλεία/Ελβετία, Μουσείο Αρχαιοτήτων(540-520 π.Χ.)




                             Αργυρό τετράδραχμο της Εφέσου (4ος αι. π.χ.).

ΜΥΘΟΙ - ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

Αισώπου Μύθοι Μελισσουργός

Εἰς μελισσουργοῦ τις εἰσελθών, ἐκείνου ἀπόντος, τό τε μέλι καὶ τὰ κηρία ὑφείλετο. Ὁ δὲ ἐπανελθών, ἐπειδὴ ἐθεάσατο ἐρήμους τὰς κυψέλας, εἱστήκει ταύτας διερευνῶν. Αἱ δὲ μέλισσαι ἐπανελθοῦσαι ἀπὸ τῆς νομῆς, ὡς κατέλαβον αὐτόν, παίουσαι τοῖς κέντροις, τὰ πάνδεινα διετίθεσαν. Κἀκεῖνος ἔφη πρὸς αὐτάς· Ὦ κάκιστα ζῷα, ὑμεῖς τὸν μὲν κλέψαντα ὑμῶν τὰ κηρία ἀθῷον ἀφήκατε, ἐμὲ δὲ τὸν ἐπιμελούμενον ὑμῶν δεινῶς τύπτετε.

Οὕτως ἔνιοι τῶν ἀνθρώπων δι᾿ ἄγνοιαν τοὺς ἐχθροὺς μὴ φυλαττόμενοι, τοὺς φίλους ὡς ἐπιβούλους ἀπωθοῦνται

Απόδοση του αισώπειου μύθου Μελισσουργός         (Παναγιώτης Σούτσος)

Εἰς τοῦ Ὑμηττοῦ τοὺς πόδας ὅπου τὸ μελιτουργεῖον,
τοῦ μελιτουργοῦ ἀπόντος ἔκλεψέ τις τὸ κηρίον·

ἐπανῆλθεν ὁ κλεμμένος καὶ ἰδὼν πῶς ἀπὸ μέλι

εὔκαιρη κ' ἐρημωμένη πᾶσα ἔμεινε κυψέλη,

ἔστεκε συλλογισμένος

κατηφὴς καὶ λυπημένος.



Ἀπὸ λόφους καὶ λειμῶνας ἀνθοφόρους τῆς Πεντέλης
ὅπου εἰς θεοὺς τοὺς λίθους ἄλλαζεν ὁ Πραξιτέλης
ὅλ' αἱ μέλισσαι εἰς νέφος σύμπυκνον ἐπανελθοῦσαι,
καὶ τὰς τόσας καὶ ξανθάς των μελοπήτας μὴ εὑροῦσαι
ἔπεσαν εὐθὺς καὶ ὅλαι
κατ' ἐκείνου κεντροβόλαι.

Ἔκραξεν ἐκεῖνος τότε «ὦ τὰ κάκιστα τῶν ζώων!
σεῖς τοῦ μέλιτος τὸν κλέπτην παραιτεῖτε ὡς ἀθῶον,
ἀλλ' ἐμὲ τὸν μόνον ὅστις τόσον σᾶς ἐπιμελεῖται
πλήττετε, κεντροβολεῖτε, νὰ τυφλώσετε ζητεῖτε·


Πίνακας - Deb Kirkeeide

Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/










Ονορέ ντε Μπαλζάκ ( 20 Μαΐου 1799 – 18 Αυγούστου 1850 )

 

Ο Ονορέ ντε Μπαλζάκ (πραγματικό ονοματεπώνυμο Ονορέ Μπαλσά) (Τουρ 20 Μαΐου 1799 – Παρίσι 18 Αυγούστου 1850) ήταν Γάλλος λογοτέχνης του πρώτου μισού του 19ου αιώνα. Συγκαταλέγεται στους θεμελιωτές του ρεαλισμού στην ευρωπαϊκή λογοτεχνία, ενώ θεωρείται και ένας από τους σημαντικότερους μυθιστοριογράφους όλων των εποχών.
Έφερε εις πέρας ένα μνημειώδες έργο, την «Ανθρώπινη Κωμωδία», μία συνεκτική συλλογή αρκετών μυθιστορημάτων που φιλοδοξούν να περιγράψουν σχεδόν εξαντλητικά τη γαλλική κοινωνία της εποχής του.
Γεννήθηκε στην πόλη Τουρ με καταγωγή από αστική οικογένεια της εποχής. To 1814 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, ενώ σε ηλικία 17 ετών άρχισε σπουδές νομικής στη Σορβόνη. Το 1819, απέκτησε το πτυχίο του baccalauréat και εργάστηκε για ένα διάστημα ως βοηθός σε δικηγορικό γραφείο, ωστόσο τελικά δεν ακολούθησε το επάγγελμα του συμβολαιογράφου, αλλά αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία. Εγκατέλειψε το πατρικό του σπίτι για να μείνει μόνος σε μια φτωχική σοφίτα και να αφιερωθεί στη συγγραφή φιλοσοφικών δοκιμίων, μυθιστορημάτων σε μορφή επιστολών ή τραγωδιών. Μέχρι το 1822 ο Μπαλζάκ ήταν ήδη δημιουργός αρκετών έργων – για τα οποία χρησιμοποιούσε και αρκετά ψευδώνυμα – που δεν γίνονταν όμως ευρύτερα αποδεκτά.
Το 1825 ξεκίνησε η σχέση του με τη Δούκισσα Ντ' Αμπραντές, με την βοήθεια της οποίας έγινε γνωστός στους κοσμικούς κύκλους του Παρισιού. Την ίδια περίοδο συνέβη ο θάνατος της αδελφής του Λορ, που ήταν έμπιστή του. Παράλληλα, έγινε εκδότης ενώ το διάστημα 1826-1828 εργάστηκε ως τυπογράφος με οδυνηρές όμως οικονομικές συνέπειες, καθώς καταστράφηκε οικονομικά, καταρρέοντας από τα χρέη. Το 1829 δημοσιεύτηκε το μυθιστόρημά του Οι Σουάνοι (Les Chouans), που αποτέλεσε την πρώτη εμπορική του επιτυχία και την αρχή της αναγνώρισής του ως συγγραφέα. Τον επόμενο χρόνο, δηλώνοντας πως κατάγεται από τους Μπαλζάκ της Αντράγκ, πρόσθεσε αυθαίρετα στο όνομά του τον όρο «ντε». Στις 18 Φεβρουαρίου του 1832, έλαβε το πρώτο γράμμα της Εβελίνα Χάνσκα, πολωνικής καταγωγής, με την οποία αλληλογραφούσε για περίπου 15 χρόνια και αργότερα παντρεύτηκε. Το 1835 ανέλαβε την επιθεώρηση La Chronique De Paris, την οποία εγκατέλειψε τον Ιούλιο του 1836 ακόμη περισσότερο χρεωμένος. Το 1837δημοσιεύτηκαν οι Χαμένες Ψευδαισθήσεις και ο Μπαλζάκ αγόρασε τις «Jardies», αγρόκτημα στη περιοχή των Σεβρών που, λόγω χρεών όμως αναγκάστηκε να πουλήσει το 1845.
Το 1838 πραγματοποίησε αποτυχημένες επενδύσεις στο χρηματιστήριο χωρίς να μπορέσει να βελτιώσει ούτε στο ελάχιστο την οικονομική του κατάσταση. Το 1840 προσπάθησε να επανακυκλοφορήσει την «Revue Parisienne», χωρίς επιτυχία. Λόγω των οικονομικών του προβλημάτων, αναγκάστηκε να κρυφτεί στο Πασσύ για να ξεφύγει από τους πιστωτές του. Στις 4 Μαρτίου του 1850 νυμφεύτηκε την Εβελίνα Χάνσκα και πέντε μήνες αργότερα, στις 18 Αυγούστου, πέθανε στο Παρίσι, σε ηλικία μόλις 51 ετών.

Μνημείο προς τιμή του Μπαλζάκ
 στο 
Κοιμητήριο Περ Λασαίζ
Έργο

O Μπαλζάκ υπήρξε ένας από τους πολυγραφότερους συγγραφείς όλων των εποχών, δημιουργός 2.504 ηρώων μέσα από τα βιβλία του. Η μέθοδος εργασίας του παρουσιάζει επίσης αξιοσημείωτο ενδιαφέρον. Εργαζόταν περίπου 15 ώρες ημερησίως, καταναλώνοντας μεγάλες ποσότητες καφέ για να διατηρεί τη διαύγειά του. Κατά τη διαδικασία εκτύπωσης των έργων του στο τυπογραφείο, πραγματοποιούσε αλλεπάλληλες διορθώσεις ή ακόμα και αλλαγές.
Στο Παρίσι, πόλη 2.000.000 κατοίκων, δοκιμασμένη από αλλεπάλληλες πολιτικές και κοινωνικές ανακατατάξεις, η συγγραφή μπορούσε να προσφέρει χρήματα, δόξα, εξουσία. Στη γαλλική, πρώτη μεταξύ των γλωσσών, ενισχυμένη με το σφρίγος των νέων ιδεών του μετεπαναστατικού κόσμου, οι επιφυλλίδες είχαν απήχηση στο πλατύ κοινό. Χρειάστηκαν όμως αρκετά χρόνια ακατάβλητης προσπάθειας, γράφοντας μυθιστορήματα της σειράς χωρίς να υπογράφει ωσότου αγγίξει την επιτυχία. Στον σκληρό ανταγωνισμό, όπου όλα τα ρομαντικά θέματα είχαν αξιοποιηθεί, απέδωσε συστηματικά μιαν ολόκληρη κοινωνία, τους νόμους και τους αδυσώπητους μηχανισμούς της: χαρακτήρες από τον επιχειρηματικό, δημοσιογραφικό, καλλιτεχνικό κόσμο, άντρες και γυναίκες της αριστοκρατίας, παιδιά του δρόμου, παπάδες και γιατροί που εξομολογούν τις αμαρτίες του πνεύματος και της σάρκας, στη μεγαλούπολη ή στην επαρχία, διαπλέκονται μεταξύ τους σ' άπειρους συνδυασμούς, αναλώνουν καθένας τη ζωή του στην ένταση των παθών. Επί 20 χρόνια, ως τον αιφνίδιο θάνατό του στο αποκορύφωμα της δόξας του, έγραψε συνολικά 91 μυθιστορήματα, 30 νουβέλες, 5 θεατρικά έργα: άμεσα, επίκαιρα, αποτελεσματικά, έπεισαν τους αναγνώστες, που πολλαπλασίαζαν τις πωλήσεις των εφημερίδων. Κι όλα αυτά σε χρονικό διάστημα 25 περίπου ετών.
Τα θέματά του κρίθηκαν συχνά υπερβολικά, προσβλητικά για τα χρηστά ήθη: η απουσία του καλού φάνταζε περισσότερο ακόμη καθώς προέκυπτε άδηλα από τα γεγονότα. Για ένα διάστημα τα έργα του θεωρούνταν εμπορικά, ελαφρά κι υποδεέστερης σημασίας. Σήμερα θεωρείται ένας από τους μείζονες συγγραφείς της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Η Ανθρώπινη Κωμωδία, θεωρείται άξια εκπρόσωπος του λογοτεχνικού ρεαλισμού, βαθιά και με ζωντανά χρώματα τοιχογραφία, που περιγράφει ανθρώπινους χαρακτήρες κι αδυναμίες που ξεπερνούν την εποχή του. Πιστεύεται πως επέλεξε τον τίτλο του σε αντιδιαστολή με το έργο του Δάντη Θεία Κωμωδία.

Ανθρώπινη κωμωδία

H «Ανθρώπινη κωμωδία» (La Comédie humaine) αποτελεί το σύνολο 91 ολοκληρωμένων και 48 ημιτελών έργων του Μπαλζάκ, μεταξύ των οποίων νουβέλες, μυθιστορήματα και πραγματείες. Δεν περιέχονται ωστόσο τα θεατρικά του έργα ή οι κωμικές ιστορίες Contes drôlatiques (1832-37). Στόχος του στην «Ανθρώπινη Κωμωδία» ήταν να παραθέσει μια σφαιρική άποψη της γαλλικής κοινωνίας, από τη στιγμή που εκδηλώθηκε η Γαλλική Επανάσταση έως τη σύγχρονη εποχή του. Στον πρόλογο αυτού του έργου που συνέγραψε το 1842 η φιλοσοφία του συνοψίζεται στην άποψή του, ότι, όπως οι περιβαλλοντικές διαφορές και η κληρονομικότητα ευθύνονται για την ύπαρξη διαφόρων ειδών στο ζωικό βασίλειο, έτσι και οι ποικίλες κοινωνικές πιέσεις ευθύνονται για τις διαφορές ανάμεσα στα ανθρώπινα όντα.https://el.wikipedia.org


ΕΥΓΕΝΙΑ ΓΚΡΑΝΤΕ






Σε μερικές επαρχιακές πόλεις βρίσκονται σπίτια που η όψη τους προκαλεί μελαγχολία σαν εκείνη που γεννάνε τα πιο θλιβερά ερείπια. Στα σπίτια αυτά συναντάς ίσως ταυτόχρονα και τη σιγαλιά του μοναστηριού και την ξεραΐλα των χερσότοπων και τα σκέλεθρα των ερειπίων. Η ζωή και η κίνηση είναι τόσο ήσυχες εκεί, που ένας ξένος θα τα έπαιρνε για ακατοίκητα, αν δεν αντίκριζε ξαφνικά το χλωμό και κρύο βλέμμα ενός ασάλευτου προσώπου, που η μισομοναστηριακή του μορφή προβάλλει πάνω από το περβάζι του παράθυρου, μόλις ακουστεί θόρυβος από ασυνήθιστα πατήματα. Αυτοί οι τόνοι μελαγχολίας υπάρχουν στη φυσιογνωμία ενός σπιτιού στο Σωμύρ, στα ψηλώματα της πόλης, στην άκρη του δρόμου που ανηφορίζει κατά τον πύργο. Ο δρόμος αυτός, λιγοσύχναστος τώρα, ζεστός το καλοκαίρι, κρύος το χειμώνα, σκοτεινός σε μερικές μεριές, ξεχωρίζει για το δυνατό κρότο των βημάτων πάνω στο ψιλό του καλντερίμι το πάντα καθαρό και στεγνό, για το στενό του φιδογύρισμα, για τη γαλήνη των σπιτιών του, που ανήκουν στην παλιά πόλη κι από πάνω τους πυργώνονται τα τείχη. Τρισαιώνιες κατοικίες στέκονται εκεί, γερές ακόμα, αν και φτιαγμένες από ξύλο, και οι λογής λογής φυσιογνωμίες τους κάνουν ακόμα πιο πρωτότυπη αυτή την περιοχή του Σωμύρ που τραβάει τους αρχαιογνώστες και τους καλλιτέχνες.
Είναι δύσκολο να περάσεις μπροστά από αυτά τα σπίτια και να μη θαυμάσεις τα πελώρια μαδέρια, που οι άκρες τους, σκαλισμένες σε παράξενα σχήματα, στεφανώνουν μ' ένα μαύρο βαθύ ανάγλυφο τα περισσότερα ισόγειά τους. (...) (Από την έκδοση) 

Υπόθεση

Το μυθιστόρημα αναφέρεται στην τραγική ιστορία της Ευγενίας Γκραντέ και στις ψυχικές ταλαιπωρίες στις οποίες την υποβάλλει ο φιλάργυρος πατέρας της, ο Φελίξ, με τη βοήθεια της υπηρέτριάς του Νανόν. Διαδραματίζεται στην επαρχιακή πόλη Σωμύρ της δυτικής Γαλλίας. Εκεί, ο βαρελοποιός Φελίξ Γκραντέ εξελίχθηκε σε επιχειρηματία και κτηματία, πήρε και μία πλούσια σύζυγο, ενώ έγινε και δήμαρχος. Αλλά όσο πλούτιζε, τόσο γινόταν και πιο φιλάργυρος, και δεν ήθελε να παντρέψει την κόρη του για να μην υποχρεωθεί να την προικίσει.
Η Ευγενία στο μεταξύ ερωτεύθηκε τον οικονομικά κατεστραμμένο εξάδελφό της Σαρλ, ο οποίος φθάνει από το Παρίσι την ημέρα των γενεθλίων της, μετά την αυτοκτονία του πατέρα του. Ο Σαρλ δέχεται να πάρει κάποια χρήματα από την Ευγενία και αναχωρεί για τις Ινδίες αναζητώντας την τύχη του. Μαθαίνοντας ο Γκραντέ τη χρηματική προσφορά της θυγατέρας του, τη φυλακίζει επί μήνες στο δωμάτιό της και την ελευθερώνει μόνο μετά τον θάνατο της συζύγου του. Τότε συμφιλιώνεται με την κόρη του και, απρόθυμα, συμφωνεί να παντρευτεί τον Σαρλ. Ο Σαρλ όμως επιστρέφει στη Γαλλία οκτώ χρόνια αργότερα, όταν αμφότεροι οι γονείς της Ευγενίας έχουν πεθάνει. Η Ευγενία, έχοντας κληρονομήσει μία μεγάλη περιουσία, ζούσε αποτραβηγμένη, περιμένοντας πάντα την επιστροφή του ανθρώπου που αγάπησε. Αλλά ο Σαρλ, έχοντας πλουτίσει (και διαφθαρεί) στις Ινδίες, της επιστρέφει τα χρήματα και της αναγγέλλει τον γάμο του με κάποια άλλη, ξεπεσμένη αριστοκράτισσα, για να αποκτήσει «όνομα». Η Ευγενία δέχθηκε με αξιοπρέπεια το πλήγμα, φρόντισε μάλιστα να πληρώσει και τα χρέη του νεκρού πατέρα του Σαρλ για να μη διασύρεται το όνομά του. Η ίδια παντρεύτηκε τυπικά τον Κρυσό ντε Μπονφόν, γιο του δικηγόρου του πατέρα της, υπό τον όρο να παραμείνει παρθένα και μετά τον γάμο τους. Ο Κρυσό δέχεται, αφού τη θέλει μόνο για την περιουσία της, πεθαίνει ωστόσο λίγο καιρό μετά τον γάμο. Χηρεύοντας σε ηλικία μόλις 33 ετών, η Ευγενία συνέχισε τη μοναχική της ζωή, διαθέτοντας μεγάλα χρηματικά ποσά για φιλανθρωπικούς σκοπούς.

Αποτίμηση

Το μυθιστόρημα ανήκει στην «Ανθρώπινη Κωμωδία», μια συνεκτική συλλογή αρκετών μυθιστορημάτων του Μπαλζάκ, που φιλοδοξούν να περιγράψουν σχεδόν εξαντλητικά τη γαλλική κοινωνία της εποχής του. Πιο συγκεκριμένα ανήκει στις «Σκηνές της επαρχιακής ζωής» του κύκλου «Σπουδές των ηθών» («Études de mœurs»). Το Ευγενία Γκραντέ θεωρείται ένα από τα καλύτερα έργα του συγγραφέα και αληθινό ορόσημο του γαλλικού ρεαλιστικού μυθιστορήματος. Ο Μπαλζάκ, με μεγάλη δεξιοτεχνία παρουσιάζει ανάγλυφα την αντίθεση των δύο βασικών προσώπων του μυθιστορήματος, του φιλάργυρου και αναξιοπρεπούς Φελίξ Γκραντέ και της πονεμένης Ευγενίας.

H νουβέλα Σαραζίν πρωτοεμφανίστηκε στον περιοδικό Τύπο το 1830 και, αργότερα, ενσωματώθηκε σε ευρύτερους κειμενικούς κύκλους του Μπαλζάκ (Μυθιστορήματα και φιλοσοφικοί μύθοι- 1831, Σπουδές για τα ήθη του 19ου αιώνα - 1835, Σκηνές του παρισινού βίου - 1839, ωσότου γίνει μέρος της πολύτομης Ανθρώπινης Κωμωδίας - 1844 κ.ε.). Στις αρχικές εκδοτικές παρουσίες του το αφήγημα διατηρούσε τη μορφή διπτύχου, διακριτού και στην τυπογραφική του διάταξη.
Το πρώτο μέρος-πλαίσιο εισάγει τον αναγνώστη στο Παρίσι, τον χειμώνα του 1830, στο μέγαρο των ζάπλουτων Λαντί που δεξιώνονται την αφρόκρεμα της πόλης. Μεταξύ των προσκεκλημένων βρίσκεται ο κύριος αφηγητής της ιστορίας συνοδεύοντας μια νεαρή καλλονή που τρομάζει όταν εμφανίζεται ξαφνικά δίπλα της ένα μουμιοποιημένο, αιωνόβιο σχεδόν και απωθητικό πλάσμα, ο μυστηριώδης συγγενής των Λαντί, όπως λέγεται, γύρω από τον οποίο κυκλοφορούν οι πιο αλλοπρόσαλλες και παράδοξες φήμες. Υποσχόμενος να ικανοποιήσει την εξημμένη της περιέργεια για το αποτρόπαιο σκέλεθρο και επιδιώκοντας νέα συνάντηση με την ωραία, ο αφηγητής εξασφαλίζει μια κατά μόνας συνεύρεση στην οικία της την επόμενη βραδιά.
Ο ερωτόπληκτος γλύπτης
Και εδώ αρχίζει το δεύτερο μέρος, η εξιστόρηση του δράματος του Σαραζίν που στρέφει τον αναγνώστη στα μέσα του 18ου αιώνα: ο γάλλος νεαρός και ταλαντούχος γλύπτης, παθιασμένος με την τέχνη του, έχοντας μαθητεύσει επί έξι χρόνια στο εργαστήρι του μετρ της γλυπτικής Μπουσαρντόν, κερδίζει ένα βραβείο και φεύγει για τη Ρώμη. Απραγος στον κοινωνικό βίο, καθώς όλα τα προηγούμενα χρόνια ζούσε σαν ερημίτης, πιστός και αποκλειστικός υπηρέτης της τέχνης του, θαμπώνεται από την ιταλική πρωτεύουσα με τα εξαίσια μνημεία, τα γλυπτικά σύνολα, τις νωπογραφίες και τα λοιπά έργα τέχνης που την κοσμούν απλόχερα· κυρίως όμως κεραυνοβολείται από τη θεσπέσια χάρη της πριμαντόνας Ζαμπινέλα, όταν μια βραδιά η τύχη τον φέρνει στο θέατρο όπου εκείνη τραγουδά: αντικρίζει έκθαμβος την ομορφιά στην πληρότητά της· στόμα, μάτια, πρόσωπο, μέλη, επιδερμίδα, κίνηση, φωνή, όλα ιδανικά, τέλεια, τέτοια που και η ζωηρότερη φαντασία δεν θα μπορούσε να τα συνταιριάσει. O ερωτόπληκτος Σαραζίν δεν χάνει πλέον ούτε βραδιά από τις εμφανίσεις του ινδάλματός του, επιχειρεί να αποτυπώσει από μνήμης τη λατρεμένη μορφή σε άπειρα σκίτσα και τη σκέψη του πυρπολεί νυχθημερόν μία και μόνη έγνοια: πώς θα κατορθώσει να πλησιάσει και να γνωρίσει από κοντά το ονειρεμένο πλάσμα.

Η πρωτοβουλία της συνάντησης έρχεται από τη Ζαμπινέλα· δεν είναι ένα μυστικό, ερωτικό ραντεβού, αλλά κάλεσμα σε ένα ξέφρενο, ολονύκτιο γλέντι όλου του θιάσου που παρακολουθεί όλον αυτόν τον καιρό το παράφορο πάθος του νεαρού Γάλλου. Μεθυσμένος, τυφλωμένος από έρωτα, ο Σαραζίν παραβλέπει τα μειδιάματα και τους υπαινιγμούς των συνδαιτυμόνων και παρερμηνεύει τη συγκρατημένη συμπεριφορά, τους ενδοιασμούς της Ζαμπινέλα: εκείνη, παρά την αρχική της τόλμη, αντιλαμβανόμενη τον αψίκορο χαρακτήρα του και την ανεξέλεγκτη παραφορά του, τον απωθεί ευγενικά· η διακριτική της άρνηση όμως εκλαμβάνεται ως γυναικεία κοκεταρία και εξάπτει περισσότερο τον πόθο του νεαρού γλύπτη. Ακόμη και όταν την επόμενη νύχτα, που σχεδιάζει την απαγωγή της πριμαντόνας από τα σαλόνια ενός αρχοντικού στο οποίο έχει κληθεί να τραγουδήσει εκείνη «ντυμένη άντρας», ο παρακαθήμενος ηλικιωμένος τον βγάζει απότομα από την πλάνη του για το φύλο του ινδάλματός του, ο Σαραζίν επιμένει στην τύφλωσή του, διαβάζει λάθος όλα τα σήματα: «Είναι γυναίκα. Ο καρδινάλιος εξαπατά τον Πάπα και τη Ρώμη ολόκληρη». Μόνο στη μετωπική αντιπαράθεση με την «απαχθείσα» στο ατελιέ του, όταν αντιλαμβάνεται επιτέλους το μέγεθος της ψευδαίσθησής του, οργίζεται τόσο με το αδύναμο πλάσμα που επιζητεί τον οίκτο του όσο και με τον εαυτό του, με την άγνοιά του που οδήγησε σε εμπαιγμό τον ίδιο και την τέχνη του. Εκσφενδονίζει ένα σφυρί στο άγαλμα που έχει φιλοτεχνήσει στην αγάπη του (με λάθος πρότυπο) και, βγάζοντας το σπαθί του, ορμά να σκοτώσει τον Ζαμπινέλα. Τον προλαβαίνουν οι σμπίροι του καρδινάλιου, του προστάτη «της πριμαντόνας»: τον λαβώνουν θανάσιμα με τρεις μαχαιριές. Κορύφωση και επίλογος.
Ο συμβολικός ακρωτηριασμός
Η συνομιλήτρια του αφηγητή δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τη δέση και τη λύση της ιστορίας. Ποια η σχέση της βαμπιρικής, σκελετωμένης φιγούρας στο σαλόνι των Λαντί με την αφήγηση που μόλις άκουσε; Μα αυτό το άθλιο γερόντιο είναι ο/η Ζαμπινέλα, την προσγειώνει εκείνος: μακρινός θείος της κόμισσας ντε Λαντί, είναι η ωοτόκος χρυσή όρνιθα όλης της οικογένειας: εκείθεν η συσσωρευμένη περιουσία χρόνων και χρόνων· πλούτη οφειλόμενα σε ευεργετικές «προστασίες», εύνοιες και... Σκανδαλισμένη η ωραία ακροάτρια, φρενάρει απότομα τον αφηγητή και του ζητεί να την αφήσει μόνη. Κάθε διάθεση για χαριεντισμούς και ανώδυνο κουβεντολόι κάνει φτερά. Ο ακρωτηριασμός που πολλαχώς υπονοείται αλλά δεν ακούγεται πουθενά στο κείμενο θέτει την τελική σφραγίδα του στην αφήγηση: είναι μια βίαιη αποκοπή, ένα ευνουχιστικό τέλος που αφήνει μετέωρο και στερημένο τον αφηγητή. Πίστευε ότι διά της αφηγηματικής οδού θα έκαμπτε τις αντιστάσεις της όμορφης, μένει όμως με ανολοκλήρωτες, ματαιωμένες προσδοκίες και μπαίνει καλύτερα στο πετσί του Σαραζίν τη στιγμή που αντιλαμβάνεται ότι βρίσκεται μπροστά στον πιο περιζήτητο καστράτο της Ρώμης. Εκεί επρόκειτο για έναν κυριολεκτικό εκτομία, εδώ ο ευνουχισμός είναι συμβολικός, αλλά η απόρριψη δεν παύει να είναι οδυνηρή και ταπεινωτική.

Ο δομισμός και ο Ρολάν Μπαρτ
Η μπαλζακική νουβέλα, γραμμένη περίπου την ίδια εποχή με το Αγνωστο αριστούργημα και το Μαγικό δέρμα, διασημότερα κείμενα του συγγραφέα, έμενε παραγνωρισμένη και αφανής ωσότου της χάρισε άπλετο φως το δίχρονο σεμινάριο (1968 και 1969) του Ρολάν Μπαρτ και το βιβλίο του με τον αινιγματικό τίτλο S/Z (1970), o «φάκελος εργασίας» κατά κάποιον τρόπο του σεμιναριακού μαθήματος που συνόψιζε τα κομβικά σημεία του αναγνωστικού προγράμματος με όλα τα σχετικά σχόλια και τις κριτικο-θεωρητικές προτάσεις. Το διπλό μονόγραμμα S/Z με την κάθετη διαχωριστική λάμα παρέπεμπε στα αρχικά των πρωταγωνιστικών χαρακτήρων της εγκιβωτισμένης ιστορίας (Sarrasine, Zambinella). H διασπορά του νοήματος, η περίτεχνη δόμηση του κειμένου μέσα από φυγόκεντρες τάσεις, η ταυτόχρονη αποδόμησή του που πολλαπλασιάζει συνεχώς τις αφετηριακές εισόδους και εντείνει την ξενότητά του, έκαναν διάσημη την μπαρτική ανάγνωση της συγκεκριμένης νουβέλας και την επανέφεραν με έξαψη στο προσκήνιο της αγοράς. Σαράντα πέντε χρόνια μετά, και αφού έχει κοπάσει ο πυρετός του δομισμού και της αποδόμησης, το κείμενο δικαιούται έναν επανέλεγχο της αυτόνομης αναγνωστικής τιμής του.

Αυτή την επανεκτίμηση κομίζει η παρούσα εμφάνιση του Σαραζίν. Το κείμενο μόνο του, σε νέα μετάφραση, δίχως πλέον το βάρος της μπαρτικής εξάρτυσης (εκείνο το S/Z, θυμίζουμε, έχει εμφανιστεί στην ελληνική αγορά το 2007 από τις εκδόσεις Νήσος), συνοδεύεται από ένα χορταστικό επίμετρο και εντελώς πρόσφατη σχετική βιβλιογραφία. Σε αυτές τις συμπληρωματικές σελίδες ο Κ. Κατσουλάρης κάνει έναν ευσύνοπτο απολογισμό της αναγνωστικής πρόσληψης του Σαραζίν στη διάρκεια του 20ού αιώνα, σταθμεύοντας στις σημαντικότερες προτάσεις (π.χ. Μπατάιγ, Ρεμπούλ, Μπαρτ, Μισέλ Σερ). Αμφιφυλία, αφυλία, ουδετεροφυλία: το δράμα της έλλειψης, της ετερότητας, κατεξοχήν επίκαιρο σήμερα, στην εποχή των σπουδών φύλου (gender studies), διαπλέκεται υπόκωφα με το θέμα της αναπαραστατικής δυνατότητας και δημιουργεί έναν ισχυρό πυρήνα συγκρότησης (αλλά συνάμα και υπονόμευσης) του ρεαλισμού που σμίλεψε ο Μπαλζάκ. Νουβέλα που μπαίνει σταθερά στην τροχιά της επανανάγνωσης.

Η κυρία Λίζυ Τσιριμώκου είναι καθηγήτρια στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.


Δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/









ΙΩΑΝΝΑ ΑΘΑΝΑΣΙΑΔΟΥ "Αγίνωτες λέξεις" Ποιητική Συλλογή



Εκδόσεις Βεργίνα: Απρίλιος 2021
Διαστάσεις: 17x24, 
Σελίδες: 120, 
Βάρος: 276 Gr
ISBN: 978-960-651-025-0
Ο πίνακας του εξωφύλλου είναι της εικαστικού ποιήτριας ΣΤΕΛΛΑΣ ΧΑΒΙΑΡΟΠΟΥΛΟΥ


ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ ΤΟΥ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟΥ

ΣΚΙΕΣ ΑΓΚΑΛΙΑΣΜΕΝΕΣ

Σκιές αγκαλιασμένες με τον άνεμο
μεγαλώνουν περίεργα τις νύχτες,
ανασταίνονται από έναν κόσμο μακρινό.
Μορφές σιωπηλές
περπατούν ανάλαφρες,
ψιθυρίζουν καημούς,
σκαρφαλώνουν στους έρημους τοίχους.
Φωνές άλαλες,
με όρια ασαφή,
πρόσωπο ανύπαρκτο.
Η υγρασία τις τρυπάει,
τρίζουν τα κόκαλά τους,
τα χέρια τους παγωμένα,
τα βλέφαρά τους ακίνητα.
Μανδύες σκοτεινοί
έρχονται από το πουθενά,
βαδίζουν στη σειρά,
μπαίνουν στα έρημα δωμάτια,
κάθονται στη διπλανή καρέκλα.
Πελώριες πέφτουν πάνω μας,
σκεπάζουν τις φωτογραφίες που αγαπήσαμε.
Με το αμίλητο νερό
στο βαθύ πηγάδι της ύπαρξής τους.
Πιο ζωντανές από ποτέ,
πιο τυραννικές από ποτέ.

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΣΥΛΛΟΓΗΣ 


ΚΟΡΙΤΣΙ ΤΩΝ ΔΕΚΑΟΧΤΩ ΧΡΟΝΩΝ

Αστράφτει η φλέβα τ’ ουρανού,
τα ρόδια σφίγγουν τον καρπό τους,
ακούγονται τα τύμπανα του ανέμου.
Ένα κορίτσι στα δεκαοκτώ
χορεύει στον πανάρχαιο ρυθμό τους.
Σ’ απόκρημνα φαράγγια και θύελλες οι ρίζες της.
Σταλαγματιά κόκκινου κρασιού το βλέμμα της!
Το φως λυγερό στο κορμί της.
Όψη γλυκιά,
με την αρμύρα και τον ίσκιο της θάλασσας,
τις πλεξούδες του ήλιου
και τα μύρα της πρώτης νιότης!
Με τ’ αντίδωρα του Χριστού στις παλάμες
και τις μυρτιές στα ματόκλαδα!
Στο πρόσωπό σου φέγγει της δικαιοσύνης ο σταυρός.
Της νίκης το σημάδι στο μέτωπό σου.
Πανιά λευκά τα όνειρά σου.
Τ’ όνομα της αγάπης ζωγραφίζεις στις βαρκούλες
και στις πλώρες τον Αϊ-Νικόλα.
Δροσοσταλίδα σε χλόη απάτητη!
Στα χέρια σου κλαδάκια από δυόσμο και βασιλικό,
τα μάτια σου πέλαγος και φωτιά.
Στο σακίδιό σου τραγούδια με ευχές
και ο ήλιος που μπαρκάρει με τους πελαργούς.
Τα ταξίδια όλα ξεκινημένα στα πελάγη σου,
καράβια τρικάταρτα στους ουρανούς σου.
Κορίτσι των δεκαοχτώ χρονών,
χιλιοφιλημένο των αστεριών,
λατρεμένο του ανέμου!

🍁

ΑΓΟΥΡΟ ΦΩΣ

Ονειρευόταν κύματα να χτυπούν
τ’ αλαφροΐσκιωτα παγκάκια παραλίας ερημικής
κι έπειτα μεγάλα πουλιά να φτερουγίζουν
πάνω απ’ το ξαπλωμένο κορμί της.
Η μισή από άχυρο και αίμα,
η άλλη μισή από πέτρα και νερό.
Έμπαινε η θάλασσα λεύτερη στους κόρφους της
κι ένα ανέγγιχτο ουράνιο τόξο ανέτειλε
καταμεσής μιας νύχτας φωτεινής.
Στο ένα της χέρι ο σφυγμός του περασμένου καλοκαιριού,
στο άλλο μια ζωγραφιά
με πανηγύρια κι οργανοπαίκτες χαμένους στη μνήμη.
Στο φουστάνι της ένα μεγάλο μπλε σημάδι από άγουρο φως,
στο στήθος της δύο αρχαίοι πολεμιστές
μονομαχούσαν οδεύοντας προς την αιωνιότητα.
Κι αυτή, μικρό κορίτσι στα όνειρά της,
μ’ ένα ηλιοτρόπιο στο χέρι να μετράει τον χρόνο.
Και πλήθος άλογα
που κινούσαν να προλάβουν τον μεγάλο ξεσηκωμό,
γιατί η ώρα για το ταξίδι στα σταροχώραφα
με τα σκιάχτρα και τους αναστατωμένους αετούς έφτασε.
Μεγάλο αδιάβατο ποτάμι
κατέβαζε πέτρες και ξύλα και μνήμες,
και σταυροί πολλοί αγαπημένων
κάτω απ’ το κόκκινο φεγγάρι.
Ανήσυχα βήματα όλο πλησίαζαν
και ράγιζαν την καρδιά των αγαλμάτων
κι έπειτα απότομες κατηφόρες
με κάρα απ’ την Πατρίδα
φορτωμένα πόνο και πρόσωπα με τη μαχαιριά της προσφυγιάς.
Τόποι άγνωστοι στην ψυχή της,
ένα θολό σουρούπωμα έκανε τα δέντρα να λυγίζουν
και μια μεγάλη σιωπή στους λόφους με τους κεκοιμημένους.
Φόρεσε κατάσαρκα τη ζωή της
και ξεκίνησε για τόπους μακρινούς
κι έτσι τη βρήκε ο χρόνος να κείτεται στον κάμπο
με τα μπλε πουλιά
και τις καμπάνες να χτυπούν όλες μεσάνυχτα.

🍁

ΕΝΑ ΜΠΟΥΚΕΤΟ ΘΥΜΗΣΕΣ

Ένα μπουκέτο θύμησες θα μας ενώνουν πάντα,
χρόνια πολλά πώς πέρασαν,
χρόνια λευκά πουλιά;
Κοράλλια μύρια οι ευχές που αφήσαμε στις μέρες
κι οι όρκοι πάντα μυστικοί,
χάντρες κεχριμπαρένιες.
Άκουσε την ψυχούλα μας άνεμος καβαλάρης
και ξεπεζεύει απ’ τ’ άλογο στης χαραυγής την πόρτα.
Και ήρθε η άνοιξη ξανά κρατώντας άσπρα κρίνα
κι έδειξε δρόμους μάλαμα
κι έτρεξε στο κατόπι.
Διάφανοι γινήκαμε κάτω απ’ το φως του ήλιου,
προσκέφαλό μας ζηλευτό ο ουρανός με τ’ άστρα.

🍁

ΝΗΣΙΑ

Κοραλλένια κύματα στις αμμουδιές των νησιών,
χρυσαφένιος ο ήλιος ο αντάρτης.
Μοσχοβολούν αγιόκλημα οι Αυγερινοί,
οι βοριάδες καβαλάρηδες πίσω απ’ τα καράβια.
Πλεγμένα με όνειρα τα καραβόσχοινα,
τα ναυτόπουλα μετρούν στο κομποσκοίνι τους
κάτασπρους γλάρους.
Κατηφορίζουν οι ελιές να πιουν νερό απ’ το πέλαγος,
ο αγέρας μυρωμένος απ’ την ανάσα τους.
Αγιασμένη η θάλασσα απ’ τους βασιλικούς και τ’ άγριο θυμάρι,
ο φλοίσβος της φέρνει τις ψαλμωδίες των δελφινιών.
Καταμεσής τ’ ουρανού ο Χριστός,
κεντημένες θάλασσες και στεριές στ’ άμφιά του.
Χερουβείμ καβάλα σε ιππόκαμπους,
οι αρχάγγελοι καπετάνιοι στις πλώρες.
Σκοντάφτουν οι φτερούγες τους στους αέρηδες,
ξυπνούν αγουροξυπνημένα τα μελτέμια.
Κορίτσια κι αγόρια χορεύουν στις ακρογιαλιές,
χτυπούν τα ντέφια τους τα χελιδόνια.
Ανεμόμυλοι περπατούν στους λόφους,
σμήνη πουλιών, ακροπατώντας στον άνεμο,
γυροφέρνουν στα φτερά τους.
Καμπουριαστά τα πεύκα
πάνω απ’ τους βράχους τους αιωνόβιους,
πέφτουν οι κουκουνάρες στα πόδια τους,
στροβιλίζονται τα όνειρά τους.
Ένα δεμάτι σύννεφα στη βαρκούλα τ’ ουρανού,
τα κλήματα πίνουν το κρασί του ήλιου.
Διάφανο το φως και αγγελικό
σαλπίζει ολόλευκο στους ανέμους.

🍁

ΦΘΙΝΟΠΩΡΟ

Ψιχάλες καφετιές τα φύλλα του φθινοπώρου,
ζεστά φιλιά και χρώματα δειλινά.
Κρυμμένοι αστερίες στους κόρφους τ' ουρανού,
απογεύματα αποδημητικά
και μια απρόσμενη συνάντηση με τα χελιδόνια.
Χρυσάνθεμα λευκά στις κάμαρες με τα ρολόγια
να δείχνουν πάντα τα περασμένα,
χάρτινες βαρκούλες αποχαιρετούν τις κοπέλες
με το φθινόπωρο στα μάτια.
Στο σταυροδρόμι με τα ξωκλήσια
καμπάνες κόκκινες χτυπούν τους εσπερινούς,
προσκυνητές οι πελαργοί
που θα ξεκινήσουν σε λίγο για το μεγάλο ταξίδι.
Κομποσχοίνια πλεγμένα με τις κοτσίδες της ιτιάς
στην όχθη της ακροποταμιάς,
μουσικές ακούγονται απ’ τον θίασο των δέντρων
που ξεκίνησαν τη νύχτα
να συναντήσουν τις ψυχές των περασμένων φθινόπωρων.
Πέρα μακριά ένας άγγελος μαζεύει τα φορέματα των πεύκων
που παρέσυραν οι άνεμοι,
ένα μικρό καράβι ταξιδεύει στην αλάνα
με τους βώλους των παιδιών.
Τα πέδιλα των ημερών σκεπασμένα από χρυσοπράσινα φύλλα,
ξυπόλυτες οι ώρες στο δρομάκι με τις μαργαρίτες.
Προσεκτικά τα βήματα της ανεμώνας
στο λιβάδι με τα παραμύθια,
ένα μανουάλι με αστέρια κάτω από τα μεγάλα πλατάνια.
Γερμένοι πάνω απ’ τα όνειρα πύργοι με φεγγάρια στις επάλξεις,
κίτρινο και μωβ το φόρεμα της νύχτας.
Αρώματα πολλά απ’ τη ραγισμένη μνήμη των λουλουδιών,
οι γειτονιές γεμάτες δειλινά και μια γνώση αγίνωτη.
Αντιμέτωπες με τον καιρό οι πεταλούδες
στην κοιλάδα με τις σκιές των ονείρων,
τ’ άλογα με τ’ αμυγδαλωτά μάτια
ψυχανεμίζονται ανήσυχα τις μοίρες.
Μαυροπούλια ανεβασμένα στα κατάρτια των κυπαρισσιών,
τα κυπαρισσόμηλα δεμένα στις ουρές των χαρταετών.
Το ασημένιο κουτί με τα μυστικά
στις κουπαστές με τα ονειροπαρμένα ναυτόπουλα,
γυρνούν οι ανεμοδείκτες στις σιωπηλές κάμαρες
πάνω απ’ το πρόσωπο του κοιμισμένου φθινόπωρου.

🍁

ΤΗΣ ΔΟΞΑΣ ΤΑ ΟΡΗ

Στη μνήμη του παππού μου, Βασίλη Παγωνίδη,
που τον σκότωσαν οι Βούλγαροι στον Καλό Αγρό της Δράμας
τον Σεπτέμβρη του 1941 (σφαγή της Δράμας).


Προς τι ν’ ατενίσουμε της δόξας τα όρη;
Κλαυθμοί των ονείρων
στερέωσαν τους ανδριάντες των ηρώων.
Κυκλώνουν τη λάμψη τους
Άρπυιες ξυλοπόδαρες
και άφαντοι γίνονται
στα βάθη των αιώνων.
Στρατιές αδικαίωτες
στης θλίψης το κάτεργο
με μάτια πελώρια
στης μνήμης τα βότσαλα,
στης λήθης το ανέσπερο,
με δάκρυα πέτρινα,
με χέρια από μάρμαρο
κρατούνε τα όπλα τους
σε όρη πολύπαθα,
σε ηρώα ξεχασμένα
και πλάι στην καρδιά τους
θρηνεί ο Θεός.


---------------------------------------------------------------------------

Στην ελληνική μυθολογία οι Άρπυιες ήταν θηλυκά τέρατα, προσωποποιήσεις του θυελλώδους ανέμου που άρπαζαν τα παιδιά και τις ψυχές των ανθρώπων. Για τον λόγο αυτό τις απεικόνιζαν επάνω στους τάφους να κρατούν στα νύχια τους την ψυχή του νεκρού.


🍁

ΠΡΟΤΟΜΕΣ

Χρόνος διάφανος κι αγίνωτα φεγγάρια
φώτισαν φωτογραφίες
που τους έδειχναν προτομές ασάλευτες.
Μια μελωδία μαρτυρούσε
απολιθωμένα πουλιά στο στέρνο τους,
κι ένα παράσημο στο μέρος της καρδιάς
έσταζε αίμα μαύρο και ωκεανό.
Ξαφνικά ακούστηκαν χειροκροτήματα
από εποχές γεμάτες λάβαρα και σημαίες
και μια βροχή καταρρακτώδης
έδειχνε καθαρά το σχήμα τους
κάτω από υγρούς τάφους.
Κι αυτοί παρήλαυναν μπρος από μνημεία στεφανωμένα
και σωρός από σκελετωμένα κορμιά
φιλιόντουσαν παράφορα
απέναντι από ανθρώπους με μαύρες κουκούλες.
Ανταριασμένα κύματα τους πλεύρισαν,
τραγούδι θλιμμένο ακούστηκε
απ’ τους βράχους με τη βραχνή μιλιά,
ταράχτηκε η καρδιά
των κοιμισμένων δίπλα τους συμπολεμιστών.
Το τελευταίο πλοίο της γραμμής
έφυγε μέσα στην ομίχλη
να τους παραδώσει γράμματα πικρά
στην παγερή λησμονιά.

🍁

ΜΩΒ ΑΝΕΜΩΝΕΣ

Άδειασε η μέρα το δάκρυ της
στο ποτήρι με τις μωβ ανεμώνες,
κρύος άνεμος έγειρε στους ώμους της μοναξιάς.
Χρόνοι δίσεκτοι τυλίχτηκαν στους κισσούς
με τ’ αφρούρητα μυστικά,
άμμο θολή ξέβρασε το κύμα.
Αθώα σκιάχτρα μάς κοιτάζουν θλιμμένα,
χρόνος ψεύτικος περνά απ’ τον κάμπο
με τις αρχαίες σιωπές.
Πλάι στην ακροποταμιά τα φορέματά μας
στεγνώνουν από τη βροχή
που χρόνια σταλάζει μέσα μας,
απλώνουν ρίζες οι ώρες
στο έρημο πια σπίτι που γεννηθήκαμε.
Άσαρκες σκιές
κρατιόμαστε από κάτι ανέμους ξέθωρους.
Ένα κουρδιστό ρολόι μάς εκτροχιάζει.
Και ο καιρός πάντα ενάντιος.
Πάντα ενάντιος.

🍁

ΠΟΛΕΙΣ ΑΠΡΟΣΩΠΕΣ

Πόλεις μες στη σιωπή και τον αγέρα,
σύρματα σκουριασμένα, σπασμένα γυαλιά
κι ανάμεσά τους φωνές από ξεχασμένες φωτογραφίες,
ξύλινοι σταυροί στην παγωνιά.
Κατάδικοι καιροί σέρνουν τις αλυσίδες τους
στο σπίτι με τους μεγάλους ανεμόμυλους,
ένα αργόσυρτο μουρμουρητό κατεβαίνει με τις σκιές,
κάρτες γεμάτες πόνο σταλμένες από χώρες μακρινές.
Κι εμείς σώματα ξεθωριασμένα,
τριγυρίζουμε στον χρόνο που μας τυραννά,
ένα τρένο πάντα μας παίρνει μακριά,
αγάλματα δακρυσμένα, σπασμένα στην αγκαλιά μας.
Τόση βροχή πού χώρεσε μέσα μας;
Μεγάλα πουλιά στα όνειρά μας
και φόβοι αρχαίοι στον κήπο με τις μαργαρίτες.
Και η βουβή Μάρω της διπλανής κάμαρης
να κάνει νοήματα στους ανέμους,
ν’ ανεμίζουν τα κουρτινάκια του δωματίου
όπου κείτεται άφθαρτο το σώμα της,
να τρίζει το πάτωμα απ’ τις πατημασιές της,
να ξυπνά τρομαγμένος ο πατέρας της:
«πότε έμεινε το κοριτσάκι του μόνο μέσα στη σιωπή;»
Και το σπίτι της πνιγμένο στα λουλούδια και την ερημιά
και να κουτσαίνει μεθυσμένος ο μπόγιας της γειτονιάς
φωνάζοντας ξανά και ξανά ονόματα και πάλι ονόματα
να τ’ ανεβάσει στην κλούβα με τ’ αδέσποτα του δρόμου.

🍁

ΑΣΥΣΤΟΛΗ ΝΥΧΤΑ

Λόγια πικρά ακούγονται απ’ τη σιωπή των αιώνων,
ασύστολη νύχτα τυλίγει τα όνειρά μας,
ψεύδη και πόνος τα ιμάτιά μας.
Λίγη τύχη να ’χαν ακόμη οι Καρυάτιδες
και δε θα μαρμάρωναν στου χρόνου την κόψη.
Και τα θαύματα θα ζωντάνευαν τις βαλσαμωμένες πόλεις
και μια τελευταία χάρη μόνο
θα μας χρωστούσαν οι δήμιες μέρες
πριν μπούμε στο τραμ
πλάι στους ανθρώπους
με το μεγάλο πένθος στην καρδιά.

🍁

ΒΟΡΙΑΔΕΣ ΚΡΥΟΙ

Βοριάδες κρύοι μέσα μας
κι ο καιρός γεμάτος σκιές και λησμονιά.
Φαγωμένα απ’ τη βροχή τα πρόσωπά μας,
ο ουρανός ρυτίδα βαθιά.
Μέσα στα καλοκαίρια στήσαμε τους χειμώνες μας,
η θάλασσα πλημμύρισε τις άδειες κάμαρές μας.
Σε βράχους σκληρούς ξοδέψαμε τη ζωή μας,
γέμισαν τα λόγια μας άνεμο και κύμα αγριεμένο.
Τα σώματά μας χαλκός και σίδερο,
αίμα κι άγρια πουλιά.
Ο Δον Κιχώτης μας φτωχός στην ερημιά.

🍁

ΕΞΟΡΙΣΤΗ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ

Κορίτσια ράβουν το νυφικό της λήθης,
κρύο αγιάζι στην εξόριστη αιωνιότητα.
Οι κεραυνοί δεν πέφτουν πια
στο κατώφλι της θάλασσας,
ξέπνοος ο Δίας
στα χωράφια με την άγρια μέντα.
Η αλήθεια σπασμένη σιωπή,
γυμνές οι ψυχές στον καιρό.
Σταματημένοι οι άνεμοι
και πετρωμένα τα καράβια,
μάταιες θυσίες οι Ιφιγένειες.
Γέρασε ο ηνίοχος του Έκτορα
να τον περιμένει έξω από τα κάστρα,
στενάζει χαμένη η Τροία.
Το χώμα ζυμωμένο με αίμα και ζεστή σάρκα,
κωπηλατούν στον Αχέροντα
άγγελοι μ’ ακάνθινο στεφάνι στα μαλλιά.
Καγχάζει ο Άδης αφιλόξενος,
ο γάμος του με την Περσεφόνη ανίερος
στα σκοτεινά νερά.


Η Ιωάννα Μ. Αθανασιάδου, είναι φιλόλογος και γεννήθηκε στη Δράμα όπου και κατοικεί. Έχει εκδώσει 5 ποιητικές συλλογές. Ποιήματά της έχουν βραβευθεί σε ποιητικούς διαγωνισμούς και μεταφραστεί στα Iταλικά, ενώ ποιήματα και κριτικογραφίες της έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικές σελίδες και περιοδικά.










Εύη Γκάλαβου - Τα Χέρια - 3 ποιήματα

 


1.      Κάτι πήγα να γράψω σήμερα, ανήμερα της διάρκειας

δεν μπορούσα να θυμηθώ τι χρώμα είχαν τα χέρια σου. 

Έτρεμαν;

Ξανά συστήνομαι εμπρός τους, παριστάνω την αθωότητα μήπως

 και κερδίσω μια ανάμνηση παραπάνω στο έτος κατασκευής ονείρων και με βοηθήσει με εκείνο το ρημαγμένο ποίημα για τα χέρια

που ακόμα δεν θυμάμαι τι χρώμα είχαν. 

 

🍁

 

2.      Άλλαξε ο χρόνος της προσφοράς και επέστρεψε στα βήματα του.

Πάλι θα ζήσουμε τα ίδια,

μια επανάληψη των χρονικών διαστημάτων

στη μέση της ζωής.

 

 Μου φωνάζεις να γράφω για τα χέρια σου, 

μα τα χέρια μου χαϊδεύουν λέξεις

 για τα χείλη σου. 

 

Τι τους ετοίμασες σήμερα; 

 

Ποια νύμφη θα θυσιάσεις σ εκείνα τα χείλη που μιλάνε για έρωτα; 

 

 🍁

3.  Μην ερωτευτείς τα χέρια μου, της λέει τα βράδια κάθε φορά που τα απομακρύνει απ’ το γυμνό της σώμα καθώς χαϊδεύει τελευταίο σημείο τα στήθη της.

Εκείνη τα βράδια κλαίει μαζί με τους οργασμούς της για τα δάχτυλα όλο γοητεία που περιφέρονται γύρω της και μέσα της και πάνω της και τα αφήνει αφίλητα να μαραζώνουν κρεμασμένα στο σώμα του.

Κι όταν τα αγγίζει… ω, τι γεύση έχουν, τι σχήμα τους δίνει μέσα στα χέρια της όταν τα κλείνει! Θα μπορούσε μια αιωνιότητα να ζήσει μαζί τους χωρίς το σώμα του, χωρίς τα φιλιά του, χωρίς τη φωνή του, άλλωστε έτσι ζει τόσα βράδια.

Εκείνος έρχεται όταν την ποθεί από τρέλα, από ζήλια, από αγωνία, από την ανησυχία του μήπως εκείνη ξέχασε τα χέρια του κι ας καμώνεται πως έχει υπεροχή πάνω τους.

Έτσι κυλάνε οι χρόνοι τους με χέρια μπλεγμένα στα στήθη, στα δάκρυα, στους οργασμούς και στα τελευταία φιλιά εκεί στα ακροδάχτυλα.


3 ποιήματα απ΄ τη νέα (χειρόγραφη-χειροποίητη) ποιητική συλλογή της Εύης Γκάλαβου «Τα Χέρια» - 2021







Δημήτρης Κανελλόπουλος – Με σημαδεύεις (acoustic 2021)

 

Δημήτρης Κανελλόπουλος – Με σημαδεύεις (acoustic 2021)
(Δείτε το εδώ)




Ήταν το 2017 όταν ο Δημήτρης Κανελλόπουλος μας παρουσίασε τον πρώτο προσωπικό του δίσκο με τίτλο «Ασε τ ΄όνειρο ν’ ανάψει» με τραγούδια που ξεχώρισαν και ακούγονται μέχρι και σήμερα, όπως τα «Το κορίτσι λείπει», «Αγάπη ακριβή», «Ασε τ όνειρο ν’ ανάψει». κ.α.

Στο δίσκο συμπεριλαμβάνονταν και το τραγούδι «Με σημαδεύεις» και σήμερα ο Δημήτρης Κανελλόπουλος μας παρουσιάζει το τραγούδι στην ακουστική του version.

https://www.youtube.com/user/KanellopoulosD