Η " ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΜΕΝΗ " ΣΥΚΙΑ ...... Έτσι, να λέμε πια τα σύκα-σύκα....

 

The fig tree by louisa hatzidaki


Η ΣΥΚΙΑ 

Η συκιά (επιστ. Συκή η καρική και Συκή η κοινή, Ficus carica) είναι δικοτυλήδονο φυτό που ανήκει στο γένος Συκή και στην οικογένεια Μορεοειδή. Είναι δέντρο πολύ κοινό στην Ασία, στη Μέση Ανατολή και στις Μεσογεικές χώρες. Η καλλιέργειά της εισήχθη και στην Αμερική τον 18ο-19ο αιώνα. Είναι η συκέη ή συκή των αρχαίων. Ευδοκιμεί σε περιοχές με θερμό και δροσερό κλίμα και σε υψόμετρα μέχρι 1700μ. Οικαρποί της τρώγονται νωποί ή ξεροί.
Το δέντρο ήταν γνωστό από τους προϊστορικούς χρόνους. Στην περιοχή του Παρισιού βρέθηκαν απολιθώματα φύλλων και καρπών συκιάς από την Πλειστόκαινο εποχή της Τεταρτογενούς Περιόδου. Αυτό πιστοποιεί ότι το φυτό υπήρχε ήδη από τα προϊστορικά χρόνια στην Ευρώπη. Συγκεκριμένα στον προϊστορικό οικισμό Πολιόχνη, στο νησί της Λήμνου, έχουν βρεθεί απανθρακωμένα σύκα.


 Ferdindand Puigaudeau - The Virgin with Fig Tree

Στον ελλαδικό χώρο καλλιεργείται πριν από την Ομηρική εποχή. Στην αρχαιότητα ήταν ευρέως γνωστή και φημισμένη για την ποιότητά της, η ποικιλία "Βασιλική" η οποία καλλιεργείτο κυρίως στην Αττική.
Σήμερα αμφισβητείται η φημολογούμενη ως ασιατική καταγωγή της συκιάς, επειδή κατά τον Ηρόδοτο, δεν καλλιεργούνταν ούτε στη Λυδία ούτε στην Περσία. Ο ιστορικός της αρχαιότητας αναφέρει μάλιστα ότι βασικός λόγος της εκστρατείας του βασιλιά της Περσίας Ξέρξη, ήταν η κατάκτηση της Αττικής, ώστε να έχει την δυνατότητα να τρώει όχι μόνο αποξηραμένα αλλά και νωπά σύκα.
Η συκή, στην αρχαία Ελλάδα σύμβολο της γονιμότητας και του Διονύσου, ένα προσωνύμιο του οποίου ήταν Συκίτης

Yvonne Ayoub - Fig Tree 

Η καλλιέργεια της συκιάς ήταν εξαιρετικά διαδεδομένη στην νεότερη Ελλάδα, έπαιζε σημαντικό ρόλο στην διατροφή του πληθυσμού και αποτελούσε βασικό εξαγώγιμο προϊόν. Πριν τον Β' ΠΠ αντιπροσώπευε το 20% της αξίας των εξαγόμενων αγροτικών προϊόντων.
Στη σύγχρονη Ελλάδα έγινε εισαγωγή μοσχευμάτων από την περιοχή της Σμύρνης το 1908, τα οποία μοιράστηκαν σε Αγρότες της Μεσσηνίας. Την περίοδο 1930-1935 η παραγωγή σύκων στην Μεσσηνία ανήλθε σε 10.200 τόνους, ενώ το 1994 τα στοιχεία δείχνουν παραγωγή 5.236 τόνων.
Το 1929 ιδρύθηκε στο Υπουργείο Γεωργίας το ειδικό γραφείο προστασίας των ελληνικών σύκων, το οποίο διατηρήθηκε μέχρι το 1952 οπότε και ιδρύθηκε η συνεταιριστική οργάνωση "ΣΥΚΙΚΗ" υπό την εποπτεία του Υπ. Γεωργίας και της Αγροτικής Τράπεζας. Σκοπός της ήταν η προστασία της συκοπαραγωγής και η βελτίωση της διάθεσης και εξαγωγής των προϊόντων.
trees - Fig Tree by Caroline Street Art
Σήμερα στην Ελλάδα η συκιά συνεχίζει να καλλιεργείται στο νομό Μεσσηνίας, όπου υπάρχουν συστηματικοί οπωρώνες. Λιγότερο συστηματικά καλλιεργείται στους νομούς Λακωνίας και Αττικής, στην Κύμη, το Πήλιο και ορισμένα νησιά. Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία του 1991, ο συνολικός αριθμός των δέντρων ήταν 5 εκατομμύρια και ή εγχώρια παραγωγή σύκων έφτανε τους 87.000 τόνους. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων (FAO), σε σύνολο 1.000.000 τόνων της παγκόσμιας παραγωγής, Η Ελλάδα ήταν δεύτερη στην κατάταξη μετά την Τουρκία (314.000) και ακολουθούσαν το Ιράν, η Αίγυπτος, το Μαρόκο και η Ισπανία. To 2009 η παγκόσμια παραγωγή ανήλθε σε περισσότερους από 1.118.000 τόνους, με πρώτη την Αίγυπτο (350.000 τ.), δεύτερη την Τουρκία (244.000 τ.) και στη συνέχεια άλλες χώρες της Μεσογείου. Η ελληνική παραγωγή μειώθηκε σε μόλις 20.376 τ. και κατέλαβε την 11η θέση.
Το σύκο, από βοτανική άποψη, δεν είναι τυπικός καρπός αλλά μια κοίλη ανθοδοχή που ονομάζεται ταξιανθία. Η ανθοδόχη περιέχει έναν μεγάλο αριθμό ανθέων που συνήθως ανέρχεται σε πολλές εκατοντάδες. Το είδος και ο αριθμός των ανθέων διαφοροποιούνται σημαντικά στους δύο βασικούς τύπους δέντρου της συκιάς που είναι:
·  Η άγρια συκιά (αρρενοσυκιά) η οποία είναι δένδρο μόνοικο διότι οι ταξιανθίες του περιέχουν και αρσενικά και θυλυκά άνθη.
·   Η θηλυκή η οποία είναι δένδρο δίοικο διότι έχει μόνο θηλυκά άνθη τα οποία για να γονιμοποιηθούν απαιτείται μεταφορά γύρης απο τα αρσενικά άνθη της αρρενοσυκιάς.

Figs by Suzanne Frie 


Η γονιμοποίηση της συκιάς ακολουθεί έναν ιδιόμορφο κύκλο που πραγματοποιείται με την συμμετοχή του εντόμουBlastophaga grossorum (κοινώς ψήνας της συκιάς). Το έντομο αυτό διαχειμάζει ως προνύμφη στα χειμερινά σύκα της αρρενοσυκιάς τα οποια διατηρούνται στο δενδρο κατα την διάρκεια της χειμερινής περιόδου και τα οποία ονομάζονταικρατητήρες ή όλυνθοι. Την άνοιξη αναπτύσσονται τα εαρινά σύκα που ονομάζονται ερινεοί ή ορνιοί. Την ίδια περίοδο ο ψήνας ολοκληρώνει τον βιολογικό του κύκλο μέσα στους κρατηρήρες και εισέρχεται στους ερινεούς, ως έντομο πλέον για να ωοτοκήσει. Κατά την είσοδό του μεταφέρει γύρη απο τα αρσενικά άνθη που βρίσκονται κοντά στην οπή της βάσης, προς τα θηλυκά τα οποία βρίσκονται στο βάθος του σύκου, κοντά στον ποδίσκο. Με αντίστοιχο κύκλο μεταφέρεται στη συνέχεια η γύρις απο τα αρσενικά άνθη της αρρενοσυκιάς, στα άνθη που περιέχονται στις ταξιανθίες της θηλυκής και τα οποία έτσι μετατρέπονται σε καρπούς.
Ποικιλίες
Υπάρχουν εκατοντάδες καλλιεργούμενες ποικιλίες συκιάς οι οποίες μπορούν να ταξινομηθούν σε τρεις τύπους:
1. Ποικιλία άγρια. Ο καρπός της δεν είναι βρώσιμος αλλά χρησιμοποιείται για τη γονιμοποίηση των σμυρναϊκών σύκων «αρίνιασμα».


2. Ποικιλία Σμυρναϊκή ή μονόφορη. Όλες οι μορφές της δίνουν άριστης ποιότητας νωπά ή ξερά σύκα.
3. Ποικιλία Κηπευτική. Καρποφορεί δύο ή τρεις φορές το χρόνο με πρώτη σοδειά τον Ιούνιο.
Πίνακας  -  Guy Orlando Rose



ΤΟ ΣΥΚΟ

Σύκα: πολύτιμος σύμμαχος της υγείας

Ρυθμίζουν την αρτηριακή πίεση και γίνονται σύμμαχος κατά της οστεοπόρωσης

Στη Μεσόγειο, κάνουν θραύση. Τα σύκα - σήμα κατατεθέν του καλοκαιριού και, δη, του Αυγούστου - είναι γλυκά, ιδιαίτερα νόστιμα φρούτα με πολύτιμα θρεπτικά συστατικά. Σε σύγκριση με άλλα φρούτα, τα σύκα περιέχουν κατά τι περισσότερα σάκχαρα και κατ΄ επέκταση ενέργεια (σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει η συγκριτικά μικρότερη περιεκτικότητά τους σε νερό), ωστόσο οι φυτικές ίνες βοηθούν στην ομαλότερη απορρόφηση των σακχάρων τους.

Θρεπτικά συστατικά

Σύμφωνα με την κυρία Κατερίνα Χρέμου, κλινική διαιτολόγο (MS), τα σύκα περιέχουν φυτικές ίνες, κάλιο, ασβέστιο, μαγνήσιο _ειδικά τα αποξηραμένα σύκα αποτελούν πολύ καλή φυτική πηγή ιχνοστοιχείων.
Είναι πλούσια σε βιταμίνες Α, Β1 και Β2 και μέταλλα όπως σίδηρο, φώσφορο, μαγγάνιο, νάτριο, κάλιο κ. άλ.
Οι ποικιλίες με σκούρα κόκκινη σάρκα είναι πλούσιες σε πολυφαινόλες, ουσίες με αντιοξειδωτική δράση.
Ρυθμίζουν την αρτηριακή πίεση. Τα σύκα αποτελούν πλούσιες πληγές καλίου, το οποίο βοηθάει στη ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης.

Εμποδίζουν τη δυσκοιλιότητα.

Λόγω της υψηλής περιεκτικότητας τους σε φυτικές ίνες, τα σύκα μπορούν να δώσουν τη λύση σε ανθρώπους που ταλαιπωρούνται από το πρόβλημα της δυσκοιλιότητας. Η καθημερινή κατανάλωση τριών σύκων (φρέσκων ή αποξηραμένων), βοηθάει στην ανακούφιση της δυσκοιλιότητας.

Προστατεύουν τις μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες από τον καρκίνο του μαστού.

Έρευνα που διεξήχθη επί 8ετία σε περισσότερες από 50 χιλιάδες εμμηνοπαυσιακές γυναίκες στη Σουηδία, έδειξε ότι όσες κατανάλωναν τις περισσότερες φυτικές ίνες από φρούτα (τα πλουσιότερα των οποίων είναι τα σύκα, τα μήλα, τα αχλάδια, τα δαμάσκηνα) μείωσαν τον κίνδυνο κατά 34% σε σχέση με αυτές που κατανάλωναν τις λιγότερες.

Προλαμβάνουν τις καρδιακές παθήσεις.

Μελέτες που έχουν πραγματοποιηθεί σε ζώα έχουν αποδείξει ότι η κατανάλωση του λαχταριστού αυτού φρούτου μπορεί να ρίξει τα επίπεδα των τριγλυκεριδίων στο αίμα και κατ' επέκταση να αποτρέψει μακροπρόθεσμα την εμφάνιση καρδιαγγειακών παθήσεων.

Συμβάλλουν στη διατήρηση της πυκνότητας των οστών.

Η πλούσια περιεκτικότητά τους σε ασβέστιο, όπως και σε κάλιο (το οποίο εμποδίζει την απώλεια ασβεστίου στα ούρα που προκαλείται από μεγάλη κατανάλωση αλατιού), καθιστά τα σύκα συμμάχους μας ενάντια στην οστεοπόρωση

Προσοχή στην κατανάλωση

Η υπερκατανάλωση προκαλεί ενδεχόμενο γαστρεντερικών διαταραχών και πρόσληψης ανεπιθύμητων θερμίδων. Ελέγξτε τις ποσότητες που τρώτε και δεν θα αντιμετωπίσετε κανένα πρόβλημα.

Πώς μπορείτε να τα απολαύσετε

Απογειώνουν και την πιο …βαρετή φρουτοσαλάτα.

Λόγω της περιεκτικότητάς τους σε απλά σάκχαρα και της ιδιαίτερης υφής και γεύσης τους, τα φρέσκα σύκα συχνά χρησιμοποιούνται για την παρασκευή μαρμελάδας και γλυκού του κουταλιού.

Παρασκευάστε και προσθέστε λίγη ποσότητα στα επιδόρπια, όπως το γιαούρτι.

Φρέσκα, δοκιμάστε τα στις σαλάτες σας.

Αναμείξτε τα αποξηραμένα σύκα με μέλι και καρύδια.

Προσθέστε τα στη βρώμη ή τα δημητριακά του πρωινού σας

Three Figs by Torrie Smiley 





Σύκο γλυκό του κουταλιού
 Υλικά

•    1 κιλό σύκα (25 - 30 κομμάτια)

•    1 κιλό ζάχαρη

•    3 φλυτζ. τσαγιού νερό

•    35 αμύγδαλα ξεφλουδισμένα ή καρύδια κομμένα στα τέσσερα

•    γαρίφαλλα (όσα τα σύκα)

•    2 κουτ. σούπας χυμό λεμονιού

•    χυμό από 2 λεμόνια

Εκτέλεση
Αν μαζέψουμε μόνοι μας τα σύκα, καλό είναι να φοράμε γάντια, γιατί
η επαφή με το γάλα της συκιάς, δημιουργεί πολύ έντονη φαγούρα.
Πλένουμε καλά τα σύκα, (καλύτερα χρησιμοποιώντας γάντια), για να φύγει το γάλα που θα έχουν βγάλει.
Με κοφτερό μαχαίρι, κόβουμε λίγο το κοτσάνι και αφαιρούμε το σκούρο σκληρό σημάδι που έχουν από την κάτω μεριά, αφαιρώντας και βγάζοντας τυχόν σποράκια που θα υπάρχουν.
Αν θέλουμε, τα τρυπάμε με οδοντογλυφίδα σε 1 - 2 μεριές.
Βράζουμε τα σύκα σε μπόλικο νερό, μέχρι να τρυπιόνται με το πηρούνι, για 5' - 10'
περίπου. (Το νερό πρέπει να τα καλύπτει, γι᾿ αυτό τα σκεπάζουμε με ένα πιάτο).
Προσοχή μην τα παραβράσουμε.
Σουρώνουμε τα σύκα, τα ξεπλένουμε και τα ξανασουρώνουμε.
Έπειτα τα βάζουμε σε μπολ με νερό που έχουμε ρίξει το χυμό από 2 λεμόνια, και τα
αφήνουμε να σφίξουν για 2 - 3 ώρες. Στη συνέχεια τα σουρώνουμε καλά.
Σε αυτό το στάδιο, τοποθετούμε σε κάθε σύκο από ένα αμύγδαλο ή καρύδι και ένα
γαρύφαλο. (Εκεί που είχαμε κόψει με το μαχαίρι).
Βάζουμε το νερό και τη ζάχαρη να βράσει. Όταν λιώσει η ζάχαρη, ρίχνουμε μέσα τα σύκα
και τα αμύγδαλα ή τα καρύδια που μας περίσσεψαν.
Τα βράζουμε στο σιρόπι γύρω στα 10' - 15' λεπτά,(ξαφρίζουμε αν χρειάζεται), σβήνουμε
τη φωτιά, αποσύρουμε και τα αφήνουμε εκεί όλη νύχτα.



Την άλλη μέρα, προσθέτουμε το χυμό λεμονιού και ξαναβράζουμε το γλυκό, μέχρι να
δέσει το σιρόπι, (να μην είναι αραιό).
Αφήνουμε να κρυώσει και τοποθετούμε σε αποστειρωμένα βάζα.
-- Αν το σιρόπι είναι αραιό θα μουχλιάσει σύντομα το γλυκό. Σ' αυτή την περίπτωση,
πετάμε όσα κομμάτια γλυκού έχουν μουχλιάσει και το ξαναβράζουμε προσθέτοντας
λίγη ζάχαρη και κάνοντας το σιρόπι πιο σφιχτό.
-- Εάν το σιρόπι είναι πηχτό θα ζαχαρώσει. Σε αυτή την περίπτωση, ξαναβράζουμε το
γλυκό αραιώνοντάς το με λίγο νερό.


Γλυκό σύκο με κόκκινο κρασί


Συστατικά:      
1500 γρ. φρέσκα σύκα
650 γρ. ζάχαρη
250 γρ. κόκκινο ξηρό κρασί.
2 κουτ. της σούπας ξύδι (κατά προτίμηση από κόκκινο κρασί)
2- 3 γαρίφαλα
2 ξυλάκια κανέλα
      

Οδηγίες:     


Καθαρίζουμε τα σύκα και τα τρυπάμε με τη μύτη ενός μαχαιριού σε αρκετά σημεία.
Σε μια κατσαρόλα βάζουμε το κρασί, το ξύδι, τη ζάχαρη και τα μυρωδικά και τα βράζουμε
σε χαμηλή φωτιά εώς ότου γίνει πηχτό σιρόπι. Ρίχνουμε τα σύκα και συνεχίζουμε το
βράσιμο σε χαμηλή φωτιά. Στην αρχή τα σύκα δεν θα καλύπτονται από το σιρόπι, αλλά
αυτό θα γίνει σταδιακά αφού βγάλουν τα υγρά τους. Βράζουμε για περίπου 2- 2,5 ώρες
εώς ότου το σιρόπι πήξει. Γεμίζουμε αποστειρωμένα βάζα.
Στέλιος Παρλιάρος - Γλυκά με Φρούτα, Εκδόσεις Σιδέρης






Μαρμελάδα Σύκο

Υλικά
Γιια 4-6 άτομα
1 κιλό σύκα
1/2 κιλό ζάχαρη
3 κουταλιές του γλυκού χυμό λεμονιού

Εκτέλεση

Ξεφλουδίζουμε τα σύκα τα βάζουμε σε λεκάνη και τα λιώνουμε. Βράζουμε σε μέτρια φωτιά
τον πολτό από τα σύκα με τη ζάχαρη σε κατσαρόλα και ανακατεύουμε συνεχώς ενώ
αφαιρούμε τον αφρό.
Στο τέλος προσθέτουμε τον χυμό. Αφήνουμε την μαρμελάδα να κρυώσει και την βάζουμε
στα βάζα.
 Κάμειρος Ρόδου, Καρία. Αργυρός στατήρ, 500-480 π.Χ.
Φύλλο συκιάς κοσμεί τα νομίσματα της Καμείρου, της σημαντικότερης πριν την ίδρυση της Ρόδου πόλης του νησιού. Οι ροδίτικες συκιές ήταν φημισμένες στην αρχαιότητα και πολλοί μάλιστα διατύπωναν ότι τα σύκα τους ήταν εφάμιλλα των περίφημων αττικών. http://www.alphanumismatics.gr/



ΜΥΘΟΛΟΓΙΑ 



Δύο είναι οι μυθολογικές ερμηνείες για την εμφάνιση της συκιάς. Κατά την πρώτη σε αυτή μεταμορφώθηκε ο Τιτάνας Συκέας από την μητέρα του γη προκειμένου να σωθεί από την καταδίωξη του Δία.
Κατά την δεύτερη η θεά της γεωργίας Δήμητρα όταν πληροφορήθηκε την εξαφάνιση της κόρης της Περσεφόνης εγκατέλειψε τον Όλυμπο. Έψαχνε μεταμορφωμένη σε γριά και βαθύτατα εξοργισμένη όπως ήταν, εμπόδισε την γη να παράγει καρπούς. Στην Ελευσίνα φιλοξενήθηκε από τον βασιλιά της Φύταλο. Και σε αντάλλαγμα της φιλοξενίας του,επέτρεψε την βλάστηση της γλυκόκαρπης συκιάς και του δίδαξε τον τρόπο της καλλιέργειά της. Έτσι προέκυψε η γνώμη των Αθηναίων ότι η συκιά προέρχεται από την Αττική. 
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, η απόφαση του Ξέρξη για την κατάκτηση της Αττικής πάρθηκε όταν δοκίμασε για πρώτη φορά ξερά σύκα από την Αθήνα. Οι Αθηναίοι υπεραγαπούσαν τα σύκα τα οποία συνιστούσαν το δείπνο τους. Για τον λόγο υπήρχαν ειδικές αμοιβές σε όσους κατάγγελλαν κλοπές και η εξαγωγή των σύκων ήταν απαγορευμένη με νόμο αυστηρό. οι παρανομούντες είχαν το όνομα συκοφάντες. Επειδή υπήρξαν και πολλές ψευδείς καταγγελίες, ο όρος άλλαξε και πήρε την σημερινή του σημασία..Η συκή, στην αρχαία Ελλάδα σύμβολο της γονιμότητας και του Διονύσου, ένα προσωνύμιο του οποίου ήταν Συκίτης Τα σύκα στην αρχαιότητα συνδέονταν με τη λατρεία της Δήμητρας και του Διονύσου και αποτελούσαν βασική τροφή κατά τον δείπνο των αρχαίων Αθηναίων.Το σύκο αποτελούσε σημαντικό στοιχείο της διατροφής των μεσογειακών λαών στην αρχαιότητα, ήταν καλή πηγή εσόδων του αρχαίου αθηναϊκού κράτους. 
Στην αρχαιότητα τάιζαν τα ζώα που εξέτρεφαν για το συκώτι τους με σύκα, εξ αιτίας της οποίας προέκυψε η ετυμολογική συγγένεια των λέξεων σύκο και συκώτι. Το σύκο μάλλον σήμαινε στην αρχαιότητα το γυναικείο γεννητικό όργανο ως σεξουαλικό υπονοούμενο




Michal Shimoni - Birds On A Fig Branch



ΣΥΚΟΦΑΝΤΗΣ

 Λοιπόν, ενώ είναι ολοφάνερο ότι ο συκοφάντης ως λέξη προέρχεται από το σύκο και το ρήμα φαίνω, φανερώνω, δεν έχει ακόμη βρεθεί πειστική και αναντίρρητη εξήγηση για ποιο λόγο ονομάστηκαν έτσι όσοι κατηγορούν ψευδώς τους γύρω τους. Απορία για την προέλευση της λέξης είχαν εκφράσει ήδη οι αρχαίοι και ο Ζηνόδωρος, γραμματικός του 2ου αιώνα π.Χ. ήταν ο πρώτος που βρέθηκε σε ετυμολογικό δίλημμα και προτίμησε να παραθέσει δυο εκδοχές αν και φαίνεται να προτιμάει την πρώτη.
Λοιπόν, σύμφωνα με την πρώτη εκδοχή του Ζηνόδωρου, επειδή οι Αθηναίοι αγαπούσαν πολύ τα σύκα, υπήρχαν αρκετοί που πήγαιναν στους αγρούς και έβλεπαν αν ωρίμασαν τα σύκα· κι όποιος έφερνε πρώτος την είδηση ότι τα σύκα της χρονιάς είχαν ωριμάσει, αυτός ονομαζόταν αρχικά συκοσκόπος και αργότερα συκοφάντης· και από εκεί μεταφορικά απεκλήθη συκοφάντης όποιος έχωνε τη μύτη του στην ιδιωτική ζωή των άλλων, όπως πριν ανασκάλευε τα κλαδιά της συκιάς για να δει αν ωρίμασε ο καρπός της.
Η δεύτερη εκδοχή του Ζηνόδωρου είναι αυτή που πολλοί από εμάς ακούσαμε στο σχολείο. Κάποτε είχε πέσει λιμός στην Αθήνα, λέει ο Ζηνόδωρος, και ο δήμος ενέκρινε ψήφισμα που απαγόρευε την εξαγωγή σύκων· όποιοι κατάγγελναν άλλους ψευδώς ότι εξάγουν σύκα, ονομάστηκαν συκοφάντες. Οἱ δὲ λέγουσιν ὅτι λιμοῦ  γενομένου ἐν Ἀθήναις ψήφισμα ἐγένετο μὴ ἐκφέρειν σῦκα· ἐπιτηροῦντες οὖν τινὲς ἐκφέροντα σῦκα διέβαλλον, καὶ παρὰ τὸ περὶ σύκων φάναι, συκοφάντης ὁ ψευδῶς περὶ σύκων φαίνων. Τα ίδια, αλλά χωρίς λιμό, λέει ο Πλούταρχος μερικούς αιώνες αργότερα: κεκωλυμένου γὰρ ἐκφέρειν τὰ σῦκα μηνύοντες καὶ φαίνοντες τοὺς ἐξάγοντας ἐκλήθησαν‘συκοφάνται.’. Τα ίδια και ο Αθήναιος, ο οποίος μάλιστα επικαλείται παλιότερο (χαμένο σήμερα) σύγγραμμα του Ίστρου: Ἴστρος δ΄ ἐν τοῖς Ἀττικοῖς οὐδ΄ ἐξάγεσθαί φησι τῆς Ἀττικῆς τὰς ἀπ΄ αὐτῶν γινομένας ἰσχάδας͵ ἵνα μόνοι ἀπολαύοιεν οἱ κατοικοῦντες· καὶ ἐπεὶ πολλοὶ ἐνεφανίζοντο διακλέπτοντες͵ οἱ τούτους μηνύοντες τοῖς δικασταῖς ἐκλήθησαν τότε πρῶτον συκοφάνται.
Ωστόσο, όπως θα έχετε ίσως ακούσει, η εκδοχή αυτή προσκρούει στο ότι δεν έχει βρεθεί κανένα τέτοιο ψήφισμα σε αρχαίο κείμενο, ούτε έχει και πολύ νόημα η απαγόρευση αφού σύκα είχε όλη η Ελλάδα άφθονα. Παρεμπιπτόντως, να προσθέσω εδώ ότι το ετυμολογικό λεξικό Μπαμπινιώτη κάνει ένα περίεργο λαθάκι, διπλό μάλιστα, όταν παρουσιάζει αυτή την εκδοχή: αναφέρει ότι αυτό έγινε τον καιρό του λοιμού (αντί λιμού!) και αφορούσε όσους εισάγανε σύκα (εννοείται ότι λέει ‘εισήγαν’), όχι όσους εξάγανε. Δεν ξέρω αν έχουν άλλη πηγή υπόψη τους ή αν πρόκειται για αβλεψία. (Πάντως το μεγάλο λεξικό Μπαμπινιώτη μιλάει σωστά για εξαγωγείς σύκων).
Μια τρίτη εκδοχή, που σύμφωνα με το ελληνικό Liddell-Scott τη διατύπωσε κάποιος Lancelot Shadwell, είναι ότι συκοφάντες αρχικά ονομάστηκαν εκείνοι που έσειαν τη συκιά για να φανερωθούν τα σύκα που ήταν κρυμμένα στα ψηλά κλαριά και στο πυκνό φύλλωμα, και από εκεί, μεταφορικά, όποιος ανάγκαζε με απειλές τους πλούσιους να του δίνουν χρήματα. Είναι γεγονός ότι στα αρχαία το σείω εμφανίζεται συχνά πλάι στο συκοφαντώ (π.χ. σε απόσπασμα του Αριστοφάνη) και μάλιστα ο Ησύχιος έχει λήμμα “σείσαι: συκοφαντήσαι”
Μια τέταρτη εκδοχή, που την αναφέρει ο Αθήναιος, είναι ότι στη Ρόδο συκοφάντες ονομάζονταν οι υπεύθυνοι για την είσπραξη των φόρων από τους πολίτες, που καταβάλλονταν σε είδος (σύκα, λάδι και κρασί) -και μάλιστα ότι διάλεγαν για τη δουλειά αυτή τους πιο αξιόπιστους πολίτες.
Μια πέμπτη εκδοχή, που την αναφέρει ο Νικόλαος Πολίτης στην εργασία του για τα υβριστικά σχήματα, αλλά και πολλοί άλλοι, βασίζεται στο υβριστικό σχήμα που οι Ιταλοί λένε far le fiche, με το χέρι σε σχήμα γροθιάς και τον αντίχειρα να προεξέχει ανάμεσα σε δείχτη και μέσο δάχτυλο. Υποθέτοντας ότι το σχήμα αυτό θα υπήρχε και στην αρχαιότητα και θα ονομαζόταν «σύκο» (πάντως στα νέα ελληνικά δεν έχει αυτή την ονομασία), θεώρησαν ότι η αρχική σημασία του συκοφάντη θα ήταν αυτός που δείχνει το σύκο, δηλαδή κάνει αυτό το υβριστικό σχήμα. Σε μια παραλλαγή, ο Κρέτσμερ στο πρώτο τεύχος του περιοδικού Glotta (1909) παραθέτει τη γνώμη ενός A.B.Cook (Classical Review 1907, 133-136), o οποίος βρίσκει το υβριστικό αυτό σχήμα στον Οβίδιο και σε άλλες αρχαίες πηγές και θεωρεί ότι ο συκοφάντης θα ήταν εκείνος που κατάγγελνε άλλους για παραβάσεις τους κάνοντάς τους το υβριστικό σχήμα του «σύκου».
Έκτη εκδοχή, αυτή που δέχεται το ετυμολογικό του Μπαμπινιώτη, και άλλες πηγές, που τη διατύπωσε ο Gernet, όπως βρίσκω στον Σαντρέν. Συγκεκριμένα, ότι συκοφάντες ονομάζονταν αυτοί που αποκάλυπταν όσους είχαν σύκα κρυμμένα στα ρούχα τους, δηλαδή μια ασήμαντη μικροκλοπή, και κατ’ επέκταση όσους κατέδιδαν ασήμαντες πράξεις και στη συνέχεια έκαναν ψευδείς καταγγελίες. Η εκδοχή αυτή δεν είναι απίθανη· πράγματι, σκέφτομαι ότι π.χ. στα συμπόσια πολλοί παράσιτοι θα έφευγαν έχοντας κρύψει ξερά σύκα στο ιμάτιό τους.
Έβδομη εκδοχή, που θα μπορούσε να είναι παραλλαγή της δεύτερης: στην Αθήνα υπήρχαν ιερές συκιές, π.χ. η ιερά συκή των Φυταλιδών στο δρόμο προς Ελευσίνα (εκεί που είναι σήμερα ο Άγιος Σάββας, κοντά στο σταθμό Ελαιώνας του μετρό). Συκοφάντες λοιπόν, όποιοι κατάγγελναν τους κλέφτες των σύκων από τις ιερές συκιές, όπως αναφέρει κάποιος μεταγενέστερος σχολιαστής του Αριστοφάνη.
Όγδοη λοιπόν εκδοχή, του Κ. Ρωμαίου από το Λεξικογραφικό Δελτίο της Ακαδημίας (τ. 4, σελ. 129-136), ότι ο αρχικός συκοφάντης ήταν αυτός που, στα Ελευσίνια Μυστήρια, αποκάλυπτε το «σύκον» των θεών· βλέπει δηλαδή μια λατρευτική αρχή, με τον συκοφάντη να είναι περίπου συνώνυμος του ιεροφάντη και να τελεί μιμητική συνουσία. Να πούμε εδώ ότι ο Ρωμαίος θεωρεί ότι σύκον έλεγαν οι αρχαίοι όχι ειδικά το γυναικείο μόριο αλλά τα αιδοία γενικώς και μάλιστα ότι το far le fiche συμβόλιζε τη συνουσία, με το αντρικό σύκο να είναι ο αντίχειρας και ο δείκτης με τον μέσο να συμβολίζουν το γυναικείο.
Ένατη εκδοχή, που κάπου την έχω διαβάσει, ή την έχω συζητήσει με αφορμή και την έκφραση για τα σύκα και τη σκάφη –αν δεχτούμε ότι η λέξη «σύκα» είχε στα αρχαία τη σημασία των γεννητικών οργάνων, συκοφάντης θα μπορούσε να είναι αυτός που κατάγγελνε μοιχείες και λοιπές ερωτοδουλειές.


Davette  Leonard.- Hazelnuts & Figs

“Λέει τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη”


Η παροιμιακή φράση “λέει τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη” χρησιμοποιείται για όποιον μιλάει χωρίς περιστροφές, με παρρησία, χωρίς να μασάει τα λόγια του ή να καταφεύγει σε ευφημισμούς. Είναι μια από τις συχνές και γνωστές παροιμιακές φράσεις, με αρκετές καταγραφές στα σώματα κειμένων, και σε λογοτεχνικά άλλωστε κείμενα, από τα οποία το γνωστότερο ίσως είναι το Καπνισμένο τσουκάλι του Ρίτσου, με τον στίχο που έγινε πασίγνωστος χάρη στη φωνή του Νίκου Ξυλούρη:
Κι αύριο λέω θα γίνουμε ακόμα πιο απλοί
Θα βρούμε αυτά τα λόγια που παίρνουνε το ίδιο βάρος
σ’ όλες τις καρδιές, σ’ όλα τα χείλη
Έτσι, να λέμε πια τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη
 Στο ποίημα του Ρίτσου, η παρρησία αυτή επαινείται σαν προτέρημα, αφού ο απλός και απερίφραστος στίχος, που τον κοροϊδεύουν κάποιοι, έχει στόχο όχι να ξεχωρίσει τον ποιητή από τον κόσμο, αλλά να σμίξει τον κόσμο. Και γενικά, η φράση “λέω τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη” έχει πάντοτε θετική απόχρωση. Μερικές φορές, βέβαια, ιδίως στον προφορικό λόγο ή όταν η φράση χρησιμοποιείται παρενθετικά, δεν λέγεται ολόκληρη αλλά μόνο το πρώτο μισό της για οικονομία:Και, για να πούμε τα σύκα σύκα, ο αδελφός σου δεν άξιζε να πάρει προαγωγή. 
Η φράση είναι αρχαία. Την πρωτοβρίσκουμε σε απόσπασμα χαμένου έργου του Αριστοφάνη, αν και εκεί εμφανίζεται μόνο το δεύτερο από τα δύο αντικείμενα, η σκάφη. Η πρώτη της εμφάνιση διασώζεται σε απόσπασμα του Αριστοφάνη, όπου ο ήρωας λέει: “Σκαιός και άγροικός ειμι την σκάφην σκάφην λέγων.” Την ίδια φράση ξαναβρίσκουμε στον Πλούταρχο, αρκετούς αιώνες αργότερα, όμως να επισημάνω ότι ο Πλούταρχος (στο έργο του Αποφθέγματα βασιλέων και στρατηγών) την αποδίδει στον Φίλιππο της Μακεδονίας, άρα το χρονικό κενό μειώνεται πάρα πολύ. Πήγαν λοιπόν κάποιοι και παραπονέθηκαν στον Φίλιππο ότι κάποιοι από το περιβάλλον του Φιλίππου τους αποκαλούν προδότες. Απάντησε λοιπόν ο Φίλιππος, σκαιούς έφη φύσει και αγροίκους είναι τους Μακεδόνας την σκάφην σκάφην λέγοντας......
 {...} Στους επόμενους αιώνες έχουμε χρήση της φράσης από τον αυτοκράτορα Ιουλιανό και από τον Συνέσιο Κυρήνης ενώ, αρκετά αργότερα πια, ο παροιμιογράφος Αρσένιος τον 15ο αιώνα αποθησαυρίζει δύο εκδοχές της, τη γνωστή του κωμικού “άγροικός ειμι την σκάφην σκάφην λέγων” και την “τα σύκα σύκα, την σκάφην σκάφην λέγει”. Εικάζω ότι αυτή η δεύτερη καταχώριση αντιστοιχεί στην καθομιλουμένη τότε μορφή της παροιμίας.
  Και βέβαια η φράση συνεχίζει να χρησιμοποιείται μέχρι σήμερα στην ελληνική γλώσσα, μόνο που, όπως είπα, μερικές φορές σήμερα παραλείπουμε τη σκάφη για συντομία.
Η προέλευση της φράσης έχει βασανίσει όχι λίγο τους μελετητές. Μάλιστα, επειδή είναι εντελώς ακατανόητη η σχέση των σύκων και της σκάφης, μερικοί προσπαθούν να εκλογικεύσουν τη φράση. Έτσι, ένας αναγνώστης του ιστοτόπου μου με καταγωγή από τη Μύκονο, μου έγραψε λέγοντάς μου ότι στη Μύκονο η φράση αυτή λέγεται “τα σύκα σύκα και την κάφη κάφη”, όπου κάφη, στην τοπική διάλεκτο, η αγριοσυκιά. Του απάντησα δίνοντας μια πρόχειρη ερμηνεία για αυτή την παραλλαγή, δηλαδή ότι:  Ο σημερινός χρήστης της φράσης (και εδώ και πολλούς αιώνες) δεν βρίσκει κανένα λόγο που να συνδέει τα σύκα με τη σκάφη. Όμως τη χρησιμοποιεί επειδή έτσι την άκουσε.  Στη Μύκονο όμως κατά σύμπτωση, υπάρχει η πολύ όμοια με τη σκάφη λέξη, η κάφη, όπως λέτε. Οπότε πολύ σωστά το γλωσσικό αίσθημα των μυκονιατών, τους έσπρωξε να αλλάξουν τη φράση και να την κάνουν πιο λογική.
Ο συνομιλητής μου δεν πείσθηκε και επανήλθε απόλυτα βέβαιος για την άποψή του, και παραβλέποντας το οφθαλμοφανές, που του το τόνισα, ότι η φράση παραδίδεται πολλές φορές στην αρχαία γραμματεία, όχι μία και δύο για να αποδοθεί έστω σε σύμπτωση, επομένως αποκλείεται να είναι μυκονιάτικη και πρόσφατη η αρχή της. Ο συνομιλητής μου αυτός ήταν των θετικών επιστημών, με διδακτορικό δίπλωμα, πρόεδρος κάποιων τοπικών συλλόγων, σοβαρός άνθρωπος εννοώ, κι όμως, σε αυτό το γλωσσικό ζήτημα δεν πείστηκε από την ορθολογική εξήγηση (αφού η φράση υπάρχει στον Αριστοφάνη και στον Λουκιανό, δεν μπορεί να φτιάχτηκε πρόσφατα) και επέμεινε στην ανορθόλογη. Ένας άλλος την εκλογίκευσε παραπέρα, όπως βρήκα πρόσφατα στο Διαδίκτυο: Παππούς φιλόλογος που μού εξήγησε πως ο Λουκιανός κακώς έγραφε “τα σύκα, σύκα και η σκάφη, σκάφη” αφού το “κάφος” είναι το αρσενικό σύκο, ο “ορνός” που λένε στα χωριά. 
(Η υπογράμμιση δική μου. Φυσικά η εκδοχή αυτή δεν στέκει, αν σκεφτείτε όσα λέω παραπάνω, αλλά είναι ενδεικτική για την ανθεκτικότητα των ευάρεστων μύθων -και μετά προσπαθούμε να ξεριζώσουμε το Λερναίο, σου λέει ο άλλος). Σε άλλη παραλλαγή, αντί για την κάφη χρησιμοποιείται η σκάρφη, που είναι η ονομασία ενός φυτού, ίσως του ελλέβορου.
Πολλά είπα για τις ευφάνταστες και ανυπόστατες παραλλαγές, αλλά δεν απάντησα στο ερώτημα που θα έχετε πολλοί. Τι σχέση έχουν τα σύκα με τη σκάφη; Πώς γεννήθηκε η φράση; Λυπάμαι, αλλά δεν ξέρουμε ή μάλλον δεν ξέρουμε με βεβαιότητα. Από όσες εκδοχές έχω διαβάσει δεν βρήκα κάποια πειστική.
 Πάντως, προσωπικά, η υποψία μου είναι ότι εδώ έχουμε σεξουαλικό υπονοούμενο. Δηλαδή, θέλω να πω, ο Αθηναίος της καλής κοινωνίας πιθανόν να μη χρησιμοποιούσε μπροστά σε κόσμο τις λέξεις “σύκα” και “σκάφη”, επειδή πιθανώς στην αργκό της εποχής χρησιμοποιούνταν με άσεμνη σημασία, όπως σήμερα στους κύκλους της καλής κοινωνίας θα διστάσει κάποιος να πει, ξερωγώ, “πουλί” ή κάποια άλλη λέξη με ενδεχομένως διφορούμενη σημασία.
Και για το σύκο ξέρουμε ότι κάτι τέτοιο συνέβαινε (και συμβαίνει ως τα σήμερα, άλλωστε), αν θυμηθούμε π.χ. το στίχο του Αριστοφάνη “Του μεν μέγα και παχύ, της δε ηδύ το σύκον” (Ειρήνη 1351-2). Για τη σκάφη δεν είμαι βέβαιος αν είχε πονηρές σημασίες, το θέμα αξίζει διερεύνηση. (Πάντως, υπάρχει ένα πονηρό νοιώσμα που λέει κάτι σαν Εγώ γι’ αυτό σ’ έβαλα στο σπίτι μου κυρά μου
         να σε ξαπλώνω ανάσκελα να κάνω τη δουλειά μου.

Η απάντηση δεν είναι αυτό που ενδεχομένως σκέφτηκε το πονηρό μυαλό σας, αλλά η σκάφη).
Μπορούμε λοιπόν δοκιμαστικά να προτείνουμε την ιδέα ότι ο καθωσπρέπει Αθηναίος μπροστά σε αγνώστους θα προτιμούσε να αποφύγει να πει “σύκα” και “σκάφη” και θα έλεγε, ας πούμε, “ισχάδες” και “κάρδοπος”. Αντίθετα, ο αγροίκος, που ήταν από χωριό και δεν χαμπάριαζε από λεπτότητες, ο αριστοφανικός Στρεψιάδης λογουχάρη, θα έλεγε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη. ...          

Η εκδίωξη από τον Κήπο της Εδέμ. Ο Μασάτσιο (Masaccio) τον ζωγράφισε το 1425, το φύλλο συκής προστέθηκε το 1680 και αφαιρέθηκε κατά τη συντήρηση του πίνακα το 1980.

ΦΥΛΛΟΝ ΣΥΚΗΣ

 Παλαιά Διαθήκη (κεφ.3), ο Αδάμ και η Εύα έφαγαν τον απαγορευμένο καρπό, "κα διηνοίχθησαν ο φθαλμο τν δύο, κα γνωσαν τι γυμνο σαν, κα ρραψαν φύλλα συκς κα ποίησαν αυτος περιζώματα" (άνοιξαν τα μάτια τους και κατάλαβαν ότι ήταν γυμνοί και έραψαν φύλλα συκής και έφτιαξαν περιζώματα για τον εαυτό τους). 

Έχοντας αυτό σαν παράδειγμα, οι καλλιτέχνες του 15ου αιώνα, κατά την Αναγέννηση, αναγκάστηκαν να καλύψουν τα γεννητικά όργανα σε νέα αλλά και σε υπάρχοντα έργα τέχνης.


ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ
«και ιδών συκήν από μακρόθεν έχουσαν φύλλα, ήλθεν ει άρα τι ευρήσει εν αυτή. Και ελθών επ’ αυτήν ουδέν εύρεν, ει μη φύλλα. Ου γαρ ην καιρός σύκων. Και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτή: Μηκέτι εκ σου εις τον αιώνα μηδείς καρπόν φάγοι. Και ήκουον οι μαθηταί αυτού».  (Μαρκ. 11/ια΄13-14).
Ο δε Ματθαίος προσθέτει: «και εξηράνθη παραχρήμα η συκή».  (Ματθ. 21/κα΄ 19).


   18Kαι το πρωί επιστρέφοντας στην πόλη πείνασε. 
19Bλέποντας, λοιπόν, μια συκιά στο δρόμο την πλησίασε αλλά δε βρήκε τίποτε σ’ αυτήν παρά μονάχα φύλλα, και της λέει: “Ποτέ πια να μην παραχθεί καρπός από σένα”.
 Kαι στη στιγμή ξεράθηκε η συκιά! 
20Kαι σαν το είδαν αυτό οι μαθητές, θαύμασαν και είπαν: “Πώς ξεράθηκε έτσι η συκιά από τη μια στιγμή στην άλλη;” 
21Aποκρίθηκε τότε ο Iησούς και τους είπε: “Πραγματικά, σας λέω, αν έχετε πίστη και δεν ταλαντευτείτε, όχι μόνο αυτό που συνέβη με τη συκιά θα κάνετε, αλλά κι αν ακόμα πείτε σε τούτο το βουνό: Σήκω και ρίξου στη θάλασσα, θα γίνει.
 22Kαι όλα όσα ζητήσετε στην προσευχή έχοντας πίστη, θα τα λάβετε”.




Η συκιά είναι κυρίως το δέντρο «απ' όπου κρεμάστηκε ο Ιούδας· γι' αυτό έχει ίσκιο βαρύ κι όποιος κοιμηθεί από κάτω πεθαίνει» (Λευκάδα)·http://www.tovima.gr/


Παροιμίες με Σύκα

Βάλε ελιά για το παιδί σου και συκιά για τη ζωή σου
Να λες τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη
Ο άη- Λιας κόβει σταφύλια και η αγία Μαρίνα σύκα
Άλλοι τάφαγαν τα σύκα κι άλλοι τα πληρώνουνε
Γλυκάθηκε η γριά στα σύκα θα φάει και τα συκόφυλλα
Τα θ΄κας είνι σύκα τσι ζλιγόντιν, τα θ' καμ καρύδια τσι βρουντούν
Εγλυκάθηκ, η γρηά στα σύκα, κι εμπαινόβγαινε και ΄ζήτα

  
Αρχαία Γνωμικά για τη συκοφαντία: 


*Απ΄ τα άγρια θηρία το χειρότερο δάγκωμα το κάνει ο συκοφάντης , από τα ήμερα ο κόλακας. (Διογένης από τη Σινώπη). 

*Το μαχαίρι κόβει , αλλά η συκοφαντία χωρίζει φίλους . (Δημόκριτος από Άβδηρα) . 

Μην κακολογείς (ή συκοφαντείς) τους κοντινούς (διπλανούς) σου γιατί διαφορετικά θα ακούσεις πράγματα που θα σε λυπήσουν . (Χίλων από Σπάρτη) 

Ο Σπαρτιάτης Θεαφίδας ακόνιζε κάποτε το ξίφος του . Κάποιος άλλος τον ρώτησε , αν είναι κοφτερό . 

*Πιο κοφτερό και από την συκοφαντία , απάντησε εκείνος. 

Κάποιος είπε στον Αίσωπο από Μ. Ασία *Για εσένα λένε τρομερά πράματα* και του τα είπε όλα όσα είχε ακούσει. Ο Αίσωπος απάντησε: *Δολοφόνοι δεν είναι εκείνοι που φτιάχνουν τα μαχαίρια, αλλά εκείνοι που τα χρησιμοποιούν. Έτσι και τώρα: δε με κακολογούν οι συκοφάντες, αλλά εσύ που χρησιμοποιείς τις συκοφαντίες τους.*

Figs And Cantaloupe by Ylli Haruni


Λ
ΟΓΟΤΕΧΝΙΑ


ΟΜΗΡΟΣ 


Οταν γυρισε στην Ιθακη ο Οδυσσεας και παρουσιασθηκε στον
πατερα του τον γερο Λαερτη,εκεινος του ζητησε σημαδια να
τον γνωρισει,του κορμιου του και του σπιτιου του κι ο Οδυσσεας
του ειπε:


"οὐλὴν μὲν πρῶτον τήνδε φράσαι ὀφθαλμοῖσι,
τὴν ἐν Παρνησῷ μ᾽ ἔλασεν σῦς λευκῷ ὀδόντι
οἰχόμενον· σὺ δέ με προΐεις καὶ πότνια μήτηρ
ἐς πατέρ᾽ Αὐτόλυκον μητρὸς φίλον, ὄφρ᾽ ἂν ἑλοίμην
δῶρα, τὰ δεῦρο μολών μοι ὑπέσχετο καὶ κατένευσεν.
εἰ δ᾽ ἄγε τοι καὶ δένδρε᾽ ἐϋκτιμένην κατ᾽ ἀλωὴν
εἴπω, ἅ μοί ποτ᾽ ἔδωκας, ἐγὼ δ᾽ ᾔτεόν σε ἕκαστα
παιδνὸς ἐών, κατὰ κῆπον ἐπισπόμενος· διὰ δ᾽ αὐτῶν
ἱκνεύμεσθα, σὺ δ᾽ ὠνόμασας καὶ ἔειπες ἕκαστα.
ὄγχνας μοι δῶκας τρισκαίδεκα καὶ δέκα μηλέας,
συκέας τεσσαράκοντ᾽· ὄρχους δέ μοι ὧδ᾽ ὀνόμηνας
δώσειν πεντήκοντα, διατρύγιος δὲ ἕκαστος
ἤην· ἔνθα δ᾽ ἀνὰ σταφυλαὶ παντοῖαι ἔασιν--
ὁππότε δὴ Διὸς ὧραι ἐπιβρίσειαν ὕπερθεν."
Ομηρου Οδυσσεια,ραψωδια ω'

''πρωτα κοιταξε με τα ιδια σου τα ματια τη βαθια ουλη
που μου'σκαψε με τ'ασπρο κοφτερο του δοντι αγριοχοιρος
πανω στον Παρνασο που εσυ μ'εστειλες με τη σεβαστη μητερα
στον Αυτολυκο τον αγαπημενο πατερα της μητερας να φερω δωρα
καθως αυτος καποτε εδω που ηρθε μου υποσχεθηκε,
και τωρα να σου πω τα δεντρα στ' ομορφο περιβολι μας,
τα δεντρα που καποτε μου'δωκες,εγω ημουν παιδι και το καθενα
ζητουσα ,στον κηπο σ'ακολουθησα ,αναμεσα τους περπατουσαμε,
και συ τα ονοματιζες κι ελεγες το καθενα:μου'δωκες δεκατρεις
αχλαδιες και δεκα μηλιες,συκιες σαραντα,πενηντα σειρες αμπελι
μου'ταξες να μου δωσεις,καθε μια με την δικια της ωρα του τρυ-
γου,γιατι απ'ολες τις ποικιλιες σταφυλια ηταν,και καθε χρονια
θα στελνε αφθονια ο Διας απο ψηλα''
μεταφραση χ.ν.κουβελης




Louis Melendez: Νεκρή φύση με ψωμί σύκα και βιβλίο!




Ο Αριστοφάνης για το σύκο

Για ένα τόσο διαλεχτό φρούτο, δικαιολογείται η πληθώρα των στίχων, που αφιέρωσε ο Αριστοφάνης:

«Ουδέν γαρ όντως γλυκύτερον των ισχάδων, αλλ’ ουδέ το μέλι γλυκύτερον των ισχάδων».
Το σύκο να τ’ αδράχνω
Που φούσκωσε πάνω στο δέντρο
να το τρώγω χωρίς να το δαγκώνω (ΕΙΡΗΝΗ)

Και τα σύκα τα νωπά
Μύρτα, μενεξέδες πλάι
Τις τσαπέλες με τα σύκα
Στο πηγάδι το κρασί,
Το γλυκό που δεν χτυπά
Και τις θρούμπες τις ελιές


O Αριστοφάνης επίσης στο έργο του Ειρήνη μας δίνει ένα πολύ όμορφο κείμενο
που περιγράφει ένα ζεστό, σπιτικό γεύμα:

Τι όμορφα που είναι σαν βρέχει κι έχει τελειώσει πια η σπορά... Έρχεται ένας γείτονας και
λέει:
—Κωμαρχίδη, για πες, τι να κάνουμε με τέτοιον καιρό;
—Να σου πω, θέλω να το τσούξω λιγάκι, μια κι ο θεός τα φέρνει βολικά... Ε, γυναίκα,
ζέστανε μας
τρία πιάτα φασολάκια, και βάλε μέσα και λίγο σιτάρι... βγάλε μας και κάμποσα σύκα.


δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/






Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ

 Τη θάλασσα τη θάλασσα ποιος θα μπορέσει να την εξαντλήσει;

Γ. Σεφέρης

Κ. Παρθένης - Το λιμάνι της Καλαμάτας 

Αριστοτέλης Βαλαωρίτης - Ἡ Ξανθούλα

«Μ᾿ ἀρέσ᾿ ἡ θάλασσα, γιατί μοῦ μοιάζει,
μ᾿ ἀρέσει, σ᾿ ἄκουσα να λες  κρυφά,
πότε ἀγριεύεται, βόγγει, στενάζει,
και πότε ὁλόχαρη παίζει γελᾷ.
Δεν εἶν᾿ ὁλόξανθη σαν τα μαλλιά μου;
Δεν εἶν᾿ ὁ κόρφος μου σαν τον ἀφρό;
Μέσα στα μάτια μου τα γαλανά μου
δεν ἔχω κύματα, τάφο, οὐρανό;
Μ᾿ ἀρέσ᾿ ἡ θάλασσα, γιατί μοῦ μοιάζει,
κι ἂς ἔχῃ μέσα της κόσμο θεριά...
Μη στην   καρδούλα μου μη δε   φωλιάζει
ἀγάπη ἀχόρταγη, σκληρή φωτιά;»
Κ᾿ ἐγὼ ἐχαιρόμουνα που χολιασμένη
φαρμάκι μὤσταζες μες στην ψυχή,
τη ζήλειά σου ἔβλεπα ξαγριωμένη,
στα χείλη σου ἔβραζε κάθε πνοή.
Τότ᾿ ἐκρεμάστηκα στην τραχηλιά σου
τη φλόγα σὤσβυσα με δυο   φιλιά,
την ὄψι ἐβύθισα μες στα μαλλιά σου,
στον κόρφο σου ἔστησα κρυφή φωλιά.
«Κῦμα μου ἀνήμερο, ψυχή μου, φθάνει.
Μὴ μ᾿ ἀγριεύεσαι,πλάγιασ᾿ ἐδῶ...
Θἆμαι για σένανε γλυκό λιμάνι...
Τί ἀξίζει ἡ θάλασσα χωρίς γιαλό;»

Νικόλαος Λύτρας - Βάρκα με πανί

Κώστας Βάρναλης - ΠΡΟΛΟΓΟΣ στο Φως που καίει

Να σ’ αγναντεύω, θάλασσα, να μη χορταίνω
απ’ το βουνό ψηλά
στρωτή και καταγάλανη και μέσα να πλουταίνω
απ’ τα μαλάματά σου τα πολλά.

Να ναι χινοπωριάτικον απομεσήμερο, όντας
μετ’ άξαφνη νεροποντή
χυμάει μες απ’ τα σύνεφα θαμπωτικά γελώντας
ήλιος χωρίς μαντύ.

Να ταξιδεύουν στον αγέρα τα νησάκια, οι κάβοι,
τ’ ακρόγιαλα σα μεταξένιοι αχνοί
και με τους γλάρους συνοδιά κάποτ’ ένα καράβι
ν’ ανοίγουν να το παίρνουν οι ουρανοί.

Ξανανιωμένα απ’ το λουτρό να ροβολάνε κάτου
την κόκκινη πλαγιά χορευτικά
τα πεύκα, τα χρυσόπευκα, κι’ ανθός του μαλαμάτου
να στάζουν τα μαλλιά τους τα μυριστικά.

Κι’ αντάμα τους να σέρνουνε στο φωτεινό χορό τους
ως μέσα στο νερό
τα ερημικά χιονόσπιτα-κι’ αυτά μες στ’ όνειρό τους
να τραγουδάνε, αξύπνητα καιρό.

Έτσι να στέκω, θάλασσα, παντοτεινέ έρωτά μου
με μάτια να σε χαίρομαι θολά
και να ναι τα μελλούμενα στην άπλα σου μπροστά μου,
πίσω κι’ αλάργα βάσανα πολλά.

Ως να με πάρεις κάποτε, μαργιόλα συ,
στους κόρφους σου αψηλά τους ανθισμένους
και να με πας πολύ μακρυά απ’ τη μαύρη τούτη Κόλαση,
μακρυά πολύ κι’ από τους μαύρους κολασμένους

Απαγγέλλει ο ίδιος ο Ποιητής



Κ. Μαλέας - Σαντορίνη 

Νικηφόρος Βρεττάκος - Συνάντηση με τη θάλασσα
Ίσως είναι το μητρικό σου αλάτι
που σήμερα μ’ έφερε, θάλασσα,
κοντά σου. Αλλά κι αν ακόμη
δεν είσαι μητέρα μου, μοιάζουμε
πάντως. Μπορεί και τα λόγια μου
να είναι αέρας σαν τα δικά σου.
Καιρός είναι άλλωστε ν’ αφήσουμε
τα όνειρα, σαν μια φούχτα άμμο
που τη ρίχνουμε πίσω μας. Αρκεί
πως αυτός ο παράδοξα όμορφος
κόσμος μάς μάγεψε. Μεθύσαμε
θάλασσα!
Τόσο η ψυχή μου όσο
κ’ εσύ, τον γιομίσαμε κύματα.

Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης - Δυο παιδιά στην παραλία


Νίκος Γκάτσος - Φέρτε μου τη θάλασσα

Φέρτε μου τη θάλασσα να την προσκυνήσω,
φέρτε μου τον ήλιο της να προσευχηθώ.
Έθρεψα τα σπλάχνα σου, κύμα πελαγίσιο,
με χιλιάδες μνήματα μέσα στο βυθό.

Φέρτε μου τη θάλασσα να την προσκυνήσω,
φέρτε μου τον ήλιο της να προσευχηθώ.
Φέρτε μου τη θάλασσα να την τραγουδήσω,
φέρτε μου τον ήλιο της για να ζεσταθώ.

Οι νεκρές αγάπες μου δεν θα 'ρθούνε πίσω,
βάλτε με στον κόρφο της ν' αποκοιμηθώ.
Φέρτε μου τη θάλασσα να την τραγουδήσω,
φέρτε μου τον ήλιο της για να ζεσταθώ.
Φέρτε μου τη θάλασσα να την προσκυνήσω,
φέρτε μου τον ήλιο της να προσευχηθώ.



Βάσος Γερμενής - Βάρκες

Γεώργιος Δροσίνης - Ἡ θάλασσα και τα ποτάμια

Πῆγαν τα ποτάμια
παραπονεμένα
κι εἶπαν τῆς θαλάσσης:
Φέρνομε σ᾿ ἐσένα
ὅλα μας τα πλούτη,
ὅλη τη χαρά μας,
ὅλη τη ζωή μας,
ὅλα τα νερά μας.
Και για   πληρωμή μας
συ τί μᾶς χαρίζεις;
Παίρνεις τὰανερά μας
και μᾶς τ᾿ ἁρμυρίζεις!

Και τους  εἶπ᾿ ἐκείνη:
Πῶς μπορῶ ν᾿ ἀλλάξω;
Τα γλυκά νερά σας
πῶς να τα   φυλάξω;
Εἶμ᾿ ἀπό τη  φύση
ἁρμυρή πλασμένη
Κι ἁρμυρό κοντά μου
κάθε τί θα γένει.
Τα παράπονά σας
πᾶνε στα χαμένα.
Θέτε το καλό σάς;
φεύγετ᾿ ἀπό μένα.


Άγγελος Γιαλλινάς - Στο ψάρεμα

Κική Δημουλά - Εξοπλισμός θερινών αναγκών
Απόσπασμα

Άπαντα τα λάμδα της θαλάσσης
προσεκτικά να τ’ ανεβάζει ένα ένα
μέσα σε διάφανα μπλε σταγονίδια μη σπάσουν
ο γερανός του γλάρου.

Ποια θάλασσα;
Σκέτο νερό πειρατής οφθαλμαπάτης.
Πρόσφυγας εκ της μακρινής κοσμογονίας.
Εκμαυλιστικά απέραντο χάρη στις βαραθρώσεις
σχιζοειδής οξυθυμίες αρχικά του σύμπαντος.
Οφθαλμοπόρνος της ιερόδουλης φυγής.

Ποια θάλασσα;
Καιρός να επικρατήσει η λογική
του σώματος ετούτου που διαθέτεις.

Ντύσου και κολύμπα.
(Απαγορεύεται η ρίψις δακρύων.
Είναι που είναι από μόνη της αλμυρή
λύσσα η ωριμότης).

λύσσα η ωριμότης).


Βασίλειος Χατζής - Πρωινό στην Κέρκυρα

Οδυσσέας Ελύτης -Μικρή Πράσινη Θάλασσα

Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Πού θά ‘θελα νά σέ υἱοθετήσω
Νά σέ στείλω σχολεῖο στήν Ἰωνία
Νά μάθεις μανταρίνι καί ἄψινθο

Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Στό πυργάκι τοῦ φάρου τό καταμεσήμερο
Νά γυρίσεις τόν ἥλιο καί ν’ ἀκούσεις
Πῶς ἡ μοίρα ξεγίνεται καί πῶς
Ἀπό λόφο σέ λόφο συνεννοοῦνται

Ἀκόμα οἱ μακρινοί μας συγγενεῖς
Πού κρατοῦν τόν ἀέρα σάν ἀγάλματα
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ
Μέ τόν ἄσπρο γιακά καί τήν κορδέλα
Νά μπεῖς ἀπ’ τό παράθυρο στή Σμύρνη

Νά μοῦ ἀντιγράψεις τίς ἀντιφεγγιές στήν ὀροφή
Ἀπό τά Κυριελέησον καί τά Δόξα Σοι
Καί μέ λίγο Βοριά λίγο Λεβάντε
Κύμα το κύμα νά γυρίσεις πίσω
Μικρή πράσινη θάλασσα δεκατριῶ χρονῶ

Γιά νά σέ κοιμηθῶ παράνομα
Καί νά βρίσκω βαθιά στήν ἀγκαλιά σου
Κομμάτια πέτρες τά λόγια τῶν Θεῶν
Κομμάτια πέτρες τ’ ἀποσπάσματα τοῦ Ἡράκλειτου


Μιχάλης Οικονόμου - Θαλασσινό τοπίο

Γιώργος Θέμελης - Σε ποιά θάλασσα

Σε ποια θάλασσα,
ποιός ουρανός
σ’ ἔχει φιλήσει;..
Τα μαλλιά σου τρυποῦν
την καρδιά τοῦ ἀνέμου,
σαν τα δέντρα και σαν τα  ταξίδια!

Το χέρι σου χαμόγελο,
φωνή σαν τοῦ νεροῦ,
σαν κοριτσιοῦ κάτασπρη ντάλια!
Ὅπου κι ἂν κοιτάξεις,
προβάλλει το πρόσωπό σου,
κατεβαίνει το βλέμμα σου
από χίλια
λουλούδια!

Κοίταξε, κάλλιο,
τον ἴσκιο που πέφτει,
τον καβαλλάρη τῆς βροχῆς,
το χαμογέλιο

τοῦ καλοῦ θεοῦ!..



Σπύρος Βασιλείου -  Το χρώμα που έπαιρνε η θάλασσα πέρυσι το καλοκαίρι, 1963

Κ. Π. Καβάφης - Φωνή απ’ την Θάλασσα

Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή —
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.

Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Το ψάλλει με την θεία της φωνή εκείνη,
όταν στους ώμους της απλώνει την γαλήνη
σαν φόρεμά της ο καιρός ο θερινός.

Φέρνει μηνύματα εις ταις ψυχαίς δροσάτα
η μελωδία της. Τα περασμένα νειάτα
θυμίζει χωρίς πίκρα και χωρίς καϋμό.
Οι περασμένοι έρωτες κρυφομιλούνε,
αισθήματα λησμονημένα ξαναζούνε
μες στων κυμάτων τον γλυκόν ανασασμό.

Τραγούδι τρυφερό η θάλασσα μας ψάλλει,
τραγούδι που έκαμαν τρεις ποιηταί μεγάλοι,
ο ήλιος, ο αέρας και ο ουρανός.
Και σαν κυττάζεις την υγρή της πεδιάδα,
σαν βλέπεις την απέραντή της πρασινάδα,
τον κάμπο της πούναι κοντά και τόσο μακρυνός,
γεμάτος με λουλούδια κίτρινα που σπέρνει
το φως σαν κηπουρός, χαρά σε παίρνει
και σε μεθά, και σε υψώνει την καρδιά.
Κι αν ήσαι νέος, μες σταις φλέβες σου θα τρέξη
της θάλασσας ο πόθος· θα σε ’πη μια λέξι
το κύμα απ’ τον έρωτά του, και θα βρέξη
με μυστική τον έρωτά σου μυρωδιά.

Βγάζει η θάλασσα κρυφή φωνή —
φωνή που μπαίνει
μες στην καρδιά μας και την συγκινεί
και την ευφραίνει.

Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων; —
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων,
που σάβανό των έχουν τον ψυχρόν αφρό,
και κλαίν για ταις γυναίκες των, για τα παιδιά των,
και τους γονείς των, για την έρημη φωλιά των,
ενώ τους παραδέρνει πέλαγο πικρό,

σε βράχους και σε πέτραις κοφτεραίς τους σπρώχνει,
τους μπλέκει μες στα φύκια, τους τραβά, τους διώχνει,
κ’ εκείνοι τρέχουνε σαν νάσαν ζωντανοί
με ολάνοιχτα τα μάτια τρομαγμένα,
και με τα χέρια των άγρια, τεντωμένα,
από την αγωνία των την υστερνή.

Τραγούδι είναι, ή παράπονο πνιγμένων;—
το τραγικό παράπονο των πεθαμένων
που κοιμητήριο ποθούν χριστιανικό.
Τάφο, που συγγενείς με δάκρυα ραντίζουν,
και με λουλούδια χέρια προσφιλή στολίζουν,
και που ο ήλιος χύνει φως ζεστό κ’ ευσπλαγχνικό.

Τάφο, που ο πανάχραντος Σταυρός φυλάει,
που κάποτε κανένας ιερεύς θα παή
θυμίαμα να κάψη και να ‘πη ευχή.
Χήρα τον φέρνει που τον άνδρα της θυμάται
ή υιός, ή κάποτε και φίλος που λυπάται.
Τον πεθαμένο μνημονεύουν· και κοιμάται
πιο ήσυχα, συγχωρεμένη η ψυχή. 


Κώστας Γραμματόπουλος - Αιγαίον VI, 1970

Νίκος Καββαδίας - Σπουδή θαλάσσης

Αγνάντευε απ' το κάσσαρο τη θάλασσα ο "Πυθέας"
κι όλο δεξιά και αριστερά σκουντούφλαγε βαριά.
Κι απάνω στο άρμπουρο, ο μουγγός, ο γιος της Δωροθέας,
είχε κιαλάρει δυο γυμνές γυναίκες στη στεριά.

Τότε στην Πίντα κλέψαμε του Αζτέκου την κορνιόλα.
Τραγίσιο δέρμα το κορμί και μέσαθε πουρί.
Φορτίο ποντίκια και σκορπιοί τσιφάρι, στα πανιόλα.
Στο Πάλος κουβαλήσαμε το αγιάτρευτο σπυρί.

Και προσκυνώντας του μεγάλου Χάνου τ' αποκείνα
καβάλα στις μικρόσωμες Κινέζες στις πιρόγες,
- μετάξι ανάριο τρίχωμα, τριανταφυλλένιες ρώγες -
φέραμε κείνον τον κλεμμένο μπούσουλα απ' την Κίνα.

Δεμένα τα ποδάρια μας στου Πάπα τις γαλέρες
κουρσεύαμε του ωκεανού τα πόρτα ή τα μεσόγεια.
Σπέρναμε όπου περνούσαμε πανούκλα και χολέρα
μπερδεύοντας με το τρελό μας σπέρμα όλα τα σόγια.

Όπου γυναίκα, σε ναούς, καλύβα ή σε παλάτι,
σε κάσες με μπαχαρικά ή πίσω από βαρέλια,
μας καθαρίζαν τις παλιές πληγές από το αλάτι,
πότε ντυμένες στα χρυσά και πότε στα κουρέλια.

Απίκου πάντα οι άγκυρες και οι κάβοι πάντα ντούκια.
Ορθοί πάντα κι αλύγιστοι στην ανεμορριπή,
μασώντας, σαν τα ζωντανά, μπανάνες και φουντούκια,
κατάβαθα πιστεύοντας: αμάρτημα η ντροπή.

Στα όρτσα να προλάβουμε. Τραβέρσο και προχώρα.
Να πάμε να ξοδέψουμε την τελευταία ριξιά
σε κείνη την απίθανη σ' όλο τον κόσμο χώρα
που τα κορίτσια το 'χουνε στα δίπλα ή και λοξά.


Παναγιώτης Τέτσης - Ύδρα, θάλασσα, 1998

Νίκος Καρούζος - Θάλασσα: η αρχαιότητα της γεωγραφίας
Μια μεγάλη θάλασσα στο τετράγωνο είναι μάλλον ένα πέλαγος

μια μεγάλη θάλασσα στον κύβο είναι ο βαθυστέναχτος ωκεανός…
Ο μετάλλινος λυρισμός του γηραλέου αιώνα μας
του μυτερού καιρού μας του ουρανοξύστη
που νυχτερεύει σε ακατέργαστο έρωτα διδάσκοντας
ερημία στην έναστρη γλαφυρότητα της καμπύλης
κι ανεχόρταγα φιλιέται στα νυχτιάτικα κοιμητήρια
με τη ψηλόφλογη κι απαρομοίαστη άλγεβρα
τη στιλπνότατη αραπίνα του Μεσαίωνα –
ο μετάλλινος λυρισμός που διαφεντεύει τα πλήθη και συνταράζει
το γαλαζοπράσινο ροχάλισμα των κυμάτων
εκείνος όπου ποτέ δεν την έμαθε
την αθάμπωτη φωταψία της ακατάκριτης τίγρης
κάνει χιλιάδες την οργή κι αμέτρητη τη θλίψη
βρωμίζοντας τη μεγάλη μας αρχαιότητα: τη θάλασσα
τη λάμπουσα μητέρα της βιολογίας.

Τι σύνολα συνωστίζονται στα ευλύγιστα του Νηρέα τα βάραθρα
τι σύνολα διαπρέπουν έρημα κι αλάλητα
στη μονοκόμματη σιγή στ’ αξήλωτα τα βάθια…
Βλέπεις τον εύοσμο ρυθμό φιλότητας και έριδας
τον άρρητο ρυθμό που δεν αλλάζει
μα όμως ούτε που μεινέσκει μια κατάφορτη στιγμή
στα βρόχια της ασάλευτης ταυτότητας
έσω κι ένα κοιμισμένο δευτερόλεπτο
στην ίδια λάμψη την αλαφρογέννητη
στου γερο-φόβου το χιλιοσκότεινο κάτεργο
μη στέργοντας το ίδιο στασίδι –
μακρόσυρτο κι άναυδο μυστήριο
που ρέπει μ’ άφαντους χορούς απ’ αναρίθμητα
τραγουδιστά κι αμάντευτα ηλεκτρόνια
στη μανιώδη κίνηση τη σκλάβα του νερού με τόσα χρώματα.

Βλέπεις τη φύση και τη λες Αγνούλα μες στη θάλασσα
την ομορφιά στοχάζοντας πιότερο δακρυσμένη
τα ερεβώδη γεγονότα δίχως
του προπάτορα πόνου την αλλόφρονη κραυγή
το άπειρο κοντινότερο στην οικουμένη.
Βλέπεις τη μάνα τρικυμία σαν αρχόντισσα
να συναδράχνει τα δρακόντεια παιδιά της
τα γαλανόστηθα κύματα στον πόλεμο
τον αναμάρτητο με τ’ άστρα.

Βλέπεις την άσπιλη κι ατρέμιστη σιγή
σε γάμο στυγερό με τα ουρλιάσματα
κραδαίνεις ύψη γοερά, την άσωτη χαρά την καταιγιδα
να τους κερνά τους κεραυνούς ωσάν
ξεστήθωτες νεράιδες κι όπως
ο μέγας υετός απ’ του νερού το βάρβαρο φτεράκισμα,
το λάγνο βροντοκόπι, ξεθυμαίνει
ηδονικά ραγίσματα στα λιπόσαρκα σύγνεφα τα ξεθεωμένα
χαρίζουν ένα λιγοστό γαλάζιο βλαστερής ουρανοφάνειας
προβάλλει σώος ο μουγγός ο ήλιος ο μαχαιροβγάλτης
και τη μαυρίλα γύρωθε την κρεουργεί και την πεθαίνει
γιατί είναι αυτός που και τη νύχτα τη γενέτειρα
την έχει στη δική του τυραννίδα
την έχει και του τραγουδά στο βάραθρο
με μια μεγάλη φεγγαρόχαρη κιθάρα.

Στομώνει ο ύπνος τη ζωή και την υψώνει ως το θάνατο
τη στεφανώνει μ’ ένα έρημο στραφτάλισμα του Άδη
κι αν είναι δόξασμα θωριάς η πικροθάλασσα
κι αν είν’ το πιο ζωγραφιστό και θείο χασομέρι
καθώς απλώνει τον αφρόπλαστο χιτώνα της το τίποτα
στα σεμνόχρωμα βράχια τα ορυχτόζωα
κι αλλάζοντας αμέσως αθωότητα
πισωδρομίζει στα δικά της τρυφερά σκοτάδια
σημάδι της αλήθειας τούτης ας υπάρχει
του ποιήματος ο ήχος.

Γιάννης Τσαρούχης - Νέος κοιμισμένος δίπλα στη θάλασσα


Κ. Καρυωτάκης - Το Εγκώμιο της Θαλάσσης

Ι

Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη. Γιατί έχει την όψη του ιδανικού. Και τ' όνομά της είναι ένα θαυμαστικό.

Δε θυμάμαι το πρώτο αντίκρισμά της. Χωρίς άλλο θα κατέβαινα από μια κορφή, φέρνοντας αγκαλιές λουλούδια. Παιδί ακόμα, εσκεπτόμουν το ρυθμό του φλοίσβου της. Ξαπλωμένος στην αμμουδιά, εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν. Ένας κόσμος γεννιόταν γύρω μου. Οι αύρες μού άγγιζαν τα μαλλιά. Αστραφτε η μέρα στο πρόσωπό μου και στα χαλίκια. Όλα μου ήταν ευπρόσδεκτα: ο ήλιος, τα λευκά σύννεφα, η μακρινή βοή της.

Αλλά η θάλασσα επειδή ήξερε, είχε αρχίσει το τραγούδι της, το τραγούδι της που δεσμεύει και παρηγορεί.

Είδα πολλά λιμάνια. Στοιβαγμένες πράσινες βάρκες επήγαιναν δώθε κείθε σαν εύθυμοι μικροί μαθητές. Κουρασμένα πλοία, με ονόματα περίεργα, εξωτικά, ύψωναν κάθε πρωί τη σκιά τους. Ανθρωποι σκεφτικοί, ώριμοι από την άλμη, ανέβαιναν σταθερά τις απότομες, κρεμαστές σκάλες. Αγρια περιστέρια ζυγίζονταν στις κεραίες.

Ύστερα ενύχτωσε. Μια κόκκινη γραμμή στον ορίζοντα, μόλις έβρισκε απάντηση στις ράχες των μεγάλων, αργών κυμάτων. Εσάλευαν σαν από κάποια μυστική, εσωτερική αιτία, και άπλωναν πλησιάζοντας, για να σπάσουν απαλά, βουβά. Όλα τ' άλλα -- ο ουρανός, τα βουνά αντίκρυ, το ανοιχτό πέλαγος -- ένα τεράστιο μάυρο παραπέτασμα.

ΙΙ

Έζησε κανείς θλιβερά πράγματα. (Σπίτια μαύρα, κλειστά. Αναιμικά, εξόριστα δέντρα του δρόμου. Η «μαντάμα» μετράει απογοητευμένη τις μάρκες της. Στην πλατεία οι λούστροι, κουρασμένοι να κάθονται, σηκώνονται και παίζουν μεταξύ τους. Ο νέος νομάρχης, με μονόκλ, επροσφώνησε τους υπαλλήλους. Δίπλα εξύπνησαν για να πάρουν το τρένο. Ποτά ανδρών 10 δρ., ποτά γυναικών 32,50 δρ.) Στον άνεμο ανοίγει ένα παράθυρο, κ' έρχεται μπροστά μας. Όλα ξεχνιούνται. Είναι εκεί, άσπιλη, απέραντη, αιώνια. Με το πλατύ της γέλιο σκεπάζει την ασχήμια της. Με τη βαθύτητά της μυκτηρίζει. Η ψυχή του εμπόρου πεθαμένη και περπατεί. Η ψυχή της κοσμικής κυρίας φορεί τα πατίνια της. η ψυχή του ανθρώπου λούζεται στην αγνότητα της θαλάσσης. Βρίσκει η νοσταλγία μας διέξοδο και ο πόνος μας την έκφρασή του.

Ιωάννης Αλταμούρας- Θάλασσα 

Κώστας Ουράνης - Στη θάλασσα

Ω Θάλασσα! σαν ήμουνα παιδί, εξεκινούσα
απ’ το μικρό μου το χωριό κι ερχόμουνα σε σένα
κι από ‘να βράχο κοίταζα, ρεμβαστικά, για ώρες
τα κύματά σου κάτω μου να σκάζουν αφρισμένα.

Μέσα μου σάλευε η ψυχή για μακρινά ταξίδια
κι ονειρευόμουνα λαμπρές, μεγάλες πολιτείες
όπου θα ζούσα μια ζωή φανταχτερή, παρόμοια
μ’ εκείνη που σε ξενικές εδιάβαζα ιστορίες.

Τώρα, από κείνον τον καιρό έχουν περάσει χρόνια,
τα βήματά μου έσυρα σε πλήθος ξένους τόπους
και γνώρισα όλες τις ζωές και όλους τους ανθρώπους
και, κουρασμένος, έρχομαι σήμερα να ξεχάσω
της ταραγμένης μου ζωής τη μάταιη ιστορία

μες τη δική σου, ω Θάλασσα, μεγάλη ανησυχία!


Κ Βολανάκης - Το λιμάνι του Βόλου

Κωστής Παλαμάς - Μία Πίκρα


Τα πρώτα μου χρόνια τ’ αξέχαστα τα ‘ζησα
κοντά στ’ ακρογιάλι,
στη θάλασσα εκεί τη ρηχή και την ήμερη,
στη θάλασσα εκεί την πλατιά, τη μεγάλη.

Και κάθε φορά που μπροστά μου η πρωτάνθιστη
ζωούλα προβάλλει,
και βλέπω τα ονείρατα κι ακούω τα μιλήματα
των πρώτων μου χρόνων κοντά στο ακρογιάλι,

στενάζεις καρδιά μου το ίδιο αναστέναγμα:
Να ζούσα και πάλι
στη θάλασσα εκεί τη ρηχή και την ήμερη,
στη θάλασσα εκεί την πλατιά, τη μεγάλη.

Μια μένα είναι η μοίρα μου, μια μένα είν’ η χάρη μου,
δεν γνώρισα κι άλλη:
Μια θάλασσα μέσα μου σα λίμνη γλυκόστρωτη
και σαν ωκιανός ανοιχτή και μεγάλη.

Και να! μεσ’ στον ύπνο μου την έφερε τ’ όνειρο
κοντά μου και πάλι
τη θάλασσα εκεί τη ρηχή και την ήμερη,
τη θάλασσα εκεί την πλατιά, τη μεγάλη.

Κι εμέ, τρισαλίμονο! μια πίκρα με πίκραινε,
μια πίκρα μεγάλη,
και δε μου τη γλύκαινες πανώριο ξαγνάντεμα
της πρώτης λαχτάρας μου, καλό μου ακρογιάλι!

Ποια τάχα φουρτούνα φουρτούνιαζε μέσα μου
και ποια ανεμοζάλη,
που δε μου την κοίμιζες και δεν την ανάπαυες,
πανώριο ξαγνάντεμα κοντά στ’ ακρογιάλι;

Μια πίκρα είν’ αμίλητη, μια πίκρα είν’ αξήγητη,
μια πίκρα μεγάλη,
η πίκρα που είν’ άσβηστη και μεσ’ τον παράδεισο
των πρώτων μας χρόνων κοντά στο ακρογιάλι.


Γεώργιος Ροϊλός - Τοπίο με θάλασσα 

Γιάννης Ρίτσος - Το εμβατήριο του ωκεανού 
απόσπασμα

ΘΑΛΑΣΣΑ θάλασσα
στο νου στην ψυχή και στις  φλέβες μας θάλασσα.
Εἴδαμε τα πλοῖα να φέρνουν τις μυθικές χῶρες
ἐδῶ στην ξανθή αμμουδιά
ὅπου ἀργοποροῦν οἱ βραδινοί ὁδοιπόροι.
Ντύσαμε τις παιδικές ἀγάπες μας
με νωπά φύκια.
Προσφέραμε στους θεούς τῆς ἀκρογιαλιᾶς
ὄστρακα στιλπνά και βότσαλα.
Χρώματα πρωινά διαλυμένα στο νερό
πυρκαϊές δειλινῶν στους ὤμους τῶν γλάρων
κατάρτια που δείχνουν το ἄπειρο
ανοιχτά κατώφλια στο βῆμα τῆς νύχτας
και πάνω ἀπ’ τον ὕπνο τῆς πέτρας
μετέωρο κατάφωτο ἀσίγαστο
το τραγούδι τῆς θάλασσας
να μπαίνει ἀπ’ τα μικρά παράθυρα
να σχεδιάζει κήπους λάμψεις και ὄνειρα
στα νωπά τζάμια και στα   κοιμισμένα μέτωπα.

Σπύρος Παπαλουκάς -  Θάλασσα στην Πάρο, 1948.

δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/








Η ΘΑΛΑΣΣΑ ΣΤΗΝ ΞΕΝΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ

 Ελεύθερε άνθρωπε, πάντα θα λατρεύεις τη θάλασσα!

Charles Baudelaire

The Cliff Walk Pourville by Claude Oscar Monet

Ουίλιαμ Γέιτς - Τρελό κορίτσι

Εκείνο το τρελό κορίτσι που αυτοσχεδιάζει τη μουσική του
Την ποίησή του, χορεύοντας στην ακροθαλασσιά
Με την ψυχή του τώρα διχασμένη
Και σκαρφαλώνει, πέφτει, δίχως να ξέρει πού…
Με γόνατο σπασμένο, η κόρη αυτή, δηλώνω εγώ
Είναι κάτι ωραίο και υψηλό, κάτι
Ηρωικά χαμένο που ηρωικά έχει βρεθεί.

Δεν έχει σημασία ποια συμφορά το βρήκε
Την τύλιξε μια μουσική απελπισμένη
Και τυλιγμένη, τυλιγμένη μες στο θρίαμβό της
Εκεί που στοίβαζαν δεμάτια και καλάθια
Έβγαλε μια φωνή παράξενη, τραγουδιστή:
«Ω θάλασσα που θάλασσα ποθείς, θάλασσα πεινασμένη».
Μτφ. Σπ. Ηλιόπουλος


 Fishing boats  By Leonid Afremov

Ουώλτ Ουίτμαν - Άσμα Για Όλες Τις Θάλασσες Και Όλα Τα Καράβια

Θάναι τραχιά και σύντομα τα σημερνά τα λόγια μου,
Για τα καράβια που αρμενίζουν μέσ’ τις θάλασσες, καθένα με την ίδια του σημαία, και με το σήμα,
Για τους αγνώστους ήρωες πούναι μέσ΄ τα καράβια – για τα κύματα που απλώνονται, κι απλώνονται, πιο πέρα κι απ΄ το μάτι,
Για τη νερόσκονη που σπάει και τους αγέρηδες οπού σφουράνε και φυσάν,
Και θέλω να υψωθεί μέσ΄ απ΄ τα λόγια μου, κι ένα τραγούδι για τους ναύτες όλων των εθνών,
Απότομο ως το κύμα.
Θέλω να υμνήσω τους πρώτους καπετάνιους, τους γέρους ή τους νέους, και τους δεύτερους, κι όλους τους ατρόμητους τους ναύτες,
Τους λίγους κι εκλεχτούς, τους σιωπηλούς, που η μοίρα δεν μπορεί να τους ξαφνιάσει, μήτε και να τους σκιάξει ποτέ ο θάνατος.
Προσεχτικά από σένα, μαζωμένοι, γέρικε ωκεανέ, και διαλεγμένοι,
Από σένα, θάλασσα, που διαλές και ξεδιαλές τη ράτσα μέσ’ απ΄ τους καιρούς, κι ενώνεις όλα τα έθνη.
Θρεμένοι από τα σένα, γριά παραμάνα δύστροπη, και που να σ΄ ενσαρκώνουν,
Ατίθασοι, άγριοι, σαν και σένα.
(Πάντα να βγαίνουν ήρωες σε στεριά και θάλασσα, μονάχοι, καν δυο - δυο, –
Πάντα η γενιά τους να βαστάει, δίχως ποτέ της να σωθεί – αν κι είναι σπάνιοι, μ΄ αρκετοί, το σπέρμα να φυλάξουν).

Άπλωνε, ω θάλασσα, τις χωριστές σημαίες των εθνών!
Άπλωνε, πάντα φανερά, τα χώρια σήματά τους!
Μόν’ βάστα, σε παρακαλώ, για σένα και για του ανθρώπου την ψυχή, κάποια σημαία που νάναι παραπάνου απ΄ όλες,
Σήμα νοερό, υφασμένο για όλα τα έθνη, σήμα του ανθρώπου που αίρεται πιο πάνου κι απ΄ το θάνατο,
Μνημόσυνο όλων των γενναίων καπεταναίων, των πρώτων και των δεύτερων, και των γενναίων ναυτών,
Κι όλων όσοι έχουν χαθεί, κάνοντας το καθήκον,
Που να βαστάει τη μνήμη τους και νάχει στο ύφασμά της, άτι απ΄ τους αφόβους καπεταναίους, τους νέους και τους γέρους,
Ένα παγκόσμιο λάβαρο, που πάντα μαλακά να κυματίζει, απάνω απ΄ όλους τους αντρείους τους ναύτες,
Σ΄ όλες τις θάλασσες και σ΄ όλα τα καράβια.-
[*Ποίημα από την συλλογή «Φύλλα Χλόης»,
1855 σε μετάφραση Ναπολέοντα Λαπαθιώτη]

Edvard Munch - Summer Night on the Beach

Walt Whitman - Song for all seas, all ships

To-day a rude brief recitative,
Of ships sailing the seas, each with its special flag or ship-signal,
Of unnamed heroes in the ships—of waves spreading and spreading far as the eye can reach,
Of dashing spray, and the winds piping and blowing,
And out of these a chant for the sailors of all nations,
Fitful, like a surge.
Of sea-captains young or old, and the mates, and of all intrepid sailors,
Of the few, very choice, taciturn, whom fate can never surprise nor death dismay.
Pick'd sparingly without noise by thee old ocean, chosen by thee,
Thou sea that pickest and cullest the race in time, and unitest nations,
Suckled by thee, old husky nurse, embodying thee,
Indomitable, untamed as thee.
(Ever the heroes on water or on land, by ones or twos appearing,
Ever the stock preserv'd and never lost, though rare, enough for seed preserv'd.)

Flaunt out O sea your separate flags of nations!
Flaunt out visible as ever the various ship-signals!
But do you reserve especially for yourself and for the soul of man one flag above all the rest,
A spiritual woven signal for all nations, emblem of man elate above death,
Token of all brave captains and all intrepid sailors and mates,
And all that went down doing their duty,
Reminiscent of them, twined from all intrepid captains young or old,
A pennant universal, subtly waving all time, o'er all brave sailors,
All seas, all ships.
Leaves of Grass, 1855

Waterhouse miranda 

e.e. cummings - Θαυμάσια είναι η θάλασσα


θαυμάσια είναι η θάλασσα
που τα χέρια του θεού
την έστειλαν
να κοιμηθεί πάνω στον κόσμο
η γη ξεραίνεται
η σελήνη θρυμματίζεται
ένα προς ένα τα άστρα
στροβιλίζονται και γίνονται σκόνη
μα η θάλασσα
δεν αλλάζει
κι ακόμα βγαίνει από χέρια και
επιστρέφει σε χέρια
και είναι με τον ύπνο…
έρωτας,
        η ψυχή σου
σκάει
        πάνω
στα χείλη μου


Vincent van Gogh - Seascape at Saintes-Maries
Φ. Γκ. Λόρκα -Η μπαλάντα του νερού της θάλασσας

Η θάλασσα
χαμογελάει στα μάκρη
δόντια τ’ αφρού
ουράνια χείλη

-Τι πουλάς ω κόρη θλιμμένη
με τα στήθη σου γυμνά ;

-Καλέ κύρη , το νερό πουλάω
των θαλασσών

-Τι φέρνεις μελαχρινούλα
με το αίμα σου αντάμα ;

-Φέρνω, καλέ κύρη , το νερό
των θαλασσών

-Τούτα τ’ αλμυρά δάκρυα
πούθε βγαίνουν μητέρα ;

-Κλαίω καλέ κύρη το νερό
των θαλασσών

Καρδιά , κι αυτή η πίκρα η μεγάλη
πούθε αναβλύζει ;

-Πολύ πικρό είναι το νερό
των θαλασσών!

Η θάλασσα
χαμογελάει στα μάκρη
δόντια του αφρού
ουράνια χείλη



 Pothast Edward - Little Sea Bather

Εουτζένιο Μοντάλε - Μεσόγειος

Θάλασσα παλιά, με μέθυσε η φωνή
που από τα στόματά σου βγαίνει, σαν ανοίγουν
πράσινες καμπάνες, κι ύστερα ξανά
πισωδρομούν και σβήνουν.
Το σπίτι των αλλοτινών καλοκαιριών μου
κοντά σου ήταν, το ξέρεις,
εκεί στη χώρα όπου ο ήλιος ψήνει
και τα κουνούπια συννεφιάζουν τον αέρα.
Σαν και τότε σήμερα πέτρα γίνομαι μπροστά σου,
θάλασσα, μα πια δεν λογαριάζομαι άξιος
για το προμήνυμα το επίσημο
που κλει η αναπνοή σου: Συ πρώτη μου ’χες πει
πως η μικρούλα η ζύμωση
μέσ’ στην καρδιά μου ήταν μια στιγμή
της δικής σου· πως ήταν ριψοκίνδυνος
για μένα κατά βάθος ο δικός σου νόμος:
να είμαι πλατύς και πολυπρόσωπος
κι ωστόσο σταθερός
κι έτσι από καθετί ακάθαρτο ν’ αδειάζω
όπως συνήθειο το ’χεις συ που ρίχνεις στις ακτές
ανάμεσα σε φελλούς, σε φύκια και σταυρούς
τ’ άχρηστα απορρίμματα του αβυσσαλέου βυθού σου.

* Να μπορούσα τουλάχιστο να κλείσω
σ’ αυτό μου το ρυθμό που αγκομαχά
κάτι απ’ το παραμιλητό σου·
να μου δινόταν να ταιριάσω
στις δικές σου φωνές την τραυλή μιλιά μου, –
εγώ που ονειρευόμουν να σου κλέψω
τα λόγια τ’ αρμυρά
όπου φύση και τέχνη γίνονται ένα,
για να διαλαλήσω πιο καλά τη μελαγχολία μου
γερασμένου παιδιού που δεν έπρεπε να συλλογάται.
Κι ωστόσο δεν έχω άλλα απ’ τα φθαρμένα γράμματα
των λεξικών, και τη σκοτεινή
φωνή που για έρωτα μιλεί, σβήνει,
γίνεται αξιοθρήνητη φιλολογία.
Δεν έχω άλλα από τα λόγια αυτά
που σαν δημόσιες γυναίκες
προσφέρονται σ’ όποιον τις θέλει·
δεν έχω άλλες απ’ τις κουρασμένες τούτες φράσεις
που κι αύριο μπορεί να μου τις κλέψουν
ρέμπελοι φοιτητές γι’ αληθινούς στίχους.
Κι η βοή σου αυξαίνει, κι απλώνεται
γαλάζιος ο νέος ίσκιος.
Μ’ αφήνουν οι σκέψεις μου για δοκιμή.
Αισθήσεις δεν έχω, ούτε νου. Δεν έχω όρια.
μτφρ. Δημήτρης Νικολαρεΐζης 


Winslow Homer - Boys in a Dory

ΠΑΜΠΛΟ ΝΕΡΟΥΝΤΑ - H ΘΑΛΑΣΣΑ

Έχω ανάγκη τη θάλασσα γιατί με διδάσκει:
δεν ξέρω αν μου δίνει μουσική ή συνείδηση:
Δεν γνωρίζω αν είναι κύμα μονάχα η πλάσμα βαθύ
ή μονάχα βραχνή φωνή η θαμβωτική εικασία
ιχθύων και καραβιών.
Γεγονός είναι ότι και κοιμισμένος ακόμα
με κάποιο μαγνητικό τρόπο
κυκλοφορώ
στην παγκοσμιότητα των κυμάτων.
Δεν είναι μονάχα τ’ αλλοιωμένα κοχύλια,
σα ν’ ανάγγελνε κάποιο αργό θάνατο
τρεμουλιάρης πλανήτης,
όχι, με τη λεπτομέρεια ανοικοδομώ την ημέρα,
με μια ριπή αλατιού το σταλακτίτη,
και με μια κουταλιά τον άπειρο θεό.
Διατηρώ ό, τι με δίδαξε.
Τον αγέρα, τον αδιάκοπο άνεμο, το νερό και την άμμο.
Μοιάζει ελάχιστο για τον νέο
που ‘ρθε εδώ να ζήσει με τις πυρκαγιές του,
αυτός ο παλμός όμως που κατερχόταν
κι ανέβαινε στην άβυσσο του,
το ψύχος του γαλάζιου που κροτάλιζε καιγόμενο,
και η στείρωση του άστρου,
το τρυφερό ξεκαθάρισμα του κύματος
που σπαταλάει το χιόνι με τον αφρό,
η ειρηνική κι ασάλευτη εξουσία
σαν πέτρινος θρόνος στα βάθη,
αντικαταστήσανε τον περίβολο
που μεγάλωνε η πεισματάρικη θλίψη,
συσσωρεύοντας λησμονιά,
κι άλλαξε ξάφνου η ύπαρξη μου:
Προσχώρηση στην καθάρια κίνηση.



Alexander Averin art 

Φ. Πεσσόα - Βιβλίο της ανησυχίας

Όποιος διέσχισε όλες τις θάλασσες, δεν διέσχισε τελικά παρά την μονοτονία του εαυτού του. Έχω κιόλας διασχίσει περισσότερες θάλασσες απ' όλους. Έχω κιόλας δει περισσότερα βουνά απ' όσα υπάρχουν στη γη. Έχω κιόλας περάσει από πολιτείες περισσότερο υπαρκτές και τα μεγάλα ποτάμια του πουθενά κυλούσαν, απόλυτα, κάτω από το ρεμβαστικό μου βλέμμα. Αν ταξίδευα δε θα αντίκριζα παρά τη θαμπή απομίμηση αυτών που είδα χωρίς να ταξιδέψω. [...] Απόσπασμα 

A Kiss by Sir Lawrence Alma-Tadema

Πιέρ Ρεβεντρύ - Στο πέλαγο

Το πτερύγιο του πνεύματος περήφανο για το εύρος του
Τα νησιά της θάλασσας βαμμένα ανοιχτά κυανά
Ο σταυρός από κατάρτια ιστιοφόρων
Γι αυτήν την ανώνυμη και απρόσωπη κατεύθυνση
Το σπιθοβόλημα των φτερών κάτω απ’ την προσταγή του Λεβάντε
Ο ήλιος στη μπουτονιέρα
Ο σκαμμένος δρόμος των φαντασμάτων
που αναμένουν μπροστά στο σταθμό.

Η νερένια κορυφογραμμή λάμπει προπορευόμενη
τα λόγια του ανέμου σκορπίζουν
το βλέμμα του πεπρωμένου χάνεται
όλα σαλεύουν και σκαμπανεβάζουν
Ο νερόλακκος ξεραίνεται
όταν η θάλασσα αποτραβάει τη γλώσσα της
Δεν απομένει παρά ο καπνός στο πέρασμα του βάθους
οι τελευταίες ανταύγειες
η καρδιά
Και συγκίνηση.
Μτφ: Μελισσάνθη


The Three Sisters On The Beach Painting by Joaquin Sorolla

ARTUR RIMBAUD - ΤΟ ΜΕΘΥΣΜΕΝΟ ΚΑΡΑΒΙ
.Αποσπάσματα 

.....................

Και τότε ήταν που λούστηκα στο γαλατένιο αστρόχυτο
θαλάσσιο ποίημα, τους βυθούς ρουφώντας, που συμβαίνει
κάποτε εκεί, κατάχλωμο κι εκστατικό ναυάγιο,
ένας πνιγμένος σκεφτικός να σιγοκατεβαίνει,

όπου τις κυανότητες αιφνίδια χρωματίζοντας,
ντελίρια κι αργοί ρυθμοί, φωτός χρυσοπλημμύρες,
οι πικραμένες του έρωτος εξάψεις συφλογίζονται,
δριμύτερες κι από τ’ αλκοόλ κι απ’ τις πλατιές σας λύρες!
................................

Μήνες οι φουσκοθαλασσιές να τρων το βράχο αγνάντεψα,
δαμάλινες αφρίζουσες μεγάλες υστερίες,
ξέροντας πως του Ωκεανού το ρύγχος δεν θα δάμαζαν
οι φωτοβηματίζουσες θαλασσινές Μαρίες.

Σ’ αφάνταστες εξόκειλα Φλωρίδες που συνταίριαζαν
άνθη με μάτια πάνθηρων, δέρματα των αγρίων
μ’ ουράνια τόξα, χαλινούς που ώς κάτω στον ορίζοντα
τεντώνανε να συγκρατούν πλήθη γλαυκών ποιμνίων.

........................................

Κι άλλοτε πάλι η θάλασσα, ζωνών και πόλων μάρτυρας,
με του λυγμού της το ρυθμό καθώς γλυκοκυλούσα,
μου ανέβαζεν ανθούς σκιών τίς κίτρινές της μέδουσες
και σα γυναίκα που έπεσε στα γόνατα ηρεμούσα.Μετάφραση: Αλέξανδρος Μπάρας


Vladimir Volegov- Summer Wind

Γουάλας Στίβενς  - Η ιδέα της τάξης στο Κη Γουέστ 

Τραγουδούσε πέρα απ’ την ευφυΐα της θάλασσας.
Το νερό ποτέ δεν έπαιρνε σχήμα στο μυαλό ή τη φωνή.
Σαν ένα ολότελα σωμάτινο σώμα, που ανεμίζει
τα άδεια του μανίκια• κι ωστόσο η μιμική του κίνηση
αποτελούσε επίμονη κραυγή, προκαλούσε επίμονα μια κραυγή
που δεν ήταν δική μας, αν και την εννοούσαμε.
Κραυγή εξωανθρώπινη, του αληθινού ωκεανού.

Η θάλασσα δεν ήταν μάσκα.
Ούτε κι εκείνη.
Το νερό και το τραγούδι δεν ήταν σύμφυρμα ήχων
ακόμη κι αν ό, τι τραγουδούσε ήταν ό, τι άκουγε
μια και ό, τι τραγουδούσε αρθρωνόταν λέξη τη λέξη.
Ίσως γιατί σε όλες της τις φράσεις αναδευόταν
το λίκνισμα του νερού και το αγκομαχητό του ανέμου.
Όμως ακούγαμε εκείνην, όχι τη θάλασσα.

Γιατί εκείνη ήταν η δημιουργός του τραγουδιού που τραγουδούσε.
Η θάλασσα, πάντα μαντιλοδεμένη, στο φέρσιμό της τραγική
ήταν μονάχα ένας τόπος που πλάι του βάδισε για να τραγουδήσει».
Μτφ Κατερίνα Σχινά



Edward Henry Potthast At the Beach

Ναζίμ Χικμέτ - Η πιο όμορφη θάλασσα 

Να γελάσεις απ’ τα βάθη των χρυσών σου ματιών
είμαστε μες στο δικό μας κόσμο.

Η πιο όμορφη θάλασσα
είναι αυτή που δεν έχουμε ακόμα ταξιδέψει.
Τα πιο όμορφα παιδιά
δεν έχουν μεγαλώσει ακόμα.
Τις πιο όμορφες μέρες μας
δεν τις έχουμε ζήσει ακόμα.

Κι αυτό που θέλω να σου πω,
το πιο όμορφο απ’ όλα,
δε σ’ τό ‘χω πει ακόμα.
Μετάφραση Γιάννης Ρίτσος

δείτε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/