Ο Αργύρης Εφταλιώτης γεννήθηκε την 1η Ιουλίου 1849. Η ποίηση καλύπτει χρονικά μάλλον την περίοδο της νιότης του, αφού μετά το 1890 συνέθεσε ελάχιστα ποιήματα. Τα διηγήματα είναι η σημαντικότερη συνεισφορά του Εφταλιώτη στη νεοελληνική λογοτεχνία. Πέθανε στις 25 Ιουλίου του 1923 στη νότια Γαλλία όπου είχε εγκατασταθεί αναζητώντας κατάλληλο κλίμα για την κλονισμένη υγεία του. Ήταν από τους πρώτους που χρησιμοποίησαν τη δημοτική. Συνέθεσε ελάχιστα ποιήματα. Η ποίηση, η πεζογραφία του και η δημιουργική μεταφραστική του εργασία χάραξαν μία βαθύτατη τομή στη λογοτεχνία Ο Α. Εφταλιώτης θα μείνει στην ιστορία των Ελληνικών γραμμάτων κυρίως με τη μετάφραση της Οδύσσειας του Ομήρου.
«ΟΝΕΙΡΟ»
Εἶδα πῶς γύρισα ἀπ' τὰ ξένα
Καὶ στ' ὥριο βρέθηκα σπιτάκι
Ποῦ μιὰ φορὰ μικρὸ παιδάκι
Περνοῦσα χρόνια βλογημένα.
Ἄχ, ζοῦσε τὸ σπιτάκι ἀκόμα!
Τὰ γιασουμιά του γύρω ἀνθοῦσαν,
Μὰ ἀδέρφια μέσα πιὰ δὲν ζοῦσαν,
Τἀδέρφια τἆχε φάει τὸ χῶμα!
Κ' εἶδα πῶς τἆχαν ἀσπρισμένα
Ὀγδόντα χρόνια τὰ μαλλιά μου,
Κ' εἶταν ἀδύνατη ἡ λαλιά μου,
Κ' εἶταν τὰ μάτια μου σβυσμένα.
Κ' εἶδα πῶς πλάγιασα στὸ μέρος
Ποῦ μιὰ φορὰ μικρὸς κοιμούμουν,
Κι ἄν εἶναι ἀλήθεια συλλογιούμουν
Πῶς τυραννιέμαι τώρα γέρος.
Κ' εἶδα πῶς ἔρριχτε μιὰ ἀχτίδα
Κι' ὁ ἥλιος πρὸς τὸ παραθύρι,
Σὰ νὰ ζητοῦσε πρὶ νὰ γύρῃ,
Στὸ θάνατο νὰ δώσῃ ἐλπίδα.
Καὶ σιγανὰ ψυχομαχοῦσα
Σὲ πρῶτο καὶ στερνὸ κρεββάτι,
Κι ἀπὸ τὸ φύσημα τοῦ μπάτη
Νὰ πάρω ἀναπνοὴ ζητοῦσα.
Καὶ λόγιαζα μὲ θλίψη γύρω,
Καὶ κοίταζα τὴ στέγη ἀπάνω,
Κ' εἶπα, καιρός μου νὰ πεθάνω,
Καιρὸς στ' ἀδέρφια μου νὰ σύρω.
Κ' εἶδα πῶς πέθανα μὲ εἰρήνη,
Καὶ πῶς μὲ πῆγαν δίχως θρῆνο
Στὸ ρημοκκλήσι, ποῦ κ' ἐκεῖνο
Πιὸ ἔρμο ὡς τώρα εἶχε γίνει.
Στ' ἀδέρφια μ' ἔφεραν κ' ἐμένα,
Νὰ μὲ χαροῦν τὰ κόκκαλά τους,
Ποῦ τοὺς ξεχνοῦσα στὰ καλά τους,
Καὶ γύριζα στὰ μαῦρα ξένα.
Ο Κωνσταντίνος Θεοτόκης πέθανε στην Κέρκυρα σε ηλικία 51 ετών, την 1η Ιουλίου 1923 από καρκίνο στομάχου (1872 – 1 Ιουλίου1923) Γεννήθηκε στην Κέρκυρα ήταν συγγραφέας και μεταφραστής, σημαντικός εκπρόσωπος της Επτανησιακής Σχολής. Στην ελληνική λογοτεχνία η πεζογραφία του Κ. Θεοτόκη είχε σημαντική προσφορά. Το πεζογραφικό του έργο περιλαμβάνει διηγήματα (μερικά από τα καλύτερα του είδους στη νεοελληνική λογοτεχνία), τις νουβέλες Η τιμή και το χρήμα (1914) και Η ζωή και ο θάνατος του Καραβέλα (1920), και τα μυθιστορήματα Κατάδικος (1919) και Οι σκλάβοι στα δεσμά τους (1922). Τα έργα αυτά, που διαδραματίζονται στην Κέρκυρα, απεικονίζουν κοινωνικά προβλήματα της εποχής, δίνοντας στον συγγραφέα τους επάξια τον χαρακτηρισμό του εισηγητή της κοινωνιστικής πεζογραφίας. Έγραψε μερικά σονέτα που διακρίνονταν για τη λεπτότητα αισθήματος.
Δόξες, πλούτη ω Ζωή, τιμές και χρόνια
Δε σου ζητώ! Μυστήριο σε τυλίγει,
Κι όλα σου τ’ αγαθά με καταφρόνια
Τα βλέπω, είναι άλλη η δίψα που με φρύγει
Στο μάραμά μου είπα θα βρω συμπόνια
Μες στα παλιά χαρτιά η δροσούλα λίγη
Χαλδαίοι κι Ινδοί κρυφή είναι λεν η αιώνια
Ιδέα κι η γνώση δρόμους δεν ανοίγει
Κι αχ! Κάπου κάπου μου ’φερνε ένα αέρι
Του ξωτικού του βάλσαμου τα μύρα
Και μου ’λεγε η ψυχή πως θα με φέρει
Στα κρουσταλλένια νάματά σου η Μοίρα.
Για τι εδιψούσα το ’χω μάθει μόνος. ―
Μα όπου γεννιέται αγάπη εκεί και πόνος.
Κέρκυρα 29 Ιουν. 1915
Eίναι στιγμές που την καρδιά μού ανοίγει
Πικρό, βαρύ, θανατερό μαράζι
Mεσάνυχτου σκοτάδι την αδράζει
Kι η ζοφερή μαυρίλα λέω την πνίγει
Kι όξω ευλογία Θεού! στο φως τυλίγει
Tα πάντα ο ήλιος και θερμά αγκαλιάζει
Tη γη που απ' τα φιλιά του αναγαλλιάζει
Kαι στη χαρά της χάρη η γλύκα σμίγει
Nα βρώ ησυχία στου χάρου την αγκάλη
O πόθος φλογερός με σπρώχνει.
Kι η γλυκειά σου η λαλιά και τ' αργυρό σου
Tο γέλιο που τ' ακούν μαζί μου κι άλλοι
Kι η αγγελική ματιά σου που με διώχνει
Mου λέν νομίζω σπλαχνικά: νεκρώσου
Στις 2 Ιουλίου απεβίωσε ο Τζώρτζης Μολφέτας σατιρικός ποιητής, εκδότης και μουσικός. Είχε αρρωστήσει από πνευμονία και έφυγε από την ζωή το 1916, σε ηλικία 45 ετών. Ο Γεώργιος (Τζώρτζης) Μολφέτας γεννήθηκε στο Αργοστόλι το 1871 (Αργοστόλι, 1871 – Αθήνα, 2 Ιουλίου 1916) Έγραφε σε μία αβίαστη γλώσσα, κράμα Δημοτικής και καθαρεύουσας, διανθισμένης με ξένα γλωσσικά ιδιώματα, σατιρίζοντας κυρίως υπαρκτά πρόσωπα ή φανταστικούς χαρακτήρες, καθώς και γεγονότα της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής
« Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ»
Η γυναίκα μου, σαν κούκλα με το νέο της φουστάνι,
στον περίπατο σαν βγαίνει είδες νάζι που το κάνει;
-Προσκυνώ! της λέει ο ένας. –Δούλος σας, της λέει ο άλλος.
Και εγώ ωσάν μεγάλος της Ευρώπης διπλωμάτης
αντιχαιρετώ τους φίλους συμπεριπατών σιμά της.
Γυναικούλα μου, ποιος είναι ο ξανθός με τα μουστάκια;
-Παίζαμε μαζί, μου λέει, όταν ήμαστε παιδάκια.
-Αμ αυτός ο μαυρογένης;
-Αυτός είναι ο κουμπάρος της κουμπάρας της Ελένης.
-Και αυτός που περπατάει σα μουλάρι που κλοτσάει;
-Μου τον είχανε συστήσει τις προάλλες σ’ ένα τσάι.
-Αμ αυτός που `χει βαμμένα τα μουστάκια και τα γένια;
-Ουφ! λογαριασμούς γυρεύεις! Δεν είναι δική σου έγνοια.
Βγάνε σ’ όλους το καπέλο και ποιοι είναι και τι θέλουν
να με ερωτάς δεν θέλω!…
Μωρέ κόσμο που γνωρίζει η γυναίκα μου αυτή!
Πώς δεν τσ’ έρχεται η ιδέα να με βγάλει βουλευτή;
Ο Μολφέτας στο ακόλουθο ποίημα καυτηρίαζε τη φτώχεια και την ανεργία, την οικονομική ανισότητα και τη διαπλοκή της εξουσίας στη χρεοκοπημένη Ελλάδα μετά τον πόλεμο του 1897.
Είναι καιρός μου φαίνεται
να πάρω άλλα μέτρα
να φύγω κι από πίσω μου
να ρίξω μαύρη πέτρα.
Τι περιμένω μένοντας
σε τόπο σαν ετούτο
όπου ενώ φημίζεται
για τον πολύ τον πλούτο
καμιά δεν βλέπεις πουθενά
να γίνεται εργασία
κι όλα τα χέρια της δουλειάς
είναι σ’ απελπισία.
Τι περιμένω μένοντας
στον τόπο τον τσιφούτη
που θάφτονται στις τράπεζες
χρυσοκανθάρων πλούτη,
χωρίς ελπίς να φαίνεται
κανείς των να θελήσει
τόσους εργάτες που πεινούν
μ’ αυτά να ωφελήσει.
Αλλού να πω να ζήσουμε
ν’ αλλάξουμε φυλλάδα
δεν υποφέρω πια μωρέ
να βλέπω την Ελλάδα
από εστία των Σοφών
της τέχνης και των Φώτων
σκηνή αισχρών κωμωδιών
κι αισχίστων γεγονότων.
Από μητέρα των κλεινών
Ηρώων και Γιγάντων
μητέρα της φαυλότητος
και των κακών απάντων.
Από σεμνή και άσπιλον
Παρθένα των αιώνων
γωνία διαπρέπουσα
στα ψέματα και μόνο.(απόσπασμα)
Στις 2 Απριλίου πέθανε ο Άρης Αλεξάνδρου (το πραγματικό όνομα του : Αριστοτέλης Βασιλειάδης, 24 Νοεμβρίου 1922 – 2 Ιουλίου 1978) ποιητής, πεζογράφος, και μεταφραστής έργων κυρίως της ρωσικής λογοτεχνίας. Θεωρείται ως ένας από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς Έλληνες συγγραφείς, με πολύ σημαντικό μεταφραστικό έργο. To μοναδικό μυθιστόρημά του, Το Κιβώτιο (1975), αποτιμάται ως «ένα πραγματικά σημαντικό έργο» της νεοελληνικής πεζογραφίας. Στην ποίηση του Αλεξάνδρου υπάρχει έντονη η πικρία από τη διάψευση των ελπίδων και χαρακτηρίζεται από έντονη ειρωνεία που σε ορισμένα σημεία φτάνει στο σαρκασμό.
Η κάθε μου λέξη
αν την αγγίξεις με τη γλώσσα
θυμίζει πικραμύγδαλο.
Απ’ την κάθε μου λέξη
λείπει ένα μεσημέρι
με τα χέρια της μητέρας
δίπλα στο ψωμί
και το φως που έσταζε
απ’ το παιδικό κουτάλι στην πετσέτα.
ΟΙ ΑΠΟΣΤΑΤΕΣ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ
…Ποιος θα το φέρει, η θάλασσα
ποιος θα το πάρει, η θάλασσα
χρυσό σκουφί που το φοράς για λίγο καλοκαίρι
σκουφί σαν ήλιος κόκκινος που βάφει την καρδιά σου
και τη ματώνει φλάμπουρο να το καρφώσεις μόνος
στο πιο ψηλό της πολιτείας κοντάρι
στο πιο ψηλό της θάλασσας μπαλκόνι
να το φιλάει η θάλασσα να το δροσίζει η νύχτα
να `ναι φρουρός στον ύπνο μας ν’ αχνογελά η αυγούλα
στα μάτια της καλοκαιριάς στο στόμα της γαλήνης(απόσπασμα )
Στις 5 Ιουλίου 1958 γεννήθηκε στην Άρτα ο Ηλίας Λάγιος και υπέκυψε στα τραύματά του στην Αθήνα στις 5 Οκτωβρίου του 2005 μετά από πτώση από το μπαλκόνι του. Ο Λάγιος εκμεταλλεύτηκε στην ποίησή του τόσο τον έμμετρο όσο και τον ελεύθερο στίχο, επιτυγχάνοντας την ανανέωση της σύγχρονης ελληνικής ποίησης και παρουσιάζοντας ένα έργο που εκτείνεται από κοινωνικά ζητήματα έως το πρόβλημα του θανάτου. Μελετητής και δεξιοτέχνης της ελληνικής γλώσσας, άντλησε το υλικό του από παλαιότερα και νεότερα στρώματά της, ενεργοποιώντας ένα πλούσιο λυρικό ιδίωμα, στο οποίο δεσπόζει η τραγική αίσθηση της πραγματικότητας και ο ανθρώπινος σπαραγμός. Ποιητής, ρομαντικός και σκοτεινός θα σβήσει τα μάτια του πηδώντας από το μπαλκόνι του σπιτιού του, για να νικήσει τον θάνατο μια για πάντα. Άφησε πίσω του την ποίηση και 47 χρόνια ζωής….
Ελευθερία: Το πλοίο ανταποκρίθηκε
χαρούμενο, στο χέρι που το στρέφει.
Η πρόσκληση ήταν γαλήνια,
κι η καρδιά σου ανταποκρίθηκε
χαρούμενα στην πρόσκληση, κυβερνημένη,
κυβερνώντας
την ύστατη κυριαρχία.
«ΣΤΑΛΣΙΜΟ»
Φίλοι, Διονύση, Γιώργο, σας ακούω
ας γίνει τελικά το θέλημά σας·
χαρά μου η χαρά της συντροφιάς σας,
στον ρυθμό της αγάπης να υπακούω.
Φίλοι, κι όταν με δείτε λυπημένο να ριγώ
στην ψυχρήν αύρα τ’ Απρίλη
μην ξεχνάτε, είμ’ εδώ, σας περιμένω,γλυκείς εσείς, γλυκύτατοί μου φίλοι.
Στις 5 Ιουλίου 1921 γεννήθηκε ο Νάνος (Ιωάννης) Βαλαωρίτης. Ήταν ποιητής, πεζογράφος, δοκιμιογράφος και θεωρητικός της λογοτεχνίας. Πέθανε στις 12 Σεπτεμβρίου 2019 σε ηλικία 98 ετών. Υπήρξε από τις σημαντικότερες μορφές της σύγχρονης ελληνικής λογοτεχνίας. Συμμετείχε στο κίνημα του υπερρεαλισμού και περιπλανήθηκε πάντοτε, με τη ζωή, με τη γραφή του, σε χώρους νέους, πειραματικούς και περιπετειώδεις.
«ΑΠΝΟΙΑ»
Αν κατεβούμε κάποτε προς τις ακρογιαλιές
- Τι μας είναι αυτές οι ακρογιαλιές
Παρά μια διέξοδος από τη μετριότητα
Ένας αφρός σπαταλημένων ημερών
Οι εαυτοί μας συγκεντρωμένοι στην ακροθαλασσιά
Με διαφορετικά ονόματα ο καθένας
Έτοιμοι να επιβιβαστούν στα πλοία
Αναζητώντας μια χαμένη Τροία
Οι πολυμήχανοι οι ωκύποδες με λόγια φτερωτά -
Το θέμα της συζήτησης στην τελευταία συνάντηση
Περί ανέμων και υδάτων και περί φαντασμάτων
Αγκαλά και δε θυμάμαι τι ειπώθηκε ακριβώς
Ακούστηκαν πολλές φωνές μες στις σκηνές
περί θυσίας ο λόγος και περί αποπλεύσεως
Και περί θεάς Αρτέμιδος - όμως λείπει το άθροισμα
Λείπει το εγώ που σημειώνει και περιεργάζεται
Το αύριο και το σήμερα το άλλοθι και το εδώ
Του επί ξηρού ακμής
παντοτινά ιστάμενου Γίγαντα
που βαστάει στα χέρια του τον ουρανό.
Στις 9 Ιουλίου γεννήθηκε ο Ιωάννης Καρασούτσας (1824 – 1873) ποιητής και μεταφραστής. Το 1850 διορίστηκε καθηγητής γαλλικής στο Ναύπλιο και δύο χρόνια αργότερα μετατέθηκε στην Αθήνα. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε με πολλές στερήσεις (είχε προηγηθεί απόλυσή του από τη θέση του στην εκπαίδευση) και έντονα ψυχολογικά προβλήματα. Αυτοκτόνησε το Μάρτη του 1873 στην Αθήνα. Το έργο του συνδυάζει τη ρομαντική θεματολογία με την κλασικιστική αρχαϊστική γλωσσική έκφραση. Τόσο στο ποιητικό του έργο όσο και στις μεταφράσεις και τις μελέτες του ο Καρασούτσας χρησιμοποίησε γλώσσα αρχαΐζουσα. Μοναδική εξαίρεση, σε ό,τι αφορά την γλώσσα, αποτελεί το ποίημα Φθινόπωρον. Οι δύο στροφές, η πρώτη και η τρίτη, έχουν μια υποβλητικότητα στη λιτότητά τους που κάνει εντύπωση για την εποχή που γράφτηκαν:
ΦΘΙΝΟΠΩΡΟΝ (απόσπασμα)
Το βουρκωμένο σύννεφο
τον ουρανό μαυρίζει.
Ψιλή ψιλή αρχίνησε
βροχή να ψιχαλίζη·
είναι η φύσις που θρηνεί.
Τα δάκρυά της είν’αυτά
όπου πυκνοσταλάζουν,
τα σύννεφα οπού βογγούν
και βαρειαναστενάζουν
είν’η θλιμμένη της φωνή.
…………………………
Να! Βράχηκε και το ξερό
της ερημιάς ποτάμι.
Ακούς τι κρότο το νερό
μες στα χαλίκια κάμει;
Βλέπεις τον άσπρο τον αφρό;
Σταις λυγαριαίς ανάμεσα
ήταν πουλιά κρυμμένα·
τον κρότο καθώς άκουσαν
εφύγαν τρομαγμένα
μ’ένα τους πέταγμα αλαφρό…
Στις 12 Ιουλίου 1953 πέθανε ο Κώστας Ουράνης(12 Φεβρουαρίου 1890 - 12 Ιουλίου 1953) στο σανατόριο Παπανικολάου από καρδιακή προσβολή. Στο έργο του κυριαρχούν ο συμβολισμός, ο νεορομαντισμός και ο κοσμοπολιτισμός ενώ τα ποιήματά του είναι διαποτισμένα με έντονη καί διάχυτη μελαγχολία, νοσταλγία, πλήξη, διάθεση φυγής, αίσθημα αθυμίας καί πίκρας καθώς και μια αίσθηση ανεκπλήρωτου. Τα έργα του Ουράνη τον εντάσσουν στο κλίμα της γενιάς του μεσοπολέμου. Έγραψε και πεζογραφήματα καθώς και ταξιδιωτική λογοτεχνία (ως δημοσιογράφος και ανταποκριτής ταξίδεψε σ' όλο τον κόσμο και με αναφορά τα ταξίδια του έγραψε ταξιδιωτικά βιβλία), χρονογραφήματα, δοκίμια (κυρίως για θέματα εικαστικών τεχνών) ενώ ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνική κριτική και τη μετάφραση. Στα ταξιδιωτικά του έργα ό Ουράνης με την υποκειμενική, ρομαντική καί αισθητική θεώρηση των πραγμάτων συνδυασμένη με την ευσυνείδητη πρόθεση του να μην αλλοιωθεί το φυσικό τοπίο ή το κοινωνικό περιβάλλον, δημιουργούν ένα ισορροπημένο αποτέλεσμα και δημιουργούν ένα νέο αυτόνομο λογοτεχνικό είδος.
«ΠΟΤΕ Θ’ ΑΝΟΙΞΟΥΜΕ ΠΑΝΙΑ»
Πότε θ’ ανοίξουμε πανιά
για τα νησιά του νότου,
πότε το ρου θ’ ανέβουμε
του ποταμού Αμαζόνα,
καιρός μας πια να πάψουμε
να βλέπουμε μπροστά μας,
των ίδιων, πάντα, λιμανιών,
τη νυσταγμένη εικόνα.
Θα σβήσει η νέα μας ορμή
σα βήματα στην άμμο,
από το κύμα, την παλιά,
ασάλευτη ζωή μας,
σημαία, υψώστε την ψυχή,
στο πιο ψηλό κατάρτι,
δεν είν’ αλήθεια ότ’ ήρθαμε
αργά στην εποχή μας.
Μπορούμ’ ακόμα μια ζωή
να ζήσουμε καινούργια,
αντίς να μαραζώνουμε
σαν τον κομμένο δυόσμο,
φτάνει να κάνουμε πανιά,
σαν τους θαλασσοπόρους,
που μια πατρίδα αφήνοντας,
έβρισκαν έναν κόσμο,
φτάνει να κάνουμε πανιά,
σαν τους θαλασσοπόρους,
που μια πατρίδα αφήνοντας,
έβρισκαν έναν κόσμο.
NEL MEZZO DEL᾿ CAMMIN...
Νά ῾μαι κ᾿ ἐγὼ στὸ μέσο της ζωῆς μου,
μὰ δάσο σκοτεινὸ δὲ βλέπω μπρός μου
κι οὔτε τὸ φάντασμα τοῦ Βιργιλίου,
νὰ γίνει παραστάτης κι ὁδηγός μου.
Οὔτε δάσο, οὔτε φάντασμα! Μονάχα
μιὰ πένθιμη ἐρημία ποὺ μὲ παγώνει.
Ὅσο βαδίζω, τόσο καὶ πλαταίνει
τῆς σιωπῆς ὁ κύκλος ποὺ μὲ ζώνει...
Σὰν ξένη, σὰν ἀπίθανη ἱστορία
σ᾿ ἕνα παλιὸ βιβλίο ἰστορημένη
καὶ ποὺ θαμπὰ τὴν κράτησεν ἡ μνήμη -
ὅλη ἡ ζωή μου, τώρα, ἡ περασμένη.
Μήνυμα δὲ μοῦ ἔρχεται κανένα
κι ἄνοιξη πιὰ καμμία δὲν περιμένω:
στὸ δρόμο τὸ γυμνὸ ποὺ περπατάω,
ὡσότου νὰ πεθάνω - θὰ πεθαίνω!
Στις 13 Ιουλίου 1980 αυτοκτόνησε ο ποιητής Μηνάς Δημάκης σε ηλικία 67 ετών πέφτοντας από το δώμα της πολυκατοικίας, όπου κατοικούσε από το 1960, επί της οδού Αναγνωστοπούλου 69. Ο Μηνάς Δημάκης (1913-1980) ήταν ποιητής, συγγραφέας, δοκιμιογράφος και μεταφραστής της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Ο σταθερός προσανατολισμός του προς τη μεταφυσική αγωνία και την έκφραση του τρόμου που προκαλεί στην ποιητική φύση ο εχθρικός και αδιέξοδος κόσμος, τάση που εντάθηκε ιδιαίτερα στα τελευταία έργα του, σηματοδοτήθηκε με τη συλλογή του "Κάψαμε τα καράβια μας", που εκδόθηκε το 1946.
«NOLI ME TANGERE»
Κάποτε θα με συναντήσεις
δε θα κάμω τίποτα
δε θα κινηθώ ούτε μια πήχη απ’ αυτό το χώμα
οι πολιτείες θα περάσουν και θα σβήσουν
οι κάμποι θα περάσουν και τα βουνά
και θα περάσουν οι θάλασσες με τ’ ακρογιάλια
και θα περάσουν νύχτες και μέρες
ήλιος στο σκοτάδι σκοτάδι στον ήλιο
και θα με βρεις στην καρδιά σου
όταν θα ψάχνεις στην έρημο των καιρών
όταν θα μετράς στην άμμο της αιωνιότητας.
Έχω νεκρούς φαντάσματα μες στην καρδιά μου
καράβια βουλιαγμένα στα βάθη των ωκεανών
ιστία λευκά και φτερά διπλωμένα
χέρια δεμένα που καρτερούν του χρόνου το πλήρωμα-
έχω νεκρούς φαντάσματα στην καρδιά μου
που περιμένουν τη σάλπιγγα του τρόμου να ξυπνήσουν
και θ ανεβούν τα καράβι και θ’ απλωθούν τα φτερά
και θα λυθούν τα χέρια στον αέρα
και θ’ ακουστεί ο λόγος της σιωπής
κ’ η έρημος θ’ ανθίσει άγρια κρίνα.
Έχω νεκρούς αγαπημένους στην καρδιά μου
τα δειλινά τ’ αχνά πονεί και ψάχνει
μι’ αράχνη στην καρδιά μου υγρή σαν πάχνη
μνήμη φωτιά στη δειλινή γαλήνη
αιμάζει σαν πληγή που πια δεν κλείνει
ζει η ανάμνηση χιόνι κι αγιάζι ρίχνει
ίσκιους συνάζει γύρω κ’ ίσκιων ίχνη
ζει τ’ όνειρο και καρτερεί κ’ εκείνο
ν’ ανθίσει μες στην έρημο άγριο κρίνο
-έχω νεκρούς που περιμένουν στην καρδιά μου.
Με τους ανέμους μιλώ
με τους ανέμους φεύγω
μη μ’ αγγίζεις είναι άνεμος τα φτερά μου
έζησα πριν από τη στιγμή τούτη της ζωής
κι όταν έλειπα ήμουν πάντα παρών
κι ας μην ήξερες να με διακρίνεις.
Έζησα μέσα στ’ αδέρφια μου τα νερά
και τα δέντρα και τις πέτρες και τη φωτιά
και στον αδερφό μου τον άνεμο
κ’ έχω ταξιδέψει λευκό σύννεφο στον αιθέρα.
Πόσο θα βραδύνεις να μ’ αναγνωρίσεις
να δεις τις πληγές μου δικές σου πληγές
και τη χαρά μου καμωμένη μόνο για σένα
πόσο θα καθυστερήσεις στις μικρές σου φροντίδες
για να πάρεις το δρόμο που θα με ζητήσεις.
Αλλά στη μάταιη πορεία σου τη σκοτεινή
μι’ άγρυπνη κραυγή σα σήμα κινδύνου θα σε προσκαλεί
μια φωνή που δεν ήξερες να την ακούσεις
- οι αδερφοί μου θα μαρτυρήσουν για μένα
οι νεκροί μου θα ξυπνήσουν για μένα
και θ’ ακούσεις τη φωνή στην καρδιά σου
και θα με γνωρίσεις.
Κάποτε θα μ’ ανακαλύψεις
όχι με τις πέντε αισθήσεις σου που μου είναι ξένες
τις φτωχές τις ανίδεες που σε ξεγελάνε
και κοιτάζεις με τα μάτια και δε βλέπεις
κι ούτε τον ίσκιο μου μπορούν να ψαύσουν τα χέρια σου
και στην ακοή σου δε φτάνει η φωνή μου
αλλά με την καρδιά σου θα με διακρίνεις
και θα μ’ αγγίσεις με τα φτερά της ψυχής σου.
Κι ας πεθάνω θα μ’ ανακαλύψεις
γιατί θα ζει η παρουσία μου
σε μια σταγόνα δρόσου που λάμπει στον όρθρο
στο χώμα που θα βαραίνει το πέλμα σου
στον άνεμο που αγκαλιάζεις
—όταν θα ξαναγυρίζω στους αιώνιους αδερφούς μου
όνειρο όνειρο ονείρου σκιά.
«ΔΥΤΙΚΟΣ ΑΝΕΜΟΣ» (απόσπασμα)
Δεν ήταν βράχια άγρια σπηλιές και γλαροφωλιές
με την αμάχη της θάλασσας στη μαυροκόκκινη σιδερόπετρα
δεν ήταν ερημότοπος θαλασσινό κοιμητήρι.
Ήταν αμμουδιά πλατιά σαν απέραντη
με εκβολές από τα ποτάμια της ενδοχώρας
κι όλας απ’ τις πρώτες στέγνες του καλοκαιριού
μισοξεραμένα.
Με φυτά της αρμύρας θίνες πυκνές σταχτοπράσινες
λόφοι μικροί με καλαμιώνες της αμμουδιάς
να σφυρίζουν στο δροσερό μελτέμι
τραγούδι θαλασσινό.
Εκεί κοπάδια να ξαποστάζουν ντάλα μεσημέρι
σαν αφρισμένα κύματα πετρωμένα στην άμμο
εκεί κοράκια να ψάχνουν βραχνιασμένα
για ψοφίμι παραχωμένο
σμήνη θαλασσοπούλια να βόσκουν στα νερά.
Εκεί ο δικός μας
ο γαλάζιος παράδεισος ο παιδικός ο θαλασσινός
ο έρωτας ο μυστικός ο δικός μας
με το νερό το χοχλάδι τα φύκια
ύπνος σαν τα νερά σαν την αφή στον άυλο αιθέρα.
Εκεί γράψαμε τ’ όνομά μας στην άμμο
ταξιδεύοντας όνειρα σ’ ένα κάτασπρο φτερό γλάρου.....
«Η ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ»
Η απελπισία
Δεν είναι συναίσθημα διαρκείας
Ή
Εμμονής
Κανείς δεν εμμένει σε τέτοια φτώχεια
Που δεν είναι μόνο φτώχεια ή ερήμωση
Είναι αφανισμός
Μπορεί να γδυθείς βέβαια στο παγωμένο δάσος
Και συχνά βρέθηκες γυμνός
Και τα ρούχα χάθηκαν
Κι άλλα δεν είχες
Αλλ' εάν δε ζητήσεις
Κάποια κουρέλια να σε προφυλάξουν
Το δάσος δεν υπάρχει πια για σένα
Μήτ' εσύ για το δάσος
Όμως εδώ βρίσκεσαι
Προσμένοντας τα δέντρα να ξανανθίσουν
Δε σε διακρίνω καλά
Μες στο χιόνι που πέφτει
Αλλά θα βρήκες και πάλι
Κουρέλια για να φορέσεις
Και θα ονειρεύεσαι πάλι
Μια καινούργια στολή
Η απελπισία δεν είναι συναίσθημα διαρκείας
Αφού υπάρχω
Και υπάρχεις
Η απελπισία τελειώνει σύντομα
Έτσι
Ή
Αλλιώς
(από τη συλλογή Σκοτεινό πέρασμα)
Στις 16 Ιουλίου 1998 πέθανε η Ζωή Καρέλλη (Χρυσούλα Αργυριάδου) Η Ζωή Καρέλλη (1901-1998) ήταν Ελληνίδα ποιήτρια και θεατρική συγγραφέας, δοκιμιογράφος και μεταφράστρια. Στο ποιητικό έργο της Ζωής Καρέλλη κυριαρχούν ο εσωτερικός λόγος και η υπαρξιακή αγωνία, εκφρασμένη στο πλαίσιο των συνδυασμών γυναικείας ευαισθησίας και διανόησης, ελληνικότητας και ανθρωπισμού και μιας «ανοίκειας» θεματικής και ποιητικής γραφής. Η ποίησή της πρόκειται για μια «διασταύρωση της θρησκευτικής ανησυχίας με τον πυρήνα του ερωτικού βιώματος» που οδηγεί σε μια λυτρωτική πνευματικότητα. Είναι μια ποίηση «του εσωτερικού χώρου, της πνευματικής και καλλιτεχνικής αγωνίας και των υπαρξιακών ερωτημάτων». Θέματά της ο χρόνος, η μοναξιά, η φθορά, ο έρωτας και ο θάνατος
«ΜΟΝΑΞΙΑ»
Πού θα πάμε, ψυχή, μ’ όλη τούτη
την εξορία που μέσα μας φέρνουμε;
Μαζί μας κανένας κι η μοναξιά
έγινε τόσο παράξενη, που είναι ίδια
με τη συντροφιά των πολλών ανθρώπων.
Μιλάς και σωπαίνεις και τα πράγματα
μένουν αδιάλλαχτα, σα να μην υπάρχει
θέληση καμιά, να τα κυβερνήσει.
Αστειότερες, οι θλιβερές προσπάθειες,
γιατί τόση απαισιοδοξία;… Σαν το τίποτα
να μεγάλωσε, να φούσκωσε αλλόκοτα,
δείχνει ένα πρόσωπο παράφορο δίχως μορφή,
έτοιμο να σκάσει, να βγάλει απ’ το νου,
όλα τα πλήθη που το κρατούν
και τώρα διασπώνται, σαν το τίποτα
να γίνετ’ ένα μυρμήγκιασμα.
Α, τι αθλιότητα περιέχουν
τα μάτια τής μοναξιάς!
Φύγετε τόσο μακριά,
που ποτέ να μη συναντήσετε πια
την μονάχην εικόνα σας,
καθώς φαίνεται, σήμερα, ολόκληρη.
«ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ»
Θ’ απομείνω να κοιτάζω στο φως
περιέχοντας τον εαυτό μου
με την ανησυχία ολόκληρη.
Τη συναίσθησή της θα συγκρατώ
όπως την αισθητή δίψα
που προσφέρει οράματα ηδονικά.
Οδύνη μεγαλόπρεπη με περιβάλλει
ουσία πολύτιμη,
κατεργάζεται τη ζωή.
Ανύπαρκτα δάκρυα, – ένδειξη
εφήμερου πόνου, – ανακούφιση επιζητεί
ο άνθρωπος που ζητά.
Έχασα τα προστατευτικά βλέφαρα
της ψυχής με κυνηγούν όλα τα οράματα.
Ποια είναι η γαλήνη,
πώς καλείται η ονομαστί χαρά;
Από τη συλλογή Πορεία (1940)
«ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ»
Ημέρες...
ή μάλλον ώρες της ζωής μου
δεμένες με βάρος, ξανάρχονται
εμπρός μου, γύρω μου δε φεύγουν.
Φαντάσματα του χρόνου,
του εκείνου δικού μου καιρού,
ανήσυχες ψυχές από στιγμές
που μείναν ανάρμοστα οδυνηρές,
δίχως απάντηση, στο γιατί της οδύνης.
Ώρες δίχως εγκαρτέρηση κι υπομονή,
δίχως παραδοχή, δεν λησμονούνται
τούτες οι πληγές που ανοιχτές μένουν
στο σώμα του χρόνου εκεί,
εκείνου που αγάπησα παράφορα,
οι αναμνήσεις επιμένουν επίπονες.
Από τη συλλογή Φαντασία του χρόνου (1949)
«ΣΕ ΤΑΞΙΔΙ»
Εδώ τότε φανταστικά είχα έρθει.
Επιθυμούσα το πλούσιο ταξίδι.
Το επιθυμούσα πολύ,
περίεργο δε με συγκινεί τώρα.
Εκεί, με την επιθυμία έμεινε
η κίνηση επιθυμητή. Τότε και τώρα…
Πώς ν’ ανταμώσω τα χρόνια;
Μου φαίνεται δίχως όνειρο να κοιμούμαι,
κινούμαι ασήμαντα.
Εκείνο της επιθυμίας
μ’ εμποδίζει το πριν που έσβησε.
Δε θέλω να πω, κάπως βαριέμαι.
Όταν είναι νέος φεύγει κανείς,
μπορεί να φύγει απομένοντας.
– Εδώ να ευχαριστηθώ.
Με πειράζει, που ανησυχώ ακόμα.
Δεν ησυχάζει το πριν,
σαν να ξύπνησα στο πριν έξαφνα
θυμήθηκα, πόσο είχα φτάσει εδώ
με φαντασιόπληχτες επιθυμίες
της νεότητας αίσθηση.
Στο μεταξύ υπάρχει χρόνος που πέθανε.
Τώρα κάποιος πρέπει να πει:
«μα τι ωραίο ταξίδι…»
Ξέχασα να πάρω το φιλμ.
Η ματαιοδοξία δεν είναι κενή,
σημασία της μάταιας των ανθρώπων δόξας.
Κεντρίζεσαι για να βεβαιωθείς,
πως υπάρχεις στους άλλους ανάμεσα,
σ’ έναν καιρό απαράλλαχτο,
όπως στις φωτογραφίες τής συλλογής
απ’ το ταξίδι τής ζωής.
Από τη συλλογή Φαντασία του χρόνου (1949)
Ο Νίκος Καρούζος γεννήθηκε στις 17 Ιουλίου του 1926 στο Ναύπλιο.
«ΑΠ᾿ ΤΟΝ ΚΗΠΟ ΜΟΥ ΣΤ᾿ ΑΝΑΠΛΙ»
Χειμωνικά μου χρώματα οἱ ἀποθῆκες τὸ μικρὸ τρένο
μὲ οὐράνιους καπνοὺς
χρωματιστὰ παιδιὰ κορδέλες
οἱ ἕλληνες μὲ βάσανα καὶ δάφνες
καὶ ὁ θεός μας τόσο πατρικὸς ὑάκινθε.
Ἀνάληψη ζωαρχικὴ
μικρὸ τρένο μὲ τοὺς οὐράνιους καπνούς.
Ο Νίκος Καρούζος συγκαταλέγεται στους πιο αξιόλογους ποιητές της πρώτης μεταπολεμικής γενιάς. Στις πρώτες του ποιητικές συλλογές διακρίνεται η θετική του στάση απέναντι στην ελληνορθόδοξη παράδοση. Στις ποιητικές συλλογές από το 1956 και μετά ο Καρούζος εγκατέλειψε τις λακωνικές ποιητικές εκφράσεις και άνοιξε τον δρόμο στην αναλυτική έκφραση του πνεύματος με κύριους άξονες αναζητήσεων τον έρωτα, τον θάνατο και τον θεό. Ο Νίκος Καρούζος άφησε την τελευταία του πνοή στις 28 Σεπτεμβρίου 1990 στο νοσοκομείο «Υγεία» της Αθήνας, σε ηλικία 64 ετών.
Η Γιώτα Αργυροπούλου έφυγε από τη ζωή την Τετάρτη 19 Ιουλίου 2018 σε ηλικία 57 ετών(1960-19 Ιουλίου 2018). Γεννήθηκε στους Κωνσταντίνους Μεσσηνίας το 1960. Σπούδασε Φιλολογία στην Αθήνα και εργάστηκε στη Μέση Εκπαίδευση στην Καλαμάτα. Για την ποιητική της συλλογή Διηγήματα τιμήθηκε το 2010 από την Ακαδημία Αθηνών με το Βραβείο Γεωργίου Αθάνα του Ιδρύματος Ουράνη. Ανέκδοτα ποιήματά της έχουν δημοσιευτεί σε λογοτεχνικά περιοδικά, έντυπα και ηλεκτρονικά. Ποιήματά της έχουν μεταφραστεί στα ισπανικά, τα ουγγρικά και τα γερμανικά.
«Η ΕΓΝΟΙΑ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ»
Κάθε φορά που ταχυδρομεί ένα βιβλίο του
– αφιερωμένο εξαιρετικά –
για την τύχη του αγωνιά.
Θα διαβαστεί;
Θα πεταχτεί;
Θα ξεχαστεί
σε μια γωνιά;
Και σκέφτεται μοιραία
τη συλλογή του Καρυωτάκη
αφιερωμένη – κι άκοπη –
στη βιβλιοθήκη του Καβάφη.
«Η ΑΓΑΠΗ ΔΥΝΑΜΩΝΕΙ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΕΤΡΑ»
Ανθίζουν σπίτια ταπεινά
όρθια μετράνε τούς αιώνες.
Κυλάει το ποτάμι της αγάπης
το αίμα που δε γίνεται νερό,
κι όπως στεριώνει τις γενιές
την πέτρα δυναμώνει.
Αρχοντικά περήφανα ρημάξαν.
Μεσοτοιχίες εχθρικές μοιράσανε τις σάλες
—πού να περάσουν οι ψυχές
πού να βρει κοίτη η αγάπη —
σαλεύουν απ’ τη θέση τους
γκρεμίζονται και οι πέτρες.
Γιατί η αγάπη στερεώνει και την πέτρα
«ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ»
Καθώς τις νύχτες καθρεφτίζομαι
στις σελίδες με τα παλιά μου ποιήματα
-δεν είναι παρά λίγοι επίμονοι στίχοι-
βλέπω πως η σκιά μου μεγάλωσε
και δε χωρώ στο ποίημα
περισσεύω.
Τότε έγραφα στις αμμουδιές με ήλιο τη σκιά μου
και όπως είπε ο ζωγράφος-χρόνια θήτευε στο φως
το φεγγάρι γεννά τις μεγάλες σκιές
ο ήλιος τις επίμονες.
Μεγάλωσαν οι νύχτες μου
τα σύνεργα πανάλαφρα, βγαίνω με το φεγγάρι
κι όλο προβάρω και φορώ
παλιά, καινούργια ποιήματα
μακριές μεγάλες νύχτες.
Στις 20 Ιουλίου 2015 απεβίωσε ο Νίκος Χουλιαράς σε ηλικία 75 ετών(Οκτώβριος 1940 - 20 Ιουλίου 2015) Ήταν ζωγράφος, γλύπτης, συγγραφέας, ποιητής και τραγουδοποιός. Έγραψε ποίηση, διηγήματα και μυθιστορήματα, ενώ έγραψε στίχους και συνέθεσε μελωδίες. Φιλοτέχνησε ακόμη εξώφυλλα βιβλίων και δίσκων ενώ υπήρξε ο πρώτος που διασκεύασε παλιούς ηπειρώτικους δημοτικούς σκοπούς. Διηγήματά του έχουν μεταφερθεί στην τηλεόραση, ενώ το μυθιστόρημα ο Λούσιας έγινε τηλεοπτική σειρά.
«ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΝΕΡΟΥ»
Τις νύχτες που ξαγρύπναγες
Κοιτώντας ένα αστέρι
Τι τάχα να σου είπανε
Κι έγινες περιστέρι;
Μη σού’πανε για το νερό
Μη σού’παν για τον ήλιο;
Τις ώρες που ξαπόσταινες
Από το χαμογέλιο
Τα μάτια σου ανοιγόκλεινες
Στα ρόδα της αγάπης
«ΕΤΣΙ ΕΙΝΑΙ»
Έτσι είναι
κουράστηκα να σε ψάχνω
σε τούτες τις πόλεις
που δεν τελειώνουν
Έτσι είναι
Πώς θα ’θελα να ήμουν
ένα πεζούλι πέτρινο
κάτω απ’ τα χέρια του ήλιου
Πώς θα ’θελα να ήμουν
ένα τραγούδι άγνωστο
πάνω απ’ τα πέλαγα της γης
Πώς θα ’θελα να ήμουν μια κιθάρα
που παίζει μόνη της
πάνω από τις μεγάλες
χιονισμένες μέρες
Έτσι είναι
λησμόνησα το σχήμα
το σχήμα της σκιάς σου
πάνω στην άσφαλτο
Έτσι είναι
Πώς θα ’θελα να ήμουν
η άκρη από το στάχυ
στο πέρασμα του ανέμου
Πώς θα ’θελα να ήμουν
το πετραδάκι του ήλιου
Ο Κ. Γ. Καρυωτάκης (30 Οκτωβρίου 1896 - 21 Ιουλίου 1928)θεωρείται ως ο κυριότερος εκφραστής της σύγχρονης λυρικής ποίησης και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε περισσότερες από τριάντα γλώσσες. Για το έργο του έχουν γραφεί εκατοντάδες εργασίες και βιβλία, πραγματοποιήθηκαν δεκάδες ειδικά συνέδρια. Στις 21 Ιουλίου 1928, το απόγευμα 4.30 μ.μ., και σε ηλικία μόλις 32 ετών, ο Κώστας Καρυωτάκης περπάτησε από το καφενείο «Ουράνιος Κήπος» της Βρυσούλας προς τη θέση Βαθύ της Μαργαρώνας, μια απόσταση περίπου 400 μέτρων. Ξάπλωσε κάτω από έναν ευκάλυπτο και αυτοκτόνησε με πιστόλι στην καρδιά. Η τότε χωροφυλακή τράβηξε φωτογραφία του πτώματος η οποία έχει δημοσιευθεί και τον δείχνει κουστουμαρισμένο, με ψαθάκι και με το χέρι με το πιστόλι στο στήθος. Στην τσέπη του κουστουμιού του πτώματος του Κώστα Καρυωτάκη βρέθηκε επιστολή που γράφει τα εξής:
Ακόμα και σήμερα υπάρχουν απορίες και αντιθέσεις στην ερμηνεία αυτής της επιστολής
Στις 23 Ιουλίου 1996 απεβίωσε μετά από μακροχρόνια ασθένεια στην Αθήνα η Διαλεχτή Ζευγώλη-Γλέζου (1907- 23 Ιουλίου 1996) Η θεματολογία της ποίησης της περιστρέφεται γύρω από επαναλαμβανόμενους άξονες: τα γηρατειά, η σκιά του επερχόμενου θανάτου, η γαλήνη μπροστά στην αναπόφευκτη μοίρα, η ήρεμη αναπόληση τω περασμένων, το πρόβλημα του χρόνου, η νοσταλγία της παλιάς ζωής στη γενέτειρα, οι αντιφάσεις της «μοντέρνας» ζωής.
Πέρασε κι’ έσβυσε το χτες και πάει με τ’ άλλα τα σβυστά.
Kι’ εξέφτυσε το σήμερα σα ρόδο απάνω στο κλωνί.
Tο αύριο, το μεθαύριο, μοιάζουνε βλέφαρα κλειστά
που των ματιών δε ξαίρομε μαύρο το χρώμα γιά ουρανί.
(από τα Τραγούδια της Μοναξιάς, Μουσικά Χρονικά 1931)
Η ΑΓΕΡΙΝΗ ΚΛΩΣΤΗ
Είν΄η ζωή μας μια μετάξινη κλωστή που όλο και τρέμει
ίδιο στο χειμωνιάτικο βοριά και στο καλοκαιριάτικο μελτέμι.
Είναι μια μετάξινη, αδύνατη κλωστή
έτοιμη να κοπεί την πάσαν ώρα
και να χαθεί στην πεινασμένη, άπονη γη
σαν την πεσμένη απ΄το δεντρί ώριμη οπώρα
Πέφτει στη γη η αέρινη κλωστή κι όλοι μαζί της πέφτουνε καημοί και πόθοι……………..
Ποιός να την κλώθει τη μετάξινη κλωστή;
Ποιός να την κλώθει;
Στις 24 Ιουλίου πέθανε ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης(1824- 1879). Ήταν ένας από τους πιο διακεκριμένους Επτανήσιους ποιητές του 19ου αιώνα Τα θέματά του αντλούνται από την Επαναστατική και προεπαναστατική εποχή, την Λατινοκρατία, τους αγώνες των κλεφτών, των αρματολών και των Σουλιωτών. Κυρίαρχο μέτρο στην ποίησή του είναι ο δημοτικός ομοιοκατάληκτος δεκαπεντασύλλαβος, ο οποίος στα τελευταία του ποιήματα εγκαταλείπεται. Ο Βαλαωρίτης είναι από τους πρώτους λογοτέχνες που θεματογραφεί ηθογραφικά στοιχεία στην Ελληνική λογοτεχνία. Η ποίησή του ήταν πάντοτε γραμμένη στη δημοτική, οι πρόλογοι όμως και τα σχόλια που τα συνόδευαν γραμμένα στην καθαρεύουσα.
Στις 26 Ιουλίου πέθανε ο Τάκης Παπατσώνης (1895 – 1976) Ο Τάκης Παπατσώνης τοποθετείται από τους ιστορικούς της λογοτεχνίας στην ποιητική γενιά του τριάντα, ως μια ιδιαίτερη όμως περίπτωση που υπερβαίνει τις όποιες κατηγοριοποιήσεις. Η ποιητική του Παπατσώνη αποτελεί ένα ιδιαίτερο μείγμα φαινομενικά ετερόκλιτων στοιχείων. Από την μία πλευρά διακρίνουμε σε αυτήν μια θρησκευτικής υφής ατμόσφαιρα και από την άλλη έναν ευρύτερο στοχασμό πάνω στα ανθρώπινα που, υφολογικά, αντλεί δάνεια και από την καβαφική τεχνοτροπία. Ο Παπατσώνης ανήκει στην γενιά των ποιητών του μεσοπολέμου αλλά ή γραφή του παραπέμπει περισσότερο σε μεταγενέστερους ποιητές. Εγκαινίασε την χρήση του ελεύθερου στίχου ως εισηγητής στην νεότερη και μοντέρνα ελληνική ποίηση και ένα μέρος από την θεματολογία του προέρχεται από την ευρύτερη σφαίρα της θρησκείας και κινείται στο μεταίχμιο μεταξύ ανατολικής και δυτικής πολιτιστικής παράδοσης .Το ποιητικό του έργο χαρακτηρίζουν ποικίλες δημιουργικά αφομοιωμένες επιδράσεις και έντονα προσωπικό ύφος στα πλαίσια του μυστικιστικού και θεολογικού στοχασμού του.
«ΘΕΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΟΥ»
Όνειρα, πια, σκιά μου,
που σου φοβίζαν τις νύχτες
δεν θα ξαναρθούν, οι νύχτες
μικρύναν κι αλαφρώσαν, κι εμείς,
δεν το αισθάνθηκες ακόμη; ―γινήκαμε
οι ήρωες ενός καλού μεγάλου Ονείρου.
«ΕΝ ΩΡΑ ΘΕΡΙΝΗ»
Έχω αντικρύ μου τις δήθεν δροσιές αυτού του κήπου.
Πότε πια θα περάσει ο μπερδεμένος κόμπος των ζεστών ημερών.
Πότε πια θα περάσουμε τον κατάξερο κάβο των ζεστών ημερών.
Πιέζομαι να καταλάβω αυτό που λένε Θαύμα του Ήλιου.
Αυτό που λένε φως της Ελλάδας ή Απολλώνιαν Αίγλη,
ο μισός εαυτός μου μονάχα το νιώθει,
ο άλλος μισός το απωθεί.
Άλλωστε με το να παρατραβά ο κόμπος των ζεστών ημερών, έγινε μια σκονισμένη μουντάδα όλος ο ουρανός•
και τα βουνά με τις γαλήνιες γραμμές, Πεντέλες, Υμηττοί,
είναι σαν είδη για ξεσκόνισμα, τόσο βουτημένα
στις ανταύγειες της δύσπνοιας.
Έφυγε και ο Απόλλωνας,εφύγαν κι οι Δρυάδες,
πάνε μακριά από την αναμμένη πέτρα
«IF ONLY»
Ω, αν μόνο κάποτε έρθει ο καιρός,
η μόνωση πλησίον μιας παραλίας μακρινής
να πληροί όλα τα φοβερά κενά της ζωής και των νυχτών της,
όλους τους αγώνες με το Άγνωστο και το Μαύρο, – τούτο μόνο θ’ αρκούσε,
όλα νάταν λυμένα τα μυστήρια τ’ αγωνιώδη. (απόσπασμα)
Στις 26 Ιουλίου 2004 στον Μόλυβο της Λέσβου, άφησε την τελευταία του πνοή από καρδιακή προσβολή ο λογοτέχνης Νάσος Θεοφίλου σε ηλικία 64 ετών. Έγραψε διήγημα, μυθιστόρημα και διάφορα ιδιόμορφα λογοτεχνικά είδη. Τα γραπτά του διακρίνονται από το στοιχείο της φαντασμαγορίας, της δημιουργίας ενός ιδιαίτερου μικρόκοσμου με αρκετά παράδοξα, σκιές κι οράματα από το βαθύτερο ανθρώπινο ψυχισμό, απροσδόκητες εξελίξεις
.
…Στο Μόλυβο μια μέρα
φρεσκάρισε ο καιρός,
θολώσαν τα νεράκια,
φουρτούνιασε ο χορός.
Οι μουσικές βροντούσαν
κι αστράφταν οι καρδιές.
Πλημμύρα τα ποτήρια,
μελτέμια οι μυρωδιές.
Ετρίζανε τα στήθια
και πάφλαζε ο ντουνιάς,
τα χνώτα κι οι ανάσες,
αγέρι η καταχνιά….
Στο Μόλυβο μια μέρα
φρεσκάρισε ο καιρός,
κι ο χρόνος, τα ρολόγια
της θάλασσας αφρός.
Διψούσε η ψυχή μας,
φουσκώσαν τα πανιά
και τ’ άστρα απ’ το μεθύσι
λαμπάκια στα σχοινιά.
Ζωγραφιστό σε κάδρο
καράβι αλλοτινό
μας πήρε για ταξίδι
σε κύμα κι ουρανό.
Στις 29 Ιουλίου 1919 γεννήθηκε ο Μίλτος Σαχτούρης.
«29 ΙΟΥΛΙΟΥ»
29 Ιουλίου, αποφράδα ημέρα
της μη γεννήσεώς μου
βρίσκομαι βαθιά μες στα νερά
της θάλασσας του Πόρου
νεοφώτιστος
συντροφιά με τους φίλους μου
τα ψάρια.
Ο Σαχτούρης αν και επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό δεν αφομοιώθηκε απ' αυτόν. Θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ξέφυγε από αυτόν αποκτώντας μια καθαρά προσωπική φωνή. Μπορεί όμως με ευκολία να χαρακτηριστεί ποιητής του παραλόγου και του συμβολισμού. Η γλώσσα των ποιημάτων του είναι ελλειπτική, λιτή, τραγική,σκυθρωπή και σοβαρή. Επίσης η ποίησή του ως προς τη δομή είναι ενιαία, δηλαδή εμπειρίες οι οποίες συνεχώς αναπαράγονται με μια κυκλική φορά, ενώ διακρίνει κανείς μια έντονη εικονοποιία. Ανήκει στην πρώτη μεταπολεμική γενιά, είναι ένας πρωτοποριακός ποιητής, με αντοχή στο χρόνο. Ο Σαχτούρης είναι ποιητής του κλειστού χώρου, αντιηρωικός, εκφραστής και απολογητής της κατακερματισμένης και καθημαγμένης ανθρώπινης ύπαρξης. Απορρίπτει την παραδοσιακή γραφή και στρέφεται στον συμβολισμό και τον υπερρεαλισμό. Έφυγε από τη ζωή στις 29 Μαρτίου του 2005.
«Ο ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ ΠΟΙΗΤΗΣ»
Δὲν ἔχω γράψει ποιήματα
μέσα σε κρότους
μέσα σε κρότους
κύλησε ἡ ζωή μου
Τὴ μιὰν ἡμέρα ἔτρεμα
τὴν ἄλλην ἀνατρίχιαζα
μέσα στὸ φόβο
μέσα στὸ φόβο
πέρασε ἡ ζωή μου
Δὲν ἔχω γράψει ποιήματα
δὲν ἔχω γράψει ποιήματα
μόνο σταυροὺς
σὲ μνήματα
καρφώνω
«ΤΑ ΛΥΠΗΜΕΝΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ»
Εἶναι τὰ λυπημένα Χριστούγεννα 1987
εἶναι τὰ χαρούμενα Χριστούγεννα 1987
ναί, τὰ χαρούμενα Χριστούγεννα 1987!
σκέπτομαι τόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα...
Ἄ! ναὶ εἶναι πάρα πολλά.
Πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε
ὁ Διονύσιος Σολωμὸς
πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε
ὁ Νίκος Ἐγγονόπουλος
πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα πέρασε
ὁ Μπουζιάνης πόσα ὁ Σκλάβος
πόσα ὁ Καρυωτάκης
πόσα δυστυχισμένα Χριστούγεννα
πέρασε ὁ Σκαλκώτας
πόσα
πόσα
Δυστυχισμένα Χριστούγεννα τῶν Ποιητῶν.
«Η ΑΓΡΥΠΝΙΑ»
Ὅλοι κοιμοῦνται
κι ἐγὼ ξαγρυπνῶ
περνῶ σὲ χρυσὴ κλωστὴ
ἀσημένια φεγγάρια
καὶ περιμένω νὰ ξημερώσει
γιὰ νὰ γεννηθεῖ
ἕνας νέος ἄνθρωπος
μέσ᾿ στὴν καρδιά μου
τὴν παγωμένη
ἀπὸ ἄγρια φαντάσματα
καὶ τόση μαύρη πίκρα.
Στις 29 Ιουλίου γεννήθηκε ο Ιωάννης Γρυπάρης (Σίφνος, 29 Ιουλίου 1870 – Αθήνα, 13 Μαρτίου 1942) μεταφραστής, λογοτέχνης εκπαιδευτικός, στέλεχος του Υπουργείου Παιδείας και διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Ο Γρυπάρης συνέβαλε τα μέγιστα στην αναβίωση του αρχαίου δράματος με τις θεωρούμενες πλέον ως κλασικές μεταφράσεις του των αρχαίων τραγωδιών και για αυτόν τον λόγο έγινε γνωστός περισσότερο ως μεταφραστής Ο Ιωάννης Γρυπάρης έκανε ιδιαίτερη αίσθηση στο χώρο των Γραμμάτων με τις δύο αλλεπάλληλες εκδόσεις της ποιητικής συλλογής του «Σκαραβαίοι και Τερακότες» που κυκλοφόρησαν το Δεκέμβριο του 1919 και τον Ιανουάριο του 1920, οπότε και τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων. Στην ποίηση επηρεάστηκε από τον συμβολισμό και τον παρνασσισμό και θεωρείται ότι εντάσσεται στα πλαίσια της Νέας Αθηναϊκής Σχολής.
«ΤΟ ΩΡΑΙΟ ΝΗΣΙ»
Τὸ ὡραῖο νησὶ ποὺ ὁ πόθος του μ᾿ ἀνάβει,
φαντάζομαι πὼς φεύγει κι ἀρμενίζει.
Σὰ πλῶρες τὸν ἀφρὸ σκορποῦν οἱ κάβοι.
Στῶν δέντρων τους ἱστούς, ἀγέρας τρίζει.
Τὸ δρόμο ποὺ ξεκίνησε δὲ παύει
κι ἂν οὔτε πάει μπρὸς οὔτε ποδίζει,
μὰ πάντα σὰν ὀρθόπλωρο καράβι
δίχως ἐμέ, τοῦ Αἰγαίου τὸ κῦμα σκίζει.
Δίχως ἐμέ! καὶ μέσα στὴ χαρά μου
Σὰ νύφη ἀπ᾿ τὰ στέφανα τοῦ γάμου
πῆρε τὸ πλοῖο καὶ πάει καὶ δὲ γυρνᾷ,
ἐνῷ ἀπ᾿ τὸ βράχο, ποὺ ἔρημο καὶ μόνο
μ᾿ ἔρριξ᾿ ἡ μοῖρα, βλέπω νὰ περνᾷ
καὶ μ᾿ ἄκρα απελπισιά τὰ χέρια ἁπλώνω.
«ΥΠΝΟΥ ΔΑΚΡΥΑ»
Μπρόβαλε μέρα λιβανὴ κι ὀνειροξεδιαλύτρα
νὰ διώξῃς τὰ ἠσκιώματα τοῦ ὕπνου
ἀπὸ κοντά μου·
μπρόβαλε μέρα, κοίμισε
τὴν ὑπνοφαντασιά μου,
ποὺ ἐνῷ κοιμοῦμαι ξαγρυπνᾷ ἡ νυχτοπαρωρίτρα.
Γιατὶ νεκρούς, γιατὶ χλωμοὺς
σὰν μαραμένα κίτρα,
μὲς στὰ παράξενα πολὺ καὶ ἄγρια πολὺ ὄνειρά μου,
εἶδα καὶ τοὺς πενήντα γυιοὺς τοῦ παλαιοῦ Πριάμου
καὶ τὴν Ἑκάβη ἐπάνω τοὺς βουβὴ μοιρολογήτρα.
Δάκρι δὲν εἶχε στὸ στεγνὸ γεροντικό της μάτι
καὶ -μόσχον ἀξεθύμαστο- τὸν πόνο της ἐκράτει
μέσα στὰ στήθια της κλειστὸν ἀπ᾿ τοὺς παλιούς τους χρόνους.
26.07.2019 Σε ηλικία 74 ετών «έφυγε» ο Χριστόφορος Λιοντάκης. Ο Χριστόφορος Λιοντάκης (1945–2019) ήταν βραβευμένος ποιητής και μεταφραστής. Ανήκε στην αποκαλούμενη Γενιά του '70, μαζί με άλλους συγγραφείς που άρχισαν να δημοσιεύουν τα έργα τους κατά τη δεκαετία του 1970. Το Υπουργείο Πολιτισμού της Γαλλίας τον ονόμασε Ιππότη της Τάξεως Γραμμάτων και Τεχνών και ο Δήμος Ηρακλείου του απένειμε το βραβείο Νίκου Καζαντζάκη. Το 2012 τιμήθηκε με το βραβείο Ποίησης του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών, για το σύνολο του έργου του. Στην ποίησή του προσπαθεί να συμφιλιώσει τα προσωπικά του οράματα και τις αναμνήσεις της παιδικής και εφηβικής ηλικίας με τον παράλογο και αντιφατικό σημερινό κόσμο. Πέθανε στις 26 Ιουλίου 2019, μετά από προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε.
«ΣΤΗΝ ΟΧΘΗ ΤΗΣ ΛΟΓΙΚΗΣ»
Εδώ στην όχθη της λογικής,
της εγκατάλειψης,
της άρνησης των παλιών ημερών.
Εδώ μη ρωτάς για ο, τι βλέπεις.
Το φως της αυριανής ημέρας,
μη ρωτάς για ο, τι βλέπεις,
δε θα ζητήσει ποτέ την γνώμη σου.
Μη προσπαθείς να μάθεις
πότε θα`ναι η σειρά σου,
μη λεηλατείς τα χαμόγελα που σου προσφέρουν.
Κράτησε την ανάμνηση
από το άρωμα κάποιας χειραψίας,
δεν είναι λίγη ανταμοιβή.
Εδώ στην όχθη της λογικής,
της εγκατάλειψης.
«ΑΝΤΙΔΟΤΟ»
Μια θλίψη που δεν λέει να πάρει όνομα –
πάντα σκοντάφτει η γλώσσα.
Λόγια που λοιδόρησα και χλεύασα
κι αργότερα μέσα από άλλα στόματα τα αγάπησα.
Και πάντα η μέθεξη από εκείνα τα μισοσπασμένα λόγια
τότε που το φως έκοψε την πλαγιά στα δυο
υπονοώντας μετάνοια στο δροσερό σκοτάδι.
Η χειροπιαστή λευκότητα της μανόλιας
αντίδοτο στις δρόγες της καθημερινότητας.
Επιμέλεια- Επιλογή υλικού και φωτογραφιών : Ιωάννα Βλάχου
Καταρχάς σε χαιρετώ και κατά δεύτερον σκοπεύω να σου ζητήσω μια χάρη. Δεν γνωρίζω τι ακριβώς υπέπεσε στην αντίληψη σου αλλά είναι σαφές πως ήταν κάτι τόσο επιβαρυντικό εναντίον μου που σε οδήγησε να αλλάξεις άρδην την συμπεριφορά σου απέναντι μου. Παρά τις προσπάθειες μου, δεν μπορώ να είμαι σίγουρος για το τι έφτασε στα αυτιά σου κι ούτε πρόκειται να αναλωθώ σε υποθέσεις. Δεν έχω καμιά διάθεση άλλωστε να αναμετρηθώ με φήμες κι ανυπόστατες εντυπώσεις που δεν έχουν το παραμικρό έρεισμα. Έχω μάθει να παίρνω τις μετρητής μονάχα όσα φτάνουν στα αυτιά μου απευθείας και οχι όσα μου μεταφέρονται με πλάγιους τρόπους. Θα σε παρακαλούσα λοιπόν, να μου γνωστοποιήσεις το συντομότερο τους λόγους της δυσαρέσκειας σου.
Έχω την υποψία πως σχετίζεται με την συνομιλία που είχα πριν μερικές ημέρες με τον κ. Δεσποτόπουλο. Αν είχες μπει στο κόπο να με ρωτήσεις ευθέως θα σου απαντούσα πως ούτε κι εγώ ο ίδιος δε θυμάμαι το τι ακριβώς ειπώθηκε μεταξύ εμού και του προϊσταμένου μας. Για να είμαι απόλυτα ειλικρινής, αδυνατώ να ανακαλέσω επακριβώς μονάχα τα όσα είπα εγώ γιατί απλούστατα δεν συγκρατώ ποτέ κατά γράμμα τα όσα λέω. Μπορεί αυτό να συμβαίνει επειδή είμαι κατά κάποιον τρόπο επιπόλαιος ή ίσως επειδή έχω εμπιστοσύνη ακράδαντη στον εαυτό μου. Ένας ψεύτης και δολοπλόκος επιβάλλεται να έχει μνήμη καλή, μα εγώ τέτοιος δεν είμαι. Ποτέ μου δεν υπήρξα χειριστικός, ποτέ δεν έδρασα ως μηχανορράφος και συκοφάντης. Σε κάθε μεμονωμένη κουβέντα νιώθω τη βεβαιότητα πως έχω την ευχέρεια να εκφραστώ δίχως να εκθέσω πρόσωπα και καταστάσεις, εφόσον φυσικά δεν είναι τέτοια η επιθυμία και η πρόθεση μου. Ελάχιστες φορές μου έτυχε στη ζωή να πιεστώ τόσο ώστε να παρεκκλίνω έστω και λίγο από τις αρχές μου αυτές και οι αλγεινές στιγμές εκείνες χαραχτήκαν στη μνήμη μου ανεξίτηλα. Στη προκειμένη περίπτωση όμως, σε διαβεβαιώ πως είχα μονάχα καλή προαίρεση όταν αναφέρθηκα στο άτομο σου εν απουσία σου.
Όπως θα έχεις και ιδίοις όμμασι παρατηρήσει, ποτέ μου δεν παρουσιάστηκα διπρόσωπος ούτε έγινα σιωπηρά μέλος κάποιας κλίκας. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως συγκάλυπτα τις πεποιθήσεις μου ή ότι πάσχιζα να παρουσιάζομαι αμερόληπτος και δικαιοφανής. Ποτέ μου όμως δεν πραγματοποίησα γνωριμιές και επαφές με γνώμονα την ιδιοτέλεια και ποτέ δεν εκμεταλλεύτηκα ευνοϊκές για εμένα περιστάσεις. Η θέση μου στην εταιρία και η γενικότερη στάση μου συνηγορούν προς αυτό. Σε αντίθεση με κάποιους άλλους, τυχοδιώκτες ομφαλοσκόπους, που αναρριχήθηκαν ως και στη θέση του προϊσταμένου πατώντας επί πτωμάτων. Παρ' όλη την ανειλικρίνεια και την υστεροβουλία που κυριαρχεί στο χώρο εργασίας μας, κατάφερα να μην παρασύρομαι απ' τα φαιδρά τερτίπια των φαύλων υποκειμένων που αποκαλούμε συναδέλφους, να μην ανταποδίδω χτυπήματα και να μην χειρίζομαι μέσα αθέμιτα για να προωθώ τον εαυτό μου.
Όσο κι αν κάποιες στιγμές δελεάστηκα, δεν συμμετείχα ποτέ μου σε πισωμαχαιρώματα ακόμη και τη λεγόμενη νύχτα των μεγάλων μαχαιριών. Όταν η διαχείριση ανθρωπίνων πόρων του τμήματος μας ανατέθηκε σε εξωτερική εταιρία με αποτέλεσμα δομικές ανακατατάξεις στη διανομή των εργασιακών θέσεων. Ήμουν ο μόνος απ' τους παλιούς υπαλλήλους τότε που παρά την αξιοσημείωτη προϋπηρεσία μου δεν κατέλαβα κάποιο από τα προνομιακά πόστα. Κάποιοι απολύθηκαν εν μια νυκτί, κάποιοι άλλοι υπέστησαν περικοπές και βρεθήκαν μετέωροι να τρέχουν απέλπιδες στην επιθεώρηση εργασίας για να καταγγείλουν το έλλειμμα ενσήμων ή το γεγονός πως διήνυαν πλέον μήνες εργασίας δίχως απολαβές. Όταν οι απεγνωσμένοι αυτοί άνθρωποι προσεγγίσαν τους πρώην συναδέλφους τους ζητώντας συμπαράσταση, όλοι όσοι είχαν κατορθώσει να διατηρήσουν τη θέση τους ποιούσαν την νήσσα. Είχα προσπαθήσει, ίσως θυμάσαι, να αναδείξω το ζήτημα και με προσωπικές μου ενέργειες αλλά και με παρεμβάσεις μου στις συνελεύσεις του σωματείου μας. Η αντίδραση των συναδέλφων μας όμως, ήταν το λιγότερο αποκαρδιωτική. Χωρίς περίσκεψη, χωρίς λύπη, χωρίς αιδώ νίπταν τας χείρας τους και είχα απομείνει μονάχος να τρέχω αλλόφρονας από γραφείο σε γραφείο αναζητώντας ανθρώπους, σαν άλλος κυνικός Διογένης. “Και τι κατάφερες με αυτή σου τη στάση;”, ίσως σκοπεύεις να με ρωτήσεις και το μόνο που μπορώ να απαντήσω είναι πως τουλάχιστον δεν κουβαλώ κρίματα και δεν χρειάζεται να απομνημονεύω τη κάθε κουβέντα μου. Μπορεί να μην σε καλύπτει η απόκριση μου αυτή αλλά για μένα το ότι δεν χρειάζεται να εποπτεύω την κάθε μου ενέργεια και να φυλάγομαι ακόμη κι από την σκιά μου την ίδια, έχει αξία ανεκτίμητη. Απέναντι σε όσους δεν έχουν απολαύσει ξεγνοιασιά τέτοια δεν μπορώ παρά να αισθάνομαι ευνοημένος. Η αλήθεια είναι ότι όντως νιώθω τυχερός και όπως κάθε άνθρωπος που στάθηκε ευλογημένος στη ζωή του οφείλω κι εγώ να είμαι μακρόθυμος και υποστηρικτικός απέναντι στους λιγότερο προνομιούχους.
Ίσως αυτός να στάθηκε και ο λόγος που επωμίστηκα περαιτέρω βάρη και προσπάθησα να πρωτοστατήσω στη ανάταση του σωματείου μας. Ακόμη και σε μια εποχή τόσων αντεργατικών μεταρρυθμίσεων όμως η συμμετοχή παραμένει ισχνή. Η σχέση των περισσότερων συνάδελφων μας με το σωματείο αποδεικνύεται καιροσκοπική και πελατειακή. Φυσικά, το θεωρούν αβαντάζ να συναναστρέφονται με κάποιον που συνδικαλίζεται ενεργά, οι ίδιοι όμως επιλέγουν να αποστασιοποιούνται και να παραμένουν αφατρίαστοι. Δεν πρέπει, βλέπεις, να στιγματιστούν ή να απολέσουν καμιά δυνατότητα ελιγμού κι από μια άποψη η στάση τους αυτή είναι δικαιολογημένη απόλυτα. Το εργασιακό μας περιβάλλον είναι τοξικό και απαιτείται διαρκής επαγρύπνηση για να μην περιπέσουμε στη δυσμένεια των προϊσταμένων μας. Η άνιση μεταχείριση, η άσκηση ψυχολογικής πίεσης, η ανάθεση υπερβολικού όγκου εργασίας και η τοποθέτηση σε δυσμενείς θέσεις είναι αναντίρρητα η πολιτική της εταιρίας μας απέναντι σε όσους δεν συμμορφώνονται πλήρως. Μια πολιτική που δεν μας συνθλίβει απλώς αλλά μας διαπαιδαγωγεί και χαράζει μέσα μας ένα νέο ήθος, αυτό της εθελοδουλίας και της υποταγής. Ο προϊστάμενος μοιάζει να έχει αναδειχθεί στη πατρική φιγούρα απ' την οποία όλοι επιζητούν επιβράβευση, ενώ ο συνάδελφος μετατράπηκε σε ανταγωνιστή και αντίπαλο. Είναι πραγματικά παιδαριώδης η στάση μας αυτή, μα δυστυχώς δεν μπορούμε παρά να περιμένουμε ώστε τα παιδιά κάποια στιγμή να ενηλικιωθούν. Όπως θα πράτταμε απέναντι σε κάθε παιδί, όσες αταξίες κι αν έκανε, έτσι πρέπει να συμπεριφερθούμε κι απέναντι στους συναδέλφους μας, περιβάλλοντας τους κι αυτούς με στοργή. Ας με συγχωρήσουν μονάχα γιατί η αγάπη που τους τρέφω προσομοιάζει συχνά αυτή του πυγμαλίωνα προς το δημιούργημα του. Ας με συγχωρέσουν αλλά δε μπορώ να τους συμπαθώ παρά μόνο προσδοκώντας να μεταλλαχθούν σε κάτι καλύτερο.
Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί βέβαια, ότι μια τέτοιου είδους συμπάθεια μονάχα συμπάθεια δεν είναι. Ίσως να πραγματοποιώ έναν αισχρό ευφημισμό και στο βωμό της διαφάνειας οφείλω να ανασύρω από μέσα μου καταλληλότερες λέξεις για να εκφράσω ότι αισθάνομαι· που πιθανότατα δεν είναι τίποτα άλλο από μια συγκαλυμμένη και υφέρπουσα περιφρόνηση. Οι λέξεις όμως παραμένουν ανεύρετες και όχι λόγω ελλείψει προσπάθειας. Ίσως να κρύβω μέσα μου καταφρόνηση για τους συναδέλφους μας αλλά αν κάποιος με εγκαλούσε για περιφρόνηση όλο μου το είναι θα εξεγείρονταν και θα 'νιωθε αδικημένο εισπράττοντας έναν τέτοιο ποταπό χαρακτηρισμό. Αυτή μου η αυθεντική εναντίωση απέναντι σε μια τέτοια κατηγορία μου επιτρέπει να αισθάνομαι άμεμπτος. Ίσως όμως ακόμη και η απενοχοποιητική αυτή αίσθηση να μην είναι απόλυτα καθαρτική. Άλλωστε, μέχρι και μένα με ενοχλεί ενίοτε το αέναο κλαψουριτό των αιωνίων αθώων.
Εγώ βλέπεις δεν έχω την πολυτέλεια να αντιμετωπίζω τον εαυτό μου σαν να είναι ακόμη παιδί. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε σχετικά την ίδια ηλικία και προσληφθήκαμε στην εταιρία σχεδόν ταυτόχρονα, προερχόμενοι μάλιστα από αφετηρία παρόμοια. Τότε μας ένοιαζε μονάχα να δουλέψουμε, να δουλέψουμε σκληρά μπας και χτίσουμε ένα κάποιο μέλλον για τους εαυτούς μας. Σε αυτό το μουντό κτίριο με τους ξεβαμμένους τοίχους και τους στενούς διάδρομους, ο καθένας απ' το δικό του το πόστο, διαπιστώσαμε το πως γίνεται ο άνθρωπος να μην ορίζει τον εαυτό του και το πόσο ανελέητα αλέθεται η προσωπικότητα μας στης εκμετάλλευσης τις μυλόπετρες. Μέσα σ' αυτές τις γαλέρες όπου οι υποτακτικοί φορούνε σακάκι και κραδαίνουν αντί για κουπί χαρτοφύλακα, υπήρξαμε συνομήλικοι για κάμποσα χρόνια· μα κάποια στιγμή σε προσπέρασα. Έκτοτε ωριμάσαμε ασύμμετρα και ξεμακρύναμε. Δεν ξέρω για σένα αλλά εμένα με απασχόλησε πολύ το γιατί και πως συνέβη αυτό.
Είναι, πιστεύω, καταδικασμένος κάθε νοήμων άνθρωπος να αναλογίζεται το βίο του και να εξετάζει διαρκώς το ποιόν του. Περνώντας τακτικά απ' αυτή τη διαδικασία του αναστοχασμού έχω ήδη δώσει αρκετές απαντήσεις για αυτά που τώρα σε ρωτώ. Δεν παριστάνω λοιπόν τον αφελή και καλύτερα παρέβλεψε το γεγονός πως παρουσιάζομαι εφεκτικός, δεν γίνεται λόγω ατολμίας ή άγνοιας. Δεν σου κρύβω όμως πως συχνά στέκομαι με δέος απέναντι στους ανθρώπους, ανίκανος να τους ερμηνεύσω στο ελάχιστο. Πίστεψε με πως έχω πολλάκις αποδυθεί σε εκστρατείες ανακαλύψεως του εαυτού μου, χωρίς αυτό να σημαίνει βέβαια πως κατόρθωσα να εισχωρήσω στων αδύτων τα άδυτα, στης συνειδήσεως μου τα μύχια. Αναρίθμητες φορές έχω επιχειρήσει επίσης, να διαρρήξω και την πανοπλία που φορούν οι σεβαστοί μας συνάδελφοι. Να καταδυθώ στα κατάβαθα του νου τους και σαν λαθρεπιβάτης κρυμμένος καρτερικά στα μισοσκόταδα να ατενίσω τον ιδιότυπο ήλιο που ανατέλλει μες τα κεφάλια τους.
Ίσως να είμαι πράγματι ιδεοληπτικός και πεσιμιστής όπως ισχυρίζεστε, σας έχω ακούσει αμέτρητες φορές να με σχολιάζεται στους διαδρόμους. Πως δύναται όμως να σκεφτεί κάποιος πέρα απ' τις καθοριστικές εμπειρίες του; Ο κόσμος αυτός απειλούσε να με εξαχρειώσει διαρκώς και τώρα πιθανότατα να του ανταποδίδω τη χάρη, ολοκληρώνοντας έτσι την ανίερη αποστολή του. Παρόμοιες εμπειρίες θα έχεις και εσύ ο ίδιος φαντάζομαι και συνεπώς η απειλή που σου περιγράφω δεν θα σου είναι ολότελα ξένη. Μέσα στο μικρόκοσμο της εταιρίας μας, που με την ανοχή μας μπολιάστηκε με υστεροβουλία και μικρότητα, πορευτήκαμε όλοι μας με την ίδια δαμόκλειο σπάθη επάνω απ' τα κεφάλια μας. Θαρρείτε όμως κάποιοι πως διασώσατε τους εαυτούς σας, επειδή προσαρμόζεστε εύκολα και το θεωρείται αυτό το υπέρτερο προσόν. Ωριμάσατε γρήγορα πιστεύεται και έτσι είστε ικανοί να επιδείχνεται σύνεση, ευελιξία και το κυριότερο να σιωπάτε όταν πρέπει ώστε να προωθείται επιτυχώς το προσωπικό σας συμφέρον. Οποιοσδήποτε κινείται σε διαφορετικά πλαίσια αποβάλλεται ως ξένο σώμα και ευθέως λοιδορείται. Συλλογιζόμενος κάποιος τα αυτονόητα και προσπαθώντας να πράξει τα δέοντα δυστυχώς δεν μπορεί παρά να αισθάνεται σήμερα σαν τον πρίγκιπα Μίσκιν.
Γνωρίζω πως με αυτή μου την ενέργεια θα μετατραπώ πάλι σε αντικείμενο χλεύης και δημόσιας θυμηδίας. Είμαι σίγουρος πως σε κάποιο διάλειμμα θα αναγνώσεις στη καφετέρια την επιστολή μου αυτή και ενώπιων των υπολοίπων θα καυτηριάσεις τον παρωχημένο μου λόγο και την μονολιθικότητα των αντιλήψεων μου. Το σκώμμα παρόλα αυτά δεν με φοβίζει καθώς έχω από καιρό διαμορφωθεί απρόσβλητος στη λοιδορία. Είχα περάσει μάλιστα μια περίοδο όταν ήμουν νεότερος, που εσκεμμένα εξέθετα και περιοδικά μείωνα τον εαυτό μου ενώπιων των άλλων. Σαν τον βασιλιά Μυθριδάτη που πίστευε πως με την κατάποση ελεγχόμενων δόσεων δηλητηρίου θα αποκτούσε τελικά ανοσία. Στη δική μου περίπτωση το εγχείρημα στέφθηκε με επιτυχία και θα σου συνιστούσα ανενδοίαστα να πράξεις κάτι ανάλογο. Εμένα, με βοήθησε αφάνταστα ώστε να σταματήσω να παίρνω στα σοβαρά τον ταπεινό εαυτό μου.
Όπως και να 'χει το πράγμα, είναι κάπως μονότονο κι ανώφελο να μονολογεί κάνεις για θέματα τέτοια. Θα σταματήσω λοιπόν, ενώ εσύ έχεις το ελεύθερο να με προσεγγίσεις ανά πάσα στιγμή ζητώντας ικανοποίηση και εξηγήσεις. Σε διαβεβαιώ πως όποια κατηγορία κι αν μου προσάψεις θα είμαι πρόθυμος να συνδιαλλαγώ, επιδιώκοντας γνήσια να φτάσω στην ουσία των πραγμάτων. Δεν θα σε κουράσω περαιτέρω λοιπόν, οι πράξεις μιλούν, άλλωστε, πιο ηχηρά απ' τα λόγια. Συνεπώς, μην σταθείς μονάχα σ' αυτά που σου έγραψα, ανέγνωσε τα κίνητρα της ενέργειας μου αυτής και πράξε ανάλογα.
Διατελώ με τι τιμή, πάντα ένας ανόητος που παραμένει στο ίδιο πόστο ύστερα από 27 συναπτά έτη ευσυνείδητου εργασίας. Ένας ανόητος δίχως αμφιβολία, που όμως δεν αξίζει την εχθρότητα και την περιφρόνηση των συνάδελφων του.
Υ.Γ. Ίσως να ευθύνεται το προχωρημένο της ηλικίας μου αλλά αν το εξετάσουμε φροϊδικά ίσως και να με υπονόμευσε το ίδιο το υποσυνείδητο μου. Οποιος κι αν ήταν ο λόγος όμως το αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο. Όταν ολοκλήρωσα αυτή την ηλεκτρονική επιστολή προέβηκα σε μια κάπως λανθασμένη ενέργεια. Από κεκτημένη ταχύτητα φαίνεται πως την απέστειλα αρχικά στον προϊστάμενο του τμήματος μας. Όταν διαπίστωσα την ταυτότητα του παραλήπτη πάγωσα για μια στιγμή μα στη συνέχεια γέλασα μέχρι δακρύων. Προσθέτω τώρα αυτό το υστερόγραφο και μετά θα επιχειρήσω όντως να την στείλω σε εσένα. Ποιος ξέρεις όμως, μπορεί να είχε τους λόγους του που συνέβη το μικρό ετούτο ατύχημα. Ίσως έτσι να αποφύγουμε περαιτέρω ευτράπελα, γιατί πλέον είναι αδύνατο να σε βάλω στον πειρασμό του να προωθήσεις εσύ αυτήν την επιστολή σε διάφορους τρίτους και να συνδράμω έτσι στον ηθικό ξεπεσμό σου.
Ο Κων/νος Λίχνος γεννήθηκε στον Αστακό Αιτ/νίας. Είναι Πτυχιούχος Μηχανικός Πληροφορικής & Επικοινωνιών. Διατηρεί το μπλόκ Επίκουρος, αρθρογραφεί σε ηλεκτρονικά έντυπα (λογοτεχνικά και πολιτικά), είναι συνεργάτης των εκδόσεων Κεφαλος και μέλος της συντακτικής ομάδας του περιοδικού Texnesonline.gr.
Με την λογοτεχνία ασχολήθηκε από την εφηβεία του και διακρίθηκε σε πολυάριθμους πανελλαδικούς λογοτεχνικούς διαγωνισμούς, ενώ δοκίμια και διηγήματά του δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά καθώς και σε λογοτεχνικά ιστολόγια του διαδικτύου. Διηγήματά του έχουν εκδοθεί σε συλλογικά έργα από τον εκδοτικό οίκο Σύγχρονη εποχή και Άπαρσις.
Θεωρεί την λογοτεχνία και την τέχνη γενικότερα, ως πράξη πολιτική. Ως προσπάθεια αποκάλυψης της κοινωνικής πραγματικότητας και παρέμβασης στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Ένα μέσο για τον εξανθρωπισμό της ζωής των ανθρώπων.
Το Διήγημα του “Οι πορτοκαλιές” εκδόθηκε το 2018 από τον Εκδοτικό οίκο Σύγχρονη εποχή και το διήγημά του «Επιδημική κρίση» εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο Άπαρσις το 2019 στο συλλογικό έργο “Διηγήματα του εγκλεισμού”.
Κέρδισε το 1ο βραβείο για το δοκίμιο του “Περί λογοτεχνικής κριτικής και δοκιμιογραφίας” στον 20ο πανελλαδικό λογοτεχνικό διαγωνισμό της Ε.Τ.Ε.Π.Κ, ενώ για το ίδιο έργο του απέσπασε το δεύτερο βραβείο στον πανελλαδικό διαγωνισμό του λογοτεχνικού περιοδικού Κέφαλος. Το 2ο βραβείο κέρδισε και στον 20ο Πανελλαδικό διαγωνισμό της Ε.Τ.Ε.Π.Κ για το παραμύθι του “Ο μικρός Κάστορας”.
Το 2018 απέσπασε για το διήγημα του “Οι πορτοκαλιές” Γ’ βραβείο διηγήματος στον 8ο Πανελλήνιο Λογοτεχνικό Διαγωνισμό που διεξήγαγε η Πνευματική Συντροφιά Λεμεσού 2018 καθώς και το Γ’ βραβείο διηγήματος στο Διαγωνισμό Λογοτεχνικού Έργου που προκήρυξε η ΚΕ του ΚΚΕ το 2018, με αφορμή τα 100 χρόνια του ΚΚΕ.
Το 2019 πέτυχε συνολικά 10 πανελλαδικές διακρίσεις στις κατηγορίες του Δοκιμίου και του Διηγήματος. Το Δοκίμιο του “Ο ρεαλισμός του εξωπραγματικού” κέρδισε το Α’ βραβείο Δοκιμίου στον Παγκόσμιο λογοτεχνικό διαγωνισμό του ΕΠΟΚ , Α’ βραβείο Δοκιμίου στον 19ο λογοτεχνικό διαγωνισμό της Εταιρείας Τεχνών Επιστήμης και Πολιτισμού Κερατσινίου (Ε.Τ.Ε.Π.Κ.) καθώς και έπαινο στον ΛΕ´ Λογοτεχνικό Διαγωνισμό από το Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσός και έπαινο στον 38ο Πανελλήνιο λογοτεχνικό διαγωνισμό της Πανελλήνιας Ένωσης Λογοτεχνών.
Το διήγημα του “Νόστος” απέσπασε Έπαινο στην κατηγορία του Διηγήματος στον Παγκόσμιο λογοτεχνικό διαγωνισμό του ΕΠΟΚ καθώς και στον 9ο πανελλαδικό διαγωνισμό που προκηρύχτηκε απο την Πνευματική Συντροφιά Λεμεσού. Το 1ο βραβείο κέρδισε και στην μεγάλη κατηγορία του μυθιστορήματος ενήλικων στον 2ο πανελλαδικό διαγωνισμό Πεζογραφίας Κέφαλος για το μυθιστόρημα του WWW.Dialogos.gr.
Για το σύνολο των διακρίσεων, το έργο και την ενεργή του παρουσία στα γράμματα, στη διανόηση και στη σύγχρονη πνευματική δραστηριότητα, το Λογοτεχνικό Περιοδικό της Κεφαλλονιάς του απένειμε το ειδικό «Βραβείο Πεζογραφίας ”Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης”.
Ο Ευάγγελος Σπανδάγος (Ρέθυμνο, 21 Αυγούστου 1940 – Αθήνα 19 Μαΐου 2020) ήταν Έλληνας μαθηματικός και συγγραφέας, απόφοιτος του Μαθηματικού Τμήματος του Πανεπιστημίου Αθηνών. Γεννήθηκε στο Ρέθυμνο στις 21 Αυγούστου 1940 και ήταν γιος του Κωνσταντίνου Σπανδάγου (ιδρυτή του πρώτου ερασιτεχνικού ραδιοφωνικού σταθμού στην Κρήτη). Υπηρέτησε επί 28 χρόνια στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Τα τελευταία χρόνια της εκπαιδευτικής του σταδιοδρομίας υπηρετούσε στο Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Αθηνών. Υπήρξε ιδρυτής του φυσικομαθηματικού βιβλιοπωλείου και εκδοτικού οίκου - εκδόσεις «Αίθρα», το οποίο τώρα διευθύνει η θυγατέρα του, μαθηματικός και συγγραφέας Ρούλα Σπανδάγου.
Ο Ευάγγελος Σπανδάγος συνέγραψε εκατόν εξήντα πέντε (165) βιβλία, μαθηματικά, λογοτεχνικά και ιστορικά. Επίσης, δημοσίευσε πολλά άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά που αναφέρονται στις θετικές επιστήμες (μαθηματικά, αστρονομία, φυσική, χημεία, ιατρική) στην Αρχαία Ελλάδα.
Από τον Μάιο του 2000 και μετά είχε καταστήσει προσιτή στο νεοελληνικό κοινό την αρχαία ελληνική μαθηματική και αστρονομική γραμματεία, δεδομένου ότι παρουσίασε για πρώτη φορά στη νεότερη Ελλάδα 38 άγνωστα στο ευρύ κοινό έργα Αρχαίων Ελλήνων μαθηματικών, φυσικών και αστρονόμων. Οι αποκαταστάσεις των αρχαίων κειμένων, οι αποδόσεις στη νεοελληνική και ο δύσκολος σχολιασμός ήταν δικό του έργο. Παράλληλα, πραγματοποίησε έρευνες σε βιβλιοθήκες αραβικών χωρών για τον εντοπισμό χαμένων έργων Αρχαίων Ελλήνων μαθηματικών και αστρονόμων, που, όμως, έχουν σωθεί σε αραβικούς κώδικες.
Από το 1980 έως τον θάνατό του είχε εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές με τίτλους «Ουσιώδεις Ασυνέχειες» και «Απροσδιόριστες μορφές με αόριστες ολοκληρώσεις», καθώς και πέντε συλλογές διηγημάτων με τίτλους «Αντίστροφες απεικονίσεις», «Ματωμένα θεωρήματα», «Απροσδιόριστες προσεγγίσεις», «Υπό ευρεία έννοια» και «Αποκλίνουσες ακολουθίες».
Ο Ευάγγελος Σπανδάγος απεβίωσε σε ηλικία 79 ετών από ανακοπή καρδιάς, ενώ εργαζόταν στο βιβλιοπωλείο του
Τιμητικές διακρίσεις
Πολυάριθμες ήταν οι διακρίσεις και βραβεύσεις του Ευάγγελου Σπανδάγου. Αναλυτικότερα:
Τον Ιούνιο του 1997 βραβεύθηκε στο Παρίσι από τον Παγκόσμιο Όμιλο για τη Μελέτη των Αρχαίων Πολιτισμών, για τις εργασίες του τις σχετικές με τα χαμένα έργα των Αρχαίων Ελλήνων θετικών επιστημόνων. Ειδικότερα, βραβεύθηκε για την ανακάλυψη στην πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη της πόλης Πάτνα των Ινδιών του χαμένου έργου του Διογένους του Απολλωνιάτου «Μετεωρολογία» (5ος αι. π.Χ.). Τον Δεκέμβριο του 2000 βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το βιβλίο του «Η ζωή και το έργο του Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή». Τον Απρίλιο του 2002 η γενέτειρά του, το Ρέθυμνο, τον τίμησε για το πλούσιο και πολυσχιδές συγγραφικό του έργο και την όλη συμβολή του στη διάδοση της αρχαίας ελληνικής Επιστήμης. Τον Αύγουστο του 2002 ο Δήμος Δεσφίνας (Ιτέας) του απένειμε το χρυσό έμβλημα της πόλεως. Τον Δεκέμβριο του 2004 βραβεύθηκε από την Εταιρεία Ελλήνων Φιλολόγων. Τον Ιούνιο του 2005 βραβεύθηκε από τον Δήμο Χαλανδρίου. Τον Νοέμβριο του 2005 βραβεύθηκε από το Πειραματικό Σχολείο του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον Αύγουστο του 2007 βραβεύθηκε για δεύτερη φορά από τον Δήμο Ρεθύμνης. Τον Οκτώβριο του 2007 του απονεμήθηκε η ανώτατη τιμητική Λαϊονική διάκριση (Melvin Jones Fellowship). Τον Δεκέμβριο του 2007 βραβεύθηκε για δεύτερη φορά από την Ακαδημία Αθηνών για τις εργασίες του τις σχετικές με τις θετικές επιστήμες στην Αρχαία Ελλάδα. Τον Ιανουάριο του 2008 βραβεύθηκε από τον Σύνδεσμο Κρητών Επιστημόνων. Τον Ιανουάριο του 2009 πήρε το πρώτο βραβείο του Πανελλήνιου Διαγωνισμού Διηγήματος από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών. Τον Αύγουστο του 2009 βραβεύθηκε από την κοινότητα της Αρχαίας Ελεύθερνας του Νομού Ρεθύμνης. Τον Οκτώβριο του 2009 βραβεύθηκε από την Ένωση Ελλήνων Φυσικών. Τον Νοέμβριο του 2009 βραβεύθηκε από την Εταιρεία Αστρονομίας και Διαστήματος. Τον Δεκέμβριο του 2009 πήρε το πρώτο βραβείο του Πανελλήνιου Διαγωνισμού Ποίησης από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών. Τον Ιανουάριο του 2010 του απονεμήθηκε το Χρυσό Μετάλλιο Πνευματικής Αξίας Α΄ Τάξεως από την Ένωση Ελλήνων Λογοτεχνών. Τον Απρίλιο του 2010 βραβεύθηκε από τον Δήμο Νέας Βύσσας του Νομού Έβρου. Τον Απρίλιο του 2011 ο ιστορικός Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός» του απένειμε την ανώτατη τιμητική διάκριση του Συλλόγου, το χρυσό μετάλλιο του «Ηνιόχου των Δελφών», και τον ανεκήρυξε επίτιμο μέλος του. Την 1η Νοεμβρίου 2011 βραβεύθηκε από τον δήμαρχο και το δημοτικό συμβούλιο του Δήμου Αμαρουσίου, στον οποίο διαμένει (αν και δημότης Αθηναίων). Στις 2 Φεβρουαρίου 2013 βραβεύθηκε από τον σύλλογο αποφοίτων του Πειραματικού Σχολείου Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον Ιούλιο του 2014 βραβεύθηκε από την Παγκρήτιο Ένωση για τη συμβολή του στην προβολή του Ρεθύμνιου φυσικού φιλοσόφου Διογένους του Απολλωνιάτου, και τον Νοέμβριο του ίδιου έτους από τον Ελληνικό Πολιτιστικό Όμιλο Κυπρίων Ελλάδος (ΕΠΟΚ). Στις 18 Ιουνίου 2018 το Δ.Σ. της Ελληνικής Μαθηματικής Εταιρείας, με την ευκαιρία του εορτασμού των 100 ετών από την ίδρυσή της, βράβευσε τον Ευάγγελο Σπανδάγο για το μεγάλο έργο του στα αρχαία ελληνικά μαθηματικά.
Εκπομπές
Από το 1998 ο Ευάγγελος Σπανδάγος παρουσίαζε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές με θέμα τις θετικές επιστήμες στην Αρχαία Ελλάδα, αρχίζοντας από τον ιδιωτικό ραδιοσταθμό της Αττικής «Ηρόδοτο». Από το 2000 είχε μόνιμη εβδομαδιαία εκπομπή (Κυριακή και μετά Πέμπτη βράδυ στις 19:00) στον τηλεοπτικό σταθμό «HIGH TV» της Αττικής. Η εκπομπή του, η οποία είχε τίτλο «Ὅπερ ἔδει ποιῆσαι», αναφερόταν στις θετικές επιστήμες και όχι μόνο...
Ο Σπανδάγος διετέλεσε γενικός γραμματέας του «Παγκοσμίου Ομίλου για την Προβολή των Αρχαίων Ελληνικών Μαθηματικών», τακτικό μέλος της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών και της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών, τακτικό μέλος της Ένωσης Πολιτιστικών Συντακτών Αθηνών, επίτιμο μέλος της Εταιρείας Ελλήνων Φιλολόγων, επίτιμο μέλος του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός», Πρόεδρος του Ομίλου Φίλων του Μουσείου Φυσικών Επιστημών και Τεχνολογίας, και μέλος του Συλλόγου «Ελληνική Γλωσσική Κληρονομιά».
Η συμβολή του Πλάτωνος στην ανάπτυξη των μαθηματικών επιστημών
Ευάγγελος Σπανδάγος
Αθήνα
Αίθρα
2020
σ. 178
Σχήμα: 21χ14
Δέσιμο: Μαλακό εξώφυλλο
ISBN: 978-960-8333-70-3
Ιστορικό και Ερευνητικό Βιβλίο
Περίληψη:
Είναι γεγονός ότι η συμβολή του μεγάλου φιλοσόφου στην ανάπτυξη των Μαθηματικών επιστημών (Γεωμετρία, Αριθμητική, Αστρονομία, Αρμονική) ήταν πολύ μεγάλη. Αυτό οφείλεται στη μεγαλοφυΐα και στην πολυμέρια του στοχασμού του Πλάτωνος καθώς και στη διακεκριμένη ομάδα των συνεργατών του στην Ακαδημία. Στο σημείο αυτό πρέπει να τονιστεί ότι ο μεγάλος φιλόσοφος δεν ήταν αποκλειστικά μαθηματικός, είχε όμως μαθηματική σκέψη, η οποία του παρουσίαζε σχετικά θέματα που έθετε για περαιτέρω μελέτη, διευκρίνιση και απόδειξη στους συνεργάτες του μαθηματικούς της Ακαδημίας.
Η ιδιαιτερότητα του παρόντος βιβλίου έγκειται στο γεγονός ότι τα περιεχόμενα που μαρτυρεί ο τίτλος του δεν στηρίζονται αποκλειστικά και μόνο στην ερμηνεία και το νόημα των σχετικών Πλατωνικών διαλόγων, στα σημεία που παρουσιάζονται οι Μαθηματικές Επιστήμες, αλλά στηρίζονται και σε σχετικά συγγράμματα, μαρτυρίες και απόψεις μεταγενέστερων του Πλάτωνος Αρχαίων Ελλήνων και σύγχρονων συγγραφέων.
Οι 16 θετικές επιστήμες της αρχαίας Ελλάδος
Ευάγγελος Σπανδάγος
Αθήνα
Αίθρα
2019
σ. 236
Σχήμα: 21χ14
Δέσιμο: Μαλακό εξώφυλλο
ISBN: 978-960-8333-68-0
Ιστορικό και Ερευνητικό Βιβλίο
Περίληψη:
Σκοπός του βιβλίου αυτού είναι να παρουσιάσει τις θετικές επιστήμες με τη σημερινή έννοια του όρου, όπως αυτές θεμελιώθηκαν και αναπτύχθηκαν στην Αρχαία Ελλάδα.
Λέγοντας Θετικές Επιστήμες στην Αρχαία Ελλάδα εννοούμε τα Μαθηματικά (πρακτική και θεωρητική Αριθμητική, Γεωμετρία, Τριγωνομετρία και Άλγεβρα), την Αστρονομία, τη Φυσική με τα επιμέρους κεφάλαιά της (Ηλεκτρισμός, Μαγνητισμός, Οπτική, Ακουστική, Θερμότης, Υδροστατική, Ατομική Θεωρία και Θεωρητική Μηχανική), τη Χυμεία, τη Φυσιολογία (Ζωολογία, Βοτανική), την Ιατρική, τη Φαρμακευτική, τη Μετεωρολογία, τη Γεωγραφία - Χαρτογραφία, τη Γεωλογία - Ορυκτολογία, τη Βιολογία και τη Γεωδαισία.
Εννοούμε επίσης και τις εφαρμοσμένες επιστήμες Πολιτικού Μηχανικού, Αρχιτεκτονική, Μηχανολογία και Ναυπηγική.
808 διακεκριμένες γυναίκες της αρχαίας Ελλάδος
Ευάγγελος Σπανδάγος
Αθήνα
Αίθρα
Αριθμός Έκδοσης: 2
2017
Ημερομηνία Πρώτης Έκδοσης: 2013
σ. 292
Σχήμα: 24χ17
Δέσιμο: Μαλακό εξώφυλλο
ISBN: 978-960-8333-45-1
Περίληψη:
Το βιβλίο διαιρείται σε 17 ενότητες καθεμιά από τις οποίες περιέχει βιογραφικά στοιχεία ή απλές αναφορές διακεκριμένων Αρχαίων Ελληνίδων γυναικών που υπάγονται στον αντίστοιχο τίτλο της ενότητας. Οι ενότητες (κεφάλαια) είναι: α) Αστρονόμοι, β) Βασίλισσες - Σύζυγοι Βασιλέων, γ) Διακεκριμένες γυναίκες λόγω συγγένειας ή διαφόρων σχέσεων και ασχολιών, δ) Εικαστικές Καλλιτέχνιδες (Ζωγράφοι, Γλύπτριες), ε) Εταίρες, στ) Ιατροί - Φαρμακολόγοι - Μαίες, ζ) Ιέρειες - Ιεροφάντριες - Μύστες, η) Καλλονές, θ) Μαθηματικοί, ι) Μάντεις - Σίβυλλαι, ια) Νικήτριες Αθλητικών Αγώνων, ιβ) Οργανοπαίκτριες - Τραγουδίστριες - Χορεύτριες, ιγ) Ποιήτριες - Συγγραφείς, ιδ) Πολεμίστριες - Ηρωίδες - Αμαζόνες, ιε) Σπάνιες ειδικότητες, ιστ) Φιλόσοφοι, ιζ) Φυσικοί Επιστήμονες.
Η ερωτική λογοτεχνία στην αρχαία Ελλάδα
Ευάγγελος Σπανδάγος
Αθήνα
Αίθρα
2016
σ. 144
Σχήμα: 21χ14
Δέσιμο: Μαλακό εξώφυλλο
ISBN: 978-960-8333-60-4
Ιστορικό και Ερευνητικό Βιβλίο
Περίληψη:
Σκοπός του παρόντος βιβλίου είναι να δώσει στον αναγνώστη μια εμπεριστατωμένη ιδέα της τρισυπόστατης ερωτικής λογοτεχνίας της Αρχαίας Ελλάδος. Για το λόγο αυτό περιέχονται περιλήψεις των μυθιστορημάτων, μικρά σε έκταση διηγήματα, και ένα μικρό αλλά αντιπροσωπευτικό δείγμα 19 ερωτικών ποιημάτων από τα 310 του ε' βιβλίου της "Ελληνικής Ανθολογίας". Περιέχονται ακόμα και τρία ερωτικά ποιήματα, εκτός της Ανθολογίας. Αυτά είναι ποίημα του Ιβύκου (6ος π.Χ. αιώνας), ο περίφημος "Ύμνος στον Έρωτα" του τραγικού ποιητή Σοφοκλέους (497 – 406 π.Χ.) και απόσπασμα από ποίημα της διάσημης ποιήτριας Σαπφούς (7ος π.Χ. αιώνας).