ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΒΙΚΑΤΟΣ ( 24 Σεπτεμβρίου 1878 - 6 Ιουνίου 1960 )

 

Ο Σπυρίδων Βικάτος (Αργοστόλι, 24 Σεπτεμβρίου 1878 - Αθήνα, 6 Ιουνίου 1960) ήτανΈλληνας ζωγράφος και ένας από τους τελευταίους εκπροσώπους της «Σχολής του Μονάχου».

Με τη βοήθεια του τότε Μητροπολίτη Αθηνών Γερμανού σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας ζωγραφική υπό τους Νικηφόρο Λύτρα και Σπυρίδωνα Προσαλέντη και γλυπτική με δάσκαλο τον Γεώργιο Βρούτο.

Μετά την αποφοίτηση από την ΑΣΚΤ συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου χάρη σε υποτροφία της μονής Πετράκη και της Ε. Βαλλιάνου. Παρέμεινε στο Μόναχο από το 1900 ως το 1906 και μαθήτευσε κοντά στον Νικόλαο Γύζη και τον Λούντβιχ φον Λοφτς. Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1909 και διορίστηκε καθηγητής στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας όπου δίδαξε ( με μια ολιγόμηνη διακοπή το 1911) σκιαγραφία έως το 1939. Μαθητές του υπήρξαν οι Αγήνωρ Αστεριάδης, Γιώργος Γουναρόπουλος, Σοφία Λασκαρίδου, Σπύρος Παπαλουκάς, Γιώργος Σικελιώτης, Γιάννης Τσαρούχης κ.ά. Το 1937 συμμετείχε στην κίνηση των Ακαδημαϊκών ζωγράφων.

Ο Βικάτος είχε στο ενεργητικό του συμμετοχές σε πολυάριθμες ατομικές και ομαδικές εκθέσεις εντός και εκτός συνόρων. Από αυτές ξεχωρίζουν οι συμμετοχές του στο Γκλασπαλάστ του 1905, στις διεθνείς εκθέσεις του Μπορντώ (1907), της Ρώμης (1911) και του Παρισιού (1937) καθώς και στη μπιεννάλε της Βενετίας τα έτη 1934 και 1936.Τιμήθηκε πλειστάκις για το έργο του: το 1907 απέσπασε χρυσό μετάλλιο στην έκθεση του Μπορντώ, το 1937 έλαβε από την Ακαδημία Αθηνών το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών και το 1951 εκλέχτηκε επίτιμο μέλος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών του Μονάχου.
Πέθανε σε ηλικία 82 ετών από βρογχοπνευμονία. Με τη διαθήκη του άφησε κληροδότημα στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών και καθιέρωσε τη «Βικάτειο υποτροφία» σε διπλωματούχους ζωγραφικής, γλυπτικής, χαρακτικής, με πτυχίο «Λίαν καλώς» για μετεκπαίδευση στο εξωτερικό.Επίσης, δώρισε 30 πίνακές του στην Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδος.
Τα έργα του Σ. Βικάτου είναι κυρίως προσωπογραφίες και ηθογραφίες με φανερή την επιρροή του γερμανικού ακαδημαϊσμού, από τον οποίο υιοθέτησε μια ήπια εκδοχή, αλλά και της φλαμανδικής σχολής του 17ου αιώνα. Επιπλέον συνδυάζοντας τα διδάγματα της σχολής του Μονάχου με τις νέες τεχνικές που σχετίζονταν με τη νοηματική εμβάθυνση στο χρώμα και στην απόδοση, ξέφευγε ορισμένες φορές από τη στατικότητα που χαρακτήριζε τονακαδημαϊσμό. Επίσης διακρίθηκε και ως τοπιογράφος, ενώ και οι «νεκρές φύσεις» του προσέλκυσαν το ενδιαφέρον.https://el.wikipedia.org/

Το χριστουγεννιάτικο δένδρο(προ 1932). Λάδι σε καμβά, 77 εκ. x 105 εκ. Εθνική Πινακοθήκη της Ελλάδος. Έργο που θυμίζει Φλαμανδούς ζωγράφους του 17ου αιώνα 


 Τοπίο

 Τυρολέζος


 Βάζο με τριαντάφυλλα 


 Ο γεροντάκος

 Αράπης 

 Προσωπογραφία ανδρός -  Κάρβουνο σε χαρτί

ΔΕΙΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ https://homouniversalisgr.blogspot.com/









Η ΚΑΡΔΙΑ ΣΤΗΝ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΕΧΝΗ

 H καρδιά του ανθρώπου είναι ένα κουβάρι κάμπιες - φύσηξε, Χριστέ μου, να γίνουν πεταλούδες! - Νίκος Καζαντζάκης


Catrin Welz-Stein art 


Κώστας Βάρναλης - Βάστα, καρδιά…

Να με ξεριζώσεις, Χάρε,

σου αντιστέκομαι σα δρυ.
Όση φόρα θέλεις πάρε,
να με πάρεις δεν μπορεί.

Να με ξεριζώσεις, όχι!
δεν το θέλω και βαστώ,
όσον η καρδιά μου το ’χει
το κουράγιο της σωστό.

Στ’ αγιασμένο ετούτο χώμα,
που ήπιεν αίμα ποταμό,
μας κρατάει το χρέος ακόμα
για το μέγα Λυτρωμό.

Δεν το θέλω άλλοι να φτάσουν
δίχως μου στην κορυφή,
στ’ άκρον ύψος να γιορτάσουν
οι γενναίοι μου σύντροφοι.

Θα γιορτάσουμε σαν ένας
τη μεγάλη Ανατολή
κάθε τόπου, κάθε γέννας
κάθε γλώσσας οι καλοί.

Να μας ξεριζώσεις τώρα
μη σε τρώει η αποθυμιά!
όλ’ η Γης είναι μια Χώρα
ένα Δρυ και Ρίζα μια!



-

Mirror of the Sinful (between 1701 and 1768), by Jacques Chiquet – πηγή

Πωλ Βερλαίν - Βρέχει στην καρδιά μου

Βρέχει στην καρδιά μου
Και στην πόλη βρέχει
Ποια είναι εκείνη η λύπη
Που στην ψυχή μου μπαίνει;

Ω γλυκέ ήχε της βροχής
Που στις στέγες πέφτεις και καταγής!
Για μιας καρδιάς τη θλίψη
Ω, τραγούδι της βροχής!

Δίχως λόγο βρέχει
Μες στην καρδιά που δεν αντέχει!
Δεν υπάρχει τάχα προδοσία;
Το πένθος είναι δίχως αιτία;

Είναι ο χειρότερος πόνος
Να μην ξέρω το γιατί
Δίχως αγάπη και δίχως μίσος
Να υπάρχει στην ψυχή μου τόσος πόνος!
Μετάφραση: Ιωάννα Αβραμίδου




Baude Cordier’s chanson “Belle, bonne, sage,” from The Chantilly Manuscript, ca. 1350-1400 – πηγή


Paul Verlaine - Il pleure dans mon coeur


Il pleure dans mon coeur
Comme il pleut sur la ville ;
Quelle est cette langueur
Qui pénètre mon coeur ?

Ô bruit doux de la pluie
Par terre et sur les toits !
Pour un coeur qui s'ennuie,
Ô le chant de la pluie !

Il pleure sans raison
Dans ce coeur qui s'écoeure.
Quoi ! nulle trahison ?...
Ce deuil est sans raison.

C'est bien la pire peine
De ne savoir pourquoi
Sans amour et sans haine
Mon coeur a tant de peine !





The Heart of Mary (ca.1759) by Juan Patricio Morlete Ruiz -πηγή

Η καρδιά της μάνας, J. Richepin 

Μετάφραση - Άγγελος Βλάχος - Η καρδιά της Μάνας

Ένα παιδί, μοναχοπαίδι αγόρι,
αγάπησε μιας μάγισσας την κόρη.
– Δεν αγαπώ εγώ, του λέει, παιδιά,
μ’ αν θέλεις να σου δώσω το φιλί μου,
της μάνας σου να φέρεις την καρδιά
να ρίξω να τη φάει το σκυλί μου.

Τρέχει ο νιος, την μάνα του σκοτώνει
και την καρδιά τραβάει και ξεριζώνει.
Και τρέχει να την πάει, μα σκοντάφτει
και πέφτει ο νιος κατάχαμα με δαύτη.

Κυλάει ο νιος και η καρδιά κυλάει
και την ακούει να κλαίει και να μιλάει.
Μιλάει η μάνα στο παιδί και λέει:
– Εχτύπησες, αγόρι μου; και κλαίει!



Μουσική:Γιάννης Νικολάου Στίχοι:Αlice Tori
Ένα παλικάρι ήτανε μια φορά, που αγάπαγε με πάθος μια όμορφη κυρά. Μια μέρα, όπως έπαιρνε τα λάγνα της φιλιά, «ζήτα μου ο,τιδήποτε» τής λέει τρυφερά. «Αν μ' αγαπάς» τού είπε, με νάζι και καημό, «την καρδιά της μάνας σου εγώ επιθυμώ» Έτσι λοιπόν ξεκίνησε, να πάει στο πατρικό του, ποτέ του αυτός δεν πάτησε τον όρκο το δικό του. «Δώσε μου μάνα την καρδιά, στα πόδια της ν' αφήσω» «Αν είναι γιε μου για καλό, εγώ στηνε χαρίζω» Κι έτσι της πήρε την καρδιά και χάθηκε στο δρόμο, μα σε μια πέτρα σκόνταψε και δάκρυσε απ' τον πόνο. «Χτύπησες μήπως γιόκα μου, ψηλό μου κυπαρίσσι;» γυμνή η καρδιά τού μίλησε, προτού να ξεψυχήσει. Με ματωμένα χέρια φτάνει στο σπιτικό της, «να η καρδιά που γύρευες» και την αφήνει εμπρός της. Μα αυτή καν δεν τον κοίταξε κι άρχισε να γελάει, «μήπως θα 'ταν καλύτερο να μού τη φέρεις Μάη...»



Detail from a page of George Wither’s A Collection of Emblemes, Ancient and Moderne (1635) - πηγή

Νικηφόρος Βρεττάκος - Ύμνος


(Στη Λίτσα Τσιτσέρα)
Η καρδιά μου, η καρδιά σου, οι καρδιές – μια μεγάλη
καρδιά μες στο σύμπαν, που ακούγεται: απόψε,
την ακώ
σαν καμπάνα
Μητροπόλεως
που μέσα της
εκκλησιάζονται όλα τ’ αστέρια μ’ επικεφαλής τους ηλίους τους.




Detail from a page in The school of the heart; or, The heart of it self gone away from God brought back again to him, and instructed by him. In 47 emblems (1676), by George Wither - πηγή


Χαλίλ Γκιμπράν - Στο όνομα του Θεού, καρδιά μου

Στ’ όνομα του Θεού, καρδιά μου,
κρύψε το πάθος σου.
Καλύτερα τον καημό σου να κρατάς κρυφό
από κείνους που σε βλέπουν.
Όποιος φανερώνει μυστικά
γίνεται ένα με τον ανόητο.
Σιωπή και μυστικότητα
είναι προτιμότερες για κείνον που αγαπά.
Στ’ όνομα του Θεού, καρδιά μου, αν κάποιος
σε ρωτήσει, κρατά κρυφό αυτό που μου συμβαίνει.
Αν σε ρωτήσουν, καρδιά μου,
“Ποιαν λαχταρά”;
Πες; ”Εκείνη τώρα ξελόγιασε έναν άλλο
κι εκείνος δεν τη συλλογιέται πια”
Στ’ όνομα του Θεού, καρδιά μου, κρύψε τη φλόγα σου.
Ξέρεις πως η αρρώστια τούτη σε εξάντλησε.
Ο έρωτας ανάμεσα στα πνεύματα
είναι σαν το κρασί στην κούπα.
Πώς είναι, δείχνει νερό,
μα στην πραγματικότητα είναι ζωή.
Στ’ όνομα του Θεού, καρδιά μου,
αμπάρωσε τις έγνοιες σου.
Θα είσαι ασφαλής,
ακόμα κι αν αγριέψουν οι θάλασσες,
κι αν πέσουν τα ουράνια.




‘Seattle’s New Retail Business Center’, an idealized map of Seattle’s Belltown, Denny Hill / Denny Regrade, and South Lake Union neighborhoods, accompanying Baist’s Real Estate Maps of Surveys of Seattle (1905) - πηγή


e.e. cummings - κουβαλώ την καρδιά σου μαζί μου

Κουβαλώ την καρδιά σου μαζί μου (την κουβαλώ στην
καρδιά μου) δεν είμαι ούτε στιγμή χωρίς αυτήν (όπου
πηγαίνω εκεί πας, καλή μου· και ό,τι
καμώνεται από μονάχα εμένα είναι δικό σου κάμωμα, ακριβή μου)

φοβάμαι
μοίρα καμιά (γιατί εσύ είσαι η μοίρα μου, γλυκιά μου) θέλω
κόσμο κανένα (γιατί ωραία είσαι κόσμε μου, αληθινή μου)
και είσαι εσύ ό,τι ένα φεγγάρι εννόησε ποτέ
και ό,τι ένας ήλιος ποτέ θα τραγουδήσει εσύ είσαι

να το βαθύτερο όλων μυστικό που ουδείς γνωρίζει
(να η ρίζα από την ρίζα και ο ανθός απ' τον ανθό
κι ο ουρανός από τον ουρανό του δέντρου που λέγεται ζωή· που φύεται
ψηλότερο απ' όσο μπορεί να ελπίζει η ψυχή ή το μυαλό να κρύψει)
και να το θαύμα εκείνο που κρατάει τα άστρα χωριστά

κουβαλώ την καρδιά σου (την κουβαλώ στην καρδιά μου)



 The Holy Heart of Jesus and the Five Wounds of Christ’s Love (1521), a woodcut by Sigmund Grimm – πηγή


Κ. Καβάφης - Έπος καρδίας

Μετά σου το παν, νομίζω, προσηνές με μειδιά,
στον καθρέπτη των ματιών σου την χαράν αντανακλά.
Στάσου, φως μου, και ακόμη δεν σε είπα τα μισά
απ’ εκείνα που πιέζουν την ερώσαν μου καρδιά
και στα χείλη μου ορμούνε με μια μόνη σου ματιά.
Μη με ομιλής αν θέλης, μη με πης γοητευτικά
λόγια αγάπης και λατρείας. Φθάνει να ’σαι εδώ κοντά,
να σε λέγω πως σε θέλω, να σ’ εγγίζω, την δροσιά
του πρωιού που αναπνέεις ν’ αναπνέω• κι αν και αυτά
υπερβολικά τα βρίσκης, να σε βλέπω μοναχά!




Heart shaped map of the world from Paris, 1536 - πηγή


Νίκος Καρούζος - Η χρησιμότητα της απειλής

Έχουν αρχίσει να με κυκλώνουν επικίνδυνα οι ώρες.
Ακούω τα φυλλώματα σήμερα
γίνηκαν ανήσυχα χορικά.
Πρέπει να ζήσω τις αντίστροφες δυνάμεις.
Ω καρδιά μου – τρομαχτικότερη σελήνη!

Νεότερος

[...] Αισθάνομαι μόνος
αφού δεν έχει δεύτερη ζωή ν’ αλλάξουμε
και το φεγγάρι ταξιδεύει πάντα ίδιο.
Σύντροφε ουρανέ
άλλοτε η ελπίδα φεγγοβολούσε στα χέρια
κοιτάζω το σώμα βρίσκω τ’ όνειρο
πάει κ’ η αγάπη
χάνεται
σαν το νερό στην πέτρα.
Τι είναι πια ένα δέντρο τι είναι τ’ ασημένια φύλλα;
Μέσ’ στην ορμή της ερημιάς γινόμαστε διάφανοι.



Emblem from Devises et Emblemes Anciennes & Modernes (1699) - πηγή


  Κώστας Καρυωτάκης - 
Φύγε, η καρδιά μου νοσταλγεί

Φύγε κι άσε με μοναχό, που βλέπω να πληθαίνει
απάνω η νύχτα, και βαθιά να γίνονται τα χάη.
Ούτε του πόνου η θύμηση σε λίγο πια δε μένει,
κι είμαι άνθος που φυλλοροεί στο χέρι σου και πάει

Φύγε καθώς τα χρόνια κείνα εφύγανε, που μόνον
μια λέξη σου ήταν, στη ζωή, για μένα σαν παιάνας.
Τώρα τα χείλη μου διψούν το φίλημα της μάνας,
της μάνας γης, και ανοίγοντας στο γέλιο των αιώνων

Φύγε, η καρδιά μου νοσταλγεί την άπειρη γαλήνη!
Ταράζει και η ανάσα σου τα μαύρα της Στυγός
νερά, που με πηγαίνουν, όπως είμαι ναυαγός,
εκεί, στο απόλυτο Μηδέν, στην Απεραντοσύνη.



Artist Bansky Artwork's Name Balloon Girl 



Τάσος Λειβαδίτης - Μη σημαδέψεις την καρδιά μου


Αδερφέ μου, σκοπέ
αδερφέ μου, σκοπέ
σ’ ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ’ ακούω να περπατάς πάνω στο χιόνι
σ’ ακούω που βήχεις μες στην παγωνιά
σε γνωρίζω, αδερφέ μου
και με γνωρίζεις.
Στοιχηματίζω ότι έχεις μια κοριτσίστικη φωτογραφία στην
τσέπη σου.
Στοιχηματίζω αριστερά μέσα στο στήθος σου πως έχεις μια
καρδιά.
Θυμάσαι;
Είχες κάποτε ένα τετράδιο ζωγραφισμένο χελιδόνια
είχα κάποτε ονειρευτεί να περπατήσουμε κοντά – κοντά
στο κουτελό σου ένα μικρό σημάδι απ’ την σφεντόνα μου
στο μαντήλι μου φυλάω διπλωμένα τα δάκρυά σου
στην άκρη της αυλής μας έχουν ξεμείνει τα σκολιανά
παπούτσια σου
στον τοίχο του παλιού σπιτιού φέγγουν ακόμα
με κιμωλία γραμμένα τα παιδικά μας όνειρα.
Γέρασε η μάνα σου σφουγγαρίζοντας τις σκάλες των
υπουργείων
το βράδυ σταματάει στη γωνιά
κι αγοράζει λίγα κάρβουνα απ’ το καρότσι του πατέρα μου
κοιτάζονται μια στιγμή και χαμογελάνε
την ώρα που εσύ γεμίζεις τ’ όπλο σου
κ’ ετοιμάζεσαι να με σκοτώσεις.
Βασίλεψαν τα πρωϊνά σου μάτια πίσω απο ένα κράνος
άλλαξες τα παιδικά σου χέρια μ’ ένα σκληρό ντουφέκι
πεινάμε κ’ οι δυο για ένα χαμόγελο
και μια μπουκιά ήσυχο ύπνο.
Ακούω τώρα τις αρβύλες σου στο χιόνι
σε λίγο θα πας να κοιμηθείς
καληνύχτα, λυπημένε αδερφέ μου
αν τύχει να δεις ένα μεγάλο αστέρι είναι που θα
σε συλλογίζομαι
καθώς θ’ ακουμπήσεις τ’ όπλα σου στη γωνιά θα ξαναγίνεις
ένα σπουργίτι.
Κι όταν σου πουν να με πυροβολήσεις
χτύπα με αλλού
μη σημαδέψεις την καρδιά μου.
Κάπου βαθιά της ζει το παιδικό σου πρόσωπο.
Δεν θα’ θελα να το λαβώσεις.

Pink Mended Broken Heart Painting by Carol Suzanne Niebuhr


Τσάρλς Μπουκόφσκι - Καρδιά στο κλουβί


Φρενίτις στην αγορά.
Πόλεις καίγονται.
Ο κόσμος κλονίζεται και απαιτεί δημοκρατία.
Η δημοκρατία δεν αποδίδει.
Ο χριστιανισμός δεν αποδίδει.
Ούτε η αθεΐα.
Τίποτα δεν αποδίδει.
Εκτός από το όπλο
κι εκείνον που το εξουσιάζει.
Τίποτα δεν αλλάζει.
Οι αιώνες αλλάζουν
κι ο άνθρωπος παραμένει ο ίδιος.
Η αγάπη λυγίζει και διαλύεται.
Το μίσος είναι η μοναδική πραγματικότητα
στις ηπείρους.
Στις ηπείρους και στα δωμάτια δυο ανθρώπων.
Τίποτα δεν αποδίδει εκτός από το όπλο
κι εκείνον που το εξουσιάζει.
‘Ολα τ’ άλλα είναι θεωρίες.
Φρενίτις στην αγορά.
Πόλεις καίγονται για να ξαναχτιστούν.
Για να ξανακαούν.
Η δημοκρατία δεν αποδίδει.
Ο χριστιανισμός;
Μόνο το όπλο.
Υπάρχει μόνο το όπλο.
Κι αυτός που το εξουσιάζει.

ΔΕΙΤΕ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ https://homouniversalisgr.blogspot.com/






Βούλα Ζουμπουλάκη ( 24 Σεπτεμβρίου 1924 - 7 Σεπτεμβρίου 2015)

 

Σημαντική ελληνίδα ηθοποιός, που διακρίθηκε κυρίως για τις θεατρικές ερμηνείες της.

Η Βούλα Ζουμπουλάκη γεννήθηκε στο Κάιρο της Αιγύπτου στις 24 Σεπτεμβρίου του 1924. Θέλοντας να κάνει το χατήρι της οικογένειάς της εισήχθη στη Νομική Σχολή Αθηνών, ενώ παράλληλα σπούδαζε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου και στη Σχολή Μονωδίας του Εθνικού Ωδείου, καθώς από πολύ μικρή είχε δείξει ιδιαίτερη κλίση στο τραγούδι.

Πρωτοεμφανίστηκε στη Λυρική Σκηνή το 1950, στην όπερα του Βέρντι «Χορός μεταμφιεσμένων». Γρήγορα, όμως, άλλαξε κατεύθυνση και με την προτροπή του σπουδαίου έλληνα ηθοποιού Δημήτρη Μυράτ, τον οποίο παντρεύτηκε στο Κάιρο το 1951, μεταπήδησε στο θέατρο.

Η Μαρτίριο από το «Σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα» του Λόρκα είναι ο πρώτος της σημαντικός ρόλος, στο θέατρο Κοτοπούλη, σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή. Στο ίδιο θέατρο, διευθυντής του οποίου ήταν ο Δημήτρης Μυράτ, θα συνεχίζει με παραστάσεις όπως: «Φαύλος κύκλος» του Δημήτρη Ψαθά, «Μάκβεθ» του Σαίξπηρ, «Επτά χρόνια φαγούρα» του Τζορτζ Άξελροντ, «Η δικηγορίνα» του Λουί Βερνέιγ, «Λυσσασμένη γάτα» του Τένεσι Ουίλιαμς κ.ά.

Από το 1957 πρωταγωνιστεί στο θίασο του Δημήτρη Μυράτ στην «Υπόθεση Ντρέιφους» του Μανώλη Σκουλούδη, «Το φως της καρδιάς» του Τένεσι Ουίλιαμς, τους «Δίκαιους» του Αλμπέρ Καμί και στη θρυλική παράσταση «Απόψε αυτοσχεδιάζουμε» του Λουίτζι Πιραντέλο (1961), στην οποία ερμηνεύει το τραγούδι «Πέτρα» του Μάνου Χατζιδάκι.

Από το 1968 το θεατρικό σχήμα γίνεται «Θίασος Μυράτ - Ζουμπουλάκη» και συνεχίζουν με έργα όπως: «Εσθήρ» του Ρακίνα, «Απαγορευμένο τετράδιο» της Άλμπα ντε Τσέσπεντες, «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, «Διάλογοι» του Πλάτωνα, «Εκάβη» του Ευριπίδη, «Να ντύσουμε τους γυμνούς» του Λουίτζι Πιραντέλλο κ.ά. Μετά το θάνατο του Δημήτρη Μυράτ (1991), συνεργάζεται με το Εθνικό Θέατρο, και με το Μοντέρνο Θέατρο του Γιώργου Μεσσάλα.


Σκηνή από τη «Στέλλα», με τη Β. Ζουμπουλάκη ανάμεσα στη Μ. Μερκούρη και την Σ. Βέμπο

Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίζεται το 1955 στη «Στέλλα» του Μιχάλη Κακογιάννη. Ερμηνεύει το ρόλο της Αννέτας και τη θυμόμαστε να τραγουδά το «Εφτά τραγούδια θα σου πω» του Μάνου Χατζιδάκι. Δέκα χρόνια αργότερα πρωταγωνιστεί στην ταινία του Γρηγόρη Γρηγορίου «Όχι… κύριε Τζόνσον» και τραγουδά τα «Παλικάρια» του Γιάννη Μαρκόπουλου.

Το 1961 και το 1965 τιμήθηκε με το βραβείο Μαρίκας Κοτοπούλη ως η καλύτερη θεατρική ηθοποιός, το 1966 με το Α' βραβείο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για το ρόλο της στην ταινία «Σύντομο διάλειμμα» του Ντίνου Κατσουρίδη, ενώ το 1990 απέσπασε το Κρατικό Βραβείο Ποιότητας για τη ερμηνεία της στη ταινία του Γιάννη Αλεξάκη «Αθηναίοι».

Στις ελάχιστες τηλεοπτικές εμφανίσεις της ανήκει και η τηλεοπτική σειρά «Πορφύρα και αίμα» του Νίκου Φώσκολου (1978).

Η Βούλα Ζουμπουλάκη πέθανε στις 7 Σεπτεμβρίου 2015 στην Αθήνα, σε ηλικία 90 ετών.

Σύμφωνα με τον γνωστό θεατρικό κριτικό Κώστα Γεωργουσόπουλο, «η Ζουμπουλάκη διακρίθηκε σε ρόλους δραματικούς και κωμικούς. Είναι ηθοποιός με σκηνική άνεση, αίσθηση του σκηνικού χρόνου και αντίληψη των αποχρώσεων του χαρακτήρα που υποδύεται με κριτήριο πάντα το μέτρο και εφόδιο την ψυχολογία του βάθους».

Φιλμογραφία
Στέλλα (1955)
Μόνο για μια νύχτα (1958)
Καραγκιόζης, ο αδικημένος της ζωής (1959)
Είμαι αθώος (1960)
Η Αθήνα τη νύχτα (1962)
Ίλιγγος (1963)
Διωγμός (1964)
Όχι, ...κύριε Τζόνσον (1965)
Σύντομο διάλειμμα (1966)
Αθηναίοι (1990)

Τηλεοπτικές σειρές
Η δικαιοσύνη μίλησε (1976, ΕΡΤ)
Πορφύρα και αίμα (1977, ΥΕΝΕΔ)
Η μεγάλη παρέλαση (1979, ΕΡΤ)
Από τη ζωή των ανθρώπων (1983, ΕΡΤ2)

Εμφανίσεις στο Εθνικό Θέατρο
Ένας ιδανικός σύζυγος Όσκαρ Γουάιλντ 1991 Κυρία Τσιέβελι
Ιστορίες του βασιλιά Μίδα Τζιάνι Ροντάρι 1995 Παραμάνα



© SanSimera.gr





ΔΙΔΩ ΣΩΤΗΡΙΟΥ ( 18 Φεβρουαρίου 1909 – 23 Σεπτεμβρίου 2004)

 

Η Διδώ Σωτηρίου (Αϊδίνιο, 18 Φεβρουαρίου 1909 – Αθήνα, 23 Σεπτεμβρίου 2004) ήταν Ελληνίδα συγγραφέας, δημοσιογράφος και αντιστασιακή ενταγμένη στο αριστερό κίνημα.
Γεννήθηκε στο Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας και ήταν μεγαλύτερη αδελφή της Έλλης Παππά. Το 1919 η οικογένειά της εγκαταστάθηκε στη Σμύρνη. Μετά την Μικρασιατική καταστροφή ήρθε ως πρόσφυγας στον Πειραιά και κατόπιν εγκαταστάθηκε οικογενειακώς στην Αθήνα, όπου και σπούδασε γαλλική φιλολογία, συνεχίζοντας τις σπουδές της στο Πανεπιστήμιο της Σορβόνης στο Παρίσι. Εκεί συνδέθηκε στενά με τους Αντρέ Μαλρώ και Αντρέ Ζιντ. Ήταν η θεία της Άλκης Ζέη, για την οποία υπήρξε πρότυπο. Δώρισε το σπίτι της στην οδό Κοδριγκτώνος, απέναντι από το Πεδίον του Άρεως, που ανήκε σε κείνη και τον ανιψιό της Νίκο Μπελογιάννη, στο υπουργείο Πολιτισμού. Η παραχώρηση έγινε με τον όρο να είναι διά παντός τα γραφεία της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων, της οποίας η Διδώ Σωτηρίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος. Μέχρι το θάνατό της νοίκιαζε ένα διαμέρισμα στην περιοχή Ζωγράφου. 

Δημοσιογραφία

Το 1936 άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος σε διάφορα έντυπα και ως ανταποκρίτρια του περιοδικού Νέος Κόσμος της Γυναίκας στο Παρίσι.

Κατά την διάρκεια της κατοχής (1941–1944) έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες στον αντιστασιακό Τύπο. Το 1944 έγινε αρχισυντάκτρια της εφημερίδας Ριζοσπάστης, όπου και ασχολήθηκε με την κάλυψη και τον σχολιασμό των εξωτερικών γεγονότων. Το Νοέμβριο του 1945 εκπροσώπησε την Ελλάδα μαζί με τη Χρύσα Χατζηβασιλείου στο ιδρυτικό συνέδριο της Παγκόσμιας Δημοκρατικής Ομοσπονδίας Γυναικών στο Παρίσι.

Μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο συνεργάστηκε με το περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης και την εφημερίδα Η Αυγή χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο «Σοφία Δέλτα».Διετέλεσε επίσης αρχισυντάκτρια στο περιοδικό Γυναίκα και επιστημονική συνεργάτρια στα περιοδικά Γυναικεία Δράση και Κομμουνιστική Δράση δημοσιεύοντας επιφυλλίδες, χρονογραφήματα και διηγήματα.
 
Λογοτεχνικό έργο


Το πρώτο της μυθιστόρημα με τίτλο Οι νεκροί περιμένουν κυκλοφόρησε το 1959. Τα έργα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες. Το μυθιστόρημά της Ματωμένα χώματα έχει κυκλοφορήσει σε περισσότερα από 400.000 αντίτυπα. Η Διδώ Σωτηρίου συμμετείχε ενεργά στους πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες της χώρας μέσα από τις τάξεις της αριστεράς. Δεν εργάστηκε ποτέ ως καθηγήτρια, γιατί αφοσιώθηκε στην δημοσιογραφία και στην λογοτεχνία. Τέλος, ταξίδεψε σε πολλές χώρες δημοσιεύοντας τις εντυπώσεις της. 
 
Τιμητικές διακρίσεις


Το 2001 η Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων καθιέρωσε προς τιμήν της το βραβείο ''Διδώ Σωτηρίου'', το οποίο απονέμεται «σε ξένο ή Έλληνα συγγραφέα που με τη γραφή του αναδεικνύει την επικοινωνία των λαών και των πολιτισμών μέσα από την πολιτισμική διαφορετικότητα». Τα περισσότερα έργα της έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες, ενώ η λογοτεχνία της διακρίνεται για τον ρεαλισμό, την απλότητα, τη δραματική αφήγηση και τον αδρό δημοτικό λόγο της.

Προς τιμήν της, επίσης, πολλές οδοί, σχολεία και βιβλιοθήκες φέρουν το όνομά της στην Ελλάδα.


Βραβεύσεις

Βραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί (1983)
Βραβείο Ελληνοτουρκικής Φιλίας Αμπντί Ιπεκτσί (1985)
Ειδικό Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (1989)
Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (1990)
Βραβείο του Ελληνικού Ινστιτούτου της Αγγλίας (1993)
Βραβείο από τον τότε πρόεδρο της ελληνικής δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλο με το παράσημο του Χρυσού Σταυρού του Τάγματος της Τιμής (1996)
Βραβείο από τον τότε πρόεδρο της γαλλικής δημοκρατίας Ζάκ Σιράκ με το παράσημο Commandeur De l'Ordre Du Merite 

Εργογραφία

Οι νεκροί περιμένουν (1959)
Ηλέκτρα (1961)
Ματωμένα χώματα (1962)
Η Μικρασιάτικη Καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο (1975)
Εντολή (1976)
Μέσα στις φλόγες (1978)
Επισκέπτες (1979)
Κατεδαφιζόμεθα (1982)
Τρία θεατρικά και ένας μονόλογος (1995)
Τυχαίο συναπάντημα και άλλες ιστορίες (2004)
Τα πρώτα βήματα του Ψυχρού Πολέμου (2008)
Τα παιδιά του Σπάρτακου (2011)
Ταξίδι χωρίς Επιστροφή (2011)


 Οι νεκροί περιμένουν (1959)

"Καλύτερα όμως να σας συστηθώ εξαρχής, μια και θα γνωριστούμε καλά. Το όνομά μου είναι Αλίκη Μάγη. Μα αν βιάζομαι να συστηθώ, δεν πάει να πει πως είμαι και η κεντρική ηρωίδα. Μια αφηγήτρια είμαι. Οι ήρωες είναι πολλοί και ο καθένας τους ξεπροβάλλει με την ώρα του, γέννημα θρέμμα της ταραγμένης του εποχής.
Ίσως μάλιστα το σημαντικό να μην είναι καν οι άνθρωποι που θα γνωρίσετε, μα τα είκοσι πέντε χρόνια που καλύπτουν με τα γεγονότα τους αυτήν εδώ την αφήγηση..."
Μια αφήγηση που ξεκινά από το Αϊντίνι, το 1918, και καλύπτει με τρόπο μοναδικό 25 χρόνια σύγχρονης Ιστορίας. (Από την παρουσίαση της έκδοσης)

"...Ζωντανεύει μια εποχή και μια κοινωνία με τα προβλήματά της, τις καθημερινότητές της, τα δράματά της και προπαντός τις ανθρώπινες πινελιές ευτυχίας και δυστυχίας... Με ένα ύφος που πηγαινοέρχεται από το λυρικό στο επικό για να μείνει πάντα βαθιά κοινωνικό και βαθιά ανθρώπινο..." (Στάθης Δρομάζος)

"...ένα μνημειώδες χρονικό, όπου σφύζουν οι ηρωισμοί της φυλής μας και η παναιώνιά μας τραγικότητα." (Θράσος Καστανάκης)

"Ζωντανεύει τύπους, κόσμους, εποχές... αληθινή αποκάλυψη..." ( Έλλη Αλεξίου)

"Διαβάζοντας κανείς ετούτο το βιβλίο, παίρνει την εντύπωση πως είναι ο χρυσός καρπός που περίμενε ο πεζός λόγος, ύστερα από απαραίτητα στάδια προετοιμασίας για την απόχτησή του... Σπάνια έχουμε χαρεί και σε ξένα κείμενα αυτή τη στέρεη, την ισομερή σύνθεση και δομή, τον ψυχικό πλούτο, τη ζεστασιά και τη μαγεία..." (Χρήστος Λεβάντας, Το περιοδικό μας, Φεβρουάριος 1959)

"...Χαιρόμαστε έναν συγγραφέα που δεν κάνει φιλολογία αλλά ζωή - γιατί η τέχνη είναι ζωή, γι' αυτό άλλωστε και μένει και υπάρχει ύστερα από μας...
...Τα γεγονότα σου δίνονται ζεστά, παραστατικά, με όλο το βάρος της πικρής τους πραγματικότητας... με τις ψυχώσεις του ατομικού και ομαδικού ανθρώπινου δράματος.
Οι ήρωές της ένας κόσμος ολόκληρος με δικά του χαρακτηριστικά. ...Εκείνα τα δευτερότερα πρόσωπα με τα πρωτεύοντα δράματά τους ο καθένας αντιπροσωπεύει κι έναν κόσμο κι όλοι μαζί την ανθρώπινη μάζα... Και πόσο κοντινοί μας..." (Νικηφόρος Βρεττάκος, Ανεξάρτητος Τύπος, 6/5/59)
https://www.politeianet.gr/
 
Απόσπασμα 

Αρχίσαμε να βαδίζουμε πιασμένοι απ' το χέρι, κοντά ο ένας στον άλλον, χαμένοι, μουδιασμένοι, δισταχτικοί, σαν νά 'μαστε τυφλοί και δεν ξέρουμε πού θα μας φέρει το κάθε βήμα που αποτολμούσαμε. Γυρεύαμε ξενοδοχείο στο λιμάνι για ν' ακουμπήσουμε και να περιμένουμε τους δικούς μας. Όπου όμως κι αν ρωτούσαμε, παίρναμε την ίδια στερεότυπη απόκριση:
— Απ' τη Σμύρνη έρχεστε; Δε δεχόμαστε πρόσφυγες.
— Μα θα σας πληρώσουμε καλά, άνθρωποι του Θεού, έλεγε η θεία Ερμιόνη.
Εκείνοι επέμεναν στην άρνησή τους:
— Φοβόμαστε τις επιτάξεις. Δε μάθατε λοιπόν πως στη Χίο, στη Μυτιλήνη, στη Σάμο έφτασε προσφυγολόι, κι επιτάξανε όλα τα σχολεία, τα ξενοδοχεία, τα πάντα;
— Τί θέλαμε, τί γυρεύαμε μεις να 'ρθούμε σε τούτον τον αφιλόξενο τόπο, έλεγε η κυρία Ελβίρα. Τί θέλαμε και τί γυρεύαμε να χωριστούμε από τους άνδρες μας!
Στο τέλος βρέθηκε ένας αναγκεμένος ξενοδόχος και μας έδωσε ένα σκοτεινό, άθλιο δωμάτιο με έξι κρεβάτια. Για πότε γινήκαμε πραγματικοί πρόσφυγες δεν το καταλάβαμε. Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα όλος ο κόσμος αναποδογύρισε.
Βαπόρια φτάναν το ένα πίσω από τ' άλλο και ξεφόρτωναν κόσμο, έναν κόσμο ξεκουρντισμένον, αλλόκοτο, άρρωστο, συφοριασμένο, λες κι έβγαινε από φρενοκομεία, από νοσοκομεία, από νεκροταφεία. Έπηξαν οι δρόμοι, το λιμάνι οι εκκλησιές, τα σχολειά, οι δημόσιοι χώροι. Στα πεζοδρόμια γεννιόνταν παιδιά και πέθαιναν γέροι.
Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι βρεθήκανε ξαφνικά έξω απ' την προγονική τους γη. Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα δένδρα και στα χωράφια, το φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη, το κομπόδεμα στο συρτάρι, τα πορτρέτα των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέχουν να φεύγουν κυνηγημένοι απ' το τούρκικο μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου. Έρχεται μια τραγική στιγμή στη ζωή του ανθρώπου, που το θεωρεί τύχη να μπορέσει να παρατήσει το έχει του, την πατρίδα του το παρελθόν του και να φύγει, να φύγει λαχανιασμένος αποζητώντας αλλού τη σιγουριά. Άρπαξαν οι άνθρωποι βάρκες, καΐκια, σχεδίες, βαπόρια, πέρασαν τη θάλασσα σ' έναν ομαδικό, φοβερό ξενιτεμό. Κοιμήθηκαν αποβραδίς νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι άποροι, αλήτες και ζητιάνοι στα λιμάνια του Πειραιά, της Σαλονίκης, της Καβάλας του Βόλου, της Πάτρας.
Ενάμισι εκατομμύριο αγωνίες και οικονομικά προβλήματα ξεμπαρκάρανε στο φλούδι της Ελλάδας, με μια θλιβερή ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!» Πού να ακουμπήσουν οι πρόσφυγες; τί να σκεφτούν; τί να ξεχάσουν; τί να πράξουν; πού να δουλέψουν; πώς να ζήσουν;
Τρέμαν ακόμα απ' το φόβο. Τα μάτια τους ήταν κόκκινα απ' το αιμάτινο ποτάμι της κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν πόσοι φτάσανε και πόσοι λείπουν. Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο άπλωναν τα χέρια τους στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν ήταν βρικόλακες. Και ψάχναν και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση της. Μ' αυτή ήταν άφαντη. Είχε μείνει πίσω στην πατρίδα κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμαλώτους, κοντά στα σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές….
Κι είπαν: περαστικοί είμαστε, ας βολευτούμε όπως όπως, κι αύριο θα ματαγυρίσουμε στα μέρη μας. Κι αποζητούσαν, τούτη την ελπίδα, με την ίδια λαχτάρα σαν το ψωμί το νερό και τ' αλάτι.
Τόσοι ήταν, ενάμισι εκατομμύριο ρωμιοί μικρασιάτες, που στριφογύριζαν τώρα στο καύκαλο της Ελλάδας, σαν περιπλανώμενοι ιουδαίοι διωγμένοι από τη γη της Χαναάν. Χωρίς πατρίδα χωρίς δουλειά χωρίς σπίτι. Και μόλις χτες να θυμάσαι πως ήσουνα νοικοκύρης.
Ψάχναν για τον αίτιο, αναθεμάτιζαν τον ουρανό, τη γης, τον Κεμάλ το Βενιζέλο τον Κωνσταντίνο, την Αντάντ, τον πόλεμο. Μα πριν απ΄ όλα τον ύπουλο τον Άγγλο, τον υπολογιστή, το διπλοπρόσωπο, το σφετεριστή που έκανε μπίζνες και αυτοκρατορική πολιτική με το αίμα και τη δυστυχία ενός λαού….
[πηγή: Διδώ Σωτηρίου, Οι νεκροί περιμένουν. Μυθιστόρημα, Κέδρος, Αθήνα 1979 (7η έκδ.), σ. 132-134]

ΔΕΊΤΕ ΠΕΡΙΣΣΌΤΕΡΑ https://homouniversalisgr.blogspot.com/








7ος ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΛΕΥΚΑΔΑΣ -ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

 



7ος ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΣ ΠΟΙΗΤΙΚΟΣ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ

                                      ΠΡΟΚΗΡΥΞΗ

Το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Λευκάδας, ο Σύνδεσμος Φιλολόγων Λευκάδας και η Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών, προκηρύσσουν τον 7ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ποίησης για το 2021. Μετά το θεματικό αφιέρωμα στο μεγάλο επετειακό γεγονός της Ελληνικής Επανάστασης, η οργανωτική επιτροπή του διαγωνισμού  επανέρχεται στο ελεύθερο θέμα.

OΡΟΙ ΤΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟΥ

·        Οι διαγωνιζόμενοι /-ες να έχουν συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας τους. Δικαίωμα συμμετοχής έχουν και οι Έλληνες της διασποράς.

·        Συμμετοχή στον διαγωνισμό με ένα ποίημα μέχρι 40 στίχους. Τα ποιήματα που θα υποβληθούν να είναι γραμμένα στην ελληνική γλώσσα.

·        Θεματική του διαγωνισμού: Ελεύθερο θέμα.

·        Το διαγωνιζόμενο ποίημα δεν θα πρέπει να έχει εκδοθεί ή δημοσιευτεί σε οποιοδήποτε έντυπο ή ηλεκτρονικό μέσο ή να έχει βραβευτεί σε άλλο διαγωνισμό.

·        Το ποίημα θα πρέπει να αποσταλεί μέχρι τις 15 Νοεμβρίου 2021,  σε πέντε δακτυλογραφημένα αντίγραφα, στα οποία θα αναγράφεται μόνον το ψευδώνυμο του διαγωνιζόμενου. Τα αντίγραφα θα αποσταλούν μέσα σε φάκελο, στον οποίο θα αναγράφεται, στη θέση του αποστολέα, μόνον το ψευδώνυμο. 

·        Σε μικρότερο φάκελο σφραγισμένο, στον οποίο θα αναγράφεται το ψευδώνυμο του διαγωνιζόμενου, θα περιέχονται δακτυλογραφημένα  τα πλήρη στοιχεία του διαγωνιζόμενου  (ψευδώνυμο, όνομα, επώνυμο, ταχυδρομική διεύθυνση, αριθμός τηλεφώνου –και κινητού-, e-mail. Επίσης ένα σύντομο -μέχρι 100 λέξεις- βιογραφικό του).

·        Η ταχυδρομική διεύθυνση στην οποία θα αποσταλεί ο φάκελος είναι: Προς το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Λευκάδας, Σικελιανού 1, Τ.Κ. 311 00 Λευκάδα (Υπόψη κ. Ιωάννας Φίλιππα)- Για τον 7ο Πανελλήνιο Ποιητικό Διαγωνισμό του Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Λευκάδας.

·        Η επιλογή των ποιημάτων θα γίνει από πενταμελή επιτροπή ειδικών. Θα απονεμηθούν τρία βραβεία και τρεις έπαινοι.

·        Τα αποτελέσματα θα ανακοινωθούν μέχρι τέλος Μαρτίου του 2022.

·        Η τελετή απονομής των βραβείων-εάν οι συνθήκες το επιτρέψουν- θα γίνει σε πανηγυρική εκδήλωση, που θα πραγματοποιηθεί στην πόλη της Λευκάδας.

·        Για περισσότερες πληροφορίες ή διευκρινίσεις, απευθυνθείτε στο τηλέφωνο: 26450-26635 (κ. Ιωάννα Φίλιππα)

 και:  697 55 800 45,  E-mailkopsidav@yahoo.gr (κ. Παρασκευή Κοψιδά-Βρεττού).