ΛΟΡΔΟΣ ΜΠΑΙΡΟΝ

 

Ο Λόρδος Βύρων (αγγλικά Λορντ Μπάιρον, Lord George Gordon Byron VI), 22 Ιανουαρίου
1788 - 19 Απριλίου 1824), ήταν Άγγλος ποιητής, από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ρομαντισμού και από τους σημαντικότερους φιλέλληνες.

Γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 22 Ιανουαρίου 1788 και ήταν γιος του πλοιάρχου του αγγλικού Βασιλικού Ναυτικού, Τζον Μπάιρον, και της δεύτερης συζύγου του, Κατερίνας. Ανήκε σε αριστοκρατική οικογένεια, εκ της μητέρας του, το γένος Γκόρντον, που ήταν απόγονος του βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδου του 3ου, πλην, όμως, όταν γεννήθηκε οι γονείς του είχαν ήδη χωρίσει. Ο μεν πατέρας του είχε διαφύγει στη Γαλλία λόγω χρεών, η δε μητέρα του ξόδεψε μεγάλο μέρος της δικής της περιουσίας για την αποπληρωμή των χρεών. Ο Λόρδος Βύρων γεννήθηκε χωλός (στη δεξιά κνήμη) και τα πρώτα χρόνια διέμενε με την μητέρα του στην περιοχή Άμπερτ, μάλλον φτωχικά, όπου και έμαθε και τα πρώτα του γράμματα. Στις 19 Μαΐου του 1798 πέθανε ένας θείος του, από τη μητέρα του, ο οποίος του κληροδότησε όλη την περιουσία και τον τίτλο του 9ου Λόρδου της οικογένειας. Έτσι, η ζωή του από τότε άλλαξε. Σπούδασε στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ, αποκτώντας πολύ καλή μόρφωση. Ήταν χαρακτήρας ανήσυχος, παρορμητικός και τυχοδιωκτικός. Έτσι, ξεκίνησε περιοδείες και περιπλανήσεις στη νότια Ευρώπη (ΠορτογαλίαΙσπανίαΕλλάδαΤουρκία).
Απεβίωσε στις 19 Απριλίου του 1824 ύστερα από πυρετό. Το πένθος για τον θάνατό του ήταν γενικό και ο Διονύσιος Σολωμός συνέθεσε μακρά ωδή στη μνήμη του. Η καρδιά του ενταφιάστηκε στο Μεσολόγγι. Προς εκδήλωση του πένθους στο Μεσολόγγι ρίχτηκαν 37 κανονιοβολισμοί από την ανατολή του ηλίου και μία κάθε λεπτό.

                             Πρώτος ερχομός στην Ελλάδα
 
έργο του Thoman Phillips,
 Στις 2 Ιουλίου του 1809 ο Βύρων αποπλέοντας από το Πλύμουθ μαζί με τον φίλο του Χομπχάουζ και κάποιους υπηρέτες, φθάνει αρχικά στη Λισαβόνα και από εκεί παραπλέοντας το Γιβραλτάρ φθάνει στη Μάλτα όπου και παρέμεινε για μικρό διάστημα. Τον Σεπτέμβριο επιβαίνοντας του αγγλικού πολεμικού "Σπάιντερ" θα αντικρίσει σε λίγο για πρώτη φορά την πόλη που 14 χρόνια μετά θα άφηνε την τελευταία του πνοή. Τελικά αποβιβάστηκε στη Πρέβεζα. Από εκεί επιθυμώντας συνάντηση με τον Αλή Πασά μετέβη στα Ιωάννινα. Φθάνοντας όμως εκεί και μαθαίνοντας ότι εκείνος βρίσκεται στο Τεπελένι, μετά τριήμερη παραμονή, αποφάσισε να μεταβεί στο Τεπελένι όπου και φθάνοντας μετά από εννέα ημέρες έγινε δεκτός από τον Αλή Πασά φιλοξενώντας τον στο Σαράι του. Τις εντυπώσεις του από εκείνη την βάρβαρη αίγλη της φιλοξενίας αποτύπωσε ο Βύρων στο φημισμένο ποίημά του "Το προσκύνημα του Τσάιλντ Χάρολντ".
Από εκεί επιστρέφοντας μέσω Ιωαννίνων στη Πρέβεζα απέπλευσε για Πάτρα, πλην όμως λόγω μεγάλης θαλασσοταραχής αναγκάσθηκε να επιστρέψει. Τελικά αλλάζοντας δρομολόγιο, διέσχισε μαζί με τους συντρόφους του την Ακαρνανία φθάνοντας στο Μεσολόγγι απ΄ όπου και διεκπεραιώθηκε στην Πάτρα και από εκεί μέσω Βοστίτσης (Αιγίου), έφθασε στην Ιτέα απ΄ όπου μέσω ΑράχωβαςΛιβαδειάς και Φυλής έφθασε στην Αθήνα το βράδυ των Χριστουγέννων του 1809, καταλύοντας στην οικία της αδελφής του Έλληνα υποπρόξένου της Αγγλίας.
Κατά τη διάρκεια, της τρίμηνης παραμονής του στην Αθήνα ο Βύρων επισκέφθηκε τις πιο ιστορικές τοποθεσίες της Αττικής, ενώ παράλληλα ερωτεύτηκε σχεδόν παράφορα την Θηρεσία, την νεότερη κόρη του Άγγλου προξένου Θεοδώρου Μακρή, στην οποία αφιέρωσε και το ποίημά του «Κόρη των Αθηνών» (1809).
Στις 4 Απριλίου του 1810 ο κυβερνήτης του αγγλικού δίκροτου "Πυλάδης" που ναυλοχούσε στον Πειραιά προσκάλεσε τον Βύρωνα για ένα ταξίδι μέχρι τη Σμύρνη. Έτσι ο Βύρων αποδεχθείς την πρόσκληση σε λίγες ημέρες έφθανε στη Σμύρνη παραμένοντας εκεί λίγες ημέρες. Στις 11 Μαρτίου ανεχώρησε με την αγγλική φρεγάτα "Σαλσέτ" για την Κωνσταντινούπολη. Κατά την αναμονή άδειας διέλευσης από τα Δαρδανέλια ο Βύρων επανέλαβε το επιχείρημα του μυθικού Λέανδρου διασχίζοντας τα στενά κολυμπώντας από την αρχαία Άβυδο προς Σηστό, άθλο για το οποίο και δικαιολογημένα θα υπερηφανεύεται στο υπόλοιπο της ζωής του. 


Τελικά έφθασε στη Κωνσταντινούπολη στις 13 Μαΐου όπου και παρέμεινε για δύο μήνες, όταν συνοδεύοντας τον Άγγλο πρέσβη στον αποχαιρετιστήριο λόγο του επέστρεψε με το ίδιο πλοίο στην Αγγλία. Στην επιστροφή προσεγγίζοντας η φρεγάτα στη Κέα ο Βύρων αποβιβάστηκε απ΄ όπου και επέστρεψε στην Αθήνα, αυτή τη φορά μόνος όπου και κατέλυσε στη τότε Μονή των Φραγκισκανών παρά το Μνημείο του Λυσικράτη. Κατά την υπόλοιπη δεκάμηνη παραμονή του στην Ελλάδα ο Βύρων με ορμητήριο εκδρομών την παραπάνω Μονή επισκέφθηκε πολλά μέρη κυρίως της Πελοποννήσου. Στη διάρκεια δε κάποιας εκδρομής του στο Σούνιο κινδύνεψε να συλληφθεί όμηρος από Μανιάτες πειρατές. Μεταβαίνοντας λίγες ημέρες μετά στην Πάτρα προσβλήθηκε από ελονοσία και όπως αφηγήθηκε ο ίδιος διασώθηκε από Αλβανούς υπηρέτες του που τρομοκράτησαν τους ιατρούς του λέγοντάς τους πως θα τους αποκεφάλιζαν αν ο κύριός τους δεν θεραπευόταν.
Στις 11 Απριλίου 1811 ο Λόρδος Βύρων επιβιβάστηκε για Μάλτα σε πλοίο που μετέφερε ένα μέρος φορτίου των μαρμάρων του Παρθενώνα που είχε αφαιρέσει ο Έλγιν. Φθάνοντας όμως στη Μάλτα προσβλήθηκε και πάλι από ελονοσία οπότε και αποφάσισε την επιστροφή του στην Αγγλία. Έτσι επιβαίνοντας στις 3 Ιουλίου της αγγλικής φρεγάτας "Βολάζ" επέστρεψε στο Πόρτμουθ στις 17 Ιουλίου.

                                                      Επιστροφή στην Αγγλία

  Με την επιστροφή του στην Αγγλία ο Λόρδος Βύρων ασχολήθηκε αρχικά με την έκδοση των ποιημάτων του όπου με το έργο του «Τσάιλντ Χάρολντ» κατέστη διάσημος, εξ ου και η περίφημη φράση του «ξύπνησα ένα πρωί και βρήκα τον εαυτόν μου διάσημο». Η πρώτη έκδοση με 500 αντίτυπα εξαντλήθηκε μέσα σ΄ ένα τριήμερο, όπου και ακολούθησαν έξι ακόμα εκδόσεις μέσα σ΄ ένα μήνα. Παράλληλα όμως ασχολούμενος με την πολιτική εκφώνησε τον πρώτο του λόγο στη Βουλή των Λόρδων επί νομοσχεδίου που θέσπιζε αυστηρότατες ποινές για τους υπαίτιους των ταραχών που είχαν ξεσπάσει στο Νότιγχαμ μετά την εισαγωγή μηχανών κατασκευής καλτσών, συντασσόμενος με τους φιλελεύθερους. Ο λόγος του εκείνος προκάλεσε ιδιαίτερη εντύπωση, όπου και έσπευσαν πολλοί να το συγχαρούν. Ο δεύτερος λόγος του μετά από δύο μήνες περί της χειραφέτησης των καθολικών "Παπιστών" δεν ήταν τόσο αξιόλογος, αλλά ούτε και ο τρίτος του που εκφώνησε στις 1 Ιουνίου.
Κατά την επόμενη διετία ο Λόρδος Βύρων ήταν πλέον ένας επιτυχημένος ποιητής, ωραίος ως Άδωνις, ευπατρίδης, σχετικά πλούσιος, αλλά και περιφρονητής της ηθικής. έχοντας μεγάλη επιτυχία μεταξύ των γυναικών που όπως ο ίδιος υποστήριζε «υπέστην περισσότερες αρπαγές απ΄ οποιονδήποτε άλλον από την εποχή του Τρωικού πολέμου», δίνοντας όμως καιρό για να συνθέτει τα νέα του ποιήματα όπως "Ο Γκιαούρης", "Η Νύμφη της Αβύδου", "Ο Κουρσάρος", "Ο Λάρα", η "Παριζίνα", η "Πολιορκία της Κορίνθου" κ.ά. που όλα χρονολογούνται στην ίδια περίοδο, αν και κάποια εξ αυτών δημοσιεύτηκαν αργότερα. Την ίδια ταχύτητα συγγραφής των είχαν και οι πωλήσεις τους, συγκεκριμένα το ποίημα "Ο Κουρσάρος" που τυπώθηκε σε 14.000 αντίτυπα πωλήθηκαν μέσα σε μία μόνο ημέρα. Γενικά οι πωλήσεις αυτών του επέφεραν τεράστια κέρδη παρέχοντάς του τη δυνατότητα πλουσιότερης ζωής, δημιουργώντας όμως νέα μεγάλα χρέη για την αντιμετώπιση των οποίων θεώρησε μοναδική διέξοδο τον γάμο.

Η Αυγούστα Άντα Κίνγκ, (κόρη του Λόρδου Βύρωνα) Κόμισσα του Λάβλεϊς (πατρικό Αυγούστα Άντα Μπάιρον) είναι γνωστή για το έργο που άφησε σχετικά με την Αναλυτική Μηχανή του Τσαρλς Μπάμπατζ. Η συνεισφορά της αυτή θεωρείται σήμερα από τους ιστορικούς ως το πρώτο πρόγραμμα για υπολογιστή.

Στις 2 Ιανουαρίου του 1815, διαμένοντας στο Λονδίνο, νυμφεύθηκε την Άννα Ισαβέλλα Μίλμπαγκ, μοναχοκόρη, διανοούμενη, ευσεβής, στερούμενη όμως χιουμοριστικής διάθεσης και άκαμπτα ευπρεπής, με την οποία απέκτησε κόρη την Αυγούστα Άδα. Τα οικονομικά όμως του Βύρωνα δεν βελτιώθηκαν και σε συνδυασμό της εξ αυτών στενοχώριας, του άκρατου πότου με τους φίλους του και των περιορισμών του οικογενειακού βίου κατέστησαν ολέθρια στη συμπεριφορά του απέναντι στη σύζυγό του. Στις 15 Ιανουαρίου του 1816 η σύζυγός του μετέβη με την κόρη τους στο πατρικό της κτήμα, προκειμένου να μη δει την κατάσχεση των επίπλων τους, στέλνοντας όμως καθ΄ οδόν ένα τρυφερό γράμμα στον Βύρωνα. Λίγες όμως ημέρες αργότερα έλαβε γράμμα από τον πεθερό του ότι η σύζυγός του δεν θα επανερχόταν πλέον κοντά του, με περίπου ίδιο περιεχόμενο ακολούθησε και επιστολή της Μίλμπαγκ, εξ αυτών ακολούθησε και ο χωρισμός.
Κύρια αίτια αυτού αναφέρονταν στις παράνομες σχέσεις του Βύρωνα με την ετεροθαλή αδελφή του, της Αυγούστας (κυρίας Leign). Τελικά όταν επήλθε επίσημα ο χωρισμός του στις 21 Απριλίου του 1816 η δημοτικότητα άρχισε να μειώνεται ενώ διάφορες φήμες άρχισαν να διαδίδονται μέχρι και για ομοφυλοφιλικές του τάσεις, ειδικά μετά από μια φραστική επίθεση που έκανε κατά της αντιβασιλείας που θεωρήθηκε ιδιαίτερα προσβλητική. Κατόπιν αυτών η παραμονή του πλέον στην Αγγλία κατέστη αδύνατος, περιορίζοντας τις δημόσιες εμφανίσεις του γεγονός που τον ανάγκασε να την εγκαταλείψει.

Στις 25 Απριλίου του 1816 επιβιβάσθηκε σε πλοίο με μεγάλη συνοδεία όπου μέσω Οστάνδης εγκαταστάθηκε αρχικά στις Βρυξέλλες και από εκεί επισκεπτόμενος το πεδίο της μάχης του Βατερλώ κατέληξε στη Γενεύη Ελβετία όπου και διέμεινε μερικούς μήνες συναντώντας τον εξόριστο εκεί από την Αγγλία ποιητή Σέλλεϋ με τον οποίο και ανέπτυξε ιδιαίτερη φιλία. Στη συνέχεια μετέβη στην Ιταλία, όπου υποστήριξε ενεργά το φιλελεύθερο κίνημα των Ιταλών πατριωτών.

                                          Δεύτερος ερχομός στην Ελλάδα

πίνακας Θ Βρυζάκη
 
Το 1823 κατευθύνεται, ύστερα από παρότρυνση των Άγγλων κεφαλαιούχων, που ενδιαφέρονταν για σύναψη δανείων με την ελληνική κυβέρνηση, προς την Ελλάδα, σταματώντας στην Κεφαλλονιά, όπου παρέμεινε για έξι μήνες στην οικία του κόμη Δελαδέτσιμα, φίλου του Μαυροκορδάτου. Τελικά, αν και αρχικός προορισμός του ήταν ο Μοριάς, εγκαθίσταται στο Μεσολόγγι, όπου έρχεται σε επαφή με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, τον οποίο και υποστηρίζει οικονομικά. Εν τω μεταξύ, έχει σχηματίσει ιδιωτικό στρατό από 40 Σουλιώτες, υπό τους Δράκο, Τζαβέλλα και Φωτομάρα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ήταν από τους πρώτους που συνειδητοποίησαν τις καταστροφικές συνέπειες που θα είχε η σύναψη δανείου στην περίπτωση που αυτό χρησιμοποιείτο όχι για εθνικούς σκοπούς, αλλά για πολιτικές διαμάχες.
Απεβίωσε στις 19 Απριλίου του 1824 ύστερα από πυρετό. Το πένθος για τον θάνατό του ήταν γενικό και ο Διονύσιος Σολωμός συνέθεσε μακρά ωδή στη μνήμη του. Η καρδιά του ενταφιάστηκε στο Μεσολόγγι. Προς εκδήλωση του πένθους στο Μεσολόγγι ρίχτηκαν 37 κανονιοβολισμοί από την ανατολή του ηλίου και μία κάθε λεπτό.
Από τα έργα του τα πιο γνωστά είναι:

  • «Τσάιλντ Χάρολντ»
  • «Δον Ζουάν»
  • «Μάνφρεντ»

Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/







Πάολο Βερονέζε - Paolo Veronese (1528 – 19 Απριλίου 1588)

The Anointment of David circa 1555 

Ο Πάολο Βερονέζε (Paolo Veronese, 1528 – 19 Απριλίου 1588) ήταν φημισμένος Ιταλός ζωγράφος της Αναγέννησης στην Βενετία, γνωστός για τους πίνακές του Ο Γάμος στην Κανά (σήμερα στο Λούβρο) και Το Δείπνο στο σπίτι του Λευί (Cena a casa di Levi, Πινακοθήκη της Ακαδημίας, Βενετία). Υιοθέτησε το όνομα Πάολο Κάλιαρι (Paolo Cagliari ή Paolo Caliari),[6] και έγινε γνωστός με το όνομα Βερονέζε (Veronese) εξαιτίας της καταγωγής του από την πόλη της Βερόνας.

Ο Βερονέζε, ο Τιτσιάνο (Tiziano) και ο Τιντορέττο (Tintoretto) αποτελούν τους κυριότερους εκπροσώπους της Βενετικής Σχολής στη «Χρυσή εποχή» της Βενετίας στο τέλος της Αναγέννησης (16ος αιώνας). Ο Βερονέζε είναι γνωστός για την ικανότητά του να χρησιμοποιεί με μαεστρία λαμπρούς χρωματικούς τόνους για τις πλούσιες διακοσμήσεις τόσο των τοιχογραφιών όσο και των πινάκων που φιλοτέχνησε. Τα πιο διάσημα έργα του είναι περίτεχνες απεικονίσεις σκηνών που χαρακτηρίζονται από έναν πομπώδη χρωματικά, δραματικό, και σχεδόν τελετουργικό, χαρακτήρα, με πολλά αρχιτεκτονικά στοιχεία και πλούσιο διάκοσμο. Οι μεγάλοι του πίνακες βιβλικών σκηνών που εκτελέστηκαν για να διακοσμήσουν τις τραπεζαρίες μοναστηριών στη Βερόνα και στη Βενετία είναι ιδιαίτερα αξιόλογοι. Το 1572 δικάζεται από το Ιεροδικείο της Ιεράς Εξέτασης, για τον πίνακα Μυστικός Δείπνος, στην βασιλική των Αγίων Ιωάννη και Παύλου (basilica dei Santi Giovanni e Paolo, San Zanipolo - Σαν Τσανίπολο, στα βενετσιάνικα). Ο Βερονέζε υποστήριξε ότι οι ζωγράφοι πρέπει να «απολαμβάνουν την ελευθερία που απολαμβάνουν οι ποιητές και οι τρελοί», χωρίς όμως ποτέ να εισακουστεί. Η μετονομασία του τίτλου σε «Δείπνο στο σπίτι του Λευί», σύμφωνα με ένα απόσπασμα από το Κατά Λουκά Ευαγγέλιο, διέσωσε ένα σημαντικό έργο, σήμερα στην Πινακοθήκη της Ακαδημίας της Βενετίας.

Το αρχείο απογραφών της Βερόνα δείχνει ότι ο Βερονέζε γεννήθηκε το 1528, γιος ενός σμιλευτή, του Γκαμπριέλε (Gabriele), και της συζύγου του Κατερίνας. Στην ηλικία των 14 χρονών, ο Βερονέζε μαθήτευσε στον τοπικό καλλιτέχνη Αντόνιο Μπαντίλε (Antonio Badile), και ίσως με τον Τζοβάννι Φραντσέσκο Καρότο (Giovanni Francesco Caroto). Τμήματα ενός πίνακα του Μπαντίλε το 1543, εικάζεται από ειδικούς ότι αποτελούν έργο του μαθητευόμενου ζωγράφου. Το ταλέντο του Βερονέζε πολύ γρήγορα ξεπέρασε αυτό των δασκάλων του και του εργαστηρίου στο οποίο δούλευε και το 1544 δεν εργαζόταν πλέον με τον Μπαντίλε .

Η οικία του Βερονέζε στη Βενετία
Βενετία

Μετά τη Βερόνα εργάστηκε για ένα μικρό χρονικό διάστημα στη Μάντοβα το 1958, στην υπηρεσία του Καρδινάλιου Έρκολε Γκοντζάγκα, όπου ζωγράφισε τοιχογραφίες στον καθεδρικό ναό του Αγίου Αντωνίου, πριν εγκατασταθεί τελικά στην Βενετία. Η πρώτη του παραγγελία ήταν η Ιερή Συνομιλία (Sacra Conversazione) από την εκκλησία του Σαν Φραντσέσκο ντέλλα Βίνια (San Francesco della Vigna) 1552. Το 1533 έλαβε την πρώτη δημόσια παραγγελία για την αίθουσα του Συμβουλίου των Δέκα (Sala dei Cosiglio dei Dieci) και άλλες αίθουσες όπως η Sala dei Tre Capi del Consiglio, του παλατιού των Δόγηδων. Στη συνέχεια ζωγράφισε την Ιστορία της Εσθήρ στην οροφή της εκκλησίας του Σαν Σεμπαστιάνο (San Sebastiano). Ήταν οι τοιχογραφίες αυτές στην εκκλησία του Σαν Σεμπαστιάνο, στο παλάτι των Δόγηδων και στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη που τον καθιέρωσαν σαν έναν από τους μεγαλύτερους ζωγράφους της Βενετίας και της εποχής του [10]. Ήδη τα έργα του επιδεικνύουν μια αξιοθαύμαστη δεξιοτεχνία που συνδυάζει τόσο την προοπτική απεικόνισης που πρωτοχρησιμοποίησε ο Κορρέτζο όσο και τον ηρωισμό που χαρακτηρίζει το έργο του Μιχαήλ Αγγέλου.Το 1566 του ανατέθηκε να ζωγραφίσει την πρώτη από τις μνημειώδεις σκηνές γευμάτων του, το Δείπνο στο σπίτι του Σίμωνα, το οποίο ολοκληρώθηκε το 1570. Ωστόσο, εξαιτίας της αποσπασματικής της σύνθεσης και έλλειψης εστίασης δεν θεωρείται η πιο επιτυχημένη τοιχογραφία που επιμελήθηκε προσωπικά.

Η έπαυλη Μπάρμπαρο

Στα τέλη του 1550, ο Βερονέζε διέκοψε την εργασία του στο Σαν Σεμπαστιάνο και ανέλαβε τη διακόσμηση της έπαυλης Μπάρμπαρο στο Μαζέρ της Ιταλίας, ενός πρόσφατα ολοκληρωμένου κτιρίου που σχεδίασε ο διάσημος αναγεννησιακός αρχιτέκτονας Αντρέα Παλλάντιο (Andrea Palladio). Οι τοιχογραφίες σχεδιάστηκαν έτσι ώστε να συνδυάσουν την ουμανιστική τέχνη με την Χριστιανική πνευματικότητα. Οι τοιχογραφίες περιελάμβαναν απεικονίσεις της οικογένειας Μπάρμπαρο ενώ οι οροφές του κτιρίου διακοσμήθηκαν με μπλε ουρανούς και μυθολογικές φιγούρες. Ο Βερονέζε διακόσμησε την έπαυλη Μπάρμπαρο με έναν πληθωρικό οίστρο, ακτινοβόλα χρώματα και έφτασε σε εξαίρετα ευρήματα προοπτικής απόδοσης. Η συνάντηση αυτή του ζωγράφου Βερονέζε και του αρχιτέκτονα Παλλάντιο ήταν ένας αισθητικός θρίαμβος της Αναγέννησης.



Ο Γάμος στην Κανά

Μοναστικές παραγγελίες

Ο Γάμος στην Κανά φιλοτεχνήθηκε το 1562-1563 και ήταν παραγγελία για την σχεδιασμένη από τον Παλλάντιο τραπεζαρία του μοναστηριού του Σαν Τζόρτζο Ματζόρε (San Giorgio Maggiore). Όπως σε άλλους πίνακες γευμάτων, η σκηνή καταφέρνει να αποδώσει την εορταστική ζωντάνια και ατμόσφαιρα της κοσμοπολίτικης Βενετίας του 16ου αιώνα. Ο πίνακας ήταν τεράστιος: υπήρχαν πάνω από 100 μορφές, συμπεριλαμβανομένου του Τιτσιάνο, του Τιντορέτο και του ίδιου του Βερονέζε που εκτείνονται σε μία επιφάνεια σχεδόν 10 μέτρων. Στο πρώτο πλάνο του πίνακα υπάρχει ένα διάζωμα με περίτεχνες αχνές φιγούρες και εκατέρωθεν υπάρχουν δύο σκάλες που οδηγούν σε μία εξέδρα περιστοιχισμένη με Ρωμαϊκές κολόνες. Το όλο σύνολο πλαισιώνεται με έναν εκπληκτικό γαλάζιο ουρανό .



Η Οικογένεια του Δαρείου ενώπιον του Αλεξάνδρου, 1565-1570

Η οικογένεια του Δαρείου

Στον πίνακα Η Οικογένεια του Δαρείου ενώπιον του Αλεξάνδρου (1565-1570) ο Βερονέζε οργανώνει αριστουργηματικά, τα αρχιτεκτονικά στοιχεία του πίνακα έτσι ώστε ο νοητός τους άξονάς να διατρέχει παράλληλα με το εγκάρσιο επίπεδο της εικόνας, προβάλλοντας έτσι εντυπωσιακά το χαρακτήρα πομπής της σύνθεσης. Η συνθετική ιδιοφυΐα του καλλιτέχνη έγκειται στο ότι αντιλήφθηκε έγκαιρα σαν καλλιτέχνης τις επιπτώσεις της προοπτικής στα έργα τέχνης, που χωρίς αυτή θα ήταν ανιαρά σε κάποια τραπεζαρία ή σαλόνι ευγενούς, και ότι η αφήγηση ενός πίνακα γίνεται πολύ πιο αντιληπτή και εύγλωττη μέσα από τη χρήση ενός λαμπρού χρωματικού ιδιώματος .

Ωστόσο, οι πίνακες αυτοί δεν διακατέχονται από συναίσθημα, είναι πολύ περισσότερο, άρτια οργανωμένες, ζωντανές απεικονίσεις ενός πολύπλοκου θέματος σε ένα οριζόντιο κυρίως άξονα, όπου η διάχυση του φωτός και των χρωμάτων παίζουν τον κύριο ρόλο ενώ το συναίσθημα έχει δευτερεύουσα σημασία, χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι οι πίνακες αυτοί δεν δημιουργούν έντονα αισθήματα στο θεατή. Η διαυγής και πολύχρωμη δουλειά του Βερονέζε την περίοδο αυτή ίσως αντανακλά την ευτυχισμένη προσωπική ζωή του καλλιτέχνη που έχοντας παντρευτεί την κόρη του Μπαντίλε, Έλενα το 1565 έχει αποκτήσει 4 γιους και μία κόρη.


Το Δείπνο στο σπίτι του Λευί

Το 1573 ο Βερονέζε ολοκλήρωσε τον πίνακά του Το Δείπνο στο σπίτι του Λευί που προοριζόταν για την τραπεζαρία της βασιλικής του Σαν Τζανίπολο (San Zanipolo). Αρχικά ο πίνακας είχε ως θέμα τον Μυστικό Δείπνο, που σχεδιάστηκε για να αντικαταστήσει έναν παρόμοιο πίνακα του Τιτσιάνο που καταστράφηκε σε μία πυρκαγιά. Ο πίνακας είχε ύψος 5 μέτρων και πλάτος 12 μέτρων και αποτελεί αναμφισβήτητα τον καλύτερο πίνακα του καλλιτέχνη, με σκηνές δείπνων. Η θεματολογία αυτή τη φορά δεν είχε μόνο τη σκηνή του δείπνου αλλά και άλλα στοιχεία όπως Γερμανούς στρατιώτες, κωμικούς νάνους και μια ποικιλία εξωτικών ζώων. Η χρωματική επιδεξιότητα του Βερονέζε φτάνει στον πίνακα αυτό σε νέα ύψη έντασης και λαμπρότητας και μια νεοαποκτηθείσα επιμέλεια στις ανθρώπινες εκφράσεις και τον εσωτερικό κόσμο των μορφών του, σηματοδοτεί μία στροφή του καλλιτέχνη σε ένα πιο προσωπικό και στοχαστικό ύφος .

Άλλα έργα

Εκτός από τις τοιχογραφίες και τις διακοσμήσεις οροφών ο Βερονέζε δημιούργησε και πολλούς πίνακες για τη διακόσμηση τέμπλων εκκλησιών (Η Αγιοποίηση του Αγίου Νικολάου, 1561-2, (Εθνική Πινακοθήκη, Λονδίνο, πίνακες με μυθολογικά θέματα (Αφροδίτη και Άρης, 1578, Μητροπολιτικό Μουσείο Τέχνης, Νέα Υόρκη,), και πορτραίτα (Πορτραίτο μιας κυρίας, 1555, Λούβρο, Παρίσι). Ένας σημαντικός αριθμός σχεδίων με μολύβι, μελάνη, κιμωλία σε στυλ κιαροσκούρο (chiaroscuro) και ρικόρντι (ricordi), που διασώζονται ακόμα και εκτίθενται σε μουσεία και ιδιωτικές συλλογές.

Ο Βερονέζε ήταν ένας από τους πρώτους καλλιτέχνες που τα έργα του ήταν περιζήτητα από τους συλλέκτες της εποχής του, ενώ ήταν ακόμη εν ζωή. Ο Βερονέζε ηγείτο ενός οικογενειακού εργαστηρίου, που περιλάμβανε τον αδελφό του Μπενεντέτο Κάλιαρι (Benedetto Caliari) και τους γιους του Κάρλο (Carlo Caliari) και Γκαμπριέλε Κάλιαρι (Gabriele Caliari) και που παρέμεινε ενεργό μετά το θάνατό του στη Βενετία το 1588. Ανάμεσα στους μαθητές του ήταν οι Τζοβάννι Μπαττίστα Τζελότι (Giovanni Battista Zelotti), Τζοβάννι Αντόνιο Φασόλο (Giovanni Antonio Fasolo), Λουίτζι Μπενφάτο (Luigi Benfatto), ο Έλληνας Αντώνιος Βασιλάκης (Antonio Bassilacchi) αλλά και πολλοί άλλοι.

Αλληγορία δύναμης και σοφίας (1580)

Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/








Φερνάντο Μποτέρο

 


Ο Φερνάντο Μποτέρο (Fernando Botero), γεννημένος στις 19 Απριλίου 1932, είναι σύγχρονος Κολομβιανός ζωγράφος και γλύπτης. Θεωρείται ένας από τους πιο πετυχημένους καλλιτέχνες της Λατινικής Αμερικής, του οποίου η φήμη έχει εδραιωθεί σε παγκόσμια κλίμακα. Το έργο του ξεχωρίζει για τις παραμορφωμένες διαστάσεις των αντικειμένων που απεικονίζει και για τις ογκώδεις και ευτραφείς ανθρώπινες μορφές του.
Μπρούντζινο γλυπτό του Μποτέρο
Ο Μποτέρο γεννήθηκε το 1932 στην πόλη Μεδεγίν της Κολομβίας, γνωστή για τις κακόφημες συνοικίες της. Ο πατέρας του ήταν έμπορος και πέθανε ενώ ο Φερνάντο ήταν δύο έτων. Η πρώτη του επαφή με τη ζωγραφική προήλθε εξ ολοκλήρου από βιβλία και αντίγραφα. Στην ηλικία των δώδεκα ετών, παράλληλα με τις σπουδές του, άρχισε να εκπαιδεύεται ωςταυρομάχος, κατόπιν προτροπής κάποιου θείου του, ωστόσο δεν έδειξε ποτέ ιδιαίτερο εδιαφέρον στην τέχνη της ταυρομαχίας. Οι σκηνές των ταυρομαχιών, αποτέλεσαν όμως ένα από τα θέματα που επιχείρησε να αποδώσει στα πρώιμα έργα του, παράλληλα με αρκετές τοπιογραφίες, τις οποίες ζωγράφιζε στην ύπαιθρο. Μέρος της θεματολογίας και έμπνευσής του προερχόταν ακόμα από τα βιβλία του πατέρα του, με θέμα τη γαλλική επανάσταση, τα οποία ήταν εικονογραφημένα με αρκετές προσωπογραφίες της εποχής. Η πρώτη του ατομική έκθεση οργανώθηκε με μεγάλη επιτυχία το 1952, στη γκαλερί του Leo Matiz, στην πόλη της Μπογοτά όπου είχε εγκατασταθεί νωρίτερα. Τον ίδιο χρόνο, συμμετείχε στο 9ο Σαλόνι Κολομβιανών Καλλιτεχνών και απέσπασε το δεύτερο βραβείο, γεγονός που του εξασφάλισε φήμη στον κύκλο των καλλιτεχνών και διανοουμένων της Μπογοτά, αλλά και αρκετά χρήματα ώστε να πραγματοποιήσει ένα ταξίδι στην Ευρώπη.
Ρωμαίος μονομάχος, Μεδεγίν

Το φθινόπωρο του 1952, ο Μποτέρο εγκαταστάθηκε στη Μαδρίτη και γράφτηκε στην Ακαδημία του Σαν Φερνάντο για σπουδές στηζωγραφική. Παρέμεινε στην ακαδημία για δύο εξάμηνα, μελετώντας παράλληλα τα κλασικά έργα που φιλοξενούνταν στο μουσείο του Πράδο και στη συνέχεια, αφού επισκέφτηκε για ένα διάστημα το Παρίσι, την καλλιτεχνική πρωτεύουσα στη δεκαετία του 1950, μετακόμισε στη Φλωρεντία όπου γράφτηκε στην Ακαδημία του Αγίου Μάρκου. O Μποτέρο σπούδασε για πρώτη φορά τις θεωρητικές βάσεις της ζωγραφικής παράλληλα με τις τεχνικές πλευρές της, παρακολουθώντας τις διαλέξεις των διακεκριμένων ιστορικών τέχνης Ρομπέρτο Λόνγκι (Roberto Longhi) και Μπέρναρντ Μπέρενσον (Bernard Berenson). Παράλληλα, ταξιδεύοντας στην Ιταλία, μελέτησε τα έργα των κλασικών τηςαναγέννησης, όπως του Πιέρο ντέλα Φραντσέσκα στο Αρέτσο ή των Τιτσιάνο και Τζορτζόνε στη Βενετία.
γλυπτό του Μποτέρο
Tον Μάρτιο του 1955, επέστρεψε στην Μπογοτά όπου πραγματοποίησε ατομική έκθεση, με έργα που είχε ολοκληρώσει κατά την περίοδο της διαμονής του στην Ιταλία. Η έκθεση αυτή σημείωσε αποτυχία, καθώς τα έργα έγιναν δεκτά με περιορισμένο ενδιαφέρον και θεωρήθηκαν αρκετά «ακαδημαϊκά». Χωρίς οικονομικούς πόρους από τα έργα του, ο Μποτέρο αναγκάστηκε για ένα μικρό χρονικό διάστημα να συντηρηθεί οικονομικά εργαζόμενος ως πωλητής ελαστικών αυτοκινήτων. Λίγους μήνες αργότερα, αναχώρησε για τοΜεξικό, το οποίο πρωταγωνιστούσε εκείνη την εποχή στην καλλιτεχνική ζωή της Λατινικής Αμερικής, με καλλιτέχνες διεθνούς ακτινοβολίας όπως η Φρίντα Κάλο ή ο Ντιέγο Ριβέρα
Οι χορευτές

Ο Μποτέρο επηρεάστηκε από το μοντέρνο κίνημα στο Μεξικό, αν και ο ίδιος δεν το ακολούθησε ποτέ πιστά, και σύντομα άρχισε να συνεργάζεται με επαγγελματικές γκαλερί και να διαπραγματεύεται εκθέσεις έργων του σε χώρες του εξωτερικού. Την ίδια περίπου περίοδο, ξεκίνησε να διαφοροποιεί τον όγκο των μορφών που απεικόνιζε στους πίνακές του, υιοθετώντας ογκώδεις και παραμορφωμένες φιγούρες, στοιχεία που τα επόμενα χρόνια θα συνιστούσαν το κύριο χαρακτηριστικό του έργου του. Ένα από τα πρώτα έργα στα οποία εφάρμοσε την τεχνοτροπία αυτή, αποτέλεσε η Νεκρή φύση με μαντολίνο, το οποίο παρουσίασε στα τέλη του 1956 και τις αρχές του 1957, στα πλαίσια της συμμετοχής του σε μία έκθεση της Παναμερικανικής Ένωσης, που διοργανώθηκε στην Ουάσιγκτον. Στην Αμερική, ο Μποτέρο είχε επίσης την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με τον Αφηρημένο Εξπρεσιονισμό και το έργο καλλιτεχνών όπως ο Τζάκσον Πόλοκ και ο Βίλεμ ντε Κούνιγκ.

Adam and Eve

Μετά την επιστροφή του στη Μπογκοτά, διορίστηκε καθηγητής ζωγραφικής στη Σχολή Καλών Τεχνών, σε ηλικία μόλις 26 ετών και αναγνωρισμένος ως ένας από τους σημαντικότερους καλλιτέχνες της νέας γενιάς. Την περίοδο αυτή ξεκίνησε να φιλοτεχνεί και «παραφράσεις» γνωστών πινάκων. Ανάμεσα στα διάσημα έργα από τα οποία εμπνεύστηκε για να φιλοτεχνήσει τη δική του εκδοχή, ανήκει η Μόνα Λίζα του Λεονάρντο και το Παιδί του Vallecas, έργο του Ντιέγο Βελάσκεθ. Το 1960 ταξίδεψε εκ νέου στην Ουάσιγκτον, με την ευκαιρία μίας ακόμα έκθεσης, και αυτή τη φορά αποφάσισε να παραμείνει στις Ηνωμένες Πολιτείες, μετακομίζοντας στη Νέα Υόρκη
 Dancing in Colombia

Τα επόμενα χρόνια διαμόρφωσαν σημαντικά τον Μποτέρο ως καλλιτέχνη, κατά τρόπο ανάλογο με την μαθητεία του στην Ευρώπη. Μέχρι το 1965 κατέληξε στο ύφος της εικονογράφησής του, χωρίς να επηρεαστεί ιδιαίτερα από τις τεχνικές του Αφηρημένου Εξπρεσιονισμού ή της Ποπ Αρτ που αποτελούσαν τότε τα κυρίαρχα ρεύματα στη Νέα Υόρκη. Παράλληλα εξασφάλισε την οικονομική επιτυχία μέσα από τα έργα του, τα οποία άρχισαν να εκτιμώνται ακόμα περισσότερο από τις αρχές του 1966
Κυριακάτικος Περίπατος

Τη χρονιά αυτή, οργανώθηκε μία έκθεση του Μποτέρο στο Ανόβερο, που συνοδεύτηκε από ευμενή σχόλια και κριτικές, καθώς και μία δεύτερη ατομική έκθεση στο Κέντρο Τέχνης του Μιλγουόκι, η οποία τον έκανε ευρύτερα γνωστό στο αμερικανικό κοινό. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960, πίνακες του Μποτέρο φιλοξενούνταν στις συλλογές του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης, του Μητροπολιτικού Μουσείου ή του Μουσείου Γκούγκενχαϊμ.
Το 1973 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και στράφηκε εκ νέου προς τη γλυπτική, με την οποία είχε ήδη από το 1964 πειραματιστεί. 
Dancers

Τον επόμενο χρόνο, διοργανώθηκε η πρώτη του αναδρομική έκθεση στην Μπογοτά, ενώ τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν και άλλες, στοΚαράκας της Βενεζουέλας (1976), στο Τόκιο και την Οσάκα (1980), στο Μαρτινύ τηςΕλβετίας (1990), στο Μεξικό (1997), στη Στοκχόλμη και την Κοπεγχάγη (2001) και στηνΑθήνα (2006). Στις αρχές του 1980, εγκαταστάθηκε στην Τοσκάνη όπου ζει μέχρι σήμερα, ταξιδεύοντας τακτικά στη Νέα Υόρκη και την Κολομβία.
Το έργο του Μποτέρο περιλαμβάνει προσωπογραφίες (συνήθως ομαδικές), τοπία και αναπαραστάσεις νεκρής φύσης ή καθημερινών σκηνών, προσηλωμένο στην παραστατική ζωγραφική και κατά βάση ανθρωποκεντρικό. Αν και χαρακτηρίζεται ως εικονιστικός ζωγράφος, το έργο του απέχει από τον ρεαλισμό, αποδίδοντας την πραγματικότητα μέσα από ογκώδεις διαστάσεις των αντικειμένων και υπερτροφικές, ευτραφείς ανθρώπινες μορφές. Η υπερβολή αυτή, επαναλαμβανόμενη στο έργο του Μποτέρο, αποτελεί βασικό στοιχείο του ιδιαίτερου και άμεσα αναγνωρίσιμου ύφους του, μαζί με την καθαρότητα στην απόδοση των μορφών που παραπέμπει στην αναγεννησιακή τέχνη


Ο Μποτέρο απεικόνισε όλο το φάσμα της λατινοαμερικανικής μικροαστικής τάξης, σπανίως στο χώρο εργασίας της, προσεγγίζοντάς την με συμπάθεια, αίσθημα αλληλεγγύης και «αγάπη σε κάθε πινελιά», όπως ο ίδιος σημειώνει, αποτυπώνοντας την συνήθως μέσα σε ένα κλίμα ευφορίας. Από το έργο του δεν λείπει και το στοιχείο της πολιτικής και κοινωνικής ευαισθησίας. Τα βασανιστήρια που υπέστησαν οι ιρακινοί αιχμάλωτοι στις φυλακές του Αμπου Γκράιμπ, στις αρχές του 2003, τον ενέπνευσαν για μία σειρά από πίνακες που αποτυπώνουν το γεγονός αυτό.
Man eating


Τα γλυπτά του είναι εμπνευσμένα από αρκετές διαφορετικές πηγές, με κυρίαρχες επιρροές από την πρώιμη αιγυπτιακή τέχνη και τα ανθρωπόμορφα αγγεία και γλυπτά των προκολομβιανών πολιτισμών. Χαρακτηρίζονται συχνά από τις γιγαντιαίες διαστάσεις τους και βασίζονται κυρίως στο μονόχρωμο μπρούντζο, αγαπημένο υλικό του Μποτέρο. Βασικό στοιχείο για το σύνολο των γλυπτών του είναι ακόμα η άρτια εκτέλεση και οι ομαλές,
λείες επιφάνειες, στοιχείο που υπογραμμίζει τον αισθησιασμό των έργων. Υπερμεγέθη γλυπτά του Μποτέρο εκτέθηκαν δημόσια, για πρώτη φορά, στο Καστέλο Μπελβεντέρε της Φλωρεντίας, το 1991, και αμέσως μετά στο καζίνοτου Μόντε Κάρλο και στα Ηλύσια Πεδία του Παρισιού. Το 1993 υπήρξε ο πρώτος καλλιτέχνης του οποίου γλυπτά παρουσιάστηκαν στην Παρκ Άβενιου της Νέας Υόρκης, ενώ το 1999 τριάντα γλυπτά του εκτέθηκαν στην Πιάτσα ντελα Σινιορία της Φλωρεντίας, ανάμεσα σε έργα του Μιχαήλ Άγγελου και του Τσελίνι.
ΠΗΓΗ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ


Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/









Άλμπερτ Αϊνστάιν ( 14 Μαρτίου 1879 – 18 Απριλίου 1955)


 Αϊνστάιν: Η απίστευτη ζωή του πιο σπουδαίου επιστήμονα στον κόσμο [εικόνες]


ΑΝΑΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΑΠΟ https://www.iefimerida.gr/



Πριν από 137 χρόνια, σαν χθες, στις 14 Μαρτίου 1879, η Πωλίν Κοχ γέννησε ένα αγόρι, το οποίο ονομάστηκε Αλβέρτος. Αν και δεν θεωρήθηκε ως ένα ιδιαίτερα έξυπνο ή προχωρημένο παιδί, ο Αϊνστάιν κατάφερε να γίνει ο πιο λαμπρός επιστήμονας της εποχής του.

Κάποιοι μάλιστα υποστηρίζουν ότι η ανθρωπότητα δεν θα ξαναδεί ποτέ όμοιο του Αϊνστάιν.
Όλοι αναρωτιούνται πώς κάποιος, ο οποίος «δεν είχε καμία κατανόηση για το πώς σχετίζονται μεταξύ τους οι άνθρωποι», έγινε ο πιο αγαπημένος επιστήμονας της ιστορίας, δημιουργώντας την Θεωρία της Σχετικότητας.
Ας δούμε την συναρπαστική ζωή του, μέσα από ένα εκπληκτικό αφιέρωμα που ετοίμασε το Business Insider. 
 
 
Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν γεννήθηκε στο Ulm, της Γερμανίας στις 14 Μαρτίου 1879 από την Πωλίν Κοχ και Χέρμαν Αϊνστάιν
Ο Άλμπερτ ήταν ο μεγαλύτερος από τα δύο παιδιά της οικογένειας - η μικρότερη αδελφή του, Μαρία Αϊνστάιν, γεννήθηκε περίπου δύο χρόνια αργότερα, το Νοέμβρη του 1881.
Ο Αϊνστάιν φέρεται να ήταν αργός στο να μάθει πώς να μιλήσει. Αυτό, σε συνδυασμό με την τάση του να ψιθυρίζει λόγια στον εαυτό του, οδήγησε την καμαριέρα της οικογενείας να του δώσει το παρατσούκλι «der Depperte» - «ο ναρκωμένος».

Οι γονείς του Αϊνστάιν ανησυχούσαν για την ευφυΐα του γιου τους, καθώς καθυστερούσε να μάθει να μιλάει 
 
 
Ένα χρόνο μετά την γέννηση του Αϊνστάιν, ο πατέρας, η μητέρα, και ο θείος του μετακόμισαν στο Μόναχο – για να δημιουργήσουν μια εταιρεία ηλεκτρισμού – και εκεί ο Αϊνστάιν πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της προσχολικής εκπαίδευσης του.
Το γυμνάσιο που φοίτησε έλαβε τελικά το όνομα του, το 2010.

Ο Αϊνστάιν ανέπτυξε ένα δυνατό πάθος για τη μουσική όταν ήταν έφηβος 
 
 
Ο Αϊνστάιν ξεκίνηισε μαθήματα βιολιού σε ηλικία 5 ετών, αλλά άρχισε να απολαμβάνει πραγματικά τη μουσική στα 13, όταν και ανακάλυψε τις σονάτες για βιολί του Μότσαρτ. Μετά από αυτήν την γνωριμία, ο Αϊνστάιν θα παίζει το βιολί στα κουαρτέτα εγχόρδων για όλη την υπόλοιπη ζωή του.
«Η μουσική του Μότσαρτ είναι τόσο καθαρή και όμορφη που την θεωρώ ως μια αντανάκλαση της εσωτερικής ομορφιάς του ίδιου του σύμπαντος» είχε πει ο Αϊνστάιν σε ένα φίλο.

Έγραψε την πρώτη επιστημονική εργασία του ως έφηβος 
 
 
Καθως οι επιδόσεις του στο σχολείο δεν ήταν και άριστες, ο Αϊνστάιν έμελλε να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση, αλλά όταν αυτή απέτυχε το 1894, η οικογένεια του Αϊνστάιν μετακόμισε στη βόρεια Ιταλία.
Ήταν εκεί, στην Ιταλία, που ο έφηβος πια Αϊνστάιν έγραψε αυτό που σήμερα θεωρείται ως η πρώτη επιστημονική εργασία του, η οποία και διερεύνησε τη φύση του αιθέρα - ένα υποθετικό πείραμα του πώς το φως ταξιδεύει μέσα στο διάστημα. Ο ίδιος ο Αϊνστάιν θα την διαψεύσει λίγα χρόνια μετά. Μέχρι τον θάνατό του, ο Αϊνστάιν δημοσίευσε συνολικά περισσότερες από 300 επιστημονικές εργασίες.

Σε ηλικία 21 ετών, ο Αϊνστάιν απέκτησε το δίπλωμα του στην Φυσική 
 
 Ο Αϊνστάιν αποφοίτησε από το Πολυτεχνείο της Ζυρίχης, Ελβετία, το 1900. Αν και ο Αϊνστάιν έδειξε εξαιρετική επιδεξιότητα στο θεωρητικά μαθήματα φυσικής, σκόραρε πολύ χαμηλότερα στα μαθηματικά.
«Δεν ήταν σαφές σε μένα ως φοιτητή πως οι βασικές αρχές της Φυσικής είναι άμεσα συνδεδεμένες με τις πιο περίπλοκες μαθηματικές μεθόδους», παραδέχτηκε αργότερα.

Ο αγώνας της οικογένειας του για επιβίωση όταν ήταν παιδί οδήγησε τον Αϊνστάιν να ασπαστεί τον Σοσιαλισμό 
 
 Το 1902, ο πατέρας του Αϊνστάιν πέθανε, αφήνοντας τον να φροντίζει τη μητέρα και την αδελφή του, κάτι το οποίο ήταν εξαιρετικά δύσκολο, καθώς ήταν άνεργος.
Επιπλέον, η οικογένεια του ήταν σε σημαντικό βαθμό χρεωμένη προς τον θείο του Αϊνστάιν. Αυτή η οικονομική πίεση, η οποία σε μεγάλο βαθμό οφειλόταν στην αποτυχία των επιχειρήσεων της οικογένειας, ήταν και αυτό που οδήγησε τον Αϊνστάιν να υποστηρίξει τα ιδανικά του σοσιαλισμού, έναντι του καπιταλιστικού συστήματος. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του μάλιστα ο Αϊνστάιν οραματίστηκε και υποστήριξε την λύση μιας ενιαίας κυβέρνησης για όλον τον κόσμο.

Σε ηλικία 23 ετών, ο Αϊνστάιν αποκτά το πρώτο παιδί του - εκτός γάμου 
 
 
Την ίδια χρονιά που πέθανε ο πατέρας του, ο Αϊνστάιν αποκτά το πρώτο του παιδί με την Μιλέβα Μάριτς, την οποία και είχε γνωρίσει ενώ σπούδαζε στην Ζυρίχη.
Η Μιλέβα φοιτούσε στο ίδιο τμήμα Φυσικής με τον Αϊνστάιν, αλλά δεν κατάφερε ποτέ να αποφοιτήσει. Οι δύο τους παντρεύτηκαν το 1903, αλλά λίγα πράγματα είναι γνωστά για την τύχη του πρώτου παιδιού τους - μια κόρη που οι ιστορικοί θεωρούν ότι είτε υιοθετήθηκε, είτε πέθανε από οστρακιά.
Το 1904, το ζευγάρι απέκτησε τον πρώτο από τους δύο γιους τους, τον Χανς Άλμπερτ Αϊνστάιν.

Παρά την ευφυΐα του, ο Αϊνστάιν δεν μπορούσε να βρει ακαδημαϊκή θέση μετά την αποφοίτηση του 

 Ακόμη και μετά την απόκτηση του πτυχίου της Φυσικής, ο Αϊνστάιν δεν μπορούσε να βρει εργασία στα πανεπιστήμια και η αρχική προσπάθεια του να αποκτήσει ένα διδακτορικό - που θα τον βοηθούσε στην αναζήτηση εργασίας- απέτυχε.
Αντ 'αυτού, κατάφερε να αποκτήσει μια θέση ως υπάλληλος στο Ομοσπονδιακό Γραφείο Πνευματικής Ιδιοκτησίας, στο γραφείο ευρεσιτεχνιών της Βέρνης, το 1903 - δύο χρόνια πριν αναπτύξει την ειδική θεωρία της σχετικότητας.

Μετά από δύο χρόνια ως υπάλληλος στο γραφείο ευρεσιτεχνίας, ο Αϊνστάιν δημοσίευσε τέσσερις επιστημονικές εργασίες στο επιστημονικό περιοδικό «Annals of Physics»
 
 
Μια εξήγηση, με δικά του λόγια (μέσα από μια επιστολή που έγραψε σε ένα φίλο για το περιεχόμενο των δημοσιεύσεων του):
«Η πρώτη ασχολείται με την ακτινοβολία και τις ενεργειακές ιδιότητες του φωτός και είναι πολύ επαναστατική». (περιγράφει την θεωρία, η οποία έθεσε τις βάσεις για ένα εντελώς νέο επιστημονικό πεδίο: την Κβαντομηχανική)
«Η δεύτερη είναι ο προσδιορισμός του πραγματικού μεγέθους των ατόμων»
«Η τέταρτη είναι μόνο ένα προσχέδιο ακόμη και αποτελεί μια τροποποίηση της θεωρίας του χώρου και του χρόνου». (Έτσι περιγράφει την Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας)

Αλλά ήταν στο τέλος του 1905, που ο Αϊνστάιν ανέπτυξε την πιο διάσημη εξίσωση του 
 
 
Στη συνέχεια, το 1905 ονομάστηκε το «έτος θαύμα» για τον Αϊνστάιν. Ήταν τότε που δημοσίευσε και την πέμπτη εργασία του, η οποία περιελάμβανε μια προσθήκη στην Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας που είχε αναπτύξει νωρίτερα.
Η εργασία εντόπιζε μια νέα σχέση μεταξύ της ενέργειας και της μάζας, η οποία τελικά γέννησε την πιο διάσημη εξίσωση στον κόσμο: E = mc2.

Τέσσερα χρόνια αργότερα, το 1909, του προσφέρθηκε η πρώτη μόνιμη ακαδημαϊκή θέση 
 
 
Ο Αϊνστάιν έγινε δεκτός προσωρινά στο Πανεπιστήμιο της Βέρνης το 1908. Ωστόσο, μετά από δύο διδακτικά εξάμηνα, ακύρωσε τις διαλέξεις του, γιατί η προσέλευση είχε εξασθενίσει, τόσο που μόνο ένας φοιτητής παρακολουθούσε πια την διδασκαλία του.
Την επόμενη χρονιά, το 1909, ο Αϊνστάιν απέκτησε την πρώτη μόνιμη ακαδημαϊκή θέση του, ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Ζυρίχης. Αν και αρνήθηκε σε πρώτη φάση την θέση, επειδή η αμοιβή ήταν χαμηλότερη ακόμη και από τον μισθό του στο γραφείο διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.
Ήταν μόνο όταν το πανεπιστήμιο αύξησε την προσφορά του που ο Αϊνστάιν την έκανε τελικά δεκτή. «Έτσι, τώρα, είμαι και εγώ επίσημο μέλος της συντεχνίας των πόρνων», έγραψε ο Αϊνστάιν σε έναν συνάδελφο του, ανακοινώνοντας του τα νέα.

Το επόμενο έτος, ο Αϊνστάιν απέκτησε έναν ακόμη γιο – το τελευταίο βιολογικό παιδί του
 
 
Το 1910, ο Αϊνστάιν και η Μαρίτς αποκτούν τον δεύτερο γιο τους, τον οποίο ονόμασαν Έντουαρντ Αϊνστάιν. Από εκείνο το σημείο και παρά την αυξανόμενη φήμη του Αϊνστάιν στην επιστημονική κοινότητα, η σχέση του ζευγαριού αρχίζει να κατρακυλά.
Το 1912, ο Αϊνστάιν ξεκινά μια σχέση με την ξαδέλφη και παιδική του φίλη, Έλσα Λόουενθαλ, η οποία αργότερα θα γίνει η δεύτερη σύζυγος του.

Εν όψει του επικείμενου παγκόσμιου πόλεμου και εν μέσω σφοδρών οικογενειακών συγκρούσεων, ο Αϊνστάιν έκανε κάτι απίστευτο
 
Παρά τις δυσκολίες στην σχέση του και την έναρξη του Α Παγκοσμίου Πολέμου, ο Αϊνστάιν καταφέρνει να αναπτύξει μία από τις μεγαλύτερες συνεισφορές στην επιστήμη τον 20ο αιώνα: την Γενική Θεωρία της Σχετικότητας, την οποία και παρουσιάζει το 1915.
Αυτή η νέα θεωρία, η οποία επέτρεψε την ευρύτερη εφαρμογή της Ειδικής Θεωρίας της Σχετικότητας, εισήγαγε την έννοια ότι ο χώρος και ο χρόνος δεν ήταν ξεχωριστές οντότητες, αλλά ένα μόνο στοιχείο, το οποίο και ονόμασε χωροχρόνο.
Αλλά υπήρχε ένα πρόβλημα....

Ο Αϊνστάιν έπρεπε τώρα να αποδείξει ότι η θεωρία του δουλεύει 
 
Διαβάστε περισσότερα https://homouniversalisgr.blogspot.com/