ΓΙΑΝΝΑ ΒΛΑΧΟΥ " Οι κλίμακες του πόνου"

 

 Οι κλίμακες του πόνου

(αφιερωμένο στους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα)


Κάποτε δε δύνασαι να ανέλθεις ευχερώς τις κλίμακες που κάποτε με ρώμη και με σφρίγος αυτοτέλειας επιδοκίμαζες, διατηρώντας την υπεροψία του ανίδεου. Όχι ο χρόνος, ο πόνος πρωταγωνιστεί και σε απομακρύνει από την εφικτή πορεία. Όσο ανέρχεσαι δυναμώνουν του πόνου οι δοκιμές. Ωσπου στο τέρμα να φτάσει η αγωνία κι ο αγώνας της υπέρβασης γεμίσει ατυχείς εκβάσεις, μένουν λιγα σκαλοπάτια. Τα ανεβαίνεις κι αίφνης μια νέα θλίψης κλίμακα αντικρίζεις. Καθημερινότητα μετ' εμποδίων η παρούσα, από δακρυσμένη εποχή καταφτάνεις, κάθε μέρα στα σύνορα της οδύνης τερματίζεις, εκτεθειμένος στη διαδικασία της ανόδου. Σα μεσαιωνικοί εχθροί εκτινάσσονται σε κάθε απόπειρα οι τριγμοί του πόνου και η στενή,σπειροειδής κλίμακα εξουδετερώνει το εύρος της κίνησης. Ανέρχεσαι , κατέρχεσαι θύμα της περίστασης ομοιάζοντας με άγαλμα ακίνητο και θλιβερό που επιχειρεί ματαίως να ενανθρωπιστεί. Ανέρχεσαι, κατέρχεσαι επιβιώνεις αμυδρώς καθώς η αληθής ανάβαση μετατρέπεται σε άνισο παιχνίδι με τις κλίμακες. Μόνο στα αβέβαια όνειρα τις σκληρές αναρριχήσεις ακολουθούν γλυκές και καθησυχαστικές καταβάσεις.... Εκεί οι κλίμακες γίνονται φιλικές διαδρομές. Εκεί ξανακερδίζεις το στοίχημα με το ανέφικτο. Έστω έτσι, όπως σε κάθε ψευδαίσθηση.
® Γιάννα Βλάχου
Painting by Sam Szafran – L’escalier, 54 rue de Seine (1992).













ΣΟΦΙΑ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ "Τα θαύματα"

 


Στις Βηθλεέμ του κόσμου
Σε γωνιές απόμερες θαύματα γεννιούνται τρυφερά σαν απαλόσαρκο νεογέννητου δέρμα.
Έκθετα στων θηρίων την τραχιά φύση
Έρημα αφημένα, χωρίς Μαρία κι Ιωσήφ που ανθρωποκτόνα χέρια από κοντά τους τράβηξαν.
Τα θαύματα, λένε,δε χρειάζονται αγκαλιά · αντέχουν μονολογώντας να μεγαλώνουν.
Και τα παράχωσαν σε αίθουσες πολυδαίδαλες,που ιστό υφαίνοντας τους Μάγους παγίδευσαν ώσπου τα δώρα τους εκείνοι θυσία πρόσφεραν στους δεσμοφύλακες .
Και το άστρο ξεκρέμασαν
Τη μουσική των επουράνιων αγγέλων σίγασαν
Τον El Greco ανάγκασαν τη « Λατρεία των Ποιμένων» να ξεχάσει .

Μα είναι σπάνια τα θαύματα και ακριβά σαν τη «Βασίλισσα της Νύχτας» που ανθίζει μόνο 

μια φορά …
Έτσι τα ανθρωποκτόνα χέρια μισθοφόρους φρουρούς τοποθέτησαν
Κι εκείνοι οι μίσθαρνοι στης πρώτης καταιγίδας την επίθεση
Τις τσέπες γεμίζοντας τάλαντα , ασσάρια, δηνάρια και αργύρια
Τα θαύματα στην τύχη τους άφησαν.



Η φωτογραφία είναι από https://www.ieidiseis.gr/







ΗΛΙΑΣ ΓΙΑΝΝΑΚΟΠΟΥΛΟΣ "Οι διανοούμενοι και η «ηχηρή» σιωπή τους"

  «Θα σου πω τι θα κάνω και τι δεν θα κάνω. Δεν θα υπηρετήσω οτιδήποτε δεν πιστεύω πλέον, είτε αυτό λέγεται σπίτι μου, είτε πατρίδα μου, είτε Εκκλησία μου. θα προσπαθήσω να εκφραστώ με έναν τρόπο ζωής ή με μία τέχνη όσο πιο ελεύθερα και ολοκληρωμένα μπορώ, χρησιμοποιώντας ως άμυνα τα μόνα όπλα που επιτρέπω στον εαυτό μου να χρησιμοποιεί: σιωπή, εξορία, πονηρία»

(Τζέιμς Τζόϊς, «Το πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρά ηλικία»)

 

Ο πόλεμος στην Ουκρανία και η ενεργειακή κρίση δεν ανέδειξαν μόνον την ρευστότητα του παγκόσμιου τοπίου αλλά και την ανεπάρκεια ή αδυναμία κάποιων παραδοσιακών θεσμών ή οργανισμών στην επίλυση ή υπέρβαση των προβλημάτων που καθημερινά γιγαντώνονται. Έτσι διαμορφώνεται ένα νοσηρό κλίμα σε διαπλανητικό επίπεδο που συνοδεύεται από τα συνήθη αισθήματα καταστροφολογίαςμηδενισμού και πλήρους αβεβαιότητας. Το διάχυτο αίσθημα ανασφάλειας και παρακμής που διαποτίζει την κοινή γνώμη καθιστά αναγκαία την παρουσία και δημόσια παρέμβαση των διανοουμένων.

Πολλοί τους κατηγορούν για την αδράνεια και την σιωπή τους σε μια εποχή που έχει ανάγκη από την διαφορετική «φωνή» κι από την ανατρεπτική σκέψη. Κάποιοι άλλοι τους κατηγορούν για ενσωμάτωση στο σύστημα και για μία sui generis διακονία προς την εξουσία σε όλες τις εκφάνσεις της. Δεν λείπουν, βέβαια, κι εκείνοι που στο πρόσωπό τους βλέπουν έναν ιδιότυπο «μεσσία» για την επίλυση όλων των προβλημάτων τους. Υπάρχει, όμως, και μία ομάδα ανθρώπων που μέμφεται τους διανοούμενους για εργαλειοποίηση της γνώσης και για μία άλλη εξουσία δίπλα στις τόσες άλλες.

Εμφανής, επίσης, είναι και η τάση κάποιων να ειρωνεύονται τους διανοούμενους και το πλήθος των ανθρώπων που μπορούν να φέρουν τον «τίτλο» διανοούμενος. Ο όρος από μόνος του έχει πολλά προβλήματα σαφούς προσδιορισμού, αφού πολλές φορές συγχέεται με τον «συγγενή» όρο «πνευματικός άνθρωπος»Διανοούμενος είναι αυτός που κατέχει την γνώση, ενώ πνευματικός άνθρωπος είναι αυτός που κατέχεται – πλημμυρίζεται από τη γνώση.

Ανεξάρτητα, όμως, από τη θέση μας απέναντι στον όρο διανοούμενος και τη θέση αυτών στην κοινωνία – αυτοεξόριστοι και μοναχικοί ή παιδαγωγοί της κοινωνίας και σύμμαχοι της εξουσίας – όλοι αναγνωρίζουμε πως οι αντιρρήσεις, οι αμφιβολίες, οι ενστάσεις και το κριτικό τους πνεύμα μπορούν να βοηθήσουν στην επισήμανση και υπέρβαση των σύγχρονων προβλημάτων. Άλλοτε «ειρηνοποιοί» και «θεμελιωτές» του νέου κι άλλοτε οι ανατροπείς του παλιού και των στερεοτύπων μπορούν να αντιλέγουν, να ενοχλούν και να δυσαρεστούν στην προοπτική ενός άλλου κόσμο. Κι αυτό γιατί οι διανοούμενοι είναι οι φορείς της κίνησης, της αλλαγής και της προόδου και αντιμάχονται στην αδράνεια και τον εφησυχασμό.

Η Υλική επιβίωση

«Άνευ των αναγκαίων αδύνατον και ζην και ευ ζην».(Αριστοτέλης)

Στον τομέα της υλικής επιβίωσης η συνδρομή – παρέμβαση των διανοουμένων θεωρείται αναγκαία στο βαθμό που ο άνθρωπος διαχρονικά αγωνιά και αγωνίζεται για την εξασφάλιση των απαραίτητων όρων – αγαθών για μια ζωή στοιχειωδώς ανεκτή. Μπορεί οι οικονομολόγοι, οι πολιτικοί και οι τεχνοκράτες να είναι πιο «αρμόδιοι» για την επίλυση αυτού του προβλήματος, ωστόσο η άνιση κατανομή του πλούτου, οι οξύτατες αντιθέσεις (πλούσιοι – πένητες) και ο χυδαίος καταναλωτισμός σε συνδυασμό με τους λιμοκτονούντες και τους άστεγους συνθέτουν ένα σκηνικό ντροπής για τον πολιτισμό μας. Οι διανοούμενοι μπορούν με τον κριτικό τους λόγο να επισημάνουν και να αναδείξουν αυτές τις αντινομίες της κοινωνίας μας και να σχεδιάσουν – προτείνουν ένα άλλο πλαίσιο οικονομικής πολιτικής που θα αποτρέπει τις υπερβολές του προκλητικού πλούτου και της υλικής εξαθλίωσης. Κι αυτό γιατί ο άνθρωπος εξακολουθεί να είναι πρωτίστως ένα βιολογικό ον και όταν κινδυνεύει η υλική του επιβίωση, τότε ξυπνά το μέσα του θηρίο με ανεξέλεγκτες συνέπειες. Οι Λατίνοι το είδαν και το διατύπωσαν καθαρά «primum vivere» (πρώτα να ζήσουμε).

Το κοινωνικό πρόταγμα

Σε ένα δεύτερο επίπεδο απαραίτητη κρίνεται η παρέμβαση των διανοουμένων στον τομέα της κοινωνικής συνύπαρξης. Οι παραδοσιακοί θεσμοί, τα φθαρμένα πρότυπα, οι αναχρονιστικές αξίες, τα ατελέσφορα ιδεώδη και η συντηρητική ηθική αδυνατούν να εξασφαλίσουν ένα ελάχιστο όριο ειρηνικής συνύπαρξης μεταξύ ανθρώπων με ετερόκλητες καταβολές και φιλοδοξίες. Οι σύγχρονες πολυπολιτισμικές κοινωνίες χρειάζονται νέες σταθερές για την οικοδόμηση νέων διαπροσωπικών και κοινωνικών σχέσεων πάνω στη βάση του σεβασμού της διαφορετικότητας και της ανεκτικότητας. Ο διεισδυτικός λόγος των διανοουμένων μπορεί να βοηθήσει στην ύφανση ενός άλλου κοινωνικού προτάγματος που θα δίνει διέξοδο στις δημιουργικές δυνάμεις της κοινωνίας και θα μετατρέπει την οργή σε δημιουργία και το μίσος σε ευκαιρία ανοχής και γόνιμης συνεργασίας με τον «εχθρό».

Ο φόβος του Homo digitalis

Εξίσου αναγκαία κρίνεται και η δυναμική παρουσία των διανοουμένων στη διαμόρφωση του νέου τύπου ανθρώπου που πλάθεται από τις εφευρέσεις της τεχνητής νοημοσύνης και του meta-verse. Πολλοί είναι εκείνοι που προβλέπουν το εφιαλτικό σενάριο ενός νέου τύπου ανθρώπου, του Homo digitalis. Θα είναι ο άνθρωπος της υψηλής νοημοσύνης, των απεριόριστων πνευματικών δυνατοτήτων, αλλά με χαμηλό δείκτη ελεύθερης βούλησης και ηθικής προαίρεσης. Κάποιοι άλλοι στον νέο τύπο ανθρώπου διαβλέπουν τον νιτσεϊκό Υπεράνθρωπο με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην δυνατότητά του να ελέγχει τη δύναμή του και να την κατευθύνει σε ηθικούς και θεμιτούς (κοινωνικά επωφελείς) στόχους. Οι διανοούμενοι με τον καταγγελτικό τους λόγο μπορούν και πρέπει να επισημάνουν πως ό,τι μπορεί να πετύχει η επιστήμη, δεν είναι υποχρεωτικό και ηθικά αποδεκτό. Πρέπει ως κοινωνία να κυριαρχήσουμε πάνω στα δημιουργήματά μας, πριν γίνουμε άβουλα όργανά τους.

Τα προβλήματα και η σιωπή

Στον παραπάνω κατάλογο των προβλημάτων θα μπορούσαν να προστεθούν κι άλλα, όπως: Η βία, η τρομοκρατία, ο ρατσισμός, ο πόλεμος, η οικολογική καταστροφή, η πλύση εγκεφάλου, η εξαχρείωση της πολιτικής, η αποδόμηση κάθε κώδικα ηθικών αξιών… Ωστόσο η απουσία των διανοουμένων διευρύνει τον κύκλο των παρενεργειών από τα παραπάνω προβλήματα και όλοι προβληματίζονται για τα αίτια που οδήγησαν στην «σιωπή» τους.

Οι διανοούμενοι ως συστημικοί

Ως πρώτη αιτία της «σιωπής» των διανοουμένων θα μπορούσε να καταγραφεί η μερική ή ολική ενσωμάτωσή τους στο «σύστημα». Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν πως η ελευθερία στην πληροφόρηση και η διεύρυνση των πολιτικών ελευθεριών – δικαιωμάτων έδωσαν την δυνατότητα στους πολίτες να έχουν άμεση πρόσβαση σε πολλές γνώσεις και να αρθρώνουν τον αντιπολιτευτικό τους λόγο. Αυτό μεταφράζεται ως μία απαξίωση προς τους διανοουμένους, που πλέον δεν θεωρούνται και ως οι απόλυτες πηγές της γνώσης και του κριτικού λόγου. Ο κάθε πολίτης θεωρεί πως είναι επαρκώς ενημερωμένος και δυσπιστεί στο λόγο των διανοουμένων, αφού οι τελευταίοι αδυνατούν να διατυπώσουν μία εναλλακτική πρόταση ζωής και πολιτικής συμπεριφοράς. Έτσι οι πολίτες εθισμένοι στο λόγο και στις θέσεις των Μ.Μ.Ε. θεωρούν πως και οι διανοούμενοι συνιστούν κομμάτι του συστήματος, αφού κάποιες φορές ο λόγος και οι προτάσεις τους συμφωνούν με αυτές της εξουσίας.

Το τεχνοκρατικό πνεύμα και οι ειδικοί

Η δεύτερη αιτία της «σιωπής» των διανοουμένων σχετίζεται με την απόλυτη κυριαρχία των τεχνοκρατών και των ειδικών σε πολλούς τομείς ζωτικής σημασίας για την ζωή των ανθρώπων. Καθημερινά πληθαίνει ο κύκλος των ειδικών επί παντός επιστητού, στοιχείο που εξοστρακίζει στο χώρο του «αχρείαστου» τους διανοούμενους. Οι οθόνες των τηλεοράσεων και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης πλημμυρίζονται από σεισμολόγουςψυχολόγουςοικονομολόγουςδιεθνολόγουςεγκληματολόγους που με περισσή οίηση και μορφή αυθεντίας επαίρονται ότι καλύπτουν με πληρότητα κάθε θέμα. Ωστόσο η αλήθεια, η άλλη άποψη και η εναλλακτική λύση αποκρύπτεται από τον μανδύα του «ειδικού» και ο λόγος του διανοουμένου αν δεν χλευάζεται, θεωρείται περιττός ή εκτός «θέματος». Έτσι οι διανοούμενοι αποσύρονται στο βασίλειό τους και οι λίγοι τολμηροί που «ενίστανται» στην επικρατούσα άποψη λογίζονται ως ύποπτοι ή γραφικοί.

Επιμύθιον

Όσες, όμως, κι αν είναι οι αιτιάσεις κατά των διανοούμενων, δεν παύει να φαίνεται το κενό που δημιουργεί η σιωπή τους. Η εξορία των διανοουμένων – ως επιλογή ή αναγκαστική – δεν μπορεί να αποτελεί τον κανόνα. Η θέση τους είναι δίπλα στην κοινωνία και στον πολίτη. Έχουμε την ανάγκη της έμπνευσης, της φαντασίας και του κριτικού τους λόγου. Η κοινωνία τούς θέλει μάχιμους και αλύγιστους.

«Ένας πνευματικός άνθρωπος σήμερα περισσότερο παρά ποτέ έχει μεγάλη ευθύνη. Έχει χρέος να διαποτιστεί από τη μοίρα της εποχής του, να μη φύγει, να σταθεί στο σταυροδρόμι όπου φυσούν όλες οι ανησυχίες και οι ελπίδες, ρόδο των ανέμων… Χρέος του είναι… να συγκλίνει μέσα του όλους τους αποκλίνοντες σημερινούς αγώνες και να βάλει τάξη στο χάος, να το μετουσιώσει, δηλαδή, μέσα του σε “κόσμο”».(Καζαντζάκης)

 

 https://iliasgiannakopoulos.blogspot.com/

 




Μαρία Μπίρμπα, Ζέτα Αδαμοπούλου "Θεμελιωτές"

 

“Θεμελιωτές”
Συγγραφέας: Μαρία Μπίρμπα, Ζέτα Αδαμοπούλου I
Εκδόσεις ΔΙΑΝΟΙΑ - Πατησίων 337 & Σκρα 2, Αθήνα 111 43
Αριθμός σελίδων: 296
Διάσταση: 14X21
SBN: 978-618-5437-38-1
Τιμή: 15,00€


Σύντομη περιγραφή:

Η Ελλάδα υπόδουλη για τετρακόσια χρόνια στους Οθωμανούς.
Οι συνθήκες διαβίωσης του λαού άθλιες.
Η προοπτική για ένα καλύτερο αύριο μηδαμινή. Κι όμως…
Μια χούφτα απλοί, καθημερινοί άνθρωποι έχουν διαφορετική γνώμη…
Μέσα από παράλληλες, διασταυρούμενες και συχνά συγκρουόμενες ιστορίες, προσπαθούν να κινήσουν τον τροχό της ελευθερίας μέσα από απογοητεύσεις, φόβους, πάθη.
Προσπαθούν να σταθούν όρθιοι, με οδηγό την Αξιοπρέπεια,τα όνειρα και τις ελπίδες τους.


Εκδόσεις ΔΙΑΝΟΙΑ - Πατησίων 337 & Σκρα 2, Αθήνα 111 43
Τ. 210 2014089 - info@dianiapublications.gr
www.dianiapublications.com - FB: Εκδόσεις Διάνοια - Diania Publications
Instagram: Εκδόσεις ΔΙΑΝΟΙΑ


Οι συγγραφείς:

Μαρία Μπίρμπα
Φυσικός, Εκπαιδευτικός
ΔευτεροβάθμιαςΕκπαίδευσης

Ζέτα Αδαμοπούλου
Μουσικός, Εκπαιδευτικός
Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης







NEΟ άλμπουμ για τους WORMGOD - Το "Where Old Curses Rest" κυκλοφορεί ΤΩΡΑ!

 


NEΟ άλμπουμ για τους WORMGOD - Το "Where Old Curses Rest" κυκλοφορεί ΤΩΡΑ!



Μετά από σχεδόν μια δεκαετία από την τελευταία τους εμφάνιση, οι Wormgod επιστρέφουν από τον τάφο με το πρώτο τους πλήρες άλμπουμ. Με το όνομα "Where Old Curses Rest" για να αντικατοπτρίζει την ταραγμένη παραγωγή, αλλά και την αίσθηση των 9 black metal ύμνων που διαθέτει, το ντεμπούτο LP του ρουμανικού black metal ντουέτου περιλαμβάνει artwork που δημιούργησε ο διάσημος πλέον καλλιτέχνης Costin Chioreanu.

BIΟΓΡΑΦΙΚΟ

Το black metal των Wormgod είναι ένα μείγμα από σκοτεινά riff, βαριές συγχορδίες, ανατριχιαστικές μελωδικές τρίλιες και φωνητικά που ουρλιάζουν. Η ξεχωριστή ατμόσφαιρα είναι εμπνευσμένη από τα αστικά αξιοθέατα της πατρίδας του συγκροτήματος - Βουκουρέστι, Ρουμανία.
Έχοντας δημιουργηθεί το 2009 και με επικεφαλής τον Tyrant (κιθάρα, μπάσο) το black metal project με βάση το Βουκουρέστι κυκλοφόρησε δύο περιορισμένα και ανεξάρτητα demo με δύο διαφορετικούς τραγουδιστές και τον Victor από τους Akral Necrosis (κιθάρα).
2010 - s/t  demo
2013 - Divided
Οι Wormgod προωθούν την ατομική και συλλογική εξέλιξη, με στόχο την επίτευξη της υπέρβασης.








ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΜΥΡΓΙΩΤΗΣ "Ο Άγιος Νεκτάριος για τον Ελληνισμό."

 


Ο Άγιος Νεκτάριος για τον Ελληνισμό.

Ο π. Εφραίμ σε δημόσια ομιλία του παρότρυνε να βρούμε το έργο του Αγίου Νεκταρίου, το αναφερόμενο εις τον Ελληνισμό. Το αναζήτησα και δημοσιεύω ελάχιστα αποσπάσματα. Εις το τέλος του κειμένου, υπάρχει η παραπομπή, όπου όποιος επιθυμεί να διαβάσει ολόκληρο το έργο του Αγίου. Το κείμενο είναι εις το πρωτότυπο.

Ἑλληνικὴ φιλοσοφία. Δυὸ λέξεις· ἀλλὰ λέξεις μεσταὶ μεγάλων καὶὑψηλῶν ἐννοιῶν.
ἩἙλληνικὴφιλοσοφία ἐδίδαξεν τὴν πρόνοιαν τοῦ Θεοῦ πρὸς τὴν ἀνθρωπότητα καὶἐγένετο διὰτῶν ὑγιῶν  αὐτῆς  θεωριῶν  παιδαγωγὸς  τῆς  ἀνθρωπότητος  εἰς Χριστόν.
.HἙλληνικὴ φιλοσοφία προώρισται ἵνα καταστήσῃ τοὺς πάντας Ἕλληνας· ἐγεννήθη ὑπὲρ τοῦ χριστιανισμοῦ καὶ συνεταυτίσθη μετ᾿ αὐτοῦ, ὅπως ἐργασθῆ πρὸς σωτηρίαν τῆς ἀνθρωπότητος. Ἕλληνκαὶ φιλοσοφία εἰσὶδυὸτινὰἀναπόσπαστα· μαρτυρεῖ δὲκαὶ ὁ Ἀπόστολος τῶν ἐθνῶν Παῦλος λέγων: Ἕλληνες σοφίαν ζητοῦσιν. Ὁ Ἕλλην ἀληθῶς ἐγεννήθη, ἵναφιλοσοφῇ· διότι ἐγεννήθη διδάσκαλος τῆς ἀνθρωπότητος. Ἀλλ᾿ ἐὰν ἡ φιλοσοφία ἐγένετο παιδαγωγὸς εἰς Χριστὸν ἕπεται ὅτι ὁ Ἕλλην πλασθεὶς φιλόσοφος ἐπλάσθη χριστιανός, ἐπλάσθη ἵνα γνωρίσῃ τὴν ἀλήθειαν καὶδιαδῷ αὐτὴν τοῖς ἔθνεσιν.
Ὁ Ἕλλην λοιπὸν διὰτῆς φιλοσοφίας ἐγνώρισε πρώτον τὴν ὕπαρξιν τοῦ θείου καὶεἶτα ἑαυτόν, οἶος ἀληθῶς ἐστι· διὰτῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ ἔσχε τελείαν ἑαυτοῦ γνῶσιν· γνωρίσας δὲἑαυτὸν ἔγνω τὴν σχέσιν αὐτοῦ πρὸς τὸθεῖον, τὴν εὐγένειαν αὐτοῦ, καὶἔγνω ὅτι ἡ πρὸς τὸ θεῖον ἀφομοίωσις εἶναι τὸπρώτιστον τῶν καθηκόντων.
 Ὁ Ἕλλην ἀνευρῶν ἐν τῷ χριστιανισμῷ τὰς αὐτὰς ἀρχὰς καὶτὴν εἰκόνα τοῦ τελείου, τοῦ ἰδανικοῦ αὐτοῦ, καὶτὸν μόνον διδάσκαλον τὸν δυνάμενον νὰδιδάξῃ αὐτὸν πᾶν ὅ,τι ἐπεθύμει νὰγνωρίση, νὰμάθῃ, καὶὅ,τιαὐτὸς ἐπόθει καὶἐπεζήτει, καὶεὑρῶν αὐτὸν ἑρμηνευτὴν τῶν αἰσθημάτων αὐτοῦ, ἐνεκολπώθη αὐτὸν καὶπεριέθαλψεν. Ὁ χριστιανισμὸς ὡς πρῶτον  δῶρον αὐτοῦ ἐδωρήσατο αὐτῷν έαν ζωήν· ὁ δὲἝλλην ὑπεστήριξεν αὐτὸν διὰτῶν ἀγώνων καὶτῶν αἱμάτων του.
.Ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία ἐποδηγέτει τὸἙλληνικὸν ἔθνος εἰς τὸνχριστιανισμόν· ὅτι δὲ ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία τοιοῦτος ὑπῆρξε ποδηγέτης μαρτυρεῖ καὶ o ἱερὸς πατὴρ Κλήμης ὁ Ἀλεξανδρεὺς λέγων: «ἦν μὲν οὖν πρὸτῆς τοῦ Κυρίου παρουσίας εἰς δικαιοσύνηνἝλλησιν ἀναγκαία· νυνὶδὲχρησίμη πρὸς θεοσέβειαν γίνεται, προπαιδεία τις οὖσα τοῖς τὴν πίστιν δι᾿ ἀποδείξεως καρπουμένοις· ὅτι ὁ πούς σου φησὶν (Παροιμ.) οὐ μὴπροσκόψῃ, ἐπὶτὴν πρόνοιαν τὰκαλὰἀναφέροντος ἐὰν τὲἑλληνικὰ ἢ, ἐὰν τὲἡμέτερα· πάντων γὰρ αἴτιος τῶν καλῶν ὁ Θεός, ἀλλὰτῶν μὲν κατὰπροηγούμενον, ὡς τῆςτὲ διαθήκης τῆς Παλαιᾶς καὶτῆς Νέας· τοῖς  δὲκατ᾿ ἐπακολούθημα, ὡς τῆς φιλοσοφίας· τάχα δὲκαὶ προηγουμένως τοῖς Ἕλλησιν ἐδόθη τότε πρὶν ἢ τὸν Κύριον καλέσαι καὶτοὺςἝλληνας· ἐπαιδαγώγει γὰρ καὶαὐτὸτὸἙλληνικόν, ὡς ὁ νόμος τοὺς Ἑβραίους εἰς Χριστόν.
Προπαρασκευάζει τοίνυν ἡ φιλοσοφία προοδοποιοῦσα τὸν ὑπὸΧριστοῦ τελειούμενον… μία γὰρ ἡ τῆς ἀληθείας ὁδὸς ἀλλ᾿ εἰς αὐτὴν καθάπερ εἰς ἀέναον ποταμὸν ἐκρέουσι τὰῥεῖθρα ἄλλα ἄλλοθεν».
Καὶαὖθις ὁ ἱερὸς πατὴρ λέγει περὶτῆς Ἑλληνικῆς φιλοσοφίας· «ἀλλ᾿ εἰ μὲν μὴ καταλαμβάνει ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία τὸ μέγεθος τῆς ἀληθείας, ἔτι δὲἐξασθενεῖ πράττειν τὰς κυριακὰς ἐντολάς, ἀλλ᾿ οὖν γὲ προκατασκευάζει τὴν ὁδὸν τῇ βασιλικωτάτῃ διδασκαλίᾳ, ἀμηγέπη σωφρονίζουσα, καὶτὸἦθος προτυποῦσα καὶπροστύφουσα εἰς παραδοχὴν τῆς ἀληθείας»
.Ὁ Κλήμης παραβάλλει τὴν σοφίαν πρὸς τὸν ὑετόν, τοὺς δὲφιλοσοφοῦντας πρὸς τὰς ποικίλας βοτάνας τῆς γ ῆς, αἴτινες καίτοι ὑπὸτῶν αὐτῶν ποτίζονται ναμάτων, ἑκάστη ὅμως πρὸς τ ὴν ἰδίαν φύσιν τὸν χυμὸν μεταβάλλει. Ἰδοὺοἱ λόγοι αὐτοῦ: «Καταφαίνεται τοίνυν προπαιδεία ἡ Ἑλληνική, σὺν καὶαὐτῇ φιλοσοφία θεόθεν ἤκειν εἰς ἀνθρώπους, οὐ κατὰπροηγούμενον, ἀλλ᾿ ὃν τρόπον οἱ ὑετοὶκαταῤῥήγνυνται εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶεἰς τὴνκοπρίαν, καὶἐπὶτὰ δωμάτια, βλαστάνει δ᾿ ὁμοίως καὶ πόα, καὶ πυρός, φύεταί τε καὶἐπὶτῶν μνημάτων συκῆ, καὶεἴ τι τῶν ἀναιδεστέρων δένδρων· καὶτὰ φυόμενα ἐντύπῳ προκύπτει τῶν ἀληθῶν».
.Ὁ Κλήμης διακρίνει τὴν ἀληθῆ φιλοσοφίαν τῆς σοφιστείας καὶτὰκαλῶς παρ᾿ αὐτῆς εἰρημένα τῶν μὴ καλῶς εἰρημένων· τοῦτο δείκνυται καὶἐκ τῶν ἑξῆς. «Φιλοσοφίαν οὐτὴν Στωικὴν λέγω, οὐδὲτὴν Πλατωνικήν, ἢ τὴν Ἐπικούρειόν τε καὶἈριστοτελικήν· ἀλλ᾿ ὅσα εἴρηται παρ᾿ ἑκάστη τῶν αἱρέσεων τούτων καλῶς, δικαιοσύνην μετ᾿ εὐσεβοῦς ἐπιστήμης ἐκδιδάσκοντα, τοῦτο σύμπαν τὸἐκλεκτικὸν φιλοσοφίαν φημί· ὅσα δὲἀνθρωπίνων λογισμῶν ἀποτεμόμενοι παρεχάραξαν, ταῦτα οὐκ ἂν ποτὲ θεία εἴποιμ᾿ ἄν».
.Ἰδοὺ ὁ Κλήμης τί λέγει περὶτῆς ἑρμηνείας τῶν ἹερῶνΓραφῶν ἐν τῇ Ἑλληνικῇ φωνῇ:
«Διὰτοῦτο γὰρ Ἑλλήνων φωνῇ ἑρμηνεύθησαν αἱ Γραφαὶὡς μὴπρόφασιν ἀγνοίας προβάλλεσθαι δυνηθῆναι ποτὲαὐτούς, οἴους τὲὄντας ἐπακοῦσαι καὶτῶν παρ᾿ ἡμῖν, ἣν μόνον ἐθελήσωσιν».
. Ἡ ἀνθρωπότης ἐζήτει θείαν ἀποκάλυψιν ὅπως μάθη τὴν ἀλήθειαν καὶβεβαιωθῆ καὶπεισθῆ· ἡ ἀνθρωπότης ἐδεῖτο θείου διαπλάστου· ἡ δὲ φιλοσοφία ἐστερεῖτο τούτων. Ἡ ἀνθρωπότης εὖρεν ταῦτα ἐν τῷ χριστιανισμῷ πρὸς ὃν ἐποδηγέτει ἡ Ἑλληνικὴ φιλοσοφία· αὕτη ἡ ἐμὴπερὶτοῦ ζητήματος τούτου ταπεινὴ γνώμη.
ἘνἈθήναιςτῇ 17 Ἰουνίου 1896.
Ὁ Πενταπόλεως ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ


πηγές


Μυργιώτης Παναγιώτης
Μαθηματικός








Short story by author TrìnhQuangPhú from Vietnam

 

Short story by author TrìnhQuangPhú from Vietnam

His biography:

Professor Dr. TrìnhQuangPhú, was born in 1940, in Phu Yen province (the South Central of VietNam). He is a member of the Vietnam Writers' Association. He has the privilege to visit many countries around the world. A Journal of Faraway Landsrecords his journeys to 25 countries all over five continents. He is also the author and co-author of 50 Works since 1961.


His short story:
N. 145 (*)
Author: TrìnhQuangPhú
(Translated from Vietnamese into English byJyKhanh)


“Ha, ha... ha...! Don’t you dare, don’t you dare to kill me? I’m not afraid... Ah! Ah! Kill me? Okay, but you will be avenged by my people. The ones who will die are... you guys... It’s Nguyen... Van... Thieu”.

“Mother, mother... oh, my mother, heroic mother...”

Such delirium continued in the patient. Since received at Thach Han station until now, it had been 20 hours and the patient was still constantly in such comas. The emergency medicine doses did not stop the attack, but the patient did not regain consciousness. Delirium persisted and worsened with each passing day. Indeed, thiswas a difficult patient to deal with for the first time. I was present for almost 20 hours with the patient. My heart sometimes tightened, I felt nervous when I saw the blood pressure spike, but the patient’s heart rate and breathing rate dropped and became weak. However, our efforts were also able to resuscitate the patient after each anesthesia. I hadn’t had time to eat dinner yet. We had to fight for his life at the door of death every minute. I also took advantage of the time when the patient recovered to make a medical record. The brothers and sisters also from the American prison - Thieu returned and helped me with the necessary medical records. My patient had many names, but whatever I called him by names, he always shook his head. He only identified himself as N. 145. It was the secret number, the same name the enemy had called him for the past 9 years. In his coma, he still called himself N. 145. In fact, N. 145 was just one of his secret numbers in intelligence operations. The enemy caught him and he only identified himself as N. 145. Later, they asked him until he declared his name Ho Chien Thang, but he always called himself N. 145.

- You ask for my name? You know, it’s N. 145! That’s all. Thisis my name, you write it on the cover of the resume. Blind orwhat? Or you can’t read? Ha... ha... You all are a bunch of blind humans! Ha... ha... ha... 145, N. 145, do you copy? Do you copy that, blind Thieu?

I had completed the medical record of N. 145 but thought I had just gone through a sad and heroic life of a human being. I went to the hospital bed, he was still sleeping in a coma. His eyes were still closed, and his breathing was weak. But his high forehead spoke volumes about his indomitable days. I sat back and read the medical record and hoped to find something for the diagnosis and treatment indications.

“Ho Chien Thang, 37 years old, had been detained by the US since March, 1965, and was released at ten o’clock in the morning on April 10th, 1973 at Thach Han station (Quang Tri province). Patient’s condition at reception: awake, severely debilitated, thin, pale skin, bruised lips, bandage on left forehead. A medical officer asked about the wound, the patient said: “They beat me, it hasn’t healed for six months. But don’t worry, itwill be fine when I’m here...”. After spoke, the patient screamed loudly and fell into a coma.

The local blood pressure could not be measured (because the patient was struggling too much).

Heart: beat one hundred and forty times a minute, beat fast, strong but irregular. Temperature: thirty-nine point five degree. Lungs: breathing sound quite rough, shallow breath. The liver was three centimeters large, palpable below the costal margin, felt pain when press down. There were many veins float along the neck, the chin was slightly flattened. Eyes wild, pupils dilated. Reflections: seemed to be absent. The patient lost sensation under the skin. Continuous coma. The patient struggled, stiff limbs...

... According to the brothers and sisters, the patient had previously joined the armed forces for liberation and was arrested while on duty. They tortured all kinds of torture such as: nailing to the tipsof fingers and toes; put electricity in dangerous places; pour soapy water to stretch the abdomen and then let the slaves stepped on it to overflow the nose and mouth...; forced to sit in front of thousands ofwatt lights; or get hit on the shoulder, head...

... The patient began to have a delirium in 1970. When the enemy brought his mother and forced her to advise him to surrender... He and his mother both refused to give in to the enemy. Then they killed his mother in front of him.

The later comas became longer and closer. In his comas, he often laughed hard at hisenemy and always praised his mother. The enemies often got angry and beat him even during the coma...

My N. 145 was still constantly in such comas. I kept hoping that after each sleep, he would wake up like every other neurological patient. But in N. 145 it was different, one after another, delirious and then sleeping, then waking up again and again. I was beginning to lack confidence in my medications and even my little knowledge. I was confused in the diagnosis. It seemed that a disease that combined all the coma patterns: of aStokes-Adamsof the heart, of a hypoglycaemic shock, also had a pattern ofhyperuremia and had more and more symptoms of seizures due to brain injury... There was a time when I felt my stomach rumbling. I was afraid I couldn’t save him. Therefore, every time I consulted, I often made many assumptions so that the group offellow doctors could help me gradually distinguish and I asked to increase the consultation. It could also be said that: For our job, the death of patients was not uncommon and the patients stood between the life and death were not uncommon. I had also stay awake many times, put my whole mind with the brothers and sisters to save their lives. There were cases where our efforts didn’t work. But... each ofuswas relieved that we had slapped the last bucket ofwater...

But in this case of N. 145, with the patient I had only seen for twenty hours, there was something too attached to me. I knew that I tried my best... but if he died I couldn’t rest assured. I wondered why that was and was able to answer immediately: He lived through a barbaric age of murderers. They didn’t kill him. He came here, as his alias, he was the winner. So maybe we crossed our arms... The ultimate anxiety and worry of me and my colleagues was that.

*

* *

The night was almost over. A strange bird at Ai Tuairport woke up and chirped, it must had been a bird that survived in the rain of bombs and bullets. I looked outside, the sky was already bright. The cool airof the early morning followed the wind from the Hieu River gently blowing in the face. I felt so fresh after an afternoon and a stressful night of stayed up. I stood by the window, inhaled the fresh morning airwith much hope. Suddenly from the hospital bed, N. 145 stirred and asked for water. His voice was very soft. The habits of profession helped me to see that he had regained consciousness. As a great joy, I gladly went to him. His eyes were back to normal with pure gentleness.

- Are you thirsty?

- Yes!

I poured ready-made ginseng water for him to drink.He was as docile as a child, gulped spoon by spoon. I watched him drink well and looked at his face - Our medical profession often looked like that, not to commented on the beauty or ugliness of a person’s face but to found change and realized diseases.

He clearly showed the difficult years he lived in the imperial prison. His protruding cheekbones, slightly parted chin, and high forehead showed his inherent determination. His eyes still hid the fatigue of the sickness...

- Do you feel hungry?

- No.

- Are you tired?

- Yeah, a little bit... Doctor, what hospital is this?

- Yes, thisis our liberation area hospital.

- Is that so? Wow, I’m so happy! I’m finally back...

- Yes, that’s true.

- So happy...

His lips formed a very open smile. A smile like the dot of a difficult equation solved. I wanted to ask him more about his illness, but I was afraid that something in my questions would bring back painful and angry memories in him? Maybe by an accident pulled the sickness back... I sat still and asked him to measure his pressure. His body returned to normal. His heart beat slowly, although tired but still very neat. I heard his heartbeat and felt my heart so light. That whole day, from the time I left the hospital to my place of rest, I couldn’t sleep. N. 145’s eyes were like a ray of light shining back into my eyes. I felt like there was something going on in my head. I tried to brush it off and thought it was because of my admiration for N. 145’s pastof integrity, courage, and grit.

Late in the afternoon of the third day, asusual, I returned to N. 145’s bedside. When he saw me, he sat up and brightened up:

- Hello, doctor. Well, the last few days the doctor has been hard on me?

- No, everything is fine. How do you feel in yourself today?

- I’m fine... Hey, doctor, I want to go outside for a bit. Is that okay?

- Yes, sure. That’s very necessary for you too.

I understood his heart, the heart of a soldier for nine years sitting in an imperial prison... I took him to the corridor and introduced him to the surroundings. Where the flagpole was the old watchtower at the beginning of Road 9 in the middle of Dong Ha town, nowwas the “capital” of the Revolutionary Government ofQuang Tri province. To the south, the whole area was sprawled with duralumin, iron and steel lied over there, which was Ai Tuairport the day before.

- Wow, they deserve to be like that. Here before we are all good fighters, right doctor?

- Yes...

He gazed passionately at the Revolutionary flags fluttering in the wind and filled his eyes with the free sky. That blue sky, fluffy clouds, and larks flying and chirping were all new and familiar to him. During the days in the cell like other communist soldiers, he just wanted a ray of sunshine, a cool breeze. Now it was all around him. Maybe it reminded him of his hometown. He turned to me and asked:

- Hey, can I ask you something. Which province do you come from? Is there anyone in your family?

His question revived in me the memories of home and family. Nineteen years later, I had received nothing but the cruel news: My brother died in Con Dao and my mother was captured by the enemy. My father and I went to gather. I was only 7 years old that day. My brother also took me down to the harbor to say goodbye. Although nearly 20 years passed, I couldn’t forget the image of that afternoon at QuyNhon harbor. My brother was standing outside the barricade of the port area, raised his hand to wave to my father and me. I turned to look at him and then got off the train to follow my father and I was felt so sad. That was it, seven thousand days! I grew up in the North, graduated from medical university. Responding to the call of the National Liberation Front, both father and me volunteered to return to the South to fight. My father returned to Area Five and fought in his hometown. I myself was allowed to enter the army medical, participated in the campaign to liberate Quang Tri and now took on the task ofwelcoming political prisoners returned by the enemy. Many times, I hoped in the groups of people return from across the Thach Han River, among the patients I examined here, there would have my dear mother.

Suddenly, I felt smaller and before N. 145, I was not a doctor but just a sister in his hometown. I told him briefly about my situation. He sat silently asif he sympathized with my thoughts. Suddenly he turned to me and asked me urgently:

- How old are you this year?

- I’m 26 years old.

- Is that so? So I honestly ask you, what commune are you from?

- Sure, I live in An Chan.

- Wow - His voice sounded happy - So did you have another name when you at home?

- Yes! My parents called me...

- Is it Bon?

- Oh! Ten years of living in the North, only few people know my name. Asif an electric current ran through my body, my whole body trembled, my heart pounded, I turned my eyes to look at him straight in the face:

- Yes...

- God! Bon... It’s me... Your brother is here.

- Brother! - I cried out in emotion and could not hold back the tears.

- Bon, my God! - He hugged my shoulder and shook - This kid, look how big you are... He was filled with joy then suddenly his eyes closed, his face changed color and he put his hand on his head... The happily feeling inside me interrupted, he fainted in my arms.

- Brother Hai, brother Hai! - I called him, the call of a sister, not a doctor anymore.

People came to help me put him to bed. He smiled. He laughed loudly and happily, but my heart was like been cut by a knife. He laughed as much as I cried.

My colleagues and patients in the room were amazed. They hadn’t shared with me and my brother the joy of reunion, but they shared with me the pain... He laid quietly for a while and then laughed again, he laughed so hard just like before.

- Thieu, you lost, you lost! You can’t kill me, I’ve returned to my Homeland, my family... Ha... ha... ha...

I stood by him, took care of him and did the actions of a doctor, but I felt like I was not a doctor. I felt so confused. Suddenly, the station chief doctor and some of my other colleagues came to me. The station chief doctor came to my brother and asked:

- Is this your brother-in-law?

- Yes, it is.

- Congratulations comrade, now it is “both a comrade and a brother”. One side is patriotic, one side is home. Usually, we have to sacrifice our love for our country, but comrade has both. Right?

- Yes! - I softly replied.

- Is there anything new in the patient’s progress?

- Yes! His blood pressure and heart rate in the allowable range, pupils dilated a little...

The station chief doctor heard the news, reviewed the file and said:

- Comrade must be very calm. N. 145 is in a coma, but thisis a trance caused by joy... This coma wouldn’t last, is it, comrade? Now put the patient to sleep and the long-term treatment can be determined. N. 145 is a resilient soldier, today’s reunion will strengthen him so he can recover quickly. I felt light and comfortable. I held his hand tightly and hoped that after his sleep, he would wake up and gentle smile of the liberation soldier, my brother’s, would bloom on his lips.

Dong Ha, Spring 1974.


(*) The Best Short Story Award 2012 of Writers Magazine (Vietnam Writers Association)