Άρθουρ Άσερ Μίλλερ - Arthur Asher Miller (17 Οκτωβρίου 1915 - 10 Φεβρουαρίου 2005)

 

Ο Άρθουρ Άσερ Μίλερ (Arthur Asher Miller, 17 Οκτωβρίου 1915 - 10 Φεβρουαρίου 2005) ήταν ένας από τους κορυφαίους Αμερικανούς θεατρικούς συγγραφείς. Τα έργα του ασκούσαν κριτική στις Ηνωμένες Πολιτείες, την κυβέρνηση και τον τρόπο ζωής των κατοίκων της, ενώ εξέθεταν και τα ψεγάδια του λεγόμενου "Αμερικανικού ονείρου", κάτι για το οποίο είχε δεχτεί κριτική στις ΗΠΑ. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο βιογράφος του, Μάρτιν Γκότφριντ, "σπάνια ένας καλλιτέχνης έχει δεχτεί τόσες πολλές επιθέσεις και συκοφαντίες στην πατρίδα του και ταυτόχρονα έχαιρε βαθιάς εκτίμησης σε όλον τον κόσμο".

Η καθιέρωση του ήρθε με το κλασσικό έργο «O Θάνατος του Εμποράκου», σημείο αναφοράς του θεάτρου του 20ού αιώνα, ίσως το καλύτερό του έργο κατά τους ειδικούς, μια ιστορία για μια μικροαστική Αμερικανική οικογένεια που συνεθλίβη υπό το βάρος του Αμερικανικού καπιταλισμού. Κατά σύμπτωση, η 10η Φεβρουαρίου, ημερομηνία θανάτου του, ήταν η 56η επέτειος από την πρεμιέρα του έργου αυτού. 

Είχε πέσει θύμα του μακαρθισμού, καθώς καταδικάστηκε επειδή αρνήθηκε να καταδώσει συναδέλφους του με κομμουνιστική δράση στην Επιτροπή Αντι-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων. Παρ’ όλο που ενστερνίστηκε ιδέες της αριστεράς και σχετιζόταν με άτομα του Κομμουνιστικού Κόμματος, αρνήθηκε ότι ήταν ποτέ μέλος του. Επίσης, αν και δεν υπήρξε θρησκευόμενος, απέκτησε συνείδηση της εβραϊκής του ταυτότητας, αντιμετωπίζοντας τον αντισημιτισμό των προπολεμικών χρόνων και το Ολοκαύτωμα στη συνέχεια.

«Ήταν βράχος και έμοιαζε με βράχο, εννοώ ότι και η φυσική παρουσία του ήταν επιβλητική», είχε δηλώσει για τον Μίλερ ο θεατρικός συγγραφέας Χάρολντ Πίντερ στην είδηση του θανάτου του. «Ήταν ηγέτης… Απόλυτα ανεξάρτητος, με μια αταλάντευτη κριτική ευφυΐα». 

Κυρίως μαζί με τον Τένεσι Ουίλιαμς και λιγότερο με τον Ευγένιο Ο'Νιλ, ο Μίλερ θεωρούνταν ένας από τους πιο γνωστούς και επιτυχημένους Αμερικανούς συγγραφείς μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Ορισμένα από τα έργα του έγιναν κινηματογραφικές ταινίες, από σκηνοθέτες όπως ο Τζον Χιούστον, ο Σίντνεϊ Λουμέτ και ο Κάρελ Ράιζ.

Ο Άρθουρ Μίλερ γεννήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 1915 στη Νέα Υόρκη, ανατολικά της 12ης Οδού. Η οικογένειά του είχε εβραϊκές ρίζες και μεγάλωσε με θρησκευτική ανατροφή. Ο πατέρας του, Ισιντόρ Μίλερ, μετανάστης από την Πολωνία, είχε αποκτήσει μεγάλη περιουσία από μια βιοτεχνία και κατάστημα γυναικείων ρούχων, ενώ η μητέρα του, Ογκούστα Μπάρνετ, ήταν Αμερικανίδα που είχε εργαστεί ως δασκάλα στο δημόσιο, ενώ ο πατέρας της είχε ρίζες από την ίδια πόλη της Πολωνίας απ' όπου κατάγονταν και οι Μίλερ.

Ήταν το δεύτερο από τα τρία παιδιά της οικογένειας, με μεγαλύτερο τον Κέρμιτ και μικρότερη την Τζόαν, η οποία αργότερα ακολούθησε καριέρα στην υποκριτική. Πήγε στο δημόσιο σχολείο του Χάρλεμ και τέλειωσε το γυμνάσιο το 1932, όντας μέτριος μαθητής με καλές επιδόσεις στον αθλητισμό. Εν τω μεταξύ, σε αντίθεση με την προηγουμένως οικονομικά άνετη και σχεδόν πλούσια ζωή τους, είχαν μετακομίσει στο Μπρούκλιν και η οικογένειά του είχε καταστραφεί οικονομικά από το Κραχ του 1929 στις ΗΠΑ, συνεπώς αναγκάστηκε να εργαστεί για να βγάλει χρήματα σε διάφορες δουλειές: τραγουδιστής σε τοπικό ραδιοφωνικό σταθμό, οδηγός φορτηγού, υπάλληλος καταστήματος ανταλλακτικών αυτοκινήτων στη 10ή Λεωφόρο του Μανχάταν κ.ά. Η μόνη επαφή που είχε μέχρι τότε με τη λογοτεχνία ήταν κάποια από τα έργα του Άγγλου συγγραφέα Καρόλου Ντίκενς, ενώ ώθηση για να αρχίσει να γράφει του έδωσαν οι "Αδερφοί Καραμαζώφ" του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι.
Η αποστολή του θεάτρου, τελικά, είναι να αλλάξει τους ανθρώπους, να τους κάνει να αποκτήσουν μεγαλύτερη συνείδηση για το τι μπορούν να κάνουν.

Το 1935 γράφεται στη Δημοσιογραφική Σχολή του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, απ' όπου αποφοίτησε τρία χρόνια αργότερα, έχοντας περάσει από σπουδές αγγλικής φιλολογίας και θεατρικής γραφής, όπου είχε καθηγητή τον Κένεθ Ρόου. Κατά τα φοιτητικά του χρόνια, αρχίζει να ξεχωρίζει σαν συγγραφέας. Εργάζεται ως δημοσιογράφος στη φοιτητική εφημερίδα "Michigan Daily", ενώ το 1936, κερδίζει το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό Χόπγουντ με το θεατρικό έργο "No villain", το οποίο το επεξεργάζεται και το παρουσιάζει για δεύτερη φορά το 1937, αυτή τη φορά με τον τίτλο "They too arise". Την ίδια χρονιά, ξανακερδίζει το βραβείο Χόπγουντ με το έργο "Τιμές την αυγή" ("Honors at dawn"), χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο "Corona", από τη μάρκα της γραφομηχανής του. Από το 1938 ως το 1943 ακολουθούν άλλα 5 θεατρικά έργα, τα οποία δεν έγιναν ιδιαιτέρως γνωστά ούτε ανεβάστηκαν από κάποιον επαγγελματικό θίασο.

Οι πρώτες διακρίσεις

Κατά την ίδια περίοδο, ο Μίλερ απαλλάχτηκε από τη στρατιωτική του θητεία κατά το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο λόγω ενός τραύματος σε έναν αγώνα ποδοσφαίρου κι έτσι εργάστηκε ως συνεργάτης των ραδιοφωνικών δικτύων CBS και NBC, γράφοντας κείμενα και θεατρικά μονόπρακτα, καθώς και ένα σύντομο χρονικό του Β' Παγκοσμίου Πολέμου το 1944. Το 1945, εκδίδεται το πρώτο του μυθιστόρημα με τον τίτλο "Focus", το οποίο είχε ως αντικείμενο τον αντισημιτισμό. Στις 23 Νοεμβρίου 1944, ανέβηκε για πρώτη φορά θεατρικό έργο του στο Μπρόντγουεϊ, το "Ο άνθρωπος που ήταν πολύ τυχερός" ("The man who had all the luck"). Το έργο γνώρισε μέτρια επιτυχία, αλλά κερδίζει το βραβείο της Εθνικής Θεατρικής Συντεχνίας.

Στις 29 Ιανουαρίου 1947, ανεβαίνει το έργο "Ήταν όλοι τους παιδιά μου" ("All my sons"), ένα έργο που παρουσίαζε τον αντίκτυπο της ανάμειξης των ΗΠΑ στο Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε μια τυπική αμερικανική οικογένεια και επίκεντρό του ήταν οι κοινωνικές ευθύνες ενός βιομηχάνου που είχε κερδοσκοπήσει πουλώντας ελαττωματικά ανταλλακτικά αεροσκαφών στην αμερικανική πολεμική αεροπορία. Με το έργο αυτό έγινε ευρέως δημοφιλής και κέρδισε το Βραβείο Δράματος των Κριτικών της Νέας Υόρκης και το Βραβείο Ντόναλντσον. Το συγκεκριμένο έργο παρουσιάστηκε ξανά και απέκτησε μεγαλύτερη σημασία, όταν προβλήθηκε στην κρατική τηλεόραση το 1987, ένα χρόνο μετά την εκτόξευση και έκρηξη του διαστημικού λεωφορείου Challenger λόγω βλάβης στους αγωγούς στερεών καυσίμων.

Το 1949, είναι ο πρώτος που κερδίζει τρία βραβεία, το Βραβείο Πούλιτζερ, το Βραβείο Τόνι και το βραβείο Κριτικών της Νέας Υόρκης, για το διάσημο "Ο θάνατος του εμποράκου" ("Death of a Salesman") σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν, το οποίο του έφερε παγκόσμια αναγνώριση, ενώ το 1950 παρουσιάζει τη διασκευή του θεατρικού του Ίψεν "Ο εχθρός του λαού" ("An Enemy of the People"), ο ήρωας του οποίου αρνείται να ακολουθήσει το ιδεολογικό κατεστημένο της εποχής του, αποτελώντας, έτσι, σε φιλοσοφικό επίπεδο, το βήμα για το επόμενο έργο του, το "The Crucible". Από την άλλη, ο "Θάνατος του Εμποράκου" ήταν ο απόηχος της προσωπικής εμπειρίας του Μίλερ από την οικονομική καταστροφή του πατέρα του. Το έργο στηρίζεται στον εμβληματικό χαρακτήρα του Γουίλι Λόμαν, ο οποίος δεν έχει την επιτυχία που περιμένει από αυτόν ο κοινωνικός του περίγυρος, καθώς απολύεται κι αρχίζει να στοιχειώνεται από αναμνήσεις του παρελθόντος. Τελικά, αποφασίζει να αυτοκτονήσει με το αυτοκίνητό του, έτσι ώστε η οικογένειά του να καρπωθεί τα χρήματα της ασφάλειας. Οι κριτικοί διαφωνούσαν αν η πράξη αυτή του κεντρικού ήρωα ήταν μια πράξη δειλίας ή μια αυτοθυσία στο βωμό του Αμερικάνικου Ονείρου, το οποίο αποδεικνύεται ένα ψέμα, διαφωνώντας ουσιαστικά στην πραγματική φύση της τραγωδίας κι αν ο "ανθρωπάκος" Λόμαν θα μπορούσε να συγκριθεί σε τραγικότητα με αρχέτυπα του αρχαίου δράματος. Ο Μίλερ απάντησε στις κριτικές αυτές ότι ήθελε να υπογραμμίσει πως η τραγικότητα ενός ήρωα έγκειται στο κατά πόσο είναι πρόθυμος να θυσιαστεί για να προστατέψει την προσωπική του αξιοπρέπεια, κάτι που έκανε ο Λόμαν[

Μακαρθισμός

Στις ΗΠΑ πλέον βασιλεύει ο μακαρθισμός και η δραστηριότητα της Επιτροπής Αντι-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων. Επηρεασμένος από τον αντικομουνισμό και το "κυνήγι μαγισσών" που ακολούθησε εναντίον εκπροσώπων του πνευματικού κόσμου, ο Άρθουρ Μίλερ γράφει και παρουσιάζει το αλληγορικό έργο-κατηγορητήριο "The Crucible" ("Δοκιμασία"), το οποίο, αν και δε γνώρισε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία ούτε έγινε δεκτό με εγκωμιαστικές κριτικές, του έφερε ένα Βραβείο Τόνι το 1953 κι αργότερα έγινε ένα από τα πιο πολυπαιγμένα έργα του, παρουσιαζόμενο, κατά το συγγραφέα, κάθε φορά που σε κάποια χώρα έμπαιναν σε κίνδυνο οι πολιτικές ελευθερίες ή διαφαινόταν η άνοδος ολοκληρωτικού καθεστώτος. Έτσι, κατάφερε να προσπεράσει την αρχική απροθυμία των θεατρικών παραγόντων της εποχής να ασχοληθούν με ένα τέτοιο έργο. Σύμφωνα με τον ίδιο το Μίλερ: «Εν μέρει ήταν πολιτικό θέμα και πολύς κόσμος το φοβόταν. Επίσης το κόστος του ανεβάσματος ήταν υψηλό γιατί είναι μεγάλη παραγωγή. Υπήρχαν και μερικοί που έλεγαν ότι η γλώσσα του έργου δεν θα γίνονταν κατανοητή από όλους. Δεν υπήρξε όμως τέτοιο πρόβλημα. Όλοι κατάλαβαν τη γλώσσα που χρησιμοποίησα».

Το 1954, του αφαιρείται το διαβατήριο κι έτσι δεν καταφέρνει να παραστεί στην πρεμιέρα της "Δοκιμασίας" στις Βρυξέλλες. Οδηγείται για κατάθεση, κατηγορούμενος ότι είχε διασυνδέσεις με αριστερούς. Αρνείται να καταδώσει ονόματα υπόπτων για κομουνιστική δράση, καταδικάζεται από το Κογκρέσο το 1957, αλλά αθωώνεται από το Ανώτατο Δικαστήριο το 1958. Παράλληλα, έχει χωρίσει με την πρώτη του σύζυγο, Μαίρη Σλάτερι, παλιά του συμφοιτήτρια, καθώς νιώθει ότι δεν ήταν συναισθηματικά κοντά ο ένας στον άλλο: "Είχα πάντα την αίσθηση ότι σύρθηκα σε αυτόν τον γάμο, παρά τον αποφάσισα", θα παραδεχτεί πολύ αργότερα ο ίδιος. Την είχε παντρευτεί το 1940 και είχε αποκτήσει δυο παιδιά, την Τζέιν και το Ρόμπερτ. Παράλληλα, οι συνθήκες στο Χόλιγουντ εκείνη την εποχή, λόγω της Μαύρης Λίστας και όσων είχαν καταδώσει ονόματα υπόπτων, οδήγησαν στην αποξένωση του Μίλερ από τον Ελία Καζάν, με τον οποίο ήταν συνεργάτες σε πολλά από τα έργα του και τους συνέδεε φιλία, καθώς ο Μίλερ είχε μιλήσει ανοιχτά εναντίον της κίνησης του Καζάν να κατονομάσει κατηγορούμενους συναδέρφους του.

Επιτυχία και κινηματογράφος

Το 1955 ανεβαίνουν τα δυο του μονόπρακτα "Από Δευτέρα σε Δευτέρα" ("A memory of two Mondays"), στο οποίο σκηνικό αποτελεί η αποθήκη στην οποία εργαζόταν τον καιρό της Ύφεσης, και "Ψηλά από τη Γέφυρα" ("A view from the bridge"), το οποίο ασχολείται με τους παράνομους Ιταλούς μετανάστες στη Νέα Υόρκη που στέλνουν χρήματα στην πατρίδα τους, τη Σικελία. Διασκευάζεται σε έργο δυο πράξεων και γνωρίζει μεγάλη επιτυχία σε Λονδίνο και Παρίσι. Γίνεται επίτιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, του απονέμεται τιμητική διάκριση από το Εβραϊκό Πανεπιστήμιο της Ιερουσαλήμ και το 1956, ύστερα από τη γνωριμία τους το 1951, παντρεύεται την ηθοποιό Μέριλιν Μονρόε, η οποία μεταστράφηκε στον Ιουδαϊσμό. O συγγραφέας Νόρμαν Μέιλερ περιέγραψε γλαφυρότατα τη σχέση αυτή ως "τη στιγμή που το Μεγάλο Αμερικανικό Μυαλό συνάντησε το Μεγάλο Αμερικανικό Κορμί". Χωρίζουν το 1961, λόγω ασυμφωνίας χαρακτήρων και τρόπου ζωής. Για τη Μέριλιν έχει δηλώσει ο ίδιος: "Ήταν μια γυναίκα στοιχειωμένη από τα φαντάσματα μιας δυστυχισμένης παιδικής ηλικίας, την οποία δεν κατάφερε να βάλει ποτέ πίσω της και να δει τον κόσμο σαν αναγεννημένη ενήλικη. [...] Ηταν η πιο δυστυχισμένη γυναίκα που γνώρισα ποτέ στη ζωή μου"

Το 1962, παντρεύεται με την Ίνγκε Μόρατ, φωτογράφο αυστριακής καταγωγής, με την οποία συνεργάστηκε σε ταξιδιωτικά βιβλία για την Κίνα και τη Ρωσία. Μαζί της έκανε μια κόρη, τη Ρεμπέκα, ηθοποιό, σεναριογράφο και σκηνοθέτη, σύζυγο σήμερα του ηθοποιού Ντάνιελ Ντέι Λιούις, ο οποίος τη γνώρισε κατά τα γυρίσματα της μεταφοράς του έργου "The Crucible" στον κινηματογράφο το 1996.

Στα τέλη του ’50, ο Μίλερ σταμάτησε να γράφει για το θέατρο και ασχολήθηκε με τη συγγραφή σεναρίων για τον κινηματογράφο. Το 1960, σε μια από τις τελευταίες προσπάθειές του να κρατήσει κοντά σε αυτόν και στην πραγματικότητα τη Μέριλιν Μονρόε, η οποία είχε αρχίσει να καταφεύγει στα ναρκωτικά, ο Μίλερ έγραψε το πρώτο του κινηματογραφικό σενάριο, των "Αταίριαστων" ("The Misfits"), όπου πρωταγωνιστούσαν η Μονρόε, ο Κλαρκ Γκέιμπλ κι ο Μοντγκόμερι Κλιφτ. Η ταινία αποτέλεσε εμπορική αποτυχία, αλλά κάποιοι κριτικοί πιστεύουν ότι είναι από τις καλύτερες ερμηνείες της Μέριλιν. Η ταινία δεν αποδείχτηκε καθόλου ευοίωνη για τους πρωταγωνιστές της: ο Γκέιμπλ πέθανε δεκαπέντε μέρες μετά το τέλος των γυρισμάτων, ο Κλιφτ είχε αρχίσει ήδη την κατάχρηση χαπιών και αλκοόλ που τον οδήγησαν στο θάνατο έξι χρόνια μετά και η Μέριλιν εμφανιζόταν τελευταία φορά στο κοινό

Η θεατρική του δραστηριότητα επανήλθε το 1964 με τα έργα "Επεισόδιο στο Βισύ" ("Incident at Vichy") και "Μετά την πτώση" ("After the fall"), το πιο προσωπικό και ενδοσκοπικό έργο του, στο οποίο διακρίνονται αυτοβιογραφικά στοιχεία από το γάμο του με τη Μονρόε, κάτι για το οποίο επικρίθηκε, αλλά το έργο στάθηκε και η αφορμή να επανενωθεί με τον Ελία Καζάν. Συνεχίστηκε το ανέβασμα θεατρικών έργων κατά τις επόμενες δεκαετίες, τα οποία ωστόσο δεν καταφέρνουν να φτάσουν τις προηγούμενες επιτυχίες του. Το 1965, αποδέχτηκε την προεδρία στον οργανισμό PEN International, την ένωση ποιητών, συγγραφέων, δοκιμιογράφων και άλλων εκπροσώπων της λογοτεχνίας, και έγινε ολοένα και πιο δραστήριος στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των λογοτεχνών.

Τελευταίες δεκαετίες

Παράλληλα, ο Μίλερ ξεχώρισε και για την αρθρογραφία του σε αμερικανικές εφημερίδες και περιοδικά, όπου εξέφρασε την άποψή του για κρίσιμα πολιτικά, κοινωνικά και καλλιτεχνικά ζητήματα, όπως για τον πόλεμο στο Βιετνάμ και την κρίση μεταξύ Ισραήλ και Παλαιστίνης, τη λογοκρισία και τη φυλάκιση καλλιτεχνών, ενώ πιο πρόσφατα για τον πόλεμο στο Ιράκ.

Σε ένα από τα ταξίδια του, το 1985, πήγε στην Κωνσταντινούπολη με τον Χάρολντ Πίντερ, υποστηρίζοντας τα δικαιώματα των πολιτικών κρατουμένων που είχαν πληγεί από το δικτατορικό καθεστώς. Ένας από τους ταξιδιωτικούς τους συνοδούς ήταν ο μετέπειτα τιμημένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας συγγραφέας Ορχάν Παμούκ.

Το 1984, ο Άρθουρ Μίλερ τιμήθηκε με το Kennedy Center Honors για την ανεκτίμητη προσφορά του στο αμερικανικό και το παγκόσμιο θέατρο. Το 1987, εκδίδει την αυτοβιογραφία του με τίτλο "Στη δίνη του χρόνου" ("Timebends"), ενώ το 2002 λαμβάνει το Βραβείο Πρίγκιπας των Αστουριών και το 2003 το Βραβείο Ιερουσαλήμ για τη συγγραφική του πορεία.

Ο Μίλερ ανακοίνωσε τα Χριστούγεννα του 2004 ότι στο τέλος Φεβρουαρίου του επόμενου χρόνου θα παντρευόταν τη συμβία του, την 34χρονη ζωγράφο Άγκνες Μπάρλεϊ. Δεν πρόλαβε, καθώς πέθανε στις 10 Φεβρουαρίου 2005 από καρδιακή ανεπάρκεια στο σπίτι του στο Ρόξμπερι του Κονέκτικατ, σύμφωνα με τη βοηθό του, τρία χρόνια μετά το θάνατο της προηγούμενης συζύγου του, Ίνγκε. Έπασχε από πνευμονία και καρκίνο.

Δυο χρόνια, μετά το θάνατό του, αποκαλύφθηκε ότι εκτός από τα τρία του παιδιά από την πρώτη και τρίτη του σύζυγο, είχε αποκτήσει κατά τη δεκαετία του '60 άλλο ένα γιο με την Ίνγκε Μόρατ, τον Ντάνιελ, ο οποίος έπασχε από Σύνδρομο Ντάουν. Ο Ντάνιελ είχε μεγαλώσει σε ιδρύματα και ανάδοχες οικογένειες, καθώς ο Μίλερ αρχικά τον είχε απορρίψει, ωστόσο τον δέχτηκε σταδιακά κατά τη δεκαετία του ’90 και τον συμπεριέλαβε στη διαθήκη που υπέγραψε έξι εβδομάδες πριν πεθάνει.

Άρθουρ Μίλερ - Μέριλιν Μονρόε


Ύφος και θεματογραφία

Θεωρώ το θέατρο μια σοβαρή υπόθεση, που κάνει ή θα έπρεπε να κάνει τον άνθρωπο ανθρώπινο, με άλλα λόγια λιγότερο μόνο.Άρθουρ Μίλερ

Όταν ο Άρθουρ Μίλερ εμφανίζεται στη θεατρική σκηνή των ΗΠΑ, το θέατρο στις Ηνωμένες Πολιτείες κυριαρχείται από τα είδη του μελοδράματος και του μιούζικαλ: αν και κάποια άλλα είδη κάνουν την εμφάνισή τους, η σύνδεσή τους με το γερμανικό εξπρεσιονισμό τα καθιστά βραχύβια.

Μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο Άρθουρ Μίλερ, ο Ευγένιος Ο'Νιλ και ο Τένεσι Ουίλιαμς ανανεώνουν την εργογραφία και το ύφος του αμερικανικού θεάτρου. Ο Μίλερ αντλεί τη θεματογραφία του μέσα από τη ζωή και προβάλλει το ανθρώπινο δίλημμα για την εκλογή ανάμεσα στο καλό και το κακό. Τα έργα του περιέχουν αξίες για την ανθρώπινη ύπαρξη και την εξάρτηση του ατόμου από τον κοινωνικό του περίγυρο, ενώ δίνουν ιδιαίτερη έμφαση στην οικογένεια, την ηθική και την ατομική υπευθυνότητα. Ο παραγωγός του Μπρόντγουεϊ Ρόμπερτ Γουάιτχεντ, που είχε συνεργαστεί πολλάκις με το Μίλερ, αναφέρει ότι στο έργο του "υπάρχει μια σχεδόν συνειδητή ανάγκη να γίνει το φως που θα λάμψει μες στον κόσμο. Προσπάθησε να βρει απαντήσεις σε αυτό που έβλεπε γύρω του και χαρακτηριζόταν ως ένας κόσμος όπου δεν υπήρχε δικαιοσύνη"

Παράλληλα, πηγάζουν από βιώματα του ίδιου ή από σκηνές στην ίδια την πόλη στην οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε, τη Νέα Υόρκη. Για παράδειγμα, η ιστορία του "Ήταν όλοι τους παιδιά μου" προέρχεται από την αφήγηση μιας γειτόνισσάς του στον πόλεμο, η ιστορία του πρώτου έργου που ανέβασε, του "Ο άνθρωπος που ήταν πολύ τυχερός", ήταν εμπνευσμένη από τον πλούσιο και επιτυχημένο ξάδερφο της πρώτης του συζύγου, Μαίρη Σλάτερι, ενώ την ιστορία του "Ψηλά από τη γέφυρα" την άκουσε από κάποιο λιμενεργάτη σε ένα πεζοδρόμιο. Ακόμα και το θεατρικό έργο «The Crucible», που κατέκρινε την παράνοια, τις διώξεις και τις καταπατήσεις πολιτικών ελευθεριών και εισήγαγε τον όρο "κυνήγι μαγισσών" στον 20ό αιώνα, έκανε το κοινό να ταυτίσει τους δικαστές του Σάλεμ του 1692 με την Επιτροπή Αντι-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων. Ωστόσο, αν και το έργο αναγνωρίστηκε σε αξία από το κοινό αργότερα, ο ίδιος ο συγγραφέας αναφέρει: "Κατάπληκτος έβλεπα να περνούν πλάι μου άνθρωποι που ήξερα χρόνια χωρίς να με χαιρετίσουν καν και με βασάνιζε η σκέψη ότι ο τρόμος αυτών των ανθρώπων είχε σχεδιαστεί και καλλιεργηθεί".

Στα έργα του, ο Άρθουρ Μίλερ ποικίλει σε ύφος, μεταβαίνοντας από το ρεαλισμό στον εξπρεσιονισμό ("Ο θάνατος του εμποράκου") και τον ιμπρεσιονισμό ("Μετά την πτώση"). Όσον αφορά τις πηγές έμπνευσης και επιρροής του, είχε δηλώσει ο ίδιος ότι αποτελούσε πρότυπό του η αρχαία ελληνική τραγωδία, ενώ φαίνεται ότι έχει επηρεαστεί πολύ και από το έργο του Ίψεν. Ανανέωσε το "κοινωνικό δράμα", καταγγέλλοντας τα οξεία ζητήματα της εποχής του και ασκώντας κριτική στην αμερικανική κοινωνία: στο ρατσισμό της, την κερδοσκοπία, τη μισαλλοδοξία και την αναισθησία μπροστά στην αποτυχία και ανημποριά.

Πρώτες παραστάσεις στην Ελλάδα

Η πρώτη παράσταση έργου του Άρθουρ Μίλερ στην Ελλάδα έγινε το 1947, με το ανέβασμα του έργου "Ήταν όλοι τους παιδιά μου" από το Θέατρο Τέχνης, σε σκηνοθεσία του Καρόλου Κουν, με τους Βασίλη Διαμαντόπουλο, Βάσω Μεταξά, Λυκούργο Καλλέργη και Έλλη Λαμπέτη.

Το 1955 παρουσιάζεται από το Εθνικό Θέατρο το έργο "Δοκιμασία - Οι μάγισσες του Σάλεμ" ("The Crucible"), σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωμού, με τους Τζένη Καρέζη, Γιώργο Παππά, Χριστόφορο Νέζερ κ.ά.

Το 1957 παρουσιάζονται σε ενιαία παράσταση από το Θέατρο Τέχνης τα μονόπρακτα "Από Δευτέρα σε Δευτέρα" και "Ψηλά από τη γέφυρα", ενώ την ίδια χρονιά από το θίασο Αλέκου Αλεξανδράκη ανεβαίνει το έργο "Ήταν όλοι τους παιδιά μου". Το 1962 παρουσιάζεται για πρώτη φορά πάλι από το Θέατρο Τέχνης το έργο "Ο θάνατος του εμποράκου", με τον Γιώργο Λαζάνη και τον Μίμη Κουγιουμτζή.

Ακολούθησαν αρκετές παραστάσεις των πιο γνωστών προαναφερθέντων έργων του, ενώ από το θέατρο Εξαρχείων ανέβηκαν τα έργα "Το τίμημα" (1992-1994) και το "Σπασμένο γυαλί" (1995-1996) ως το πιο πρόσφατο, "Ο τελευταίος Γιάνκι" (1999). Τον Νοέμβριο του 2001, παρουσιάστηκε από το Θέατρο της οδού Κυκλάδων το έργο "Σχέσεις του κυρίου Πίτερς" σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη
.
Εργογραφία

Θεατρικά έργα
No Villain (1936)
They Too Arise (1937)
Honors at Dawn (1938)
The Grass Still Grows (1938)
The Great Disobedience (1938)
Listen My Children (1939)
The Golden Years (1940)
The Man Who Had All the Luck (1940)
The Half-Bridge (1943)
All My Sons (Ήταν όλοι τους παιδιά μου, 1947 —μτφ. Λούης Δάνος (εκδ. "Γκόνη")
Death of a Salesman (Ο θάνατος του εμποράκου, 1949 —μτφ. Ν.Οικονομοπούλος & Δ.Μπεραχάς (εκδ. "Γκόνη")
An Enemy of the People (1950)
The Crucible (Η δοκιμασία, 1953), γνωστό και ως «Οι μάγισσες του Σάλεμ» —μτφ. Αλέξης Σολομός (εκδ. "Δωδώνη")
A View from the Bridge (Θέα από την γέφυρα, 1955 —μτφ. Μάνθος Κρίσπης (εκδ. "Δωδώνη")
A Memory of Two Mondays (Ανάμνηση από δύο Δευτέρες, 1955 —μτφ. Μάνθος Κρίσπης ως «Από Δευτέρα σε Δευτέρα» (εκδ. "Δωδώνη")
After the Fall (1964)
Incident at Vichy (Επεισόδιο στο Βισύ, 1964 —μτφ. Λ.Γαρίδης (εκδ. "Διεθνής Επικαιρότης")
The Price (Το βραβείο, 1968 —μτφ. Ειρ.Ιωαννίδου-Αδαμίδου (εκδ. "Δωδώνη")
The Creation of the World and Other Business (1972)
The Archbishop's Ceiling (1977)
The American Clock (1980)
Elegy for a Lady (1982)
Some Kind of Love Story (1982)
I Think About You a Great Deal (1986)
Playing for Time (1985)
I Can’t Remember Anything (1987)
Clara (1987)
The Last Yankee (1991)
The Ride Down Mt. Morgan (1991)
Broken Glass (1994)
Mr Peter’s Connections (1998)
Resurrection Blues (2002)
Finishing the Picture (2004)

Ραδιοφωνικά έργα
The Pussycat and the Plumber Who Was a Man (1941)
William Ireland’s Confession (1941)
Jed Chandler Harris (1941)
Captain Paul (1941)
The Battle of the Ovens (1942)
Thunder from the Mountains (1942)
I Was Married in Bataan (1942)
Toward a Farther Star (1942)
The Eagle’s Nest (1942)
The Four Freedoms (1942)
That They May Win (1943)
Listen for the Sound of Wings (1943)
Bernardine (1944)
I Love You (1944)
Grandpa and the Statue (1944)
The Philippines Never Surrendered (1944)
The Guardsman (1944)
The Story of Gus (1947)
The Reason Why (1970)

Κινηματογραφικά σενάρια
The Hook (1947)
The Misfits (1961)
Everybody Wins (1984)
The Crucible (1995)

Πεζογραφία
Focus (1945)
The Misfits (1957)
I Don’t Need You Anymore (1967)
Homely Girl (1992)
The Performance
Presence: Stories (2007)

Άλλα βιβλία
Situation Normal (1944)
In Russia (1969)
In the Country (1977)
Chinese Encounters (1979)
Salesman in Beijing (1984)
Timebends: A Life (1987)



Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/





Όσκαρ Ουάιλντ ( 16 Οκτωβρίου 1854 – 30 Νοεμβρίου 1900 )

 

Ο Όσκαρ Ουάιλντ (πλήρες όνομα Όσκαρ Φίνγκαλ Ο'Φλάχερτι Ουίλς Ουάιλντ, αγγλ. Oscar Fingal O'Flahertie Wills Wilde, 16 Οκτωβρίου 1854 – Παρίσι, 30 Νοεμβρίου 1900) ήταν Ιρλανδός μυθιστοριογράφος, ποιητής, δραματουργός και κριτικός. Έχοντας περάσει από διάφορα είδη γραπτού λόγου καθ' όλη τη δεκαετία του 1880, γεύτηκε τη δόξα ως θεατρικός συγγραφέας στο Λονδίνο στις αρχές της επόμενης δεκαετίας. Στις μέρες μας έχει γίνει γνωστός για τα ευφυολογήματά του, το μοναδικό του μυθιστόρημα (Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ), τα θεατρικά έργα του, τις συνθήκες φυλάκισής του καθώς και τον πρόωρο θάνατό του.
Οι γονείς του ήταν επιφανείς Δουβλινέζοι διανοούμενοι, με Αγγλικές ρίζες. Ο Όσκαρ από μικρός έμαθε άπταιστα Γαλλικά και Γερμανικά. Στο πανεπιστήμιο ασχολήθηκε με τις κλασικές σπουδές, επιδεικνύοντας από μικρή ηλικία κλίση προς τον Kλασικισμό, τόσο στο Δουβλίνο όσο και αργότερα στην Οξφόρδη. Έγινε γνωστός για την ενασχόλησή του με το νεόκοπο αλλά ανερχόμενο ρεύμα του Αισθητισμού, το οποίο ίδρυσαν δύο από τους καθηγητές του, οι Ουόλτερ Πέιτερ (Walter Pater, 1839 - 1894) και Τζον Ράσκιν (John Ruskin, 1819 - 1900). Μετά το πανεπιστήμιο, ο Ουάιλντ μετακόμισε στο Λονδίνο όπου εντάχθηκε στους ανώτερους πνευματικούς και κοινωνικούς κύκλους. Ως εκπρόσωπος του κινήματος του Αισθητισμού ασχολήθηκε με όλες τις μορφές διανόησης: εξέδωσε μία ποιητική συλλογή, έδωσε ομιλίες στις Η.Π.Α. και στον Καναδά σχετικά με τον «Αγγλικό Διαφωτισμό στην Τέχνη» και έπειτα επέστρεψε στο Λονδίνο όπου έγραψε μεγάλο αριθμό άρθρων ως δημοσιογράφος. Γνωστός για το οξυδερκές πνεύμα, τις εξεζητημένες εμφανίσεις και τους πνευματώδεις διαλόγους του, ο Ουάιλντ έγινε μια από τις διασημότερες προσωπικότητες της εποχής του.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1890 τελειοποίησε τις ιδέες του σχετικά με την ανωτερότητα της τέχνης σε μια σειρά από διαλόγους και δοκίμια, ενώ ενσωμάτωσε σκέψεις του για την παρακμή, την δολιότητα και την ομορφιά στο μοναδικό του μυθιστόρημα, Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ (The picture of Dorian Grey, 1890). Η δυνατότητα που του παρείχε, να αναλύσει σε βάθος λεπτομέρειες του Αισθητισμού καθώς και να καταπιαστεί με ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα, έστρεψε τον Ουάιλντ στο θέατρο. Έγραψε το θεατρικό Σαλώμη (Salome, 1891) στο Παρίσι, στα γαλλικά, έργο που δεν ανέβηκε στην Αγγλία παρά μόνο χρόνια αργότερα, εξαιτίας της απαγόρευσης έργων με Βιβλικό περιεχόμενο στο αγγλικό θέατρο. Ανεπηρέαστος από τις αντιδράσεις, ο Ουάιλντ έγραψε τέσσερις ακόμα κοινωνικές σάτιρες μέχρι τα μέσα της δεκαετίας, οι οποίες τον έκαναν έναν από τους πιο επιτυχημένους συγγραφείς του ύστερου Βικτωριανού Λονδίνου.

Στο απόγειο της φήμης του, και ενόσω το αριστούργημά του, Η σημασία του να είναι κανείς σοβαρός (The importance of being Earnest, 1895) παιζόταν στο Λονδίνο, ο Ουάιλντ μήνυσε τον Μαρκήσιο του Κουίνσμπερι, Τζον Ντάγκλας (John Douglas, 9th Marquess of Queensberry, 1844 - 1900) για συκοφαντία. Ο Μαρκήσιος ήταν ο πατέρας του εραστή του Ουάιλντ, του Λόρδου Άλφρεντ Ντάγκλας (Lord Alfred Douglas, 1870 - 1945). Οι κατηγορίες μπορούσαν να επιφέρουν κάθειρξη έως και δύο ετών. Στην διάρκεια της δίκης παρουσιάστηκαν αποδείξεις οι οποίες ανάγκασαν τον Ουάιλντ να αποσύρει τις κατηγορίες και οδήγησαν στη σύλληψή του με την κατηγορία του σοδομισμού (η ομοφυλοφιλία ήταν τότε ποινικό αδίκημα στην Αγγλία). Ύστερα από δύο ακόμα δίκες, κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε δύο χρόνια καταναγκαστικά έργα. Το 1897, στην φυλακή, έγραψε το Εκ Βαθέων (De Profundis), μία επιστολή 80 περίπου πυκνογραμμένων σελίδων που εκδόθηκε το 1905, όπου αναλύει την ψυχοσύνθεσή του στις δίκες, δημιουργώντας ένα σκοτεινό «αντίβαρο» στην πρότερη φιλοσοφία της απόλαυσης. Μετά την αποφυλάκισή του έφυγε κατευθείαν για τη Γαλλία, όπου και έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του. Εκεί έγραψε και το τελευταίο του έργο, Η μπαλάντα της φυλακής του Ρήντινγκ (The Ballad of Reading Gaol, 1898), ένα μακροσκελές ποίημα όπου παρουσιάζει τις κακουχίες της ζωής στην φυλακή. Πέθανε άπορος στο Παρίσι , τον Νοέμβριο του 1900, σε ηλικία 46 ετών.

Άγαλμα του Όσκαρ Ουάιλντ
στην πλατεία Merrion Square στο Δουβλίνο
Ο Όσκαρ Ουάιλντ γεννήθηκε στο Δουβλίνο, το δεύτερο από τα τρία παιδιά της Τζέην Φρανσέσκα Έλτζι (Jane Francesca Elgee, 1821 - 1896) και του Σερ Ουίλλιαμ Ουάιλντ (Sir William Wilde, 1815 - 1876). Η μητέρα του, υπέρμαχη της επανένωσης της Ιρλανδίας, έγραφε ποίηση για το επαναστατικό κίνημα των Young Irelanders, με το ψευδώνυμο Speranza (ελπίδα στα ιταλικά). Διάβαζε στα δύο αδέλφια (τον Όσκαρ και τον κατά δύο χρόνια μεγαλύτερό του Ουίλλυ(Willie Wilde, 1852 - 1899)) από μικρή ηλικία ποιήματα του κινήματος, μεταλαμπαδεύοντάς τους την αγάπη της για αυτά. Ο Σερ Ουίλλιαμ Ουάιλντ ήταν επιτυχημένος χειρούργος ωτορινολαρυγγολόγος και χρίστηκε ιππότης το 1864 για τις ιατρικές υπηρεσίες του στην χώρα. Επίσης, έγραψε βιβλία για την Ιρλανδική αρχαιολογία και λαογραφία και υπήρξε επιφανής φιλάνθρωπος. Η κλινική του, όπου προσέφερε φροντίδα στους άπορους πίσω από το Trinity College, υπήρξε ο πρόδρομος της Ωτορινολαρυγγικής κλινικής του Δουβλίνου. Ο Ουάιλντ βαφτίστηκε στην Αγγλικανική Εκκλησία του Αγίου Μάρκου στο Δουβλίνο.
Εκτός των τριών παιδιών του με την Τζέην, ο Ουίλλιαμ Ουάιλντ είχε αποκτήσει τρία ακόμη παιδιά εκτός γάμου, πριν παντρευτεί την σύζυγό του: Τον Χένρι Ουίλσον (Henry Wilson) (1838), και τις Έμιλυ (Emily Wilde) (1847) και Μαίρυ Ουάιλντ (Mary Wilde) (1849). Ο Σερ Ουίλλιαμ αναγνώρισε την πατρότητα των νόθων παιδιών του, τους παρείχε όλα τα απαραίτητα για την μόρφωσή τους, όμως πάντοτε υστερούσαν σε σχέση με τα «νόμιμα» παιδιά του.
Το 1855 η οικογένεια Ουάιλντ μετακόμισε σε νέο, μεγαλύτερο σπίτι, όπου γεννήθηκε η μικρή Άισολα (Isola Wilde, 1857 - 1867) δύο χρόνια αργότερα. Σύντομα, το σπίτι των Ουάιλντ μετατράπηκε σε σημείο αναφοράς της κοινωνικής και καλλιτεχνικής ζωής της πόλης, συγκεντρώνοντας σε πολυάριθμα σουαρέ προσωπικότητες των τεχνών και της επιστήμης, όπως τους Σέρινταν Λε Φανού (Sheridan Le Fanu, 1814 - 1873), Τζόρτζ Πετρί (George Petrie, 1790 - 1866), Σάμουελ Φέργκιουσον (Samuel Ferguson, 1810 - 1886) και Ουίλλιαμ Χάμιλτον (William Hamilton, 1805 - 1865).
Μέχρι την ηλικία των εννέα ετών λάμβανε μαθήματα κατ' οίκον, ενώ στην συνέχεια φοίτησε στο Portora Royal School, 160 χιλιόμετρα έξω από την πόλη του Δουβλίνου. Μέχρι τα είκοσί του χρόνια ο Ουάιλντ παραθέριζε στην εξοχική κατοικία του πατέρα του, στο παραθαλάσσιο χωριό Κονγκ (Cong), στην επαρχία του Μάγιο (Mayo) στην Δυτική Ιρλανδία. Εκεί, ο Όσκαρ με τον Ουίλλυ περνούσαν τον χρόνο τους με τον μετέπειτα συγγραφέα Τζορτζ Μούρ (George Moore, 1852 - 1933).
Η Άισολα απεβίωσε σε ηλικία εννέα ετών από μηνιγγίτιδα. Το ποίημα του Ουάιλντ Requiescat είναι αφιερωμένο στην μνήμη της:

"Πάτα ελαφρά, είναι κοντά,
Κάτω απʼ το χιόνι
Τʼ άνθος ακούει, μίλα σιγά,
Που μεγαλώνει."

Ακαδημαϊκή εκπαίδευση: 1870

Κολλέγιο Trinity, Δουβλίνο

Ο Ουάιλντ κέρδισε υποτροφία για να σπουδάσει Κλασική Φιλολογία από το 1871 έως το 1874 στο Trinity College στο Δουβλίνο όπου συγκατοίκησε με τον αδελφό του Ουίλλυ. Το Trinity, ένα από τα κορυφαία σχολεία στο είδος του, του παρείχε τα απαραίτητα εχέγγυα για να αναπτύξει το ταλέντο του και η συναναστροφή του με τον Τζων Μάχαφυ (J.P. Mahaffy, 1839 - 1919) του ενέπνευσε την αγάπη για την Αρχαία Ελληνική γραμματεία. Όσο σπούδαζε στο κολλέγιο, συνεργάστηκαν στην συγγραφή του βιβλίου του Μάχαφυ Η κοινωνική ζωή στην Ελλάδα από τον Όμηρο μέχρι τον Μένανδρο (Social life in Greece from Homer to Menander, 1874). Ο Ουάιλντ, παρά τις μεταγενέστερες επιφυλάξεις του, χαρακτήριζε τον Μάχαφυ «ο πρώτος και καλύτερος δάσκαλός μου» και «ο λόγιος που μου έμαθε να αγαπάω κάθε τι ελληνικό». Από την πλευρά του, ο Μάχαφυ υπερηφανευόταν ότι εκείνος δημιούργησε τον Ουάιλντ· αργότερα όμως θα τον αποκαλούσε «το μόνο μελανό σημείο της διδασκαλίας μου».
Στο κολλέγιο δραστηριοποιείτο η «Φιλοσοφική Κοινωνία» του Πανεπιστημίου, μια ομάδα όπου φοιτητές μαζεύονταν και συζητούσαν ζητήματα τέχνης και φιλοσοφίας, η οποία ιδρύθηκε το 1683 από τον Ιρλανδό φιλόσοφο Ουίλλιαμ Μολυνό (William Molyneux, 1656 - 1698), γεγονός που την έκανε την παλαιότερη αντίστοιχη φοιτητική οργάνωση. Ο Ουάιλντ σύντομα καθιερώθηκε ως μέλος, και οι εβδομαδιαίες συζητήσεις της ομάδας για τους Άλτζερνον Τσαρλς Σουΐνμπορν(Algernon Charles Swinburne, 1837 - 1909) και Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι (Dante Gabriel Rossetti, 1828 - 1882), ανάμεσα σε άλλους, βοήθησαν σημαντικά στην ανάπτυξη του πνεύματός του. Εκεί παρουσίασε και ένα δοκίμιό του, με τίτλο Αισθητική Ηθική (Aesthetic Morality). Στο Trinity ο Ουάιλντ διέπρεψε ως μαθητής: στο πρώτο έτος ήταν πρώτος στην τάξη του, στο δεύτερο κέρδισε υποτροφία ύστερα από εξετάσεις ενώ στο τελευταίο έτος βραβεύτηκε με το «Χρυσό μετάλλιο του Μπέρκλεϋ», το υψηλότερο ακαδημαϊκό επίτευγμα στις ελληνικές σπουδές. Έδωσε εξετάσεις για υποτροφία στο Κολλέγιο Magdalen του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, τις οποίες και πέρασε με άνεση.

Κολλέγιο Magdalen, Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης

Ο 'Οσκαρ Ουάιλντ στην Οξφόρδη,
σε ηλικία 22 ετών
Στο Magdalen συνέχισε τις σπουδές του στην Κλασική Φιλολογία, μέχρι και το 1878. Στην διάρκεια της φοίτησής του προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να ενταχθεί στην ρητορική ομάδα του Πανεπιστημίου, την περίφημη «Oxford Union».
Γοητευμένος τόσο από την αμφίεση όσο και από την μυστικότητα και τις τελετουργίες της Μασονικής Στοάς Apollo, υπέβαλε αίτηση, έγινε δεκτός, και σύντομα ανελίχθη μέχρι τον βαθμό του «Ανώτερου Διδασκάλου». Ύστερα από την αναθέρμανση του ενδιαφέροντός του για την Μασονία, στο τρίτο έτος, δήλωσε: «Θα ήταν πολύ θλιβερό να την άφηνα, αν ποτέ εγκατέλειπα την αίρεση του Προτεσταντισμού». Σκεφτόταν σοβαρά να ασπαστεί τον Καθολικισμό, μάλιστα είχε συζητήσει ενδελεχώς το θέμα με μέλη του κλήρου. Το 1877, ύστερα από μία ακρόαση από τον Πάπα Πίο Θ', μαγεύτηκε από το χάρισμα του θρησκευτικού ηγέτη. Διάβασε με ενθουσιασμό τα βιβλία του Καρδιναλίου Τζον Νιούμαν (Cardinal John Henry Newman, 1801 - 1890), ενώ με την συνάντησή του με τον Αιδεσιμότατο Σεμπάστιαν Μπόουντεν (Sebastian Bowden) το 1878, απέδειξε ότι έπαιρνε σοβαρά το θέμα της μεταστροφής του προς τον Καθολικισμό, καθώς ο Άγγλος κληρικός είχε χειριστεί στο παρελθόν αντίστοιχες υποθέσεις επιφανών προσωπικοτήτων. Ούτε ο πατέρας του (ο οποίος απείλησε να του κόψει την χρηματοδότηση) ούτε ο Μάχαφυ είδαν με καλό μάτι το σχέδιό του· κυρίως όμως ο ίδιος ο Ουάιλντ, ο ιδανικός ατομικιστής, εναντιώθηκε την ύστατη στιγμή στην ένταξή του σε ένα τόσο τυπικό σύστημα αξιών όπως ο Καθολικισμός. Την ημέρα της βάπτισής του, αντί για τον Ουάιλντ εμφανίστηκε στην εκκλησία ένα μπουκέτο λευκοί κρίνοι. Παρ' όλα αυτά, καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, παρέμεινε αμείωτο το ενδιαφέρον του, τόσο για την κοσμοθεωρία όσο και για τα μυστήρια της Καθολικής Εκκλησίας.

Κατά την διάρκεια των σπουδών του στο Magdalen, ο Ουάιλντ έγινε αρκετά γνωστός ως πρωτεργάτης τόσο του Αισθητικού όσο και του Παρακμιακού κινήματος (Decadence movement). Είχε τα μαλλιά του μακριά, περιφρονούσε δημόσια όλα τα «αντρικά» αθλήματα - αν και περιστασιακά έπαιζε μποξ - και είχε διακοσμήσει το δωμάτιό του με φτερά παγωνιού, κρίνους, ηλιοτρόπια, μπλε πορσελάνες και άλλα objets d'art. «Το βρίσκω κάθε μέρα όλο και πιο δύσκολο να φανώ αντάξιος των γαλάζιων πορσελάνων μου», είχε πει κάποτε σε φίλους, ευφυολόγημα το οποίο έγινε σύντομα γνωστό και χρησιμοποιήθηκε ευρέως από αισθητιστές αλλά και από τους επικριτές τους, οι οποίοι έβρισκαν σε αυτό μία τρομερή κενότητα. Συχνά οι αισθητιστές αντιμετωπίζονταν με σκεπτικισμό, ακόμη και περιφρόνηση, όμως οι σχεδόν απαθείς τρόποι τους, σε συνδυασμό με τα επιδεικτικά ντυσίματα τους δημιούργησαν μια αναγνωρίσιμη «μόδα». Μάλιστα υπάρχει καταγεγραμμένο περιστατικό από τα φοιτητικά χρόνια του Ουάιλντ, όταν τέσσερις συμφοιτητές του του επιτέθηκαν και κατάφερε να τους απωθήσει μόνος του. Μέχρι το τρίτο έτος, ο Ουάιλντ είχε ξεκινήσει να φτιάχνει τον μύθο του και οι γνώσεις του είχαν ξεπεράσει κατά πολύ τις προκαθορισμένες, στείρες ακαδημαϊκές διαλέξεις. Αυτή του η συμπεριφορά οδήγησε στην αποβολή του για ένα εξάμηνο από το Madgalen, όταν μετά από ένα ταξίδι στην Ελλάδα με τον καθηγητή Μάχαφυ γύρισε αδικαιολογήτως αργοπορημένος στο Πανεπιστήμιο.
Ο Όσκαρ Ουάιλντ ντυμένος τσολιάς,
από την επίσκεψή του στην Ελλάδα

Ο Ουάιλντ γνώρισε τον Ουόλτερ Πέιτερ όταν ήταν στο τρίτο έτος στο Magdalen, όμως τον είχε ήδη σαγηνεύσει το έργο του Σπουδή στην ιστορία της Αναγέννησης (Studies in the history of Renaissance, 1873), το οποίο εκδόθηκε τον τελευταίο χρόνο του Ουάιλντ στο Trinity. Ο Πέιτερ ισχυριζόταν ότι πρωτίστως ο άνθρωπος πρέπει να εξευγενίσει την δεκτικότητά του στην ομορφιά, και ότι πρέπει να ζει την κάθε στιγμή στον μέγιστο βαθμό. Χρόνια αργότερα, στο Εκ Βαθέων, ο Ουάιλντ έγραψε για το βιβλίο του Πέιτερ: «Το βιβλίο που είχε μια τόσο παράξενη επίδραση στη ζωή μου».Είχε μάθει αποσπάσματα του βιβλίου απ' έξω, και το είχε πάντοτε μαζί του στα ταξίδια του τα επόμενα χρόνια. Ο Πέιτερ ήταν εκείνος που εμφύσησε στον Ουάιλντ την σχεδόν παιδιάστικη, απαίδευτη αφοσίωσή του στην τέχνη, όμως ο Τζον Ράσκιν έδωσε σκοπό σε αυτήν. Ο Ράσκιν διαφωνούσε με τον ρηχό Αισθητισμό του Πέιτερ, αντιπαραβάλλοντας στην κενότητά του την ανάγκη της Τέχνης να βελτιώνει την κοινωνία. Ο Ράσκιν λάτρευε την Ομορφιά, αλλά θεωρούσε ότι έπρεπε να συνυπάρχει με το Καλό και να εφαρμόζεται για αυτό. Στην σειρά διαλέξεων του Ράσκιν Ο Αισθητισμός και τα Μαθηματικά στις σχολές Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας, τις οποίες ο Ουάιλντ παρακολούθησε με ενθουσιασμό, ο Άγγλος συγγραφέας παρουσίασε τον Αισθητισμό ως το μη μαθηματικό κομμάτι ενός πίνακα. Παρ' όλο που ο Ουάιλντ δεν ήταν φίλος ούτε του πρωινού ξυπνήματος ούτε της χειρωνακτικής εργασίας, προθυμοποιήθηκε να βοηθήσει τον Ράσκιν να μετατρέψουν έναν λασπωμένο επαρχιακό καρόδρομο σε έναν ωραίο, καθαρό δρόμο περιστοιχισμένο από παρτέρια με λουλούδια.
Κέρδισε το 1878 το Βραβείο Newdigate, το οποίο απονέμεται από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης σε προπτυχιακούς φοιτητές, για το ποίημά του Ραβένα(Ravenna), εμπνευσμένο από την επίσκεψη του στην ιταλική πόλη τον προηγούμενο χρόνο. Αποφοίτησε τον Νοέμβριο του 1878, κερδίζοντας μία σπάνια διάκριση· ήταν από τους ελάχιστους φοιτητές που βγήκαν πρώτοι και στους δύο κύκλους σπουδών του τμήματος.

Μαθητεία ενός αισθητιστή: 1880

Ντεμπούτο στην κοινωνία

Μετά την αποφοίτησή του από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, ο Ουάιλντ επέστρεψε στο Δουβλίνο, όπου ξανασυνάντησε την Φλόρενς Μπαλκόμπ (Florence Balcombe, 1858 - 1937), παιδικό του έρωτα. Εκείνη όμως, αρραβωνιάστηκε τον Μπραμ Στόκερ ( Bram Stoker, 1847 - 1912), τον οποίο και παντρεύτηκε το 1878. Αυτή της η απόφαση απογοήτευσε τον Ουάιλντ, αλλά παρέμεινε στωικός· της έγραψε, λέγοντάς της: «Θυμάμαι τα δύο χρόνια - τα πιο γλύκα χρόνια όλης μου της εφηβείας» που είχαν περάσει μαζί. Επίσης ανέφερε την πρόθεσή του να επιστρέψει στην Αγγλία, «αυτή την φορά για τα καλά», επιθυμία που έκανε εν τέλει πραγματικότητα το ίδιο έτος, επιστρέφοντας στη γενέτειρά του μόλις άλλες δύο φορές.

Αβέβαιος για το επόμενο βήμα του, επικοινώνησε με αρκετούς γνωστούς του ψάχνοντας για θέσεις Κλασικών σπουδών στην Οξφόρδη και στο Κέιμπριτζ. Ακριβώς όπως το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης έδινε το βραβείο Newdigate για ποίηση, έτσι και το αντίστοιχο του Κέιμπριτζ έδινε το βραβείο Chancellor για πρόζα. Ο Ουάιλντ, αν και δεν ήταν φοιτητής του Πανεπιστημίου, συμμετείχε κανονικά το 1879 με το δοκίμιό του Η άνοδος της ιστορικής κριτικής (The rise of historical criticism). Το θέμα του, «Η ιστορική κριτική στους Αρχαίους», έμοιαζε ιδανικό για τον Ουάιλντ, ο οποίος όμως, παρά την ικανότητά του στον γραπτό λόγο και τη βαθιά γνώση του για τον Αρχαίο κόσμο, δυσκολεύτηκε να προσαρμοστεί στην μακρόσυρτη, επίπεδη ακαδημαϊκή γλώσσα. Παραδόξως, δεν δόθηκε βραβείο εκείνη την χρονιά. Με όσα χρήματα του περίσσεψαν από την πώληση των σπιτιών που κληρονόμησε από τον πατέρα του, ο Ουάιλντ μετακόμισε στο Λονδίνο, όπου έμεινε με τον Άγγλο ζωγράφο Φρανκ Μάιλς (Frank Miles, 1852 - 1891) στον αριθμό 1 της οδού Τάιτ, στο Τσέλσι. Τα επόμενα έξι χρόνια ο Ουάιλντ θα τα περνούσε ανάμεσα στο Λονδίνο, το Παρίσι και τις Η.Π.Α., όπου ταξίδευε δίνοντας διαλέξεις.

Από τα χρόνια στο Trinity δημοσίευε στίχους και ποιήματα σε περιοδικά, κυρίως στο Cottabos, το οποίο εξέδιδε το Κολλέγιο, και στο Dublin University Magazine, ένα ανεξάρτητο μηνιαίο περιοδικό με λογοτεχνική θεματολογία. Στα μέσα του 1881, στα 27 του χρόνια, εκδίδεται η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο Ποιήματα (Poems). Το βιβλίο έγινε δεκτό με αρκετά θετικά σχόλια, πούλησε και τα 750 αντίτυπά του, και επανεκδόθηκε το επόμενο έτος. Ήταν δεμένο με μία πανέμορφη, εμαγιέ περγαμηνή με ανάγλυφα άνθη και ήταν τυπωμένο σε χειροποίητο Ολλανδικό χαρτί. Ο Ουάιλντ χάρισε πολλά αντίτυπα του βιβλίου σε επιφανείς προσωπικότητες και λογοτέχνες που τον επισκέφτηκαν τα επόμενα χρόνια. Η «Oxford Union» του ζήτησε να της αποστείλει ένα αντίτυπο για τη βιβλιοθήκη της, αλλά κατά την παρουσίασή του, το έργο καταδικάστηκε ως προϊόν λογοκλοπής ύστερα από οριακή ψηφοφορία. Το αντίτυπο, προς μεγάλη στεναχώρια της Ένωσης, επιστράφηκε στον Ουάιλντ. Ο βιογράφος Ρίτσαρντ Έλμαν (Richard Ellmann, 1918 - 1987) υποστήριζε πως το ποίημά του Hélas(αλίμονο στα Γαλλικά) αποτελεί μια ειλικρινή, αν και κάπως εξεζητημένη προσπάθειά να εξηγήσει τις αντιθέσεις που έβλεπε στον εαυτό του:

"Να καταπιαστώ με κάθε πάθος ιερό
μέχρι η ψυχή μου να γένει 
λάουτο έγχορδο, παλιό 
οι ανέμοι όλοι να παίζουνε μ' αυτό" 

Το εβδομαδιαίο σατιρικό περιοδικό Punch δεν συμμεριζόταν τον ίδιο ενθουσιασμό· «ο ποιητής είν' Ουάιλντ, μα η ποίησή του ήμερη», κατέληγε, παίζοντας με την ομοηχία του επιθέτου του ποιητή με το επίθετο «άγριος» (Wilde - wild).

Ο Όσκαρ Ουάιλντ το 1882. Φωτογραφία του Ναπολέον Σάρονι.


Αμερική: 1882

Ο Αισθητισμός εκείνα τα χρόνια ήταν αρκετά της μόδας και μεταφέρθηκε σε οπερέτα από το δίδυμο Γκίλμπερτ-Σάλιβαν (Gilbert and Sullivan) στην Υπομονή(Patience, 1881). Ο Ρίτσαρντ Ντ' Όυλυ Κάρτ (Richard D'Oyly Carte, 1844 - 1901), ξακουστός Άγγλος ιμπρεσάριος, στα πλαίσια προώθησης του έργου στις Η.Π.Α. κάλεσε στην αμερικάνικη ήπειρο για μια σειρά από διαλέξεις τον πλέον θελκτικό όλων των αισθητιστών, τον Όσκαρ Ουάιλντ. Έφτασε στη Νέα Υόρκη στις 2 Ιανουαρίου 1882, με το Α/Π Αριζόνα (SS Arizona), μετά από ταξίδι 9 ημερών. Αν και αρχικά ήταν σχεδιασμένη να διαρκέσει τέσσερις μήνες, η περιοδεία συνεχίστηκε για πάνω από ένα έτος, εξαιτίας της μεγάλης εμπορικής επιτυχίας της. Ο Ουάιλντ επιθυμούσε να μεταφέρει την ομορφιά που έβλεπε στην τέχνη, στην καθημερινότητα. Αυτό ήταν ένα πρακτικό όσο και φιλοσοφικό ζήτημα: στην Οξφόρδη είχε διακοσμήσει το δωμάτιό του με κρίνους και γαλάζιες πορσελάνες, ενώ στην Αμερική μία από τις διαλέξεις του είχε σαν θέμα την εσωτερική διακόσμηση. Όταν του ζητήθηκε να σχολιάσει την φήμη ότι κάποτε είχε παρελαύνει στην οδό Πικαντίλι (Piccadilly Str.) στο Λονδίνο, με τα μακριά μαλλιά του να ανεμίζουν, κρατώντας ένα κρίνο, απάντησε: «Σημασία δεν έχει αν το έκανα ή όχι, αλλά αν ο κόσμος πιστεύει ότι το έκανα». Ο Ουάιλντ θεωρούσε ότι ο καλλιτέχνης πρέπει να δημηγορεί για τα υψηλότερα ιδεώδη, και ότι η ηδονή και η ομορφιά θα αντικαταστήσουν την ωφελιμιστική ηθική.

Ο Τύπος ασκούσε ανηλεή κριτική τόσο στον Ουάιλντ όσο και στον Αισθητισμό: παραδείγματος χάριν, η εφημερίδα Springfield Republican, με αφορμή την επίσκεψη του Ουάιλντ στην Βοστώνη για μία διάλεξη, θεώρησε ότι η συμπεριφορά του Άγγλου αισθητιστή αντικατόπτριζε περισσότερο άνθρωπο κακόφημο, παρά διανοητή αφιερωμένο στην Ομορφιά και στην Ηδονή. Ο Τόμας Χίγγινσον (Thomas Wentworth Higginson, 1823 - 1911), Αμερικανός κληρικός και υπέρμαχος της κατάργησης της δουλείας, έγραψε στο άρθρο του με τίτλο Unmanly Manhood τους προβληματισμούς του για το ότι ο Ουάιλντ, του οποίου «η μόνη διάκριση είναι ένα μικρό βιβλίο με πολύ μέτρια ποίηση», θα επηρέαζε αρνητικά την συμπεριφορά ανδρών και γυναικών. Παρόλο που ο Τύπος ήταν εχθρικός απέναντί του, ο Ουάιλντ έχαιρε θερμής υποδοχής στα πιο ετερόκλιτα περιβάλλοντα στις Η.Π.Α.· την μία ημέρα έπινε ουίσκι με μεταλλωρύχους (δηλώνοντας μάλιστα: «οι μόνοι καλοντυμένοι άνθρωποι που έχω δει στις Η.Π.Α. είναι οι μεταλλωρύχοι των Βραχωδών Ορέων») και την επόμενη τον υποδέχονταν με τιμές στα πιο μοντέρνα σαλόνια κάθε πόλης που επισκεπτόταν

Η ζωή στο Λονδίνο και ο έγγαμος βίος

Τα έσοδά του, σε συνδυασμό με τις αναμενόμενες εισπράξεις από το θεατρικό του, την Δούκισσα της Πάδουας (The Duchess of Padua, 1883), του επέτρεψαν να μετακομίσει στο Παρίσι από τον Φεβρουάριο μέχρι τα μέσα Μαΐου του 1883. Εκεί γνώρισε τον Ρόμπερτ Σέραρντ (Robert Sherard, 1861 - 1943), Άγγλο συγγραφέα και δημοσιογράφο, τον οποίο φιλοξενούσε σε τακτική βάση. Τον Αύγουστο του ίδιου έτους επέστρεψε για λίγο στη Νέα Υόρκη για να ανεβάσει το πρώτο θεατρικό έργο που είχε γράψει, την Vera, το οποίο είχε απορριφθεί στο Λονδίνο. Φημολογείται ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού, ψυχαγωγούσε τους συνταξιδιώτες του απαγγέλοντας στίχους από το ποίημά του Ave Imperatix!, A Poem on England (Χαίρε, Αυτοκράτειρα!, Ένα ποίημα για την Αγγλία), σχετικά με την άνοδο και την πτώση των αυτοκρατοριών. Ο Έντμουντ Κλάρενς Στίντμαν (E.C. Stedman, 1833 - 1908), Αμερικανός ποιητής και κριτικός, έγραψε στο έργο του Victorian Poets για τον «αντρίκειο στίχο του - μία ποιητική και εύγλωττη επίκληση». Η παρουσία του Ουάιλντ στην αμερικανική μεγαλούπολη για ακόμη μία φορά δεν πέρασε απαρατήρητη. Το έργο αρχικά έτυχε καλής υποδοχής από το κοινό, όμως ύστερα από τις χλιαρές αντιδράσεις των κριτικών η προσέλευση έπεσε κατακόρυφα με αποτέλεσμα η παράσταση να ακυρωθεί μόλις μία εβδομάδα μετά την πρεμιέρα.
Το μόνο που έμενε στον Ουάιλντ ήταν να επιστρέψει στο Λονδίνο και να συνεχίσει τις διαλέξεις: Εντυπώσεις από την Αμερική, Η αξία της Τέχνης στην σύγχρονη ζωή και Ενδυματολογία ήταν μερικά από τα θέματά του.

Το 1881 ο Ουάιλντ είχε γνωρίσει την Κόνστανς Λόυντ (Constance Lloyd, 1859 - 1898), κόρη του Οράσιο Λόυντ (Horace Lloyd), ενός πλουσίου συμβούλου της Βασίλισσας. Το 1884, η Κόνστανς έτυχε να επισκεφτεί το Δουβλίνο, όπου ο Ουάιλντ έδινε διαλέξεις στο θέατρο Gaiety. Εκείνος τη ζήτησε σε γάμο, και παντρεύτηκαν στις 29 Μαΐου 1884 στην Αγγλικανική εκκλησία του Αγίου Ιακώβου στο Πάντινγκτον (Paddington) του Λονδίνου. Το ετήσιο εισόδημα της Κόνστανς ανερχόταν σε 250 λίρες, ποσό αξιοπρεπέστατο για γυναίκα εκείνης της εποχής (αντιστοιχεί σε 22.100£ με σημερινή αξία), όμως τα ιδιαιτέρως ακριβά γούστα του Ουάιλντ, καθώς και το ότι το ζευγάρι κήρυσσε συνεχώς την αξία της διακόσμησης, έκαναν το κοινό να θεωρεί ότι το σπίτι τους θα έπρεπε να γίνει ο «ναός» του Αισθητισμού. Ως εκ τούτου, το σπίτι τους στον αριθμό 16 της οδού Τάιτ ανακαινίστηκε πλήρως, με αρκετά υψηλό κόστος. Απέκτησαν δύο γιους, τον Κύριλλο (Cyril Wilde, 1885 - 1915) και τον Βίβιαν (Vyvyan Holland, 1886 - 1967).
Ενδεικτικό της πολιτικής ευαισθητοποίησής του είναι ότι υπήρξε ο μόνος λογοτέχνης που υπέγραψε την αίτηση του Τζορτζ Μπέρναρντ Σω (George Bernard Shaw, 1856 - 1950) για να δοθεί χάρη στους αναρχικούς που είχαν συλληφθεί (και εν τέλει εκτελέστηκαν) ως υπεύθυνοι του μακελειού στην πλατεία Χέιμαρκετ (Haymarket square) στο Σικάγο, στις 4 Μαΐου 1886.
Ο Ρόμπερτ Ρος (Robert Ross, 1869 - 1918), 17 χρονών τότε, είχε διαβάσει τα ποιήματα του Ουάιλντ πριν συναντηθούν και εναντιωνόταν στη Βικτωριανή απαγόρευση της ομοφυλοφιλίας σε τέτοιο βαθμό ώστε είχε αποξενωθεί από την οικογένεια του. Σύμφωνα με τις περιγραφές του Έλμαν, βιογράφου του Ουάιλντ, ο Ρος ήταν «...τόσο νέος και τόσο γνώστης, αποφασισμένος να γοητεύσει τον Ουάιλντ». Ο Ντάνιελ Μέντελσον (Daniel Mendelsohn, γεν. 1960), Αμερικανός συγγραφέας και κριτικός, θεωρεί ότι ο Ουάιλντ, ο οποίος έκανε συχνά αναφορές στον «Ελληνικό έρωτα» (κατ' ευφημισμό η ομοφυλοφιλία), μυήθηκε στον ομοφυλοφιλικό έρωτα από τον Ρος, σε μια εποχή που «ο γάμος του είχε αρχίσει να περνάει κρίση μετά τη δεύτερη εγκυμοσύνη της συζύγου του, η οποία πλέον τον απωθούσε ερωτικά».



Ο Όσκαρ Ουάιλντ ξαπλωμένος, με τα Ποιήματά του στη Νέα Υόρκη, το 1882. Αν συχνά ήθελε να φαίνεται οκνηρός, στην πραγματικότητα εργαζόταν σκληρά· μέχρι τα τέλη της δεκαετίας 1880 ήταν ήδη πατέρας, συγγραφέας και συντάκτης. Φωτογραφία του Napoleon Sarony.


Πρόζα: 1886-91

Δημοσιογραφία και επιμέλεια: 1886-89

Ένα επικριτικό άρθρο για ζητήματα τέχνης στο Pall Mall Gazette προκάλεσε την άμεση απάντηση του Ουάιλντ με μία επιστολή υπερασπιστική των ιδεών του, και σύντομα αυτό οδήγησε στη συνεργασία του με αυτήν και άλλες εφημερίδες από το 1886 μέχρι το 1887. Απολάμβανε να κάνει κριτικές και να γράφει άρθρα· αυτό το είδος ταίριαζε στη γραφή του. Του επέτρεπε να οργανώνει και να μοιράζεται τις σκέψεις του για την τέχνη, τη λογοτεχνία και τη ζωή με έναν τρόπο λιγότερο μονότονο και προκαθορισμένο από ότι οι διαλέξεις. Ενθαρρυμένος από τη θερμή υποδοχή, σταδιακά μετέτρεψε τις κριτικές του σε φλύαρα καλοπροαίρετα μανιφέστα. Όπως και οι γονείς του, έτσι και ο Ουάιλντ ήταν υπέρμαχος της επανένωσης της Ιρλανδίας. Μάλιστα, όταν ο Τσαρλς Στιούαρτ Πάρνελ (Charles Stewart Parnell, 1846 - 1891), Ιρλανδός πολιτικός, ηγέτης του «Αυτονομιστικού Ιρλανδικού Κινήματος», κατηγορήθηκε εσφαλμένα για συμμετοχή στην δολοφονία δύο μελών της Βρετανικής κυβέρνησης της Ιρλανδίας στο Δουβλίνο το 1887, ο Ουάιλντ έγραψε σωρεία υπερασπιστικών άρθρων στην Daily Chronicle.

Το χάρισμά του, το οποίο μέχρι πριν το χρησιμοποιούσε μόνο για την κοινωνικοποίησή του, ταίριαζε με τη δημοσιογραφία και δεν πέρασε απαρατήρητο. Έχοντας περάσει τα τριάντα, και με μία οικογένεια να συντηρήσει πλέον, ανέλαβε στα μέσα του 1887 την επιμέλεια του μηνιαίου περιοδικού Ο Κόσμος της Κυρίας (The Lady's World), με το όνομά του μάλιστα να εμφανίζεται στο εξώφυλλο. Άμεσα το μετονόμασε σε The Woman's World, προσέθεσε άρθρα σοβαρότερης θεματολογίας, για την ανατροφή των παιδιών, την πολιτική και τον πολιτισμό, ενώ διατήρησε και διάνθισε με την πένα του στήλες για τις τέχνες και τη μόδα. Συνήθως το περιοδικό περιλάμβανε δύο μυθιστορήματα, ένα παιδικό και ένα για τις κυρίες. Ο Ουάιλντ εκμεταλλευόταν τις καλλιτεχνικές διασυνδέσεις του και εξασφάλιζε ποιοτικές συνεργασίες για το περιοδικό του, όπως της μητέρας του, Τζέην Ουάιλντ, ή της συζύγου του Κόνστανς, ενώ η στήλη του «Λογοτεχνία και σημειώσεις» ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής. Η διοίκηση του περιοδικού, η απόσταση που έπρεπε να διανύει καθημερινά από και προς τη δουλειά καθώς και το εργασιακό περιβάλλον έκαναν τη ζωή του Ουάιλντ ανιαρή, εξασθενώντας το ενδιαφέρον του και την ενέργεια που είχε φέρει αρχικά στη δουλειά του. Εκτός αυτού, οι εκδότες άρχισαν να δείχνουν ξανά ενδιαφέρον για το τιράζ: οι πωλήσεις, στη σχετικά υψηλή τιμή του ενός σελινιού, παρέμεναν σε χαμηλά επίπεδα. Έστελνε όλο και συχνότερα τις οδηγίες του στο περιοδικό με γράμματα, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στη συγγραφή, με αποτέλεσμα και η δική του στήλη να εμφανίζεται σπανιότερα. Τον Οκτώβρη του 1889 ο Ουάιλντ είχε πλέον δοθεί ολοκληρωτικά στη συγγραφή, και, με το κλείσιμο του δεύτερου έτους του περιοδικού, αποχώρησε. Το περιοδικό έβγαλε μόλις ένα τεύχος ακόμα.

Παρόλο που τα χρόνια που πέρασε ο Ουάιλντ ως εκδότης δεν χαρακτηρίζονται ως επιτυχημένα από οργανωτικής απόψεως, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξή του ως συγγραφέα και διευκόλυναν την αύξηση της φήμης του. Ενώ ως δημοσιογράφος ο Ουάιλντ παρέδιδε άρθρα υπό την επίβλεψη των εκδοτών του, η ιδιότητά του ως εκδότης του επέβαλε να μάθει τους όρους της λογοτεχνικής αγοράς και να τους κατευθύνει προς όφελός του.


Το σπίτι με τις ροδιές, πρώτη έκδοση.

Διηγήματα

Το 1888 εκδόθηκε Ο ευτυχισμένος πρίγκηπας κι άλλα παραμύθια (The happy prince and other tales), μια συλλογή από παραμύθια, είδος με το οποίο ο συγγραφέας είχε καταπιαστεί στο παρελθόν, δημοσιεύοντας ιστορίες του στα έντυπα μέσα της εποχής. Το 1891 εκδόθηκαν δύο ακόμα συλλογές, Το έγκλημα του Λόρδου Άρθουρ Σάβιλ και άλλες ιστορίες(Lord Arthur Savile's crime and other stories) και Το σπίτι με τις ροδιές (House of pomegranates), το οποίο μάλιστα αφιέρωσε στην Λαίδη Κόνστανς Μαίρυ Ουάιλντ, την σύζυγό του. Το πορτραίτο του κυρίου Ου. Χ. (The portrait of Mr. W.H.) το οποίο είχε ξεκινήσει να γράφει το 1887, δημοσιεύτηκε στο μηνιαίο περιοδικό Blackwood's Edinburgh Magazineτον Ιούλιο του 1889· αναφέρεται στον Ουίλλυ Χιούζ (Willie Hughes), τον άνθρωπο στον οποίο φημολογείται ότι αφιέρωσε ο Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (William Shakespeare, 1564 - 1616) τα περισσότερα από τα σονέτα του. Στο διήγημα, το οποίο είναι γραμμένο σε μορφή διαλόγου, ο Ουάιλντ φλερτάρει με την ιδέα ότι τα σονέτα γράφτηκαν για να εξυμνήσουν τον έρωτα του ποιητή για τον νεαρό ηθοποιό, αν και, όπως παραδέχεται ο ίδιος, οι μόνες αποδείξεις που υπάρχουν επ' αυτού είναι δύο υποτιθέμενα λογοπαίγνια σε ένα σονέτο. Ο αφηγητής είναι αρχικά σκεπτικός, στην συνέχεια πείθεται και εν τέλει καταλήγει, με παιχνιδιάρικη διάθεση, στο ότι «υπάρχουν πολλά να ειπωθούν για τις φήμες του Ουίλλυ Χιούζ και των σονέτων του Σαίξπηρ. Πλέον ο μύθος και η πραγματικότητα έχουν ενωθεί σε ένα σώμα». Ο Αρθούρος Ράνσομ (Arthur Ransome, 1884 - 1967), Άγγλος δημοσιογράφος και συγγραφέας, έγραψε ότι ο Ουάιλντ «είδε ένα μέρος του εαυτού του στα σονέτα του Σαίξπηρ», και ενθουσιάστηκε με τη θεωρία του Ουίλλυ Χιούζ, παρά την έλλειψη έγκυρων αποδείξεων ακόμη και για την ύπαρξη του τελευταίου. Έτσι, αντί να γράψει μια σοβαρή δοκιμιακή μελέτη πάνω στο θέμα, ο Ουάιλντ επέλεξε να μετατρέψει τη θεωρία αυτή στο όχημα πάνω στο οποίο θα ξετυλιγόταν η πλοκή του έργου του, δίνοντας στους τρεις χαρακτήρες του την ευκαιρία να πειραματιστούν μαζί της, μπλέκοντας εντέχνως τις εικασίες με την πραγματικότητα και τις προσωπικές του επιθυμίες. Το πορτραίτο του κυρίου Ου. Χ. είναι ένα από τα πρώτα αριστουργήματα του Ουάιλντ, συνδυάζοντας τον διάλογο, την αφήγηση καθώς και τη θεωρία του ότι για να αποδεχθεί κάποιος μια ιδέα πρέπει πρώτα να πείσει κάποιον άλλον για την αλήθεια της, θέματα αγαπημένα του ποιητή. Ο Ράνσομ συμπεραίνει ότι η επιτυχία του Ουάιλντ οφείλεται στο γεγονός ότι και η λογοτεχνική κριτική, αντικείμενο με το οποίο είχε καταπιαστεί για χρόνια ο ποιητής, απαιτεί την ίδια επιδεξιότητα με τη δημιουργία έργων τέχνης. Παρόλο που το έργο δεν ήταν παρά μία «ζωηρή εικασία» του ποιητή, καταλήγει ο Ράνσομ, και η θεωρία για τον Ουίλλυ Χιούζ διάτρητη, «μας μαγεύει ακόμα η εκπληκτική αφήγηση του Ουάιλντ». «Πρέπει να πιστεύεις στον Ουίλλυ Χιούζ», είπε κάποτε ο Ουάιλντ σε έναν γνωστό του. «Σχεδόν πιστεύω κι εγώ».

Δοκίμια και διάλογοι

Ο Ουάιλντ, κουρασμένος από την δημοσιογραφία, είχε αφοσιωθεί πλήρως στην ανάπτυξη και προώθηση των αρχών του Αισθητισμού μέσω των έργων του, τα οποία δημοσιεύονταν στα σημαντικότερα πολιτιστικά και λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής. Τον Ιανουάριο του 1889 δημοσιεύτηκε στο μηνιαίο περιοδικό The Nineteenth Century το δοκίμιό του Η παρακμή του ψεύδους (The decay of lying), ενώ, τον ίδιο χρόνο, ο Ιρλανδός εκδότης και φίλος του Ουάιλντ, Φρανκ Χάρις (Frank Harris, 1856 - 1931), δημοσίευσε στην επιθεώρησή του The Fortnightly Review την σατιρική βιογραφία του πρώτου για τον Τόμας Γκρίφιθς Γουέινραϊτ (Thomas Griffiths Wainerwright, 1794 - 1847) - Άγγλο κατά συρροή δολοφόνο του 19ου αιώνα - με τίτλο Πένα, πινέλο και δηλητήριο (Pen, pencil and poison). Δύο από τα τέσσερα έργα του σχετικά με τον Αισθητισμό είναι διάλογοι· αν και ο Ουάιλντ είχε εξελιχθεί επαγγελματικά από λέκτορας σε συγγραφέας, διατήρησε τη συνήθεια του προφορικού λόγου. Πνευματώδης και ικανότατος αφηγητής, συνήθιζε να μετατρέπει τα τσιτάτα, τα ευφυολογήματα και τις παραδοξολογίες του σε μεγαλύτερα, ενιαία έργα.

Ο Ουάιλντ προβληματιζόταν ιδιαίτερα για την επίδραση που είχε στην τέχνη όποια προσπάθεια ηθικοποίησής της, ενώ πίστευε στον θεραπευτικό, κατευναστικό χαρακτήρα της: «Η Τέχνη είναι Ατομικισμός και ο Ατομικισμός είναι μια φοβερά ενοχλητική και αποδιοργανωτική δύναμη. Κι αυτή ακριβώς είναι η ανυπολόγιστη αξία του. Γιατί αυτό που επιδιώκει να ανατρέψει είναι η μονοτονία των προτύπων, η υποδούλωση στα έθιμα, η τυραννία της συνήθειας και ο υποβιβασμός του ανθρώπου στο επίπεδο της μηχανής.» Στο μοναδικό πολιτικό κείμενό του, Η ψυχή του ανθρώπου στον Σοσιαλισμό (The soul of man under Socialism, 1891) υποστήριξε ότι οι έχοντες εξουσία πρέπει να δώσουν προτεραιότητα σε αυτή την αρχή, ενώ κατέληξε στο ότι το πιο ευνοϊκό πολίτευμα για τους καλλιτέχνες είναι ο Αναρχισμός. Ο Ουάιλντ οραματίζεται μία κοινωνία στην οποία η εκμηχάνιση θα απελευθέρωνε την ανθρωπότητα από το βάρος της αναγκαιότητας, και η περισσευούμενη ενέργεια θα διοχετευόταν στην καλλιτεχνική δημιουργία. Ο Τζώρτζ Όργουελ (George Orwell, 1903 - 1950) συνόψισε: «Στην ουσία, ο κόσμος θα κατοικείται από καλλιτέχνες, που ο καθένας θα μοχθεί για την τελειότητα όπως ο ίδιος την αναζητά».

Αυτές του οι απόψεις τον απομάκρυναν από τους Φαβιανούς, συντηρητικούς σοσιαλιστές του 19ου αιώνα με στόχο την ήπια εγκαθίδρυση του Σοσιαλισμού (πήραν το όνομά τους από τον Ρωμαίο στρατηγό Φάβιο Μάξιμο (Fabius Maximus, 280 π.Χ. - 203 π.Χ.), ο οποίος προτιμούσε την τακτική της φθοράς του αντιπάλου από την κατά μέτωπο επίθεση), ενώ δεν ήταν πλέον αρεστός ούτε στις ανώτερες τάξεις με τις οποίες μέχρι τότε συναναστρεφόταν και διασκέδαζε. Ο Χέσκεθ Πήρσον (Hesketh Pearson, 1887 - 1964) παρουσιάζοντας μια συλλογή από δοκίμια του Ουάιλντ το 1950, παρατήρησε ότι Η ψυχή του ανθρώπου στον σοσιαλισμό πιθανότατα αποτέλεσε έμπνευση για την Οκτωβριανή επανάσταση κατά του Τσάρου, όμως τον θλίβει το γεγονός ότι η Σταλινική περίοδος καθιστά «ιδιαίτερα αμφίβολο το να έχουν απομείνει σκοτεινά σημεία, στα οποία ενδεχομένως θα βρίσκονταν αποδείξεις».

Ο Ουάιλντ σκεφτόταν να εντάξει την Ψυχή του ανθρώπου στον Σοσιαλισμό καθώς και Το πορτραίτο του κυρίου Ου. Χ., σε μία νέα ανθολογία το 1891, αλλά τελικά επέλεξε να την περιορίσει σε αμιγώς αισθητικά θέματα. Ονομάστηκε Προθέσεις (Intentions), και περιλάμβανε τέσσερα έργα: την Παρακμή του ψεύδους, το Πένα, πινέλο και δηλητήριο, την Αλήθεια των προσωπείων (Truth of masks, 1885) και το Ο Κριτικός ως δημιουργός (The critic as artist) σε δύο μέρη. Για τον βιογράφο Πήρσον, τα δοκίμια και οι διάλογοι παρουσιάζουν κάθε πλευρά της ευφυίας και του χαρακτήρα του Ουάιλντ: πνευματώδης, ρομαντικός, καθηγητής, ουμανιστής και λόγιος, καταλήγει δε ότι «κανένα άλλο από τα έργα του δεν είχε τέτοιο εύρος». Το 1891 αποδείχθηκε annus mirabilis για τον Ουάιλντ, καθώς εκτός των τριών συλλογών του εξέδωσε και το μοναδικό του μυθιστόρημα.



Εξώφυλλο του περιοδικού Lippincott's του Ιουλίου 1890, με την πρώτη έκδοση του Πορτραίτου του Ντόριαν Γκρέυ.

Το πορτραίτο του Ντόριαν Γκρέυ

Η πρώτη έκδοση της ιστορίας δημοσιεύτηκε στο αμερικανικό μηνιαίο λογοτεχνικό περιοδικό Lippincott's Monthly Magazine τον Ιούλιο του 1890, ως κύριο θέμα, μαζί με άλλες πέντε ιστορίες. Το έργο ξεκινά με έναν ζωγράφο να κάνει το πορτραίτο του Γκρέυ. Όταν αυτός, ο οποίος έχει «πρόσωπο σαν από ελεφαντόδοντο και ροδοπέταλα», αντικρύζει το ολοκληρωμένο έργο, καταρρέει. Αλλόφρων επειδή η ομορφιά του θα χαθεί ενώ του πορτραίτου θα διατηρηθεί ανέπαφη, κάνει άθελά του μία συμφωνία με τον Διάβολο, σαν άλλος Φάουστ, σύμφωνα με την οποία ο πίνακας θα φέρει τα σημάδια του χρόνου, της φθοράς και του έκλυτου βίου του, ενώ αυτός θα παραμένει πάντοτε νέος και όμορφος. Για τον Ουάιλντ, ο σκοπός της τέχνης δεν είναι άλλος από το να καθοδηγεί τη ζωή σαν να μην υπάρχει τίποτα άλλο πέραν αυτής. Με το πορτραίτο που επέτρεψε στον Γκρέυ να αποφύγει τις σαρκικές φθορές του ηδονισμού του, ο Ουάιλντ επιχείρησε να αντιπαραθέσει την ομορφιά που έβλεπε στην τέχνη με την καθημερινότητα.

Το βιβλίο δέχτηκε άμεσα δριμείες κριτικές εξαιτίας των παρακμιακών και ομοφυλοφιλικών αναφορών του. Η Daily Chronicle παραδείγματος χάριν, το χαρακτήρισε «βρομερό», «δηλητηριώδες» και ανέφερε ότι «αναδύει όλες εκείνες τις σιχαμερές οσμές της ηθικής και πνευματικής σήψης». Ο Ουάιλντ υπεραμύνθηκε του βιβλίου του με σθένος· έστειλε επιστολή στο περιοδικό Scots Observer, στην οποία ξεκαθαρίζει την θέση του για την ηθική και τον αισθητισμό στην τέχνη: «Αν ένα έργο τέχνης είναι πλούσιο, και ζωντανό, και ολοκληρωμένο, όσοι έχουν καλλιτεχνικό πνεύμα θα δουν την Ομορφιά, κι όσοι έχουν έφεση προς τους ηθικούς κανόνες, θα δουν το ηθικό του δίδαγμα». Παρ' όλα αυτά, η έκδοση σε βιβλίο, του 1891, είχε υποστεί εκτεταμένη αναθεώρηση: προστέθηκαν έξι νέα κεφάλαια, απαλείφθηκαν κάποια προκλητικά για την εποχή κομμάτια που αναφέρονταν στην Παρακμή και τον ομοφυλοφιλικό έρωτα, ενώ συμπεριλήφθηκε και ένας πρόλογος, αποτελούμενος από εικοσιδύο αποφθέγματα, επιτομή της φιλοσοφίας του συγγραφέα, ανάμεσα στα οποία και το ότι «Τα βιβλία είναι είτε καλογραμμένα είτε κακογραμμένα. Αυτό είναι όλο». Κριτικοί λογοτεχνίας της εποχής του καθώς και σύγχρονοι έχουν διατυπώσει δεκάδες πιθανές εκδοχές για την προέλευση της ιστορίας, μία αναζήτηση η οποία σύμφωνα με την ακαδημαϊκό Τζέρσουα ΜακΚόρμακ (Jershua McCormack) είναι μάταιη μιας και ο Ουάιλντ «χτύπησε μία φλέβα της Δυτικής παράδοσης τόσο παλιά και πανταχού παρούσα που η ιστορία ξεφεύγει από τα όρια της προέλευσής της και επιστρέφει στην προφορική παράδοση». Ο Ουάιλντ ισχυρίστηκε ότι «η πλοκή ήταν όσο παλιά είναι και η λογοτεχνία, αλλά της έδωσα μία νέα μορφή». Ο Ρόμπιν ΜακΚί (Robin McKie), συντάκτης της Guardian, θεωρεί ότι τεχνικά το βιβλίο είναι μέτριο, καθώς, παρόλο που η κεντρική ιδέα του εξασφάλισε την επιτυχία, αισθάνεται ότι ο Ουάιλντ δεν κατάφερε να την εξαντλήσει.

Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/









Κωνσταντίνος Μπενέκης "Αεί ασκούμενοι"

 

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ

Αεί ασκούμενοι
του Κωνσταντίνου Μπενέκη
ISBN: 978 618 5456 52 8
Λιανική τιμή 14 ευρώ + ΦΠΑ

Η εκγύμναση, όχι αναγκαστικά με απώτερο σκοπό να αποκτήσουμε το τέλειο σώμα, αλλά να ασκήσουμε το σώμα μας, ενώ παράλληλα θα διαμορφώσουμε χαρακτήρα μέσα από την προσπάθεια, την επιμονή και την υπομονή είναι ο στόχος του βιβλίου, που επιδιώκει να ανασύρει έναν σχεδόν ξεχασμένο σκοπό της άσκησης, τον πιο σημαντικό, την απόκτηση ψυχικής και πνευματικής δύναμης - με όλες τις παραμέτρους - η οποία δημιουργεί καλύτερους ανθρώπους και κατ’ επέκταση καλύτερες κοινωνίες.

Στο Α΄ μέρος περιλαμβάνονται πληροφορίες και ιστορικά στοιχεία, τα οποία θα εμπνεύσουν τον αναγνώστη και θα τον παρακινήσουν. Επίσης, κάθε πληροφορία που προσφέρεται, αποτελεί πηγή περαιτέρω μελέτης για τους φίλους της έρευνας.

Πιο συγκεκριμένα αναφέρονται: Τα γενικά οφέλη της γυμναστικής, τα χαρακτηριστικά της άσκησης, η φιλοσοφία και ο σκοπός της άσκησης, περιληπτική ιστορική αναδρομή της άσκησης και της γυμναστικής, άσκηση και παιδιά, η κίνηση στη ζωή μας, παράγοντες υγείας, οι «πολεμικές τέχνες» και η τέχνη του πολέμου, ο χορός ως μέσο άσκησης.

Στο Β΄ μέρος υπάρχουν ενδεικτικά ασκήσεις οι οποίες μπορεί να γίνουν στο σπίτι, στο πάρκο, στη φύση. Προτείνονται ασκήσεις οι οποίες θα γυμνάσουν κάθε σημείο του σώματος. Όπως γράφει και ο Κωνσταντίνος Μπενέκης «Σκοπός είναι να μπορούμε να ασκούμαστε μια ζωή, για τη ζωή, όπου και αν βρεθούμε, με ό,τι μέσα έχουμε ή δεν έχουμε και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες». Έτσι λοιπόν στην ενότητα αυτή, θα παρουσιαστούν ασκήσεις που δεν απαιτούν εξειδικευμένο εξοπλισμό και ακριβά όργανα γυμναστικής. Είναι όμως ιδιαίτερα αποτελεσματικές και μπορεί κάποιος να επιτύχει πολύ υψηλά επίπεδα σωματικής δεξιότητας.

Πλούσιο φωτογραφικό υλικό βοηθά τον ενδιαφερόμενο στην κατανόηση των ασκήσεων, οι οποίες περιγράφονται στο βιβλίο.


Bιογραφικό: Ο Κωνσταντίνος Μπενέκης γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Ασκείται στις πολεμικές τέχνες και στις μεθόδους αυτοπροστασίας και αυτοάμυνας από το 1999, γυμναζόμενος με ποικίλους τρόπους.
Αγαπάει την ιστορία. Μεταξύ άλλων έχει μελετήσει την ιστορία της γυμναστικής και των πολεμικών τεχνών.
Μέσα από τα αναγνώσματα αλλά και τα βιώματά του, ασπάστηκε την πεποίθηση ότι ο απώτερος σκοπός της εκγύμνασης είναι: Να είμαστε δυνατοί ψυχή τε και σώματι, ώστε να αντιμετωπίζουμε τις δυσκολίες της ζωής και να είμαστε χρήσιμοι στους συνανθρώπους μας.
Υπηρετεί στην Ελληνική Αστυνομία από το 2002, σε μάχιμες υπηρεσίες, πάντα στο πλευρό του πολίτη.
Είναι έγγαμος κι έχει ένα γιο.

Εκδόσεις Φίλντισι

Ξανθίππου 123,
Παπάγου, 15669
Τηλ.: 210 6540170
info@filntisi.gr








ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΔΕΚΟΥΛΟΥ - ΑΓΓΕΛΟΣ ΜΑΡΙΝΟΣ "ΤΡΟΦΙΜΟΣ 12519"

 

ΤΡΟΦΙΜΟΣ 12519
Συγγραφέας Σταυρούλα Δεκούλου & Άγγελος Μαρίνος
Κατηγορία Θέατρο
Εκδόσεις Βεργίνα
Ημερ. Έκδοσης Ιούλιος 2021
Σελίδες: 56
Σχήμα: 14 x 21
ISBN: 978-960-651-030-4


Πρόλογος του Ηλία Λογοθέτη 

Ένα υπέροχο έργο γράψατε Σταυρούλα Δεκούλου και Άγγελε Μαρίνο.
Ίσως για πρώτη φορά, κατά τη γνώμη μου, μετά τον "Θάλαμο αρ. 6" του Τσέχωφ, γράφεται στην Ελλάδα, ένα έργο, που ασχολείται με τον εγκλεισμό και την προσπάθεια καταστροφής του ονείρου που έχει ο άνθρωπος για την Ύπαρξή του.
Καταστρέφοντας το Όνειρο του ανθρώπου, σκοτώνεις μια για πάντα τον άνθρωπο, τον κάνεις πράγμα Αναλώσιμο, του ευτελίζεις την ύπαρξη.
Το παγκόσμιο σύστημα μετατρέπει τον άνθρωπο σε ένα ψυχιατρικό πειραματόζωο, γιατί τα όνειρα του ανθρώπου, χαλάνε την συνταγή της υποταγής, που το ΣΥΣΤΗΜΑ απαιτεί:
"Χρειαζόμαστε ήσυχους και ικανοποιημένους ΣΚΛΑΒΟΥΣ"
Αλλά ο καλλιτέχνης κραυγάζει: ΟΧΙ ΥΠΟΤΑΓΗ! ΕΧΟΥΜΕ ΟΝΕΙΡΑ!
Πιστεύω ότι το έργο πολύ σύντομα θα πάρει τη θέση του στο ελληνικό ρεπερτόριο.

ΣΑΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ.
Ηλίας Λογοθέτης
**

Πρόλογος Σταυρούλας Δεκούλου - Άγγελου Μαρίνου


Εγώ, μια άνοιξη ημιτελής στην καρδιά του χειμώνα…
με λάθρα βήματα στου χρόνου το ξάγναντο.
Ορφανές από ίχνη οι μεγάλες μου στιγμές.
Τις χλωμές παρειές μου φωτίζω με το χρώμα της αυγής,
αυτό το ρόδινο...
που τόσο λίγο αγκάλιασε το βλέμμα μου...
Διψασμένη γι’ αγάπη ανταμώνω τον έρωτα...
μέσα από γκρίζα τείχη από ένα παραθύρι μικρό
και στα δυο του μάτια, που ’ναι δυο λίμνες λαδί
λούζομαι κάθε νύχτα, γυμνή...
στην αγάπη του...Κοίτα!... Κάποια μέρα θα βγούμε έξω από δω!Λεύτεροι θα
                       πετάξουμε μακριά!Κανείς δεν θα μπορέσει να μας σταματήσει!
                       Κανείς!Μαζί θα φύγουμε!Και θα συναντήσουμε την Μυρτώ για το
                       μεγάλο ταξίδι...Οι τρεις μας! Πάντα μαζί!Ύστερα σου λένε να μην
                       κάνεις όνειρα... αφού τα όνειρα είναι η ψυχή μας...Η διάφανη...
                      δαντελωτή ψυχή μας.
Σταυρούλα Δεκούλου - Άγγελος Μαρίνος

**
Πρόλογος του Κώστα Καρούσου

Η ποιητική ευαισθησία των εκλεκτών Σταυρούλας Δεκούλου και Άγγελου Μαρίνου έφερε στο φως το θεατρικό "ΤΡΟΦΙΜΟΣ 12519".
Οι ποιητές ανασυντάσσονται με τον κοινωνικό ρεαλισμό και με ποιητική ενάργεια-στόχαση και αμεσότητα, και καταδεικνύουν θεατρικά, με έντονη διαλογική-θεατρική προσέγγιση, τα σημερινά δρώμενα, μέσω των πρωταγωνιστών, του Δημήτρη, της Μυρτώς και της ψυχιάτρου, άτομα που αντιπροσωπεύουν την πλειοψηφούσα κατάσταση της ζωής, ήτοι την αδρανή στάση, για τα ουσιώδη της ζωής, σε σχεδιασμένη πρακτική συμπεριφορά των πραγμάτων, σε καθημερινό αποπροσανατολισμό, με ψευδή στοιχεία ύπαρξης-έρωτα και ηθικής στήριξης του ατόμου.
Ζωντανεύουν μια εντεταλμένη πορεία ψυχιατρικής παιδείας της εποχής -εν πολλοίς- σχηματοποιημένης, χωρίς ουσιαστική βοήθεια στον ανθρώπινο ψυχισμό του ατόμου.
Στο θεατρικό κυριαρχεί ο έντονος διάλογος, η παραστατικότητα των απόψεων, η ψυχαναλυτική προσπάθεια στους ρόλους του έργου, που μαρτυρούν μια τελματωμένη κοινωνική κατάσταση, που δεν μπορεί ν’ αλλάξει χωρίς την έμπρακτη συνεισφορά του ατόμου, για νέες επιλογές και δομές στη ζωή. Το άδοξο τέλος του Τρόφιμου, που θα παραμείνει -εν τέλει- παντελώς απροστάτευτος -εν ζωή- δηλώνει, την άμεση παρέμβαση -στο κοινωνικό μας γίγνεσθαι- στο πρόσωπο του κάθε "τρόφιμου" - στήριξη Ηθική-Υγειονομική-Κοινωνική, ακόμη την σοβαρή ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, να δει με αξιοπρέπεια το σύνολο αυτής
της αδιέξοδης κοινωνικής πραγματικότητας και να σταθεί στο πλάι της.
Κώστας Καρούσος
Πρόεδρος ΕΕΛ
Λογοτέχνης- εικαστικός
Αθήνα 25/6/2021.
**

Απόσπασμα από την αρχή του έργου ( Σκηνικό, Ηρωες) 

ΤΡΟΦΙΜΟΣ 12519

Σήμερα…

Δωμάτιο ψυχιατρικής κλινικής. Θυμίζει κελί φυλακής. Ψηλά ένας φεγγίτης.

Αριστερά όπως βλέπουν οι θεατές:
Μονό κρεβάτι σιδερένιο με παλιό στρώμα. Ένα παλιό λερωμένο μαξιλάρι.
Ένα σεντόνι φθαρμένο. Ένα λούτρινο σκυλάκι ταλαιπωρημένο.
Στον τοίχο κολλάζ από φωτογραφίες κι αποκόμματα εφημερίδων.
Μια κουρτίνα απομονώνει το κρεβάτι.

Δεξιά όπως βλέπουν οι θεατές:

Ένα μικρό πλαστικό τραπεζάκι, με ένα πλαστικό σκαμνί.
Πλαστική κανάτα νερού με πλαστικό ποτηράκι.
Από πάνω o φεγγίτης με κάγκελα.
Πιο δεξιά, έξοδος προς τα παρασκήνια.
Κάπου μια πόρτα προς την τουαλέτα.
Στο ταβάνι ένας γυμνός γλόμπος, κρέμεται από γάντζο.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ (ΤΡΟΦΙΜΟΣ 12519).

Φορά φθαρμένες πιτζάμες. Ξυπόλυτος.
Κινητικά προβλήματα. Ανακατεμένα μαλλιά και ταλαιπωρημένη όψη.

ΜΥΡΤΩ (ΝΕΚΡΗ).

Νεαρής ηλικίας. Ρούχα παράξενα. Ξυπόλυτη.
Βαμμένη. Καλοφτιαγμένη.

ΦΩΤΕΙΝΗ ΔΕΛΗ (ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ).

Ντύσιμο προσεγμένο. Από πάνω ρόμπα, λευκή ιατρική.
Βαμμένη. Σέξι.

ΣΚΥΛΟΥΝΟΣ (λούτρινο σκυλάκι με μωβ φιογκάκι).

**
Βιογραφικά Στοιχεία

Η Σταυρούλα Δεκούλου ασχολείται με την ποίηση και τη λογοτεχνία.
Έχει αποσπάσει βραβεία σε όλα τα είδη του λόγου σε διεθνείς και πανελλήνιους λογοτεχνικούς και εικαστικούς διαγωνισμούς ενώ τα τελευταία χρόνια συμμετέχει στους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς ως μέλος ή πρόεδρος των κριτικών επιτροπών σε Ελλάδα και Κύπρο.
Ποιήματά της έχουν μελοποιηθεί και κυκλοφορούν στο διαδίκτυο.
Συνεργάζεται με πληθώρα εκδοτικών οίκων και γράφει κριτική ποίησης και λογοτεχνίας
στο koukidaki.gr, ως μόνιμος συνεργάτης του ηλεκτρονικού περιοδικού.
Διατηρεί δική της επιφυλλίδα στην ηλεκτρονική και έντυπη εφημερίδα ‘’Κυπριακός Ελληνισμός’’ που εκδίδεται μέσω του ανοικτού Πανεπιστημίου της Κύπρου.
Κατέχει το λογοτεχνικό ιστολόγιο ‘’Λογισμών Αραξοβόλι’’ και κανάλι στο Υou Tube όπου παρουσιάζει μελοποιημένη ποίησή της.
Είναι αντιπρόεδρος του ‘’Ελληνικού Πολιτιστικού Ομίλου Κυπρίων’’ και μέλος της ‘’Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών’’. Επίσης μέλος του ομίλου ‘’Ξάστερον’’ και του καλλιτεχνικού σωματείου ‘’Έλευσις και Υδράνη’’.
Συγγράφει στα λογοτεχνικά περιοδικά ‘’Κελαινώ’’, ‘’Νέα Αριάδνη’’, στη λογοτεχνική εφημερίδα ‘’Νουμάς’’ και παλιότερα στην ‘’Πνευματική Ζωή και Πνοές Λόγου και Τέχνης’’. Είναι παραγωγός της web ραδιοφωνικής εκπομπής ‘’Strangers in the Night’’.
Ποιήματά της μεταφράστηκαν και κυκλοφορούν στο εξωτερικό στην τρίγλωσση ποιητική ανθολογία ‘’Mes Amies’’.
Έχει εκδώσει δύο, βραβευμένες από λογοτεχνικούς φορείς, ποιητικές συλλογές, ‘’Στον Αστερισμό του Ιβίσκου’’ και ‘’Σε έντυσα Έρωτα’’, από τις εκδόσεις Βεργίνα.

**
Ο Άγγελος Μαρίνος κινείται στον χώρο του Θεάτρου, εδώ και 38 χρόνια, σαν ηθοποιός και σκηνοθέτης…
Δίδαξε θέατρο στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση…
Ταυτόχρονα γράφει ποίηση, λογοτεχνία, θεατρικά κείμενα και προσπαθεί με την στιχουργική…
Είναι εικαστκός, με σπουδές στο αρχιτεκτονικό σχέδιο, τη διακόσμηση εσωτερικών χώρων,
τη γραφιστική και την επιμέλεια εκδόσεων…






ΚΩΣΤΑΣ ΛΙΧΝΟΣ "www.Dialogos.gr" Εκδόσεις Κέφαλος

 

Κώστα Λίχνος :www.Dialogos.gr
Κατηγορία: Μυθιστόρημα
Σελίδες: 212
Διαστάσεις: 15,8x24 cm
ISBN: 978-618-5597-10-8
Τιμή Λιανικής: 14,84€
Χρόνος έκδοσης: Σεπτέμβριος 2021
Εκδότης: Εκδόσεις Κέφαλος


Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Κέφαλος και τον συγγραφέα Κώστα Λίχνο, το μυθιστόρημα με τίτλο: «www.Dialogos.gr». Το βιβλίο μπορείτε να το προμηθευτείτε σε όλα τα βιβλιοπωλεία της Ελλάδας, διατίθεται εδώ και κάποιες ημέρες σε ηλεκτρονικά καταστήματα για προπαραγγελία, ενώ από αύριο θα είναι διαθέσιμο και στο e-shop του εκδοτικού οίκου www.ekdoseiskefalos.gr.

Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα που πραγματεύεται την αποξένωση του σύγχρονου ανθρώπου και την απελπισμένη του προσπάθεια να επικοινωνήσει με τον εαυτό του και τους άλλους. Ένας σπαραχτικός διάλογος πέντε χαρακτήρων, μέσα από τον οποίο αναπλάθεται η τοιχογραφία της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας. Μια ιστορία γνωριμίας, ανθρώπων που ήρθαν σε επαφή μέσω του διαδικτύου και που η διά ζώσης συνάντησή τους, θα αλλάξει άρδην την εικόνα που είχαν σχηματίσει ο ένας για τον άλλο, καταλήγοντας σε μια συγκλονιστική ανατροπή.

«Μέσα από το αριστοτεχνικό πάζλ των διαλόγων, της πλοκής και της εκφραστικής οντότητας του βιβλίου, ο Κων/νος Λίχνος αναδεικνύεται σε σημαντικό ανιχνευτή της ζώσας πραγματικότητας. Όλο το κοινωνικό δημιούργημα της εποχής, μπαίνει στο λογοτεχνικό πρίσμα της μυθιστορηματικής του ζωντάνιας αυτούσιο, χειμαρρώδη, ψυχογραφικό, διαπιστωτικό και συγκροτημένο, παρά και ενάντια στην αμετροέπεια της κοινωνικής δικτύωσης κι της μοναχικότητας του ατόμου». 
Από τον πρόλογο του βιβλίου.


Το βιβλίο απέσπασε το ‘Α βραβείο στην κατηγορία του μυθιστορήματος, στον 2ο πανελλαδικό διαγωνισμό Πεζογραφίας Κέφαλος.

Το βιβλίο: «www.Dialogos.gr», μπορείτε να το προμηθευτείτε σε όλα τα βιβλιοπωλεία της Ελλάδας και στο ηλεκτρονικό μας βιβλιοπωλείο για αποστολές σε όλη την Ελλάδα, την Κύπρο και το εξωτερικό: www.ekdoseiskefalos.gr.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΕΦΑΛΟΣ
Βιβλία που γράφουν ιστορία!



Λίγα λόγια για τον συγγραφέα Κώστα Λίχνο


Ο Κωνσταντίνος Λίχνος γεννήθηκε και μεγάλωσε στον Αστακό Αιτωλοακαρνανίας. Σπούδασε στις Σέρρες και αποφοίτησε ως Πτυχιούχος Μηχανικός Πληροφορικής & Επικοινωνιών. Με την λογοτεχνία ασχολήθηκε από την εφηβεία του και τα τελευταία χρόνια διακρίθηκε σε πολυάριθμους πανελλαδικούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, ενώ πολλά δοκίμιά και διηγήματά
του δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά καθώς και σε λογοτεχνικάιστολόγια του διαδικτύου. Διηγήματά του έχουν εκδοθεί σε συλλογικά έργα από  τον εκδοτικό οίκο Κέφαλος, Σύγχρονη εποχή και Άπαρσις.

Βραβεύσεις

Κέρδισε το 1ο βραβείο για το δοκίμιο του “Περί λογοτεχνικής κριτικής καιδοκιμιογραφίας” στον 20ο πανελλαδικό λογοτεχνικό διαγωνισμό της Ε.Τ.Ε.Π.Κ, ενώ για το ίδιο έργο του απέσπασε το δεύτερο βραβείο στον πανελλαδικό διαγωνισμό του λογοτεχνικού περιοδικού Κέφαλος.
 Το 2ο βραβείο κέρδισε και στον 20ο Πανελλαδικό διαγωνισμό της Ε.Τ.Ε.Π.Κ για το παραμύθι του “Ο μικρός Κάστορας”.
Το 2018 απέσπασε για το διήγημα του “Οι πορτοκαλιές” Γ’ βραβείο διηγήματος στον 8ο Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό που διεξήγαγε η Πνευματική Συντροφιά Λεμεσού 2018 καθώς και το Γ’ βραβείο διηγήματος στο Διαγωνισμό Λογοτεχνικού Έργου που προκήρυξε η ΚΕ του ΚΚΕ το 2018, με αφορμή τα 100 χρόνια του ΚΚΕ
Το 2019 πέτυχε συνολικά 10 πανελλαδικές διακρίσεις στις κατηγορίες του Δοκιμίου και του Διηγήματος. Το Δοκίμιο του “Ο ρεαλισμός του εξωπραγματικού” κέρδισε το Α’ βραβείο Δοκιμίου στον Παγκόσμιο λογοτεχνικό διαγωνισμό του ΕΠΟΚ, Α’ βραβείο Δοκιμίου στον 19ο λογοτεχνικό διαγωνισμό της Εταιρείας Τεχνών Επιστήμης και Πολιτισμού Κερατσινίου (Ε.Τ.Ε.Π.Κ.) καθώς και έπαινο στον ΛΕ´ Λογοτεχνικό Διαγωνισμό από το Φιλολογικό Σύλλογο
Παρνασσός και έπαινο στον 38ο Πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.
Το διήγημα του “Νόστος” απέσπασε Έπαινο στην κατηγορία του Διηγήματος στον Παγκόσμιο λογοτεχνικό διαγωνισμό του ΕΠΟΚ καθώς και στον 9ο πανελλαδικό διαγωνισμό που προκηρύχτηκε από την Πνευματική Συντροφιά Λεμεσού. Το 1ο βραβείο κέρδισε και στην μεγάλη κατηγορία του μυθιστορήματος ενήλικων για το μυθιστόρημα του, το οποίο έχει τίτλο: www.Dialogos.gr.
Για το σύνολο των διακρίσεων, το έργο και την ενεργή του παρουσία στα γράμματα, στη διανόηση και στη σύγχρονη πνευματική δραστηριότητα, το Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλλονιάς του απένειμε το ειδικό «Βραβείο Πεζογραφίας ”Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης”.